Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Επιστροφή στην Κεντρική σελίδα

Συγγραφείς

Η φιλόσοφος Υπατία από τις πηγές // Η αθωότητα τού αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας // Η αλήθεια για την Υπατία // Η αλήθεια για τη βιβλιοθήκη της Αλεξανδρείας // Πώς οι ειδωλολάτρες κατέστρεψαν και τη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας τον 3ο αιώνα μ.Χ. // Συνέσιος ο Κυρηναίος

Οι σεσωσμένες επιστολές τού Συνεσίου για την Υπατία

Δημοσίευση τών έμμεσων και άμεσων αναφορών του στην Υπατία

Papyrus 52

Η ΜΟΝΑΔΙΚΗ ιστορική πηγή, σύγχρονη τής φιλοσόφου Υπατίας, που διαθέτουμε, είναι οι σεσωσμένες επιστολές τού Χριστιανού μαθητή της Συνέσιου. Όλες οι άλλες ιστορικές πηγές γι' αυτήν, είναι έμμεσες, και η πλουσιότερη σε πληροφορίες πηγή, στην οποία ουσιαστικά στηρίζεται όλη η ιστορία που γνωρίζουμε για τη φιλόσοφο και το μαρτυρικό της τέλος, είναι τα γραπτά τού εκκλησιαστικού συγγραφέα "Σωκράτη τού Σχολαστικού", που έγραψε στα μέσα τού 5ου μ.Χ. αιώνα, δηλαδή περισσότερο από έναν αιώνα μετά τα γεγονότα που περιγράφει! Γι' αυτό και στα πλαίσια τής παρουσίασης τών ιστορικών στοιχείων που διαθέτουμε για την Υπατία, δημοσιεύουμε εδώ όσες από τις σωσμένες επιστολές του αναφέρονται στην Υπατία, έμμεσα ή άμεσα.

Α. Επιστολές με άμεση αναφορά στην Υπατία

Β. Επιστολές με έμμεση αναφορά στην Υπατία

 

Α. Επιστολές με άμεση αναφορά στην Υπατία

Επιστολή 10

Τη φιλοσόφω Υπατία.

Αυτήν τέ σε και δια σου τους μακαριωτάτους εταίρους ασπάζομαι, δέσποινα σεβασμία, πάλαι μεν αν εγκαλέσας εφ' οίς ουκ αξιούμαι γραμμάτων, νυν δε οίδα παρεοραμένος υφ' απάντων υμών εφ' οίς αδικώ μεν ουδέν ατυχώ δε πολλά και όσα άνθρωπος ατυχήσαι δύναται. αλλ' είπερ είχον εντυγχάνειν υμετέραις επιστολαίς και μανθάνειν εν οίς διατρίβετε (πάντως δε  εν αμείνοσίν εστε και καλλίονος πειράσθε του δαίμονος), εξ ημισείας αν έπραττον πονήρως εν υμίν ευτυχών· νυνί δε εν τι και τούτο των χαλεπών εστίν α με κατείληφεν. απεστέρημαι μετά των παιδίων και των φίλων και της παρά πάντων ευνοίας, και το μέγιστον, της θειοτάτης σου ψυχής, ην εγώ μόνην εμαυτώ εμμενείν ήλπισα κρείττω και δαιμονίας επηρείας και των εξ ειμαρμένης ρευμάτων.

 

Επιστολή 15

Τη φιλοσόφω.

Ούτω πάνυ πέπραγα πονήρως, ώστε υδροσκοπείου μοι δεί. επίταξον αυτό χαλκευθήναί τε και συνενωθήναι. σωλήν εστι κυλινδρικός, αυλού και σχήμα και μέγεθος έχων. ούτος επί τινος ευθείας δέχεται τας κατατομάς, αις των υδάτων την ροπήν εξετάζομεν· επιπωματίζει γαρ αυτόν εκ θατέρου κώνος κατά θέσιν ίσην εγκείμενος, ως είναι κοινήν βάσιν αμφοίν, του τε κώνου και του σωλήνος. αυτό δη τούτό εστι το βαρύλλιον. όταν ουν εις ύδωρ καθής τον αυλόν, ορθός εστήξει και παρέξει σοι τας κατατομάς αριθμείν· αι δε της ροπής εισι γνωρίσματα.

 
 

Επιστολή 16

Τη αυτή.

