Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Πατέρες, Θεολογικά και Μελέτες

Πίστευε η αρχαία Εκκλησία στην Αγία Τριάδα; * Ο Ιππόλυτος Ρώμης (170-235 μ.Χ.) και το Τριαδικό Δόγμα * Τι εννοούσε ο Τερτυλλιανός όταν μιλούσε για χρονική αρχή τού Υιού; * Τριαδικοί Ενικοί και Πληθυντικοί στην Αγία Γραφή * Τριαδικά Χωρία Μέρος 1ο: Μυστηριώδεις Ενικοί και Πληθυντικοί * Η περί λόγου Διδασκαλία τού Θεοφίλου Αντιοχείας

Ποιο είναι το Τρίτο Πρόσωπο τής Αγίας Τριάδος κατά τον Θεόφιλο Αντιοχείας;

(;- 183/188 μ.Χ.)

Αιτίες τών διαφορών στην ορολογία τής Θεολογίας τών Πατέρων

 

 

Οι Αρειανιστές ισχυρίζονται ότι το δόγμα τής Αγίας Τριάδος δημιουργήθηκε τον 4ο αιώνα, και ότι επιβλήθηκε με την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο. Κλείνοντας τα μάτια σε πλήθος χωρίων ακόμα και τής Αγίας Γραφής, που μιλούν σαφέστατα για Πατέρα, Υιό και Άγιο Πνεύμα, αντί να παραδεχθούν το λάθος τους, εμμένουν στην αίρεση ζητώντας να τους δείξουμε αυτό το ίδιο το όνομα: "Αγία Τριάδα", στην πρωτοχριστιανική γραμματεία, λες και τα τρία πρόσωπα που προαναφέραμε, είναι δυάδα, ή τετράδα!

Παρ' όλα αυτά, εμείς υποχωρώντας στον παραλογισμό τους, χάριν τής σωτηρίας τους, τους υποδεικνύουμε ότι πράγματι, ακόμα και η λέξη "Τριάς", χρησιμοποιήθηκε ενωρίτατα από τους Χριστιανούς, πολύ πριν από τον 4ο αιώνα που εμφανίσθηκε ο δικός τους αιρεσιάρχης ο Άρειος. Και τότε προχωρούν σε μία ακόμα κίνηση άρνησης τής αλήθειας. Ισχυρίζονται ότι οι Χριστιανοί τών πρώτων αιώνων, μιλούσαν δήθεν για "άλλη Τριάδα", και όχι για τον σημερινό Θεό τών Χριστιανών!

 

1. Η πρόφαση τών Αρειανιστών, για να αποφύγουν την ύπαρξη τής Αγίας Τριάδος στον Β΄ αιώνα

Είναι τόση η προκατάληψη και το μίσος τών Αρειανιστών για τον αληθινό Τριαδικό Θεό, που ακόμα και όταν τους υποδεικνύουμε ότι οι πρώτοι Χριστιανοί χρησιμοποιούσαν ενωρίτατα ακόμα και τον όρο "Αγία Τριάς", καταφεύγουν σε μία ακόμα σοφιστεία, ισχυριζόμενοι ότι οι πρώτοι Χριστιανοί δήθεν μιλούσαν για "άλλη Τριάδα", λες και ο κόσμος ήταν γεμάτος από Τριαδικούς θεούς! Οι άνθρωποι αυτοί εκμεταλλεύονται την αρχαία διατύπωση τών Χριστιανικών δογμάτων, που ακόμα δεν είχε επικρατήσει πώς να διατυπώνονται με τις σαφείς λέξεις που καθιερώθηκαν αργότερα. Έτσι λοιπόν, αν και οι πρώτοι Χριστιανοί μιλούν για τα ίδια ακριβώς πράγματα με εμάς, αλλά χρησιμοποιούν γι' αυτά διαφορετικές λέξεις, οι αιρετικοί ισχυρίζονται ότι αφού είναι άλλες οι λέξεις, είναι άλλο και το περιεχόμενο! Προσπαθούν να αρπαχθούν απελπισμένα από τη διαφορετική διατύπωση, για να πουν ότι δήθεν διαφέρει και το περιεχόμενο, και να εμμείνουν στον ισχυρισμό τους, ότι το Τριαδικό δόγμα είναι τού Δ΄ αιώνα, και ότι Αποστολική διδασκαλία.

Το ίδιο κάνουν και με τον Θεόφιλο Επίσκοπο Αντιοχείας (κοιμήθηκε γύρω στο 183-188 μ.Χ.). Αυτός είναι ένα κομβικό πρόσωπο στο δόγμα τής Αγίας Τριάδος, μια και βρίσκουμε στα δικά του συγγράμματα, ήδη από το Β΄ μισό τού Β΄ Αιώνα, να χρησιμοποιείται για πρώτη φορά το όνομα "Τριάς" για τον Θεό και για τα τρία πρόσωπα τής Θεότητος. Από τα συγγράμματα τού Θεοφίλου, έχουν διασωθεί μόνο τρία, με το κοινό όνομα: "Προς Αυτόλυκον". Και εκεί βρίσκουμε την επίμαχη λέξη να αναφέρεται σαφέστατα στα πρόσωπα τής Θεότητος!

"Ωσαύτως και αι τρεις ημέραι αι προ των φωστήρων γεγονυΐαι τύποι εισί της Τριάδος, του Θεού και του Λόγου αυτού και της Σοφίας αυτού" («Προς Αυτόλυκον» Β', 15, ΒΕΠ 5, 32).

