Νεοπαγανιστικές απάτες Απάντηση στις ψευδείς συκοφαντίες τού Νεοπαγανισμού

Η ανωτερότητα τών Χριστιανικών δογμάτων

Τα σφάλματα των συγχρόνων Δωδεκαθεϊστών

(της ομάδας τού κου Μαρίνη)

Οι σύγχρονοι αυτοί Ιουλιανοί, απαίδευτοι των Ορθοδόξων παραδόσεων, έχουν απορρίψει τη Χριστιανική πίστη από συναισθηματικούς ή Εθνικιστικούς κυρίως λόγους, χωρίς προηγουμένως να εντρυφήσουν σε βάθος στη σημερινή πίστη των Ελλήνων.

Στο αρχείο αυτό, θα δείξουμε τα σημεία στα οποία κάνουν λάθος απορρίπτοντας την αποκάλυψη τού ιδίου τού Θεού, όπως αυτή έγινε γνωστή, κυρίως από τους μετά Χριστόν Έλληνες, ελπίζοντας ότι κάποιοι απ' αυτούς θα συμβαδίσουν και πάλι με την διαχρονική πορεία τού έθνους μας προς την αλήθεια.

Τον τελευταίο καιρό η Εκκλησία βάλλεται από συνεχείς επιθέσεις δωδεκαθεϊστών, οι οποίοι ποτέ δεν τη γνώρισαν σε βάθος. Αυτοί οι άνθρωποι, πολεμούσαν "εκ τού ασφαλούς", καθώς δεν ήταν γνωστά τα δικά τους δόγματα, ώστε να εντοπισθούν τα σφάλματά τους. Είναι λοιπόν ευχάριστο το ότι (επιτέλους) απεκάλυψαν δημόσια τι πιστεύουν, ώστε να τύχουν την απαραίτητη κριτική.

Με αφορμή ένα δημοσίευμα τού κου Π. Μαρίνη στο περιοδικό "Το 3ο μάτι" τού Ιουνίου 2001 σελ. 26 - 31, θα προχωρήσουμε στην αναίρεση τών θέσεών τής συγκεκριμένης ομάδας τους, (καθώς η κάθε ομάδα τους λέει διαφορετικά πράγματα), κάνοντας φανερή σε όλους την ανωτερότητα τής Χριστιανικής θρησκείας τών μ.Χ. Ελλήνων, από αυτή τών π.Χ. Ελλήνων, που παρά την υπεροχή της, συγκριτικά με τους άλλους λαούς, υστερεί σημαντικά μπροστά στην ίδια τη θεία αποκάλυψη τής Αληθείας.

Το άρθρο αυτό, φέρει τον τίτλο: "Τι πιστεύει η Ελληνική μας Θρησκεία", και προφανώς εννοεί την αρχαία Ελληνική θρησκεία, και όχι την σύγχρονη Ελληνική μας πίστη. Χρησιμοποιώντας λοιπόν το άρθρο αυτό, θα προχωρήσουμε λίγο λίγο στην υπόδειξη τών λαθών τους, ευχόμενοι την ένταξή τους στην σημερινή και μόνη αληθινή πίστη τών Ελλήνων.

Δεν θ' ασχοληθούμε με το "τι είναι θρησκεία" που υπάρχει στο ξεκίνημα τού άρθρου, καθώς η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν είναι θρησκεία, αλλά μέθοδος ψυχοθεραπείας. Δεν είναι επίσης ούτε φιλοσοφικό σύστημα, αν και επιρρεάζει τη φιλοσοφική σκέψη. Κι αν φιλοσοφούμε σε αυτή τη μελέτη, είναι προς σωτηρίαν τών φιλοσοφούντων...

Η πίστη τής Εκκλησίας τού Χριστού, δεν είναι "φιλοσοφικό πακέτο", αλλά μυστική ζωή και εμπειρία. Κι αν κάποιοι από εμάς φιλοσοφούμε (εξ ανάγκης έστω), αν δεν βιώνουμε παράλληλα τη μυστική αυτή ζωή, είμαστε "Χριστιανοί τού γράμματος" και όχι τού Πνεύματος. Είμαστε σαν το γιατρό που δίνει σωστές συνταγές, ενώ ο ίδιος δεν τις εφαρμόζει στον εαυτό του, αν και πάσχει από την ίδια αυτή ασθένεια.

Δεν θ' ασχοληθούμε επίσης με τους διαχρονικούς διωγμούς αμφοτέρων τών παρατάξεων, καθώς σε μια πολυπληθή ομάδα, (δυστυχώς) πάντοτε υπάρχουν οι φανατικοί και οι μισαλλόδοξοι, που συχνά έχουν και το μαχαίρι και το πεπόνι...

Εδώ θ' ασχοληθούμε με την ουσία τών διαφορών Ορθοδοξίας και Δωδεκαθεϊσμού, όπως αρχίζει ν' αναπτύσσεται στο κεφάλαιο "Μονοθεϊστικές και πολυθεϊστικές θρησκείες", τού εν λόγω άρθρου (σελ. 26).

Η κοσμοθέαση του μονοθεϊσμού

Στην αρχή αυτού του κεφαλαίου, γίνεται πολύ σωστά, μια διάκριση μεταξύ του μονοθεϊστικού εξωκοσμικού Θεού που κατασκευάζει τον κόσμο από κατώτερη ουσία από τη δική Του, όπως Εκείνος θέλει.

Στη συνέχεια όμως, τίθεται το πρώτο λογικό ατόπημα του άρθρου, που λέει:

«Από αυτή την αρχή προέρχεται, κατά απαραίτητη λογική αλληλουχία, μια κοσμοθέαση και μία ηθική: Καταδικάζεται ως ανάξιος και κατώτερος ο φυσικός Κόσμος και μαζί του καταδικάζονται η επιστήμη, η Τέχνη και η φροντίδα για ορθή κοινωνική και πολιτειακή δομή. Αντιθέτως εξαίρεται η ατομική σωτηρία, ο αναχωριτισμός, η αδιαφορία για την κοινωνία και την πόλι.»

Αυτή η νοοτροπία ίσως ισχύει για κάποιες Δυτικές αιρέσεις. Όχι όμως για την Ορθόδοξη Εκκλησία των Ελλήνων. Δεν υπάρχει καμία «απαραίτητη λογική αλληλουχία» που να οδηγεί σε τέτοια κοσμοθέαση.

Κατά την Ελληνορθόδοξη πίστη, ο κόσμος αν και ακόμα δεν ολοκλήρωσε το δημιουργικό σκοπό του, είναι ένα δημιούργημα «καλό λίαν» και όχι ανάξιο. Η επιστήμη, η τέχνη και η φροντίδα για ορθή κοινωνική και πολιτειακή δομή, είναι δώρα Θεού και υποχρέωση για τον κάθε άνθρωπο.

Όσο για την «ατομική σωτηρία», δεν υπάρχει κάτι τέτοιο στη Χριστιανική πίστη. Υπάρχει «σωτηρία προσώπων» και όχι «ατόμων». Και η σωτηρία προσώπων επιτυγχάνεται μόνο με την διαπροσωπική σχέση αγάπης μεταξύ προσώπων.  Άλλωστε ο Δωδεκαθεϊσμός είναι αυτός που μιλάει για «άτομα» και «ατομικότητες θεών», κάτι που σαφώς παραπέμπει στον «ατομισμό». Εμείς μιλάμε για «πρόσωπα», κάτι που παραπέμπει άμεσα στη «διαπροσωπική σχέση», και την «κοινωνικότητα». Η εναλλακτική χρήση των λέξεων «άτομο» και «πρόσωπο» στο εν λόγω άρθρο, προδίδει την άγνοια του «πολυθεϊστικού ιδεώδους» για τη σπουδαιότητα της διαφοράς των δύο όρων, και συνεπώς την κοινωνική του ανεπάρκεια να αποτελέσει επαρκή επιλογή για έναν αναζητητή σήμερα.

