Kεφάλαιο 10ο     Περιεχόμενα     Kεφάλαιο 12ο

 

Ο Οικουμενισμός

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11ο.

Η διαθρησκευτική εξέλιξη του Οικουμενισμού


            Η βαθύτατη κρίση προσανατολισμού, που εμφανίστηκε πολύ νωρίς στην Οικουμενική Κίνηση, την ανάγκασε πρώτα να στραφεί στην αντιμετώπιση των κοινωνικοπολιτικών προβλημάτων των ανθρώπων, εγκαταλείποντας τη θεολογία ως δρόμο ενώσεως, και ύστερα να πραγματοποιήσει ένα άνοιγμα προς τις μη χριστιανικές θρησκείες. Παραδέχεται ότι όλες οι θρησκείες αποτελούν διαφορετικούς δρόμους σωτηρίας, παράλληλους με το Χριστιανισμό, και ότι το Άγιο Πνεύμα ενεργεί και σ’ αυτές. Σύνθημά της έχει το αξίωμα της ‘’Νέας Εποχής’’: «Πίστευε ό,τι θέλεις, μόνο μη διεκδικείς την αποκλειστικότητα της αλήθειας και του δρόμου της σωτηρίας».

            Συγκαλεί λοιπόν διαθρησκειακές συναντήσεις, οι οποίες δεν είναι απλά επιστημονικά συνέδρια, όπως διατείνονται οι διοργανωτές τους, αλλά συνάξεις ομολογίας της ενότητος με βάση την πίστη στον ένα Θεό. Γι’ αυτό συχνά περιλαμβάνουν και κοινές λατρευτικές εκδηλώσεις, στις οποίες συμπροσεύχονται ορθόδοξοι, ετερόδοξοι και αλλόθρησκοι. Ο Τριαδικός Θεός όμως των Ορθοδόξων, ο αληθινός και αυτοαποκαλυπτόμενος Θεός, δεν είναι ο ίδιος με τον όποιο ‘’Θεό’’ των ετεροδόξων και των αλλοθρήσκων, με κάποιον φανταστικό δηλαδή ‘’Θεό’’, που δημιούργησε και συντηρεί η θρησκευτική ανάγκη του μεταπτωτικού ανθρώπου.

            Δυστυχώς, το διαθρησκειακό αυτό άνοιγμα συμμερίζονται και ορθόδοξοι οικουμενιστές ιεράρχες, οι οποίοι μάλιστα εκφράζουν απόψεις σαν τις επόμενες:

            « Η Οικουμενική Κίνηση, αν και έχει χριστιανική προέλευση, πρέπει να γίνει κίνηση όλων των θρησκειών… Όλες οι θρησκείες υπηρετούν το Θεό και τον άνθρωπο. Δεν υπάρχει παρά μόνο ένας Θεός…»[1].

            «Κατά βάθος, μία εκκλησία ή ένα τέμενος αποβλέπουν στην ίδια πνευματική καταξίωση του ανθρώπου»[2].

            «Το Ισλάμ, στο Κοράνιο, μιλάει για Χριστό, για Παναγία, κι εμείς πρέπει να μιλήσουμε για τον Μωάμεθ με θάρρος και τόλμη. Να δούμε την ιστορία του και την προσφορά του, το κήρυγμα του ενός Θεού και τη ζωή των μαθητών του, που είναι μαθητές του ενός Θεού…»[3].

            «Ρωμαιοκαθολικοί και Ορθόδοξοι, Προτεστάνται και Εβραίοι, Μουσουλμάνοι και Ινδοί, Βουδισταί και Κομφουκιανοί… θα πρέπει να συντελέσωμε όλοι μας στην προώθηση των πνευματικών αρχών του οικουμενισμού, της αδελφωσύνης και της ειρήνης. Τούτο όμως θα μπορέση να γίνη μόνον εάν είμεθα ηνωμένοι εν τω πνεύματι του ενός Θεού»[4].

            Βασική επιδίωξη των διαθρησκειακών συναντήσεων είναι η δημιουργία σημείων επαφής μεταξύ των θρησκειών, ώστε να διευκολυνθεί η κοινή αντιμετώπιση των κοινωνικών και διεθνών προβλημάτων. Την επιδίωξη αυτή εκμεταλλεύονται κατά καιρούς και ισχυροί κοσμικοί άρχοντες, επιστρατεύοντας τις θρησκείες στην προώθηση ανόμων συμφερόντων τους. Αυτό φάνηκε καθαρά μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001, όταν πραγματοποιήθηκαν «κατ’ επιταγήν» πλειάδα διαθρησκειακών συναντήσεων.

