Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Επιστροφή στην Κεντρική σελίδα

Πατέρες και Ψυχοθεραπευτικά

 

Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού (580-662)

Περί Αγάπης

Από την  4η εκατοντάδα των κεφαλαίων, μεταφρασμένα από τον οσιολογιώτατον Μον. Θεόκλητον Διονυσιάτην

Πηγή: Εκδοσεις «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ» -  Αφυπνιστικά Πατερικά Μηνύματα από την Σοφίαν των Θεοφόρων Πατέρων της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. – Διαφόρων Αγίων Πατέρων

 

Για ποια αιτία ο Θεός δημιούργησε τα ορατά και αόρατα, είναι ωφέλιμο να το ερευνάς, διότι είναι δυνατή αυτή η γνώση.  Αλλά μην αναζητάς το πώς δημιούργησε και γιατί τώρα δημιούργησε, διότι είναι υπέρ την δύναμη του νου σου.  Τα θεία, άλλα είναι καταληπτά και άλλα είναι ακατάληπτα από τους ανθρώπους. Διότι η αχαλίνωτη θεωρία μπορεί να ωθήσει σε γκρεμούς τον άνθρωπο, όπως είπε κάποιος Άγιος (ο Θεολόγος Γρηγόριος).

Το θείον - και τα θεία - είναι εν μέρει γνωστά, και εν μέρει άγνωστα.  Γνωστά μεν είναι τα περί τον Θεό θεωρούμενα, άγνωστα δε είναι όσα είναι της ουσίας του Θεού.

Η ψυχή τότε κινείται με ορθό λόγο, όταν το επιθυμητικό μέρος αυτής έχει συγχωνευθεί  με την γενική εγκράτεια∙ το δε θυμικόν μέρος έχει δεσμευθεί υπό της αγάπης και αποστρέφεται το μίσος∙ το δε λογιστικό ασχολείται με τις προσευχές και τις πνευματικές θεωρίες.

Ακόμη δεν απέκτησε τελεία αγάπη, ούτε κατά βάθος γνώσιν της σοφίας της θείας Πρόνοιας, εκείνος που, κατά τον καιρό του πειρασμού, αντί να μακροθυμήσει στα λυπηρά που του συμβαίνουν, αποκόπτεται από την εν ενότητι αγάπη των πνευματικών αδελφών του.

Σκοπός της θείας Πρόνοιας είναι να ενοποιεί, δια της ορθής πίστεως και της πνευματικής αγάπης, εκείνους που είναι αποσχισμένοι από ποικίλους λόγους πλάνης. Για τούτο άλλωστε έπαθε ο Χριστός, «ίνα τα τέκνα του Θεού τα διεσκορπισμένα συναγάγει εις εν» (Ιωαν. ια’ 52).  Όποιος δεν δέχεται τα οχληρά, και ούτε υπομένει τα επίπονα, αυτός βαδίζει μακριά από τον σκοπό της θείας Πρόνοιας και την θεία αγάπη.

Μην θεωρήσεις ως φίλους εκείνους που σου μεταφέρουν λόγια, τα οποία σου προκαλούν λύπη και μίσος κατά του αδελφού, έστω και αν είναι αληθινά, αλλά να τους αποστρέφεσαι ως θανατηφόρους όφεις.  Έτσι, και αυτούς θα σταματήσεις από τον κακό αυτό ρόλο, και την ψυχή σου θα απαλλάξεις από την κακία αυτή.

Δεν είναι μικρός ο αγώνας να απαλλαγεί κανείς από την κενοδοξία.  Η απαλλαγή συντελείται δια της εσωτερικής πνευματικής εργασίας των εντολών και αδιαλείπτου προσευχής.  Σημείο δε ότι απηλλάγη κανείς από την κενοδοξία, είναι το ότι ουδόλως μνησικακεί προς τον κακολογήσαντα ή κακολογούντα.

Ο Χριστιανός φιλοσοφεί στα τρία αυτά:  στις εντολές, στα δόγματα και στην πίστη.  Και οι μεν εντολές ελευθερώνουν τον νου εκ των παθών, τα δε δόγματα εισάγουν τον νου στην γνώση των όντων, η δε πίστη οδηγεί στην θεωρία της Αγίας Τριάδος.

