Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Ορθοδοξία

Η ταύτιση Θείας Ευχαριστίας και Εκκλησίας * Είναι οι άγιες εικόνες είδωλα; * Είναι λατρεία η προσκύνηση; * Γενικό και ειδικό ιερατείο

Θυσία και Λατρεία

Η διαφορά αντίληψης Ανατολής και Δύσης

Του π. Στεφάνου Φρήμαν

 

Πηγή: blogs.ancientfaith.com

Μετάφραση Κ. Ν.

 

Στη δεκαετία του 1970, το BBC έκανε μια σειρά, 'The Long Search' (Η Μακρά Αναζήτηση), στην οποία ο Ronald Eyre διερεύνησε διάφορες θρησκείες. Κατά τη γνώμη μου, παραμένει η καλύτερη σειρά που έχω δει.

 

Όταν ήρθε ο Χριστιανισμός, η σειρά με σοφία παρουσίασε τρεις χωριστές πραγματεύσεις: για τους Ορθοδόξους, για τους Καθολικούς και για τους Προτεστάντες. Στο πρόγραμμα για την Ορθοδοξία, ο Eyre ταξίδεψε στη Ρουμανία, η οποία ήταν τότε κάτω από την μπότα του Τσαουσέσκου και του επίσημου «αθεϊσμού».  Το μόνο που κατάφερε η δίωξη, ήταν να λάμψει ακόμα περισσότερο η Εκκλησία κατά την εξέταση του Eyre. Το Πατριαρχείο είχε αναθέσει σε έναν από τους εκπροσώπους του να συνοδεύσει και να καθοδηγήσει τον παραγωγό της ταινίας.

Σε μια πρώιμη συζήτηση, ο Eyre κάνει μια ιδιαίτερη ερώτηση, για το «Τι πιστεύουν οι Ορθόδοξοι...»

Η απάντηση ήταν διαφωτιστική:

«Θα ήταν καλύτερο να ρωτούσατε: 'Ποιόν λατρεύουν οι Ορθόδοξοι;»

Είναι κοινότοπο, το να εξηγηθεί η έννοια της λέξης 'Ορθόδοξος' ως «σωστή πίστη». Ωστόσο, ανάλογα με την προέλευση τής λέξης, μπορεί επίσης να σημαίνει: «σωστή δόξα», δηλαδή «σωστή λατρεία».  Οι Ορθόδοξοι είναι αυτοί που λατρεύουν τον αληθινό και ζώντα Θεό, ορθά και με τον σωστό τρόπο. 

Πολλοί άνθρωποι θα εκπλαγούν μαθαίνοντας πως  στην ιστορία της διαμάχης μεταξύ Ανατολής και Δύσης, Ορθόδοξων και Καθολικών, ανάμεσα στις πιο πικρές διαμάχες ήταν το ζήτημα του αν ο άρτος για την Θεία Ευχαριστία θα έπρεπε να είναι  ένζυμος ή άζυμος. Αυτό δεν ήταν σοβαρό πρόβλημα για τη Δύση (μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις), αλλά ήταν τεράστιο ζήτημα στην Ανατολή. Αυτό αποκαλύπτει μια πολύ διαφορετική στάση απέναντι στην ίδια τη λατρεία, κάτι που, διαχρονικά στην Ιστορία, έχει φανερώσει  τον εαυτό της με τρόπο πολύ ξεκάθαρο. Η διαφορά ήταν σε μια τάση στη Δύση να λένε, «Είναι η σκέψη που μετράει», ενώ στην Ανατολή είναι αυτό που κάνεις έμπρακτα που έχει σημασία.

Η τραγωδία του Σχίσματος των Παλαιών Πιστών στη Ρωσία είναι ριζωμένη σε αυτή την πτυχή της Ορθοδοξίας. Οι δικές μου, δυτικές ρίζες έτειναν να με κάνουν λίγο σκεπτικιστή για την Ανατολική προσέγγιση. Ο Χρόνος, ωστόσο, με έκανε να πιστέψω ότι είναι και σωστή και σωστική.

Στο αρχαίο Ισραήλ, η σωστή λατρεία φαίνεται να ήταν ένα προσεγμένο σημείο μέσα στις Γραφές και την Παράδοση.  Φυσικά, όταν υφίσταται μόνο ένας Ναός, είναι δύσκολο να βρεθούν παραλλαγές.

