Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας Ισλάμ και Βιβλιοκριτική

 

Η εφαρμογή της Σαρία στην Ελλάδα

Ο Ιερός Νόμος του Ισλάμ τηρείται ακόμη στα Ιεροδικεία που λειτουργούν στη Θράκη

Βιβλιοπαρουσίαση του Θανάση Βασιλείου

Πηγή: Εφημερίδα "Καθημερινή". Κυριακή 23 Ιουλίου 2006, σελ. 6 στο ένθετο "Πολιτισμού".

 http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_559423_23/07/2006_191667

Γιάννης Κτιστάκις

Ιερός Νόμος του Ισλάμ και Μουσουλμάνοι Ελληνες Πολίτες

πρόλογος: Γ. Κουμάντος.

εκδ. Σάκκουλα, σελ. 198.

Είναι κοινός τόπος ότι το ζήτημα του φυλετισμού –διεθνώς και περιφερειακά– είναι από τα μείζονα θέματα που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι πολιτικές κοινωνίες και τα συστήματα της νέας παγκόσμιας τάξης ή, για όποιον προτιμά, της νέας παγκόσμιας αταξίας. Η διεθνικότητα και η περιφερικότητα αμφισβητούν την ενότητα της πολιτείας από τα έξω. Ο φυλετισμός υποσκάπτει την πολιτεία από τα μέσα. Κι όπου υπάρχει θέμα μειονότητας, δημιουργείται ένας γρίφος με ποικίλες και σύνθετες απολήξεις, που πολλές φορές υποβιβάζει το «εθνικό κράτος» απλά σε «κράτος» με τη σημασία περισσότερο της διοικητικής μονάδας και λιγότερο της σύγχρονης πολιτικής μονάδας. Αυτό συμβαίνει με την ελληνική περίπτωση. Αν διαβάσει κανείς τη μελέτη του Γιάννη Κτιστάκι, θα διαπιστώσει ότι υπάρχει έλλειμμα ακόμα και στη λειτουργία της ως μονάδας εφαρμογής ενός ενιαίου δικαίου.

 

Ο άγραφος Νόμος

Η Ελλάδα είναι το μόνο ευρωπαϊκό κράτος στο οποίο εφαρμόζεται για τους πολίτες της ο Ιερός Νόμος του Ισλάμ (δηλαδή η Σαρία) και η μόνη ευρωπαϊκή χώρα όπου λειτουργούν Ιεροδικεία. Η επίλυση των όποιων διαφορών των μουσουλμάνων Ελλήνων πολιτών επαφίεται στην αυθεντία των Ιεροδικών Κομοτηνής, Ξάνθης ή Διδυμοτείχου. Αμάχητα τεκμαίρεται ότι οι ιεροδίκες γνωρίζουν το εθιμικό ισλαμικό δίκαιο, χωρίς κανείς ανώτερος θρησκευτικός λειτουργός ή ιεροδίκης να μπορεί να ελέγξει τις αποφάσεις τους. Οι αποφάσεις τους δημοσιεύονται στα οθωμανικά και ο έλεγχος που ασκείται από τα ελληνικά δικαστήρια είναι έλεγχος ρουτίνας. Η ελληνική μάλιστα πρωτοτυπία είναι το ότι ο Ιερός Νόμος δεν έχει γραπτή μορφή, όπως στα άλλα ισλαμικά κράτη, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Η μελέτη του Κτιστάκι, εκτός από την ανάδειξη του γεγονότος και των επιμέρους στοιχείων που συνδέονται με αυτό, θέτει και το ερώτημα της συνάφειας ενός υπεραιωνόβιου θεσμού της κοινοτικής προστασίας της μουσουλμανικής μειονότητας της Ελλάδας με τη σύγχρονη ελληνική, ευρωπαϊκή, διεθνή, ακόμη και με την τρέχουσα ισλαμική, έννομη τάξη. Ο συγγραφέας, γνώστης της Δυτικής Θράκης, προκειμένου να απαντήσει στο ερώτημα, μελετάει τις Διεθνείς Συμβάσεις με τις οποίες δικαιολογείται ή όχι η απόκλιση από τις σύγχρονες αρχές του ελληνικού Αστικού Δικαίου, το υποκειμενικό και αντικειμενικό πεδίο εφαρμογής του Ιερού Νόμου για τους Ελληνες μουσουλμάνους και, το σημαντικότερο όλων, τις συγκρούσεις του Ιερού Νόμου με τα δικαιώματα του ανθρώπου (παραβιάσεις συμφερόντων των τέκνων στη λύση του γάμου, συνάψεις γάμου ανηλίκων δι’ αντιπροσώπου χωρίς έλεγχο της βούλησης των μελλονύμφων, αδυναμία των διαδίκων να υπερασπίσουν τη θέση τους, άγνοια των κανόνων από τους ενδιαφερόμενους εφόσον είναι άγραφοι κ.λπ.).

