Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Έρευνα για το κτιστό και το Άκτιστο

Βιβλία

Διωγμοί

 
Προηγούμενο // Περιεχόμενα // Επόμενο

 

Οι διωγμοί κατά της Εκκλησίας στην Προκωνσταντίνεια εποχή

Τού Αποστόλου Αθ. Γλαβίνα

Καθηγητή Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο.

Ο διωγμός τού Νέρωνα


Τα μέτρα του Νέρωνα (54-68) εναντίον των Χριστιανών της Ρώμης θέτουν αμέσως το ερώτημα για τη θέση και τη στάση του ρωμαϊκού κράτους απέναντι στους Χριστιανούς και τη Χριστιανική Εκκλησία γενικά κατά τον πρώτο Χριστιανικό αιώνα.

Η ρωμαϊκή πολιτεία φαίνεται ανεκτική απέναντι σε όλες τις ξένες θρησκείες και αυτό το γεγονός προσδιορίζει επίσης τη στάση της σχετικά με τους Εβραίους. Ο Κικέρωνας αναφέρει, για το έτος 59 μ. Χ , την επιρροή που ασκούσαν οι Εβραίοι και πόσο επηρέαζαν τις διάφορες καταστάσεις, ο Καίσαρας τους αντιμετώπιζε με ιδιαίτερη σκοπιμότητα, ο αυτοκράτορας Τιβέριος έδιωξε τους Εβραίους από τη Ρώμη εξαιτίας του προσηλυτισμού Ρωμαίων δεσποινίδων στον Ιουδαϊσμό και για τον Κλαύδιο γνωρίζουμε ότι επικύρωσε σ' ολόκληρο το ρωμαϊκό κόσμο τα δικαιώματα και τα προνόμια τους.

Παρόλα αυτά υπήρχαν ορισμένες προκαταλήψεις εναντίον των Εβραίων, οι οποίες έχουν σημασία για το Χριστιανισμό, γιατί προήλθε από τους κόλπους του Ιουδαϊσμού.

Οι Εθνικοί εννοούσαν τις Χριστιανικές κοινότητες ως αδελφότητες μιας μυστηριακής θρησκείας ή ως ομάδες μιας Ιουδαϊκής αίρεσης και έτσι έκλιναν να θεωρούν αυτές όπως άλλες μυστικές λατρείες εγκληματικών λατρευτικών μορφών και όπως τις Ιουδαϊκές κοινότητες ως αθεϊστικές και μισούσες τον κόσμο. Η άποψη ότι ο Χριστιανισμός ήταν παραφυάδα του Ιουδαϊσμού ή αίρεση —αυτή η αντίληψη κυριαρχούσε τόσο στη Ρώμη όσο και σ' όλες τις ρωμαϊκές επαρχίες— προερχόταν από το γεγονός της άγνοιας της ρωμαϊκής διοίκησης για τη θρησκευτική ιδιαιτερότητα του Χριστιανισμού. Έτσι στο πρώτο, το αρχικό της στάδιο, η Εκκλησία ζούσε sub umbraculo liticae Judaeorum religionis, υπό το κάλυμμα δηλαδή μιας θρησκείας γνωστότατης, που επιτρεπόταν βέβαια από τους νόμους (Τερτυλλιανού, Απολογητικός, κεφ. Ε') και καταδιώκονταν οι οπαδοί της κάθε φορά που καταδιώκονταν οι Ιουδαίοι.

Όταν ο Παύλος με το Σίλα συνελήφθησαν στους Φιλίππους της Μακεδονίας και οδηγήθηκαν στην αγορά, στους άρχοντες, απαγγέλθηκε τότε μπροστά στους στρατηγούς, από αυτούς που τους συνέλαβαν, η κατηγορία: αυτοί οι άνθρωποι είναι Ιουδαίοι και προκαλούν ταραχές στην πόλη. Θέλουν να εισαγάγουν έθιμα που δεν επιτρέπεται σ’ εμάς, που είμαστε Ρωμαίοι, να τα δεχτούμε ή να τα τηρούμε (Πράξ. 16,19-21). Όσα συνέβησαν επίσης στον Παύλο στην Κόρινθο, ανθυπατεύοντος του Γαλλίωνα, αδελφού του Σενέκα, ύστερα από την προσαγωγή του Παύλου από τους Ιουδαίους «επί το βήμα», που τον διέβαλαν ότι προσπαθεί να πείσει τους ανθρώπους να λατρεύουν τον Θεό με τρόπο που είναι αντίθετος στο νόμο (Πράξ. 18,13), δείχνουν με σαφήνεια ότι οι Ρωμαίοι αντιλαμβάνονταν το Χριστιανισμό σαν μια ενδο-ιουδαϊκή διαφορά και διένεξη: «Αν ήταν για κανένα αδίκημα ή για ένα κακούργημα δόλιο, θα ήταν λογικό να σας ακούσω, Ιουδαίοι. Εφόσον όμως πρόκειται για θέματα διδασκαλίας και ονομάτων και νόμου δικού σας, τακτοποιήστε τα μόνοι σας. Δικαστής εγώ αυτών των ζητημάτων δεν θέλω να είμαι». Και τους έδιωξε από το δικαστήριο. Τότε όλοι έπιασαν το Σωσθένη τον αρχισυνάγωγο και τον χτυπούσαν μπροστά στο δικαστήριο. Ο Γαλλίων όμως δε νοιαζόταν καθόλου γι’ αυτά (Πράξ. 18,14-16). Το ίδιο διαφαίνεται και στην επιστολή του χιλιάρχου Κλαυδίου Λυσσία προς τον ανθύπατο της Ιουδαίας Φήλικα για τον Απόστολο Παύλο: Τον άνθρωπο αυτόν τον συνέλαβαν οι Ιουδαίοι. Επειδή σκόπευαν να τον σκοτώσουν, όταν έμαθα ότι είναι Ρωμαίος πολίτης, κατέφθασα επί τόπου με ένα στρατιωτικό απόσπασμα και τον γλίτωσα. Θέλοντας να μάθω την αιτία για την οποία τον κατηγορούσαν, τον παρέπεμψα στο συνέδριο τους. Διαπίστωσα όμως ότι κατηγορείται για ζητήματα του νόμου τους και ότι δεν έχει κάνει κανένα έγκλημα που να επισύρει την ποινή του θανάτου ή της ειρκτής. Όταν επί πλέον μου μηνύθηκε ότι σχεδιαζόταν να γίνει δολοφονική απόπειρα εναντίον του, αμέσως τον έστειλα σ’ εσένα και ειδοποίησα εκείνους που τον κατηγορούν να εκθέσουν ό,τι έχουν εναντίον του ενώπιον σου (Πράξ. 23,27-30). Στη δίκη που ακολούθησε, στην Καισαρεία της Παλαιστίνης, ο Παύλος καταγγέλθηκε από τους Ιουδαίους ως πολύ επικίνδυνος και ότι υποκινεί σε στάση τους Ιουδαίους, που είναι σκόρπιοι σ’ όλη την οικουμένη, και είναι πρωτοστάτης της αιρέσεως των Ναζωραίων (Πράξ. 24,5), ο ανθύπατος όμως της Ιουδαίας Φήλικας δε βρήκε τίποτε εναντίον του Παύλου, το οποίο θα μπορούσε να επισύρει την τιμωρία που πρόβλεπαν οι ρωμαϊκοί νόμοι (Πράξ. 24,22-23). Είναι, λοιπόν, σαφέστατο ότι ο Γαλλίωνας και ο Φήλικας θεωρούσαν το Χριστιανισμό σαν Ιουδαϊκή αίρεση και δεν είχαν κανένα ενδιαφέρον να ασχολούνται με διενέξεις, οι οποίες φαίνονταν σ' αυτούς να σχετίζονται με δυσνόητα σημεία του Ιουδαϊκού Νόμου. Αλλά και ο διάδοχος του Φήλικα Πόρκιος Φήστος, όταν δίνει αναφορά για τον Παύλο στο βασιλιά Αγρίππα, που τον επισκέφτηκε στην Καισαρεία της Παλαιστίνης, είπε ότι οι κατήγοροι του Παύλου Ιουδαίοι δε διατύπωσαν εναντίον τον καμιά κατηγορία, για αδικήματα τέτοια που υποπτευόμουν εγώ. Απεναντίας, είχαν μαζί του κάτι διαφορές για ζητήματα της θρησκείας τους, και για κάποιον Ιησού που είχε πεθάνει και ο Παύλος ισχυριζόταν ότι ζει (Πράξ. 25,18-19). Και ο ίδιος ο Αγρίππας, ύστερα από την αγόρευση του Παύλου μπροστά του, είπε στο Φήστο: ο άνθρωπος αυτός θα μπορούσε να απολυθεί, αν δεν είχε ζητήσει να δικαστεί από τον αυτοκράτορα (Πράξ. 26. 32).

