Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Αγία Γραφή και Θρησκείες

Οι παραλήπτες της "προς Εφεσίους επιστολής" * Η Εκκλησία ως στήριγμα τής αληθείας και οι αιρέσεις ως παράγοντας αστάθειας και πλάνης. Κείμενο Β΄ Αιώνος

Αίρεση και Γεωγραφία:

Το «παράδειγμα» των Κολοσσών

Σωτηρίου Δεσπότη

Αναπληρωτή Καθηγητή της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών

 

Πηγή: Περιοδικό "Θεολογία" Τόμος ΠΓ΄ Τεύχος 1, 2012. Σελ. 173-196.

Αναδημοσίευση από: http://www.ecclesia.gr

 

Εισαγωγικά

Στο παρόν άρθρο1 θα εξετάσουμε την επίδραση που ασκεί στη διαμόρφωση μιας «αίρεσης»2 η γεωγραφία και ειδικότερα η ανθρωπογεωγραφία3. Ως παράδειγμα επέλεξα αυτήν (την «αίρεση») που αντιμετωπίζει ο απόστολος Παύλος στην Προς Κολοσσαείς (Κολοσσαείς).

Η Κολοσσαείς4 αποτελεί ένα από τα πλέον παράδοξα κείμενα της Κ. Δ. το οποίο συγγράφεται τις παραμονές ενός τρομερού σεισμού το 60/1 μ.Χ.5 που μάλλον διέγραψε την πόλη από τον χάρτη.6 Γι' αυτό και οι Κολοσσές δεν μνημονεύονται ούτε στις επτάδες των επιστολών της Αποκάλυψης και του Ιγνατίου ούτε αναφέρονται ως έδρα κάποιου Επισκόπου, όπως αντιθέτως συμβαίνει με τις άλλες δύο πόλεις της κοιλάδας του Λύκου. Προφανώς οι παραλήπτες της (επιστολής) μετά το συνταρακτικό αυτό γεγονός (που ίσως απηχείται στο Αποκ. 16,19) μετακόμισαν είτε στις Χώνες είτε στη Λαοδίκεια (η οποία ξανακτίστηκε και μάλιστα με ίδιους πόρους).

Εάν η Κολοσσαείς γράφτηκε από τη Ρώμη περί το 60 μ.Χ. είναι άγνωστο εάν τελικά ακούστηκε στον τόπο προορισμού της ή στους χώρους που είχαν καταφύγει οι κάτοικοί της. Η ίδια η επιστολή περιέχει τη διορατική πρόβλεψη να αναγνωσθεί και στη Λαοδίκεια (4, 15-16).7

Εκτός από το τέλος των Κολοσσών, δύο χρόνια μάλλον αργότερα ήλθε και το μαρτυρικό τέλος του Παύλου8 που φιλοδοξούσε να επισκεφθεί την πόλη γι' αυτό και στη Φιλήμονα προσκαλεί τον παραλήπτη να ετοιμάσει ξενία (στ. 22).

Σε όλα τα ανωτέρω «παράδοξα» στοιχεία που συνδέονται με την Κολοσσαείς πρέπει να προστεθεί και η μοναδική επιχειρηματολογία του συγγραφέως της (η Χριστολογία και η εκκλησιολογία) αλλά και η χρήση 37 άπαξ λεγάμενων όρων9 που δεν είναι σαφές αν ήταν τεχνικοί (όροι) της καταπολεμούμενης αίρεσης ή/και λογοπαίγνια του Παύλου.

Παράλληλα το περιεχόμενο της Κολοσσαείς επαναλαμβάνεται «βελτιωμένο» στην παράλληλη συνοπτική (προς την Κολοσσαείς) προς Εφεσίους, την μόνη Καθολική Επιστολή (και μάλιστα με πολλά Ιωάννεια στοιχεία) που φέρεται ότι απεστάλη από τον Παύλο προς Εκκλησίες της Ασίας είτε μαζί με τη Φιλήμονα και την Κολοσσαείς ή αργότερα από έναν μαθητή του. Το γεγονός ότι μία επιστολή προς μια κατεστραμμένη πόλη εντάχθηκε στον Κανόνα αλλά και «υπομνηματίσθηκε» από την Εφεσίους σημαίνει τη σπουδαιότητα και την απήχησή της.

Οι ιδιαιτερότητες της Κολοσσαείς δεν οφείλονται κατ’ ανάγκην στη συγγραφή της από κάποιον μαθητή του Παύλου αλλά καταρχάς στην «πρωτότυπη» αίρεση που αντιμετωπίζεται στις Κολοσσές. Άραγε τι νόημα θα είχε η συγγραφή μιας πλαστής επιστολής σε μια Εκκλησία μιας πόλης που είχε καταστραφεί;10 Εάν είχε συγγραφεί αργότερα, όπως εικάζεται από την πλειονότητα της επιστημονικής κοινότητας, ίσως υπήρχε κάποιος υπαινιγμός στον Εγκέλαδο που συγκλόνισε την Κοιλάδα του Λύκου, όπως θεωρείται ότι συμβαίνει στα Συνοπτικά Ευαγγέλια με την πυρπόληση των Ιεροσολύμων το 70 μ.Χ. Θα ανέμενε δηλαδή κάποιος μία προφητεία ex eventu. Όπως ήδη επισημάνθηκε, η καθιέρωσή της στον Κανόνα και ο «υπομνηματισμός» της από την Εφεσίους έχουν νόημα μόνον εάν όντως ήταν παύλεια.

Σύμφωνα με νεότερη άποψη,11 η συγκεκριμένη επιστολή έχει έντονη τη «σφραγίδα» του Τιμόθεου, ο οποίος είναι μαζί με τον Παύλο αποστολέας της. Ο στενός συνεργάτης του Αποστόλου των Εθνών ήταν γόνος της Λυκαονίας (Λύστρα· Πράξεις 16,1) που γειτονεύει με τη Φρυγία, έχοντας μάλιστα Έλληνα πατέρα και Εβραία μητέρα. Αυτή παρότι τον δίδαξε τα ιερά γράμματα (Β΄ Τιμόθεον 3,15) δεν του είχε κάνει περιτομή, η οποία παραδόξως στην Κολοσσαείς δεν καταπολεμείται (όπως αντιθέτως συμβαίνει στην Προς Γαλάτας). Άρα ήταν γνώστης των συγκρητιστικών τάσεων και του μυστικού Ιουδαϊσμού που κυριαρχούσαν στην περιοχή. Μάλιστα στην Α' Τιμ. 1,4 ακούγεται η συμβουλή να απέχει από μύθους και γενεαλογίες απεράντοις,12 αίτινες εκζητήσεις παρέχουσιν μάλλον ή οικονομίαν Θεού.

Επιπλέον ο Τιμόθεος μετά τις συνεχόμενες φυλακίσεις τού πνευματικού του πατέρα στην Καισάρεια και τη Ρώμη δεν αποκλείεται να είχε αναλάβει πλέον πρωταγωνιστικό ρόλο στην Ασία και να γνώριζε τη νοοτροπία της αντιμετωπιζόμενης «αίρεσης», άλλα και να είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον να στερεώσει την τοπική Εκκλησία στην πίστη του Χριστού. Έτσι ίσως μπορεί να αιτιολογηθεί το ερώτημα γιατί ο συγγραφέας δεν επικαλείται τη δική του άνοδο έως τρίτου ουρανού όπως συμβαίνει στο Β΄ Κορινθίους 12 (και μάλιστα σε συνδυασμό προς το προερχόμενο από άγγελο σατανά πάθος) όπου ο Παύλος αντιμετωπίζει Ιουδαιοχριστιανούς που επίσης κόμπαζαν για τις οραματιστικές τους εμπειρίες. Το πράττει ο Ιωάννης στην αποκάλυψη όταν μετά την τελευταία (και γι' αυτό εξαιρετικά σημαντική) επιστολή προς τον Άγγελο της Λαοδίκειας, παρουσιάζεται στο κεφ. 4 να ανεβαίνει άμεσα στον ουρανό χωρίς να διασχίζει τρεις ή επτά ουρανούς και χωρίς εφαρμογή τεχνικών (απομόνωσης, αγνισμών και προσευχών).

Στο παρόν άρθρο θα επιχειρήσω να εξιχνιάσω την επίδραση την οποία ασκούν στη διαμόρφωση της «αίρεσης» που αντιμετωπίζεται στην Κολοσσαείς ο χώρος στον οποίο εντοπίζεται η συγκεκριμένη Εκκλησία και οι πληθυσμιακές ομάδες που ζούσαν σε αυτόν. Γι' αυτό στην πρώτη ενότητα ασχολούμαι με τις συνθήκες γένεσης της Εκκλησίας και τα χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης φιλοσοφίας, ενώ στη δεύτερη με την επιρροή που πιθανώς άσκησε το περιβάλλον στη διαμόρφωσή της. Τέλος, εξάγονται γενικότερα συμπεράσματα για τη γένεση και αντιμετώπιση της «αίρεσης».

 

1. Η Εκκλησία των Κολοσσών και η αιτία συγγραφής της επιστολής

Οι Κολοσσές, όπου ίσως διέμενε ο Φιλήμων (ο οποίος όμως παραδόξως δεν μνημονεύεται στην Κολοσσαείς, όπως και οι Τυχικός και Ιησούς Ιούστος δεν αναφέρονται στη Φιλήμονα) και επέστρεψε ο πρώην δραπέτης Ονήσιμος, ήταν μία μικρή πόλη στην εξαιρετικά γόνιμη κοιλάδα του παραποτάμου του Μαιάνδρου Λύκου (με συνολικό πληθυσμό 10.000 ανθρώπων), ανατολικά της Εφέσου, δίπλα στις κεντρικές αρτηρίες που συνέδεαν την Ανατολή (τον Ευφράτη) με τη Δύση (Μικρά Ασία).

Πλησιέστερες σ' αυτήν πόλεις ήταν η Λαοδίκεια (κέντρο οικονομικό και εμπορικό) και η Ιεράπολη (διάσημη για τις θερμές της πηγές). Ενώ τον 4ο και 3ο αι. π.Χ. ήταν πυκνοκατοικημένη (Ηρόδ. 7. 30. Ξενοφών, Ανάβασις 1. 2. 6), σταθμός στο διαμετακομιστικό εμπόριο με βιομηχανία επεξεργασίας μαύρου μαλλιού και κατασκευής υφαντών, κατά τους χρόνους συγγραφής της Κολοσσαείς (μάλλον ένεκα της μετατόπισης των οδικών αρτηριών στη Λαοδίκεια), χαρακτηρίζεται από τον Στράβωνα (12. 8. 13) πόλισμα. Αντιθέτως ο Πλίνιος εξαίρει τη σπουδαιότητά της (Φυσική Ιστορία 5. 145).

Στην περιοχή υπήρχαν ισχυρές Ιουδαϊκές κοινότητες. Σύμφωνα με τον M. Stephen,13 ο Αντίοχος ο Γ' (223-187 π.Χ.) το 195 π.Χ. μετακίνησε 2.000 Ιουδαϊκές οικογένειες από τη Βαβυλώνα σε οχυρά και σε ισχυρές στρατηγικά θέσεις στη Λυδία και τη Φρυγία, για να παρακολουθούν και να ελέγχουν τους ανυπότακτους υπηκόους του (Ιώσ. Αρχ. 12. 147-15314).

Ο Κικέρων (Pro Flacco 28. 68) πληροφορεί ότι το 62 π.Χ. Ο Φλάκκος επεχείρησε να προσεταιριστεί τον φόρο για το Ναό των Ιεροσολύμων που υπό την επίβλεψη των Ρωμαίων συγκεντρωνόταν κάθε χρόνο σε τέσσερεις πόλεις της Ασίας: το Αδραμμύτιον, την Πέργαμο, τη Λαοδίκεια και την Απάμεια. Στη Λαοδίκεια συλλέχθηκαν δέκα κιλά, ποσότητα που αντιστοιχεί σε 14.000 άρρενες Ιουδαίους (παράβαλλε Φίλων, Πρεσβεία προς Γάιο 245). Βέβαια στο συγκεκριμένο αριθμό πρέπει να συνυπολογιστούν οι οικογένειές τους. Αυτό αποδεικνύει ότι οι Εβραϊκές κοινότητες στη Φρυγία ήταν ίσως σημαντικότερες από εκείνες στις βόρειες ακτές.

Ενώ ο Παύλος πέρασε ανατολικά και βόρεια τής κοιλάδας του Λύκου περί το 52 μ.Χ. (Πράξεις 18,23), εντούτοις δεν διήλθε προσωπικά από εκεί καθώς δεν αποτελούσε αστικό κέντρο τής περιοχής η ρωμαϊκή κολονία. Από έμμεσες πληροφορίες συνάγεται ότι ο κατηχηθείς από τον Παύλο στην Έφεσο (στη σχολή του Τυράννου; Πράξεις 19,9) Επαφράς, που κατάγεται από τις Κολοσσές, κήρυξε το ευαγγέλιο και ίδρυσε την Εκκλησία μαζί με αυτές τής Λαοδίκειας και Ιεράπολης.