Κλινοπετής υπηγόρευσα την επιστολήν, ην υγιαίνουσα κομίσαιο, μήτερ και αδελφή και διδάσκαλε και δια πάντων τούτων ευεργετική και παν ό τι τίμιον και πράγμα και όνομα. εμοί δε τα της σωματικής ασθενείας ψυχικής αιτίας εξήπται. κατά μικρόν με  δαπανά των παιδίων των απελθόντων η μνήμη. μέχρις εκείνου ζήν άξιον ην Συνέσιον, μέχρις ην άπειρος των του βίου κακών. είτα ώσπερ ρεύμα επισχεθέν άθρουν ερρύη, και μετέβαλεν η γλυκύτης του βίου. παυσαίμην η ζων η μεμνημένος των υιέων του τάφου. συ δε αυτή τε υγιαίνοις και άσπασαι τους μακαρίους εταίρους, από του πατρός Θεοτέκνου και από του αδελφού Αθανασίου αρξαμένη, πάντας εξής· και ει τις αυτοίς προσγέγονεν, ως είναί σοι καταθύμιος, εμέ δε δεί χάριν οφείλειν αυτώ διότι σοι καταθύμιός εστι, κακείνον ως φίλον φίλτατον άσπασαι παρ' εμού. των εμών ει τι σοι μελει, καλώς ποιείς· και ει μη μέλει, ουδέ εμοί τούτου μέλει.

 

Επιστολή 33

Τη φιλοσόφω

Ηχούς έοικα πράγμα ποιείν. ας παρείληφα φωνάς αντιδίδωμι, τον θαυμαστόν Αλέξανδρον επαινών παρά σοί.

 

Επιστολή 81

Τη φιλοσόφω.

Ει και μη πάντα ο δαίμων αφελέσθαι με δύναται, αλλά βούλεται όσα γε δύναται, ος μ' υιών πολλών τε και εσθλών εύνιν έθηκεν, αλλά το γε προαιρείσθαι τα βέλτιστα και τίθεσθαι τοις αδικουμένοις ουκ αφαιρήσεται· μη γαρ δη και της γνώμης ημών κατισχύσειε. μισώ μεν ουν αδικίαν, έξεστι γαρ· κωλύειν δε βουλοίμην μεν, αλλά και τούτο των αφαιρεθέντων εστί, και οίχεται και τούτο προ των παιδίων. πάλαι ποτ' ήσαν άλκιμοι Μιλήσιοι. ην ότε καγώ φίλοις όφελος ην, και συ με εκάλεις αλλότριον αγαθόν εις ετέρους δαπανώντα την παρά των μέγα δυναμένων αιδώ, και ήσαν εκείνοι χείρες εμαί. νυνί δε απάντων έρημος υπολείπομαι, πλήν ει τι συ δύνη· και γαρ δη και σε μετά της αρετής αγαθόν άσυλον αριθμώ. συ μεν ουν αεί και δύνη και δύναιο κάλλιστα χρωμένη τω δύνασθαι, Νίκαιος δε και Φιλόλαος οι καλοί καγαθοί νεανίαι και συγγενείς, όπως επανέλθοιεν των ιδίων γενόμενοι κύριοι, πάσι μελέτω τοις τα σά τιμώσι και ιδιώταις και άρχουσι.

 

Επιστολή 124

Τη φιλοσόφω.

Ει δε θανόντων περ καταλήθοντ' ειν αίδαο, αυτάρ εγώ και κείθι της φίλης Υπατίας μεμνήσομαι. έγωγέ τοι τοις πάθεσι της πατρίδος περιεχόμενος και δυσχεραίνων αυτήν εφ' οίς ορώ καθ' ημέραν όπλα πολέμια και αποσφαττομένους ανθρώπους ώσπερ ιερεία, και τον αέρα διεφθαρμένον έλκων από της σηψεως των σωμάτων, και αυτός έτερα τοιαύτα παθείν προσδοκών (τις γαρ εύελπις, εν ω και το περιέχον εστί κατηφέστατον, κατειλημμένον τη σκιά των σαρκοφάγων ορνέων;) αλλά και επί τούτοις φιλοχωρών. τι γαρ και πάθω, Λίβυς ων και ενταύθα γενόμενος και των πάππων τους τάφους ουκ ατίμους ορών; δια σε μοι δοκώ μόνην υπερόψεσθαι της πατρίδος καν λάβωμαι σχολής μεταναστεύσειν.

