Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας Κοινωνία και Γεγονότα

Περί της καύσεως τών νεκρών

Η καύση των νεκρών και οι άνθρωποι της... "πυρκαγιάς"

Πρωτοπρ. Βασίλειος Ε. Βολουδάκης

Εδημοσιεύθη στην Ενοριακή Ευλογία τον Φεβρουάριο 2006 αριθ. Τεύχους 43.

 

Το θέμα της καύσεως των νεκρών, που συζητιέται όλο και περισσότερο κάθε μέρα, μέχρι να γίνη πράξη με νομοθετικές ρυθμίσεις –παρά τις όποιες αντιδράσεις– εντάσσεται στο πνεύμα της εποχής μας, μιας εποχής, που από τη μια κόπτεται πως τάχα είναι ανθρωποκεντρική (δηλαδή τα πάντα για τον άνθρωπο) και από την άλλη σε καίριες στιγμές του ανθρώπου αποδεικνύεται ιδιαίτερα κυνική και απάνθρωπη.

Η Εκκλησία μας, ο μόνος Νους που έμεινε όρθιος στη γη γιατί στηρίζεται απ’ τον ουρανό και γι’ αυτό δεν σάλεψε, όπως σαλέψαμε ή κινδυνεύουμε να σαλέψουμε όλοι μας, θα αγωνισθή και πάλι να μας φέρη στα συγκαλά μας και σ’ αυτό το θέμα, όμως το τελικό αποτέλεσμα θα κριθή από το αν τελικά θέλουμε να αφυπνισθούμε ή συνηθίσαμε να αποφασίζουν άλλοι για μας χωρίς εμάς, γιατί πάσχουμε από το σύνδρομο του παλιμπαιδισμού και νοιώθουμε σιγουριά, ασφάλεια και ευτυχία όταν στίς δύσκολες αποφάσεις ξαναμπαίνουμε στην ιδιότυπη “κούνια” μας και πιπιλάμε το δάχτυλό μας!...

¯ ¯ ¯

Ασφαλώς υπάρχουν πολλά θεολογικά επιχειρήματα για τους πιστούς Ορθοδόξους χριστιανούς, με τα οποία καταδεικνύεται το απαράδεκτο της καύσεως των νεκρών. Όμως αυτά δεν θα έχουν καμμιά αποτελεσματικότητα χωρίς τη δική μας –του καθενός μας– λογική και θεολογική συμμετοχή.

Πολλές φορές νοιώθει κανείς γραφικός όταν επιχειρηματολογεί μπροστά σε ανθρώπους που έχουν κάνει τη σκοπιμότητα αλήθεια, σε τέτοιο βαθμό, ώστε να θέλουν να κάψουν μετά το θάνατο τους το ίδιο τους το σώμα!

 

 

Οι άνθρωποι της... «πυρκαγιάς»

Πρόκειται για ανθρώπους που ο σοφός λαός μας αποκαλεί, ήδη προτού πεθάνουν ανθρώπους της... «πυρκαγιάς». Και είναι πράγματι για κάψιμο, αφού δεν άφησαν μέσα τους τίποτα που να θυμίζη την καταγωγή τους, τίποτα που να θυμίζη Θεό.

Οι άνθρωποι της «πυρκαγιάς» είναι αυτοί που σ’ όλη τη ζωή τους κάνουν τα πάντα για να λατρέψουν το σώμα τους, να το κάνουν το κέντρο του σύμπαντος και της προσοχής και, τελικά, μ’ αυτόν τον τρόπο καταντούν το σώμα τους σκέτες σάρκες χωρίς κανένα διακριτικό προσώπου και ζωής ώστε να βρη ο Θεός μέσα τους τόπο αναπαύσεως και γι’  αυτό αναχωρεί απ’ αυτούς: «ου μη καταμείνη το πνεύμά μου εν τοις ανθρώποις τούτοις εις τον αιώνα δια το είναι αυτούς σάρκας» (Γεν. 6,3). Και όταν αναχωρήση ο Θεός από τον άνθρωπο αρχίζει το μίσος του ανθρώπου για τον εαυτό του και δεν ησυχάζει έως ότου εξολοθρεύση τελείως το σώμα του και το κάνη στάχτη!

