Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας Ορθοδοξία

 

Ο αναλλοίωτος Ορθόδοξος Μοναχισμός ελπίδα στην ανατολή της 3ης Χιλιετίας

Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χριστόδουλος

Εξαιρετική ομιλία του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ. Χριστοδούλου σε Μοναστικό Συνέδριο στα Μετέωρα, στην αλλαγή της χιλιετηρίδας.

Στις εορταστικές εκδηλώσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος, επί τη συμπληρώσει δύο χιλιάδων ετών από την κατά σάρκα Γέννηση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ιδιαίτερα σημαντική θέση κατέχει το παρόν Πανελλήνιο Μοναστικό Συνέδριο. Διότι μία αποτίμηση της παρουσίας και της προσφοράς της Ορθοδοξίας στον κόσμο, κατά την διαδρομή των είκοσι αιώνων, με αφορμή τους εφετινούς εορτασμούς, δεν θα ήταν δυνατόν να νοηθή χωρίς την αναφορά στον Ανατολικό Ορθόδοξο Μοναχισμό, καθ' ότι στον θεσμό αυτό διασώζεται γνήσια η ορθόδοξη πνευματικότητα και πραγματώνεται ο σκοπός της Εκκλησίας επί της γης.

Ο Μοναχισμός ανήκει οργανικά στο Σώμα της Εκκλησίας. Γεννιέται και ζη μέσα στους κόλπους της, είναι «σαρξ εκ της σαρκός και οστούν εκ των οστέων» [1] της. Τρέφεται, ανδρώνεται, καρποφορεί και αγιάζεται με τη χάρη των Μυστηρίων της και συγχρόνως ζωογονεί, στηρίζει, δοξάζει, λαμπρύνει την Εκκλησία, μέσα σε μια αδιάσπαστη οργανική ενότητα και σε μια αέναη σχέση αλληλοπροσφοράς. Εκτός Εκκλησίας δεν νοείται μοναχική αφιέρωση, αλλά και χωρίς Μοναχισμό θα έχανε το Σώμα της Εκκλησίας την ζωτικότητα και ευρωστία του, εφ' όσον λέγεται και είναι ο Μοναχισμός η «σπονδυλική στήλη» και «τα νεύρα» της.

Γι' αυτό και θεωρώ κορυφαίο γεγονός ιδιαιτέρας πνευματικής βαρύτητος τη σύγκληση του Συνεδρίου τούτου, και μάλιστα υπό την ευλογημένη σκιά των ιερών αγιομετεωρικών βράχων, ως απότιση, τρόπον τινά, φόρου τιμής και ευγνωμοσύνης της Αγίας μας Εκκλησίας προς την χαρισματική αυτή τάξη της και προς τα αναρίθμητα τεθεωμένα τέκνα της που απαρτίζουν την μακρά χορεία των οσίων ασκητών, ερημιτών και κοινοβιατών, προς τους Παχωμίους και Αντωνίους, τους Θεοδοσίους και τους Ευθυμίους, τις Μακρίνες και τις Συγκλητικές, προς όλους τους επωνύμους και ανωνύμους, παλαιούς και νεωτέρους, που με τα υπεράνθρωπα ασκητικά τους παλαίσματα, με την άμετρη εγκράτεια, τις πάννυχες στάσεις και τις ολοήμερες δεήσεις, την καθαρότητα και την άκρα ταπείνωσή τους, παρέτειναν την ιστορία του κόσμου, προς τους οσίους Μετεωρίτας πατέρας, οι οποίοι μας φιλοξενούν στον αγιασμένο τόπο τους και αοράτως παρίστανται, ευλογούντες την σύναξή μας, προς αυτούς ακόμη τους σημερινούς Μοναχούς και Μοναχές, που συνεχίζουν την μακραίωνη Μοναχική παράδοση στα πεντακόσια και πλέον εν λειτουργία Μοναστήρια της Πατρίδος μας, σ' αυτούς που μέσα στα κοινόβια σηκώνουν τον σταυρό της μαρτυρικής υπακοής και σ' αυτούς που μόνοι ή σχεδόν μόνοι, με συντροφιά συχνά τα γηρατειά και την αρρώστεια, κρατούν αναμμένα τα καντήλια και άσβηστο μαζί τον δαυλό της μοναχικής αφιερώσεως.

Ο γενικός τίτλος του Συνεδρίου, «Ο αναλλοίωτος Ορθόδοξος Μοναχισμός ελπίδα σωτηρίας στην ανατολή της 3ης χιλιετίας», προσφυής και λίαν περιεκτικός, συνοψίζει επιγραμματικά τη σημασία του Μοναχισμού για το μέλλον της ανθρωπότητος.

Οι εισηγήσεις, που κατανέμονται σε πέντε γενικές θεματικές ενότητες, θα εξάρουν και θα παρουσιάσουν εκτενέστερα την αξία και το σκοπό του Μοναχισμού, την ιστορία και τη θέση του μέσα στην Εκκλησία του Χριστού, την διαχρονική πολύπλευρη και πολυποίκιλη προσφορά του, την προοπτική και το ρόλο του στους επερχομένους αιώνες. Θα εξετασθούν, ακόμη, τα προβλήματα που ενίοτε ανακύπτουν, είτε μέσα πιο κόλπους του, είτε στις σχέσεις του με τον κόσμο και τους θεσμούς του κόσμου.

Οι Εισηγηταί, διακεκριμένοι εκπρόσωποι του Μοναχισμού και έγκριτοι πανεπιστημιακοί διδάσκαλοι, ήλθαν να καταθέσουν, οι μεν την πολύτιμη εμπειρία και σοφία τους από το πανεπιστήμιο της ερήμου, οι δε τους καρπούς εμβριθούς μελέτης της εκκλησιαστικής ιστορίας και των πατερικών συγγραμμάτων.