 

Επιστολή 154

Τη φιλοσόφω.

Τήτες εξήνεγκα δύο βιβλία, το μεν υπό θεού κινηθείς, το δε υπό λοιδορίας ανθρώπων. και γαρ των εν λευκοίς ένιοι τρίβωσι και των εν φαιοίς έφασάν με παρανομείν εις φιλοσοφίαν, επαίοντα κάλλους εν λέξεσι και ρυθμού, και περί Ομήρου τι λέγειν αξιούντα και περί των εν ταις ρητορείαις σχημάτων, ως δη τον φιλόσοφον μισολόγον είναι προσήκον και μόνα περιεργάζεσθαι τα δαιμόνια πράγματα. και αυτοί μεν θεωροί του νοητού γεγονότες· εμέ δε ου θέμις, διότι νέμω τινά σχολήν εκ του βίου τω και την γλώτταν καθήρασθαι και την γνώμην ηδίω γενέσθαι. ενήγε δε αυτούς εις το καταδικάσαι μου προς μόνην παιδιάν επιτήδειον είναι το τας Κυνηγετικάς εκ της οικίας ουκ οίδ' όπως διαρρυείσας σπουδασθήναι διαφερόντως υπό νεανίσκων ενίων, οίς Ελληνισμού τε και χάριτος έμελε, και τινα των εκ ποιητικής επιμελώς έχοντα και παραδεικνύντα τι της αρχαίας χειρός, όπερ επί των ανδριάντων λέγειν ειώθαμεν. αλλ' εκείνων οι μεν αμαθίας ηγουμένης του θράσους προχειρότατοι πάντων εισί περί του θεού διαλέγεσθαι (οίς αν εντύχης, ευθύς ακούση τινά περί των ασυλλογίστων συλλογισμών), και μη δεομένων επαντλούσι των λόγων, ιδία τι δοκώ μοι διαφέρον αυτοίς. από γαρ τούτων εν ταις πόλεσιν οι δημοδιδάσκαλοι γίγνονται, ό ταυτόν εστι και το κέρας της Αμαλθείας, ω ούτοί γε δείν οίονται χρήσθαι. επιγινώσκεις, οίμαι, το φύλον τούτο το ράδιον, ό διαβάλλει γενναίαν υπόθεσιν.      Ούτοί με μαθητιάν εαυτοίς αξιούσι, και φασιν αποφανείν εντός ολίγου τα περί θεόν παντολμότατον,  ημέρας εξής και νύκτας αγορεύειν δυνάμενον. έτεροι δε οι κάλλιον ησθημένοι, παρά πολύ τούτων εισί κακοδαιμονέστεροι σοφισταί, και βούλοιντο μεν αν επί τοις αυτοίς ευδοκιμείν, αλλ' ευτυχούσι το μηδέ τούτο δύνασθαι. και οίσθά τινας εν λογιστηρίοις αποδύντας η πάντως από μιας γε του συμφοράς αναπεισθέντας εν μεσημβρία του βίου φιλοσοφείν, από μόνου του τον θεόν απομόσαι η κατομόσαι Πλατωνικώς, ους φθάσειεν αν η σκιά φθεγξαμένη τι των δεόντων. δεινή δε όμως η προσποίησις. η τε γαρ οφρύς βαβαί της ανατάσεως εις όσον ήρται, και η χείρ υπερείδει το γένειον τα τε άλλα σεμνοπροσωπούσιν υπέρ τας Ξενοκράτους εικόνας. οί γε και νομοθετείν ημίν αξιούσιν άττα σφίσι λυσιτελέστατα, μηδένα μηδέν αγαθόν ειδότα φανερόν είναι, ηγούμενοι σφών αυτών έλεγχον, ει τις φιλόσοφος είναι δοκών επιστήσεται φθέγγεσθαι· αυτοί γαρ αν υπό τη προσποιήσει λαθείν και δόξαι τάνδοθεν είναι σοφίας ανάπλεω. άμφω με τούτω τω γένη διαβεβλήκατον, ως επί τοις ουδενός αξίοις εσπουδακότα· το μεν ότι μη ταυτά φλυαρώ, το δε ότι μη το στόμα συγκλείσας έχω και βούν τον εκείνων επί της γλώττης τίθεμαι. επί τούτοις συνετέθη το σύγγραμμα, και απήντησε των μεν τη φωνή των δε τη σιγή. προήκται μεν γαρ ως επί τούτους αυτούς τους αφώνους τε και βασκάνους (πως οίει μετ' ευπρεπούς του σχήματος;), ου μην αλλ' εξεύρεν όπως αν κακείνους συνεφελκύσαιτο. και βούλεται μεν πολυμαθείας ουχ ήττον επίδειξις η εγκώμιον είναι, ου γαρ εξωμοσάμην τας αιτίας, αλλ' ίν' έτι μάλλον ανιώντο, συχνά και πεφιλοτίμημαι· προϊόν δε βίων