Εκείνος που αγαπά τον Χριστό, πάντως Τον μιμείται κατά δύναμη.  Δηλαδή ο Χριστός δεν έπαυσε να ευεργετεί τους ανθρώπους.  Όταν Του εφέροντο αχαρίστως και Τον βλασφημούσαν, Εκείνος μακροθυμούσε.  Όταν Τον κτυπούσαν και Τον σταύρωναν, υπέμενε, μη σκεπτόμενος καθόλου κανένα κακό γι’ αυτούς. Αυτά δε τα τρία έργα είναι εκφραστικά της αγάπης προς τον πλησίον, χωρίς τα οποία απατάται εκείνος που νομίζει ότι αγαπά τον Χριστό, ή ότι θα τύχει της Βασιλείας Του.  Διότι λέγει, «ου γαρ ο λέγων μοι Κύριε, Κύριε, ούτος εισελεύσεται εις την Βασιλείαν των ουρανών, αλλ’ ο ποιών το θέλημα του Πατρός μου» (Ματθ. ζ’ 21).  Και πάλιν∙ «ο αγαπών με, τας εντολάς μου τηρήσει» (Ιωαν. ιδ’ 15).

Όταν καταξιωθείς να λάβεις λίγη γνώσιν από τον Θεό, φρόντιζε για την εγκράτεια και την αγάπη.  Οι δύο αυτές αρετές καθαρίζουν το παθητικό μέρος της ψυχής και προετοιμάζουν πάντοτε την οδό για την πρόσληψη πνευματικής γνώσεως.

Μη περιορίζεις όλη την ασκητικότητά σου στην σάρκα, αλλά να την ασκείς με συμμετρία, και να στρέψεις όλη την ενεργητικότητα του νου σου στην εσωτερική εργασία.  Διότι, όπως λέγει ο Απόστολος, «η σωματική γυμνασία, προς ολίγον εστι ωφέλιμος∙ η δε ευσέβεια προς πάντα εστι ωφέλιμος» (Α’ Τιμ. δ’ 8).

Εκείνος που αδιαλείπτως διατρίβει εντός του, σωφρονεί, μακροθυμεί, χρηστεύεται, ταπεινοφρονεί.  Και όχι μόνον αυτά ενεργεί, αλλά και ασχολείται με θεωρίες πνευματικές, θεολογεί και προσεύχεται.  Και αυτό είναι εκείνο που λέγει ο Απόστολος∙  «πνεύματι περιπατείτε», και τα λοιπά (Γαλ. ε’ 16).

Εάν ο Χριστός «κατοικεί διά της πίστεως εις τας καρδίας μας» (Κολοσσαείς 2/β: 3), κατά τον θείον Απόστολον, πάντες δε «οι θησαυροί της σοφίας και της γνώσεως είναι εις τας καρδίας μας απόκρυφοι».  Και αποκαλύπτονται ενεργώς στις ψυχές μας, κατά την αναλογία της καθαρότητος εκάστου, που επιτελείται δια της εργασία των εντολών.

Το θυμικό μέρος της ψυχής χαλίνωσέ το με την αγάπη∙  το επιθυμητικό αυτής καταμάρανέ το με την εγκράτεια και το λογιστικό αυτής πτέρωσέ το δια της προσευχής∙ έτσι το φως του νου δεν θα σκοτισθεί ποτέ.

Αγωνίσου, όσο μπορείς, να αγαπήσεις κάθε άνθρωπο∙ εάν δεν μπορείς να το κάνεις αυτό, τουλάχιστον μη μισήσεις κανένα∙ δεν μπορείς ούτε αυτό να το επιτύχεις, εάν δεν καταφρονήσεις τα πράγματα του κόσμου.

Ο δείνα βλασφήμησε;  Μη μισήσεις αυτόν, αλλά την βλασφημία και τον δαίμονα που τον απάτησε να βλασφημήσει.  Αν όμως μισήσεις τον βλασφημήσαντα, μίσησες άνθρωπο και έτσι παρέβης την εντολή.  Και εκείνο που έκαμε αυτός με τον λόγο, εσύ το κάμνεις με το έργο.   Εάν θέλεις να φυλάς την εντολή του Χριστού, δείξε την αγάπη σου, και αν μπορείς, βοήθησέ τον να απαλλαγεί από το κακό.