Ακόμα και ο «αναχωριτισμός» που το άρθρο τον συνδέει με την «αδιαφορία για την κοινωνία και την πόλι», δεν είναι καθόλου κάτι τέτοιο για τους Ορθοδόξους Έλληνες. Οι μοναχοί αγωνίζονται για την κοινωνία και την πόλη, όχι μόνο με την πνευματική πατρότητα που πολλοί απ’ αυτούς έχουν προς τους «κοσμικούς», όχι μόνο με την ελεημοσύνη και τους κοινωνικούς αγώνες, όχι μόνο δια της συγγραφής, αλλά (κυρίως) δια της προσευχής για όλη την κτίση. Και αυτή η προσευχή είναι το μεγαλύτερο δώρο τους προς τον κόσμο, για τον οποίο ενδιαφέρονται και δαπανώνται εναγωνίως. Δεν αναχωρούν από αδιαφορία για τον κόσμο, αλλά από ενδιαφέρον για τη σωτηρία του! Γιατί ποιος είπε ότι για να βοηθήσεις τον κόσμο πρέπει να βρίσκεται μέσα σ’ αυτόν; Άλλωστε και οι ίδιοι οι Δωδεκαθεϊστές δέχονται (σελ. 28) ότι οι θεοί τους είναι άνθρωποι που έφυγαν απ’ αυτόν τον κόσμο, και κατόπιν τον βοηθούν ως «πολιούχοι». Εάν λοιπόν είναι έτσι και ισχύει αυτό για τους «θεούς» που φεύγουν από τον κόσμο αλλά συνεχίζουν να τον βοηθούν, με ποια λογική το απορρίπτουν για τους μοναχούς, οι οποίοι ΠΑΡΑΜΕΝΟΥΝ στον κόσμο, και απλώς αναζητούν μια πιο ήσυχη γωνιά του για τους αγώνες τους υπέρ του κόσμου; Πρόκειται για σχιζοφρενική λογική, και κοντόφθαλμη οπτική.

Πρέπει επίσης να ειπωθεί, ότι ο μοναχισμός κατά τη Χριστιανική πίστη, δεν είναι κάτι που ενδείκνυται για όλους, αλλά μόνο για όσους έχουν αυτή την κλίση. Συνεπώς, «το έθνος δεν είναι ανάγκη να υπολογίζει ότι πάντα θα ευρίσκονται πολλοί που θα πέφτουν στην αμαρτία της σαρκός» (σελ. 30). Ούτε η Εκκλησία θεωρεί τη γαμήλια σχέση ως «αμαρτία της σαρκός», καθώς ο Θεός έπλασε τα δύο φύλα και τη λειτουργία τους. Το Χριστιανικό ιδεώδες, δεν είναι ο μοναχικός βίος, αλλά ο αγιασμός, (η θέωση), όπως κι αν επιτευχθεί εντός της Ορθοδόξου ψυχοθεραπείας.

Η πίστη της Εκκλησίας είναι ότι όλη η κτίση πρέπει να αφθαρτοποιηθεί, και από «καλή λίαν» να γίνει «τέλεια» όπως ο Θεός είναι τέλειος. Αυτό ωθεί τους Χριστιανούς σε αγώνα υπέρ της κτίσεως, γιατί είμαστε μέρος της κτίσεως, και μέρος της θα συνεχίσουμε να είμαστε πάντοτε. Η δε έννοια της αφθαρτοποιήσεως, νομίζω ότι δεν απέχει πολύ από τη θέση του Δωδεκαθεϊσμού που πιστεύει σε εξελισσόμενο σύμπαν, και συνεχώς ανερχόμενες ψυχές.

Το ότι οι Χριστιανοί περιμένουν «επουράνιο πόλη», δεν σημαίνει ότι εγκαταλείπουμε την υλική κτίση, και οι Δωδεκαθεϊστές κάνουν λάθος να νομίζουν ότι εμείς οι Χριστιανοί «ανταλάσουμε» τον κόσμο αυτόν με την πόλη την ουράνια. Στην πραγματικότητα, η επίγεια κτίση «ουρανοποιείται» και αφθαρτοποιείται. Η ύλη λοιπόν δεν είναι κάτι κακό, αλλά κάτι που θα μας ακολουθεί πάντοτε. Και καλό θα ήταν να γνωρίσουν καλύτερα τα Χριστιανικά δόγματα, προτού απορρίψουν τις επιλογές του έθνους τους, μιας κοσμοθέασης καλύτερης από την αρχαία στην οποία μένουν τυφλά προσκολλημένοι.

Ομοίως, δεν είναι ανάγκη να παραμένουν προσκολλημένοι σε μυθικούς θεούς ως «πολιούχους» κάποιας πόλης, καθώς αυτό συμβαίνει πράγματι με τους αγίους. Αυτοί ως «θεοί κατά χάριν», πράγματι φροντίζουν για την πόλη τους, ή για τον τομέα που τους ανατέθηκε από τον Θεό. Όχι όμως ως θεοί κατά φύσιν, αλλά θεοί κατά χάριν. Για τη διαφορά όμως αυτή, θα μιλήσουμε στο σχετικό κεφάλαιο. Και ούτε είναι αναγκαία η μετενσάρκωση για την πρόοδό τους αυτή, καθώς στην ίδια αυτή μία και μοναδική ζωή μας, έχουμε όλοι τη δυνατότητα αυτής της «εξέλιξης» σε θεούς κατά χάριν.

«…την δόξαν Κυρίου κατοπτριζόμενοι την αυτήν εικόνα μεταμορφούμεθα από δόξης εις δόξαν…» -Β΄ Κορινθίους 3/γ΄ 18.

Κατά τον ίδιο τρόπο, δεν είναι ανάγκη να είσαι Δωδεκαθεϊστής για να θεωρείς ιερή την τέχνη! Στην Εκκλησία κυρίως ψάλλουμε, καθώς οι ψαλμοί και οι στίχοι είναι τέχνη! Οι άγιες εικόνες είναι επίσης τέχνη, όπως τα έν-τεχνα ρούχα των λειτουργών μας, οι ρυθμοί των ναών, ακόμα κάθε τι το σκαλιστό και τεχνικά φτιαγμένο.

Αντιθέτως όμως, η κοσμοθέαση των συνεχών μετενσαρκώσεων λειτουργεί αντικοινωνικά, καθώς, αν ο καθένας πιστεύει ότι έχει κι άλλες ευκαιρίες για τη θέωση, γιατί να είναι καλός και κοινωνικά δίκαιος σε αυτή τη ζωή; το «άπειρο» σύμπαν του Δωδεκαθεϊσμού του δίνει άπειρες ευκαιρίες για αυτή την εξέλιξη, κάτι που οδηγεί σε άπειρες μεταθέσεις κοινωνικότητας, και τον κάνει ατομοκεντρικό.

Η κοσμολογία

Η κοσμολογία του Δωδεκαθέου, είναι σαφώς αντίθετη με τη Χριστιανική. Το Δωδεκάθεο, δέχεται έναν κόσμο σε άπειρο χώρο, που υπήρχε από πάντα. Ο Χριστιανισμός από την άλλη, δέχεται τον κόσμο ως δημιουργία του Θεού, όπως επίσης δημιουργημένος είναι ο χώρος και ο χρόνος.

Τα ευρήματα της φυσικής, συνηγορούν υπέρ της Χριστιανικής άποψης, καθώς σύμφωνα με τη θεωρία της Σχετικότητας ο χώρος και ο χρόνος άρχισαν μαζί με τη δημιουργία του υλικού σύμπαντος! Αυτό μάλιστα ήταν και το βασικό πρόβλημα του Αϊνστάιν, που ενώ τότε η γενική πεποίθηση ήταν ότι ο κόσμος είναι αιώνιος και στατικός, για να εξηγήσει την παρατηρούμενη διαστολή, αναγκάστηκε να εισάγει την «κοσμολογική σταθερά». Σήμερα κανείς επιστήμονας δεν αμφιβάλει ότι το σύμπαν είχε αρχή.

Το πρόβλημα αυτό ο Δωδεκαθεϊσμός προσπαθεί να το λύσει, αποδεχόμενος την ύπαρξη «πολλαπλών συμπάντων» (σελ. 27), μια ενδιαφέρουσα μοντέρνα θεωρία. Φυσικά στην περίπτωση αυτή, δεν είναι δυνατόν να γίνεται λόγος για άπειρο χώρο και χρόνο, καθώς το κάθε ένα από αυτά τα σύμπαντα, έχει τη δική του αρχή και το δικό του περιορισμένο χώρο, σαφώς διαφορετικό από το χωροχρόνο του κάθε άλλου σύμπαντος! Ούτε είναι δυνατόν να γίνεται λόγος για «συνεχή ροή του χρόνου» στον «κόσμο των πολλαπλών συμπάντων». Το μόνο που θα μπορούσε να έχει έννοια ως απειρότητα σε αυτή την περίπτωση, είναι ο αριθμός των συμπάντων αυτών, που θα μπορούσε να είναι άπειρος. Πάντοτε όμως, το καθένα απ’ αυτά θα έχει αρχή. Εδώ λοιπόν οι Δωδεκαθεϊστές, πρέπει να επαναδιατυπώσουν την κοσμολογία τους, αν θέλουν να είναι τουλάχιστον επιστημονική. (Περί της θεωρίας των πολλαπλών συμπάντων, μπορείτε να βρείτε στοιχεία και στο περιοδικό «Περισκόπιο της Επιστήμης» Νο 248, Μάρτιος 2001, σ. 62-69 )

Πέραν αυτού, τα άπειρα σύμπαντα – κοσμικά αυγά, μοιάζουν όχι με το (ένα) κοσμικό αυγό των αρχαίων Ελλήνων, αλλά με ταραμά απείρων αυγών (και δεν το λέμε αυτό κοροϊδευτικά). Θα πρέπει να αποφασίσουν οι Δωδεκαθεϊστές, αν με τον όρο «σύμπαν» εννοούν όλα αυτά τα «αυγά», ή μόνο το δικό μας. Στη μεν πρώτη περίπτωση δεν ταιριάζει με την εικόνα του κοσμικού αυγού, στη δεύτερη δεν ταιριάζει με την ιδέα του απείρου χωροχρόνου.