Ο Μοναχισμός παραμένει μέχρι και σήμερα, μετά δύο χιλιάδες χρόνια, αναλλοίωτος, διότι πρότυπο και εμπνευστής του, η βάση, το κέντρο και ο σκοπός του, το Α και το Ω του είναι ο «χθες και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας» [2] Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Παραμένει άτρεπτος, μέσα στον διαρκώς μεταβαλλόμενο και επί τα χείρω τρεπόμενο κόσμο, διότι βιώνει αυθεντικά το Ευαγγέλιο, εκ του οποίου «ιώτα έν ή μία κεραία ου μη παρέλθη» [3], κατά τον λόγο του Κυρίου.

Οι Μοναχοί είναι αυτοί που ενωτίζονται και αποδέχονται την σωτήρια αποστολική κλήση «δεύτε οπίσω μου» [4] και, αφήνοντας την πολυκύμαντη του κόσμου και των παθών θάλασσα, τα δίκτυα των βιοτικών μεριμνών, συγγένειες και φιλίες, ακολουθούν τον Σωτήρα Χριστό. τον ακολουθούν στην ατιμία, στην εγκατάλειψη και την οδύνη του Σταυρού, «σταυρούντες την σάρκα συν τοις παθήμασι και ταις επιθυμίαις» [5]. Τον συνοδεύουν στον Τάφο, θάπτοντες τις κοσμικές φιλοδοξίες και τις γήϊνες επιδιώξεις του παλαιού ανθρώπου κάτω από το ταπεινό ράσο και νεκρούντες καθημερινά «το ίδιον θέλημα» υπό τον ζυγό της υπακοής. Μετέχουν της Αναστάσεως, ανιστώντες εντός τους την πεπτωκυία θεία εικόνα και περιβαλλόμενοι, δια της πνευματικής τελειώσεως, την δόξα του αρχεγόνου κάλλους. Είναι οι πορευόμενοι στα ίχνη των Αγίων Αποστόλων, κήρυκες —σιωπηλοί τις περισσότερες φορές— του Ευαγγελίου και αναμορφωταί, με την εσωτερική τους μεταμόρφωση, της κοινωνίας. Είναι οι συνεχισταί και μιμηταί των Μαρτύρων και Ομολογητών της Πίστεώς μας, ισόβιοι αυτοί μάρτυρες της συνειδήσεως, ανεζωσμένοι εφ' όρου ζωής σε μια ανελέητη, συνεχή πάλη εναντίον της φύσεώς τους, σ' έναν πόλεμο χωρίς ανακωχή κατά του κόσμου και του κοσμοκράτορος, σε μια διαρκή ομολογία, έργω και λόγω και σχήματι.

Θεμέλιο της μοναχικής ζωής παραμένει πάντοτε η αγάπη προς τον Νυμφίο των ψυχών, με προϋπόθεση την αυτοπροαίρετη αποδοχή της θείας κλήσεως, και σκοπός η κατά χάριν θέωση, δια της μετοχής στις άκτιστες ενέργειες του Τριαδικού Θεού. Φθάνοντας στην θεοκοινωνία ο Μοναχός, εκπληρώνει το σκοπό της ενσάρκου οικονομίας του Θεού Λόγου, τον σκοπό ακόμη της δημιουργίας του κόσμου, αφού κατά τον Άγιο Μάξιμο τον ομολογητή «εις τούτο ημάς πεποίηκεν ο Θεός, ίνα γενώμεθα θείας κοινωνοί φύσεως, και της αυτού αϊδιότητος μέτοχοι, και φανώμεν αυτώ όμοιοι κατά την εκ χάριτος θέωσιν» [6]. Με την ενοίκηση Αγίου Πνεύματος προγεύεται την τρυφή του μέλλοντος αιώνος και βιώνει, εν μέρει, από την παρούσα ζωή την εσχατολογική πραγματικότητα.

Η θεοπτία, κατά τους νηπτικούς Πατέρες, έρχεται ως επιβράβευση της καθαρότητος της ψυχής, η οποία επιτυγχάνεται δια της τηρήσεως των τριών θεμελιωδών μοναχικών αρετών, της παρθενίας, της ακτημοσύνης και της υπακοής. Στα τρία αυτά πνευματικά αθλήματα αγωνίσθηκε το πλήθος των απ' αιώνος οσίων μοναχών και μοναζουσών, για να λάβη το έπαθλο των δωρεών του Αγίου Πνεύματος. Κι όσο θα προσφέρεται η «τρίσπονδη» αυτή ευάρεστη θυσία, ως «λογική λατρεία» [7] προς το «ζωόθυτον θύμα» [8], στα ιερά θυσιαστήρια της ερήμου, θα παρατείνεται το έλεος του Θεού στον κόσμο και θα συνεχίζεται η ζωή επί της γης.

Θυσία είναι και η καθαρά προσευχή του Μοναχού, μέσα από το θυσιαστήριο της καρδιάς, όπου θυσιάζεται το θέλημα, συντρίβεται το «εγώ», καταπνίγονται τα πάθη, φονεύονται οι παντοειδείς κακίες. Αυτή η προσευχή συγκινεί τον Θεό και απομένει η μόνη ελπίδα σωτηρίας στον σύγχρονο βιβλικό κατακλυσμό της αποστασίας, όπου είναι πλέον ορατός ο εφιαλτικός κίνδυνος της αυτοκαταστροφής, εφ' όσον, κατά τον Άγιο Ιωάννη της Κλίμακος, η προσευχή χαρακτηρίζεται ως «κόσμου σύστασις». [9]

Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, έχουμε ανάγκη από έμψυχες εικόνες του Ευαγγελίου, από αγίους που θα προσφέρουν τον εαυτό τους ως «ολοκαύτωμα θυσίας» [10] υπέρ των πληθυνομένων ανομιών και θα αποτρέπουν την δίκαιη οργή του Θεού. Και τους αγίους κυρίως μέσα στον κατ' εξοχήν αγιοτόκο θεσμό του Μοναχισμού μπορούμε να τους αναζητήσουμε. Η ανάδειξη αγίων είναι η μεγίστη ευεργεσία του Μοναχισμού προς τον κόσμο και το πλέον φιλάνθρωπο κοινωνικό του έργο. Οι άγιοι είναι οι καρποί του Ευαγγελίου και του Χριστού το εκτύπωμα, είναι η διάσωση της ευαγγελικής Αληθείας επί της γης, είναι οι φίλοι του Θεού και οι ισχυροί πρεσβευταί υπέρ της οικουμένης. Ο κόσμος θα υπάρχη όσο θα υπάρχουν άγιοι επάνω στη γη. Οι άγιοι είναι για τους πιστούς τα πρότυπα και οι ακατανίκητοι υπερασπισταί στους πειρασμούς του αντιδίκου, οι άμισθοι θαυματουργοί ιατροί σε κάθε ασθένεια και η καταφυγή στις τρικυμίες του βίου. Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, τονίζει χαρακτηριστικά στον πρόλογο του Συναξαριστού του: «Εν τω Συναξαριστή τούτω δεν περιέχονται δύο και τρεις, ή δέκα, ή εκατόν, ή χίλιοι άγιοι, αλλά χιλιάδες και μυριάδες και μιλλιώνια ολόκληρα αγίων, και σύννεφα πυκνότατα απείρων δικαίων. διατί; δια να σε αναψύχουν Χριστιανέ, με τας πρεσβείας των, από το καύμα των πειρασμών, δια να σε δροσίζουν με τας επιρροάς των χαρίτων τους, όταν ξηρανθής από την φλόγα των παθών, δια να σε σκεπάζουν άνωθεν με τας πτέρυγας των προστασιών τους, από τας επιβουλάς των ορατών και αοράτων εχθρών, και τελευταίον δια να σε κάμνουν να μη φοβήσαι από τον αόρατον πόλεμον των παθών και των δαιμόνων, έχων κύκλω σου μίαν αναρίθμητον παράταξιν τόσων και τόσων αγίων, οίτινες είναι βοηθοί σου». [11]

Ο Μοναχισμός διέσωσε και θα διασώση και πάλι την ακεραιότητα της Πίστεως και την θεογνωσία, δια της εμπειρίας της προσωπικής κοινωνίας με τον Θεό. Προασπισταί πάντοτε των Δογμάτων και των Αληθειών της Εκκλησίας οι Μοναχοί, πολέμιοι των αιρέσεων και θεματοφύλακες της Παραδόσεως, θα αποτελέσουν και σήμερα, με το γνήσιο ορθόδοξο αισθητήριό τους και με το ομολογιακό φρόνημά τους, την προφυλακή στον ύπουλο κίνδυνο του συγκρητισμού και σε κάθε επιβουλή κατά της Ορθοδοξίας.

Η πορεία των Μοναχών προς την θέωση αποτελεί το αντιστάθμισμα στην δαιμονοποίηση που επιχειρείται από την λεγομένη Νέα Εποχή. Στην μεθοδευομένη παγκοσμιοποίηση ο Μοναχός θα αντιπαραθέτη την προσδοκία και τον αγώνα του να γίνη η ανθρωπότητα, δια της αποδοχής και βιώσεως του αναλλοιώτου ευαγγελικού λόγου, «μία ποίμνη», [12] υπό «έναν ποιμένα» [13], τον Χριστό, όπου θα πρυτανεύη η αγάπη και όπου στόχος δεν θα είναι η επίγεια ευδαιμονία, αλλά η μακαριότητα της άνω Ιερουσαλήμ. Στις Οικουμενιστικές τάσεις θα προβάλλη την οικουμενικότητα της αγάπης του, η οποία υλοποιείται στην υπέρ της Οικουμένης προσευχή και στην συμμετοχή, παντί τρόπω, στον πόνο και την ανάγκη του πλησίον χωρίς διακρίσεις φυλετικές, εθνικές, κοινωνικές, ιδεολογικές.

Ο Μοναχισμός, κατά την δισχιλιετή πορεία του, έδωσε στην Εκκλησία πλήθος χριστομιμήτων αγίων ποιμένων, πατριαρχών, επισκόπων, ιερέων και πνευματικών πατέρων, οι οποίοι ανεδείχθησαν σε κάθε εποχή οι στύλοι της Ορθοδοξίας, οι σοφοί οικονόμοι των Μυστηρίων, οι κήρυκες του Ευαγγελίου, οι οδηγοί και τα στηρίγματα του πιστού λαού. Κι αν στο παρελθόν ο Μοναχισμός υπήρξε φυτώριο εργατών του Αμπελώνος του Κυρίου, στην εποχή μας, την κατ' εξοχήν υλόφρονα, και στο μέλλον, που θα γίνεται όλο και πιο σπάνια η καθαρότητα, ο χώρος του Μοναχισμού απομένει η ελπίδα για την ανεύρεση αξίων εκκλησιαστικών ποιμένων.

Η ρήση του αγίου Ιωάννου της Κλίμακος «Φως μεν μοναχοίς άγγελοι, φως δε πάντων ανθρώπων, μοναχική πολιτεία» [14] είναι όσο ποτέ επίκαιρη σήμερα και προφητική για τους επερχομένους αιώνες. στην διαρκώς εντεινομένη σύγχυση, στην αγνωσία και τον αποπροσανατολισμό, όπου, κατά τον Προφήτη Ησαϊα, «τίθεται το σκότος φως και το φως σκότος» [15] και «οι άνθρωποι ηγάπησαν μάλλον το σκότος ή το φως», [16] οι Μοναχοί, κοινωνοί του φωτός της Τρισηλίου Θεότητος, διασώζοντας την θεογνωσία κι επιτελώντας στη γη το έργο των αγγέλων, θα οδοδεικτούν στις σκοτεινές ατραπούς των υπαρξιακών αναζητήσεων το αληθινό φως και την μόνη οδό, στο χάος της αβεβαιότητος την πίστη και την βεβαιότητα της αναστάσεως και της αιώνιας ζωής.

