Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Πατερικά και Ψυχοθεραπευτικά

Το ανικανοποίητο τής "υπέρ τού κόσμου προσευχής" // Η ενότητα τής ανθρώπινης φύσης εν τη υποστατική προσευχή // Η υπέρ πάντων προσευχή // Η Πνευματική οδύνη τής αναγέννησης // Από τη μετάνοια και το αυτομίσος ως τη μέθεξη στη ζωή τού Θεού // Η "Πασχάλιος απόγνωσις" // Πώς η προσευχή μας καθίσταται ένθερμη // Η προσευχή με αίσθηση ανεπάρκειας // Η ευλογημένη μορφή απόγνωσης που αναγεννά τον άνθρωπο

Περί τής προσευχής τού Ιησού

 Προλεγόμενα

Αρχιμανδρίτου Σωφρονίου (Σαχάρωφ)

 

Πηγή: "Περί Προσευχής" Αρχιμανδρίτου ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ (Σαχάρωφ). Μετάφρασις εκ του Ρωσικού Ιερομονάχου Ζαχαρίου. Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή Τιμίου Προδρόμου. Έσσεξ Αγγλίας 1993.

 

\Επί των ημερών ημών η προσευχή δια του Ονόματος του Ιησού διαδίδεται ευρέως εις όλας τας ηπείρους. Πολλά εξ όσων εγράφησαν περί αυτής απαιτούν σοβαράν προσοχήν· παραλλήλως όμως προς αυτά ελέχθησαν και ουκ ολίγαι παράλογοι ιδέαι. Εν όψει τούτου απεφάσισα να γράψω σύντομον σχετικήν πραγματείαν, όπως, αφ’ ενός μεν, προειδοποιήσω τους ευσεβείς εργάτας αυτής περί μη πεπατημένων οδών, αφ’ ετέρου δε, επιβεβαιώσω τας θεμελιώδεις θεολογικάς και ασκητικάς θέσεις της μεγάλης ταύτης πνευματικής εργασίας.

Η θεωρία της προσευχής ταύτης δύναται να εκτεθή εις ολίγας σελίδας, αλλ’ η πρακτική εφαρμογή αυτής εν τη χριστιανική ασκητική συνδέεται μετά τοιούτων δυσκολιών, ώστε από των πρώτων χρόνων οι Πατέρες και διδάσκαλοι της Εκκλησίας παρώτρυνον παντοιοτρόπως τους αναζητητάς του τρόπου αυτού της μετά του Θεού ενώσεως, όπως προσεγγίζουν αυτήν μετά φόβου, αναζητούντες χειραγωγούς, οίτινες διήλθον την άσκησιν ταύτην.

Ουδόλως ελπίζω να εξαντλήσω το εξαιρέτως σοβαρόν τούτο θέμα, αλλά θα περιορίσω εμαυτόν ενταύθα εις την παρουσίασιν μέρους εξ όσων εδιδάχθην κατά τους χρόνους της ζωής μου εν Αγίω Όρει, εν τη Μονή και κατόπιν εν τη ερήμω. Εν τη προσπαθεία ταύτη είναι αδύνατον να αποφύγω εντελώς επαναλήψεις εκείνων, άτινα εγράφησαν ήδη και υπό άλλων. Νομίζω όμως ότι παρόμοιαι επαναλήψεις ουχί μόνον δεν είναι περιτταί, αλλά καθίστανται και απαραίτητοι δια την διευκρίνησιν του θέματος τούτου εις διαφορετικά πλαίσια.

Ο Κύριος κατά τας τελευταίας ώρας της μεθ’ ημών ζωής Αυτού είπεν: «Έως άρτι ουκ ητήσατε ουδέν εν τω Ονόματί Μου· αιτείτε και λήψεσθε, ίνα η χαρά υμών ή πεπληρωμένη … Αμήν αμήν λέγω υμίν ότι όσα αν αιτήσητε τον Πατέρα εν τω Ονόματι Μου, δώσει υμίν» (Ιωάν. 16,24 και 23). Οι λόγοι ούτοι του Χριστού αποτελούν το δογματικόν και ασκητικόν θεμέλιον της δια του Ονόματός Αυτού προσευχής.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι Μαθηταί του Χριστού ετήρησαν την εντολήν ταύτην. Τούτο καθίσταται έτι βεβαιότερον, διότι ούτοι ήδη εγνώριζον την δύναμιν του Ονόματος Αυτού, ότε απεστάλησαν ως «άρνες εν μέσω λύκων» (πρβλ. Λουκ. 10,3), ίνα φέρουν την ειρήνην εις τους ανθρώπους, θεραπεύουν τους ασθενείς, αναγγέλλουν την προσέγγισιν της Βασιλείας του Θεού: «Υπέστρεψαν δε οι εβδομήκοντα μετά χαράς λέγοντες· Κύριε και τα δαιμόνια υποτάσσεται ημίν εν τω Ονόματί Σου». Και εν άλλη περιπτώσει: «Είδομέν τινα επί τω Ονόματί Σου εκβάλλοντα δαιμόνια …» (Λουκ. 10,17· 9,49).

Ούτω λοιπόν, η ιστορία της δια του Ονόματος του Ιησού προσευχής άρχεται από των αποστολικών χρόνων. Δεν διετηρήθησαν οι λεκτικοί τύποι των δεήσεων αυτών, αλλά όλη η Καινή Διαθήκη γέμει μαρτυριών, ότι οι Απόστολοι ετέλουν πολλά παράδοξα θαύματα δια του Ονόματος τούτου.