Αντιθέτως η κοσμοθέαση των Χριστιανών, ότι το σύμπαν ξεκίνησε από έναν αρχικό «σπόρο» που έφτιαξε ο Θεός και άρχισε να τον διαφοροποιεί, είναι απόλυτα σύμφωνο με κάθε περίπτωση.

Κατά το Δωδεκαθεϊσμό, «ο κόσμος δεν είναι κάτι παράλογο ή τυχαίο, όπως πιστεύουν οι άθεοι, αλλά περιέχει Λόγο και Σκοπό. Σκοπός του Κόσμου είναι η εξέλιξη και η παραγωγή της Ανωτέρας Συνειδήσεως. Δια του θείου νόμου της εξελίξεως και με επανειλημμένες μετεμψυχώσεις, οι ατομικότητες που γεννιούνται μέσα στον Κόσμο κατακτούν την Ανωτέρα Συνείδησι και γίνονται Θεοί αθάνατοι που φροντίζουν για την εύρυθμη λειτουργία της Φύσεως».

Από εδώ αρχίζουν τα σοβαρά προβλήματα για την πολυθεϊστική κοσμολογία του Δωδεκαθεϊσμού. Από τη στιγμή που ο κόσμος έχει Λόγο και Σκοπό, τίθεται το ερώτημα: «Ποιος έθεσε το Λόγο και το σκοπό του Σύμπαντος;»

Και μιλάμε για το «δικό μας» σύμπαν, ή για το «πολλαπλό σύμπαν»;

Υπάρχει Λόγος και Σκοπός μόνο για το δικό μας σύμπαν, ή για ολόκληρο το σύμπλεγμα των πολλαπλών συμπάντων;

Γιατί αν αυτό συμβαίνει μόνο για το δικό μας σύμπαν, τότε πάλι έχουμε ένα Λόγο και Σκοπό με περιορισμένη χωροχρονική ισχύ, καθώς το δικό μας σύμπαν είχε αρχή.

Αν πάλι αυτός ο Σκοπός και ο Λόγος ισχύει ο ίδιος για όλα τα άπειρα σύμπαντα, τότε έχει κατ’ ανάγκην ισχύ ανώτερη από το χώρο και το χρόνο, καθώς εκτείνεται στην αιωνιότητα των απείρων αυτοτελών χωροχρόνων! Μα τότε είναι κάτι σαν τον Μονοθεϊστικό Θεό των Χριστιανών που είναι ανώτερος από το χώρο και το χρόνο! Εφ’ όσον ο «Λόγος και Σκοπός» είναι αυτό που διέπει τη λειτουργία και εξέλιξη των πολλαπλών αυτών συμπάντων, τότε πρέπει κατ’ ανάγκην να είναι κάτι που λειτουργεί ως πρώτη αιτία, όχι μόνο για την εύρυθμη λειτουργία των φυσικών νόμων του κόσμου, αλλά επίσης για την ίδια τη δημιουργία του, καθώς η δημιουργία του διέπεται κι αυτή από Νόμο και Σκοπό, και όχι από «αθεϊστική σύμπτωση».

Αυτό πάλι, κατ’ ανάγκην θέτει το «Λόγο και Σκοπό» ΕΚΤΟΣ ΠΟΛΛΑΠΛΟΥ ΣΥΜΠΑΝΤΟΣ, καθώς αυτός δεν περιέχεται, αλλά περιέχει, δημιουργεί και κινεί το Σύμπαν, και όχι το Σύμπαν αυτόν. Αν ο κόσμος «περιέχει Λόγο και Σκοπό» όπως αναφέρουν οι Δωδεκαθεϊστές, τότε ο Λόγος και Σκοπός δεν είναι δυνατόν να διέπει τη δημουργία των απείρων συμπάντων, αλλά είναι δικό τους παράγωγο. Ο ίδιος γίνεται παράγωγο τυχαιότητας και αθεϊστικής σύμπτωσης, συνεπώς αυτοαναιρείται!

Δεν υπάρχει διαφυγή απ’ αυτό! Αν υπάρχει Λόγος και Σκοπός στο Σύμπαν, τότε αυτός είναι κατ’ ανάγκην ο Δημιουργικός του Λόγος! Αυτός είναι που δημιούργησε την ίδια τη διαδικασία προέλευσης του κάθε σύμπαντος από το μητρικό του! Συνεπώς δεν είναι δυνατόν να ανήκει σε κανένα από αυτά τα επί μέρους Σύμπαντα, αλλά είναι κάτι ανώτερο και «εξώτερο» από όλα αυτά τα επί μέρους σύμπαντα.

Ήδη έχουμε καταλήξει όμως από τον πολυθεϊσμό σε ΕΝΑ Λογο και Σκοπό, δηλαδή σε αυτό που πρεσβεύει ο μονοθεϊσμός!

 

Η Ουσία του Δημιουργού Λόγου

Αν όμως ο Δημουργικός αυτός Λόγος και Σκοπός, βρίσκεται έξω από όλα αυτά, δεν είναι μέρος της ουσίας τους! Κάθε ένα από αυτά τα σύμπαντα, έχει το δικό του αυτοτελή χωροχρόνο, έστω κι αν κάποια (ή όλα) απ’ αυτά, κάπου συνδέονται. Αυτά υπόκεινται στους νόμους του χώρου και του χρόνου, ενώ ο Λόγος και Σκοπός όχι, μια και είναι άναρχος ως δημιουργός όλων των χωροχρονικών αυτών συμπλεγμάτων.

Μήπως λοιπόν έπλασε τα σύμπαντα από τη δική του ουσία, όπως υποστηρίζουν οι πανθεϊστές;

Φυσικά όχι, καθώς κάθε υλική ουσία υπόκειται στους χωροχρονικούς νόμους, ενώ ο Λόγος και Σκοπός δεν είναι ύλη! Αν και αυτό αυτοπροσδιορίζεται, εδώ είναι ανάγκη να το ξαναπούμε: Το κάθε επί μέρους σύμπαν με ό,τι αυτό περιέχει, υπόκειται στο χώρο και το χρόνο. Ό,τι δεν περιέχεται στο κάθε σύμπαν, (αλλά αντιθέτως το περιέχει, όπως ο Λόγος και Σκοπός), δεν υπόκειται στο χώρο και το χρόνο. Η ύλη έχει χωροχρονική αρχή, ενώ ο Λόγος και Σκοπός όχι!

Ό,τι υπόκειται σε οποιουδήποτε είδους περιορισμό, (χωροχρόνο, Λόγο, Σκοπό, Αιτία κλπ), δεν είναι της ιδίας ουσίας με ό,τι δεν υπόκειται σε οποιοδήποτε περιορισμό! Συνεπώς, δεν υπάρχει «μόνο ο φυσικός κόσμος» όπως υποστηρίζει ο Δωδεκαθεϊσμός (σελ. 27, 29), αλλά και ο Λόγος και Σκοπός!

Εκτός εάν κατά τον Δωδεκαθεϊσμό, ο Λόγος και Σκοπός είναι… ύλη!!!

Επίσης, εφ’ όσον ο Λόγος και Σκοπός δεν υπόκειται στους αυτοτελείς χωροχρόνους των συμπάντων, είναι άτρεπτος, καθώς η μεταβολή είναι αποτέλεσμα του χρόνου. Συνεπώς είναι και άκτιστος, σε αντίθεση από κάθε μορφή ύλης.

Αυτό τονίζουμε και με την απεικόνιση 2 διαστάσεων που προτιμάμε στην Εκκλησία. Ότι πέρα από τη φθαρτή ύλη, υπάρχει και μια άλλη ανώτερη πραγματικότητα, που είναι ο στόχος του κάθε ανθρώπου.

Το χαρακτηριστικό τού ΄΄ακτίστου΄΄ είναι η έλειψη μεταβολής, (μια και δεν υπόκειται σε νόμους τού χωροχρόνου), και συνεπώς η έλειψη οποιασδήποτε εξωτερικής αιτίας ύπαρξης.