Υποδεικνύουμε λοιπόν αυτή την πρώτη γνωστή χρονικά αναφορά τής Αγίας Τριάδος προς τους Αρειανιστές, ως απάντηση στον ισχυρισμό τους για Τριάδα δήθεν τού Δ΄ αιώνα, και αυτοί μας απαντούν ότι ο Θεόφιλος πίστευε σε... "άλλη Τριάδα"! Ο παραλογισμός σε όλο του το σκοτάδι!

Αυτό το λένε, λαμβάνοντας αφορμή από τη διατύπωση τού Θεοφίλου, με διαφορετικό όνομα για το Άγιο Πνεύμα, (από ότι χρησιμοποιούσαν και χρησιμοποιούν ανέκαθεν οι Χριστιανοί), με το όνομα: "Σοφία". Μας λένε λοιπόν, ότι ο Θεόφιλος, δεν πίστευε στην Ορθόδοξη Αγία Τριάδα, δηλαδή "στον Πατέρα, στον Υιό-Λόγο και στο Άγιο Πνεύμα", αλλά "στον Πατέρα, στον Λόγο και στη Σοφία".

Ας απαντήσουμε λοιπόν σε αυτή την πρόφαση τών Αρειανιστών, δια τής οποίας προσπαθούν να αποφύγουν τη διάψευσή τους από τα ιστορικά ντοκουμέντα τής πρωτοχριστιανικής περιόδου.

 

2. Οι λόγοι τών διαφορών στη διατύπωση τών δογμάτων

Γιατί υπάρχει αυτή η διαφορά λοιπόν;

Το πρώτο που πρέπει αρχικά να θυμόμαστε, είναι ότι η Χριστιανική πίστη, δεν είναι φιλοσοφικό σύστημα, ή πακέτο δογμάτων, ή σύνολο κανόνων, ή παράδοση τού παρελθόντος. Είναι ΕΜΠΕΙΡΙΚΟ ΒΙΩΜΑ τών Χριστιανών, οι οποίοι πιστεύουν σε έναν ΖΩΝΤΑΝΟ ΘΕΟ, υπαρκτό ΣΕ ΚΑΘΕ ΕΠΟΧΗ, ο Οποίος σε κάθε εποχή ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΤΑΙ ΣΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ, και δεν ανακαλύπτεται μέσω κειμένων ή δογμάτων, ή διατυπώσεων, σαν να ήταν ένα νεκρό απολίθωμα τού παρελθόντος.

Η Θεία Αποκάλυψη, δεν είναι παρά η φανέρωση τού Θεού στους Θεουμένους αγίους, οι οποίοι Θεολογούν, έχοντας ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΚΑΙ ΓΝΩΣΗ ΘΕΟΥ. Οι δε λοιποί Χριστιανοί, που δεν έχουν φθάσει ακόμα στην εμπειρία τής Θέωσης και τής "πρόσωπον προς πρόσωπον" επίγνωσης τού Θεού, μαθαίνουν γι' αυτή τη Θεία αποκάλυψη τού Θεού προς τους αγίους, ΑΠΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΧΕΡΙ, μέσω τής Ιεράς Παράδοσης τής Εκκλησίας, η οποία παραδίδεται από τους αγίους, μέσω τών Οικουμενικών Συνόδων, τής Αγίας Γραφής και τών άλλων Θεοπνεύστων κειμένων και ψαλμών τής Εκκλησίας.

 

Το δεύτερο που πρέπει να θυμόμαστε, είναι ότι αυτή η Θεία αποκάλυψη προς τους αγίους, ως εμπειρική, δεν είναι πάντοτε δυνατό να διατυπωθεί με ακρίβεια με ανθρώπινους λόγους, (κάτι σαν το Τριαδικό δόγμα, που μιλάει για Έναν Θεό, που όμως είναι Τρία Πρόσωπα). Και η αδυναμία αυτή να διατυπωθούν τα επουράνια με επίγειους όρους ακριβώς, μας δίνεται σε αρκετά χωρία τής Αγίας Γραφής, όπως τα εξής:

"ει τα επίγεια είπον υμίν και ου πιστεύετε, Πώς εάν είπω υμίν τα επουράνια πιστεύσετε;" (λέει ο Κύριος) (Ιωάννης 3/γ: 12).

"Αυτό το Πνεύμα υπερεντυγχάνει στεναγμοίς αλαλήτοις...  Ο δε ερευνών τας καρδίας οίδεν τι το φρόνημα του Πνεύματος, ότι κατά Θεόν εντυγχάνει υπέρ αγίων" (Ρωμαίους 8/η: 26,27).

"καθώς γέγραπται, α οφθαλμός ουκ είδε και ους ουκ ήκουσε και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη, α ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσιν αυτόν. Ημίν δε ο Θεός απεκάλυψε δια του Πνεύματος αυτού· το γαρ Πνεύμα πάντα ερευνά, και τα βάθη του Θεού" (Α΄ Κορινθίους 2/β: 9,10).

"Οίδα άνθρωπον εν Χριστω προ ετών δεκατεσσάρων· είτε εν σώματι ουκ οίδα, είτε εκτός του σώματος ουκ οίδα, ο Θεός οίδεν· αρπαγέντα τον τοιούτον έως τρίτου ουρανού. Και οίδα τον τοιούτον άνθρωπον· είτε εν σώματι είτε εκτός του σώματος ουκ οίδα, ο Θεός οίδεν· ότι ηρπάγη εις τον παράδεισον και ήκουσεν άρρητα ρήματα" (Β΄ Κορ. 12/ιβ: 2-4).

κλπ.

