Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Ιεραποστολή - Χριστιανική Επέκταση, Ορθοδοξία και Ιστορικά θέματα

Η Χριστιανική επέκταση εν μέσω διωγμών // Οι διωγμοί κατά της Εκκλησίας στην Προκωνσταντίνεια εποχή ΟΛΟΚΛΗΡΟ Ιστορικό βιβλίο // Άγιος Ιλαρίων: Ο Ιεραπόστολος Μοναχός τής αρχαίας Παλαιστίνης (4ος αιώνας) // Η Ιεραποστολική δράση τού Αγίου Ιωάννη τού Χρυσοστόμου στη Φοινίκη (5ος αιώνας) // Ο Ευαγγελισμός τών Γότθων // Ο Ευαγγελισμός τών Λαζών και τής Κολχίδος

Ιεραποστολή στα πέριξ της Αυτοκρατορίας βάρβαρα έθνη

Ο Ευαγγελισμός τής Νουβίας

και τών γύρω λαών

 

Πηγή: Ιεραποστολικό βιβλίο τού Μακ. Αρχιεπισκόπου Τιράνων και πάσης Αλβανίας Αναστασίου: "Έως εσχάτου τής γης" σελ. 112 - 117.

 

Παρά τον εκχριστιανισμό της Αιγύπτου και της Αιθιοπίας, πολλές ακόμη φυλές ειδωλολατρικές υπήρχαν κατά τον 6ο ήδη αιώνα στην περιοχή της Νουβίας, που βρισκόταν ανάμεσα στις δύο χώρες.

«Ενταύθα», όπως σημειώνει ο Προκόπιος, «έθνη άλλα τε πολλά ίδρυται και Βλέμμυές τε και Νοβάται, πολυανθρωπότατα γένη. Αλλά Βλέμμυες μεν ταύτης δη της χώρας ες τα μέσα ώκηνται, Νοβάται δε τα αμφί Νείλον ποταμόν έχουσι… άμφω δε ταύτα τα έθνη, οι τε Βλέμμυες και οι Νοβάται, τους τε άλλους θεούς, ούσπερ Έλληνες νομίζουσι πάντας, και την τε Ίσιν τον τε Όσιριν σέβουσι… οι μέντοι Βλέμμυες και ανθρώπους τω ηλίω θύειν ειώθασι»1.

Σχετικά με προγενέστερη διείσδυση του Χριστιανισμού στη Νουβία, κατά τους πρώτους αιώνες, δεν έχουμε επαρκείς μαρτυρίες, αν και μερικοί υποστηρίζουν ότι πραγματοποιήθηκαν τέτοιες διεισδύσεις ήδη επί Πανταίνου.

Το γεγονός ότι στη Σύνοδο του 362, που συγκροτήθηκε στην Αλεξάνδρεια από τον Μέγα Αθανάσιο, συμμετείχε και ο Επίσκοπος Φίλων Μάρκος, μαρτυρεί ότι υπήρχε Χριστιανική κοινότητα στην ειδωλολατρική αυτή νησίδα του Νείλου.

Επίσης και από έναν πάπυρο, χρονολογούμενο μεταξύ 390-450, πληροφορούμαστε ότι ο Επίσκοπος Συήνης Απίων (Άνω Θηβαΐς) ζήτησε την προστασία του Χριστιανού αυτοκράτορα υπέρ των ευρισκομένων στις Φίλες Χριστιανικών ναών. Παρά ταύτα, λόγω του ισχυρού ειδωλολατρικού προπυργίου της Ίσιδος που υπήρχε στη χώρα, η νησίδα αυτή παρέμεινε για καιρό ειδωλολατρική.

Η πρώτη μεθοδική προσπάθεια για τον εκχριστιανισμό της Νουβίας έγινε επί Ιουστινιανού.