Αυτού του είδους άνθρωποι “εμπνεύσθηκαν” την αυτοκαταστροφή και το ολοκαύτωμά τους και οι κατά πνεύμα συγγενείς τους είναι αυτοί που βάλθηκαν να προπαγανδίζουν υποδεκνύοντας στον ταλαίπωρο λαό μας πως το πιο σπουδαίο που έχει να κάνη για το σώμα του πεθαίνοντας είναι να το... κάψη!

Δεν υπάρχει μεγαλύτερη εκδίκηση από την εκδίκηση της ψυχής που παραμελήθηκε απόλυτα σ’ όλη την επίγεια ζωή για να δοθή απόλυτη προτεραιότητα στο σώμα της. Αυτή η ψυχή μισεί τελικά τόσο θανάσιμα το σώμα της ώστε το καίει(!).

 

 

Τα σώματά μας είναι ναός του Θεού

Αντίθετα, οι πιστοί, γνωρίζουμε πως τα σώματά μας δεν μας ανήκουν γιατί δεν είναι απλές σάρκες αφού «εξαγορασθήκαμε» από τον Χριστό που έγινε Σώμα μας και Α9μα μας. Ο Άγιος Απόστολος Παύλος μας αφυπνίζει: «Ουκ οίδατε ότι το σώμα υμών ναός του εν υμίν Αγίου Πνεύματος εστιν, ου έχετε από Θεού και ουκ εστέ εαυτών; Ηγοράσθητε γαρ τιμής· δοξάσατε δη τον Θεόν εν τω σώματι υμών και εν τω πνεύματι υμών, άτινά εστι του Θεού» (1 Κορ. 6,19).

Οι πιστοί γνωρίζουμε ότι ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα δεν αχρηστεύει το σώμα ώστε να δικαιολογούμεθα να το κάψουμε, όπως καίμε τα σκουπίδια, για να απαλλαγούμε απ’ αυτά! Και τούτο, γιατί το «κατ’ εικόνα» υπάρχει και στο σώμα μας και όχι μόνο στη ψυχή μας.  αυτό διατρανώνεται και στη Νεκρώσιμη Ακολουθία: «Θρηνώ και οδύρομαι όταν εννοήσω τον θάνατον, και ίδω εν τοις τάφοις κειμένην την κατ’ εικόνα Θεού πλασθείσαν ημίν ωραιότητα...». Στον τάφο δεν βρίσκεται η ψυχή αλλά μόνο το σώμα μας, το «κατ’ εικόνα» Χριστού σώμα μας.

Οι πιστοί γνωρίζουμε ότι οι Εικόνες δεν καίγονται. Οι ναοί του Θεού δεν καίγονται και όποιος αυτά τα ιερά και τα όσια καίει είναι ιερόσυλος και βέβηλος. Αν αυτά ισχύουν για τις αισθητές εικόνες και τους χειροποίητους ναούς, πολύ περισσότερο ισχύουν για τις έμψυχες εικόνες, για τα έμψυχα αρτοφόρια, για μας δηλαδή τους ανθρώπους που αγαπούμε τον Θεό και παρά την ελεεινότητά μας δεν θέλουμε Αυτός να εγκαταλείψη ούτε την ψυχή, ούτε το σώμα μας και ιδιαιτέρως μετά τον θάνατο μας που θα προσδοκούμε την Ανάσταση των σωμάτων μας από τα ταμεία του Θεού. 

 

Ο κόκκος του σίτου και το σώμα μας

Ο Χριστός μας έδειξε τον κόκκο του σίτου, που τον παρομοίωσε με τα σώματά μας και μας εξήγησε όλη τη διαδικασία που θα ακολουθηθή μέχρι την κοινή Ανάσταση του ανθρωπίνου γένους. Μας είπε ότι ο σίτος, το σώμα μας, πρέπει να σπαρή όταν πεθάνη, να σπαρή στη γη, να λυώση, όπως ο κόκκος του σίτου που λυώνει, και ύστερα, να αναστηθή ένδοξο το σώμα μας, σαν το στάχυ που ανατέλλει ένδοξο και κατάκαρπο από τον λυωμένο και αφανισμένο κόκκο του σιταριού!