Μιλώντας λοιπόν οι Θεόπτες άγιοι για "άρρητα ρήματα", για πράγματα "αλάλητα", για πράγματα τών οποίων οι άλλοι άνθρωποι δεν είχαν την εμπειρία, χρειάσθηκε να χρησιμοποιήσουν κάποιες λέξεις. Λέξεις όμως, ανεπαρκείς για να αποδώσουν την πλήρη σημασία τών αποκαλυμμένων από τον Θεό πραγμάτων. Γιατί αν ακόμα και για πράγματα ορατά ή κτιστά, υπάρχουν ανεπαρκείς λέξεις, και αν είναι αδύνατον να εξηγήσουμε σε έναν εκ γενετής τυφλό πώς είναι τα χρώματα, πόσο μάλλον είναι ανεπαρκείς οι λέξεις, για όντα αόρατα και Άκτιστα! Και οι παραδεδομένες αυτές αλήθειες, αποδόθηκαν με διάφορες λέξεις.

 

Το τρίτο (τέλος), που συνάγεται από τα παραπάνω, είναι ότι αφού μιλάμε για την πρώιμη περίοδο τής Χριστιανικής Εκκλησίας, η οποία ήταν απλωμένη σε όλο τον τότε γνωστό κόσμο, με τις διαφορετικές παραδόσεις και διαλέκτους τής κάθε περιοχής και προϋπάρχοντος πολιτισμού, και αφού δεν είχαν γίνει ακόμα οι Οικουμενικές Σύνοδοι, οι οποίοι μας παρέδωσαν σαφείς όρους προς διατύπωσιν τών βασικών Χριστιανικών αληθειών, υπήρχε στην αρχή μια "ελευθερία" και μια "ασυδοσία" θα λέγαμε, στις εκφράσεις και στις λέξεις που χρησιμοποιούντο, μια και ακόμα δεν είχαν παγιωθεί οι Θεολογικοί όροι, όπως συμβαίνει σήμερα.

Είναι ενδιαφέρον ότι ακόμα και σήμερα, υπάρχουν όροι, (ακόμα και για κτιστά ζητήματα), που δεν έχουν παγιωθεί! Πόσο μάλλον τότε! Για παράδειγμα, όταν μιλάμε σήμερα για την ψυχή, μπορούμε να βρούμε περιγραφές της, ως "συστατικό" τού ανθρώπου από άλλους, αλλά και ως "μη συστατικό" από άλλους, καθότι είναι "άυλη". Άλλοι τη λένε πνευματική "φύση", και άλλοι διαφωνούν με τον όρο αυτό, λέγοντας ότι αφού είναι μία η ανθρώπινη "φύση", δεν μπορούμε να λέμε "φύση" την ψυχή! Καταλαβαίνουμε λοιπόν, πόσο πιο "χύμα" ήταν τότε οι δογματικές ορολογίες! Αν σήμερα, δύο χιλιετίες αργότερα, έχουμε ακόμα ασάφειες στην ορολογία, και μάλιστα για ζητήματα κτιστά, όπως η ψυχή, που έχουμε εμπειρία της, αλλά δεν μπορούμε να τη διατυπώσουμε ακριβώς με σύμφωνη ορολογία όλων μας, αντιλαμβανόμαστε πόσο δυσκολότερο είναι να βρούμε στην πρώιμη εκείνη εποχή, ταύτιση ορολογίας, για Άκτιστες αλήθειες, τών οποίων μόνο οι άγιοι έχουν εμπειρία, χωρίς να έχουν αποκρυσταλλωθεί όροι από τις Οικουμενικές συνόδους για όλα αυτά! Για το ίδιο πράγμα μιλάμε, το ίδιο εννοούμε, αλλά το λέμε με άλλες λέξεις, και με άλλες προϋποθέσεις!

Και για να γίνει ακόμα πιο κατανοητή η δυσκολία τού θέματος, αρκεί να θυμηθούμε ότι οι άγιοι Πατέρες, έφθασαν να αλλάξουν ακόμα και την έννοια ορισμένων λέξεων, για να αποδώσουν τις Άκτιστες πραγματικότητες τής Θείας αποκάλυψης, με έναν ανεκτό τρόπο σε ανθρώπινη γλώσσα! Για παράδειγμα, ενώ στο πρώτο κεφάλαιο τής προς Εβραίους επιστολής, (Εβρ. 1/α: 3), η λέξη "υπόσταση" σήμαινε τότε, στον καιρό τών αποστόλων, την "ουσία", αιώνες μετά, οι Καππαδόκες Πατέρες, αντέστρεψαν την έννοια τής λέξης, και της απέδωσαν νέο περιεχόμενο, ταυτίζοντάς την με τη λέξη: "πρόσωπο", ώστε να μπορέσουν να αποδώσουν ακριβέστερα αυτές τις Άκτιστες πραγματικότητες.

Ομοίως, ενωρίτερα ο απόστολος Ιωάννης ο Θεολόγος, κατά τον ίδιο τρόπο, χρησιμοποίησε τον φιλοσοφικό όρο: "Λόγος", με νέο περιεχόμενο, διαφορετικό από τον ως τότε αρχαιο-ελληνικό, για να αποδώσει τον Υιό τού Θεού πληρέστερα. Το ίδιο συνέβη και με πλήθος άλλων λέξεων, όπως η λέξη: "Θεός", που στη Χριστιανική γραμματεία σημαίνει τον Άκτιστο και Άχρονο, έννοιες που δεν είχαν αυτή την σημασία στην ειδωλολατρική χρήση τής λέξης, στην προ-χριστιανική και προ-Ιουδαϊκή εποχή, μια και οι ειδωλολάτρες δεν έκαναν διάκριση κτιστού και Ακτίστου, όπως σημερινοί ειδωλολάτρες και Αρειανιστές.