Αλλά τί σημαίνει το Όνομα του Θεού; Είναι άρα γε αναγκαίον να κατανοώμεν την σημασίαν, τας ιδιότητας, την φύσιν του Ονόματος αυτού, ίνα προσευχώμεθα «εν Αυτώ»;

Ναι, είναι μάλιστα και απαραίτητον, «ίνα η χαρά ημών πληρωθή» (Ιωάν. 15,11).

Τα βάθη της εν Χριστώ ζωής είναι ανεξερεύνητα· είναι δυνατόν να αφομοιωθούν κατόπιν παρατεταμένης διαδικασίας και μεγάλης εντάσεως όλων των δυνάμεων ημών. Η κατανόησις δε του περιεχομένου και του νοήματος του Θείου Ονόματος αποκτάται μόνον βαθμηδόν. Και στιγμιαία επίκλησις αυτού δύναται να χαροποιήση την καρδίαν ημών· και τούτο είναι πολύτιμον. Αλλά δεν πρέπει να μείνωμεν εις το μέσον της οδού. Η ενταύθα διαμονή ημών είναι βραχεία και οφείλομεν να εκμεταλλευθώμεν εκάστην ώραν, ούτως ώστε να ωριμάση η περί Θεού γνώσις ημών. Όταν δε συμβάλλουν εις έν και η χαρά της καρδίας και το φως του νοός, τότε προσεγγίζομεν την τελειότητα.

Την μεγάλην ταύτην καλλιέργειαν της προσευχής συνήντησα εν Αγίω Όρει. Φυσικώ τω τρόπω επεθύμουν να μάθω εκ των Πατέρων πώς κατανοούν ούτοι την σπουδαιοτάτην ταύτην πλευράν της χριστιανικής ασκητικής. Ήλθον εις Άγιον Όρος κατά το έτος 1925. Ολίγον προ τινος είχον λάβει χώραν εκεί θυελλώδεις διαμάχαι περί της φύσεως του Θείου Ονόματος. Εν τη εντάσει των διενέξεων εκείνων –ομοίων προς τας θεολογικάς έριδας του 14ου αιώνος περί της φύσεως του Θαβωρίου Φωτός– διεπράχθησαν εξ αμφοτέρων των παρατάξεων ουκ ολίγα, άτινα δεν θα ανέμενέ τις εξ ανθρώπων, οίτινες παρέδωκαν τας ψυχάς αυτών εις χείρας του Αγίου Παντοκράτορος. Εν τη πολεμική ταύτη δύναται να εύρη τις αναλογίαν προς τας παλαιάς διαμάχας μεταξύ νομιναλιστών και πραγματιστών, ιδεαλιστών και ορθολογιστών. Καταστέλλονται αύται προς καιρόν, ίνα και πάλιν εκσπάσουν υπό άλλην μορφήν.

Παρατηρούνται δύο διάφοροι ως προς την φύσιν αυτών θέσεις: αφ’ ενός μεν η των προφητών και ποιητών, αφ’ ετέρου δε η των διανοουμένων και τεχνοκρατών. Δεν προτίθεμαι να επιμείνω εις την εξωτερικήν πλευράν των γεγονότων του καιρού εκείνου, αλλά προτιμώ να εξετάσω μετά προσοχής την ουσίαν του προβλήματος, ώστε να αφομοιώσωμεν την άφθαρτον γνώσιν, την Άνωθεν κατερχομένην, της οποίας ηξιώθησαν οι άγιοι ασκηταί, οι ερασταί της νοεράς εργασίας.

Η ζωή εκάστου εξ ημών ευρίσκεται εις στενωτάτην σχέσιν προς τας παραστάσεις ημών περί του κόσμου, περί ημών των ιδίων και περί του Θεού. Η προσευχή εν τω εσχάτω αυτής βαθμώ απαιτεί την κατά το δυνατόν ακριβεστέραν γνώσιν περί της αυθεντικής εικόνος του Θείου Είναι. «Αγαπητοί, νυν τέκνα Θεού εσμεν, και ούπω εφανερώθη (πλήρως) τί εσόμεθα· οίδαμεν δε (εκ πείρας) ότι εάν φανερωθή, όμοιοι Αυτώ εσόμεθα, ότι οψόμεθα Αυτόν καθώς εστι» (Α’ Ιωάν. 3,2). Και ημείς ωσαύτως γνωρίζομεν εκ της χιλιετούς πείρας του γένους ημών ότι ο φυσικός νους, εγκαταλελειμμένος εις εαυτόν εν τη παρούση καταστάσει, σκεπτόμενος περί του Θεού δεν δύναται να πορευθή πέραν τινών εικασιών. Είναι απαραίτητον όπως ο Ίδιος ο Θεός αποκαλυφθή εις τον άνθρωπον δίδων εις αυτόν την περί Αυτού γνώσιν. Καθώς εν τη ζωή εκάστου εξ ημών ο Θεός αποκαλύπτεται βαθμηδόν, ούτω και εν τη ιστορία της ανθρωπότητος, ως αύτη περιγράφεται εν τη Βίβλω, «πολυμερώς και πολυτρόπως» (Εβρ. 1,1) απεκαλύπτετο Ούτος εις τους Πατέρας και τους Προφήτας μετ’ αυξανομένης δυνάμεως και βάθους.

Δημιουργία αρχείου: 30-12-2016.

Τελευταία μορφοποίηση: 30-12-2016.

ΕΠΑΝΩ