Αυτά δεν τα γνωρίζουν όσοι είναι έξω από την Εκκλησία. Αυτοί γνωρίζουν μόνο τον θάνατο σαν οριστικό τέλος και όχι σαν αρχή, της αιωνίου ζωής απαρχή. «Αγνωσίαν γαρ Θεού τινες έχουσι», μας εξηγεί ο Άγιος Απόστολος και μας κατηχεί: «Αλλ’ ερεί τις πως εγείρονται οι νεκροί; ποίω δε σώματι έρχονται; Άφρον, συ ο σπείρεις ου ζωοποιείται, εάν μη αποθάνη και ο σπείρεις, ου το σώμα το γεννησόμενον σπείρεις, αλλά γυμνόν κόκκον, ει τύχοι σίτου ή τινος των λοιπών. Ο δε Θεός αυτώ δίδωσι σώμα καθώς ηθέλησε, και εκάστω των σπερμάτων το ίδιόν σώμα... ούτω και η ανάστασις των νεκρών, σπείρεται εν φθορά, εγείρεται εν αφθαρσία... σπείρεται σώμα ψυχικόν, εγείρεται σώμα πνευματικόν» (1 Κορ. 15, 34-44). Σπείρεται το σώμα, δεν καίγεται. Όπως και ο κόκκος του σιταριού δεν καίγεται για να βλαστήση αλλά θάβεται και λυώνει.

Η διαδικασία του σιταριού είναι η προτύπωση της δικής μας πορείας από την ταφή μας στη γη προς την Ανάσταση. Γι’  αυτό βράζουμε το κόλλυβο στα μνημόσυνα.

Η ταφή στη γη θα μας φανερώση όχι μόνο τα λείψανα των προσφιλών μας και τα σημεία του Θεού πάνω σ’ αυτά, αλλά και τα άγια Λείψανα των αγίων ανθρώπων του Θεού. Αν είχε ισχύσει η καύση των νεκρών δεν θα είχαμε οι πιστοί τόσα θαυματόβρυτα άγια Λείψανα ούτε η ενορία μας το ιερό Λείψανο του αγίου Νικολάου Αρχιεπισκόπου Μύρων της Λυκίας του τόσο θαυματουργού Πατέρα μας.

Το συμπέρασμα βγαίνει αβίαστα.

Το πρόβλημα που έντονα συζητείται από ανθρώπους εκτός Εκκλησίας δεν αφορά τον λαό μας. Αφορά μόνο τους ίδιους. Δεν πιστεύουν στην Ανάσταση των νεκρών αλλά μόνο στην... καθαριότητα των Πόλεων! Και θέλουν να κάνουν και τον πιστό λαό να... χαζέψη σαν κι’ αυτούς και να κάψη το σώμα του για χάρη του πολιτισμού των ανθρώπων της «πυρκαγιάς». Ο λαός μας στην πλειοψηφία του δεν θα ακολουθήση ανθρώπους της «πυρκαγιάς» γιατί σέβεται και διστάζει να κάψη ακόμη και μια φθαρμένη χάρτινη εικονίτσα. Πολύ περισσότερο δεν θα διανοηθή να κάψη ποτέ την σφραγισμένη με το άγιο Βάπτισμα και ποτισμένη με το Τίμιο Σώμα και Αίμα του Χριστού μας έμψυχη Εικόνα του Θεού, το σώμα του!

 

Πρωτοπρ. Βασίλειος Ε. Βολουδάκης

Εδημοσιεύθη στην Ενοριακή Ευλογία τον Φεβρουάριο 2006 αριθ. Τεύχους 43.

Δημιουργία αρχείου: 2-3-2005.

Τελευταία ενημέρωση: 22-12-2008.

ΕΠΑΝΩ