Ο πολύς λαός απέδιδε στους Χριστιανούς αθεότητα, θυέστεια δείπνα, οιδιπόδειες μίξεις και καννιβαλισμούς. Οι κατηγορίες αυτές ενισχύθηκαν ασφαλώς ακόμη περισσότερο και τράφηκαν από τον τρόπο ζωής των Χριστιανών, που σαφώς διέφερε από τον τρόπο ζωής του ρωμαϊκού λαού. Ο κάθε Χριστιανός ανήκε σε μια ορισμένη κοινότητα, της οποίας τα μέλη συνέρχονταν κανονικά για να εκτελέσουν τις θρησκευτικές λατρευτικές εκδηλώσεις τους. Η πιστή εφαρμογή των διατάξεων του νέου δόγματος τον κρατούσε συνήθως μακριά από κάθε εκδήλωση του δημοσίου βίου και έτσι αρνούνταν να λάβει μέρος σε εθνικές εκδηλώσεις, σε αγώνες και δημόσια δείπνα. Με αυτό τον τρόπο οι Χριστιανοί εμφανίζονταν στα μάτια του γύρω από αυτούς εθνικού κόσμου ως οπαδοί μιας απομονωμένης συσσωμάτωσης, που αρνούνταν τον τρόπο ζωής των Εθνικών και από την άποψη αυτή καθόριζε τη διαγωγή των μελών της, διαγωγή που ήταν σε πολλά και σπουδαία σημεία αντίθετη από τη διαγωγή των Εθνικών. Έτσι οι Χριστιανοί βρίσκονταν σε αντίθεση με τη ρωμαϊκή πολιτεία και τους νόμους της και μια ρήξη με αυτή για το μέλλον ήταν αναπόφευκτη, αφού ο Χριστιανισμός ούτε ως θρησκεία (religio) ούτε ως σωματείο (corpus) ούτε ως σύλλογος (collegium) ήταν ανεκτός. Παρόλα αυτά μέχρι το έτος 249, όταν δηλαδή έχουμε τον πρώτο γενικό διωγμό εναντίον των Χριστιανών από τον αυτοκράτορα Δέκιο, οι σχέσεις Χριστιανισμού και ρωμαϊκής πολιτείας είχαν τοπικό χαρακτήρα, διάφορο κάθε φορά και ακαθόριστο νομικά. Αυτό δε σημαίνει όμως ότι τα μέτρα εναντίον των Χριστιανών, που έλαβε ο Νέρωνας στη Ρώμη, ιδιαίτερα μάλιστα σκληρά, δεν έχουν την αιτία τους και τη δικαιολογία τους και δεν αποτελούν επιστήμη έκφραση της πολιτικής του επισήμου ρωμαϊκού κράτους απέναντι στην Εκκλησία. Τα μέτρα αυτά μας είναι γνωστά μέσα από τέσσερις πηγές ανεξάρτητες η μια από την άλλη.  

1) Η αρχαιότερη πηγή είναι η επιστολή του Κλήμεντα Ρώμης προς την Εκκλησία της Κορίνθου. Η επιστολή αυτή γράφτηκε τριάντα περίπου χρόνια ύστερα από την καταστροφή της Ρώμης το 64. Σ’ αυτή ο Κλήμης αναφέρει και τα εξής: Αλλ’ ίνα των αρχαίων υποδειγμάτων παυσώμεθα, έλθωμεν επί τους έγγιστα γενομένους αθλητάς· λάβωμεν της γενεάς ημών τα γενναία υποδείγματα, δια ζήλον και φθόνον οι μέγιστοι και δικαιότατοι στύλοι εδιώχθησαν και έως θανάτου ήθλησαν. Λάβωμεν προ οφθαλμών ημών τους αγαθούς Αποστόλους· Πέτρον, ος δια ζήλον άδικον ουχ ένα ουδέ δύο, αλλά πλείονας υπήνεγκεν πόνους και ούτω μαρτυρήσας επορεύθη εις τον οφειλόμενον τόπον της δόξης, δια ζήλον και έριν Παύλος υπομονής βραβείον έδειξεν, επτάκις δεσμά φορέσας, φυγαδευθείς, λιθασθείς, κήρυξ γενόμενος εν τε τη ανατολή και εν τη δύσει, το γεναίον της πίστεως αυτού κλέος έλαβεν, δικαιοσύνην διδάξας όλον τον κόσμον, και επί το τέρμα της δύσεως ελθών και μαρτυρήσας επί των ηγουμένων, ούτως απηλλάγη του κόσμου και εις τον άγιον τόπον επορεύθη, υπομονής γενόμενος μέγιστος υπογραμμός.  

Τούτοις τοις ανδράσιν οσίως πολιτευσαμένοις συνηθροίσθη πολύ πλήθος εκλεκτών, οίτινες πολλάς οικίας και βασάνους δια ζήλος παθόντες υπόδειγμα κάλλιστον εγένοντο εν ημίν. Δια ζήλος διωχθείσαι γυναίκες Δαναΐδες και Δίρκαι, αικίσματα δεινά και ανόσια παθούσαι, επί τον της πίστεως βέβαιον δρόμον κατήντησαν και έλαβον γέρας γεναίον αι ασθενείς τω σώματι, ζήλος απηλλοτρίωσεν γαμετάς ανδρών και ηλλοίωσεν το ρηθέν υπό του πατρός ημών Αδάμ· Τούτο νυν οστούν εκ των οστέων μου και σαρξ εκ της σαρκός μου. Ζήλος και έρις πόλεις μεγάλας κατέστρεψεν και έθνη μεγάλα εξερίζωσεν [Κωνσταντίνου Γ. Μπόνη, Κλήμεντος Ρώμης επιστολή Α προς Κορινθίους (εισαγωγή κείμενον σχόλια), Αθήναι 1973, σσ. 90-92].  