Ο Μοναχός θα διδάσκη, με τον τρόπο της ζωής του, ότι πάντοτε είναι δυνατή η βίωση των ευαγγελικών εντολών και ότι η αγιότητα δεν είναι προνόμιο παλαιοτέρων μόνο γενεών, αλλά το υπέροχο όραμα και ο ιερότερος σκοπός ζωής σε κάθε εποχή. Οι σύγχρονοί μας Άγιοι, Άγιος Νεκτάριος, Όσιος Σάββας ο εν Καλύμνω, Όσιος Σιλουανός ο Αθωνίτης και τόσοι άλλοι αγλαοί καρποί από τον θεοφύτευτο μοναχικό αμπελώνα βεβαιούν του λόγου το αληθές και πιστοποιούν για πολλοστή φορά την καταλυτική παρουσία του Μοναχισμού στην κοινωνία μας.

Θα αποδεικνύη ο Μοναχός, με την πιστότητα στις υποσχέσεις του, ότι είναι εφικτός ο σώφρων βίος και μέσα στον καταιγισμό των συγχρόνων προκλήσεων, εφ' όσον, με την Χάρη του Αγίου Πνεύματος, κατορθώνει τα υπέρ φύσιν, πολιτευόμενος ως ασώματος.

Αρνούμενος κάθε υλική κτήση και παραμένοντας δια βίου ακτήμων, θα διακηρύττη εμπράκτως στον ανασφαλή, γι' αυτό και πολυμέριμνο και αγχώδη σύγχρονο άνθρωπο, ότι ο ενδύων τα «κρίνα του αγρού» [17] και τρέφων «τα πετεινά του ουρανού» [18] δεν πτωχεύει και δεν ολιγωρεί, αλλά μεριμνά ανύστακτα, παρέχοντας γενναιόδωρα, μαζί με τα πνευματικά, και τα χρειώδη της παρούσης ζωής, και μάλιστα «υπερεκπερισσού ων αιτούμεθα». [19]

Αναγόμενος ο Μοναχός, με την εκούσια υποταγή, στη σφαίρα της εσωτερικής ελευθερίας, θα συνεγείρη τον σημερινό αυτονομημένο, αλλά και όσο ποτέ καταδυναστευόμενο υπό της τυραννίας του ιδίου θελήματος άνθρωπο, στην επανάσταση κατά της δουλείας του «εγώ». Η ταπεινή και απερίεργη παραίτηση από την ιδία γνώμη και θέληση, χάριν της εμπιστοσύνης στην διάκριση του πνευματικού οδηγού και δι' αυτού στο θείο θέλημα, θα ελέγχη τον ορθολογισμό και τα ολισθήματα της συνήθως σφαλερής ανθρωπίνης κρίσεως.

Η Νέα Τάξη πραγμάτων σήμερα για να επιβληθή μεθοδεύει την εξαφάνιση της προσωπικότητος, με την αριθμοποίηση και την μαζοποίηση των λαών, και με την επιβολή, δια των μέσων ενημερώσεως, νέων προτύπων ζωής και νέου τρόπου σκέψεως. Σ' αυτή την «πολτοποίηση» οι κατ' εξοχήν ελεύθεροι άνθρωποι παραμένουν οι Μοναχοί. Η έρημος γίνεται έπαλξη ελευθερίας, καταρτίζοντας ολοκληρωμένες πνευματικές προσωπικότητες, με πεφωτισμένη κρίση και δύναμη αντιστάσεως, που θα υψώσουν φωνή διαμαρτυρίας εκεί που προσβάλλεται η έμψυχη εικόνα του Θεού. Αυτοί, οι «μη στοιχούντες εαυτοίς και μη έχοντες εαυτούς συνετούς», [20] όταν απειλείται η γνησιότης της Πίστεως, εν πλήθει διακρίσεως, αναδεικνύονται μαχηταί, μάρτυρες και ομολογηταί και οσάκις το προστασσόμενο αντιβαίνει στον θείο νόμο αρνούνται την υποταγή, «πειθαρχούντες Θεώ μάλλον ή ανθρώποις». [21]

Στο κοσμικό φρόνημα, το οποίο εισχωρεί και στη ζωή των μελών της Εκκλησίας, με κίνδυνο εκκοσμικεύσεως, χαλαρώσεως των ηθών και αποξενώσεως από τον ασκητικό χαρακτήρα της χριστιανικής ζωής, προτάσσει ο Μοναχός την σταθερότητα στις απ' αιώνος αρχές του αγγελικού πολιτεύματος και την προσήλωση στην αγιαστική ορθόδοξη Παράδοση. Παρέχει, με το σεμνό και απαρρησίαστο ήθος, με την ευγένεια, την καλοσύνη, την σιωπή και την εν γένει κόσμια συμπεριφορά του, ακόμη και με την εμμονή του στην παραδεδομένη εμφάνιση, πρότυπο χριστιανικής αναστροφής, ανατρέποντας την πλάνη ότι μπορεί να υπάρχη ο Χριστός στην καρδιά, όταν με τον τρόπο της ζωής ή με την εξωτερική εικόνα όχι μόνο Χριστός δεν ομολογείται, αλλά μάλλον κοσμικό πνεύμα προδίδεται. Και εδώ ανακύπτει επιτακτική η ανάγκη να αποφύγη ο σύγχρονος Μοναχισμός τις ψυχοφθόρες επιρροές του φρονήματος του κόσμου και να αυτοπροστατευθή από τον «εκσυγχρονισμό» της εποχής, που λυμαίνεται την γνησιότητα και την αυθεντικότητα της εν τω κόσμω παρουσίας του. Δυστυχώς, όμως, στις ημέρες μας εμφανίζονται ισχυρές τάσεις εκκοσμικεύσεως του Μοναχισμού υπό το πρόσχημα, είτε της κοινωνικής παρουσίας των Μοναχών, είτε της πνευματικής και πραγματικής αυτονομήσεώς των από την Εκκλησία και τους κανονικούς της ποιμένες. Το πνεύμα αυτό καλλιεργεί, μεταξύ των Μοναχών, την αντίληψη ότι ανήκουν μεν εις πολιόν εκκλησιαστικόν θεσμόν, αλλ' ότι δεν υπόκεινται στις κανονικές επιταγές των εκκλησιαστικών δικαιοδοσιών και των εκκλησιαστικών διατάξεων. Τούτο έχει ως αποτέλεσμα την διολίσθηση των Μοναχών στο επίπεδο στοιχείων που είναι δυνατόν να απειλήσουν την ενότητα του Κυριακού Σώματος. Από την άλλη μεριά και η Εκκλησία, στο πρόσωπο του Επισκόπου, οφείλει να προστατεύη την εσωτερική ζωή των Μοναχών και να μεριμνά για την κατά Θεόν ζωή και πολιτεία των, να εγγυάται την παραφυλακή των μοναστικών θεσμίων και να απέχη από κάθε επίβουλη, της εσωτερικής ενότητος της Αδελφότητος, επέμβαση. Μόνον έτσι διασώζεται ο αυθεντικός χαρακτήρας του Μοναχισμού και η καθοδηγητική των πιστών αποστολή του.