Ένα ακόμα παράδειγμα, που δείχνει πόσο δυσκόλεψαν σε όλους τους αιώνες, τη συννενόηση μεταξύ τών Χριστιανών, οι διαφορές στην ορολογία, δείχνει η δογματική σύγκρουση τού αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας με τους Ανατολικούς πατέρες, για το θέμα τών δύο φύσεων τού Χριστού. Ενώ μιλούσαν όλοι τους για το ίδιο πράγμα, (για την ίδια Άκτιστη πραγματικότητα και Θεία αποκάλυψη), επειδή χρησιμοποιούσαν διαφορετικές λέξεις οι μεν από τους δε, άργησαν πολύ να το συνειδητοποιήσουν, με αποτέλεσμα να ανταλλαγούν μεταξύ τους βαρειές κουβέντες, μέχρι να αναγνωρίσουν ότι όλοι τους είχαν δίκιο, και να καταλήξουν σε μια κοινώς αποδεκτή ορολογία.

Βεβαίως, σε επί μέρους θέματα, είναι δυνατόν Χριστιανοί που δεν έχουν ακόμα την εμπειρία τής θέας τού Θεού, να έχουν επί μέρους παρανοήσεις. Ζητήματα όπως οι ενδοτριαδικές σχέσεις, η αλληλοπεριχώρηση τής ουσίας τών προσώπων τής Θεότητος, και άλλες σχετικές λεπτομέρειες, είναι δυνατόν να έχουν παρανοηθεί ακόμα και σήμερα από μερικούς Χριστιανούς, πόσο μάλλον τότε, που δεν είχε γίνει ακόμα σαφής δογματική διατύπωση από Οικουμενικές Συνόδους. Όμως θέματα όπως το ποια είναι τα πρόσωπα τής Αγίας Τριάδος, ή αν η Αγία Τριάδα λατρευόταν ήδη στην πρώτη Εκκλησία, είναι εντελώς ανιστόρητο και διαστρεβλωτικό να αμφισβητούνται.

Τα παραπάνω, εξηγούν πλήρως, το γιατί υπάρχουν διαφορές στη διατύπωση τών Χριστιανικών δογμάτων, κατά εποχή και περιοχή, και εκθέτουν ως ψευδείς και ευκαιριακές, τις δικαιολογίες τών αιρετικών, που προσπαθούν να "αποδείξουν" ότι οι Χριστιανοί τών πρώτων αιώνων, δήθεν πίστευαν σε άλλο Θεό, μόνο και μόνο επειδή χρησιμοποιούσαν διαφορετικές λέξεις και εκφράσεις για τις ίδιες Άκτιστες (ακόμα και κτιστές) πραγματικότητες.

 

3. Μιλούσε ο Θεόφιλος Αντιοχείας για άλλο Τρίτο Πρόσωπο;

Ύστερα και από τις προηγούμενες επεξηγήσεις, είναι πλέον καιρός να απαντήσουμε και στο κεντρικό ερώτημα αυτού τού άρθρου: "Μιλούσε ο Θεόφιλος Αντιοχείας για... άλλη αγία Τριάδα, ή για την ίδια που πιστεύουμε και σήμερα οι Χριστιανοί;" Άραγε, όταν μιλάει για "Σοφία", μιλάει για ένα άλλο Θείο Πρόσωπο, ή μιλάει για το Άγιο Πνεύμα, με άλλα λόγια; Και πώς μπορούμε να το τεκμηριώσουμε αυτό;

Ας αφήσουμε να μιλήσει αντί για εμάς, ένας πιο ειδικός, ο Καθηγητής Δογματικής Κωνσταντίνος Σκουτέρης, ομότιμος Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Παραθέτουμε για το θέμα αυτό, απόσπασμα από την Ιστορία τών Δογμάτων, Τόμ. Α΄, (Αθήνα 1998), σελ. 232:

Η θεολογία των Απολογητών στη μεγαλύτερη έκτασή της είναι αναφορά στον ένα, τον αληθινό Θεό. Ωστόσο, η θεολογία αυτή παρέχει και μαρτυρίες που αφορούν στην τριαδικότητα τού Θεού. Βέβαια τα περί τού Τριαδικού Θεού δεδομένα εμφανίζουν μια ισχνή εικόνα, συγκρινόμενα προς όσα γενικά αναφέρονται από τους Απολογητές στον Θεό[1].

Ο Θεόφιλος Αντιοχείας φαίνεται ότι είναι ένας από τους πρώτους Χριστιανούς συγγραφείς, ο οποίος expressis verbis μιλάει για την τριαδικότητα τού Θεού. Σημειώνει ότι, «αι τρεις ημέραι προ των φωστήρων γεγονυΐαι τύποι εισίν της Τριάδος, τού Θεού και τού Λόγου αυτού και της Σοφίας αυτού»[2].

Η δήλωση αυτή περί της τριαδικότητας τού Θεού εντάσσεται σε μια αλληγορική ερμηνεία της δημιουργίας, την οποία επιχειρεί ο Θεόφιλος[3]. Ο Αντιοχέας όμως απολογητής αρκείται σ’ αυτή τη δήλωση και δεν προχωρεί σε μια ανάλυση ή ανάπτυξη αυτής της καταφάσεως. Σε άλλα σημεία, τής προς τον εθνικό φίλο του Αυτόλυκο πραγματείας του, αναφέρεται στις σχέσεις τού Θεού με το Λόγο και τη Σοφία. Η χρήση των όρων δεν είναι πάντα σαφής και από την ασάφεια δόθηκε αφορμή να υποστηριχθή ότι ο Θεόφιλος είχε μόλις μια στοιχειώδη περί τού Τριαδικού Θεού αντίληψη[4].