2) Μια άλλη αυτοτελής, πλην όμως εξαιρετικά σύντομη πληροφορία, προέρχεται από το Σουετώνιο, γύρω στο 120. Στη διήγηση του για το Νέρωνα αναφέρει ο Σουετώνιος για τους Χριστιανούς ότι αποτελούσαν ένα σύνολο ανθρώπων, οι οποίοι ακολουθούσαν μια νέα και βλαβερή δεισιδαιμονία και σ' αυτούς επιβλήθηκαν ποινές (afflicti suppliciis Christiani, genus hominum superstitionis novae ac maleficae). (C. Suetonii Tranquilli, De νita caesarum, liber VI, Nero, Xvi3, texte etabli et traduit par Henri Ailloud, tome Il, Paris 1957, σ. 163. Κατά τον Γρηγόριο Παπαμιχαήλ, Ο Ιησούς Χριστός ως ιστορικόν πρόσωπον, εν Αθήναις 19373, σ. 63, η μετάφραση της διήγησης του Σουετωνίου έχει ως εξής: υπέστησαν τιμωρίας οι Χριστιανοί, άνθρωποι νέας και κακοποιού δεισιδαιμονίας).  

3) Ένα περίπου αιώνα μετά τα γεγονότα της Ρώμης, ο Μελίτωνας Σάρδεων αναφέρεται στα γεγονότα την εποχή του Νέρωνα, σύμφωνα με τη μαρτυρία, που μας διέσωσε ο Ευσέβιος Καισαρείας: μόνοι πάντων, αναπεισθέντες υπό τίνων βασκάνων ανθρώπων, τον καθ’ ημάς εν διαβολή καταστήσω λόγον ηθέλησαν Νέρων και Δομετιανός, αφ’ ων και το της συκοφαντίας αλόγω συνήθεια περί τους τοιούτους ρυήναι συμβέβηκεν ψεύδος· αλλά την εκείνων άγνοιαν οι σοι ευσεβείς πατέρες επηνωρθώσαντο, πολλάκις πολλοίς επιπλήξαντες εγγράφως, όσοι περί τούτων νεωτερίσαι ετόλμησαν (Ευσεβίου, εκκλησιαστική Ιστορία Ο', 26 9-10. Ύστερα από τον Ευσέβιο Καισαρείας στο διωγμό του Νέρωνα αναφέρονται ο Ορώσιος, ο Σουλπίκιος Σευήρος και άλλοι).  

4) Οπωσδήποτε η πιο αναλυτική, λεπτομερειακή και συγχρόνως η πιο αμφισβητημένη έκθεση για τα μέτρα του Νέρωνα εναντίον των Χριστιανών είναι αυτή που προέρχεται από τον Τάκιτο. Η διήγηση γράφτηκε κατά τα έτη 116/117 και αποτελεί ασφαλώς το επίκεντρο της έρευνας, αφού σ’ αυτή στηρίζονται όλα τα δεδομένα και τα συμπεράσματα για τη νερώνεια συμπεριφορά. Πάντως δεν υπάρχει λόγος να αμφισβητήσει κανείς την αυθεντικότητα της μαρτυρίας του Τακίτου, που έγινε περίφημη παρότι υπάρχουν πολλές και ποικίλες εκδόσεις του κειμένου αυτού των «Χρονικών», το οποίο μας πληροφορεί για την πυρκαϊά της Ρώμης και το διωγμό των Χριστιανών που συνδέεται αμέσως με την πυρκαϊά. Η διήγηση του Τακίτου είναι ένα κείμενο σπουδαιότατης σημασίας για την ιστορική κατανόηση των γεγονότων της πυρκαϊάς και του διωγμού και γι’ αυτό τα σπουδαιότερα σημεία του τέθηκαν πολλές φορές σε αμφισβήτηση και σε αυστηρή βάσανο, γιατί υπάρχουν διαφορές στην παράδοση του κειμένου, οι οποίες δυσκολεύουν στην αποδοχή μιας αποδεκτής από όλους ερμηνείας του και εξαγωγής παραδεκτών ιστορικών συμπερασμάτων. Το XV, 44 του Τακίτου θεωρήθηκε μάλιστα σαν Χριστιανική προσθήκη στο αρχικό κείμενο ή ως μεταγενέστερη προσθήκη του ίδιου του συγγραφέα στο αρχικό κείμενο των «Χρονικών», προσθήκη που στηρίχτηκε στην επιστολή του Πλίνιου του νεωτέρου προς τον Τραϊανό. Η επιστολή αυτή έγινε ασφαλώς γνωστή στον Τάκιτο, γιατί ο Τάκιτος χρημάτισε ανθύπατος της Ασίας κατά τα έτη 112-116, όταν του δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσει καλά τους Χριστιανούς. Φιλόλογοι, ιστορικοί, θεολόγοι και νομικοί επανέρχονται στο κείμενο αυτό και προσπαθούν να το αξιοποιήσουν ιστορικά και η προσπάθεια αυτή θέτει πολλές φορές κατά μέρος την αποδεικτική του ισχύ για τον πρώτο διωγμό εναντίον των Χριστιανών από το Νέρωνα.  

Το πιο γνωστό επεισόδιο της ζωής του Νέρωνα, το πιο θεαματικό και το πιο σπουδαίο επίσης . Για τις απώτερες συνέπειες του ήταν η πυρκαϊά της Ρώμης, η οποία έγινε πιθανώς τη νύκτα 18 και 19 Ιουλίου του 64. Για την πυρκαϊά αυτή διατυπώθηκαν αρκετές απόψεις, τις οποίες θα επιχειρήσουμε να συνοψίσουμε:

1) Η πυρκαϊά ήταν πράξη αυθαίρετη του Νέρωνα και έγινε με εντολή του. Ο Σούρβιος Φλάβος (Surbius Flavus), ανώτερος αξιωματούχος και ένας από τους υποκινητές της συνωμοσίας του Πείσωνα, θεωρούσε το Νέρωνα εμπρηστή· το ίδιο ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, καθώς και ο ανώνυμος συγγραφέας της τραγωδίας «Οκταβία». Από τα λεγόμενα επίσης του Σουετωνίου και του Δίωνα Κασσίου μετά δε ταύτα επεθύμησεν όπερ που αεί ηύχετο, την τε πάλιν όλην και την βασιλείαν ζων αναλώσαι (Δίων Κάσσιος, LXII, 16,1), μπορούμε ασφαλώς να συμπεράνουμε ότι είναι φανερή η αρχική ευθύνη του Νέρωνα για την πυρκαϊά, αφού κατά τη διάρκεια της ζωής του θα ήθελε πολύ να ιδεί την καταστροφή της πόλης (Ρώμης). Από την άλλη πλευρά όμως ο Φλάβιος Ιώσηπος δε λέει λέξη γι’ αυτό. Η σιωπή του ερμηνεύεται από το γεγονός ότι δεν πήρε στα σοβαρά την κατηγορία κατά του Νέρωνα ως εμπρηστή, γι’ αυτό και αποφεύγει να πάρει θέση. Ακόμη δε, μπορεί κανείς να υποθέσει ότι αγνοούσε τα της πυρκαϊάς και γι’ αυτό δεν αναφέρεται σ’ αυτήν. Ο Ιώσηπος ήρθε στη Ρώμη το πρώτο μισό του 64 και έπρεπε να ήταν στη Ρώμη την εποχή της πυρκαϊάς, γιατί ξαναβρέθηκε στα Ιεροσόλυμα γύρω στο φθινόπωρο του 66. Και η έκφραση του Τακίτου όμως sequitur clades, forte an dolo principis incertum (nam utrumque auctores prodidere) στη συνέχεια ξέσπασε η συμφορά, χωρίς να ξέρει κανείς αν ήταν τυχαία ή οφειλόταν στην κακεντρέχεια του πρίγκηπα, γιατί και οι δυο απόψεις έχουν τα υπέρ τους (Annales XV,38,1 παράβαλλε και XV,40,2), δεν αποκλείει την υπευθυνότητα του Νέρωνα για την πυρκαϊά. Αν η πυρκαϊά ήταν πράγματι αυθαίρετη πράξη του Νέρωνα τότε έγινε γιατί επιθυμούσε να ξανακτίσει τη Ρώμη πάνω σε νέα σχέδια, να κατασκευάσει μεγαλοπρεπή ανάκτορα με σκοπό να περάσει στην ιστορία ως νέος ιδρυτής της Ρώμης δίνοντας σ’ αυτή το όνομα του ή ζηλότυπα να αισθανθεί και αυτός την εμπειρία του βασιλιά της Τροίας Πριάμου όταν κάηκε το Ίλιο. Αυτή η άποψη είναι υπερβολική και δε φαίνεται να στηρίζεται στην πραγματικότητα, γιατί όταν άρχισε η πυρκαϊά ο Νέρωνας ήταν στο Άντιο και γύρισε στη Ρώμη μόνο όταν άρχισε να διαφαίνεται ο κίνδυνος για την κατοικία του. Ο Δίωνας Κάσσιος σε δυο σημεία αναφέρεται στην καταστροφή της Ρώμης: τον γουν Πρίαμον και αυτός θαυμαστής εμακάριζεν ότι και την πατρίδα άμα και την αρχήν απολομένας είδε (LXII, 16,1)· ο Νέρων ες τε το άκρον του παλατιού, όθεν μάλιστα σύνοπτα τα πολλά των καιομένων ην, ανήλθε, και την σκευήν την κιθαρωδικήν λαβών ήσεν άλωσιν, ως μεν αυτός έλεγεν, Ιλίου, ως δε εωράτο, Ρώμης (LXII, 18,1).  

2) Η πυρκαϊά ήταν τυχαίο γεγονός. Μόνο ο Τάκιτος αναφέρει ότι η πιο πάνω υπόθεση είναι αμφίβολη και γι’ αυτό δίνει και δεύτερη, σύμφωνα με την οποία η πυρκαϊά στη γένεση της ήταν τυχαίο γεγονός, χωρίς ο ίδιος να τάσσεται με τη μια ή την άλλη (Annalles, XV, 38,1). Το τυχαίο αυτό γεγονός εκμεταλλεύτηκε ο Νέρωνας για να κάψει τη Ρώμη και έδωσε εντολή να δυναμωθεί η φωτιά τη στιγμή που άρχισε να καταστέλλεται· μερικοί μάλιστα στρατιώτες και φρουροί θεάθηκαν να παρεμποδίζουν το λαό στην προσπάθεια του να σβύσει τη φωτιά ή θεάθηκαν να αναμοχλεύουν τη φωτιά για να τη δυναμώσουν και να προκαλέσουν έτσι την ευρύτερη διάδοση της.  

Σύγχρονοι ερευνητές διατύπωσαν την άποψη ότι οι Χριστιανοί ήταν υπεύθυνοι της πυρκαϊάς και γι’ αυτό ο Νέρωνας είχε απόλυτο δίκαιο πιστεύοντας στην ευθύνη των Χριστιανών.  

Η πυρκαϊά προκλήθηκε από τα μέλη της συνωμοσίας του Πείσωνα, η οποία αποκαλύφτηκε την επόμενη άνοιξη. Τα μέλη της πίστευαν ότι θα μπορούσαν να επιτύχουν το θάνατο του Νέρωνα στην ανωμαλία που θα επικρατούσε από την πυρκαϊά ή θα επιτύγχαναν να καταστρέψουν τη δημοτικότητα του καταλογίζοντας σ' αυτόν το έγκλημα της πυρκαϊάς.  

Από τις πιο πάνω τέσσερις υποθέσεις εκείνη που πρέπει με βεβαιότητα να αποκλειστεί είναι η τρίτη. Σε καμιά περίπτωση δεν ευθύνονται οι Χριστιανοί για την πυρκαϊά της Ρώμης και ο Τάκιτος, που δεν είναι βέβαιος αν πρέπει γι’ αυτήν να κατηγορήσει το Νέρωνα ή να τον θεωρήσει ανεύθυνο, εμφανώς μας βεβαιώνει ότι δεν ήταν υπεύθυνοι οι Χριστιανοί: Sed non ope humana, non largitionibus principis aut deum placamentis decedebat infamia quin iussum incendium crederetur. Ergo abolendo rumoni Nero subdidit reos et quaesitissimis poenis adfecit quos per flagitia inuisos uulgus Christianos appellabat. Auctor Hominis eius Christus Tiberio imperitante per procuratorem Pontium Pilatum supplicio adfectus erat; repressaque in praesens exitiabilis superstitio rusaum erumpebat, non modo per ludaeam, originem eius mali, sed per urbem etiam quo cuncta undique atrocia aut pudenda confluunt celebranturque. Igitur primum correpti qui fatebantur, deinde indicio eorum multitudo ingens hand proinde in erimine incendii quam odio humani genesis conuicti sunt. Etpereuntibus addita ludibria, utferarum tergis contecti laniatu canum interirent, aut crucibus adfixi (aut flamandi atque) ubi defecisset dies in usum nocturni luminis urerentur. Hortos suos ei spectaculo Nero obtulerat et circense ludicrum edebat, habitu aurigae permixtus plebi uel curriculo insistens. Unde uamquam aduersus sontis et nouissima exempla meritos miseratio oriebatur, tamquam non utilitate publica, sed in saeuitiam unius absumerentur (Annales, XV, 44,3-9).  