αιρέσεις εξετάζειν επαινεί την φιλοσοφίαν ως φιλοσοφωτάτην αιρέσεων, ην ποίαν τινά νομίζειν χρή, του βιβλίου πυνθάνου. τελευτών δε και υπέρ των κιβωτίων απολελόγηται, σχόντων τινά και τούτων αιτίαν, αδιόρθωτα κρύπτειν βιβλία. ουδέ γαρ ουδέ των τοιούτων οι τελχίνες απέσχοντο. ει δε έκαστον εν τάξει τη προσηκούση και πάντα συν ώρα και αφορμαί δίκαιαι των εκασταχού προκεχειρισμένων, και ει μερίζεται μεν πλείοσι κεφαλαίοις κατά το θεσπέσιον γράμμα, τον Φαίδρον, ον περί πάντων ομού των ειδών του καλού Πλάτων εξήνεγκε, μεμηχάνηται δε άπαντα συννεύειν εις žν το προκείμενον, και ει που γέγονε πίστις υφέρπουσα το υπτιάσαν διήγημα, και ει προήλθεν ως εν τοιούτοις απόδειξις εκ της πίστεως και ει το δι' άλλο γενόμενον, ταύτα μεν τέχνης αν είη δώρα και φύσεως. όστις δε ουκ αγύμναστος επιφωράσαί τι και πρόσωπον θείον υπό φαυλοτέρω κρυπτόμενον σχήματι, ώσπερ εποίουν Αθήνησιν οι δημιουργοί, Αφροδίτην και Χάριτας και τοιαύτα κάλλη θεών αγάλμασι Σειληνών και Σατύρων αμπίσχοντες, τούτον ου λήσει το γράμμα, συχνά και των αβεβήλων αποκαλύψαν δογμάτων υπό τη προσποιήσει του παρέλκειν ετέρους λανθάνοντα και τω λίαν εική και ως αν δόξειεν αφελώς εγκατεσπάρθαι τω λόγω. των μεν γαρ εκ της σεληνιακής αιτίας αποψύξεων οι νοσούν- τες επιληψίαν αισθάνονται μόνοι, των δε κατά νουν επιβολών μόνοι δέχονται τας εκλάμψεις. οίς υγιαίνουσι το νοερόν όμμα φως ανάπτει συγγενές ο θεός, ό τοις τε νοεροίς του νοείν και τοις νοητοίς αίτιον του νοείσθαι· καθάπερ το τήδε φως όψιν συνάπτει χρώματι, καν αφέλης, παρόντος η προς αυτό δύναμις ανενέργητος. υπέρ δη τούτων απάντων σε κρίνουσαν περιμενούμεν. καν μεν ψηφίση προοιστέον είναι, ρήτορσιν άμα και φιλοσόφοις εκκείσεται· τους μεν γαρ ήσει, τους δε ονήσει, πάντως γε, ει μη παρά σου της δυναμένης κρίνειν διαγεγράψεται. ει δε μη φανείταί σοι της των Ελλήνων ακοής άξιον, και συ δε δήπου μετ' Αριστοτέλους προ του φίλου την αλήθειαν θήση, πυκνόν και βαθύ σκότος επηλυγάσεται, και λήσεται τους ανθρώπους λεγόμενον. ταύτα μεν περί τούτου. θάτερον δε ο θεός και επέταξε και ενέκρινεν, ό τη φανταστική φύσει χαριστήριον ανατέθειται. έσκεπται δ' εν αυτώ περί της ειδωλικής απάσης ψυχής, και έτερ' άττα προκεχείρισται δόγματα των ούπω φιλοσοφηθέντων Έλλησι. και τι αν τις απομηκύνοι περί αυτού; αλλ' εξείργασται μεν επί μιας άπαν νυκτός, μάλλον δε λειψάνου νυκτός, η και την όψιν ήνεγκε την περί του δείν αυτό συγγεγράφθαι. έστι δε ου των λόγων δις που και τρίς, ώσπερ τις έτερος ων, εμαυτού γέγονα μετά των παρόντων ακροατής· και νυν οσάκις αν επίω το σύγγραμμα, θαυμαστή τις περί εμέ διάθεσις γίνεται, και τις ομφή με θεία περιχείται κατά την ποίησιν. ει δε μη μόνον το πάθος εμού και περί έτερον δ' αν ταυτά γένοιτο, συ και τούτο μηνύσεις. συ γαρ δη μετ' εμέ πρώτη των Ελλήνων εντεύξη. ταύτα των τέως ανεκδότων απέστειλα. και ίνα τέλειος ο αριθμός η, προσέθηκα τον περί του Δώρου, πάλαι γενόμενον εν τω καιρώ της πρεσβείας προς άνδρα παρά βασιλεί παραδυναστεύοντα· και τι του λόγου τε και του δώρου Πεντάπολις ώνατο.