Η αναφορά τού Θεοφίλου στα πρόσωπα της Αγίας Τριάδας είναι μάλλον περιστασιακή. Έτσι, δηλώνει ότι ο Θεός είναι «ο θεραπεύων και ζωοποιών δια τού Λόγου και της Σοφίας. Ο Θεός δια τού Λόγου αυτού και της Σοφίας εποίησε τα πάντα· τω γαρ Λόγω αυτόν εστερεώθησαν οι ουρανοί και τω Πνεύματι αυτού πάσα η δύναμις αυτών»[5]. Ο Λόγος και η Σοφία τού Θεού, δηλαδή το Άγιο Πνεύμα, προϋπάρχουν της δημιουργίας τού κόσμου και συνδέονται με τον Θεό με μια μοναδική και ανεπανάληπτη σχέση.

Ο Θεόφιλος αναφέρεται στη γέννηση τού Υιού από τον Πατέρα και στην εν τω Θεώ ύπαρξη τού Αγίου Πνεύματος. «Έχων ουν ο Θεός τον εαυτού Λόγον ενδιάθετον εν τοις Ιδίοις σπλάγχνοις εγέννησεν αυτόν μετά της εαυτού Σοφίας εξερευξάμενος προ των όλων. Τούτον τον Λόγον έσχεν υπουργόν των υπ' αυτού γεγενημένων, και δι’ αυτού τα πάντα πεποίηκεν. Ούτος λέγεται αρχή, ότι άρχει και κυριεύει πάντων των δι’ αυτού δεδημιουργημένων. Ούτος ουν, ων πνεύμα Θεού και αρχή και σοφία και δύναμις Υψίστου, κατήρχετο εις τους προφήτας και δι’ αυτών ελάλει τα περί της ποιήσεως τού κόσμου και των λοιπών απάντων. Ου γαρ ήσαν οι Προφήται ότε ο κόσμος εγίνετο, αλλά η Σοφία η εν αυτώ ούσα, η τού Θεού και ο Λόγος ο άγιος αυτού ο αεί συμπαρών αυτώ»[6].

Από το εδάφιο αυτό φαίνεται ότι ο όρος «σοφία» χρησιμοποιείται εναλλακτικά, άλλοτε μεν για να δηλωθή ο Λόγος ή γενικά η Σοφία τού Θεού, και άλλοτε πάλι ως όνομα που προσδιορίζει το Τρίτο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδας. Η Σοφία ως ο Λόγος τού Θεού είναι «γέννημα» τού Θεού[7] η «πρωτότοκος πάσης κτίσεως»[8]. Μ' αυτή την έννοια διακρίνεται υποστατικά η σοφία ως Λόγος και η σοφία ως Πνεύμα. (Σκουτέρης Β. Κωνσταντίνος, 'Ιστορία Δογμάτων', τόμ. Α', Αθήνα 1998, σελ. 232).

 

Τι παρατηρούμε λοιπόν; Ότι ο Θεόφιλος, σαφώς μιλούσε για το Άγιο Πνεύμα, όταν έγραφε για "Σοφία", ως τρίτο πρόσωπο τής Αγίας Τριάδος, και αυτό φαίνεται ξεκάθαρα από άλλα σημεία τού έργου του, όπου χρησιμοποιεί εναλλάξ τις λέξεις: "Σοφία" και "Πνεύμα", για το ίδιο πρόσωπο. Χρησιμοποιεί τη λέξη: "Σοφία", και για το δεύτερο, αλλά και για το τρίτο πρόσωπο τής Αγίας Τριάδος. Και τον λόγο μπορούμε να τον καταλάβουμε, αν θυμηθούμε την ευρεία χρήση που γίνεται στη λέξη: "πνεύμα", όχι μόνο στο παρελθόν, αλλά και σήμερα. Ακόμα και σήμερα, όταν συχνά κάποιος μιλάει για έναν σοφό άνθρωπο, τον κατονομάζει: "άνθρωπο τού πνεύματος". Ομοίως, και ο Λόγος, έχει την έννοια τής "λογικής". Σοφία, Πνεύμα, Λόγος. Λέξεις που πολύ συχνά εναλλάσσονται στο λεξιλόγιό μας, ως συγγενικές μεταξύ τους. Μπορεί σήμερα να έχουμε σαφώς καθορισμένες λέξεις στη Θεολογία για τον Λόγο, για το Άγιο Πνεύμα και για τον Πατέρα, αλλά αυτό δεν συνέβαινε με τόση διάκριση στην πρώτη Χριστιανική Εκκλησία, εφ' όσον η ορολογία τής Θεολογίας ήταν ακόμα στην αρχή της. Γι' αυτό και ο Θεόφιλος, χρησιμοποίησε τη λέξη: "Σοφία", όχι μόνο για τον Υιό και Λόγο, αλλά σε άλλα σημεία και για το Άγιο Πνεύμα, όπως είδαμε.

 

4. Η συγγένεια τής δογματικής τού Θεοφίλου με τη σημερινή Ορθοδοξία

Μήπως όμως, το ότι ο Θεόφιλος χρησιμοποιούσε την ίδια λέξη "Σοφία" για το Άγιο Πνεύμα, και για τον Λόγο, σημαίνει ότι έκανε μια Σαβελλιανιστικού τύπου σύγχυση τών Θείων Προσώπων; Όχι φυσικά! Αν τα συνέχεε, δεν θα τα έβαζε πλάι - πλάι, διαχωρίζοντάς τα. Άλλωστε ας μη ξεχνάμε ότι και εμείς σήμερα τη λέξη: "Πνεύμα", τη χρησιμοποιούμε και για τον Πατέρα, και για τον Υιό, και για το Άγιο Πνεύμα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ταυτίζουμε τα πρόσωπα. Η ίδια η Αγία Γραφή, αναφέρει ως Πνεύμα και τον Πατέρα, και τον Υιό. Επίσης αναφέρει ως Θεό και τον Πατέρα, και τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα. Αυτό δεν σημαίνει ότι συγχέει τα πρόσωπα, αλλά τα χαρακτηρίζει με ένα κοινό τους χαρακτηριστικό, το ότι είναι Πνεύμα, ή Θεός. Ομοίως και ο Θεόφιλος, χαρακτηρίζει και το Άγιο Πνεύμα και τον Λόγο ως "Σοφία", επειδή η Σοφία τα χαρακτηρίζει αμφότερα, και είναι συγγενής λέξη προς τις λέξεις που χρησιμοποιεί η Εκκλησία γι' αυτά τα δύο Πρόσωπα, τις λέξεις: "Πνεύμα" και "Λόγος".