Όμως όλες οι ανθρώπινες προσπάθειες, όλα τα σπάταλα δώρα του αυτοκράτορα και οι εξιλαστήριες θυσίες στους θεούς δεν μπόρεσαν να κατασιγάσουν το σκάνδαλο και να σβήσουν την πεποίθηση ότι η πυρκαϊά ήταν αποτέλεσμα διαταγής. Έτσι για να απαλλαγεί απ' αυτήν την κατακραυγή ο Νέρων παρουσίασε σαν ενόχους και τιμώρησε με τα πιο περίτεχνα βασανιστήρια μια τάξη μισητή εξαιτίας των βδελυγμών τους, που καλούνται από το λαό Χριστιανοί.  

Ο Χριστός, απ’ όπου παράγεται το όνομα τους, εκτελέστηκε από τον προκουράτορα Πόντιο Πιλάτο στα χρόνια του Τιβερίου.  

Αφού αναχαιτίστηκε για λίγο αυτή η ολέθρια δεισιδαιμονία, ξέσπασε πάλι όχι μόνο στην Ιουδαία, την πηγή του κακού, αλλά ακόμη και στη Ρώμη, όπου βρίσκει το κέντρο του και αποκτάει οπαδούς κάθε τι χυδαίο και εξευτελιστικό από κάθε γωνιά της γης.  

Έτσι λοιπόν, συνέλαβε πρώτα αυτούς που ομολόγησαν· έπειτα με τις πληροφορίες τους ένα τεράστιο πλήθος καταδικάστηκε, όχι τόσο με την κατηγορία τον εμπρησμού, όσο γιατί μισούσαν το ανθρώπινο γένος. Μετά την καταδίκη τους σε θάνατο τους χρησιμοποιούσαν σαν αντικείμενα διασκεδάσεως· τους έντυναν με δέρματα ζώων και τους έδιναν στα σκυλιά να τους κατασπαράξουν· άλλους τους σταύρωναν, άλλους τους έκαιγαν για να φωτίζουν τη νύχτα μετά το ηλιοβασίλεμα.  

Ο Νέρων είχε ανοίξει τους κήπους του για το θέαμα και έκανε επίδειξη στον ιππόδρομο όπου ανακατώνονταν με το λαό φορώντας ρούχα αρματηλάτη ή τριγυρνούσε με το άρμα του.  

Όλα αυτά δημιούργησαν ένα αίσθημα συμπόνιας ακόμη και για τους ανθρώπους που η ενοχή τους άξιζε την πιο παραδειγματική τιμωρία· γιατί έγινε αισθητό ότι εξοντώνονταν όχι για το δημόσιο καλό αλλά για να ευχαριστήσουν τη σκληρότητα ενός ατόμου [Ιωάννη Ε. Αναστασίου, Ανθολογία πηγών εκκλησιαστικής Ιστορίας, τόμος Α' τεύχος Β΄ Σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας. Σύνοδοι (A- IA αι. ) Θεσσαλονίκη 1982, σσ. 3-4. Ιδές και Γρηγορίου Παπαμιχαήλ, Ο Ιησούς Χριστός, ο. π. , σσ. 64-65· παράβαλλε και «Γρηγόριος ο Παλαμάς», τόμ. 6, 1922, σ. 123].  

Το κείμενο αυτό θα μπορούσε να χωριστεί σε δυο τμήματα· το πρώτο αρχίζει με τις λέξεις όμως όλες οι ανθρώπινες προσπάθειες και φτάνει μέχρι κάθε τι χυδαίο και εξευτελιστικό από κάθε γωνιά της γης. Το υπόλοιπο κείμενο μας δίνει μερικές πληροφορίες για το διωγμό, τον τρόπο και τη μέθοδο σύλληψης των Χριστιανών, τη δικαιολογία τους και τελικά τη μορφή των διώξεων και τις τιμωρίες. Από τη δομή του λατινικού κειμένου του Τακίτου προκύπτουν με τη σειρά τα εξής ερωτήματα: ποια η αιτία των διωγμών, ποιο το πιθανό κίνητρο για τα μέτρα εναντίον των Χριστιανών, ποια η ορθογραφία του ονόματος Χριστιανοί, τι ομολόγησαν οι κατηγορούμενοι, ποιες οι κατηγορίες εναντίον των Χριστιανών, με ποιο τρόπο τιμωρήθηκαν οι καταδικασθέντες και ποιες ήταν οι αρχές δικαίου για την καταδίκη τους.  

Ύστερα από την πυρκαϊά της Ρώμης διαδόθηκε αμέσως η φήμη ότι ο Νέρωνας ήταν η αιτία. Αυτό προκάλεσε την κατακραυγή εναντίον του. Για να κατασιγάσει την οργή του λαού ο Νέρωνας εμφάνισε ως ενόχους τους Χριστιανούς. Το γεγονός ότι ο Τάκιτος είναι ο μόνος που συνδέει την πυρκαϊά της Ρώμης με το διωγμό εναντίον των Χριστιανών σημαίνει άραγε ότι αυτός (ο Τάκιτος) ήθελε να κάμει πιθανή την ευθύνη του αυτοκράτορα για την πυρκαϊά; Ο Τάκιτος μήπως ήθελε να αποδώσει την πυρκαϊά στους Χριστιανούς, επειδή όμως μισούσε περισσότερο τον αυτοκράτορα, γι’ αυτό προτίμησε να εκθέσει έτσι τα πράγματα ώστε να φαίνεται ότι αυτός ήταν ο υπεύθυνος; Αφήνει όμως το ερώτημα της ενοχής του Νέρωνα ανοιχτό. Η αρχή πάντως του κειμένου, που παραθέσαμε, οδηγεί τη σκέψη μας στο Νέρωνα σαν αιτία της πυρκαϊάς. Μ αυτό τον τρόπο ο Τάκιτος, ενώ στην αρχή διεγείρει το ενδιαφέρον για αντικειμενική έκθεση αργότερα στρέφει τον αναγνώστη εναντίον του αυτοκράτορα. Έτσι ο Τάκιτος φαίνεται να αποδυναμώνει όλα τα μέτρα του Νέρωνα που έλαβε κατά τη διάρκεια και ύστερα από την πυρκαϊά για να ανακουφίσει τους παθόντες φτωχούς της Ρώμης και που αποσκοπούσαν στη συγκάλυψη της ενοχής του ή στην εξάλειψη της φήμης για την ευθύνη του. Ίσως ο Τάκιτος δεν ήταν βέβαιος για την ενοχή του Νέρωνα και δεν πίστευε ότι αυτή ήταν αποδειγμένη, πλην όμως πέτυχε με την εκλεπτισμένη διήγηση του να την επιβάλει στον αναγνώστη του.  