Περί το 540, με διαταγή του έφυγε από την Κωνσταντινούπολη μία Αποστολή, για να προσελκύσει στην πίστη τα μικρά βασίλεια της Νουβίας. Πριν όμως φθάσουν οι Ορθόδοξοι Ιερείς στον προορισμό τους, μια άλλη αντίζηλη μονοφυσιτική αποστολή βρισκόταν καθ’ οδόν, υποστηριζόμενη από την αυτοκράτειρα Θεοδώρα που, ως γνωστόν, συμπαθούσε τους Μονοφυσίτες. Αρχηγός της τελευταίας ήταν ο Ιερέας Ιουλιανός, ο οποίος βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη μαζί με τον κρατούμενο μονοφυσίτη αρχιεπίσκοπο Αλεξάνδρειάς Θεοδόσιο. Όταν ο Ιουλιανός έφθασε στη χώρα των Νοβαταίων, που κατοικούσαν στην περιοχή του Άνω Νείλου με πρωτεύουσα την Ντογκόλα, παρουσιάσθηκε στον ηγεμόνα Σίλκω και, εφοδιασμένος με δώρα και γράμματα της αυτοκράτειρας του Βυζαντίου, κατόρθωσε να τον πείσει να δεχθεί τον Χριστιανισμό. Παρά τις φοβερές δυσκολίες, που συνάντησε από τον αφόρητο καύσωνα, παρέμεινε εκεί επί δύο χρόνια κατηχώντας τους νεοφύτους. Κατόπιν γύρισε πίσω στην Κωνσταντινούπολη2. Η μονοφυσιτική αυτή ιστορία είναι γραμμένη στα συριακά3.

Εν τω μεταξύ έφθασαν στη Νουβία και οι Ορθόδοξοι Ιεραπόστολοι, τους οποίους είχε στείλει ο Ιουστιανιανός, αλλά οι Νοβαταίοι, υπό την επίδραση των Μονοφυσιτών, τους δέχθηκαν πολύ ψυχρά. Χωρίς να χάσουν τον ενθουσιασμό τους οι Ορθόδοξοι Ιερείς κατευθύνθηκαν προς άλλο λαό της Νουβίας, τους Μακορίτες, και είλκυσαν πολλούς στην πίστη. Δεν είναι εξακριβωμένο ποια από τις δύο εκείνες αποστολές είχε μεγαλύτερη επιτυχία. Το γεγονός πάντως είναι ότι και οι δύο συνέβαλαν ώστε, μέσα σε μία γενιά, να εκχριστιανισθεί ολόκληρη η Νουβία.

Για να συνεχισθεί το έργο του μονοφυσίτη Ιουλιανού χειροτονήθηκε Επίσκοπος Φίλων ο Θεόδωρος. Η καταστροφή των ειδωλολατρικών ναών των Φίλων από τον στρατηγό Ναρσή διευκόλυνε το έργο του. Ο Θεόδωρος οικοδόμησε επάνω στα ερείπια του παλαιού ναού της Ίσιδος τον Ναό του Αγίου Στεφάνου, όπως δε μας πληροφορούν πολλές επιγραφές, ανέπτυξε μεγάλη ιεραποστολική δράση και ο Χριστιανισμός έφθασε σύντομα σε μεγάλη ακμή στη Νουβία.

Για την ανάπτυξη της Ιεραποστολής πέραν της χώρας στην οποία εργαζόταν ο Θεόδωρος, το 567 χειροτονήθηκε Επίσκοπος, από τον κρατούμενο στην Κωνσταντινούπολη μονοφυσίτη αρχιεπίσκοπο Αλεξανδρείας, ο Λογγίνος. Επί τρία χρόνια οι Ορθόδοξοι παράγοντες της πρωτεύουσας εμπόδιζαν την αναχώρησή του. Τελικά όμως το 569 κατόρθωσε να διαφύγει και να φθάσει στη Νουβία, όπου ανέπτυξε μεγάλη Ιεραποστολική δράση. Προσείλκυσε πολλούς στον Χριστιανισμό και οργάνωσε την Εκκλησία με ιθαγενή κλήρο.

Με τον Λογγίνο διαδόθηκε το ευαγγέλιο και στη φυλή των Αλοδαίων, που κατοικούσαν κοντά στα σύνορα της Αιθιοπίας, στη δεξιά όχθη του κυανού Νείλου. Είναι αξιοσημείωτο ότι οι ίδιοι οι Αλοδαίοι ζήτησαν από τον ηγεμόνα των Νοβαταίων να πάει σ’ αυτούς ο Λογγίνος για να τους διδάξει τον Χριστιανισμό. Και όταν μετά από πολλές περιπέτειες, περνώντας μέσα από το εχθρικό προς τους Νοβαταίους βασίλειο των Μακοριτών, κατόρθωσε να φθάσει στα σύνορα των Αλοδαίων, τον υποδέχθηκαν με πολλές τιμές. Ο βάρβαρος ηγεμόνας με ενθουσιασμό αποδέχθηκε τον Χριστιανισμό και βαπτίσθηκε, ενώ τον ακολούθησε και το μεγαλύτερο μέρος του λαού του.