Ενώ λοιπόν είναι χαρακτηριστικό τής κτίσης να έχει πρώτη αιτία έξω απ' αυτήν, αντιθέτως, είναι χαρακτηριστικό τού ακτίστου να μην έχει αιτία ύπαρξης έξω απ' αυτό, μια και ως άτρεπτο, δεν επιδέχεται εξωτερική επιρροή.

Ο Λόγος ως πρόσωπo

Τι είναι λοιπόν αυτός ο Λόγος; Δεν προϋποθέτει (ως Λόγος) νόηση; Και η νόηση δεν προϋποθέτει πρόσωπο; Ας το δούμε λίγο πιο αναλυτικά.

Η κατάσταση τού κενού, δηλαδή τής ανυπαρξίας, ουδέποτε υπήρξε, μια και ακόμα και χωρίς την ύπαρξη τού σύμπαντος, υπήρξε αυτή η πρώτη αιτία που ονομάζουμε Λόγο (ή Θεό). Έτσι, στην πραγματικότητα που ζούμε, υπάρχουν δύο ειδών ΄΄οντότητες΄΄: Οι κτιστές, και το άκτιστο.

Μα αν το άκτιστο έχει ως ΄΄χαρακτηριστικό΄΄ του την ατρεψία, ή οποιοδήποτε άλλο χαρακτηριστικό, δεν σημαίνει αυτό ότι δεσμεύεται απ' το χαρακτηριστικό του; Το να χαρακτηρίζει δηλαδή κάτι τη φύση τού ακτίστου, δεν σημαίνει ότι και το άκτιστο διέπεται από νόμους;

Εδώ, ερχόμαστε για πρώτη φορά, στο ζήτημα τής θέλησης.

Ως εδώ, μιλήσαμε για το Λόγο κυρίως ως πρώτη αιτία, ή για το άκτιστο, ως για κάποιο άψυχο αντικείμενο, ώστε να προσεγγίσουμε την έκφραση: ΄΄ανωτέρα δύναμη΄΄ ή ΄΄Λόγος΄΄, που χρησιμοποιούν πολλοί για να αποφύγουν την παραδοχή ενός ΄΄προσωπικού Θεού΄΄. Τώρα όμως, γίνεται αναγκαίο να μιλήσουμε για το άκτιστο, ως για έναν προσωπικό Θεό.

Αν ο Θεός ήταν κάτι άψυχο, θα ήταν φυσικά δεσμευμένος από το οποιοδήποτε χαρακτηριστικό τής φύσης του. Και πράγματι, οτιδήποτε δεν διαθέτει νόηση, υπόκειται σε νόμους, και υπάρχει βάσει κάποιων νόμων και χαρακτηριστικών τής φύσης του. Δεν σημαίνει όμως το ίδιο και με τα νοήμονα όντα. Ένα νοήμον ον, έχει την ελευθερία βούλησης, που τα άψυχα δεν έχουν. Για παράδειγμα, ένας κόκκος σκόνη, θα πάει ό,που τον σπρώξει ο αέρας, και ένας πλανήτης, θα κινείται συνεχώς στην προκαθορισμένη τροχιά του, από τους φυσικούς νόμους. Ακόμα και ένας φυσικός νόμος, θα ενεργεί άβουλα, βάσει τών χαρακτηριστικών που τον περιορίζουν. Όσο όμως πιο νοήμον είναι κάτι, τόσο μεγαλύτερο βαθμό ελευθερίας έχει. Για παράδειγμα, μία μέδουσα, έχει μεγαλύτερο βαθμό ελευθερίας επιλογής από ένα φυτό. Ένας σκύλος, ακόμα μεγαλύτερη ελευθερία, ώσπου φτάνουμε στον άνθρωπο, που διαθέτει τη μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων, από όλη την επίγεια κτίση.

Ακόμα και ένας άνθρωπος όμως, υπόκειται σε περιορισμούς τής κτιστής φύσης του. Πρέπει για παράδειγμα να φάει, να κοιμηθεί, να ακολουθήσει συγκεκριμένες κινήσεις για να αλλάξει τη θέση του στο χώρο, και άλλα. Έτσι, ό,τι γίνεται από ανάγκη, είναι περιοριστικό χαρακτηριστικό τής φύσης τού ανθρώπου, και ό,τι γίνεται από τη θέλησή του, είναι προϊόν τής ελεύθερης βούλησής του.

Ο Θεός - Λόγος λοιπόν ως άκτιστος, και ως το μόνο απόλυτα ελεύθερο νοήμον ον, δεν περιορίζεται ούτε από τα χαρακτηριστικά του, επειδή τα χαρακτηριστικά του αυτά, είναι προϊόντα τής δικής του ελεύθερης βούλησης.

Είδαμε στα παραπάνω, ότι για να υπάξει η κτίση, προϋποθέτει μια άκτιστη πρώτη αιτία.  Η πρώτη αυτή αιτία, για να μη χρειάζεται μια άλλη πρώτη αιτία, πρέπει να μην δεσμεύεται από τίποτα έξω απ' αυτήν, ούτε ακόμα από τα χαρακτηριστικά τού ακτίστου. Επειδή όμως και το άκτιστο έχει κάποια ΄΄χαρακτηριστικά΄΄, είμαστε υποχρεωμένοι να δεχθούμε, ότι τα ΄΄χαρακτηριστικά΄΄ αυτά, δεν είναι δεσμευτικά τού ακτίστου, αλλά είναι προϊόντα τής ελεύθερης βούλησής Του.

Ο μόνος τρόπος για να μην αναζητήσουμε μια άλλη πρώτη αιτία για την ύπαρξη τού Θεού, είναι να έχει νόηση, να είναι ένα ελεύθερο πρόσωπο.

Εάν λοιπόν υπάρχει κτίση, υπάρχει κατ' ανάγκην και η πρώτη άκτιστη αιτία. Εφ' όσον όμως υπάρχει άκτιστο, πρέπει κατ' ανάγκην να είναι νοήμον, ώστε να μην εξαρτάται από άλλη πρώτη αιτία!

Άλλωστε και οι Δωδεκαθεϊστές παραδέχονται Λόγο που διέπει το σύμπαν.
Η νόηση στο σύμπαν, είναι η πραγματική πρώτη αιτία τής ύπαρξης. Ο Θεός υπάρχει, και είναι αυτό που είναι επειδή το θέλει, και όχι επειδή τού το υπαγορεύει η φύση Του! Έχουμε δηλαδή την εξής αντίθεση από εμάς: Η δική μας ύπαρξη και νοημοσύνη, εξαρτάται από τη φύση μας. Στον άκτιστο Θεό όμως, η φύση Του εξαρτάται από την προσωπικότητά Του.

Είδαμε επίσης, ότι όσο πιο νοήμον είναι ένα ον, τόσο πιο ελεύθερο είναι. Αυτό σημαίνει ότι ο Θεός, ως απόλυτα ελεύθερος, έχει την απόλυτη νόηση και σοφία, πράγμα άλλωστε που φαίνεται και στο μεγαλείο τής δημιουργίας Του. Ο Θεός, είναι ένα πρόσωπο εντελώς ελεύθερο, το μόνο που έχει την αιτία τής ύπαρξής του στον εαυτό Του. Δεν περιορίζεται και δεν εξαρτάται από τίποτα, ενώ ο ίδιος μπορεί να κάνει (και κάνει) ό,τι βούλεται, με απόλυτη ελευθερία. Συνεπώς, όλοι εμείς, και όλη η υπόλοιπη κτίση, είναι αυτή που είναι, και έτσι που είναι, επειδή Εκείνος έτσι το θέλησε χωρίς ο ίδιος να έχει oποιαδήποτε ωφέλεια από την κτίση, μια και δεν έχει ανάγκες και ελλείψεις.

Εάν λοιπόν ο Θεός μας έφτιαξε ως προϊόντα ανιδιοτελούς θέλησης, αυτό σημαίνει ότι είμαστε προϊόντα τής αγάπης Του, μια και δεν είχε άλλο λόγο να μας φτιάξει, εκτός από το να μας προσφέρει το κάθε τι που απολαμβάνουμε, ακόμα και την ίδια μας την ύπαρξη.

Όπως το περιγράφει κατάλληλα και ο Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος: «Εν αρχή ην ο Λόγος, και ο Λόγος ην προς τον Θεόν, και Θεός ην ο Λόγος. Ούτος ην εν αρχή προς τον Θεόν. Πάντα δι αυτού εγένετο, και χωρίς αυτού εγένετο ουδέ εν ό γέγονεν» (Ιωάννης 1/α΄ 1-3).

Ψυχές και εξέλιξη

Δεν θα ασχοληθούμε εδώ με το θέμα της μετενσάρκωσης, καθώς το έχουμε ήδη κάνει σε άλλο άρθρο, και τα επιχειρήματα παραμένουν όμοια. Θα δούμε μόνο ό,τι άπτεται του θέματος σχετικά με τις Δωδεκαθεϊστικές θέσεις της μετενσάρκωσης.