Δυσκολία προκύπτει στην παράδοση του κειμένου όσον αφορά στη λέξη Χριστιανοί ή Χρηστιανοί (christianos ή chrestianos). Ο κώδικας Medicus 68 IΙ, που θεωρείται το πιο αξιόπιστο χειρόγραφο για το κείμενο αυτό των «Χρονικών», έχει τη γραφή chrestianos· αυτή από τον ίδιο γραφέα ή από άλλον μεταγράφηκε σε christianos. Εάν θεωρήσουμε τη γραφή chrestianos ως την αρχική, τότε πρέπει να πούμε ότι ο Τάκιτος θέτει στο στόμα του λαού την έκφραση αυτή, ενώ ο ίδιος δέχεται την ορθή γραφή christianos. Συνεπώς, είναι πιθανό ότι ο Τάκιτος γνωρίζει ότι ο λαός χρησιμοποιούσε για τους Χριστιανούς την ονομασία chrestianos ενώ αυτός με την πρόταση auctor nomimis eius Christus (ο Χριστός, απ' όπου παράγεται το όνομα τους) φέρνει στην επιφάνεια την ονομασία christianos. Η αντίληψη ότι ο Τάκιτος εσφαλμένα ταυτίζει τους Χριστιανούς με τους οπαδούς ενός ονόματι Χρήστου (Chrestus) πρέπει να θεωρηθεί αστήριχτη. Η γραφή με e τόσο στην Ανατολή όσο και στη Δύση, κυρίως όμως στον ελληνιστικό κόσμο, ήταν διαδομένη και πιθανώς κυριαρχούσε και στη Ρώμη. Οι Ρωμαίοι θα μπορούσαν να στρέψουν τη μνήμη τους σε κάποιον ονόματι Chrestus, εξαιτίας του οποίου έγιναν ταραχές στη Ρώμη με αποτέλεσμα ο Κλαύδιος να διώξει τους Ιουδαίους από την πόλη. Η γραφή non modo per Iudaeam, originem eius male (όχι μόνο στην Ιουδαία, την πηγή του κακού) φανερώνει ότι και για τον Τάκιτο ο Ιουδαϊσμός και ο Χριστιανισμός κατά βάση ήταν ένα και το αυτό και έτσι οι κατηγορίες κατά των Ιουδαίων ήταν και κατηγορίες κατά των Χριστιανών. Ίσως ο Τάκιτος εξωτερικά διέκρινε τους Χριστιανούς από τους Ιουδαίους, στην πραγματικότητα όμως εξομοίωνε αυτούς με τους Ιουδαίους. Ο Τάκιτος ακολουθεί, στις κρίσεις του για τους Χριστιανούς, τις κατηγορίες της εποχής του και ρίχνει σ' αυτούς όλα τα κακά και αναφέρει χωρίς κριτική όλες τις υποψίες κατά των Χριστιανών. Με τις λέξεις atrocia (χυδαίο) και pudenda (εξευτελιστικό) μπορούν να εννοηθούν κατηγορίες για θυέστεια δείπνα και οιδιπόδειες μίξεις. Το ερώτημα όμως είναι αν οι κατηγορίες αυτές ήταν ήδη την εποχή του 64. Ίσως είναι ορθή η άποψη ότι ο Τάκιτος μεταφέρει από την εποχή του (116/117) στην εποχή του Νέρωνα τις κατηγορίες αυτές.  

Η τέταρτη παράγραφος του 44 κεφαλαίου των «Χρονικών» αρχίζει με το igitur primum correpti qui fatebantur (έτσι λοιπόν συνέλαβε πρώτα αυτούς που ομολόγησαν). Εδώ πρέπει να διακριβωθεί τι σημαίνει το correpti, εάν δηλαδή ο Τάκιτος το χρησιμοποιεί με τη σημασία του συλλαμβάνω, φυλακίζω ή με τη σημασία του κατηγορώ, εγκαλώ. Οπωσδήποτε η πρώτη έννοια είναι η πιο πιθανή. Ο Τάκιτος δέχεται ότι η σύλληψη γινόταν σε δυο στάδια· στην αρχή συνελήφθησαν όσοι ομολόγησαν και ύστερα, με βάση τις δηλώσεις τους, συνελήφθησαν πλήθος Χριστιανών. Κατά τη διαδικασία υποδείχτηκαν, από τους πρώτους συλληφθέντες, ως εμπρηστές οι Χριστιανοί · αυτό δηλώνει η φράση του Τακίτου indicio eorum (με τις πληροφορίες τους, τις δηλώσεις τους). Οι πρώτοι, λοιπόν, συλληφθέντες ως εμπρηστές, που ήταν πιθανώς Ιουδαίοι (και Ιουδαιο-Χριστιανοί;) υπέδειξαν τους Χριστιανούς ως ενόχους. Κατά τη διάρκεια της ανάκρισης των Χριστιανών αποδείχτηκε ότι ανήκουν σε μη επιτρεπόμενη θρησκεία. Ο πόλεμος των Ιουδαίων εναντίον των Χριστιανών από καιρό είχε μεταφερθεί και έξω από τα στενά όρια της Παλαιστίνης. Αυτή ήταν, όπως είπαμε, η αιτία να διώξει ο Κλαύδιος τους Ιουδαίους από τη Ρώμη το 49. Τώρα, την εποχή του Νέρωνα, η ευκαιρία για τους Ιουδαίους να τροφοδοτήσουν την πολιτική εξουσία με υλικό εύφλεκτο εναντίον των Χριστιανών είναι μεγάλη και ο Νέρωνας είναι όχι μόνο έτοιμος αλλά και ζητάει να εύρει τη δικαιολογία που θα τον οδηγήσει να απαλλαγεί από τη φήμη που περιέτρεχε τη Ρώμη ότι αυτός ευθυνόταν για την πυρκαϊά. Ισχυρό μέσο διαβολής ήταν η προσήλυτη στον Ιουδαϊσμό Ποππαία, που ήταν σύζυγος του Νέρωνα και αποτελούσε τον απόλυτο κυρίαρχο του έκφυλου αυτοκράτορα. Οι Ιουδαίοι δεν ολιγόρησαν να εκμεταλλευτούν την ευκαιρία αυτή και να δώσουν στο Νέρωνα την ευκαιρία να στραφεί εναντίον των Χριστιανών. Η μετάφραση του fateri (fatebantur = ομολόγησαν) με την έννοια της ομολογίας, μας επιτρέπει διάφορες μεταφράσεις: ή ότι οι κατηγορούμενοι ομολόγησαν τη Χριστιανική τους πίστη ή δεν απέκρουσαν την κατηγορία ότι αυτοί ήταν υπεύθυνοι της πυρκαϊάς ή ότι ο Τάκιτος αφήνει στον αναγνώστη να βγάλει μόνος του το συμπέρασμα. Η πρώτη άποψη είναι η πιο αποδεκτή από τους ερευνητές. Η δεύτερη άποψη δεν μπορεί να ευσταθήσει γιατί ο ίδιος ο Τάκιτος είναι βέβαιος για την ανευθυνότητα των Χριστιανών. Έτσι, αφού ο Τάκιτος αναφέρει στην αρχή τη φήμη που κυκλοφόρησε, ότι δηλαδή οι Χριστιανοί είναι υπεύθυνοι για την πυρκαϊά, και η οποία αποτέλεσε την αφορμή για τις συλλήψεις, στη συνέχεια αναφέρει την πραγματική αιτία του διωγμού, ότι δηλαδή οι Χριστιανοί διώχτηκαν όχι για την πυρκαϊά αλλά επειδή ομολόγησαν ότι είναι Χριστιανοί· με βάση αυτή την ομολογία θεωρήθηκαν μισάνθρωποι και σαν τέτοιοι έπρεπε να τιμωρηθούν.  