Με την επίδραση των Νοβαταίων ασπάσθηκαν τον Χριστιανισμό και οι Βλέμμυες, οι οποίοι κατοικούσαν μεταξύ Αιγύπτου και Νουβίας, νότια της Συήνης, και οι οποίοι, όπως ήδη αναφέρθηκε, μέχρι εκείνη την εποχή θυσίαζαν ακόμη και ανθρώπους. Σε μια από τις πολυάριθμες ελληνικές επιγραφές που ανακαλύφθηκαν στα ερείπια της πόλεως Τάλμεως της Νουβίας, αναφέρονται τα κατορθώματα του πρώτου Χριστιανού ηγεμόνα των Νοβαταίων Σίλκω κατά των ειδωλολατρών ακόμη Βλεμμύων.

Ο Ιουστιανιανός ενίσχυσε ποικιλοτρόπως τους Βυζαντινούς Ιεραποστόλους διότι, συγχρόνως με το γνωστό ιεραποστολικό του ενδιαφέρον, ήλπιζε ότι με την εξημέρωση των βαρβάρων αυτών λαών θα βελτιωνόταν η συνοριακή κατάσταση στον νότο. Και όπως φαίνεται, κατά τα τελευταία έτη της βασιλείας του η Ορθόδοξη Ιεραποστολή είχε μεγαλύτερη ανάπτυξη από τη μονοφυσιτική. Τα ερείπια εξήντα ναών, τα οποία υπάρχουν στο Σουδάν και εκτείνονται από τα σύνορα της Αίγυπτου μέχρι το Χαρτούμ, και το πλήθος των Χριστιανικών επιγραφών που ανακαλύφθηκαν σε διάφορα σημεία της Νουβίας από τον 7ο και 8ο αιώνα, αποδεικνύουν την ακμή του Χριστιανισμού στη χώρα. Είναι αξιοπρόσεκτο ότι στην περιοχή αυτή η Εκκλησία, παρά την προσχώρησή της στον Μονοφυσιτισμό, διακρινόταν για τον ελληνικό της χαρακτήρα. Ελάχιστες κοπτικές επιγραφές ανακαλύφθηκαν. Οι περισσότερες είναι ελληνικές.

Τη μεγάλη επίδραση της Βυζαντινής Εκκλησίας υπογραμμίζει μία ανακάλυψη (1963) από τον Πολωνό καθηγητή Μιχαλόφσκυ. Η πολωνική αρχαιολογική Αποστολή που εργαζόταν για τη διάσωση αρχαίων θησαυρών στην περιοχή που επρόκειτο να κατακλυσθεί από τα νερά, λόγω του φράγματος του Ασσουάν, ανακάλυψε στην περιφέρεια των Φαρών, στην άμμο της ερήμου της Νουβίας, ωραιότατη βυζαντινή Εκκλησία του 8ου έως 10ου αιώνα, με εκατό άθικτες σχεδόν τοιχογραφίες. Η τεχνοτροπία και οι χρωματισμοί έχουν σαφή τη σφραγίδα της βυζαντινής επαρχιακής τέχνης. Υπάρχουν δε παραδείγματα (ασυμπλήρωτη τοιχογραφία του Πάθους και της αναστάσεως) που δείχνουν ανάπτυξη εντόπιας νουβιακής τέχνης. Τα μελαψά πρόσωπα ορισμένων από τους εικονιζόμενους επισκόπους φανερώνουν την επικράτηση του Χριστιανισμού και την ανάπτυξη τοπικής ιεραρχίας4.

Παρά την εισβολή των Μουσουλμάνων κατά τα έτη 641-642, η Εκκλησία διατηρήθηκε επί μακράν. Σύμφωνα δε με πληροφορία του πατριάρχη Ευτυχίου (933-940), όσο και χρονογράφων του 14ου αιώνα, η Εκκλησία της Νουβίας είχε ως επίσημη λειτουργική της γλώσσα την Ελληνική.

Η Χριστιανική πίστη διατηρήθηκε σε διάφορες περιοχές τής Νουβίας μέχρι τον 18ο αιώνα.

 

Σημειώσεις:


1. Προκοπίου, Περσικοί Πόλεμοι, I, 19.

2. Ιωάννου Εφέσου, εκκλησιαστική Ιστορία, IV, 7. 8.

3. Βλέπε Χρυσ. Παπαδοπούλου. Ιστορία της Εκκλησίας της Αλεξανδρείας, Αλεξάνδρεια 1935, σ. 464.

4. A. Shore, «Το θαύμα της Θαμμένης Μητροπόλεως των Φαρών», εφ. Καθημερινή, 21. 8. 63.

Δημιουργία αρχείου: 23-12-2015.

Τελευταία μορφοποίηση: 23-12-2015.

ΕΠΑΝΩ