Εκτός από την κατ’ οίκον Εκκλησία του Φιλήμονα, υπήρχαν επίσης ίσως αυτές (οι Εκκλησίες) του Αρχίππου (4,17, ο οποίος, όμως, δεν αποκλείεται να είχε ως έδρα τη Λαοδίκεια)15 και τής Νύμφας (4,15).

Τη συγκεκριμένη επιστολή κόμισαν ο Τυχικός με τον Ονήσιμο, ενώ ο Επαφράς παρέμεινε στον τόπο τής αιχμαλωσίας τού Παύλου (συναιχμάλωτος Φιλήμ. 23) αγωνιώντας για την πορεία των πνευματικών του τέκνων σε όλη την κοιλάδα: πάντοτε αγωνιζόμενος υπέρ υμών εν ταις προσευχαίς, ίνα σταθήτε τέλειοι και πεπληροφορημένοι εν παντί θελήματι του Θεού. Μαρτυρώ γαρ αυτώ ότι έχει πολύν πόνον υπέρ υμών και των εν Λαοδικεία και των εν Ιεραπόλει (4, 12-13).

Αυτή η αναφορά δηλώνει και την κρισιμότητα του κινδύνου που διέτρεχαν οι συγκεκριμένες πόλεις, αλλά και την ευαισθησία του Επαφρά για τις τοπικές Εκκλησίες, ο οποίος δείχνει «αντανακλαστικά» (προσευχή, πόνο) αντίστοιχα του Παύλου. Από την άλλη πλευρά άγνωστες αιτίες, αλλά ίσως και η αγάπη του για τον δικό του πνευματικό πατέρα, τον κράτησαν κοντά του, αφού προφανώς ο Επαφράς είχε την βεβαιότητα ότι δεν είναι το δικό του πρόσωπο που θα λειτουργήσει καταλυτικά στις Εκκλησίες που ίδρυσε, άλλα ο Θεός και τα δύο πρόσωπα που κομίζουν την επιστολή και μάλιστα παρότι ο ένας εξ αυτών χρημάτισε «δραπέτης» δούλος. Στις κατ’ οίκον Εκκλησίες από τις αναφορές του Παύλου στο παρελθόν των παραληπτών αγίων κυριαρχούσαν μάλλον εθνικοχριστιανοί (1,12. 27· 2,13).

Προφανώς ο Επαφράς πληροφόρησε τον Απόστολο σχετικά με την επιρροή που ασκούσε μια φιλοσοφία που διεκδικούσε για τον εαυτό της ανώτερη «εσωτερική» γνώση αναφορικά με τον Θεό, τον κόσμο και τον άνθρωπο και σχετιζόταν με θρησκεία αγγέλων (2,18). Ήδη επισημάνθηκε ότι σε καμιά άλλη επιστολή δεν αντιμετωπίζεται παρόμοια «αίρεση».

Ο συγγραφέας της επιστολής, αφού τη χαρακτηρίσει παραλογισμό δια πιθανολογίας (= εξαπάτηση με αληθοφανή λόγια· 2,4), σημειώνει τα εξής στο κεφ. 2,8-23 (όπου εντοπίζεται ο πολεμικός πυρήνας της Επιστολής): Βλέπετε μη τις υμάς έσται ο συλαγωγών δια της φιλοσοφίας και κενής απάτης κατά την παράδοσιν των ανθρώπων, κατά τα στοιχεία του κόσμου και ου κατά Χριστόν. […] Μη ουν τις υμάς κρινέτω εν βρώσει και εν πόσει ή εν μέρει εορτής16 ή νεομηνίας ή σαββάτων ό εστίν σκιά των μελλόντων, το δε σώμα του Χριστού. Μηδείς υμάς καταβραβευέτω17 θέλων εν ταπεινοφροσύνη και θρησκεία τών αγγέλων, ά εόρακεν εμβατεύων18 εική φυσιούμενος19 υπό του νοός της σαρκός αυτού, και ου κρατών την Κεφαλήν, εξ ού20 παν το σώμα δια των αφών και συνδέσμων επιχορηγούμενον και συμβιβαζόμενον αύξει την αύξησιν του Θεού (2, 8. 16-19).

Για τον αποστολέα της Κολοσσαείς η καταπολεμούμενη φιλοσοφία είναι κούφια απάτη σύμφωνη με την παράδοση των ανθρώπων (παράβαλλε Μκ. 7,8) και τα στοιχεία του κόσμου21, και όχι κατά Χριστόν. Αυτοί που την προπαγανδίζουν συλαγωγούν (= αιχμαλωτίζουν, διαρπάζουν ως λάφυρα) και καταδυναστεύουν22 δίνοντας εξαιρετική έμφαση σε μια ανώτερη «πνευματικότητα» που κατακτάται με δραματικές εμπειρίες τις οποίες γεύεται κάποιος εισχωρώντας στα ανώτερα διαμερίσματα των ουρανών και περιστρέφεται γύρω από την ταπεινοφροσύνη και τη λατρεία των αγγέλων23. Υπερηφανεύονται παρακινημένοι από τη σαρκική τους νοοτροπία/φρόνημα και μη κρατώντας την Κεφαλή, απ' όπου όλο το σώμα επιχορηγείται (διατρέφεται) και με τις αρθρώσεις και τους τένοντες συνταιριάζεται (λειτουργεί με αρμονία) κι αυξάνει με την αύξηση/προκοπή που θέλει ο Θεός.

Ακολούθως αυτή η απατηλή φιλοσοφία χαρακτηρίζεται από τον Παύλο ως εθελοθρησκεία (2,23): άτινά [= τα εντάλματα και οι διδασκαλίες των ανθρώπων] εστίν λόγον μεν έχοντα σοφίας εν εθελοθρησκεία και ταπεινοφροσύνη24 και αφειδία σώματος, ουκ εν τιμή τίνι προς πλησμονήν της σαρκός25.

Ο άπαξ μνημονευόμενος όρος εθελοθρησκεία σημαίνει μάλλον μια θρησκεία κατασκευασμένη σύμφωνα με τις ορέξεις των ανθρώπων (να πιστεύει κάποιος κατά το δοκούν) και όχι τη (νοσηρή και ψευδή) αγάπη προς τη θρησκεία26. Σημειωτέον ότι ο όρος θρησκεία, ο οποίος στα ελληνορωμαϊκά χρόνια σήμαινε κατεξοχήν την προσφορά θυσίας, δεν χρησιμοποιείται από τους συγγραφείς της Κ.Δ. για να χαρακτηρίσει τον Χριστιανισμό.

Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι η «αίρεση» αυτών των αυτοχειροτόνητων εκλεκτών οραματιστών συνδυαζόταν (α) με αυστηρή αποχή από τις τροφές ίσως και το γενετήσιο ένστικτο έχοντας ως σύνθημα το μη άψη27 μηδέ γεύση μηδέ θίγης (2,21), (β) τήρηση Ιουδαϊκών εθίμων (πρωτομηνιάς, Σαββάτου) και (γ) ευτελισμό του σώματος.

Ποια ήταν άραγε αυτή η φιλοσοφία που καταπολεμείται στην Κολοσσαείς; Έχουν αριθμηθεί28 πάνω από 44 προτάσεις σχετικά με την αντιμετωπιζόμενη «αίρεση»29: συγκρητιστική γνωστική ομάδα, πυθαγόρεια φιλοσοφία, μέσος πλατωνισμός, κυνική φιλοσοφία, Εσσαίοι, Ιουδαίοι μυστικοί, ο Ιωάννης της αποκάλυψης και ο αποκαλυπτικός του κύκλος.

Συμφωνώ με την άποψη ότι πρόκειται για ένα είδος Ιουδαϊκού πυθαγορισμού.30 Στην ανάπτυξη υποβοήθησαν οι παρακάτω παράγοντες που σχετίζονται με τα κλίματα στα οποία ζούσαν οι Κολοσσαείς.

 

2. Το «κλίμα» των Κολοσσών

(α) Η Φρυγία αποτελούσε τη Μητρόπολη, την κοιτίδα του εκστασιασμού, του ενθουσιασμού και μυστηριακών τελετών προς τιμήν της Κυβέλης/Δήμητρας και του Άπιδος/της Περσεφόνης.

Βεβαίως οι πηγές που διαθέτουμε είναι μεταγενέστερες της Κολοσσαείς απηχούν όμως πιθανότατα πρωιμότερες τάσεις. Έχει διασωθεί ευχαριστήρια αφιέρωση των μελών μιας κατοικίας στην περιοχή Saittai της Λυδίας στους θεούς ή στο θεό άγγελο, όσιο, δίκαιο του 2ου 3ου αι. μ.Χ. TAM, V. 1. 185). Πρόκειται για λατρεία αγγέλων από οργανωμένες κοινότητες (φιλαγγέλων συμβίωσις) καθώς πάνω από τις αφιερώσεις απεικονίζεται μια φιγούρα παρόμοια του κατεξοχήν αγγέλου του Δία, του Ερμή. Επίσης απαντούν επιγραφές αφιερωμένες στον Δία τον Ύψιστο και τον Θείο Άγγελο31.

Ήδη η λατρεία των αγγέλων καταπολεμείται εμφαντικά στην Αποκάλυψη του Ιωάννη (92 μ.Χ.) που απευθύνεται σε Εκκλησίες της Μ. Ασίας και μάλιστα στη Λαοδίκεια, στην επιστολή της οποίας ο Ιησούς (προφανώς σκοπίμως) αυτοχαρακτηρίζεται ο Αμήν, ο μάρτυς ο πιστός και αληθινός, η αρχή της κτίσεως του Θεού (3,14).

Δύο φορές απεμπολείται η προσκύνησή τους (19,10. 22,9)32. Και ο Κέλσος το 170 μ.Χ. Κατηγορεί τους Ιουδαίους για αγγελολατρία σε συνδυασμό μάλιστα με γοητεία/μαγεία33. Σημειωτέον ότι στη μαγεία που ανθούσε ιδιαίτερα στην Ασία κατά τον 1ο αι, μ.Χ., τον γνωστό και ως «αιώνα του φόβου», ήταν συνήθης η επίκληση παλαιοδιαθηκικών όντων (Πάξεις 19,13 κ.ε.). Στους μαγικούς παπύρους της συλλογής PGM μνημονεύονται ο ίδιος ο Γιαχβέ (με το όνομα ΙΑΩ) μαζί με τους Μιχαήλ, Γαβριήλ, Αβρασάξ και Αδωνάι (!), καθώς τα εβραϊκά «ονόματα θεωρούνταν ιδιαιτέρως τελεσφόρα. Στη Σύνοδο επίσης της Λαοδίκειας (!) το 364 μ.Χ., με τον 35ο κανόνα καταδικάζεται η προσευχή στους αγγέλους ως απόκρυφος ειδωλολατρία.34 Μέχρι σήμερα η Ορθόδοξη Εκκλησία την 6η Σεπτεμβρίου αναμιμνήσκεται το θαύμα του Αρχάγγελου Μιχαήλ35 στις Χώνες, εκεί που μετοίκησαν οι Κολοσσαείς μετά τον καταστρεπτικό σεισμό του 60/61 μ.Χ. Αυτό το γεγονός ετιμάτο ιδιαιτέρως στην περιοχή.

Ο όρος θρησκεία των αγγέλων στο Κολοσσαείς 2,18 μπορεί να σημαίνει τη λατρεία των αγγέλων προς τον Θεό (όπως περιγραφόταν στην περίφημη φιλολογία Merkabah επί τη βάσει των Ησαΐας 6,2-3· Ιεζ. 1,1-3,15· Δαν. 7,10· Α' Ενώχ 14. 18-23· 36. 39-40) που συνοδεύεται από την ταπείνωση αυτών ενώπιον του Κυρίου των Πνευμάτων (σύμφωνα με τον Α' Ενώχ36).

Αυτή (η λατρεία) αποτελούσε όντως αντικείμενο θέας υπό του αναληφθέντος μύστη. Από την άλλη πλευρά το γεγονός αυτό από μόνο του δεν θα μπορούσε να γίνει αντικείμενο κριτικής από τον Παύλο, αφού διαχρονικά οι άγιοι βιώνουν την μετοχή των ασωμάτων στη θεία Λειτουργία (παράβαλλε την επουράνια λατρεία στα Αποκ. 4-537· Εβραίους 12,22-23)38, όπως συνέβαινε και στο Κουμράν (παράβαλλε Σαββατική «αγγελική» Λειτουργία)39.

Επιπλέον ο Παύλος δεν θα χρησιμοποιούσε τον όρο θρησκεία (ο οποίος στην Κ.Δ. δεν χρησιμοποιείται για την εν Πνεύματι λατρεία και έχει μάλλον αρνητική χροιά, αφού ταυτίζεται με την προσφορά θυσίας), αλλά λατρεία και επιπλέον δεν θ’ αντικαθιστούσε τον όρο θρησκεία των αγγέλων με το επίσης υποτιμητικό εθελοθρησκεία στο στ. 2,23.