Ο Τάκιτος αναφέρει ότι οι Χριστιανοί καταδικάστηκαν για τη μισανθρωπία τους (odio humani generis) που ήταν πιο σημαντική από την ευθύνη τους για την πυρκαϊά. Εξάλλου ο ίδιος γράφει στην πρώτη μνεία των Χριστιανών για flagitia (βδελυγμίες, αισχρουργίες), για τις οποίες μισούνταν από το λαό. Επίσης πρέπει να αναφερθεί η καταδίκη τους εξαιτίας της πυρκαϊάς. Στον Τάκιτο, στο Διόδωρο, όπως επίσης στον Κικέρωνα και το Στοβαίο βρίσκουμε τη λέξη μισανθρωπία. Ίσως η κατηγορία κατά των Χριστιανών ως μισανθρώπων πέρασε από τους Ιουδαίους στους Χριστιανούς, οπωσδήποτε όμως σε μεγαλύτερο μέτρο. Άλλωστε παρόμοιες κατηγορίες εναντίον των Ιουδαίων ήταν συνηθισμένες στην πολεμική εναντίον τους. Ο Τάκιτος κατηγορεί τους Χριστιανούς για το μίσος τους εναντίον της ανθρωπότητας, αποκαλεί τη θρησκεία τους superstitio (δεισιδαιμονία) και δέχεται χωρίς κριτική την κατηγορία των κακώς γενομένων από τους Χριστιανούς. Γι’ αυτό το odio humani generis πρέπει να κατανοηθεί ως ένα φρόνημα εχθρικό προς τη Ρώμη (τους Ρωμαίους), το οποίο τότε δεν εκφραζόταν μόνο ως άρνηση της λατρείας του αυτοκράτορα, όπως θέλησαν να δεχτούν μερικοί.  

Ως ιστορικός ο Τάκιτος δεν αποφεύγει να αναφέρει τις δυο βασικές αφορμές για την καταδίκη των Χριστιανών. Εδώ θα μπορούσε να γίνει διάκριση ανάμεσα σε μια de jure και μια de facto καταδίκη. De jure είναι καταδικασμένοι οι Χριστιανοί εξαιτίας της πυρκαϊάς. Το haud proinde in crimine incendii (όχι τόσο με την κατηγορία του εμπρησμού) σημαίνει βάση για καταδίκη. Γι’ αυτό συνηγορεί και το γεγονός ότι οι κατηγορούμενοι θανατώθηκαν με πυρ και θηρία, όπως προβλεπόταν για τους εμπρηστές. Και η Δωδεκάδελτος πρόβλεπε το δια πυρός θάνατο στους εμπρηστές καθώς και στους υπεύθυνους άλλων κακούργων πράξεων. De facto ήταν η πραγματική αιτία για την στάση των Χριστιανών απέναντι στη ρωμαϊκή πολιτεία (τους Ρωμαίους), το odio humani generis, εφόσον μάλιστα κακώς διαβλήθηκαν οι Χριστιανοί ως υπεύθυνοι της πυρκαϊάς.  

Ο Τάκιτος αναφέρει και τα διάφορα μαρτύρια των Χριστιανών. Ήδη την εποχή της δημοκρατίας αλλά κυρίως την εποχή της αυτοκρατορίας το ρίξιμο στα θηρία του αμφιθεάτρου (bestiae) καθώς και το ρίξιμο στη φωτιά (crematio = κάψιμο ζωντανού στα καυσόξυλα) ήταν τιμωρίες για διάφορες ποινικές πράξεις. Επίσης η σταύρωση (crux) και η tunica molesta (κάψιμο με τούνικα βρεγμένη με ύλη που δεν καιγόταν) ήταν σε χρήση. Ο Τάκιτος αναφέρει ότι οι κατηγορούμενοι τιμωρούνταν με βαριές ποινές και συνδέει την καταδίκη με παίγνια (ludibria). Ο τρόπος τιμωρίας για την εποχή εκείνη ήταν σε αρμονική σχέση με τη βαρύτητα της κατηγορίας. Ο Νέρωνας μπορούσε με τον τρόπο αυτό να διεγείρει την αίσθηση ότι τα θύματα έφεραν μεγάλη ευθύνη και έτσι ο τρόπος της τιμωρίας έπρεπε να ήταν ανάλογος. Ο φιλόσοφος Σενέκας στη 14 επιστολή του αναφέρει ότι ο Νέρωνας και οι δήμιοι του μεταχειρίζονταν εναντίον των Χριστιανών όχι μόνο σιδηρά όργανα, πυρ, αλυσίδες, άγρια θηρία, αλλά ότι τους έσχιζαν τις κοιλιές, τους σταύρωναν, τους παλούκωναν και γενικά μεταχειρίζονταν κάθε βάσανο που μπορούσε να επινοήσει η ανθρώπινη βαρβαρότητα και σκληροκαρδία. Ο διωγμός του Νέρωνα άφησε τέτοιες εντυπώσεις στην εποχή του, στους Χριστιανούς και Εθνικούς, ώστε δεν έγινε πιστευτό ότι ο αυτοκράτορας αυτός πέθανε· είχε νομιστεί ότι υποχώρησε στον Ευφράτη ποταμό, απ' όπου θα ξαναγύριζε ως αντίχριστος.  

Μπορεί η διήγηση του Τακίτου να αποτελέσει μαρτυρία για τον πρώτο διωγμό κατά των Χριστιανών ή μπορεί η διαδικασία, που ακολούθησε ο Νέρωνας, να θεωρηθεί ως νομική διαδικασία; Μπορούν, τέλος, να χαρακτηριστούν τα μέτρα του Νέρωνα σαν πραγματικός διωγμός;

Πρώτα πρώτα πρέπει να πούμε τα εξής: I) Ο διωγμός αυτός περιορίστηκε στη Ρώμη. Όλες οι προσπάθειες να αποδειχθεί ότι έγινε διωγμός και στις ανατολικές επαρχίες της αυτοκρατορίας απέτυχαν. 2) Δεν υπάρχει καμιά απόδειξη ότι οι Χριστιανοί στους αμέσους ύστερα από το Νέρωνα χρόνους καταδιώχτηκαν για την πίστη τους, οπωσδήποτε όμως καταβλήθηκε προσπάθεια να κατηγορηθούν με βάση άλλες αιτίες. 3) Διώκτης των Χριστιανών ύστερα από το Νέρωνα ήταν ο Δομετιανός και όχι οι αυτοκράτορες που κυβέρνησαν τη Ρώμη στο μεταξύ τους διάστημα. 4) Δεν φαίνεται ότι ο διωγμός του Νέρωνα ήταν μεγάλης διάρκειας.  