Δεν θα ασχοληθούμε επίσης ούτε με το ότι το κακό είναι «μη ον», καθώς και αυτό το έχουμε αποδείξει σε άλλο άρθρο, σε αντίθεση με τους Δωδεκαθεϊστές, που αρκούνται μόνο σε απόρριψη της θέσης μας, χωρίς καθόλου απόδειξη.

Για το θέμα της ψυχής θα παραπέμψουμε τους Δωδεκαθεϊστές στη σειρά των βιβλίων του σεβασμιοτάτου Ιεροθέου Βλάχου, με θέμα: «Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία», όπου θα δουν ότι ο Χριστιανισμός γνωρίζει για την ψυχή περισσότερα απ’ όσα νομίζουν, και φυσικά πολύ περισσότερα απ’ αυτούς, καθώς όπως είπαμε στην αρχή, η Ορθοδοξία δεν είναι θρησκεία ή φιλοσοφία, αλλά από τη φύση της μέθοδος Ψυχοθεραπείας! Το ότι δεν χρειάστηκε να ασχοληθεί κάποια οικουμενική Σύνοδος ειδικά με το θέμα, αυτό δεν συνέβει επειδή η Εκκλησία δεν γνωρίζει το θέμα, αλλά επειδή το γνωρίζουν τόσο καλά οι Χριστιανοί, που δεν χρειάστηκε να απασχολήσει τις Συνόδους. Για το θέμα της ψυχής, θα αναφέρουμε εδώ μόνο ό,τι έχει σχέση με οριμένα «χονδρικά» χαρακτηριστικά της, τα οποία δυστυχώς ούτε αυτά κατανοούν.

Εδώ θα ασχοληθούμε μόνο με το θέμα των «εξελισσόμενων ψυχών» του Δωδεκαθεϊστών.

Οι Δωδεκαθεϊστές δηλώνουν: «Σκοπός του Κόσμου είναι η εξέλιξι και η παραγωγή της Ανωτέρας Συνειδήσεως. Δια του θείου νόμου της εξελίξεως και με επανειλημμένες μετεμψυχώσεις οι ατομικότητες που γεννιούνται μέσα στον Κόσμο κατακτούν την Ανωτέρα Συνείδησι και γίνονται Θεοί αθάνατοι που φροντίζουν για την εύρυθμη λειτουργία της Φύσεως… Η ψυχή εξελίσσεται, δέχεται εγγραφές και αποκτά την συνείδησι δια επανειλημμένων μετεμψυχώσεων που αρχίζουν από το ορυκτό βασίλειο για να περάσουν στα φυτά, στα ζώα και τέλος στον άνθρωπο. Όταν ο κύκλος αυτός κλείση επιτυχώς, τότε η ψυχή έχει αποκτήσει την Ανωτέρα Συνείδησι οπότε και εισέρχεται στους Ανωτέρους Κόσμους όπου και συνεχίζει διηνεκώς την εξέλιξί της καθισταμένη, ήρως, δαίμων, Θεός, Θεός Ολύμπιος, κοκ».

Βεβαίως τα παρακάτω, ήταν αντίθετα από την πίστη των αρχαίων Ελληνων για την πρόοδο σε "θεό"! Κατ’ αρχήν, και μόνο η διατύπωση παρουσιάζει προβλήματα. Εάν για παράδειγμα, σκοπός του κόσμου είναι η εξέλιξη και η παραγωγή Ανωτέρας Συνειδήσεως, γιατί ακόμα και οι Ανώτερες Συνειδήσεις συνεχίζουν να εξελίσσονται; Η διατύπωση θα ήταν συνεπής, αν μιλούσε για σκοπό που θα οδηγούσε σε ακόμα ανώτερη εξέλιξη από την Ανωτέρα Συνείδηση, στην Ανώτατη Συνείδηση.

Όμως ας μπούμε στην ουσία των προβλημάτων των παραπάνω θέσεων.

Στα προηγούμενα δείξαμε, ότι κάτι που βρίσκεται μέσα σε οποιοδήποτε σύμπαν, έχει κατ’ ανάγκην αρχή, και μόνο κάτι έξω από το (πιθανώς) πολλαπλό σύμπαν, μπορεί να είναι άναρχο. Ό,τι όμως είναι άναρχο, είναι κατ’ ανάγκην και άτρεπτο, καθώς δεν υπόκειται στο χρόνο. Αν λοιπόν οι ψυχές ήταν άναρχες, θα ήταν και αυτές άτρεπτες, και συνεπώς δεν θα ήταν δυνατόν να εξελίσσονται!

Αν πάλι οι ψυχές είναι μέσα στο χρόνο κάποιου σύμπαντος, κατ’ ανάγκην πάλι, έχουν αρχή, καθώς το σύμπαν τους έχει κι αυτό αρχή!

Ας υποθέσουμε όμως, ότι με κάποιον (παράλογο) τρόπο, οι ψυχές μπορούσαν να είναι άναρχες μέσα σ’ ένα σύμπαν με αρχή(!!!). Τότε, εφ’ όσον είχαν πίσω τους άπειρα χρόνια, θα είχαν εξελιχθεί απείρως, προ απείρων ετών!

Νομίζουμε ότι ο παραλογισμός των παραπάνω θέσεων είναι εμφανής, ακόμα και για Δωδεκαθεϊστές. Η εξέλιξη έχει νόημα μόνο όταν το εξελισσόμενο έχει αρχή.

Ο λόγος λοιπόν που στο Χριστιανισμό δεν δεχόμαστε άναρχη ψυχή, δεν είναι για να μη μειώσουμε το Θεό, αλλά επειδή κάθε άλλη σκέψη είναι εντελώς παράλογη, και άτοπη. Εάν ήταν έτσι, δεν θα είχαμε λόγο να το αρνηθούμε. Δεν είναι όμως έτσι, και συνεπώς δεν είναι δυνατόν να το δεχθούμε, μόνο και μόνο επειδή έτσι το θέλει ο Δωδεκαθεϊσμός.

Και εκ των πραγμάτων λοιπόν, η Χριστιανική μονοθεϊστική άποψη, αποδεικνύεται ανώτερη, και εξηγεί γιατί οι Έλληνες (σοφοί όντες), διόρθωσαν τα λάθη της φιλοσοφίας τους όταν γνώρισαν το Χριστιανισμό.

Εδώ όμως, επιθυμούμε να πούμε λίγα λόγια για την ψυχή, τοποθετώντας τα πράγματα στη σωστή τους θέση, μήπως και κάποιοι Δωδεκαθεϊστές καταλάβουν τι συμβαίνει με τις εξελισσόμενες ψυχές.

Και βέβαια υπάρχει εξέλιξη. Όχι όμως μόνο ψυχών, αλλά του όλου ανθρώπου. Και ενώ η ψυχή έχει αρχή μαζί με το σώμα, τόσο αυτή, όσο και το σώμα, μπορούν να γίνουν αιώνια και άναρχα (ναι, καλά διαβάσατε, και άναρχα!)

Ας εξηγήσουμε όμως πώς μπορεί να γίνει αυτό:

Ο άνθρωπος από τη φύση του, έχει τη δυνατότητα να ενωθεί και να γίνει όμοιος με το Θεό, δηλαδή από «κατ’ εικόνα» Θεού, να γίνει «καθ’ ομοίωσίν» Του. Αυτό επιτυγχάνεται με την ένωση με το Άγιο Πνεύμα αρχικά, και τελικά με όλη την Αγία Τριάδα. Λόγω αυτής της ένωσης με τον άχρονο και άναρχο Θεό, ο άνθρωπος (είτε εν ζωή με το σώμα του, είτε ως ψυχή μετά θάνατον, εν αναμονή της αναστάσεως), μπορεί να βιώσει την αϊδιότητα του Θεού. Μπορεί να ευρεθεί στην εκτός χωροχρόνου κατάσταση του Θεού, γινόμενος έτσι ΟΧΙ ΚΑΤΑ ΦΥΣΙΝ ΑΛΛΑ ΚΑΤΑ ΧΑΡΙΝ αθάνατος και άναρχος! Πρόκειται για μια κατάσταση αιώνια και άπειρη, όσο άπειρος είναι ο Θεός στον οποίο καλούνται να μοιάσουν. Όσοι είναι ενωμένοι με τον τρόπο αυτό με το Θεό, βιώνουν όλο το χρόνο, παρελθόν και μέλλον, ως παρόν. Μπορούν να «δουν» ακόμα και τη δημιουργία του Κόσμου, καθώς βιώνουν την ίδια την ύπαρξη του Θεού.