Έτσι ο όρος ίσως υποσημαίνει και την υπερβολική ευλάβεια προς τους αγγέλους οι οποίοι πιστευόταν ότι διαθέτουν κοσμική δύναμη που μπορεί να αποτρέψει τα πονηρά πνεύματα (παράβαλλε PGM 1. 298-331) και παρέχουν στον μύστη «τα κλειδιά» για να αποδράσει από το τραγικά βιούμενο «εδώ και τώρα» και να διασχίσει τους επτά ουρανούς προκειμένου να απολαύσει τη θέα του θρόνου. Γι' αυτό και στην Κολοσσαείς αναγνωρίζονται διαφορετικές κατηγορίες αγγελικών δυνάμεων χωρίς να είμαστε βέβαιοι εάν συνιστούν μια συγκροτημένη Ιεραρχία (θρόνοι, αρχές, κυριότητες) που θα υιοθετηθεί και στον Χριστιανισμό με το σχετικό σύγγραμμα του (ψευδό) Διονυσίου του Αρεοπαγίτη (5ος αι. μ.Χ.).

Σημειωτέον ότι στην ιεράπολη της Φρυγίας (όπου ήταν και η έδρα του γνωστού χιλιαστή Παπία, ο οποίος στα έργα του επιδεικνύει κλίση προς το φανταστικό και υπερβολικό) έδρασε ο προερχόμενος εκ της Αρδαβαύ, Μοντανός (135-177 μ.Χ.)40, ο οποίος πριν ήταν Ιερέας της Κυβέλης. Ισχυριζόταν ότι είχε ιδιαίτερη σχέση με τον Παράκλητο, ο οποίος ενώ από μεν τους Ιουδαίους ταυτιζόταν με τον συνήγορο του Ισραήλ Μιχαήλ, από τους Χριστιανούς προσδιόριζε κατεξοχήν το Άγ. Πνεύμα (14,16. 26· 15,26· 16,7). Αυτός και οι παρθένες προφήτισσες Πρίσκιλλα και Μαξιμίλλα διέδιδαν μέσω οραμάτων και προφητειών (που προϋπόθεταν αυστηρή ηθική, νηστεία, προσευχή και άλλες τεχνικές), τη Νέα Προφητεία, δηλαδή μια τρίτη Διαθήκη μετά την Καινή Διαθήκη.

Η συγκεκριμένη τριάδα και το κίνημά του με τη χαρακτηριστική ονομασία κατά Φρύγας ή Καταφρύγια αίρεση ανέμεναν μάλιστα οσονούπω στην Πεπούζα (τη σημερινή Karahalli, επαρχία του Usak) και το Τύμιο την κατάβαση της Καινής Ιερουσαλήμ. Παρόμοιες πρακτικές μυστικού τύπου επιβιώνουν μέχρι σήμερα στη Φρυγία με τα κοινόβια των Δερβίσηδων. Και στους ίδιους τους κόλπους του Χριστιανισμού διαπιστώνουμε ότι ιδίως σε κρίσιμους χωρόχρονους η λαϊκή ευσέβεια τιμά υπερβολικά τη Θεοτόκο ή/και τους Αγγέλους, σχετικοποιώντας κάποτε το γεγονός ότι μόνον ο Χριστός σώζει.

(β) Στο παραπάνω κλίμα υποβοηθούσε η σεισμογενής περιοχή (λεκάνη Ντενιζλί), και ρήγματα που ανακαλούσαν κρατήρες ηφαιστείων. «Ανέβλυζαν» ατμούς θειαφιού που ενέπνεαν «Πυθίες» και θεωρούνταν από τους κατοίκους ως το πεδίο του αγώνα μεταξύ υπερκοσμίων και καταχθόνιων. Κοντά στην πόλη των Κολοσσών, την Ιεράπολη εντοπιζόταν το Πλουτώνιο, οι Πύλες του Άδη41 που χορηγούσαν πρόσβαση στα Καταχθόνια και τον σκοτεινό τους κόσμο (δαιμονικά πνεύματα και ψυχές νεκρών) που έσειε τη γη. Αυτό το ιερό βρισκόταν δίπλα στο ναό του «Θεού» του φωτός και της μαντικής, του Απόλλωνα, ο οποίος απεικονίζεται (όπως αργότερα και ο Μιχαήλ) να συντρίβει το φίδι-δράκο Πύθωνα.

Παρατηρούνται έτσι αντιστοιχίες με άλλα διάσημα ιερά όπως των Δελφών στην Ελλάδα και Monte Sant’ Angelo (!) στην Ιταλία, όπου παρουσιάζονται ενεργά ρήγματα που δείχνουν την γεωλογική ανησυχία αυτών των περιοχών42. Επιπλέον οι Κολοσσές βρίσκονται στους πρόποδες του ολύμπιου όρους Honag Dag με ύψος 2571 μέτρα, κάτι που σε αντίθεση προς την είσοδο του Πλουτωνίου προς τα υποχθόνια, τους χάριζε την προοπτική της ανάβασης «στα επουράνια». Σημειωτέον ότι η περιοχή του Λύκου (Curuksu) παρά τα προαναφερθέντα ρήγματα δεν παρουσίαζε σεληνιακή εικόνα: είχε εξαιρετικούς αμπελώνες (λόγω ακριβώς του ηφαιστειογενούς εδάφους), τα καλύτερα βοσκοτόπια της ρωμαϊκής Οικουμένης (γι' αυτό και ανθούσε η παραγωγή μάλλινων ενδυμάτων και χαλιών43) και πλούσιους υδάτινους πόρους με μεγάλη περιεκτικότητα σε κιμωλία/φυσικό ανθρακικό ασβέστιο, ιδανικούς για βαφή και άλλες χρήσεις.

Αναφέρει ο Στράβων σχετικά: φέρει δ' ο περί την Λαοδίκειαν τόπος προβάτων αρετάς ουκ εις μαλακότητα μόνον των ερίων, ή και των Μιλησίων διαφέρει, άλλα και εις την κοραξήν (= μαύρα όπως το κοράκι) χρόαν, ώστε και προσοδεύονται λαμπρώς απ' αυτών, ώσπερ και οι Κολοσσηνοί από του ομωνύμου χρώματος πλησίον οικούντες. Ενταύθα δε και ο Κάπρος και ο Λύκος συμβάλλει τω Μαιάνδρω ποταμώ, ποταμός ευμεγέθης, αφ’ ον και η προς τω Λύκω Λαοδίκεια λέγεται. Υπέρκειται δε της πόλεως όρος Κάδμος, εξ ον και ο Λύκος ρεί και άλλος ομώνυμος τω όρει. Το πλέον δ’ ούτος υπό γης ρυείς είτ’ ανακύψας συνέπεσεν εις ταυτό τοις άλλοις ποταμοίς, εμφαίνων άμα και το πολύτρητον της χώρας και το εύσειστον· ει γαρ τις άλλη, και η Λαοδίκεια εύσειστος, και της πλησιοχώρου δε Κάρουρα (12. 8. 16). Δεν αποκλείεται βέβαια τα χρόνια που προηγήθηκαν του Εγκέλαδου η γη να «προειδοποιούσε» με κάποια φαινόμενα που να ανησυχούσαν τους κατοίκους και να ευνοούσαν τον εκστασιασμό.

(γ) Εκτός από τον χώρο που ευνοούσε τον εκστασιασμό, ήταν και η χρονική περίοδος της συγγραφής (timing) της Κολοσσαείς εξαιρετικά θυελλώδης και έτσι ευνοούσε τον εσωτερισμό τη θεοσοφία σε συνδυασμό με τα επουράνια ταξίδια με τη συνδρομή ίσως και φυτών που ανθούν στην περιοχή των Κολοσσών, όπως του Opium Poppies44. Σύμφωνα με την εκλογή Χρονογραφίας του Γεωργίου Συγκέλλου (409-410 μ.Χ.) τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο (της θείας σαρκώσεως έτη νγ) Νέρων ανείλε την εαυτού μητέρα Αγριππίναν και την του πατρός αδελφήν. Εν Ρώμη σεισμός μέγας εγένετο. Νέρων επί Ρώμης κιθαρίζων ενίκησε. Κατά της Νέρωνος τραπέζης κεραυνός έπεσεν. Εμπρησμοί γεγόνασι πολλοί εν Ρώμη, πόλεις τε της Ασίας κατέπεσον τρεις, Λαοδίκεια, Ιεράπολις και Κολοσσαί.

Βεβαίως οι προϋποθέσεις για την άνθηση του ανορθολογισμού και της «μυστικής» εμπειρίας υπήρχαν ήδη σε όλη τη λεκάνη της Μεσογείου. Γράφει ο Δημήτρης Γερμιώτης45: Η πόλη-κράτος της κλασσικής αρχαιότητας είχε υποκατασταθεί από το οικουμενικό ρωμαϊκό κράτος. Οι παλιοί δημοκρατικοί θεσμοί ατόνησαν ή καταργήθηκαν, ο υπήκοος αντικατέστησε τον πολίτη και το αίσθημα ασφαλείας που έδινε στους πολίτες της, κάθε πόλη-κράτος, εξαφανίστηκε. Η θέση των κατώτερων άλλα και των μεσαίων στρωμάτων στο μεσογειακό χώρο χειροτέρεψε απότομα.

Μπορεί η εποχή αυτή να ονομάζεται “Ρωμαϊκή Ειρήνη” άλλα αυτό ίσχυε μόνο για τους πλούσιους και ισχυρούς. Για τους δούλους και τους φτωχούς δεν υπήρχε ειρήνη παρά μόνο καταστολή. Αυξήθηκε σε πρωτοφανείς ρυθμούς ο αριθμός των δούλων, η δουλική εργασία, προσπόριζε αμύθητο πλούτο στους μεγάλους γαιοκτήμονες και εξαθλίωνε τα κατώτερα αγροτικά στρώματα. Μεγάλωσε ακόμη περισσότερο η κοινωνική ανισότητα ενώ η υπεροψία, η αυταρχία και η διαφθορά των πλουσιοτέρων στρωμάτων έγιναν ακόμα πιο προκλητικές και αχαλίνωτες.

Ένα ισχυρό κύμα απαισιοδοξίας κυρίεψε τους σκεπτόμενους ανθρώπους, σ’ ολόκληρη τη ρωμαϊκή επικράτεια και όλοι αναζητούσαν λύσεις πέραν του κόσμου τούτου. Ο πληθυσμός των χωρών γύρω από τη Μεσόγειο βυθίστηκε σιγά-σιγά στην πολιτική απάθεια, στη μοιρολατρία και στράφηκε προς στο μυστικισμό, τον ανορθολογισμό και τη θρησκεία, ζητώντας απ' αυτήν παρηγοριά και ενδυνάμωση. Αυτοί είναι οι λόγοι που, κατά την εποχή αυτή γνώρισαν τόση ακμή οι μάγοι, οι αστρολόγοι, οι Προφήτες και οι γόητες και οι λοιποί αγύρτες άλλα και επίσης εμφανίστηκαν νέες θρησκείες, η διαδόθηκαν παλαιές, που ως τότε είχαν περιορισμένη ή τοπική εμβέλεια.

(δ) Στον ανώτερο χωρόχρονο ανταποκρίθηκε άμεσα ο Ιουδαϊσμός, που ήλκυε πολλούς εθνικούς ένεκα του μονοθεϊσμού και της ηθικής του. Ήδη επισημάνθηκε ότι ο Αντίοχος ο Γ' μετακίνησε το 195 π.Χ. 2.000 Ιουδαϊκές οικογένειες από τη Βαβυλωνία στα οχυρά και τα πιο σημαντικά μέρη της Φρυγίας. Είναι φυσικό ότι αυτοί οι Ιουδαίοι έφεραν και αρκετά θρησκευτικά στοιχεία της Μεσοποταμίας (έντονος δυαλισμός, αγγελολογία) τα οποία είχαν ενσωματώσει στη λατρεία του Γιαχβέ και διακρίνονται στα ύστερα βιβλία της Π.Δ. και στον αποκαλυπτισμό.

Καθώς από τις Κολοσσές διερχόταν οδική αρτηρία που κατέληγε στον Ευφράτη αυτά τα στοιχεία επιβίωναν και ίσως και επαυξάνονταν από τα «ακούσματα» των καραβανιών όπου συγκαταλέγονταν και Ιουδαίοι έμποροι. Έτσι διαμορφώθηκε στη Φρυγία ένας Ιουδαϊσμός με αρκετά στοιχεία από το ζωροαστρισμό (Ιουδαιοσυγκρητική κίνηση, γνωστικίζων Ιουδαϊσμός).