Ο Μοναχός, αρκούμενος στα χρειώδη για την θεραπεία των υλικών του αναγκών, αρνούμενος την άνεση, εργαζόμενος όχι προς ίδιον όφελος, αλλά για την διακονία των αδελφών, έχοντας προσηλωμένο τον νου και την καρδιά στον Θεό και αγιάζοντας την εργασία με την αδιάλειπτη προσευχή, πολιτεύεται «ως ξένος και παρεπίδημος επί της γης», [22] ελέγχοντας την κοσμική νοοτροπία, που ανάγει σε σκοπό της υπάρξεως τις επίγειες κτήσεις και απολαύσεις. δεν επιζητεί την καταξίωσή του στην προβολή, σε υψηλούς τίτλους, σε αναγνώριση και σε κοσμικές επιτυχίες, αλλά θεωρεί τιμή τον ονειδισμό χάριν του Χριστού και προτιμά την αφάνεια και την αδοξία, γνωρίζοντας ότι όλα αυτά τον ενδύουν με την «στολή της θεότητος», [23] την υψοποιό ταπείνωση, και του εξασφαλίζουν την αιώνια δόξα των Ουρανών.

Ο Μοναχισμός έχει αναδείξει μεγάλα αναστήματα της εκκλησιαστικής γραμματείας και τέχνης, αληθινούς Θεολόγους, πολυγραφώτατους συγγραφείς, εμπνευσμένους υμνωδούς και αγιογράφους, που εκληροδότησαν στην Εκκλησία τα απαράμιλλα δημιουργήματά τους, ως καρπούς αγάπης προς τον Θεό και προς τους αδελφούς και ποτέ ως μέσα προβολής και υστεροφημίας. Η αγάπη προς τον Χριστό και την Εκκλησία Του κινεί τον κάλαμο του θεολόγου και του συγγραφέως στην υπεράσπιση της Πίστεως ή στην κατήχηση του πληρώματος και όχι η επιθυμία της αναδείξεως. Ο θείος έρως, όχι ο πόθος της κενής δόξης, εμπνέει τον μελωδό και τον υμνογράφο, τον αγιογράφο ή τον καλλιγράφο Μοναχό, γι' αυτό και το έργο τους αγιάζεται μέσα στην ταπείνωση και την υπακοή και γίνεται μέσον σωτηρίας των πιστών.

Όταν ο κοσμικός άνθρωπος ονειρεύεται και επιδιώκει μια ζωή με άνεση και ευημερία, όταν για την πρόσκαιρη δόξα φθάνει να προδίδη πολλές φορές ακόμη και τις αρχές του, ο Μοναχός, δίδοντας τις φοβερές υποσχέσεις κατά την στιγμή της μοναχικής του κουράς, θα ετοιμάζεται «μη προς άνεσιν, μη προς αμεριμνίαν, μη προς τρυφάς, μη προς άλλο τι των επί γης τερπνών τε και απολαυστικών, αλλά προς εγκράτειαν σαρκός, προς κάθαρσιν ψυχής, προς πτωχείαν ευτελή, προς πένθος αγαθόν, προς πάντα τα λυπηρά και επίπονα της χαροποιού κατά Θεόν ζωής. και γαρ πεινάσαι έχει και διψήσαι και γυμνητεύσαι, υβρισθήναι τε και χλευασθήναι, ονειδισθήναι τε και διωχθήναι και πολλοίς άλλοις περιαχθήναι λυπηροίς». [24] και μέσα στην εκούσια αυτοκένωση, θα δείχνη με το ειρηνικό και φωτεινό του πρόσωπο ότι η αληθινή χαρά δεν βρίσκεται στα τερπνά του κόσμου, αλλά στην ένωση με τον χαροπάροχο Υιό και Λόγο του Θεού.

Τα Μοναστήρια αποτελούν πάντοτε πρότυπο εκκλησιαστικής ζωής για τους εν τω κόσμω Χριστιανούς. Με τις πολύωρες νυχθήμερες Ακολουθίες, μέσα στο απαραχάρακτο τυπικό, με την απαρέγκλιτη τήρηση των καθιερωμένων νηστειών και με την τακτική, συνειδητή συμμετοχή τους στα ιερά Μυστήρια, θα διακηρύττουν ότι δεν είναι προσκόλληση προς τύπους ο εκκλησιασμός, αλλά προσευχή, προσφορά λατρείας και αγάπης προς τον Θεό, συνάμα δε πνευματική τροφοδοσία. δεν είναι παρωχημένη τυπική συνήθεια η νηστεία, ούτε είναι τυχαίος ο σεβασμός των κανόνων της Εκκλησίας μας, αλλά ταπεινή και σωτήρια αποδοχή όσων οι Θεοφόροι Πατέρες εν Αγίω Πνεύματι εθέσπισαν. Δεν είναι εθιμική ανάγκη η συμμετοχή στα Μυστήρια, αλλά πηγή αγιασμού και μέσον απολυτρώσεως.

