ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ:
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΚΟΥ ΛΟΓΟΥ ΤΡΙΤΟΥ ΠΕΡΙ ΥΙΟΥ

Ἐγεννήθη μέν, ἀλλὰ καὶ ἐγεγέννητο· ἐκ γυναικὸς μέν, ἀλλὰ καὶ παρθένου. τοῦτο ἀνθρώπινον, ἐκεῖνο θεῖον. ἀπάτωρ ἐντεῦθεν, ἀλλὰ καὶ ἀμήτωρ ἐκεῖθεν. ὅλον τοῦτο θεότητος. ἐκυοφορήθη μέν, ἀλλ' ἐγνώσθη προφήτῃ καὶ αὐτῷ κυοφορουμένῳ, καὶ προσκιρτῶντι τοῦ λόγου, δι' ὃν ἐγένετο. ἐσπαργανώθη μέν, ἀλλ' ἀποσπαργανοῦται τὰ τῆς ταφῆς ἀνιστάμενος. ἐν φάτνῃ μὲν ἀνελκίθη, ἀλλ' ὑπ' ἀγγέλων ἐδοξάσθη, καὶ ὑπ' ἀστέρος ἐμηνύθη, καὶ ὑπὸ μάγων προσεκυνήθη. πῶς σὺ προσπταίεις τῷ βλεπομένῳ, μὴ σκοπῶν τὸ νοούμενον; ἐφυγαδεύθη μὲν εἰς Αἴγυπτον, ἀλλὰ φυγαδεύει τὰ Αἰγυπτίων. οὐκ εἶχεν εἶδος οὐδὲ κάλλος (Ησ, νγ', 2) παρὰ Ἰουδαίοις, ἀλλὰ τῷ ∆αβὶδ ὡραῖος ἦν κάλλει παρὰ τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων (Ψ, μδ', 2), ἀλλ' ἐπὶ τοῦ ὄρους ἀστράπτει, καὶ ἡλίου φωτοειδέστερος γίνεται, τὸ μέλλον μυσταγωγῶν. Ἐβαπτίσθη μὲν ὡς ἄνθρωπος, ἀλλ' ἁμαρτίας ἔλυσεν ὡς θεός· οὐ καθαρσίων αὐτὸς δεόμενος, ἀλλ' ἵνα ἁγιάσῃ τὰ ὕδατα. ἐπειράσθη ὡς ἄνθρωπος, ἀλλ' ἐνίκησεν ὡς θεός· ἀλλὰ Θαρρεῖν διακελεύεται, ὡς κόσμον νενικηκώς. ἐπείνησεν, ἀλλ' ἔθρεψε χιλιάδας, ἀλλ' ἄρτος ἐστὶ ζωτικὸς καὶ οὐράνιος. ἐδίψησεν, ἀλλ' ἐβόησεν· Ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με, καὶ πινέτω· ἀλλὰ καὶ πηγάζειν ὑπέσχετο τοὺς πιστεύοντας. ἐκοπίασεν, ἀλλὰ τῶν κοπιώντων καὶ πεφορτισμένων ἐστὶν ἀνάπαυσις. ἐβαρήθη μὲν ὕπνῳ, ἀλλ' ἐπὶ πελάγους κουφίζεται, ἀλλ' ἐπιτιμᾷ πνεύμασιν, ἀλλὰ Πέτρον κουφίζει βαπτιζόμενον. δίδωσι τέλος, ἀλλ' ἐξ ἰχθύος, ἀλλὰ βασιλεύει τῶν ἀπαιτούντων. Σαμαρείτης ἀκούει καὶ δαιμονῶν, πλὴν σώζει τὸν ἀπὸ Ἰερουσαλὴμ καταβαίνοντα καὶ λῃσταῖς περιπεσόντα, πλὴν ὑπὸ δαιμόνων ἑπιγινώσκεται, καὶ ἀπελαύνει δαίμονας, καὶ λεγεῶνα πνευμάτων βυθίζει, καὶ ὡς ἀστραπὴν ὁρᾷ πίπτοντα τὸν ἀρχηγὸν τῶν δαιμόνων. λιθάζεται, ἀλλ' οὐχ ἁλίσκεται. προσεύχεται, ἀλλ' ἐπακούει. δακρύει, ἀλλὰ παύει δάκρυον. ἐρωτᾷ ποῦ τέθειται Λάζαρος, ἄνθρωπος γὰρ ἦν· ἀλλ' ἐγείρει Λάζαρον, θεὸς γὰρ ἦν. πωλεῖται, καὶ λίαν εὐώνως, τριάκοντα γὰρ ἀργυρίων, ἀλλ' ἐξαγοράζει κόσμον, καὶ μεγάλης τιμῆς, τοῦ ἰδίου γὰρ αἵματος. ὡς πρόβατον ἐπὶ σφαγὴν ἄγεται (Ησ, νγ', 7), ἀλλὰ ποιμαίνει τὸν Ἰσραήλ, νῦν δὲ καὶ πᾶσαν τὴν οἰκουμένην. ὡς ἀμνὸς ἄφωνος (Ησ, νγ', 7), ἀλλὰ λόγος ἐστί, φωνῇ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ καταγγελλόμενος. μεμαλάκισται, καὶ τετραυμάτισται, ἀλλὰ θεραπεύει πᾶσαν νόσον, καὶ πᾶσαν μαλακίαν. ἐπὶ τὸ ξύλον ἀνάγεται, προσπήγνυται, ἀλλὰ τῷ ξύλῳ τῆς ζωῆς ἀποκαθίστησιν, ἀλλὰ σώζει καὶ λῃστὴν συσταυρούμενον, ἀλλὰ σκοτίζει πᾶν τὸ ὁρώμενον. ὄξος ποτίζεται, χολὴν βρωματίζεται· τίς; ὁ τὸ ὕδωρ εἰς οἶνον μεταβαλών, ὁ τῆς πικρᾶς γεύσεως καταλυτής, ὁ γλυκασμὸς καὶ ὅλος ἐπιθυμία. παραδίδωσι τὴν ψυχήν, ἀλλ' ἐξουσίαν ἔχει πάλιν λαβεῖν αὐτήν, ἀλλὰ καταπέτασμα ῥήγνυται, τὰ γὰρ ἄνω παραδείκνυται, ἀλλὰ πέτραι σχίζονται, ἀλλὰ νεκροὶ ἐγείρονται. ἀποθνήσκει, ζωο ποιεῖ δέ, καὶ καταλύει τῷ θανάτῳ τὸν θάνατον. θάπτεται, ἀλλ' ἀνίσταται. εἰς ᾅδου κάτεισιν, ἀλλ' ἀνάγει ψυχάς, ἀλλ' εἰς οὐρανοὺς ἄνεισιν, ἀλλ' ἥξει κρῖναι ζῶντας καὶ νεκρούς, καὶ τοὺς τοιούτους βασανίσαι λόγους. εἰ ταῦτα ἐμποιεῖ σοι τῆς πλάνης τὴν ἀφορμήν, ἐκεῖνά σου λύει τὴν πλάνην.

Μεταγραφή:

Γεννήθηκε μεν (σαν άνθρωπος), αλλά και έχει γεννηθεί (από τον Θεό Πατέρα). Από γυναίκα μεν, αλλά και Παρθένο. Τούτο ανθρώπινο, εκείνο θείο. Απάτωρ εδώ (στην κατά σάρκα γέννηση), αλλά και αμήτωρ εκεί (στην άχρονη γέννηση από τον Θεό Πατέρα). Όλο αυτό θεότητος (γνώρισμα). Κυοφορήθηκε μεν, αλλά αναγνωρίσθηκε από Προφήτη (τον Πρόδρομο) που κι αυτός ήταν κυοφορούμενος και χοροπηδούσε για τον λόγο για τον οποίο έγινε. Σπαργανώθηκε μεν (σαν βρέφος), αλλά βγάζει τα εντάφια σπάργανα όταν αναστήθηκε. Στην φάτνη μεν ανακλίθηκε, αλλά δοξάστηκε από Αγγέλους και από Αστέρι κηρύχθηκε και από Μάγους προσκυνήθηκε. Πως λοιπόν προσκρούεις στα ορατά (ανθρώπινα) και δεν βλέπεις τα νοητά; Φυγαδεύτηκε μεν στην Αίγυπτο, αλλά φυγαδεύει τα (είδωλα) των Αιγυπτίων. Δεν είχε εμφάνιση ούτε κάλλος (κατά το πάθος) από τους Ιουδαίους, αλλά κατά τον Δαβίδ ήταν ο πιο ωραίος από τους ανθρώπους, αλλά πάνω στο όρος (Θαβώρ) αστράφτει, και ηλίου φωτεινότερος γίνεται, τα μυστήρια του μέλλοντος αιώνος διδάσκοντας. Βαπτίστηκε μεν σαν άνθρωπος, αλλά αμαρτίες έλυσε σαν Θεός. Όχι επειδή είχε ανάγκη από καθαρισμό, αλλά για να αγιάσει τα ύδατα. Επειράσθη σαν άνθρωπος, αλλά νίκησε σαν Θεός, αλλά να έχετε θάρρος προστάζει, επειδή νίκησε τον κόσμο. Πείνασε, αλλά έθρεψε χιλιάδες, αλλά άρτος είναι ζωοποιός και ουράνιος. Δίψασε, αλλά είπε: «Όποιος διψά, να