Η συγγένεια με τους εσσαϊκούς κύκλους μάλλον πρέπει ν’ αποκλεισθεί καθώς στην Κολοσσαείς θα γινόταν πολεμική αναφορά στο Νόμο, την περιτομή και τους καθαρμούς που είχαν δεσπόζουσα θέση στο Κοινόβιο του Κουμράν.

Επί τη βάσει των ανωτέρω ο Dunn46 υποστηρίζει ότι όχι μόνον οι «ασκητικές» διατάξεις καθαρότητας (που αφορούν στη βρώση και στο άγγιγμα) αλλά και η ονομασία φιλοσοφία (Αριστόβουλος, Φίλων, Ιώσηπος, Α΄ Μακκαβαίων) παραπέμπουν στον Ιουδαϊσμό. Επίσης οι όροι σοφία και γνώσις δεν ήταν διαδεδομένοι μόνον στον Γνωστικισμό (ο οποίος ούτως ή άλλως άνθησε στα τέλη του 1ου αι. και το 2ο αι. μ.Χ.) αλλά και στον Ιουδαϊσμό του Δευτέρου Ναού, όπως και ο όρος πλήρωμα για το Πνεύμα τού Θεού που γεμίζει την κτίση (Ιερ. 23,24· Ψ. 139,7 Μασ. · Φίλων, Νόμ. 3. 4· παράβαλλε Αριστείδης, Ομ. 45. 21 Σενέκας, De benef. 4. 8. 2). Επιπλέον η κριτική στο Κολοσσαείς 2,22 (κατά τα εντάλματα και διδασκαλίας των ανθρώπων) ανακαλεί την αντίστοιχη αναφορά του Ιησού στη φαρισαϊκή Παράδοση (Μάρκος 7,7 // Ματθαίος 15,9)47.

(ε) Ιουδαϊκοί κύκλοι είχαν αναπτύξει ένα είδος εσωτερικής, απόκρυφης ή μυστικής προσέγγισης επί τη βάσει του καταπληκτικού οράματος του Ιερέως Προφήτη Ιεζεκιήλ στην εξορία της Βαβυλώνας (απ' όπου προέρχονταν και οι Ιουδαίοι της Φρυγίας) μια εσωτερικιστική «πλευρά», γνωστή ως Merkabah (= θρόνος/άρμα ανόδου στον ουρανό. Ιεζ. 1· Σιράχ 49,8). Αυτή βέβαια άνθησε μετά την καταστροφή του Ναού και την παύση της επίσημης λατρείας, ενώ οι πηγές που έχουμε είναι του 5ου αι. μ.Χ. Πιθανότατα, όμως, είχε αρχαιότερες ρίζες που εντοπίζονται ήδη στους μαθητές του Προφήτη και αναπτύχθηκε σε συνδυασμό με τον αποκαλυπτισμό (Α' Ενώχ 13)48.

Προκειμένου ο ταπεινός (= ποταπός) άνθρωπος να δραπετεύσει από την «εξορία» του και να προσκυνήσει το θρόνο του Θεού αντικρίζοντας τη δόξα Του όπως ο Ιεζεκιήλ (παράβαλλε αντίστοιχη εμπειρία του Παύλου στο Β΄ Κορινθίους 12), έπρεπε να διέλθει από τους τρεις ή επτά ουρανούς που φρουρούνταν από αγγέλους που ήλεγχαν τα στοιχεία (τα τέσσερα κοσμικά συστατικά). Ο μύστης προκειμένου να μην υποστεί τον θάνατο ή την παράνοια, καθώς η ανάβαση θεωρείτο εξαιρετικά επικίνδυνη, έπρεπε να έχει προετοιμαστεί κατάλληλα49. Η προπαρασκευή περιελάμβανε την τήρηση ασκητικών διατάξεων (αφειδία/ασκητική σώματος, αποχή από «ακάθαρτες» τροφές, τήρηση αγίων ημερών όπως Σαββάτου νεομηνιών) και την εφαρμογή ψυχοσωματικών τεχνικών (απομόνωση, καθαρμοί-βαπτισμοί, αυτοσυγκέντρωση, υμνολογία και μάλιστα με ρυθμική επανάληψη συγκεκριμένων ψαλμικών ή άλλων λέξεων και στίχων). Αυτές οι προϋποθέσεις (που ίσως ονομάζονταν δόγματα βλέπε 2,14) του χορηγούσαν τη δυνατότητα να απεκδυθεί το σώμα της σαρκός (πραγματώνοντας ένα είδος περιτομής) και να εμβατεύει στα ανώτερα διαμερίσματα των ουρανών προκειμένου να θεωρήσει απόρρητα μυστήρια και ν’ αποκτήσει ανώτερη γνώση του νοός αυτού (2,18).

Ένα τέτοιο ταξίδι περιγράφεται ανάγλυφα στην Ανάβαση του Ησαΐα (κεφ. 6-11)50. Στο Κουμράν, όπου οι κοινοβιάτες είχαν αποστασιοποιηθεί από τη λατρεία του Ναού, γινόταν χρήση του ανωτέρω τελετουργικού κατά τη Λειτουργία του Σαββάτου κατά την οποία συμμετείχαν και τα αγγελικά όντα51.

Σημειωτέον ότι στα χειρόγραφα του Κουμράν που ανακαλύφθηκαν τη δεκαετία του 1990 (4Q491=MilchamaΑ· 4Q 471b 6· 4Q521· 11Q Melch)52 ο πάσχων δίκαιος που ανήκει στους Χασιδίμ, ενθρονίζεται στον ουρανό53, όπως ο Υιός του ανθρώπου (Δαν. 7), συμμετέχει στην επουράνια σύναξη των αγγέλων, που χαρακτηρίζονται υιοί του Βασιλέως/αιώνιο στράτευμα και μάλιστα θεοί και επί τη βάσει του Ψ. 81 (Ο' παράβαλλε Ιωάννης 10,35) και (Ματθαίος 19,28. Αποκ. 4,4). Προεξάρχει ο Μελχισεδέκ, ο οποίος παρ’ ό,τι ιστορική φιγούρα (Γεν. 14,18)54, εκλαμβάνεται ως αρχάγγελος (ως Μιχαήλ;), βασιλεύς δίκαιος (που διεξάγει την κρίση του Βελίαρ και των πνευμάτων του) και αρχιερεύς που τελεί την εσχατολογική εορτή του εξιλασμού55. Στο Εβραίους 7 παραλληλίζεται μάλιστα με τον Ι. Χριστό, αφού επί τη βάσει του Ψ. 109 (110) αυτός είναι αγέννητος και αιώνιος (παράβαλλε Διαθ. Λευί 18· Φίλων Βίος Μωυσή 1. 158). Γι' αυτό ίσως και ο συγγραφέας της Προς Εβραίους στα δύο πρώτα εισαγωγικά κεφ. διαφοροποιεί τον Ιησού ως τον υιό του Θεού από τους αγγέλους (γεγονός που τεκμηριώνει με υποδειγματική χρήση βιβλικών και μάλιστα ψαλμικών χωρίων)56 προκειμένου να μην υπάρξει κατόπιν καμία σύγχυση.

Η ανωτέρω μυστική διδασκαλία που αντιμετωπίζεται στην Κολοσσαείς ιδίως μετά την καταστροφή του Ναού και τα άλλα δεινά που υπέστη το Ιουδαϊκό έθνος έπαψαν να κινούνται στο «περιθώριο» του Ιουδαϊσμού, καθώς πρόσφερε διέξοδο όχι μόνον στους Εβραίους άλλα και στους Έλληνες σε περιόδους αβεβαιότητας και κρίσης. Σε Συναγωγή των Σάρδεων βρέθηκε η εξής επιγραφή: ευχή Σαμοή ιερέως κε σοφοδιδασκάλου.57 Έστω κι αν είναι του 3ου αι. ή ακόμη και του 5ου αι. μ.Χ. ίσως ανάγεται σε μια μεταρρύθμιση του Ιερατείου στην ύστερη αρχαιότητα που συνοδεύεται και με την αλλαγή διακόσμησης-ντεκόρ (απεικονίσεις κοσμολογικών μωσαϊκών) στις Συναγωγές (παράβαλλε το ζωδιακό κύκλο στη Συναγωγή της μακεδονικής πόλης Δούρα-Ευρωπός στον Ευφράτη 244 μ.Χ., επίσης σταθμό για το διαμετακομιστικό εμπόριο).

Εκτός του κλασικού νομοδιδασκάλου διδάσκεται η Σοφία η οποία μάλλον εμπεριείχε και ενασχόληση με την αστρονομία/αστρολογία58. Ο συγκεκριμένος μάλιστα σοφοδιδάσκαλος διαθέτει τέτοια επιρροή και οικονομική άνεση ώστε να γίνει ο ιδρυτής της πιο γνωστής μέχρι Συναγωγής στη Μ. Ασία στο νοτιοανατολικό τμήμα του Γυμνασίου της πόλης που ίδρυσαν και μη Ιουδαίοι. Δεν αποκλείεται και το κίνημα που αντιμετωπίζεται από τους Παύλο και Τιμόθεο στην Κολοσσαείς να διαφημιζόταν όντως ως φιλοσοφία (άπαξ λεγόμενο στην Κ.Δ.!)59, ως ευκαιρία να αναρριχηθεί κάποιος στον ουρανό για να αντικρίσει τον μεσίτη της Δημιουργίας (που ονομαζόταν Σοφία, Λόγος, Υιός Ανθρώπου) και ν’ αποκτήσει εξαιρετική γνώση όχι μόνο των αστρονομικών και άλλων φαινομένων αλλά του αρχιτεκτονικού σχεδίου βάσει του οποίου ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο και του κοσμικού λόγου που διατρέχει/διαπνέει ολόκληρο το Σύμπαν κρατώντας τα πάντα σε αρμονία και τάξη.

Επίσης ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά των εν λόγω κειμένων ήταν και η αποκάλυψη μυστικών στον ήρωα του οράματος. Γι' αυτό ίσως ο Παύλος χαρακτηρίζει τη συγκεκριμένη φιλοσοφία παραλογισμό, ενώ χρησιμοποιεί έναν αρχικά σοφιολογικό ύμνο για να εξάρει το Χριστό και το Σταυρό Του (1,13-20).

Στη φιλοσοφία που αντιμετωπίζει ο Παύλος δεν είναι απολύτως βέβαιο ότι ο Χριστός εντασσόταν ως κορυφαίο πνεύμα στην αγγελική ιεραρχία. Μια τέτοια πνευματολογική Χριστολογία (που ταύτιζε τον Χριστό με το πνεύμα) αναπτύχθηκε αργότερα60. Από το κείμενο εξάγεται η διαβεβαίωση ότι σε Αυτόν κατοικεί το πλήρωμα της θεότητος σωματικως61, οπότε ο ακροατής δεν έχει ανάγκη μυστικές εμπειρίες που αποξενώνουν από την υπόλοιπη κοινότητα αλλά και την ιστορία και τον οδηγούν στη μόνωση και την έπαρση ότι είναι φορέας ανώτερης «πνευματικότητας» από αυτήν που διαθέτουν οι λοιποί62. Γι' αυτό και ο συγγραφέας υμνητικά τονίζει ότι μόνον δια του Ιησού ευρίσκονται πάντες οι θησαυροί της σοφίας και γνώσεως απόκρυφοι (2,3) ότι εν Αυτώ εκτίσθη τα πάντα εν τοις ουρανοίς και επί της γης, τα ορατά και τα αόρατα, είτε θρόνοι είτε κυριότητες είτε αρχαί είτε εξουσίας τα πάντα δι' Αυτού και εις Αυτόν έκτισται (1,16). Αυτός δια του Σταυρού κάρφωσε το χρεωστικό γραμμάτιο της ανθρωπότητας (παράβαλλε Εφ. 2,11) προβάλλοντας τις αρχές και τις εξουσίες να συνοδεύουν τη θριαμβευτική του πομπή (2,14-15).

 

Συμπεράσματα

Από τα ανωτέρω συνάγεται το συμπέρασμα ότι στη διαμόρφωση μιας «αίρεσης» ρόλο διαδραματίζουν ποικίλοι παράγοντες που συνδέονται με τον χωρόχρονο στον οποίο ζει μια κοινότητα. Αυτόν συνήθως σε περιόδους κρίσεως «εκμεταλλεύονται» κάποιες προσωπικότητες για να λανσάρουν μια εθελοθρησκεία που έχει και κοινωνιολογικές προεκτάσεις αφού διαιρεί το εκκλησιαστικό σώμα.

Η αντιμετώπισή της επιτυγχάνεται όταν ο πραγματικός ποιμένας προβάλλει στην «τοπική γλώσσα» τον Θεό ως τον Πατέρα ο οποίος ήδη δεν έχει χαριτώσει μόνον αλλά και ικανώσει63 όλους ανεξαιρέτως τους πιστούς εις την μερίδα του κλήρου των αγίων εν τω φωτί, αφού ήδη δια του Σταυρού και της Ανάστασης τους απελευθέρωσε (σε χρόνο Αόριστο) από την εξουσία του σκότους και τους μετέφερε εις την Βασιλείαν του Υιού της αγάπης αυτού (1,12-13)64.