Πολλοί είμαστε οι λέγοντες, αλλά λίγοι οι ποιούντες.  Παρά ταύτα όμως, ουδείς δικαιούται να νοθεύσει τον λόγο του Θεού από την αμέλειά του, αλλά πρέπει να ομολογεί την αδυναμία του και να μη αποκρύπτει την αλήθεια του Θεού.  Έτσι, δεν θα καταστούμε υπόδικοι, μαζί με τις παραβάσεις των εντολών, και για την νόθευση του λόγου του Θεού.

Η αγάπη και η εγκράτεια ελευθερώνουν την ψυχή από τα πάθη.  Η ανάγνωση και η θεωρία απαλλάσσουν τον νου από την άγνοια.  Η δε προσευχή εμφανίζει τον νου ενώπιον του Θεού.

Όταν μας δουν οι δαίμονες να καταφρονούμε τα πράγματα του κόσμου, με σκοπό να μην μισήσουμε τους ανθρώπους και έτσι εκπέσουμε από την αγάπη τους, τότε σηκώνουν συκοφαντίες εναντίον μας, όπως μη δυνάμενοι να υποφέρουμε, μισήσουμε τους συκοφαντήσαντες.

Όσο περισσότερο εσυ προσεύχεσαι από τα βάθη της ψυχής υπέρ του συκοφαντήσαντος, τόσον πιο πολύ ο Θεός πληροφορεί τους σκανδαλισθέντες περί της αθωότητος του συκοφαντηθέντος.

Μπορεί να έχει κανείς πολλούς φίλους, αλλά κατά τον καιρόν της ευτυχίας του∙ κατά τον χρόνο όμως των πειρασμών και των θλίψεων, μόλις που θα βρεις ένα.

Πρέπει να αγαπάμε από την ψυχή μας κάθε άνθρωπο, να έχουμε αναθέσει τις ελπίδες μας μόνον στον Θεό, και με όλη την δύναμή μας Αυτόν να υπηρετούμε. Διότι, εφ’ όσον μας συντηρεί ο Θεός, και οι φίλοι όλοι θα μας προστατεύουν, οπότε οι εχθροί όλοι θα είναι ανίσχυροι απέναντί μας.  Όταν όμως ο Θεός μας εγκαταλείπει, όλοι οι φίλοι μάς αποστρέφονται και οι εχθροί μας γίνονται δυνατοί.

Τέσσαρες είναι οι γενικοί τρόποι εγκαταλείψεως:

α)  Η οικονομική (=της Θείας Οικονομίας) εγκατάλειψη, που έγινε κατά το πάθος του Κυρίου, όπως δια της θεωρουμένης εγκαταλείψεως σωθούν οι εγκαταλελειμμένοι.

β)  Η προς δοκιμήν εγκατάλειψη, όπως συνέβη με τον Ιώβ και τον Ιωσήφ, για να αναφανούν στήλες και υποδείγματα: ο μεν πρώτος ανδρείας, ο δε Ιωσήφ σωφροσύνης.

γ)  Η προς παιδαγωγίαν πατρική εγκατάλειψη, όπως συνέβη με «τον σκόλοπα της σαρκός» του Αποστόλου Παύλου, για να διαφυλάξει «την υπερβολή των αποκαλύψεων» και της Χάριτος με ταπεινοφροσύνη, και

δ)  Η εγκατάλειψη από αποστροφή του Θεού, όπως εγένετο στους Ιουδαίους με σκοπό όπως τιμωρούμενοι πέσουν σε μετάνοια.  Όλοι οι τρόποι αυτοί είναι σωτήριοι και γεμάτοι από θεία αγαθότητα και φιλανθρωπία.

Πολλοί μεν είπαν πολλά περί αγάπης, αλλά μόνο στους μαθητές του Χριστού θα την ζητήσεις και θα την βρεις, επειδή μόνο αυτοί είχαν την αληθινή Αγάπη (τον Χριστό), τον διδάσκαλο της αγάπης, περί της οποίας έλεγαν∙ «εάν έχω προφητείαν και ειδώ τα μυστήρια πάντα και πάσαν την γνώσιν, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ωφελούμαι» (Α’ Κορ. ιγ’ 2).  Εκείνος που απέκτησε την αγάπη, αυτός τον Θεό απέκτησε, επειδή «ο Θεός αγάπη εστιν» (Α’ Ιωαν. δ’ 8).

Αυτώ η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας. Αμήν.

Δημιουργία αρχείου: 14-2-2012.

Τελευταία ενημέρωση: 14-2-2012.