Όσο η αγάπη θα ψυχραίνεται μεταξύ των ανθρώπων, όσο η αδικία και το συμφέρον θα πληθαίνουν τη δυστυχία και ο βρόχος της μοναξιάς θα περισφίγγη θανάσιμα τις ψυχές, τα μοναχικά κοινόβια θα προβάλλονται ως πρότυπα αληθινής ανθρωπίνης κοινωνίας για τις οικογένειες και για τους λαούς. Η δικαιοσύνη και η ισότητα, που κανένα μέχρι σήμερα κοινωνικό σύστημα και καμμία ιδεολογία δεν μπόρεσε να επιτύχη, αιώνες τώρα πραγματώνεται στις μοναστικές Αδελφότητες. «Κοινωνίαν γαρ βίου τελεωτάτην εγώ καλώ (το κοινόβιον)», λέγει ο Μέγας Βασίλειος, «εν ή κτήσεως μεν ιδιότης εξώρισται, γνώμης δε εναντίωσις απελήλαται, ταραχή δε πάσα, και φιλονικία, και έριδες εκ ποδών εστήκασι, κοινά δε τα σύμπαντα, ψυχαί, γνώμαι, σώματα και όσοις τα σώματα τρέφεται και θεραπεύεται, κοινός ο Θεός, κοινόν το της ευσεβείας εμπόρευμα, κοινή η σωτηρία, κοινά τα αγωνίσματα, κοινοί οι πόνοι, κοινοί οι στέφανοι, είς οι πολλοί και ο είς ου μόνος, αλλ' εν πλείοσι». [25] στο κοινόβιο ο ισχυρότατος συνεκτικός δεσμός της εν Χριστώ αγάπης είναι ο υπέρτατος νόμος. Έτσι, το αξίωμα στην μοναστική κοινότητα είναι για τους Προεστώτες διακονία αγάπης, εκ Θεού, δια της Αδελφότητος, ανατεθείσα, και όχι άσκηση εξουσίας. Για τους υποτακτικούς η υπακοή είναι πύργος ασφαλείας και μέσον σωτηρίας, σε καμμιά περίπτωση καταπίεση ή αναγκαστική πειθαρχία. Δεν υπάρχουν εκεί πλούσιοι και πτωχοί, αριστοκράτες και πληβείοι, εξουσιασταί και δυναστευόμενοι, αλλά «αλλήλων ισόδουλοι, αλλήλων κύριοι.... και παρ' εκάστοις ολόκληρα τα καλά μένοντα πάντας ισοτίμως πλουσίους εργάζεται». [26]

Η Εκκλησία, ως κιβωτός των εθνικών μας αξιών, καλείται και σήμερα να διασώση την εθνική μας αυτοσυνειδησία, μέσα στον επιχειρούμενο εθνικό αποχρωματισμό. Η εμπροσθοφυλακή και σ' αυτόν τον αγώνα, όπως πάντοτε, οι Μοναχοί της. Στον οδοστρωτήρα της έξωθεν επιβαλλομένης παγκοσμιοποιήσεως και στην απεμπόληση υφ' ημών των ιδίων των τιμαλφών του Γένους μας, τα Μοναστήρια αναλαμβάνουν αποφασιστικά και πάλι τον ιστορικό εθνικό τους ρόλο. Θα διασώσουν ξανά τον ατίμητο θησαυρό της γλώσσας μας στην σημερινή γλωσσική Βαρβαροκρατία, την οποία συνιστά η βάναυση κακοποίησή της, η διακοπή της συνεχείας της και η διάσπαση της ενότητός της, με φυσικό επακόλουθο το αποκαρδιωτικό φαινόμενο της λεξιπενίας και της αγλωσσίας, κυρίως της νέας γενιάς της Πατρίδος μας. Η συνεχής επαφή των Μοναχών με τα συγγράμματα των Αγίων Πατέρων και με τα υμνολογικά κείμενα είναι συγχρόνως και σπουδή στην απαράμιλλη ελληνική γλώσσα. Με την άρνησή τους να υιοθετήσουν αδικαιολόγητες καταστροφικές επεμβάσεις στη δομή και στην μορφή της και να συμπράξουν έτσι στην κατακρεούργησή της, που είναι συγχρόνως και εθνικό έγκλημα, θα συντελέσουν, μέσα από την συγγραφική δραστηριότητά τους, η οποία, δόξα τω Θεώ, δεν είναι ευκαταφρόνητη, σε μια γλωσσική αναγέννηση.

Στο κατώφλι της νέας χιλιετίας πληθαίνουν οι αγωνίες για το μέλλον της ανθρωπότητος και η αγνωσία του Θεού προοιωνίζεται μύρια όσα δεινά για τα πρόσωπα και τους λαούς και γι' αυτόν ακόμη τον πλανήτη μας. Στα τόσα αδιέξοδα, η μόνη κιβωτός σωτηρίας και η μόνη δύναμη, ικανή να αναπλάση και αναμορφώση τον κόσμο, απομένει η Εκκλησία του Χριστού, με την απαραχάρακτη διδασκαλία και τα ιερά Μυστήριά της, με τους Αγίους και τα ζωντανά πρότυπα κατά Θεόν ζωής, το μικρό ποίμνιο των συνειδητών μελών της, με πρωτοπόρους πάντοτε τους Μοναχούς.

Οι παραινέσεις προς Μοναχούς του μεγάλου ασκητικού πατρός Αγίου Ισαάκ του Σύρου είναι ιδιαίτερα επίκαιρες τώρα που οι εχθροί της Εκκλησίας είναι πάμπολλοι και όσο ποτέ επικίνδυνοι και ο κόσμος αναζητεί ελπίδα σωτηρίας. «Δει τον μοναχόν είναι εν πάσι τοις εαυτού σχήμασι και πράγμασι τύπον ωφελείας τοις ορώσιν αυτόν, όπως εκ των πολλών αρετών αυτού των διαλαμπουσών ως ακτίνων, βλέποντες οι της αληθείας εχθροί και μη βουλόμενοι ομολογήσωσιν, ότι έστι τοις Χριστιανοίς ελπίς σωτηρίας βεβαία και αμετάπτωτος, πανταχόθεν τε επιδράμωσι προς αυτόν ως καταφύγιον όντα, ώστε υψωθήναι το κέρας της Εκκλησίας κατά των εχθρών αυτής και πολλούς κινηθήναι προς ζήλον της αυτού αρετής και του κόσμου εξελθείν, και γενέσθαι αυτόν αιδέσιμον εν πάσιν εκ του κάλλους της πολιτείας αυτού. Καύχημα γάρ της Χριστού Εκκλησίας η μοναχική πολιτεία». [27]