Δια του Υιού της αγάπης ήδη ο πιστός έχει τη δυνατότητα ν’ απολαύσει το πλήρωμα της γνώσεως και της δυνάμεως χωρίς «εσωτεριστικά» ταξίδια στο Υπερπέραν. Αυτό που χρειάζεται για να κατακτήσει την ευδαιμονία δεν είναι η δραπέτευση από τον χώρο και τον χρόνο μέσω της υιοθέτησης τεχνικών αλλά η μετά χαράς ευχαριστία/δοξολογία του προσωπικού Θεού και η διακονία του «άλλου».

 

Σημειώσεις


1. Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον συνάδελφο Κ. Ζάρρα για την ανάγνωση του παρόντος και τις προτάσεις του σε σημεία τα οποία αφορούν κατεξοχήν στις εμπειρίες των Ιουδαίων μυστικών και την ταυτότητα της «αίρεσης» που αντιμετωπίζεται στην Κολοσσαείς

2. Τοποθετώ τον όρο αίρεση σε εισαγωγικά καθώς η συγκεκριμένη «φιλοσοφία», όπως θα αποδειχθεί και κατά την πραγμάτευσή της, δεν πληροί όλα τα χαρακτηριστικά που σηματοδοτεί αυτός (ο όρος) στην εκκλησιαστική γραμματεία. Σύμφωνα με τον Ιωάννη Καρμίρη (ΘΗΕ1 1087) αίρεσις είναι πάσα πεπλανημένη διδασκαλία, παρεκκλίνουσα από της γνησίας Χριστιανικής πίστεως, άμα δε και πάσα ιδιαιτέρα Χριστιανική κοινότης, διαφωνούσα προς την δογματικήν διδασκαλίαν της αληθούς Εκκλησίας και αποκοπείσα από της κοινωνίας και ενότητος μετ’ αυτής.

3. Ανθρωπογεωγραφία είναι το τμήμα της γεωγραφικής επιστήμης που ασχολείται με τη χωρική διαφοροποίηση και οργάνωση της ανθρώπινης δραστηριότητας και τους συσχετισμούς με το φυσικό περιβάλλον. [… ] Σύμφωνα μάλιστα με τη σύγχρονη ανθρωπογεωγραφία, ο χώρος είναι εξ ορισμού πολιτισμικός (= μη «φυσικός»), Βλέπε Τερκενλή Θ. Σ., Ιωσηφίδης Θ., Χωριατόπουλος Ι., Ανθρωπογεωγραφία: Βασικές έννοιες και θεωρητικές τάσεις, Ανθρωπογεωγραφία. Άνθρωπος, Κοινωνία και Χώρος, επιμ. Θ. Τερκενλή κ.ά. Αθήνα: Κριτική 2007 19-39, εδώ 19. Σχετικά με τις επιδράσεις που ασκεί το περιβάλλον στην ψυχοσωματική υπόσταση του πληθυσμού αναφέρεται ο Γαληνός (Πέργαμος 129 μ.Χ. - Ρώμη 199 μ.Χ.) στο "Ότι ταις του σώματος κράσεσιν αι της ψυχής δυνάμεις έπονται" (Αθήναι: Αθηνά Μπάζου 2011). Στο κεφ. 8 μνημονεύει αντίστοιχες απόψεις του θείου Ιπποκράτους από το έργο του Περί αέρων, υδάτων, τόπων και στο κεφ. 9 του Πλάτωνος από τον Τίμαιο (27c3-7) και τους Νόμους (747d). Θεωρεί, όπως και ο Αριστοτέλης, την ψυχήν είδος σωματικόν (Περί Ψυχής 412 α 10-21).

4. Το νεότερο βιβλίο αναφορικά με την Κολοσσαείς είναι αυτό της Frank N., Der Kolosserbrief im Kontext des paulinischen Erbes. Eine intertextuelle Studie zur Auslegung und Fortschreibung der Paulustradition. Wissenschaftliche Untersuchungen zum Neuen Testament, 2 Reihe - Wunt 271 Tübingen: Mohr Siebeck 2009. Σχετικά με τη βιβλιογραφία αναφορικά με την Κολοσσαείς βλέπε επίσης τον ιστότοπο http://cranfordville.com/ntbibliocomibcol.html. Στην Ελλάδα ξεχωρίζουν τα εξής: Καραβιδόπουλου I. Δ., Αποστόλου Παύλου επιστολές προς Εφεσίους, Φιλιππησίους, Κολοσσαείς, Φιλήμονα Θεσσαλονίκη: Πουρναρά 1981. Τσάκωνα Β. Γ., Υπόμνημα εις την προς Κολοσσαείς Επιστολήν τον Αποστόλου Παύλου, Αθήναι 1994.

5. Τάκιτος, Χρονικά 1051· Ορόσιος [375-418· μαθητής του ιερού Αυγουστίνου], Historiae adversum paganos 7. 7. 12.

6. Δεν γνωρίζουμε τι συνέβη με τον οίκο του Φιλήμονα, ο οποίος μάλλον κατοικούσε στις Κολοσσές, όπως εξάγεται από τη σημείωση του Παύλου Συν Ονησίμω τω πιστώ και αγαπητώ αδελφώ, ος εστιν εξ υμών (Κολοσσαείς 4,9) αλλά και τις παραλληλότητες μεταξύ Κολοσσαείς 4,9-14 και Φιλήμ. 23-24. Ο Θεοδώρητος Κύρου επισημαίνει ότι μέχρι τις μέρες του (5ος αι. μ.Χ.) σωζόταν το σπίτι του Φιλήμονα (PG. 82. 872). Βλέπε Καραβιδόπουλου, Κολοσσαείς 556.

7. Ο Μαρκίων μνημονεύει εκτός της Κολοσσαείς και της Εφεσίους, και μία Προς Λαοδικείς και μία Προς Αλεξανδρείς. Πρόκειται για νόθους επιστολές. Ο Τερτυλιανός και ο Harnack ισχυρίζονται ότι η Προς Λαοδικείς είναι η Προς Εφεσίους. Βλέπε σχετικά Σακκου Σ. Ν., Ο Κατάλογος του Μουρατόρι, Θεσσαλονίκη 1970, 32.

8. Dunn J. D. G., Beginnings from Jerusalem (Christianity in the Making, vol. 2) Michigan: Eedermans 2009, 1057. Δεσπότη Σ., Η Ιεραποστολική Περιοδεία του Παύλου στον ελλαδικό Χώρο (Μακεδονία Αχαΐα Ασία). Αθήνα: Ουρανός 2010, 282.

9. Wischmeyer O., Die Rezeption des Paulus im 1 Jahrhundert, Paulus. Lebenumweltwerkbriefe (O. Wischmeyer hrsg.), Tubingen und Basel: A. Francke 309-340, εδώ 313. Οι περισσότεροι μοναδικοί όροι της Κολοσσαείς συναντώνται στον ωραιότατο χριστολογικό ύμνο 1,15-20 και στο αντιρρητικό τμήμα της επιστολής (2,6-23).

10. Βλέπε Dunn, Beginnings from Jerusalem 1038-40. Η αμφισβήτηση της παύλειας πατρότητας της επιστολής και η τοποθέτηση του χρόνου συγγραφής της μετά το 80 μ.Χ. εδράζεται στα εξής στοιχεία: ενώ στις κλασικές επιστολές του Παύλου ο όρος Εκκλησία έχει τοπικό χαρακτήρα, στην Κολοσσαείς έχει οικουμενική διάσταση. Η ανάσταση που συνοδεύει το βάπτισμα, στην Κολοσσαείς δεν αναμένεται (όπως στο Ρωμαίους 6) αλλά συνιστά ήδη μυστική εν Χριστώ πραγματικότητα. Αυτά τα στοιχεία μαζί με άλλες ιδιαιτερότητες ύφους (λειτουργικός και όχι πολεμικός χαρακτήρας, παράθεση συνωνύμων, γενικών, μεγάλες προτάσεις) οδήγησαν πολλούς στο να αμφισβητήσουν την παύλεια πατρότητα της επιστολής και να τοποθετήσουν τον χρόνο συγγραφής της μετά το 80 μ.Χ.

11. Dunn, Beginnings from Jerusalem 1038.

12. Βλέπε Collins A. Y., The Female Body as Social Space in 1 Timothy. Nts 57 (2011) 155-175, εδώ 168-9.

13. «Εβραίοι στη Μ. Ασία (Αρχαιότητα)», Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ Ασία Url: < http://www.ehw.gr/l.aspx?id=7870 >.

14. Το κείμενο είναι το εξής; 149πυνθανόμενος τους εν Λυδία και Φρυγία νεωτερίζοντας μεγάλης επιστροφής ηγησάμην τούτό μοι δείσθαι και βουλευσαμένοι μοι μετά των φίλων τι δει ποιείν έδοξεν εις τα φρούρια και τους αναγκαιοτάτους τόπους των από της Μεσοποταμίας και Βαβυλωνίας Ιουδαίων οίκους δισχιλίους συν επισκευή μεταγαγείν150 πέπεισμαι γαρ εύνους αυτούς έσεσθαι των ημετέρων φύλακας δια την προς τον Θεόν ευσέβειαν και μαρτυρουμένους δ' αυτούς υπό των προγόνων εις πίστιν οίδα και προθυμίαν εις ά παρακαλούνται βούλομαι τοίνυν καίπερ εργώδους όντος τον μεταγαγείν υποσχομένους νόμοις αυτούς χρήσθαι τοις ιδίοις151 όταν δ' αυτούς αγάγης εις τους προειρημένους τόπους εις τ’ οικοδομίας οικιών αυτοίς δώσεις τόπον εκάστω και χώραν εις γεωργίαν και φυτείαν αμπέλων και ατελείς των εκ της γης καρπών ανήσεις επί έτη δέκα 152 μετρείσθωσαν δε και άχρις αν τους παρά της γης καρπούς λαμβάνωσιν σίτον εις τας των θεραπόντων διατροφάς διδόσθω δε και τοις εις τας χρείας υπηρετούσιν το αυτάρκες ίνα της παρ’ ημών τυγχάνοντες φιλανθρωπίας προθυμοτέρους παρέχωσιν αυτούς περί τα ημέτερα 153 πρόνοιαν δε ποιού και τού έθνους κατά το δυνατόν όπως υπό μηδενός ενοχλήται περί μεν ουν της Αντιόχου φιλίας τού μεγάλου προς Ιουδαίους ταύτα ημίν αποχρώντως ειρήσθω μαρτύρια.

15. Ο Άρχιππος μνημονεύεται στον επίλογο της Κολοσσαείς μετά την προτροπή να αναγνωσθεί η επιστολή στην Εκκλησία των Λαοδικέων δεχόμενος μάλιστα υπόδειξη που ανακαλεί τις προειδοποιήσει των επιστολών τής Αποκάλυψης: και είπατε Αρχίππω· «Βλέπε την διακονίαν ην παρέλαβες εν Κυρίω, ίνα αυτήν πληροίς» (4,17). Συνεπώς δεν αποκλείεται να συνδεόταν ως πρεσβύτερος/επίσκοπος με την Εκκλησία τής Λαοδίκειας (Αποστ. Διαταγές 7. 46). Αυτή το 90 μ.Χ. θα γίνει αντικείμενο οξείας κριτικής από τον Ιωάννη ένεκα τής χλιαρότητας και τής αυτάρκειάς της (Απ. 3,14-22). Ο Άρχιππος ανήκει στους παραλήπτες τής Φιλήμ. Ονομάζεται συστρατιώτης, όπως στο Φιλιππισίους 2,25. 4,3 ο ιδρυτής τής Εκκλησίας των Φιλίππων Επαφρόδιτος. Οι Απφία και Άρχιππος θεωρούνταν αρχικά μέλη τής οικογένειας του Φιλήμονα (σύζυγος και γιός), κάτι που σήμερα αμφισβητείται καθώς εν συνεχεία ο Παύλος σημειώνει και τη κατ’ οίκον σου (και όχι υμών) Εκκλησία. Βλέπε Bieberstein S., Mitarbeiterinnen und Mitarbeiter des Paulus. Bibel Heute 177 (2009) 14-16.

16. Οι Πατέρες θεωρούν ότι οι αιρετικοί δεν τηρούσαν όλες τις εορτές αλλά όσες ήθελαν και όχι επακριβώς. Ο Ι. Χρυσόστομος σχολιάζει: ή εν μέρει εορτής· ου γαρ δη πάντα κατείχον τα πρότερα. Δι' ό ουκ είπεν εν σκηνοπηγίαις και αζύμοις και πεντηκοστή, αλλ' εν μέρει εορτής· δεικνύς ότι το πλέον λέλυται· ει γαρ και εσαββάτιζον, αλλ' ουκ ακριβώς· και ουκ είπεν «μη τοίνυν φυλάττετε», αλλά «μη τις υμάς κρινέτω»· έδειξεν αυτούς παραβαίνοντας και λύοντας· εφ' ετέρους δε το έγκλημα επήνεγκεν (PG. 62. 343). Σύμφωνα με τον Τσάκωνα, Κολοσσαείς 133 εν προκειμένω το εν μέρει σημαίνει εν σχέσει.

17. Κάποιοι αναγίνωσκαν την περικοπή ως εξής: το δε σώμα του Χριστού μηδείς υμάς καταβραβευέτω (= κανείς να μη σας αποστερεί το Σώμα του Χριστού, τ. έ. τα άχραντα Μυστήρια). Οι Πατέρες την απέρριψαν. Βλέπε Σακκου Σ., Η Εθελοθρησκεία, Η Έρευνα της Γραφής, Θεσσαλονίκη 1969 58-100, εδώ 77.

18. Απαντά και η γραφή σε υστερότερα όμως χειρόγραφα και τους Πατέρες ά μη εόρακεν εμβατεύων. Το αεώρακεν εμβατεύων επιχειρήθηκε να διορθωθεί και ως εξής; αιώρακεν εμβατεύων (= αιώρα κενεμβατεύων = κινούμενος στο κενόν με μια κούνια· Lightfoot) αέρα κενεμβατευων (= αέρα κενεμβατεύων = κινούμενος στον αέρα και στο κενό· Westcott - Hort). Βλέπε Σάκκου, όπου πριν 81-82. Καραβιδόπουλου, Κολοσσαείς 488.

19. Το φυσιούμαι σημαίνει φουσκώνω, γεμίζω με αέρα. Η αντίθεση προς την ταπεινοφροσύνη των αγγέλων είναι εμφανής.

20. Αντί εξ ής: Σχήμα κατά το νοούμενο (αφού υπονοείται ο Χριστός).

21. Ο όρος στοιχεία απαντά και στο Γαλ. 4, 3. 9. Σύμφωνα με τον Τσάκωνα, Κολοσσαείς 118, ο όρος σημαίνει τα εξής: Το μέλος μιας σειράς, τη σκιά βάσει της οποίας μετρούνταν ο χρόνος, τα γράμματα της αλφαβήτου, το συστατικό του σώματος ή του σύμπαντος, τις βασικές διδασκαλίες ενός πράγματος (Εβραίους 5,12), τα ουράνια σώματα. Ως στοιχεία θεωρούνταν τα συστατικά της φύσης ως μακρόκοσμου και του ανθρώπου ως μικρόκοσμου, δηλαδή Το νερό, η φωτιά, ο αέρας και η γη (τα ριζώματα). Δεν τεκμαίρεται από τις πηγές ότι τον 1ο αι. έτσι ονομάζονταν επιπλέον τα ζώδια και οι αστρικοί σχηματισμοί, οι οποίοι πιστευόταν ότι ασκούν καταλυτική επίδραση στα τεκταινόμενα της γης. Βλέπε Yates, Christ Triumphant, 214 κ. ε.

22. Ο όρος απαντά δυο φορές στους κλασικούς, σημαίνων παρεμβάλλειν εμπόδιο και ενεργείν ως διαιτητής (Τσάκωνας, Κολοσσαείς 135). Ο Σάκκος (όπου πριν 72-73) επισημαίνει ότι βραβεύω σημαίνει ασκώ την ανωτάτη εξουσία, κυριολεκτικώς μεν δικαστική κατά συνεκδοχή οποιαδήποτε εξουσία ενώ με την πρόθεση κατά σημαίνει κυβερνώ κακώς/αδίκως, καταδυναστεύω, καταπιέζω. Όταν ομιλεί για τα Ιουδαϊκά στοιχεία χρησιμοποιεί το Ιουδαϊκής αποχρώσεως ρήμα «κρίνω», ενώ όταν ομιλεί για τα ειδωλολατρικά χρησιμοποιεί το «καταβραβεύω»: ούτε οι Ιουδαΐζοντες να σας κρίνουν ούτε ως ειδωλολάτρες να σας καταβραβεύουν, δηλαδή να σας καταδυναστεύουν με τα διττής προελεύσεως στοιχεία.

23. Το εμβατεύω σημαίνει βάζω το πόδι σ’ έναν τόπο, πατώ σ’ ένα χώρο και μεταφορικά κατοικώ, εισέρχομαι σε κάποια έρευνα, εμφιλοχωρώ, διεισδύω κάπου (Ιησούς 19,49· 19,51). Οι μυούμενοι θεόπροποι στο μαντείο του Απόλλωνα στην Κλάρο, 55 χλμ. νοτιότερα της Σμύρνης, στο τελευταίο στάδιο της μύησης αντιστοίχως προς τα Εποπτικά των μυστηρίων της Ελευσίνας ενεβάτευαν στα ενδότερα του ιερού του Απόλλωνα μετά από προετοιμασία. Yates R., Christ Triumphant: A Study of Colossians 2:13-15. Phd diss. University of Manchester 1989, 129. Βεβαίως πρέπει να σημειωθεί ότι στο Β΄ Μακκαβαίων 2,30 το ρήμα σημαίνει προσεγγίζω ερευνητικά κάτι ενώ και ο Αίλιος Αριστείδης (Ιεροί Λόγοι Δ' 346. 8. Συμμαχικός Α'. 486. 34) που είχε μυηθεί στα μυστήρια της Κλάρου χρησιμοποιεί το ρήμα χωρίς τη «μυστηριακή» του σημασία. Όσοι αρνούνται το μυστηριακό χαρακτήρα της αιρετικής «φιλοσοφίας» εκλαμβάνουν το «εμβατεύειν» με την [… ] έννοια του εμβαθύνειν, και το «οράν» με την έννοια ότι εκφράζει κάποια θρησκευτική εμπειρία των αιρετικών (Καραβιδόπουλου, Κολοσσαείς489). Αναφορικά με την ιστορία της ερμηνείας του συγκεκριμένου ρήματος βλέπε Clinton E. Arnold, The Power of God and thePowers of Evil in Ephesians. Phd diss. University of Aberdeen, 1986 289-298. Σύμφωνα με μη δημοσιευμένη ερμηνεία του μελετητή των Ιουδαίων μυστικών Κ. Ζάρρα το “εμβατεύων” πιθανώς να εννοεί τόσο άνοδο όσο και είσοδο σε ουράνιο Ιερό «αιθεροβαμόνων»/ «αιθεροβατών», ίσως όμως και την είσοδο στην εκστατική διάθεση. Ήδη στο Γαλ. 1,8 ο Παύλος συγκρίνει το ευαγγέλιο του Χριστού με κάποιο άλλο αγγελικής προελεύσεως ενώ στους στ. 11-12, αναφέρει μετ’ επιτάσεως ότι το δικό του ευαγγέλιο είναι από τον Χριστό και όχι από κάποιον άνθρωπο. Η κλείδα για την φιλοσοφία της Κολοσσαείς ίσως απαντά στο 1,26-27 όπου γίνεται αναφορά στο «μυστήριον το αποκεκρυμμένον από των αιώνων και από των γενεών νυν δε εφανερώθη τοις αγίοις αυτού. οις ηθέλησεν ο Θεός γνωρίσαι τι το πλούτος της δόξης τον μυστηρίου τούτου εν τοις έθνεσιν, ό εστίν Χρίστος εν υμίν, η ελπίς της δόξης». Άρα, ούτε οι άγγελοι, ούτε και οι αντίπαλοί του το γνώριζαν έως τη στιγμή που το φανέρωσε ο Χριστός. Επίσης στο 2, 2-3 επισημαίνεται ότι στον Χριστό και όχι σε κάποιον άλλο «χώρο» «εισιν πάντες οι θησαυροί της σοφίας και γνώσεως απόκρυφοι».

24. Σύμφωνα με κάποιους ερευνητές (βλέπε Επισκόπηση έρευνας Yates, Christ Triumphant 92. 96-7. 226. 228) ο όρος ταπεινοφροσύνη ήταν τεχνικός όρος για τις τεχνικές αυτοευτελισμού που εντάσσονταν στην ασκητική προετοιμασία ανόδου στον ουρανό.

25. Ο Ν. Σωτηρόπουλος (Ερμηνεία Δυσκόλων Χωρίων της Γραφής. Τόμ. Γ. Αθήναι 1994, 353) έχει συλλέξει τις μεταφράσεις που έχουν δοθεί στο δύσκολο αυτό χωρίο: «Τα οποία έχουσι φαινόμενον μόνον σοφίας, εις εθελοθρησκείαν και ταπεινοφροσύνην και σκληραγωγίαν τού σώματος, εις ουδεμίαν τιμήν έχοντα την ευχαρίστησιν της σαρκός» (Βάμβας). «Τα δόγματα αυτά έχουν μεν την εξωτερικήν εμφάνισιν της σοφίας, η οποία συνίσταται εις θρησκείαν της αρεσκείας και θελήσεως και επινοήσεως των αιρετικών αυτών και εις ψευδοταπεινοφροσύνην και εις περιφρόνησιν και κακουχίαν τον σώματος πράγματι όμως δεν φέρουν καμμίαν τιμήν, άλλα συντελούν προς ικανοποίησιν των σαρκικών και εγωιστικών φρονημάτων» (Τρεμπέλας). «Αυτά έχουν κάποιαν εμφάνισιν σοφίας, η οποία συνίσταται εις μίαν σοφίαν ίδιας αρεσκείας, αυτοταπείνωσιν και περιφρόνησιν του σώματος, δεν έχουν όμως καμίαν αξίαν δια την καταπολέμησιν του σαρκικού φρονήματος» (Βέλλας και λοιποί). «Αυτά τα πράγματα έχουν πραγματικώς μίαν εμφάνισιν σοφίας, η οποία συνίσταται εις θρησκείαν εξ ίδιας θελήσεως επιβαλλομένην, εις ψευδή ταπεινοφροσύνην, και εις παραμέλησιν του σώματος, άλλα δεν έχουν αξίαν κατά της εντρυφήσεως της σαρκός» (Holy Bible, New King James Version). Επίσης η Ελληνική Βιβλική Εταιρεία (1997) προτείνει τις εξής δύο μεταφράσεις: Βέβαια αυτές οι διατάξεις έχουν μια εξωτερική εμφάνιση σοφίας, που εκδηλώνεται σαν θρησκεία στηριγμένη στο ανθρώπινο θέλημα, σαν ψευδοταπεινοφροσύνη και περιφρόνηση του σώματος. Δεν έχουν όμως καμία άξια και το μόνο που κάνουν είναι να ικανοποιούν το αμαρτωλό φρόνημα. Ή αυτή η περιφρόνηση δε σημαίνει τιμή προς το σώμα, άλλα πραγματικά αποβλέπει στην ικανοποίηση αμαρτωλών επιθυμιών. Συμφωνώ με την τελευταία άποψη καθώς ο τόνος του Παύλου είναι ειρωνικός και δια της παραθέσεως όλων αυτών των χαρακτηριστικών εκφράσεων ζητεί να παραστήσει εντονότερα την διαλεκτική και ηθική αντινομία των αιρετικών (Τσάκωνας, Κολοσσαείς 142).

26. Όπου πριν, σελ. 355-6.

27. Σύμφωνα με τον Yates, Christ Triumphant, 219 η πρώτη προστακτική αφορά στη σεξουαλικότητα (παράβαλλε Α' Κορινθίους 7,1. Α' Τιμ. 4,3).

28. Παράβαλλε Stettler C., The Opponents at Colossae, Paul and his Opponents, E. Porter (ed.), Leidenboston: Brill 2005 169-199.

29. Κλασική είναι η εργασία του Bornkamm G. (Die Haeresie des Kolosserbriefes, 1948) που εκλαμβάνει την «αίρεση» ως Χριστιανική συγκρητιστική αίρεση, ως ένα είδος δηλαδή Θεοσοφίας πυθαγορεϊσμού, όπου οι πιστοί εκτός από τη βάπτιση και την ομολογία του Χριστού, ακολουθούσαν ένα τελετουργικό τυπικό προκειμένου δραπετεύοντας από τον υλικό κόσμο και την ιστορία να επιτύχουν την ανάβαση της ψυχής στα ανώτερα διαμερίσματα του ουρανού, αφού πρώτα υπερνικήσουν τα στοιχεία.