Μια δυσκολία με τη δυτική προσέγγιση είναι η κίνησή της από το εξωτερικό προς το εσωτερικό, και στη συνέχεια η αναπόφευκτη μορφοποίηση του εσωτερικού. Τον 8ο αιώνα, οι Πατέρες στην Ανατολή προσέφεραν έναν προσεκτικό ορισμό σχετικά με τιμή των εικόνων. Οι ενέργειες εκείνης της Συνόδου μεταφράστηκαν άσχημα στη λατινική εκδοχή και καταδικάστηκαν σθεναρά από τους Καρολίνγκιους.  Μέσα στις καταδίκες τους, ανέφεραν και κάποια θετικά πράγματα σχετικά με τις εικόνες (κυρίως αγάλματα), αλλά, πιο σημαντικά, περιέγραφαν την προσκύνησή τους ως κάτι που εντοπίζεται «μέσα στον οφθαλμό του μυαλού».  Ήταν ο 9ος αιώνας, και στη Δύση μια στροφή προς τα ψυχολογικά είχε ήδη αρχίσει.1

Η αλήθεια είναι πως δεν μπορούμε ποτέ να πούμε σε τι αποσκοπεί κάποιος με τις πράξεις του. Δεν μπορούμε να δούμε τις προθέσεις του. Δεν είναι ότι η εσωτερική μας διάθεσή δεν έχει ιδιαίτερη αξία·  το θέμα είναι πως είμαστε ένσαρκα όντα. Η λατρεία δεν είναι ποτέ μόνο εσωτερική. 

Υπάρχει μια κλασική φράση σχετικά με τη λατρεία: lex orandi, lex credendi. Σημαίνει: «ο νόμος της προσευχής είναι ο νόμος της πίστης». Γενικά, εφαρμόζεται στην πράξη της λατρείας της Εκκλησίας. Η Λειτουργία είναι πρωταρχική στη ζωή της πίστης - οι πράξεις μας πρέπει να (και τελικά) εκφράζουν και καθορίζουν αυτό που πιστεύουμε. Μπορείτε να λέτε πως πιστεύετε αυτό ή εκείνο, όμως η λατρεία σας είναι αυτό που αποκαλύπτει την αλήθεια της καρδιάς.

Οι συζητήσεις για τη λατρεία στις Δυτικές παραδόσεις γενικά επικεντρώνονται γύρω από την πρόθεση και την υποκειμενικότητα. Για κάποια ομάδα, η λειτουργική λατρεία μπορεί να είναι κατανυκτική και ευλαβική. Για μια άλλη, η λατρεία να είναι κακόφωνη, ηλεκτρονική και εκστατική. Και στις δύο ποικιλίες, δύναται να υπάρχουν πολλές παραλλαγές.  Και όταν η Δυτική προσοχή στρέφεται προς τους Ορθοδόξους, συχνά μας κατηγορούν για «λατρεία» εικόνων και αγίων. Η πιο συνηθισμένη αντίδραση των Ορθοδόξων συχνά στρέφεται και στην υποκειμενικότητα, διαμαρτυρόμενοι για το ότι οι ενέργειες που απευθύνονται σε εικόνες δεν αποσκοπούν στην λατρεία, αλλά απλώς στην τιμή.  Πρόκειται για μια συζήτηση που συχνά φαίνεται σαν κυκλική – εμείς λέμε πως ΔΕΝ το κάνουμε, και εκείνοι λένε πως το κάνουμε…

Η επιστροφή στην προσέγγιση των πρώιμων Ανατολικών Πατέρων μεταβάλλει τη φύση αυτής της συζήτησης. Ακολουθώντας το βιβλικό πρότυπο, η λατρεία πρωτίστως κατανοείται ως θυσία, ως μια προσφορά αίνων και ευχαριστιών, καθώς και ως εκπλήρωση του προτύπου της Παλαιάς Διαθήκης, της «αναίμακτης θυσίας» της  Θείας Ευχαριστίας.  Κατά τους βιβλικούς όρους, η λατρεία ενός ψεύτικου θεού ήταν προφανής σε όλους, ήτοι:  προσφέρατε θυσίες σε λάθος βωμό με τον λάθος θεό.

Στην Ορθόδοξη κατανόηση, η αναίμακτη θυσία της Θείας Ευχαριστίας είναι η πρωταρχική πράξη της λατρείας. Δεν είναι κάτι που κάνουμε καθώς λατρεύουμε:  είναι αυτό που η λατρεία είναι αληθινά.

Και αυτό είναι μια πολύ χρήσιμη διάκριση. Η τιμή και η προσκύνηση προσφέρονται σε πολλά πράγματα, εκ των οποίων πολλά δεν έχουν καθόλου θρησκευτικό χαρακτήρα. Στην δική μας κουλτούρα, τιμούμε κινηματογραφικούς αστέρες, πλούσιους ανθρώπους, γενναιόδωρους ανθρώπους, καθώς και πολλά πράγματα: έγγραφα, αντίκες, ιστορικά μνημεία κλπ.  Στον κλασικό Χριστιανισμό, πολλά πράγματα και πρόσωπα τιμούνται: άγιοι, τίμια λείψανα, ιεροί τόποι, ο Κλήρος.  Όλα αυτά τιμούνται κατά τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Αλλά σε καμία περίπτωση η Εκκλησία δεν έχει ποτέ προσφέρει θυσία σε οποιονδήποτε άλλον, παρά μόνο στον Θεό.