 

Β. Επιστολές με έμμεση αναφορά στην Υπατία

Επιστολή 133

Ολυμπίω.

Χθές και πρώην επί των έναγχος υπάτων, ων άτερός εστιν Αρισταίνετος (τον γαρ συνάρχοντα αγνοώ), κατασεσημασμένην εκομισάμην επιστολήν το σόν της ιεράς κεφαλής επιγεγραμμένην όνομα. τεκμαίρομαι  δε αυτήν είναι παμπάλαιον, τω τε θριπήδεστον γεγονέναι και τω συγκεχύσθαι τα πλείονα των γραμμάτων. εγώ δε ηξίουν μη καθάπερ δασμόν τινα ετήσιον την επιστολήν πέμπεσθαι, μηδ' ένα ποιείσθαι διακομιστήν μόνον τον φίλτατον Σύρον· ούτω γαρ συμβαίνει το μηδέ νεαροίς αλλ' εώλοις αυτοις περιτυγχάνειν. ώσπερ ουν εγώ, και αυτός ούτω ποίει. ουδείς βασιλέως αγγελιαφόρος δημοσίαν ίππον αμείβων έξεισι της πόλεως, ω μη τα προς την σήν λογιότητα μέρος γίνεται του κατόπιν φορτίου. ει μεν ουν αποδιδόασιν η πάντες η τινες αυτών, πολλά καγαθά τοις αποδιδούσι γένοιτο, χρηστοίς ούσιν· ει δε μη, και ταύτη συ σοφώτερος, απιστών οίς άξιον. αλλ' ίνα μηδέ ημείς μάτην κόπτωμεν τον υπογραφέα τας ουκ αποδοθησομένας επιστολάς υπαγορεύοντες, μαθείν αξιώ· μεθαρμόσομαι γαρ του λοιπού και μόνω πιστεύσω τω Πέτρω. ταύτην γε τοι την επιστολήν Πέτρον οίμαι διακομιείν, παρά μέσης λαβόντα της ιεράς χειρός· στέλλω γαρ αυτήν από Πενταπόλεως εγώ προς την διδάσκαλον την κοινήν. αύτη δε ότω βούλεται δώσει· βουλήσεται δ' εύ οίδ' ότι τω γνωριμωτάτω παρασχείν. και γαρ ουδ' ίσμεν, ω φίλτατε και θαυμασιώτατε, ει και πάλιν έξεστι προσειπείν ημάς αλλήλους. κακία γαρ στρατηγών αμαχεί γέγονε των πολεμίων η χώρα, και μόνοι ζώμεν όσοι τα ερυμνά κατειλήφαμεν, των εν τοις πεδίοις κατειλημμένων ώσπερ ιερείων απεσφαγμένων. δέδιμεν δε την προσεδρείαν αυτών μη χρονία γενομένη δίψει παραστήσηται τα πολλά των φρουρίων. ταύτη και τοις αντεγκλήμασι τοις περί των δώρων ουκ απεκρινάμην· ου γαρ μοι σχολή προς τινι μηχανή τον νουν έχοντι. κατασκευάζομαι γαρ ως αν από των πύργων εκηβολώτατα πέμποιμεν αξιόλογα λίθων βάρη. άμα δε και ενδίδωμί σοι προς το πέμπειν μοι δώρα· δεί γαρ είκειν Ολυμπίω Συνέσιον, μη μέντοι τρυφώντα δώρα (και γαρ και τότε την τρυφήν εμεμψάμην των καταλυμάτων του συσσιτίου), αλλ' έστω στρατιωτικά, τόξα και βέλη, μετά των στυρακίων μέντοι τα βέλη. τόξα μεν ουν καν ετέρωθεν ωνησαίμην και τα όντα ανακτησαίμην, βέλη δε ου ράδιόν εστι πορίσασθαι, ούκουν ώστε και επιτήδεια. τα γαρ Αιγύπτια ταύτα τοις γόνασιν οιδούντα τοις παραγονατίοις συνιζάνει· ταύτη και σφάλλεται παρ' εαυτών. έοικε γαρ τοις εκ πρώτης αφετηρίας εμποδιζομένοις τε και προσκόπτουσι. τα παρ' υμίν δε ευμήκη τέ εστι και ακριβώς εις ενός κυλίνδρου σχήμα στρογγύλλεται, όπερ το παν εστίν εις ευθυπορίαν της πτήσεως. ταύτά μοι πέμπειν, και χαλινούς ίππων αγαθούς εις χρήσιν. επεί και τον ίππον τον Ιταλόν, ον επήνεσας τη γλώττη τη καλή, σφόδρα αν είδον ηδέως· επειδή και πατέρα πώλων αγαθών ημίν αυτόν υπισχνού. ου μην αλλά και κάτω που της επιστολής μετά την υπογραφήν εύρον ότι μένειν εδέησε τον ίππον εν τη Σελευκεία, του ναυκλήρου δια τον καιρόν παραιτησαμένου τοιούτο  φορτίον. επειδή δε μήτε την λέξιν επέγνων αδελφήν ούσαν της σής μήτε την χείρα μήτε την ακρίβειαν της γραφής, εδικαίωσα μη αγνοείσθαί σοι τούτο. άτοπον γαρ ει τοιούτος ων ο ίππος μήτε εμοί μήτε σοί σώζοιτο.