30. Schweizer E., Der Brief an die Kolosser, EKK XII, Neukirchen: Benzinger/ Neukirchener 41997 104.

31. Van Der Horst P. W., Hosios Dikaios Ddd 429-430.

32. Η Αποκάλυψις εάν εξαιρέσει κάποιος τη μνεία του Μιχαήλ στο κεφ. 12, ούτε κατονομάζει αγγελικές ιεραρχίες, οι οποίες περιφρουρούν τους επτά ουρανούς μεταξύ της γης και του επουράνιου Ναού/ Παλατιού (παράβαλλε ανάβ. Ησαΐα), αφού ο Ιωάννης μεταβαίνει άμεσα στον (ένα) ουρανό (4,1) καταδεικνύοντας έτσι και την αμεσότητα αλλά και διαύγεια με την οποία ο Θεός βλέπει τα ιστορικά δρώμενα και παρεμβαίνει σε αυτά, αλλά ούτε και τα ονόματα των τεσσάρων ζώων (4,8) που περιβάλλουν τον μη επονομαζόμενο ένθρονο και εκπροσωπούν το Σύμπαν μνημονεύει. Αντιθέτως, όπως ήδη επισημάνθηκε, δύο φορές απεμπολείται η προσκύνηση των αγγέλων, τη μία φορά από εκείνον που αποκαλύπτει την ταυτότητα της Pax Augusta ως Πόρνης και της Εκκλησίας ως Νύμφης (17,1· 20,9) και την δεύτερη από τον κομιστή της Αποκάλυψης εκτός μάλιστα των αγγέλων που στέκονται ενώπιον του θρόνου και δοξολογούν τον Κύριο τον Θεό τον Παντοκράτορα και ιδιαίτερα το Αρνίο σε τρίτο Ενικό με μεγαλειώδεις φωνές και ύμνους, στον επουράνιο Ναό κάθονται σε θρόνους και αναφέρονται με αμεσότητα σε δεύτερο Ενικό στον Θεό οι είκοσι τέσσερεις Πρεσβύτεροι που εκπροσωπούν την στρατευομένη και ταυτόχρονα θριαμβεύουσα Εκκλησία (4,4-5. 10-11). Παρόμοια τεκμηρίωση της ειδοποιού διαφοράς του Ιησού έναντι των αγγέλων έστω κι αν Αυτός λόγω του θανάτου ελαττώθηκε βραχύ τι παρ’ αυτών(Εβραίους 2,9 = Ψ. 8,6) βάσει πλούσιων γραφικών επιχειρημάτων επιχειρείται και στα εισαγωγικά κεφάλαια της Προς Εβραίους (κεφ. 1-2), αλλά και στην Α' Πέ. (1,12 παράβαλλε Α' Ενώχ 9,1· 3,22).

33. 1. 26: Ίδωμεν δε τίνα τρόπον συκοφαντεί Ιουδαίους ο παντ' επαγγελλόμενος ειδέναι Κέλσος, λέγων αυτούς σέβειν αγγέλους και γοητεία προσκείσθαι, ης ο Μωυσής αυτοίς γέγονεν εξηγητής. Πού γαρ των γραμμάτων Μωυσέως εύρε τον νομοθέτην παραδιδόντα σέβειν αγγέλους, λεγέτω ο επαγγελλόμενος ειδέναι τα Χριστιανών και Ιουδαίων. Πώς δε και γοητεία παρά τοις παραδεξαμένοις τον Μωυσέως νόμον εστίν, ανεγνωκόσι και το τοις επαοιδοίς ου προσκολληθήσεσθε εκμιανθήναι εν αυτοίς; 5. 6: Μετά ταύτα δε τοιαύτην εκτίθεται περί Ιουδαίων λέξιν: Πρώτον ουν των Ιουδαίων θαυμάζειν άξιον, ει τον μεν ουρανόν και τους εν τάδε αγγέλους σέβουσι, τα σεμνότατα δε αυτού μέρη και δυνατώτατα, ήλιον και σελήνην και τους άλλους αστέρας απλανείς τε και πλανήτας, ταύτα παραπέμπουσιν ως ενδεχόμενον το μεν όλον είναι θεόν, τα δε μέρη αυτόν μη θεία, ή τους μεν εν σκότω που εκ γοητείας ουκ ορθής τυφλώττουσιν ή δι' αμυδρών φασμάτων ονειρώττουσιν εγχρίμπτειν λεγομένους εν μάλα θρησκεύειν, τους δ' εναργώς όντως και λαμπρώς απάσι προφητεύοντας, δι' ων υετούς τε και θάλπη και νέφη και βροντάς, ας προσκυνούσι, και αστραπάς και καρπούς και γονάς απάσας ταμιεύεσθαι, δι' ων αυτοίς ανακαλύπτεσθαι τον Θεόν, τους φανερωτάτους των άνω κήρυκας, τους ως αληθώς ουρανίους αγγέλους, τούτους ηγείσθαι το μηδέν. η Εν τούτοις δε δοκεί μοι συγκεχύσθαι ο Κέλσος και από παρακουσμάτων ά μη ήδει γεγραφέναι· σαφές γαρ τοις τα Ιουδαίων εξετάζουσι και τα Χριστιανών εκείνοις συνάπτουσιν ότι τω μεν νόμω ακολουθούντες Ιουδαίοι, λέγοντι εκ προσώπου Θεού· Ουκ έσονταί σοι θεοί έτεροι πλην εμού. Ου ποιήσεις σεαυτώ είδωλον ουδέ παντός ομοίωμα, όσα εν τω ουρανώ άνω και όσα εν τη γη κάτω και όσα εν τοις ύδασιν υποκάτω της γης· ου προσκυνήσεις αυτοίς ουδέ μη λατρεύσης αυτοίς, ουδέν άλλο σέβουσιν ή τον επί πάσι Θεόν, ος εποίησε τον ουρανόν και τα λοιπά πάντα. Δήλον δ' ότι οι κατά τον νόμον βιούντες σέβοντες τον ποιήσαντα τον ουρανόν ου συσσέβουσι τω θεώ τον ουρανόν. Αλλά και τους εν τω ουρανώ αγγέλους ουδείς των δουλευόντων τω Μωυσέως νόμω προσκυνεί· ομοίως δε τω μη προσκυνείν ήλιον και σελήνην και τους αστέρας, τον κόσμον τον ουρανού, απέχονται του προσκυνείν ουρανόν και τους εν αυτώ αγγέλους, πειθόμενοι τω λέγοντι νόμω· Και μη αναβλέψας εις τον ουρανόν και ιδών τον ήλιον και την σελήνην και τους αστέρας, πάντα τον κόσμον τού ουρανού, πλανηθείς προσκυνήσης αυτοίς και λατρεύσης αυτοίς, ά απένειμε Κύριος ο Θεός σου αυτά πάσι τοις έθνεσιν.

34. Βλέπε Σάκκου Σ., Η Εθελοθρησκεία 77.

35. Σχετικά με το ακριβές περιεχόμενο του θαύματος βλ. http://vatopaidi.wordpress.com/2009/09/06/toenkhonaisthavma/: Καθώς και ο μέγας ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος, κηρύττοντας το ευαγγέλιον εις εκείνα τα μέρη, προφητικώς είπεν, ότι μετά ολίγον καιρόν θέλει γένη θειοτέρα επισκοπή και ξεχωριστή πρόνοια του των Αγγέλων αρχηγόν Μιχαήλ εις εκείνον τον τόπον. Διότι αφ’ ου επέρασεν ολίγος καιρός μετά την τοιαύτην πρόρρησιν, η γη εκείνη ανέβλυσε νερόν αγιάσματος δια μέσου της του αρχαγγέλου δυνάμεως, το οποίον ιάτρευε κάθε πάθος των ασθενούντων. [… ] Και λοιπόν ευθύς όπου εσημείωσε τον τύπον του σταυρού ο αρχάγγελος, ευθύς και οι ποταμοί εστάθησαν ωσάν τείχος ακίνητοι, έπειτα εχάραξε το σημείον του σταυρού επάνω εις μίαν πέτραν υψηλοτάτην, όπου ήχον κοντά εις τον Ναόν, και ω τον θαύματος! ευθύς έγινε μία βροντή φοβερά. Και η μεν γη, εσείσθη μεγάλως· η δε πέτρα, εσχίσθη. Ο δε Αρχάγγελος πάλιν εσημείωσε τον τύπον τον σταυρού, και είπεν ας συντρίφθή η δύναμις του Διαβόλου· ας πλημμυρήση δε από εδώ κάθε κακών ελευθερία εις εκείνους, όπου πλησιάζουν μετά πίστεως. Έπειτα με μεγάλην και λαμπράν φωνήν επρόσταξε ταύτα εις τους ποταμούς λέγων· εις την χώνην ταύτην χωνεύθητε ω ποταμοί. Όθεν από τότε και έως της σήμερον χωνεύεται εκεί το νερόν με παράδοξον τρόπον. Διό και από την αιτίαν ταύτην, Χώναι ωνομάσθη ο τόπος, εις δόξαν του αληθινού Θεού ημών, και εις έπαινον και τιμήν του πανενδόξου και θερμού ημών αντιλήπτορος Μιχαήλ. (Το περί τούτου κατά πλάτος Συναξάριον, όρα εις τον Νέον Θησαυρον 1).

36. Παράβαλλε Β΄ Ενώχ 1:72. Διαθ. Ιώβ 18-50. Αποκ. Αβραάμ 17. Αναβ. Ησαΐα 7:37. 8:17. 9:28 κ. ε.

37. Δεσπότη Σ., Η Επουράνιος Λατρεία στα κεφ. 4-5 της Αποκαλύψεως του Ιωάννη, Διδ. Διατριβή, Wiesbaden 2000, passim.

38. Παράβαλλε Ιουστ. A' Απολ. 6: αλλ' εκείνον τε και τον παρ’ αυτού υιόν ελθόντα και διδάξαντα ημάς ταύτα, και τον των άλλων επομένων και εξομοιουμένων αγαθών αγγέλων στρατόν, πνεύμα τε το προφητικόν σεβόμεθα και προσκυνούμεν, λόγοι και αληθεία τιμώντες, και παντί βουλομένω μαθείν, ως εδιδάχθημεν, αφθόνως παραδιδόντες.

39. Περιέχεται στο βιβλίο του Καϊμάκη Δ., Τα Ελοχίμ δεν θα ταραχθούν εις τον αιώνα: Ζητήματα παλαιοδιαθηκικής και μεσοδιαθηκικής Γραμματείας, Θέρμον Τριχωνίδος: Βάνιας 2006, 15-61.

40. Ο Ευσέβιος, Ε. Ι. 5. 16. 7-8 σημειώνει: κώμη τις είναι λέγεται εν τη κατά την Φρυγίαν Μυσία, καλουμένη Αρδαβαύ τούνομα· ένθα φασι τινα των νεοπίστων πρώτως, Μοντανόν τούνομα, κατά Γράτον Ασίας ανθύπατον, εν επιθυμία ψυχής αμέτρω φιλοπρωτείας δόντα πάροδον εις εαυτόν τω αντικειμένω πνευματοφορηθήναί τε και αιφνιδίως εν κατοχή τίνι και παρεκστάσει γενόμενον ενθουσίαν άρξασθαί τε λαλείν και ξενοφωνείν, παρά το κατά παράδοσιν και κατά διαδοχήν άνωθεν της Εκκλησίας έθος δήθεν προφητεύοντα. 5. 16. 8 των δε κατ’ εκείνο καιρού εν τη των νόθων εκφωνημάτων ακροάσει γενομένων οι μεν ως επί ενεργουμένω και δαιμονώντι και εν πλάνης πνεύματι υπάρχοντι και τους όχλους ταράττοντι αχθόμενοι, επετίμων και λαλείν εκώλυον, μεμνημένοι της του Κυρίου διαστολής τε και απειλής προς το φυλάττεσθαι την των ψευδοπροφητών εγρηγορότως παρουσίαν· οί δε ως Αγίω Πνεύματι και προφητικώ χαρίσματι επαιρόμενοι και ουχ ήκιστα χαυνούμενοι και της διαστολής του Κυρίου επιλανθανόμενοι, το βλαψίφρον και υποκοριστικόν και λαοπλάνον πνεύμα προσκαλούντο, θελγόμενοι και πλανώμενοι υπ’ αυτού, εις το μηκέτι κωλύεσθαι σιωπάν. […] καθάπερ και τον θαυμαστόν εκείνον τον πρώτον της κατ’ αυτούς λεγομένης προφητείας οίον επίτροπόν τινα Θεόδοτον πολύς αιρεί λόγος ως αιρόμενόν ποτε και αναλαμβανόμενον εις ουρανούς παρεκστήναί τε και καταπιστεύσαι εαυτόν τω της απάτης πνεύματι και δισκευθέντα κακώς τελευτήσαι· φασι γουν τούτο ούτως γεγονέναι.

41. Kreitzer L. J., The Plutonium of Hierapolis and the Descent of Christ into the ‘Lowermost Parts of the Earth (Ephesians 4,9), Biblica (1998) 381-393.