            Έτσι όμως η Εκκλησία μας, αντί να είναι «κρίση» και «έλεγχος» της ανομίας, μεταβάλλεται σε υποστηρικτή και συντηρητή της. Εγκλωβίζεται στην εγκόσμια προοπτική των διαφόρων θρησκειών και υποβιβάζεται στο επίπεδο μιας κοσμικής θρησκείας με ωφελιμιστικό και χρησιμοθηρικό χαρακτήρα. Ταυτόχρονα, αναγκάζεται να αθετήσει το ιεραποστολικό της χρέος, εφόσον γίνεται αποδεκτό, από επίσημους μάλιστα εκπροσώπους της, ότι όλες οι θρησκείες αποτελούν «ηθελημένας από Θεού οδούς σωτηρίας»[5]!

            Κάποιοι ορθόδοξοι οικουμενιστές, εξάλλου, φτάνουν στο σημείο να μιλούν για την ειρήνη, τη δικαιοσύνη, την ελευθερία, την αγάπη και άλλα κατεξοχήν πνευματικά αγαθά με μια ψυχρή κοσμική γλώσσα. Αποσιωπούν ότι τα αγαθά αυτά αποτελούν καρπούς του Αγίου Πνεύματος, θεία δώρα που χορηγούνται με την πνευματική «εν Χριστώ Ιησού» άθληση κι όχι μέσα από διαθρησκειακές συναντήσεις.

            Πρέπει, βέβαια, να τονιστεί, ότι η Ορθοδοξία δεν είναι θρησκεία, ούτε έστω η καλύτερη. Είναι Εκκλησία: Η αυτοαποκάλυψη και φανέρωση του Θεού στην ιστορία. Έχει συνείδηση της Οικουμενικότητος και της Αλήθειας του Χριστού που κατέχει, γι’ αυτό και δεν φοβάται τις σχέσεις της με τους μη Χριστιανούς. Γνωρίζει όμως τα όρια αυτών των σχέσεων, όπως τα έχει διαμορφώσει η αγιοπατερική Παράδοση και η μυστηριακή της εμπειρία. Για παράδειγμα, ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, κάτω από συνθήκες σκληρής αιχμαλωσίας, διαλέχθηκε με τους Οθωμανούς Τούρκους. Δεν δίστασε, ωστόσο, με κίνδυνο της ζωής του, να πει την αλήθεια και να ελέγξει την πλάνη τους. Πως αντιμετώπιζαν, άλλωστε, οι άγιοι Μάρτυρες τους ειδωλολάτρες και οι άγιοι Νεομάρτυρες τους Μωαμεθανούς; Δεν ομολογούσαν την αλήθεια; Θα μπορούσαμε να τους φανταστούμε να προσεύχονται μαζί τους; Αλλά τότε δεν θα είχαμε Μάρτυρες!

            Η Εκκλησία μας λοιπόν αρνείται να θυσιάσει στο βωμό άλλων σκοπιμοτήτων τη μοναδικότητά της και να αποδεχθεί το οικουμενιστικό σύνθημα ότι «σε όλες τις θρησκείες, πίσω από διαφορετικά ονόματα, λατρεύεται ο ίδιος Θεός». Πιστεύει ακράδαντα ότι ο άνθρωπος σώζεται μόνο δια του Χριστού, σύμφωνα με το αποστολικό: «Ουκ έστιν εν άλλω ουδενί η σωτηρία· ουδέ γαρ όνομά εστιν έτερον υπό τον ουρανόν το δεδομένον εν ανθρώποις εν ω δει σωθήναι ημάς» (Πράξ. 4, 12).


 

[1] Εφημ. Αθηνών «Ορθόδοξος Τύπος», Αύγουστ.-Σεπτ. 1968.

[2] Περιοδ. «Επίσκεψις», αριθ. 494, σ. 23, Γενεύη 1993.

[3] Περιοδ. «Πάνταινος», αριθ. 1, σ. 59, Αλεξάνδρεια 1991.

[4] Περιοδ. «Επίσκεψις», αριθ. 511, σ. 28, Γενεύη 1994.

[5] Περιοδ. «Επίσκεψις», αριθ. 523, σ. 12, Γενεύη 1995.

 

 

Kεφάλαιο 10ο     Περιεχόμενα     Kεφάλαιο 12ο

Διαμόρφωση σελίδας: 17-3-2005.

Τελευταία ενημέρωση: 17-3-2005.

Πάνω