 

Επιστολή 136

Τω αυτώ.     

Οναίμην των Αθηνών οπόσα βούλει, ώστε μοι δοκώ πλείν η παλαιστή και δακτύλω γεγονέναι σοφώτερος. έξεστι δε και αυτόθεν της νέας σοφίας πείράν σοί τινα παρασχείν. αμέλει γαρ Αναγυρουντόθεν σοι γράφω, και Σφηττοί γέγονα και Θριώζε και Κηφισιάσι και Φαληροί. και κακός κακώς δεύρό με κομίσας απόλοιτο ναύκληρος· ως ουδέν έχουσιν αι νυν Αθήναι σεμνόν αλλ' η τα κλεινά των χωρίων ονόματα. και καθάπερ ιερείου διαπεπραγμένου το δέρμα λείπεται γνώρισμα του πάλαι ποτέ ζώου, ούτως ενθένδε φιλοσοφίας εξωκισμένης λείπεται περινοστούντα θαυμάζειν την ακαδήμειάν τε και το Λύκειον και νή Δία την ποικίλην στοάν, την επώνυμον της Χρυσίππου φιλοσοφίας, νυν ουκέτ' ούσαν ποικίλην. ο γαρ ανθύπατος τας σανίδας αφείλετο, αις εγκατέθετο την τέχνην ο εκ Θάσου Πολύγνωτος. νυν μεν ουν εν τοις καθ' ημάς χρόνοις Αίγυπτος τρέφει τας Υπατίας δεξαμένη γονάς, αι δε Αθήναι, πάλαι μεν ην η πόλις εστία σοφών, το δε νυν έχον σεμνύνουσιν αυτάς οι μελιττουργοί. ταύτ' άρα και η ξυνωρίς των σοφιστών των Πλουταρχείων, οίτινες ου τη φήμη των λόγων αγείρουσιν εν τοις θεάτροις τους νέους, αλλά τοις εξ Υμηττού στάμνοις.
 

Επιστολή 137

Ερκουλιανώ.     