Αλλ' εάν για την Εκκλησία ο Μοναχισμός είναι καύχημα, δόξα και στέφανος, για τον κόσμο είναι και θα είναι, όσο δεν θα συσχηματίζεται προς το φρόνημά του, «σημείον αντιλεγόμενον», [28] για να φανή και με τον τρόπο αυτό η συμπόρευσή του με τον Αρχηγό της Πίστεώς μας. Θα είναι «Ιουδαίοις μεν σκάνδαλον, Έλλησι δε μωρία, αυτοίς δε τοις κλητοίς... Θεού δύναμις και Θεού σοφία». [29] Μήπως δεν είναι «τρέλα», κατά το δη λεγόμενον, η άρνηση των απολαύσεων της ζωής για τους κάθε εποχής «έλληνες», τους λάτρεις των ποικίλων ειδώλων, των χρημάτων, των ηδονών και της δόξης, ή ακόμη για τους ορθολογιστάς και τους υλιστάς; Ή δεν είναι σκάνδαλο για πολλούς «Ιουδαίους», που μπορεί να είναι και άνθρωποι της Εκκλησίας, οι οποίοι θεωρούν ως υψίστη καταξίωση του Χριστιανού την ιεραποστολή και την φιλανθρωπία μέσα στην κοινωνία, αγνοώντας την ιεραποστολική δύναμη της αγιότητος και της προσευχής και μέσα από το μοναχικό κελλί; Όμως για μας ο Μοναχισμός είναι σοφία και δύναμη Θεού. Δύναμη Θεού για την κραταιά παρεμβολή των Αγίων που προσφέρει στην Εκκλησία, για το ακαταμάχητο όπλο των προσευχών, για την αναπλαστική δύναμη των προτύπων χριστομιμήτου βιοτής. Δύναμη Θεού, διότι στα υπέρ φύσιν ασκητικά κατορθώματα γίνεται φανερή η ισχύς της πανσθενουργού θείας Χάριτος. Είναι Θεού σοφία, γιατί είναι ο κατ' αλήθειαν φιλόσοφος βίος. «Σοφώτεροι των πολλών», κατά τον Άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, «οι κόσμου χωρίσαντες εαυτούς, και τω Θεώ τον βίον καθιερώσαντες». [30]

Στους κατά κόσμον μωρούς, αλλά κατά Θεόν σοφούς Μοναχούς, καταφεύγουν όλο και περισσότερο οι άνθρωποι, αναζητώντας την γνησιότητα και την αληθινή αγάπη. Για πόσους πονεμένους δεν γίνονται η καταφυγή, για πόσους εγκαταλελειμμένους οι γνήσιοι αδελφοί και φίλοι, για πόσους το στήριγμα, οι οδηγοί, οι συμπαραστάτες! Πόσοι δεν ζητούν ένα κόμπο προσευχής στο κομποσχοίνι των Μοναχών, έχοντας πίστη στη δύναμη των προσευχών τους! Γεμίζουν οι ναοί των Μοναστηριών μας όλο και πιο πολύ από τους εν τω κόσμω πιστούς και αυτό είναι μια τρανή απόδειξη της εμπιστοσύνης και της τιμής του πληρώματος της Εκκλησίας προς τον ευλογημένο μοναχικό θεσμό και συνάμα ένα παρήγορο μήνυμα στροφής της ελληνικής κοινωνίας στην πατερική παράδοση. Η φιλάνθρωπη αυτή προσφορά των Μοναχών προς τον πάσχοντα άνθρωπο είναι δυνατόν —θα προσέθετα δε και ευκταίον— να προσλάβη και συστηματική μορφή, με την αφιέρωση λ.χ. κάποιων Μοναχών στην εκπαίδευση, σε σχολεία της Εκκλησίας, είτε στη νοσηλεία, είτε στην περίθαλψη γερόντων ή κατακοίτων, είτε σε άλλα κοινωνικά έργα, για τα οποία το μεγαλύτερο βάρος είναι η εξασφάλιση αξιότιμων στελεχών με ιεραποστολικό πνεύμα αγάπης προς τον συνάνθρωπο, κατάρτιση τέλεια και επίγνωση πνεύματος αυτοθυσίας και αυταπαρνήσεως. Ένας τέτοιος Μοναχισμός θα αποτελούσε στην εποχή μας την μεγάλη έκπληξη και μοναδικό παράδειγμα πρακτικού χριστιανικού τρόπου ζωής.

Ο Μοναχισμός θα συνεχίζη την αγιαστική του πορεία, εφ' όσον θα παραμένη πιστός στις αιώνιες αρχές του, στον χριστοκεντρικό και ασκητικό χαρακτήρα του και στην εκκλησιολογική συνείδησή του. Θα παραμένη αναλλοίωτος, όσο θα επιμένη στο πρώτιστο έργο του της προσευχής, της κατά Θεόν ησυχίας και της Θείας Λατρείας με τους αγιοτρόφους εκκλησιαστικούς ύμνους, όσο δεν θα αναζητή νέα πρότυπα, όσο θα έχη ως καθημερινό εντρύφημα το ιερό Ευαγγέλιο, τους βίους των Αγίων και τα συγγράμματα των πατέρων της Εκκλησίας. Θα διατηρή αδιάσπαστο το νήμα της γνησίας μοναχικής παραδόσεως, όταν δεν θα απορρίπτη την πείρα των Γερόντων, όπως συμβαίνει στη ζωή του κόσμου, δεν θα αμφισβητή και δεν θα κρίνη όσα καλώς παρεδόθησαν δια μέσου των αιώνων κι όσο δεν θα υπάρχη μεταξύ νέων και παλαιοτέρων το χάσμα των γενεών. Θα διασώζη το μαρτυρικό και ασκητικό ορθόδοξο φρόνημα, όσο θα τηρή το μέτρο και την διάκριση στην εξωτερική δραστηριότητα και στη χρήση της τεχνολογίας, θέτοντάς την στην υπηρεσία της αγάπης.