 

Ενα αναχρονιστικό δίκαιο

Τα συμπεράσματα της μελέτης είναι τα εξής:

- Ο Ιερός Νόμος με τον τρόπο που εφαρμόζεται από τις Ιεροδίκες της Δυτικής Θράκης αντιπροσωπεύει το αναχρονιστικότερο κομμάτι του Ισλάμ.

- Η σύγχρονη ελληνική και διεθνής έννομη τάξη ελάχιστα περιθώρια αφήνουν για τη συνέχεια της εφαρμογής της Σαρία στη Δ. Θράκη. Πρόκειται για ένα απολίθωμα, που δεν εφαρμόζει καν τη Σαρία, αλλά αυτά που κατά την κρίση τους δικάζουν οι ιεροδίκες.

- Μεταξύ των τριών Ιεροδικείων της Δ. Θράκης εντοπίζονται διαφορετικές λύσεις – πράγμα που σημαίνει ότι δεν υφίσταται ενιαία ερμηνεία των κανόνων δικαίου.

- Ο Ιερός Νόμος προσκρούει σε δύο θεμελιώδεις αρχές του Συντάγματος, που αποτελούν και μέρος των διεθνών δεσμεύσεων της Ελλάδας: την αρχή της ισότητας των φύλων και την αρχή της υπεροχής του συμφέροντος του τέκνου.

Η μελέτη του Γιάννη Κτιστάκι θα έχανε το εύρος της και τη σημασία της αν χαρακτηριζόταν απλά ως επίκαιρη ή και σημαντική. Το δίχως άλλο, αναδεικνύει μια ιδιαιτερότητα στον χάρτη της ελληνικής έννομης τάξης και θέτει σημαντικά θέματα γενικής θεωρίας του δικαίου, του Διεθνούς αλλά και του Συνταγματικού. Δεν περιορίζεται, όμως, σε αυτά. Οι συμπαραδηλώσεις της είναι οι πιο σημαντικές. Αναδεικνύει, άλλοτε ρητά και τις περισσότερες φορές άρρητα, τις τεράστιες κοινωνικές διαστάσεις που συνδέονται με τα ζητήματα της μειονότητας και τις ελληνικές πολιτικές, άλλοτε νωχελικές, άλλοτε θεαματικές-εκλογικές και σκοπιμοθηρικές και άλλοτε τις μη πολιτικές.

Στον πρόλογό του, ο καθηγητής Γεώργιος Κουμάντος εξετάζει την υπόθεση του ριζωμένου κοινωνικο-πολιτικού σφάλματος ή της λανθάνουσας αντίληψης ενός «σεβασμού» στην ιδιομορφία του άλλου που, εν προκειμένω, ενδέχεται να είναι μια μορφή συγκαλυμμένου ρατσισμού. Επίσης, σε άρθρο του στην «Κ», με τίτλο «Ενα Προνόμιο Δυσμενές» της 11ης Ιουνίου, σχολίασε γενικότερα ζητήματα. Είναι αλήθεια ότι τα μέλη της θρησκευτικής μειονότητας προσδιορίζουν τους εαυτούς τους με όρους που κατανοούν. Εχουν ανάγκη γεωγραφικής, γλωσσικής, θρησκευτικής και πολιτιστικής κοινότητας που να τους είναι ορατή και χειροπιαστή. Εχουν, όμως, καθώς φαίνεται και ανάγκη ενός σύγχρονου δικαστηρίου και μιας φιλελεύθερης έννομης τάξης.

Δημιουργία αρχείου: 24-7-2006.

Τελευταία ενημέρωση: 24-7-2006.

ΕΠΑΝΩ