Ει της Οδυσσέως πλάνης κέρδος έφησεν Όμηρος πολλών ανθρώπων ιδείν τε άστεα και νόον γνώναι, και ταύτα της προσορμίσεως αυτώ γενομένης ου προς άνδρας χαρίεντας αλλά προς Λαιστρυγόνας και Κύκλωπας, ήπου θαυμαστώς αν ήσεν η ποίησις την εμήν τε και σήν αποδημίαν, παρασχούσαν ημίν εις πείραν ελθείν των και δια φήμης απιστουμένων. αυτόπται γαρ τοι και αυτήκοοι γεγόναμεν της γνησίας καθηγεμόνος των φιλοσοφίας οργίων. ει δε και ανθρωπικαί χρείαι τους κοινωνήσαντας διαθέσει συνδέουσιν, ημάς κατά τον νουν των εν ημίν το άριστον συγγενομένους θείος απαιτεί νόμος ταλλήλων τιμάν. εγώ μεν ουν και της σωματικής συνηθείας απολελαυκώς οράν τε απόντα δοκώ, το εναποτεθέν από της διαθέ- σεως είδος προχειριζομένης της μνήμης, και εμβομβεί μου ταις ακοαίς η θαυμαστώς γλυκεία των ιερών σου λόγων ηχώ. συ δε ημίν είπερ ουχ ούτως έχεις, αδικείς· ει δ' έχεις, ου μέγα ποιείς, αποδίδως γαρ διαθέσεως όφλημα. όταν δε προς την εν φιλοσοφία κοινωνίαν απίδω και φιλοσοφίαν εκείνην περί ης πολλά συγκεκύφαμεν, ενταύθα ήδη του λογισμού γενόμενος θεώ βραβευτή την συντυχίαν ημών ανατίθημι. ου γαρ αν απ' ελάττονος η θείας αιτίας Συνέσιος, ο το πράγμα ήκιστα δημοσιεύων και πλείστοις μεν συνών επ' ανθρωπικαίς δε κοινωνίαις τας συνουσίας ποιούμενος, φιλοσοφίαν δ' εν αρρήτων αρρητοτάτοις έχων, ούτω προχείρως εμαυτόν τε και τα εμαυτού κτήματα ανεκάλυψα ανδρί κατά βραχύ δόντι μοι και λαβόντι τον λόγον. επεί δ' ουν γέγονέ τις ούτος προς ον εξωρχησάμην τα τέως ανέκπυστα, και της σοφής του Πρωτέως επελαθόμην τέχνης (ου γαρ άλλη τις ην η συνείναι τοις ανθρώποις ου θείως αλλά πολιτικώς), επεί γέγονε τούτο, ου προθεμένης μοι της γνώμης αλλ' ακατασκεύαστον ούτω παρελθόν, εγώ θεόν ηγεμόνα του παραδόξου λογίζομαι, παρ' ου τέλος αιτήσομεν των δι' αυτόν ηργμένων. και δοίη μετ' αλλήλων φιλοσοφείν· ει δε μη τούτο, πάντως φιλοσοφείν. ως έγωγε ενόντας μοί τινας τη ψυχή λόγους περί της υποθέσεως ην επραγματευόμεθα καταχέαι μεν ωδίνω της επιστολής, ου μην τούτο ποιήσω. σοί μεν γαρ αν κατά θεόν γένοιτο συγγενέσθαι και ημίν περί τούτων και πολλοίς άμεινον ειδόσιν· εμοί δε ου καλώς έχει γραμματείω πιστεύειν τα τοιάδε. το γαρ της επιστολής πράγμα ουκ εχέμυθον, αλλά φύσιν έχει τω περιτυχόντι προσδιαλέγεσθαι. έρρωσο, και φιλοσόφει και διατέλει το εν ημίν ανακεχωσμένον όμμα ανορύττων. το γαρ τοι βιούν ορθώς, άτε ον οίμαι προοίμιον του φρονείν, υπό των αρχαίων και φρονίμων ανδρών σπουδάζεσθαι κατεδείχθη. μη καθαρώ γαρ καθαρού εφάπτεσθαί φησιν ου θεμιτόν η θεσπεσία φωνή. οι πολλοί δε ου δια το φρονείν αλλ' αυτό δι' αυτό, και τελειότητα ανθρωπίνην ήγηνται το βιούν ορθώς, την οδόν ουχ οδόν αλλ' εφ' ό δεί δι' αυτής φθάσαι νομίζοντες, κακώς φρονούντες· σωφροσύνη γαρ άλογος και αποχή κρεωδαισίας πολλή παρά πολλοίς αλόγοις είδεσιν ενδέδοται παρά της φύσεως. αλλ' ουκ επαινούμεν ούτε κορώνην ούτ' άλλο τι των ευρομένων φυσικήν αρετήν, ότι φρονήσεως έρημα. η δε κατά νουν ζωή τέλος ανθρώπου. ταύτην μετίωμεν, θεόθεν τε αιτούντες θεία φρονείν, και αυτοί τον δυνατόν τρόπον το φρονείν απανταχόθεν συλλέγοντες.
 