Όσον αφορά κάποιες παρατηρήσεις που κάνει ο Θεόφιλος για τις μεταξύ τους σχέσεις, και εδώ πάλι, μπορεί να μην είναι πάντοτε η ίδια ορολογία που χρησιμοποιούμε σήμερα, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι λέει κάτι διαφορετικό, μια και τα λόγια του θα μπορούσαν να ερμηνευθούν με διάφορους τρόπους, ή να αποτελούν μεταφορικές εκφράσεις.

Ας δούμε όλο το συμφραζόμενο τού Θεοφίλου, για το χωρίο που εξετάζουμε, για να πάρουμε μια ιδέα τών μεταφορικών αυτών εκφράσεων που χρησιμοποιεί:

"Τετάρτη ημέρα εγένοντο οι φωστήρες. Επειδή ο Θεός προγνώστης ων ηπίστατο τας φλυαρίας των ματαίων φιλοσόφων, ότι ήμελλον λέγειν από των στοιχείων είναι τα επί της γης φυόμενα, προς το αθετείν τον Θεόν, ίν' ουν το αληθές δειχθή, προγενέστερα γέγονεν τα φυτά και τα σπέρματα των στοιχείων τα γαρ μεταγενέστερα ου δύναται ποιείν τα αυτών προγενέστερα.

Ταύτα δε δείγμα και τόπον επέχει μεγάλου μυστηρίου. Ο γαρ ήλιος εν τύπω Θεού εστίν, η δε σελήνη ανθρώπου. Και ώσπερ ο ήλιος πολύ διαφέρει της σελήνης δυνάμει και δόξη, ούτω πολύ διαφέρει ο Θεός της ανθρωπότητος. Και καθάπερ ο ήλιος πλήρης πάντοτε διαμένει μη ελάσσων γινόμενος, ούτω πάντοτε ο Θεός τέλειος διαμένει, πλήρης ων πάσης δυνάμεως και συνέσεως και σοφίας και αθανασίας και πάντων των αγαθών. Η δε σελήνη κατά μήνα φθίνει και δυνάμει αποθνήσκει, εν τύπω ούσα ανθρώπου, έπειτα αναγεννάται και αύξει εις δείγμα της μελλούσης έσεσθαι αναστάσεως. Ωσαύτως και αι τρεις ημέραι προ των φωστήρων γεγονυΐαι τύποι εισίν της Τριάδος, του Θεού και του Λόγου αυτού και της Σοφίας αυτού. Τετάρτω δε τόπω εστίν άνθρωπος ο προσδεής του φωτός, ίνα ή Θεός, Λόγος, Σοφία, Άνθρωπος. Δια τούτο και τετάρτη ημέρα εγενήθησαν φωστήρες" (Τατιανός - Αθηναγόρας, 'Απολογηταί' αρ. 2 (σειρά Ε.Π.Ε.), Πατερικαί εκδ. 'Γρηγόριος ο Παλαμάς', Θεσσαλονίκη 1986, σελ. 392-393).

Στη συνέχεια παραθέτουμε από την ίδια πηγή μετάφραση τού ανωτέρω αποσπάσματος:

"Κατά την τετάρτην ημέραν έγιναν οι φωστήρες. Επειδή ο Θεός ως προγνώστης εγνώριζε τας φλυαρίας των ματαιολόγων φιλοσόφων, ότι επρόκειτο να είπουν ότι τα φυόμενα εις την γην προέρχονται από τα άστρα, δια να αθετήσουν τον Θεόν, δια να δειχθή η αλήθεια, προηγουμένως έγιναν τα φυτά και τα σπέρματα από τα άστρα· τα δε μεταγενέστερα δεν δύνανται να κάμουν τα προγενέστερα αυτών.

Ταύτα δε αποτελούν δείγμα και επέχουν θέσιν μεγάλου μυστηρίου. Πράγματι ο ήλιος είναι τύπος του Θεού, η δε σελήνη του ανθρώπου. Και όπως ο ήλιος διαφέρει της σελήνης εις δύναμιν και δόξαν, τόσον πολύ διαφέρει ο Θεός της ανθρωπότητος· και όπως ο ήλιος παραμένει πάντοτε πλήρης, χωρίς να μειώνεται, ούτω ο Θεός διαμένει πάντοτε τέλειος, διότι είναι πλήρης πάσης δυνάμεως, συνέσεως, σοφίας, αθανασίας και όλων των αγαθών. Η δε σελήνη κατά μήνα φθίνει και τρόπον τινά αποθνήσκει, ωσάν τύπος ανθρώπου, έπειτα αναγεννάται και αυξάνει εις ένδειξιν της μελλούσης να πραγματοποιηθή αναστάσεως. Ωσαύτως και αι τρεις ημέραι αι οποίαι προηγήθησαν των φωστήρων είναι τύπος της Τριάδος, του Θεού, του Λόγου αυτού, της Σοφίας αυτού. Εις τετάρτην δε θέσιν είναι ο άνθρωπος ο έχων ανάγκην του φωτός, ούτως ώστε υπάρχει Θεός, Λόγος, Σοφία, άνθρωπος. Δια τούτο την τετάρτην ημέραν έγιναν οι φωστήρες". (Τατιανός - Αθηναγόρας, 'Απολογηταί' αρ. 2 (σειρά Ε.Π.Ε.), Πατερικαί εκδ. 'Γρηγόριος ο Παλαμάς', Θεσσαλονίκη 1986, σελ. 392-393).