έρθει προς εμένα και να πιει», αλλά και υποσχέθηκε ότι οι πιστεύοντες θα πηγάσουν. Κουράστηκε, αλλά των κουρασμένων και των φορτωμένων είναι η ανάπαυση. Βάρυνε από τον ύπνο, αλλά επί του πελάγους (περπατώντας) είναι ελαφρύς, αλλά προστάζει τους ανέμους, αλλά τον Πέτρο που βυθίζεται ελαφρώνει (σηκώνει). Πληρώνει φόρο, αλλά από το ψάρι (πήρε το νόμισμα), αλλά βασιλεύει πάνω σε αυτούς που απαιτούν (τον φόρο). Σαμαρείτης ακούει (να λένε ότι είναι) και δαιμονισμένος, αλλά σώζει (σαν καλός Σαμαρείτης) αυτόν που ερχόταν από την Ιερουσαλήμ κι έπεσε σε ληστές, αλλά από τους δαίμονες αναγνωρίζεται, και εκβάλλει δαίμονες, και λεγεώνα δαιμόνων βυθίζει, και σαν αστραπή βλέπει τον αρχηγό των δαιμόνων να πέφτει. Λιθοβολείται, αλλά δεν βλάπτεται. Προσεύχεται, αλλά εισακούει (ικεσίες και προσευχές). Δακρύζει, αλλά τα δάκρυα σταματά. Ρωτά που θάφτηκε ο Λάζαρος, επειδή ήταν άνθρωπος, αλλά ανασταίνει τον Λάζαρο, επειδή ήταν Θεός. Πωλείται, και πολύ φτηνά, δηλαδή για τριάκοντα αργύρια, αλλά εξαγοράζει τον κόσμο, και με μεγάλο τίμημα, δηλαδή το ίδιο του το αίμα. Σαν πρόβατο στην σφαγή οδηγείται, αλλά ποιμαίνει τον Ισραήλ, τώρα όμως και όλη την οικουμένη. Σαν αμνός άφωνος, αλλά είναι (ο Θεός) Λόγος, και κηρύσσεται από την φωνή του (Προδρόμου) που ομιλεί την έρημο. Έπαθε και τραυματίστηκε, αλλά θεραπεύει κάθε ασθένεια και κάθε αδυναμία. Στο ξύλο (του Σταυρού) ανέβηκε και καρφώθηκε, αλλά το ξύλο της ζωής αποκαθιστά, αλλά σώζει τον συσταυρωμένο ληστή, αλλά ρίχνει σκοτάδι σε όλα όσα φαίνονται (όταν σκοτίστηκε ο ήλιος). Ξύδι ποτίζεται, χολή ταΐζεται. Ποιος; Αυτός που μετέβαλε το νερό σε κρασί, αυτός που κατέλυσε την πικρή γεύση (του νερού στην έρημο), (αυτός που είναι) ο γλυκύτητα και ολόκληρος επιθυμητός. Παραδίδει την ψυχή του, αλλά έχει εξουσία πάλι να την πάρει, αλλά το καταπέτασμα (του ναού) σκίζεται, επειδή τα άνω αποδεικνύονται, αλλά πέτρες σκίζονται, αλλά νεκροί ανασταίνονται. Πεθαίνει, αλλά ζωοποιεί, και καταλύει με τον θάνατό (του) τον θάνατο. Θάβεται, αλλά ανασταίνεται. Στον άδη κατεβαίνει, αλλά ανεβάζει ψυχές, αλλά στους ουρανούς ανέρχεται, αλλά θα έρθει να κρίνει ζωντανούς και νεκρούς, και να ελέγξει αυτούς τους λόγους (πλάνης και σκανδαλισμού στο πρόσωπό του). Αν αυτά σου προκαλούν αφορμή πλάνης, εκείνα σου διαλύουν την πλάνη.