Επιστολή 159

Το σοφώτατον γράμμα, το μάλα μεν εμμελές μάλα δε βραχύ, αλλά και μάλα λιγύ, ό δη τοι ο θαυμαστός σοι νους απέτεκεν, ημίν κομισθέν ώνησέ τε τα μέγιστα και ήσεν άμα διπλή τω τε προς αρίστου και κομιδή των επαινετών εταίρου και τω μετά συχνής δημιουργηθήναι της χάριτος. ου μην αλλά και προς άλλο τι μείζον ηρέθισέ που και τολμηρότερον, ό τάχ' αν, ει μη πόθος δήπουθεν παρελθών, άτ' εύ έχων και τα πόρρω διεστώτα συνάπτειν και τα προς άλληλα εναντίως έχοντα πολλάκις συμφέρειν, συγγνώμην τω πράγματι παραιτήσαιτο, μετά των νεμεσάσθαι δικαίων ου πολλώ δεήσειε του ημάς στήσαι. προς ποίον; ίσως ερείς. το προς τηλικούτον άνδρα μούσαις ουκ οίδ' ει τις τετελεσμένον (ον αν ιδών Δημοσθένης μεθ' ημών είπεν Ερμού λογίου τύπον εις ανθρώπους ήκειν) γλώτταν ως οράς αντιδούναι την ημετέραν, την πάλαι μεν ουδ' άκρω λιχανώ του κρείττονος μετασχούσαν, νυν δε και λίαν ηγροικισμένην, η μόγις οίδε και την σκάφην σκάφην λέγειν. κοινούμαι γαρ σοι και πάθος εχεμυθούμενον ιδίως εμοί και νυν μάλλον ούτω κινδυνεύον κύριον ως είμαρτο γίγνεσθαι. τούτό τοι και ταλανίζειν ημάς αυτούς αλλ' ουκ ευδαιμονίζειν το πείθον, οίς ουδέ συμμίξαί τω γέγονε βελτίστης όντι μοίρας οποίω σοί, ίνα ημών τι του βαρβάρου μέρους εντεύθεν τυχόν αποσμιλευθείη και ούτω του μακρού γράσου τα ημών εκσταίη κατά βραχύ, νυν ότι μη κατά καιρόν σοι το ζητούμενον ανεφάνη, μάλλον του προτέρου ταλανίζειν παρέχεται. ό γαρ έλαιον συ τε αξιοίς καγώ βούλομαι η τούτ' ειπείν δι' ευχής είχον προς τοιούτον τινα διαβήναι, κατά χώραν μεμενηκός, ως η των πραγμάτων έδωκε φύσις, επί τα προς χρείαν κατέστη. τοίνυν ουδ' ελαία τις έστιν ενοφθαλμισμάτων εστερημένη (ανάσχου γαρ μου και μικρόν τη κοινή γλώττη χαρισαμένου), εφ' ήπερ αν ο ηδύς φίλος εγκεντρισθείη· πεπλήρωται γαρ εκάστη και καρποδοτείν ως οίόν τε ήδη απάρχεται. και ταύτα μεν δη ταύτα, τάλλα δε και ο παρών δήλα θήσει, και όπως άπερ ήτησας ουκ έσχε καιρόν, τάχ' αν σοι διατρανώσαιτο. έρρωσο, και ευθύμει φιλοσοφίας απάσης αντιποιούμενος.

Δημιουργία αρχείου: 13-2-2010.

Τελευταία ενημέρωση: 13-2-2010.

ΕΠΑΝΩ