Το απόσπασμα αυτό, το σχολιάζει επίσης και ως εξής, ο Κωνσταντίνος Σκουτέρης:

"Ο Θεόφιλος Αντιοχείας είναι ο πρώτος θεολόγος που χρησιμοποίησε τον όρο «Τριάς», στο πλαίσιο της τυπολογικής ερμηνείας του της τέταρτης ημέρας της δημιουργίας. «Ωσαύτως και αι τρεις ημέραι προ των φωστήρων γεγονυϊαι τύποι εισίν της Τριάδος, του Θεού και του Λόγου αυτού και της Σοφίας αυτού» (2, 15). Ο Αντιοχειανός απολογητής διακρίνει τον «ενδιάθετο Λόγο», ο οποίος υπήρχε στα σπλάγχνα του Θεού Πατέρα, από τον «προφορικό Λόγο», τον οποίο εγέννησε ο Πατήρ μαζί με την εαυτού Σοφία, ήτοι το Άγιο Πνεύμα. Έτσι φανερώθηκε η Τριάδα. «Τούτον τον Λόγον», δηλαδή τον προφορικό, ο Θεός «έσχεν υπουργόν των υπ' Αυτού γεγενημένων, και δι’ αυτού τα πάντα πεποίηκεν» (2, 10).

Στη θεολογική αποτύπωση του Θεοφίλου ο άνθρωπος έχει εξέχουσα θέση. Αρκεί να σημειωθή ότι στην τριαδική του τυπολογία προσθέτει και τέταρτο τύπο, ο οποίος αναφέρεται στον άνθρωπο. Έτσι η Τριάς γίνεται τετράς «Θεός, Λόγος, Σοφία, άνθρωπος». Ο ήλιος είναι τύπος του Θεού και η σελήνη τύπος του ανθρώπου. «Η σελήνη κατά μήνα φθίνει και δυνάμει αποθνήσκει, εν τύπω ούσα ανθρώπου, έπειτα αναγενναται και αύξει εις δείγμα της μελλούσης έσεσθαι αναστάσεως» (2, 15). Ο άνθρωπος προικίσθηκε από τον Δημιουργό του με μια «μεγάλην ευεργεσίαν», κι αυτή είναι ότι «ελεύθερον και αυτεξούσιον εποίησεν αυτόν ο Θεός». Με την ελευθερία του ο κάθε άνθρωπος μπορεί να δημιουργήση τη δική του ιστορία, ιστορία ζωής ή θανάτου, δεδομένου ότι ο Θεός «ούτε θνητόν τον άνθρωπον εποίησεν ούτε αθάνατον, αλλά… δεκτικόν αμφοτέρων» (2, 26-27)." (Σκουτέρης Β. Κωνσταντίνος, 'Ιστορία Δογμάτων', τόμ. Β', Αθήνα 2004, σελ. 583).

Προσέξτε τον τρόπο που ο Θεόφιλος εισάγει τον άνθρωπο σε ενότητα με την αγία Τριάδα. Αυτή η εισαγωγή τού ανθρώπου στη Θεία ζωή τής Αγίας Τριάδος, εκτίθεται με παρόμοιο τρόπο από έναν άλλο μεγάλο διδάσκαλο Θεολογίας τής εποχής μας, τον π. Ιωάννη Ρωμανίδη, ως εξής:

"Ο Χριστός μιλάει εδώ για κάτι άλλο. Οι Πατέρες λένε καθαρά ότι ο Χριστός εδώ μιλάει για δύο καταστάσεις. Από το ένα μέρος μιλάει για την φώτιση και από το άλλο μέρος μιλάει για την θέωσι. Όταν λέγη ο Χριστός ίνα πάντες έν ώσι, για ποιους μιλάει; Για τους Αποστόλους βέβαια. Δηλαδή παρακαλεί τον Πατέρα να γίνουν οι Απόστολοι «έν , καθώς έν εσμέν» [Ιω 17,11]. Δεν λέγει εις, αλλά έν.

Πώς όμως ο Πατήρ, ο υιός και το Άγιο Πνεύμα είναι έν; Απάντησις: Είναι ενωμένοι εις έν, κατά την δόξαν (ενέργειαν) και κατά την ουσίαν. Κατά τα Πρόσωπα, τις υποστάσεις, δεν είναι ενωμένοι. Διότι τα Πρόσωπα  στην Αγία Τριάδα, λένε οι Πατέρες, είναι ακοινώνητα μεταξύ τους. Τα κοινά στην Αγία Τριάδα είναι η ουσία και η φυσική ενέργεια της ουσίας, δηλαδή η Δόξα.
 
Και κατά τι είναι έν ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιον Πνεύμα, με το οποίον έν και εμείς θα γίνωμε έν, δηλαδή και μεταξύ μας και με την Αγία Τριάδα; Ποιο θα είναι αυτό το κοινό γνώρισμα; Απάντησις: Είναι το έν κατά την δόξαν.
 