Δεν αρνούμαστε λοιπόν την αϊδιότητα των ψυχών, αλλά αρνούμαστε την κατά φύσιν αϊδιότητά τους, που τόσο παράλογα διδάσκεται από κάποιες θρησκείες και φιλοσοφίες. Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν καταλάβει πολλά για τις ψυχές και την εξέλιξή τους, αλλά δεν ήταν δυνατόν να καταλάβουν τον τρόπο. Όσοι όμως σήμερα, παρά την αποκάλυψη του Χριστιανισμού, εξακολουθούν να έχουν τέτοιες παράλογες ιδέες,  και μάλιστα να επιμένουν σ’ αυτές, είναι αδικαιολόγητοι. Όσο για τα περαιτέρω, περί δήθεν μετενσαρκώσεων, ο αναγνώστης μπορεί να δει τα ατοπήματα της άποψης αυτής, στο σχετικό θέμα που παραθέτουμε παραπάνω.

Τα δε αναφερόμενα στο άρθρο περί της ψυχής, ως «ειδικό σωμάτιο», «ψυχικό άτομο», «αιθερικούς λεπτούς ηλεκτρομαγνητικούς χιτώνες» κ.λ.π., αποτελούν πομπώδεις φράσεις χωρίς περιεχόμενο, και χωρίς καμία σχέση με την πραγματικότητα. Οι επιστήμονες ορίζουν πλέον την ψυχή, ως αποτέλεσμα των λειτουργιών του εγκεφάλου. Με το θάνατο του σώματος, η ψυχή παύει απλά να υπάρχει, ΕΚΤΟΣ ΚΙ ΑΝ Ο ΘΕΟΣ ΘΕΛΗΣΕΙ (και θέλει) ΝΑ ΤΗΣ ΔΩΣΕΙ (κατά χάριν) ΕΝΑ ΝΕΟ ΦΟΡΕΑ, ΑΝΤΙ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ ΠΟΥ ΠΕΘΑΝΕ, ΚΑΙ ΝΑ ΤΗ ΔΙΑΤΗΡΗΣΕΙ. Έτσι μόνο εξηγείται και η ύπαρξη της ψυχής μετά το θάνατο, γιατί η ψυχή δεν είναι κάτι αυθύπαρκτο. Το ότι η ψυχή έχει μέρη και δυνάμεις (που καμία σχέση δεν έχουν με τον ηλεκτρομαγνητισμό, όντας πνευματικές), δεν αλλάζει τίποτα. Η ψυχή δεν έχει τίποτα το υλικό, και ταυτόχρονα τίποτα το αυθύπαρκτο. Περί αυτού όμως, μπορεί ο αναγνώστης να βρει πολλά στη σειρά βιβλίων που προαναφέραμε.

 

Κόλαση και προκαθορισμός

Εδώ είναι ανάγκη να πούμε λίγα λόγια για την «αιώνια κόλαση» και τον «προκαθορισμό», που αναφέρονται χάριν εντυπωσιασμού στις σελίδες 27 και 28 του άρθρου, όσων αγνοούν την Ορθόδοξη πίστη.

Στη Χριστιανική Εκκλησία, προκαθορισμός δεν υπάρχει. Η ανάσταση θα γίνει, και λέμε «θα γίνει» και όχι «αν γίνει», όχι επειδή είναι προκαθορισμένο, αλλά «προεγνωσμένο». Ο Θεός δηλαδή δεν προκαθορίζει, αλλά προγνωρίζει ως εκτός χρόνου Θεός, παντογνώστης.

Για δε τα περί κολάσεως, είναι κατ’ αρχήν αναγκαίο να γνωρίζουν οι δωδεκαθεϊστές, ότι η Εκκλησία δεν έχει «επίσημη δογματική» όπως γράφουν. Τα δόγματα της Εκκλησίας, διατυπώνονται μόνο στις Οικουμενικές Συνόδους. Κατόπιν αυτού, είναι συνεπές να δηλώσουμε ότι η λέξη: «ποινή», μόνο μεταφορική έννοια μπορεί να έχει αναφορικά με την κόλαση. Μάλλον Δυτικές αιρέσεις έχουν εδώ στη σκέψη τους οι Δωδεκαθεϊστές, μιλώντας για «ποινή».

Και αυτό, επειδή θα συμφωνήσουμε με τους Δωδεκαθεϊστές, ότι ποινή αιωνίου βασανισμού για οποιοδήποτε έγκλημα, θα ήταν όχι μόνο άδικο, αλλά και τερατώδες. Ποινή όμως δεν υπάρχει για το Θεό της αγάπης. Δεν είναι δικαστής που στέλνει άλλους στην κόλαση και άλλους στον παράδεισο. Είναι Πατέρας, που αγκαλάζει όλα του τα παιδιά με την ίδια αγάπη. Οι εικόνες κρίσεως των παραβολών του Ιησού Χριστού, και οι οράσεις των προφητών, μόνο μεταφορική έννοια έχουν.

Πολύ περισσότερο, ο Θεός δεν κατασκεύασε οποιαδήποτε κόλαση. Κόλαση και Παράδεισος είναι ο ίδιος ο Θεός κατά την Ορθόδοξη πίστη.

Η αγάπη Του είναι τόση, που δεν σταματά ποτέ να περιμένει το πλάσμα του, (ως το τέλος του χρόνου), ό,τι κακό κι αν έχει κάνει αυτό. Το πλάσμα είναι αυτό που κολάζεται ή ευτυχεί, ανάλογα με το σώμα της αναστάσεως που λαμβάνει. Αν δηλαδή αυτό το σώμα είναι φωτεινό, ή σκοτεινό. Το πλάσμα είναι αυτό που επιλέγει αν η αγάπη του Θεού θα είναι γι’ αυτό χαρά ή θλίψη στην αιωνιότητα. Γιατί το πλάσμα είναι που ικανοποιείται ή δυσαρεστείται από την ίδια την αγάπη που δείχνει ο Θεός σε όλους. Το πλάσμα λοιπόν αυτοβασανίζεται ή χαίρεται από την αποδοχή ή όχι της αγάπης του Θεού. Κι επειδή ο χρόνος κάποτε τελειώνει, η κατάσταση αυτή βιώνεται αιώνια, μια και κάθε πρόοδος εκεί, βιώνεται άχρονα.

 

Μετενσάρκωση και δικαιοσύνη

Οι Δωδεκαθεϊστές, προκειμένου να δείξουν τη δήθεν δικαιότερη κατάσταση της μετενσάρκωσης, συγκριτικά με την ανταμοιβή του Παραδείσου των Χριστιανών, (και επειδή κατανοούν ότι δεν μπορούμε να στεκόμαστε μόνο στα όσα βλέπουμε να συμβαίνουν στον παρόντα αιώνα), γράφουν τα εξής στη σελίδα 28:

«Εάν δεχθούμε την άποψη του ενός βίου ακολουθουμένου υπό ενός μακαρίου «επέκεινα» και πάλι η ηθική αδικία παραμένει. Πώς θα είναι δυνατόν να είναι ίσες στη μακαριότητά τους δύο οντότητες όταν η μία θα διατηρεί τις αναμνήσεις από το βίο ενός ηγεμόνος και η άλλη από το βίο ενός δουλοπαροίκου; Δικαιοσύνη είναι δυνατόν να αποδοθή μόνο δια μας ουσιαστικής ισότητος των αναμνήσεων…»

Είναι σαφές εδώ, ότι ο Δωδεκαθεϊσμός στέκεται στις εντυπώσεις και όχι στην ουσία. Γιατί η ουσία είναι, ότι η δικαιοσύνη φανερώνεται, όχι στις εντυπώσεις των αναμνήσεων, ούτε στην ισότητα των εμπειριών, αλλά στην ανταμοιβή της προόδου. Εφ’ όσον (και κατ’ αυτούς επίσης) το ζητούμενο είναι η πρόοδος και η βίωση της θεότητος και όχι οι αναμνήσεις, η ανταμοιβή πρέπει να ορίζεται όχι βάσει αναμνήσεων, αλλά βάσει προόδου και θέωσης. Όποιος προοδεύει περισσότερο, τόσο πληρέστερα βιώνει την ανώτερη ζωή του Θεού. Αυτό με τη σειρά  του, οδηγεί σε μεγαλύτερη ή μικρότερη «μακαριότητα» εντός του Παραδείσου. Αντιθέτως, η ισότητα αναμνήσεων, είναι άδικη, για όσους αγωνίστηκαν χάριν της προόδου και θεώθηκαν. Άλλωστε, τι σύγκριση μπορεί να υπάρχει στις πεπερασμένες αναμνήσεις (έστω πολλών) ζωών, με μια απειρότητα θείας ζωής; Το άπειρο, αν διαιρεθεί με οποιοδήποτε πεπερασμένο αριθμό (ζωών), παραμένει άπειρο… Άρα το επιχείρημα είναι άτοπο. Και εφ’ όσον μια ζωή αρκεί για τη θέωση, γιατί θα έπρεπε να ξαναρχίζει κάποιος από την αρχή τον αγώνα του, ΧΩΡΙΣ ΜΑΛΙΣΤΑ ΝΑ ΘΥΜΑΤΑΙ Η ΝΑ ΕΧΕΙ ΝΑ ΩΦΕΛΗΘΕΙ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΘΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ; Μια τέτοια κατάσταση, μοιάζει με το να δέρνεις το παιδί σου, χωρίς αυτό να γνωρίζει την αιτία! Τι κι αν θα τα θυμάται όλα αυτά σε κάποια «επέκεινα» ζωή; Σημασία έχει η προσπάθεια που καταβάλλει κάποιος προς το σκοπό της προόδου στην εδώ ζωή του. Διαφορετικά αυτός που θα τα θυμάται θα είναι κάποιος άλλος και όχι αυτός .