Αξίζει να σκεφτούμε πως ο Χριστός δεν μας δίνει μιαν απλώς διανοητική εκδοχή της Πίστης. Οι ξεκάθαρες εντολές:  «τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν», αντί απλώς να λέει, 'να με θυμάστε', διατηρεί την θέση μιας αληθινής προσφοράς και θυσίας στην καρδιά της λατρείας.  Για τον λόγο αυτό μας έδωσε Εκείνος το Βάπτισμα - μια μυστηριακή πράξη - ως μύηση για την κοινωνία μαζί Του.

Η λατρεία είναι κάτι που κάνουμε, όχι κάτι που απλώς σκεπτόμαστε ή αισθανόμαστε.

Φυσικά, η προτεσταντική σκέψη, πρωτίστως μέσω της αντι-καθολικής πολεμικής της, έχει γίνει αντι-θυσιαστική.  Οι στίχοι στην Προς Εβραίους Επιστολή που αναφέρονται στη θυσία του Χριστού, «άπαξ και δια παντός», έχουν παρερμηνευθεί για να προσβάλουν την θυσιαστική έννοια της Ευχαριστίας, παρά το γεγονός ότι επρόκειτο για μια πολύ κοινή διδασκαλία των Πατέρων.  Η Ορθοδοξία (και η Ρώμη απ’ όσα γνωρίζω) δεν έχουν διδάξει ποτέ πως η Ευχαριστία είναι μια επανα-θυσία του Χριστού, μια επανάληψη αυτού που μόνο άπαξ και δια παντός θα μπορούσε να είχε γίνει.

Υπάρχει, ωστόσο, μια σταθερή και συνεχής διδασκαλία: πως η άπαξ-και-δια-παντός θυσία του Χριστού επί του Σταυρού γίνεται παρούσα, μέσα στη Θεία Λειτουργία.  Άλλωστε, αυτή είναι η έννοια του «Τούτο εστί το σώμα μου ...τούτο εστί το αίμα μου».

Αυτό συμβαδίζει με την κατανόηση πως η θυσία είναι η πρωταρχική και διακριτική μορφή, καθώς και η ίδια η καρδιά της λατρείας.  Στις Γραφές, η θυσία είναι τόσο πρωταρχική, που οι αίνοι και οι ευχαριστίες αναφέρονται πίσω στις Γραφές προκειμένου να αποκτήσουν το νόημά τους: «θυσίαν αινέσεως και ευχαριστίας».

Ένας σύγχρονος Ορθόδοξος Γέροντας έχει πει πως η «ανταλλαγή» είναι η ίδια η καρδιά της λατρείας.  Αυτό είναι εγγενές στη θυσία. Η θυσία δεν αποτελεί ούτε έχει ποτέ κατανοηθεί ως πληρωμή. Ο Θεός δεν γίνεται να πληρωθεί. Η λατρεία είναι μια προσφορά, στην οποία δίνουμε στον Θεό ένα μέρος αυτών που Εκείνος μας έχει δώσει και λαμβάνουμε ζωή ως ανταπόδοση.

«Τα Σα εκ των Σων, Σοι προσφέρομεν, κατά πάντα και δια πάντα». Πρόκειται για μια ανταλλαγή που καθιερώνει και τρέφει την κοινωνία.

Επίσης αυτό:

 «Ο Θεός, ο Θεός ημών, ο τον ουράνιον άρτον, την τροφήν του παντός κόσμου, τον Κύριον ημών και Θεόν Ιησούν Χριστόν εξαποστείλας, σωτήρα και λυτρωτήν και ευεργέτην, ευλογούντα και αγιάζοντα ημάς· Αυτὸς ευλόγησον την Πρόθεσιν ταύτην, και πρόσδεξαι αυτήν εις το υπερουράνιόν Σου θυσιαστήριον. Μνημόνευσον, ως αγαθὸς και φιλάνθρωπος, των προσενεγκέντων και δι’ ους προσήγαγον· και ημάς ακατακρίτως διαφύλαξον εν τη ιερουργία των θείων Σου μυστηρίων. Ότι ηγίασται και δεδόξασται το πάντιμον και μεγαλοπρεπές όνομά Σου, του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων.»

Όταν η λατρεία ως θυσία κατανοείται σωστά, η τιμή και η προσκύνηση παίρνουν τις σχετικές θέσεις τους. Όταν όμως η θυσία χάνει κάθε στέρεο νόημα και είναι καθαρά εσωτερικοποιημένη, η διάκριση μεταξύ λατρείας και προσκύνησης γίνεται θολή.

Είναι πράγματι περίεργο: ζούμε μέσα στις μεταφορικές έννοιες και παύουμε να έχουμε οποιαδήποτε σχέση με τις ρίζες των εννοιών.

 

Σημειώσεις


1. Είμαι υπόχρεος στον Antony Ugolnik για το άρθρο του, «Iconoclasm vs. Art and Drama» (Εικονοκλασία έναντι Τέχνης και Δράματος) για αυτή την κατανόηση του χειρισμού της 7ης Συνόδου από τους Καρολίνγκιους.

Δημιουργία αρχείου: 24-11-2017.

Τελευταία μορφοποίηση: 24-11-2017.

ΕΠΑΝΩ