Δηλαδή, όπως ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιον Πνεύμα είναι ένα κατά την δόξαν, διότι έχουν κοινήν την δόξαν, έτσι και εμείς θα γίνωμε ένα, όταν όλοι μας μετάσχωμε στην δόξα του Θεού, όταν δηλαδή όλοι μας ή όσοι από εμάς γίνουν άξιοι, γίνουν μέτοχοι της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος, του ακτίστου Φωτός. Διότι, όταν ένας άνθρωπος δοξάζεται, τότε γίνεται κοινωνός της ακτίστου δόξης της Αγίας Τριάδος, οπότε ενώνεται και με την Αγία Τριάδα, αλλά και με όσους συνανθρώπους είναι εκείνη την στιγμή ενωμένοι και εκείνοι με την δόξαν του Θεού.
 
Οπότε εκείνο, για το οποίο προσεύχεται ο Χριστός στον Μυστικό Δείπνο είναι, πρώτα - πρώτα για την κάθαρσι τους, μετά για την φώτισι τους και τέλος για την θέωσι τους. Επομένως το «οδηγήσει υμάς εις πάσαν την αλήθειαν» αναφέρεται όχι γενικά σε όλους τους ανθρώπους, αλλά ειδικά σε όσους θα λάβουν μέρος στην εμπειρία της θεώσεως. Δηλαδή, όταν ο άνθρωπος φθάση στην θέωσι, τότε μόνον οδηγείται εις πάσαν την αλήθειαν. Επομένως η πάσα αλήθεια (όχι περί του κτιστού κόσμου, αλλά περί του Θεού) γίνεται μόνη στην εμπειρία της θεώσεως.
 
Επειδή όλοι οι Πατέρες είχαν αυτήν την εμπειρία ή παρόμοια, διότι είτε ήσαν σε κατάστασι φωτισμού είτε σε κατάστασι θεώσεως, γι' αυτό και όλοι τους έχουν την ίδια ακριβώς αντίληψι για την Αγία Γραφή και  κάνουν όλοι τους την ίδια ερμηνεία στην Αγία Γραφή στα βασικά της σημεία και την ίδια ερμηνεία στα κείμενα των άλλων Πατέρων της Εκκλησίας".

Το ανωτέρω απόσπασμα από τον π. Ιωάννη Ρωμανίδη, (το οποίο μπορείτε να διαβάσετε με όλο του το σχετικό άρθρο ΕΔΩ), δεν το αναφέραμε, μόνο λόγω τής σχέσης που έχει με το θέμα μας, μια και αναφέρεται στην κοινή ερμηνεία τών Ορθοδόξων δογμάτων από τους Χριστιανούς τής αληθινής Εκκλησίας σε όλη την ιστορία, (ανεξαρτήτως ορολογίας). Το αναφέρουμε και επειδή αυτό το ίδιο το απόσπασμα, αποτελεί καθαρή απόδειξη τής δογματικής συγγένειας τών δογμάτων τής σημερινής Ορθοδοξίας, με την Ορθοδοξία τών πρώτων αιώνων. Η ταύτιση εννοιών και θέσεων μεταξύ ενός Χριστιανού τού 2ου αιώνος, όπως ο Θεόφιλος, και ενός Χριστιανού τού 20ού αιώνος, όπως ο Ι. Ρωμανίδης, είναι κάτι παραπάνω από εμφανής, όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος, εισάγεται ΚΑΤΑ ΧΑΡΙΝ ως 4ος σε ενότητα με την Αγία Τριάδα, μέσω τής Θέωσης. Ο Θεός όπως ο ήλιος είναι η πηγή τής ακτίστου δόξης, τού ακτίστου φωτός, και ο άνθρωπος, ως Σελήνη, είναι ετερόφωτο σώμα, και απλώς δέχεται και αντανακλά αυτή τη δόξα, αυτό το Άκτιστο Φως τού Θεού, όταν "δοξάζεται", όταν "φωτίζεται" από Αυτόν και ενώνεται μαζί Του.

Δεν θα επεκταθούμε περισσότερο, γιατί θεωρούμε ότι τα παραπάνω είναι αρκετά για κάθε λογικό και καλοπροαίρετο άνθρωπο, για να κατανοήσει τι συμβαίνει, και να δει πόσο διαστρεβλώνουν οι αιρετικοί Αρειανιστές την πραγματικότητα, για να ξεφύγουν από την ξεκάθαρη και ιστορικά βεβαιωμένη αλήθεια, ότι η Χριστιανική Εκκλησία, ΠΑΝΤΟΤΕ πίστευε στην Ίδια και μοναδική Αγία Τριάδα τού Χριστιανικού Ευαγγελίου, και ότι η αληθινή Εκκλησία τού Χριστού, ουδέποτε άλλαξε δόγματα, ή το αιώνιο Ευαγγέλιο που της παρεδόθη, και το οποίο κρατά αναλλοίωτο, ως κόρη οφθαλμού, από τον πρώτο αιώνα, ως και τον τελευταίο.


Σημειώσεις


[1] L. W. Barnard, Athenagoras. A Study in Second Century Christian Apologetic, Paris 1972, σ. 105.

[2] Προς Αυτόλυκον, 2, 15.

[3] Βλ. Γεν. 1: 1 κ.ε. Βλ. και V. Α. Spence Little, The Christology of the Apologists, London 1934, σ. 197.

[4] V. A. Spence, μv. έ., σ. 197.

[5] Προς Αυτόλυκον, 1, 7. Πρβλ. Ψαλμ. 32: 6.

[6] Αυτόθι, 2, 10.

[7] Αυτόθι, 1, 3.

[8] Αυτόθι, 2, 22.

Έρευνα: Papyrus 52.

Κείμενο: Ν. Μ.

Δημιουργία αρχείου: 23-2-2011.

Τελευταία μορφοποίηση: 9-11-2021.

ΕΠΑΝΩ