Πέραν αυτών, το κακό μόνο ως μη ον μπορεί να εκληφθεί όπως δείξαμε σε άλλη μελέτη. Γιατί το κακό δεν έχει νόημα χωρίς την ύπαρξη νόησης, που ορίζει τι είναι κακό. Και είναι συνυφασμένο με την ελεύθερη βούληση του όντος, καθώς, όπου υπάρχει ελεύθερη βούληση, υπάρχει και η επιλογή του κακού. Συνεπώς, οι δύσκολες τυχαίες περιστάσεις, μπορούν να εκληφθούν ως κακές, (ακόμα και αν είναι δυσάρεστες), μόνο αν έχουν συνέπεια την παρεμπόδιση της προόδου του πλάσματος. Κάθε άλλη δυστυχία, (η οποία βεβαίως δεν προκαλείται ποτέ από το Θεό), μπορεί να γίνει σκαλοπάτι μεγαλυτέρας προόδου, προικίζοντας τον άνθρωπο με ιδιότητες που δεν είχε πριν. Η πρόοδος λοιπόν προς το ζητούμενο, είναι ανεξάρτητη από τα δυστυχήματα της ζωής, γιατί δεν σχετίζεται αποκλειστικά με τις αναμνήσεις, όπως εσφαλμένα υποθέτουν οι Δωδεκαθεϊστές.

Αν οι αναμνήσεις είναι το ζητούμενο, τότε ας ζήσουμε με κάθε τρόπο, και με καλοσύνη, και με κακία, και με αρετή, και με διαφθορά, ώστε να «πλουτίσουμε» ταχύτερα το υποτιθέμενο «ψυχικό μας άτομο» με πλήθος αναμνήσεων, μήπως και έτσι φτάσουμε στην πρόοδο! Νομίζουμε ότι το άτοπο της αναγκαιότητας του πλήθους των ζωών είναι φανερό…

 

Εθνικισμός και διακρίσεις

Η εθνικιστική ακρότητα των συγχρόνων Δωδεκαθεϊστών, είναι εμφανέστατη. Για παράδειγμα στη σελίδα 29 αναφέρουν ότι άλλες παραδοσιακές θρησκείες άλλων λαών «ζητούν έμπνευση από την Ελληνική παράδοση και από την κλασική μυθολογία» και μάλιστα «γόνιμη», ενώ παρακάτω, γράφουν: «το να αποδίδει κάποιος θεία λατρεία ή να ασχολήται με ιεροπραξίες παραδοσιακών θρησκειών ξένων προς το ιδικό τους έθνος, παραμελώντας τις δικές του, αποτελεί ασχολία όχι μόνο απαράδεκτη και άγονη, αλλά και ψυχοφθόρο διότι τον απομακρύνει και από την προσπάθεια επανασυνδέσεως με τις πηγές του φυλετικού ασυνειδήτου του. Καθότι δε η εξέλιξη δεν είναι ατομική αλλά είναι κοινωνική, το άτομο αυτό, αποκομμένο από την εθνική του ομάδα ασχολείται πραγματικά με πρακτικές ατομικής σωτηρίας, οπότε παραιτείται της ιδίας της δυνατότητός του για πρόοδο».

Εφ’ όσον καταδικάζουν το να ασχολούνται οι Έλληνες με ξένες θρησκείες, πώς επιτρέπουν, και μάλιστα επαινούν τους ξένους όταν ασχολούνται με Ελληνικές παραδόσεις; Δεν είναι αυτό παράλογος εθνικισμός;

Βεβαίως, σε άλλο σημείο της ίδιας σελίδας, η τάση τους αυτή δικαιολογείται, όταν λένε: «τολμούμε να ειπούμε ότι η Ελληνική Θρησκεία (εδώ εννοούν τον Δωδεκαθεϊσμό), αποτελεί την πληρεστέρα και τελειοτέρα έκφραση αυτών των θρησκειών…» και παρακάτω λένε: «Όμως υπάρχει και το κεφαλαιώδες θέμα της ιδιοσυστασίας των λαών. Οι λαοί και τα έθνη διαφέρουν σαφώς αλλήλων τόσο κατά τον τύπο της ευφυίας όσον και στην νοοτροπία, την ιδιοσυστασία…»

Προφανώς οι άνθρωποι αυτοί θεωρούν τους Έλληνες βιολογικά ανώτερους από τους άλλους λαούς!!! Ένας τέτοιος Χιτλερικού τύπου εθνικισμός, είναι (το λιγότερο που μπορεί να θεωρηθεί) επικίνδυνος για τον πολιτισμό και τη Δημοκρατία, όταν δέχεται ότι η ουσία του έθνους δεν είναι ο πολιτισμός, αλλά η «δεξαμενή των χρωμοσωμάτων του».

Η Ελληνική Χριστιανική πίστη αντιθέτως, θεωρεί όλους τους ανθρώπους βιολογικά και ηθικά ίσους. Θεωρεί τον κάθε άνθρωπο εξ  ίσου ικανό, να γίνει μέτοχος της αληθινής πίστης. Βεβαίως θεωρεί τη Χριστιανική Ορθόδοξη πίστη ανώτερη από κάθε άλλη πίστη. Όμως δέχεται κάθε άνθρωπο ικανό να «Εξελληνισθεί», δια της αποδοχής του Ελληνικού πολιτισμού. Παράλληλα, δεν αρνείται οτιδήποτε σωστό και αληθινό θα μπορούσε να διδαχθεί και να ενσωματώσει από κάθε άλλο λαό. Οι σύγχρονοι Δωδεκαθεϊστές όμως, αντίθετα από τους σοφούς προγόνους τους, αρνούνται την σαφώς ανώτερη Χριστιανική πίστη, όχι με γνώμονα την αλήθεια και τη λογική, αλλά τη… γεωγραφική της προέλευση!

Δείχνουν την προκατάληψή τους αυτή, λέγοντας στη σελίδα 30: «Δεν είναι δυνατόν να μεγαλουργήσουν τα έθνη που η επικρατούσα θρησκεία τους δημιουργεί το αίσθημα της εθνικής απαξίας, πρεσβεύουσα ότι εις άλλο λαό καταδέχθηκε να ομιλήσει ο μοναδικός Θεός, εις άλλο έδαφος να περπατήση και να το αγιοποιήση, ότι ενός άλλου λαού η ιστορία και τα βιβλία που την περιγράφουν είναι Ιερά. Δεν είναι δυνατόν να μεγαλουργήσει ένας λαός με μια θρησκεία κοσμοπολιτική που τα συμφέροντά της δεν ταυτίζονται πάντοτε με τους εθνικούς μας πόθους»

Είναι πεντακάθαρη η εθνικιστική προκατάληψη των ανθρώπων αυτών, που νομίζουν ότι η αλήθεια πρέπει να είναι πάντοτε σύμφωνη με αυτό που νομίζουν ως εθνικό τους συμφέρον, που νομίζουν ότι ο Θεός πρέπει μόνο το έθνος τους να αγιάζει!

Και το χειρότερο, είναι ότι τα πράγματα δεν είναι καν έτσι που τα κατανοούν, γιατί ο τυφλός εθνικισμός, τους έχει καταστρέψει ακόμα και το βασικό εργαλείο της κατανόησης! Η Ελλάδα μεγαλούργησε με τη Χριστιανική πίστη, διαδίδοντας το Ευαγγέλιο στα πέρατα του κόσμου, ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ! Μεγαλούργησε διαδίδοντας τον πολιτισμό στα πέρατα του κόσμου, και διδάσκοντάς τους την αρχαία Ελληνική φιλοσοφία, απαλλαγμένη από  όσα στοιχεία της αρχαιότητας ήταν εσφαλμένα. Γιατί το Ελληνικό έθνος έγινε το άρμα διάδοσης της αποκάλυψης του Θεού σε όλο τον πλανήτη, και δια των Ελλήνων πατέρων η θεία αποκάλυψη έλαβε κατανοητή διατύπωση για όλους τους λαούς.