Πρέπει να δεχτούμε ότι δεν υπήρχε νομική βάση για το διωγμό του Νέρωνα. Σύμφωνα με τον Τερτυλλιανό (Ad Nationes I, 7, 9 και Apologeticum. 5) ο Νέρωνας ήταν ο πρώτος που εξέδωκε νόμο εναντίον των Χριστιανών. Η νομική υπόσταση του διωγμού του Νέρωνα είναι ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα θέματα αφού ακόμη δε βρέθηκε ο νόμος του Νέρωνα (το institutum neronianum). Πιστεύεται όμως ότι τέτοιος νόμος ουδέποτε εκδόθηκε. Ούτε οι Χριστιανοί Απολογητές ούτε ο Πλίνιος ως διοικητής γνώρισαν το κείμενο αυτού του νόμου. Έπειτα το ερώτημα των διοικητών των επαρχιών προς τον αυτοκράτορα αναφορικά με τα μέτρα κατά των Χριστιανών φαίνεται αδικαιολόγητο αν υπήρχε ήδη νόμος ανάλογος. Υποστηρίχτηκε ακόμη ότι εναντίον των Χριστιανών χρησιμοποιήθηκε η διαδικασία, που προβλεπόταν από το νόμο, για υπόπτους και ταραξίες της κοινής ησυχίας [η θεωρία της coercitio του Mommsen και Last ή ο νόμος εναντίον των σικαρίων (ξιφοφόρων ανταρτών πόλεων) και φαρμακευτών (lex Cornelia de sicariis et veneficis)]. Το κείμενο πάντως του Τακίτου δε δίνει απάντηση στο ερώτημα των νομικών βάσεων του διωγμού. Μπορούμε όμως με βάση τη συνολική έκθεση του Τακίτου και το γεγονός ότι ο Τάκιτος συνδέει το διωγμό με την πυρκαϊά να αρνηθούμε την ύπαρξη ειδικού νόμου εναντίον των Χριστιανών. Απεναντίας παραμένει το γεγονός ότι ο Νέρων είναι ο πρώτος που κινήθηκε εναντίον των Χριστιανών της Ρώμης σε μεγάλη έκταση και δημιουργήθηκαν έτσι για τα μετέπειτα μέτρα οι απαραίτητες προϋποθέσεις, το απαραίτητο δικαστικό προηγούμενο. Αυτή πρέπει να είναι η έννοια του institutum neronianum (του νερώνειου θεσμού).  

Κατά το διωγμό αυτό του 64 μαρτύρησαν πολύ πλήθος εκλεκτών κατά τον Κλήμεντα Ρώμης και multitudo ingens κατά τον Τάκιτο. Ανάμεσα τους και οι κορυφαίοι Απόστολοι Πέτρος και Παύλος. Κατά την Margherita Guarducci ο Πέτρος μαρτύρησε στις 13 Οκτωβρίου του 64 στο τσίρκο του Νέρωνα και ο Απόστολος Παύλος πιθανώς το φθινόπωρο του 64, και ίσως τον Οκτώβριο, όχι όμως αναγκαστικά την ίδια με τον Πέτρο ημέρα.  

Ο Ευσέβιος Καισαρείας (Εκκλησιαστική Ιστορία Β΄, 25) γράφει τα εξής για το Νέρωνα: Κραταιουμένης δ’ ήδη τω Νέρωνι της αρχής, εις ανόσιους οκείλας επιτηδεύσεις, κατ’ αυτής ωπλίζετο της εις τον των όλων Θεών ευσέβειας. Γράφειν μεν ουν οίος τις ούτος γεγένηται την μοχθηρίαν, ου της παρούσης γένοιτ' αν σχολής· πολλών γε μην τα κατ' αυτόν ακριβεστάταις παραδεδωκότων διηγήσεσιν, πάρεστιν ότω φίλον, εξ αυτών την σκαιότητα της τανδρός εκ τόπου καταθεωρήσαι μανίας, καθ’ ην ου μετά λογισμού μυρίων όσων απώλειας διεξελθών, επί τοσαύτην ήλασε μιαιφονίαν, ως μηδέ των οικειοτήτων τε και φιλτάτων επισχείν, μητέρα δε ομοίως και αδελφούς και γυναίκα συν και άλλοις μυρίοις τω γένει προσήκουσιν τρόπον εχθρών και πολεμίων ποικίλαις θανάτων ιδέαις διαχρήσασθαι. Ενέδει δ’ άρα τοις πάσι και τουτ’ επιγραφήναι αυτώ, ως αν πρώτος αυτοκρατόρων της εις το θείον ευσέβειας πολέμιος αναδειχθείη.  

Τούτον πάλιν ο Ρωμαίος Τερτυλλιανός ώδε πως λέγων μνημονεύει «εντύχετε τοις υπομνήμασιν υμών, εκεί ευρήσετε πρώτον Νέρωνα τούτο το δόγμα, ηνίκα μάλιστα εν Ρώμη, την Ανατολήν πάσαν υποτάξας, ωμός ην εις πάντας, διώξαντα. Τοιούτω της κολάσεως ημών αρχηγώ καυχώμεθα. Ο γαρ ειδώς εκείνον νοήσαι δύναται ως ουκ αν, ει μη μέγα τι αγαθόν ην, υπό Νέρωνος κατακριθήναι».  

Ταύτη γουν ούτος, θεόμαχος εν τοις μάλιστα πρώτος ανακηρυχθείς, επί τας κατά των Αποστόλων επήρθη σφαγάς. Παύλος δη ουν επ’ αυτής Ρώμης την κεφαλήν αποτμηθήναι και Πέτρος ωσαύτως ανασκολοπισθήναι κατ’ αυτόν ιστορούνται, και πιστούται γε την ιστορίαν η Πέτρου και Παύλου εις δεύρο κρατήσασα επί των αυτόθι κοιμητηρίων πρόσρησις, ουδέν δε ήττον και εκκλησιαστικός ανήρ, Γάϊος όνομα, κατά Ζεφυρίνον Ρωμαίων γεγονώς επίσκοπον· ος δη Πρόκλω της κατά Φρύγας προϊσταμένω γνώμης εγγράφως διαλεχθείς, αυτά δη ταύτα περί των τόπων, ένθα των ειρημένων Αποστόλων τα ιερά σκηνώματα κατατέθειται, φησίν, « Εγώ δε τα τρόπαια των Αποστόλων έχω δείξαι. Εάν γαρ θέλησης απελθείν επί τον Βατικανόν ή επί την οδόν την Ωστίαν, ευρήσεις τα τρόπαια των ταύτην ιδρυσαμένων την Εκκλησίαν».  

Ως δέκατα τον αυτόν άμφω καιρόν εμαρτύρησαν, Κορινθίων Επίσκοπος Διονύσιος εγγράφως Ρωμαίοις ομιλών, ώδε παρίστησιν· «ταύτα και υμείς δια της τοσαύτης νουθεσίας την από Πέτρου και Παύλου φυτείαν γενηθείσαν Ρωμαίων τε και Κορινθίων συνεκεράσατε. Και γαρ άμφω και εις την ημετέραν Κόρινθον φυτεύσαντες ημάς ομοίως εδίδαξαν, ομοίως δε και εις την Ιταλίαν ομόσε διδάξαντες εμαρτύρησαν κατά τον αυτόν καιρόν».

 


Προηγούμενο // Περιεχόμενα // Επόμενο

Δημιουργία αρχείου: 27-4-2010.

Τελευταία ενημέρωση: 27-4-2010.

Πάνω