Η φιλανθρωπία του Θεού αυξάνει στην εποχή μας τις μοναχικές κλήσεις, γιατί ο κόσμος έχει ανάγκη αγίων και χρειάζονται πολλές προσευχές για να συνεχίση την πορεία του. Η σημερινή άνθηση του Μοναχισμού είναι μια ακόμη απόδειξη της μακροθυμίας του Θεού, μια ιδιαίτερη εύνοια προς την κατάσπαρτη από Μοναστήρια Πατρίδα μας, που αναβιώνουν στις ημέρες μας, μια ελπίδα για το μέλλον της ανθρωπότητος και γι' αυτό μια ανεκτίμητη θεία ευλογία. Όλοι, ως μέλη της Εκκλησίας του Χριστού, οφείλουμε και μπορούμε να συμβάλουμε στην διατήρηση και συνέχιση της ασκητικής παραδόσεως. Ιδιαιτέρως χρειάζεται ο ευαίσθητος μοναχικός θεσμός την προστασία, την αγάπη, την εμπιστοσύνη, τη στήριξη και την συμπαράσταση της διοικούσης Εκκλησίας. Οι ιδιαιτερότητες της μοναχικής ζωής επιβάλλουν μια λεπτή και διακριτική στάση εκ μέρους των εκκλησιαστικών ποιμένων. Ο σεβασμός των νόμων και των κανόνων που διέπουν την εσωτερική λειτουργία των Μονών και τις σχέσεις τους με την εκκλησιαστική διοίκηση, η συνεργασία και η αντιμετώπιση των Μοναχών ως εν Χριστώ τέκνων και όχι ως υφισταμένων είναι το απαραίτητο ευνοϊκό κλίμα για την ανάπτυξη των Μοναστικών Αδελφοτήτων.

Κηρύσσοντας την έναρξη του Μοναστικού Συνεδρίου, θέλω να ευχαριστήσω από καρδίας την οργανωτική επιτροπή για την άρτια διοργάνωση, τους εκλεκτούς εισηγητάς για τον επιστημονικό τους κόπο, τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Σταγών και Μετεώρων κ.κ. Σεραφείμ για την φιλοξενία, και όλους τους παρευρισκομένους για την πρόθυμη ανταπόκριση στην πρόσκλησή μας. Καλή επιτυχία στις εργασίες του Συνεδρίου, το οποίο εύχομαι να αποτελέση ένα σταθμό στην ιστορία του Μοναχισμού, αναζωπυρώνοντας στους μοναχούς τον ζήλο της ασκήσεως και στους εν τω κόσμω αδελφούς την προθυμία για την κατά το δυνατόν μίμηση της ισαγγέλου μοναχικής πολιτείας και ενθαρρύνοντας νέες κλήσεις που θα πυκνώσουν τις τάξεις του, ενισχύοντας έτσι την παράταξη της Εκκλησίας κατά των ορατών και αοράτων εχθρών της και αυξάνοντας τον αριθμό των υπέρ του σύμπαντος κόσμου προσευχομένων.

Ομιλία του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ. Χριστοδούλου

 

Σημειώσεις

[1] Γέν. β’, 21.
[2] Εβρ. ιγ’, 8.
[3] Ματθ. ε’, 18.
[4] Ματθ. δ’, 19.
[5] Γαλ. ε’ 24.
[6] Μαξίμου του Ομολογητού, «Kεφάλαια θεολογικά και οικονομικά, Εκατοντάς Α’, μβ’» Φιλοκαλία, ΕΠΕ, τόμ. 15Δ, σελ. 38.
[7] Ρωμ. ιβ’, 1.
[8] Μεγαλυνάρια Θ’ ωδής του Πάσχα.
[9] Ιωάννου Σιναίτου Κλίμαξ, Λόγος ΚΗ, α’, Έκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου 1986, σελ. 355.
[10] Σοφία Σολομώντος γ’, 6.
[11] Αγ. Νικοδήμου του Αγιορείτου, Συναξαριστής, Τόμ, Α’ , Εκδ. Κων. Σπανού, σελ. κβ’.
[12] Ιωάν. ι’, 16.
[13] Ιωάν. ι’, 16.
[14] Ιωάννου Σιναίτου, Κλίμαξ, Λόγος Κστ’, κγ’, Έκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου 1986, σελ. 289.
[15] Ησαΐας ε’, 20.
[16] Ιωάν. γ’, 19.
[17] Ματθ. στ’, 28.
[18] Ματθ. στ’, 26.
[19] Εφεσ. γ’, 20.
[20] Αββά Δωροθέου, Έργα ασκητικά, Διδασκ. Ε’ , Εκδ. «Ετοιμασία», , σελ. 168, Καρέας 1983.
[21] Πράξ. ε’, 29.
[22] Εβρ. ια’, 13.
[23] Ισαάκ του Σύρου, Λόγοι ασκητικοί, Λόγος Κ’, ΕΠΕ ,Φιλοκαλία 8Α, σ. 310.
[24] Ακολουθία του Μεγάλου και Αγγελικού Σχήματος.
[25] Μ. Βασιλείου, Ασκητικαί Διατάξεις, ΕΠΕ 9, σελ. 478.
[26] Μ. Βασιλείου, Ασκητικαί Διατάξεις, ΕΠΕ 9, σελ. 480.
[27] Ισαάκ του Σύρου, Λόγοι ασκητικοί, Λόγος Ι’, ΕΠΕ, Φιλοκαλία 8Α, σελ.216.
[28] Λουκά β’, 34.
[29] Α’ Κορινθ. α’, 2324.
[30] Γρηγορίου του Θεολόγου, Εις τον Μέγαν Βασίλειον επιτάφιος, ΕΠΕ, 6, σελ. 178.

Δημιουργία αρχείου: 14-3-2006.

Τελευταία ενημέρωση: 29-11-2007.

ΕΠΑΝΩ