Δεν κατανοούν, ότι ο Χριστός περπατώντας στη Μέση Ανατολή, δεν αγίασε μόνο εκείνο τον τόπο, αλλά όλη την υλική κτίση! Ούτε η Εκκλησία υποστήριξε ποτέ ότι μόνο τα Εβραϊκά βιβλία είναι ιερά! Αντιθέτως, τόσο η Καινή Διαθήκη, όσο και τα σπουδαιότερα ιερά της κείμενα, έχουν γραφτεί στα Ελληνικά! Ακόμα και τα αρχαιότερα ιερά κείμενα των Εβραίων, (η Παλαιά Διαθήκη), στα Ελληνικά υπάρχουν!

Και κυρίως, ο Θεός δεν καταδέχτηκε μόνο σε άλλο λαό να μιλήσει. Μιλάει ως σήμερα σε κάθε λαό, σε κάθε άνθρωπο που ανεβαίνει προς την ομοίωσή Του. Δεν έχει ο Θεός τις εθνικιστικές προκαταλήψεις των συγχρόνων Δωδεκαθεϊστών, γιατί είναι Θεός όλων, και είναι ο μόνος αληθινός και ζωντανός Θεός, σ’ αυτό, και σε κάθε σύμπαν που θα μπορούσε να υπάρξει. Είναι Θεός αγάπης και ισότητας, Θεός λογικής και ηθικού ύψους, που οι αρχαιελληνικοί δαίμονες ποτέ δεν μπόρεσαν να φτάσουν. Γιατί είναι θεοί ψεύτικοι και ανήθικοι, που ο Δίας ο καλύτερός τους, ήταν μοιχός, βιαστής, και εραστής πλήθους γυναικών, ακόμα και αυτού του Γανυμίδη. Ήταν τιμωρός με αιώνια βάσανα, του Προμηθέα που έδωσε τη φωτιά στον άνθρωπο κατά τους Δωδεκαθεϊστικούς μύθους. Τέτοια άραγε είναι τα πρότυπα της εξέλιξης των Δωδεκαθεϊστών; Και τέτοια τα υποδείγματα των «ανωτέρων ψυχών» προς τους νέους του έθνους;

Αλλά ακόμα και στο έθνος κάνουν ζημιά οι άνθρωποι αυτοί. Γιατί ακολουθούν ξενόφερτες αντεθνικές προπαγάνδες, που θέλουν την Ελληνική ιστορία να σταματάει με την έλευση του Χριστιανισμού, ώστε να παρουσιάζουν τον παπισμό ως συνέχεια της Ρώμης. Γι’ αυτό δεν μπορούν να δουν ότι ο Χριστιανισμός είναι η φυσική εξέλιξη του Ελληνισμού προς κάτι ανώτερο.

Τα παραπάνω, διαψεύδουν τους ισχυρισμούς των συγχρόνων Δωδεκαθεϊστών, ότι δήθεν πιστεύουν στην ισότητα των λαών. Μάλιστα διαψεύδονται και από τα ίδια τα ιερά βιβλία των Χριστιανών, όταν λένε πως δήθεν οι Χριστιανοί δέχονται κάποιον λαό ως περιούσιο, ενώ τους άλλους κατώτερους. Αντιθέτως, η Αγία Γραφή λέει τα εξής: «Ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Έλλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ. Πάντες γαρ υμείς είς εστε εν Χριστώ Ιησού» -Γαλάτας 3/γ΄ 28.

Τα παραπάνω λόγια, είναι η σαφέστατη θέση της Χριστιανικής πίστης. Σε όποιο έθνος, σε όποιο φύλο, σε όποια κοινωνική τάξη κι αν ανήκει κάποιος, είναι ίσος στα μάτια του Θεού. Όλοι είμαστε ΕΝΑΣ. Δεν μπορούν οι Δωδεκαθεϊστές να χρησιμοποιούν το παράδειγμα των Δυτικών «Χριστιανών» ως ενδεικτικό των διακρίσεων, λόγω της αποικιοκρατικής πολιτικής τους. Δεν είναι οι Δυτικοί, οι πραγματικοί εκπρόσωποι της Χριστιανικής πίστης, αλλά η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία, που όχι μόνο δεν έκανε αποικιοκρατική πολιτική, αλλά διατήρησε και εμπλούτισε τους πολιτισμούς που συνάντησε. Εκτός από τον πολιτισμό της, έδωσε γραφή στο Σλαβικό πολιτισμό, και θρησκεία στο Ρωσικό, χωρίς να τους αφανίσει.

Δεν έχουμε αντιρρήσεις για τον αντιρατσισμό και τη νηφαλιότητα των αρχαίων προγόνων μας, και τα επιχειρήματα υπέρ αυτού, είναι δεκτά. Άλλωστε αυτό το έδειξαν οι αρχαίοι Έλληνες, αποδεχόμενοι από το Χριστιανισμό, όλα όσα βρήκαν σωστότερα από τα δικά τους. Για τον αντιρατσισμό και τη νηφαλιότητα των συγχρόνων Δωδεκαθεϊστών έχουμε σοβαρές αντιρρήσεις… Ειδικότερα δε, όταν χρησιμοποιούν μεμονωμένα και ακραία παραδείγματα διωγμών της μακραίωνης Χριστιανικής ιστορίας, για να δικαιολογήσουν το πώς είναι δυνατόν οι πρόγονοί τους να αποδέχθηκαν ελεύθερα, εκείνα που αυτοί απορρίπτουν για εθνικιστικούς λόγους. Και όχι μόνο ελεύθερα τα αποδέχτηκαν, αλλά αντέχοντας (συστηματικούς) διωγμούς αιώνων από ακραίους Δωδεκαθεϊστές που τότε είχαν την εξουσία, και με μισαλλοδοξία χτυπούσαν τη νέα θρησκεία. Βλέπετε, η εξουσιαστές δεν είναι πάντοτε σύμφωνοι με το λαϊκό αίσθημα περί ελευθερίας.

Στο θέμα της ισότητας, ήδη αναφερθήκαμε στο χωρίο της Αγίας Γραφής που ξεκαθαρίζει ότι ο άνδρας και η γυναίκα είναι ίσοι. Στο δε θέμα της ιεροσύνης των γυναικών, κατά το Χριστιανισμό τόσο ο άνδρας όσο και η γυναίκα, ανήκουν στο «γενικό ιερατείο», ως «βασίλειον ιεράτευμα» κατά την Αγία Γραφή. Όσο για την ειδική ιεροσύνη, βεβαίως οι γυναίκες έχουν το δικαίωμα να μετέχουν του κλήρου ως «διακόνισσες», ίσες με τους άνδρες διακόνους. Το ότι δεν γίνονται πρεσβυτέρες ή επίσκοποι, δεν έχει σχέση με θέματα ισότητας, αλλά με θέματα τέλεσης μυστηρίων, πράγματα βεβαίως ακατανόητα για τους αμυήτους Δωδεκαθεϊστές, που μπερδεύουν την ισότητα με το λειτούργημα.

Τέλος, θέλουμε να δώσουμε μια απάντηση στο τελικό ερώτημα - τίτλο της σελίδας 31: «Μπορεί η Ελληνική θρησκεία να γίνη η θρησκεία του μέλλοντος;» (Ως Ελληνική θρησκεία εννοούν το Δωδεκαθεϊσμό).

Μια και ζούμε σε μια ελεύθερη κοινωνία, μπορεί ο Δωδεκαθεϊσμός να έχει τη θέση του μεταξύ των πολλών εθνικών φορκλορικών θρησκειών, ως «ζωντανό απολίθωμα» του παρελθόντος. Όμως η εθνικιστική νοοτροπία των σημερινών Δωδεκαθεϊστών, δεν αφήνει περιθώρια για παγκόσμια επιτεύγματα. Θα συντηρούν την παλιά αυτή θρησκεία, προκαλώντας τη συμπάθεια και την περιέργεια όσων φωτίσθηκαν από τον αναβαθμισμένο δια του Χριστιανισμού Ελληνικό πολιτισμό, ώσπου, στο τέλος του χρόνου, μαζί με κάθε κτίσμα, θα γονατίσουν κι αυτοί μπροστά στον μόνο αληθινό Θεό, και θα ομολογήσουν κι αυτοί μαζί μας, τον «Κύριο Ιησού Χριστό, εις δόξαν Θεού Πατρός».

Δημιουργία αρχείου:28-7-2001.

Τελευταία ενημέρωση: 14-12-2004.

ΕΠΑΝΩ