42. Σύμφωνα με τον L. Picardi (Instituto di Geoscienzeitaly, http://www.geodifhs.com/4/post/2010/03/45.html): Μετά από μια τεκτονική μελέτη της περιοχής και της αναθεώρησης των ιστορικών δεδομένων, η έρευνα αναθεωρεί τις σεισμοτεκτονικές παραμέτρους του σεισμού που συνέβη το 60 μ.Χ, προσδιορίζοντας έτσι και την πηγή προέλευσης του σεισμού. Το ρήγμα του Ντενιζλί, οι μύθοι αλλά και οι παραδόσεις μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η επιλογή αυτών των περιοχών ρίχνει το φως σε σημαντικά γεγονότα στην εξέλιξη της δυτικής θρησκευτικής σκέψης. Η λεκάνη Denizli ανήκει στην πλάκα της Ανατολίας, η οποία είναι μια από τις μικροπλάκες που επεκτείνεται παρά πολύ γρήγορα, στον πλανήτη μας. Δύο κύρια γεγονότα εξουσιάζουν αυτή την κίνηση και την ενεργό παραμόρφωση της περιοχής; η δυτική τεκτονική διαφυγή από την μικροπλάκα της Ανατολίας και η νότια μετανάστευση του ελληνικού τόξου. Αυτή τη στιγμή, η μικροπλάκα της Ανατολίας βρίσκεται σε επέκταση με ένα γρήγορο ποσοστό κίνησης σε μια κατά προσέγγιση κατεύθυνση ΒΒΑ-ΝΝΔ. Οι κύριες τεκτονικές εκφράσεις αυτής της επέκτασης συναντώνται τόσο στην περιοχή Gediz όσο και σε εκείνη του Menderes όπου είναι τεκτονικές τάφροι, κάθε μία μεγαλύτερη από 200 χλμ. Η λεκάνη Denizli βρίσκεται στις ανατολικές άκρες των τάφρων του Gediz και του Menderes.

43. Ο Βιτρούβιος (8. 3. 14) αποδίδει την απαλότητα του μαλλιού στο νερό που έπιναν τα πρόβατα και είχε την οσμή του σάπιου. Η ίδια η Λαοδίκεια ήταν γνωστή ως Trimitaria ένεκα των χιτώνων Trimitia.

44. Βλέπε τη σχετική φωτογραφία στο http://www.holylandphotos.org/browse.asp?s=1,3,7,23,62&img=Twcscl05.

45. Ο Λουκιανός και ο Ψευδομάντης, http://www.sarantakos.com/arx/arx_pseudomantis9.html#_ftn1.

46. Beginnings from Jerusalem 1042.

47. Όπου πριν 1044.

48. Με αυτήν ασχολείται στη Διατριβή του Η αρχαία Ιουδαϊκή Μυστική Παράδοση τον Θρόνου (2000) ο συνάδελφος Κ. Ζάρρας αλλά και αρκετές δημοσιεύσεις του. Σημαντικές είναι οι εξής μονογραφίες: Rowland C., The Open Heaven (London, S. P. C. K., 1982). Apocalyptic visions and the Exaltation of Christ in the Letter to the Colossians J. S. N. T. 19 (1983) 73-83. Christian Origins (London, S. P. C. K., 1985). Scholem G., Major Trends in Jewish Mysticism (New York, Schocken, 3rd Edn. 1954). Jewish Gnosticism, Merkabah Mysticism and Talmudic Tradition (New York, The Jewish Theological Seminary of America, 2nd Edn. 1965).

49. Παράβαλλε Ζ;aρρα, Η Αρχαία Ιουδαϊκή Μυστική Παράδοση του Θρόνου, 142-148 και 182-197.

50. Χρονολογείται το 2°αι. μ.Χ. και έχει υποστεί Χριστιανική επεξεργασία. Online εισαγωγή και κείμενο βλέπε στο http://www.earlychristianwritings.com/ascension.html Έχει εκδοθεί στο Αγουρίδη Σ., απόκρυφα της Παλαιάς Διαθήκης. Τόμος Β΄, Αθήναι 1979 47-85.

51. Παράβαλλε Ζάρρα, Η Αρχαία Ιουδαϊκή Μυστική Παράδοση του Θρόνου, 121-127.

52. Βλέπε Zimmermann J., Messianische Texte aus Qumran. Konigliche, priesterliche und prophetische Messiasvorstellungen in den Schriftfunden von Qumran, [Wunt 11/104], Tubingen: Mohr 1998 ad loc.

53. Στο πρόσφατα δημοσιευθέν Όραμα του Γαβριήλ (Hazon Gabriel) στην 80η γραμμή αναφέρονται τα εξής: Σε τρεις μέρες ζήσε, εγώ ο Γαβριήλ σε διατάζω [… ] Ύστερα από τρεις μέρες θα γνωρίζεις ότι το Κακό θα ηττηθεί από τη Δικαιοσύνη. Απευθύνεται στον πρίγκηπα των πριγκήπων (Αν. 8, 14-25), μια μορφή που ταυτίζεται με τον Σίμωνα επαναστάτη το 4 π.Χ. που βρήκε τραγικό θάνατο (αποκεφαλισμό) από τον βασιλιά με τη φοβερή όψη, τον Ρωμαίο Γκράτο. Αυτός ο θάνατος ίσως ερμηνεύθηκε ως εξιλασμός για τα βάσανα του λαού. Στη γραμμή 67 απαντά και η σιβυλλική φράση: Μίλησέ του για αίμα. Αυτή είναι η δική τους Μερκαβά (θρόνος/άρμα ανόδου στον ουρανό). Πρόκειται για το αίμα των φονευθέντων της Ιερουσαλήμ (γραμμή 57). Το σημείο που προτρέπει ο Θεός τον Δαυίδ να ζητήσει από τον Εφραΐμ δείξει (γρ. 16-17) είναι το ραντισμένο αίμα των θυμάτων της εξέγερσης και μάλιστα αυτό του θανατωθέντος Μεσσία. Βλέπε Ζάρρα Κ., Το Όραμα του Γαβριήλ, Άβατον 84 (2008) 51-60. Στηρίζεται κατεξοχήν στο Israel Knohl, By Three Days Live: Messiahs, Resurrection and Ascent το Heaven in Hazon Gabriel, The Journal of Religion 88 (2008) 147-158. Βλέπε επίσης Κ. Ζάρρα, Ο שך השךיז και ο ρόλος των Αγγέλων Γαβριήλ και Μιχαήλ στο Όραμα Γαβριήλ, αρχαίος Ιουδαϊσμός: Μελέτες Α', Αθήνα: Έννοια 2011, 63-79, όπου και οι τελευταίες εξελίξεις μαζί με την πλέον πρόσφατη βιβλιογραφία επί του θέματος. Το όλο σκηνικό παραπέμπει και στο Αποκ. 11 όπου σε συνδυασμό με τη μέτρηση του ιερού (που παραδίδεται έκτος του Ναού στα έθνη), περιγράφεται η ανάληψη δύο μαρτύρων που δρουν όπως οι Μωυσής και Ηλίας στον ουρανό, αφού θανατώνονται από το Θηρίο, εξευτελίζονται αφού τα πτώματά τους μένουν άταφα επί 3 1/2 ημέρες. Στον ουρανό ο Ιωάννης ήδη έχει αντικρίσει 24 πρεσβυτέρους καθήμενους σε θρόνους άλλα και τις ψυχές των μαρτύρων κάτω από το επουράνιο Θυσιαστήριο (κεφ. 4 και 6). Παράβαλλε ότι σύμφωνα με το Δαν. 12,3 μετά τη μεγάλη θλίψη και την ανάσταση οι συνιέντες εκλάμψουσιν ως η λαμπρότης του στερεώματος και από των δικαίων των πολλών ως οι αστέρες εις τους αιώνας και έτι (Θ.). Γνωστή είναι η ταύτιση αστέρων και αγγέλων ως στρατιάς/δυνάμεων (Σαβαώθ) του ουρανού σε αρχέγονα κείμενα της Α. Γ.

54. Και ο Ιακώβ θεωρούνταν ως ενσαρκωθείς Άγγελος (παράβαλλε απόκρυφη Προσευχή Ιωσήφ στο Ωριγ. Υπόμν. Ιωάννη 2. 30-31. 180-192).

55. Γκουτσιούδης Μ., Ιωβηλαίο Έτος, Μελχισεδέκ και η Προς Εβραίους επιστολή. Συμβολή στη διαμόρφωση της Χριστιανικής Σωτηριολογίας. Θεσσαλονίκη: Πουρναρά 2006, 247-265.

56. Πρόκειται για ανθολόγιο που αποτελείται κατά σειρά Ψ. 2,7 (σε συνδυασμό με το Β΄ Βασιλέων 7,14 και Δευτερονόμιο 32,43)· 103,4· 44,7· 101,26-28. 109,1. 8,5-7 (Α΄). Πρόκειται για περικοπές, οι οποίες μέχρι σήμερα ακούγονται μαζί με την Εβραίους Στις Ώρες των Χριστουγέννων προκειμένου το πλήρωμα της Εκκλησίας να κατανοήσει την ταυτότητα του Χριστού.

57. Wischmeyer W., Zwei Lehrer aus Kleinasien, Friihchristentum und Kultur, Ferdinand R. Prostmeier (Hgg), Freiburgbaselwien: Herder 2007, 95-109,

58. http://www.tekmeria.org/index.php/tekmiria/search/advancedresults.

59. Χρησιμοποιείται ο όρος από τον Φίλωνα για την Ιουδαϊκή θρησκεία (Πρεσβεία 156· Περί των μετονομαζομένων 223) και από τον Ιώσηπο για τους Φαρισαίους, Σαδδουκαίους και Εσσαίους (Πόλ. 2. 119. Αρχ. 18. 11). Παράβαλλε και τον τίτλο Barbel J., Christos Angelos, Bonn 1941.

60. Horbury W., Jewish Messianism and the Cult of Christ, London: SCM, 1998 119-127.

61. Σύμφωνα με τον Καραβιδόπουλο, Κολοσσαείς 475-6, το επίρρημα σωματικώς μπορεί να σημαίνει: α) αληθινά, β) την αποκάλυψη της θεότητας στον σαρκωθέντα Χριστό σε αντίθεση προς την προΰπαρξη του Λόγου προ της ενσαρκώσεως και γ) στην Εκκλησία που είναι το σώμα του Χριστού. Καταλήγει στην εξής απόδοση: Στο Χριστό κατοικεί πραγματικά ο Θεός και ο Χριστός είναι ζωντανή πραγματικότητα μέσα στο σώμα του, στην Εκκλησία, της οποία είναι κεφαλή.

62. Προκειμένου να κατανοήσει κάποιος τις παραινέσεις του Παύλου Στο 3, 1-4, 6 πρέπει να λάβει υπόψιν του ότι ο εκστασιασμός και ο οραματισμός που συνιστούν μια ιδιωτική υπόθεση (που ελκύει ιδιαίτερα το γυναικείο φύλο), οδηγούν σ’ ένα αλαζονικό ελιτισμό (σε μια ελίτ δηλαδή που υπεραίρεται έναντι των απλών Χριστιανών) αλλά και σε αλλοίωση της οικονομίας, διάσπαση δηλαδή του οίκου, του πυρήνα της κοινωνίας. Γι' αυτό και ο Παύλος προσπαθεί να ισχυροποιήσει τη θέση του pater familias ως συζύγου, πατέρα και κυρίου χρησιμοποιώντας Κανόνες Οικιακής Συμπεριφοράς (Haustafeln 3, 18-4, 1) που συνδέονται με κανόνες για την “διαχείριση του οίκου” φιλοσοφικών κειμένων από τον Αριστοτέλη και εξής. Είχαν ίσως θέση στη Λατρεία και στις παραινέσεις που ακούγονταν σε αυτήν. Φυσικά και η αυθαιρεσία του pater familias δεσμεύεται με την επανειλημμένη αναφορά στον αυθεντικό Κύριο. Αυτή ήταν η απάντηση του Παύλου στις προσπάθειες ορισμένων να διασπάσουν τον Χριστιανισμό και να τον καταντήσουν είτε ως απόκρυφη θρησκεία για λίγους μυημένους είτε ως θρησκεία για την μάζα των πιστών από την άλλη.

63. Σχολιάζει ο I. Χρυσόστομος: Μέγα εφθέγξατο· τοιαύτά εστί τα δεδομένα φησίν ως μη δούναι μόνον, αλλά και ισχυρούς ποιήσαι προς το λαβείν. Κλήρον δε καλεί, δεικνύς ότι ώσπερ ο κλήρος επιτυχίας μάλλον εστίν, ούτω δη και ενταύθα· ουδείς γαρ τοιαύτην επιδείκνυται πολιτείαν, ώστε βασιλείας αξιωθήναι, αλλά της αυτού δωρεάς εστί το παν (PG. 62. 312).

64. PG. 62. 313: την πολλήν ταλαιπωρίαν δεικνύς ημών και την αιχμαλωσίαν είτα και το εύκολον της του Θεού δυνάμεως. “Και μετέστησε”, φησίν, ώσπερ αν ει τις στρατιωτών από τόπου εις τόπον μεταγάγοι· και ουκ είπεν “μετάγαγεν”, ουδέ “μετέθηκεν”, το μεν γαρ όλον του μεταθέντος ην, ου του μετελθόντος, αλλά “μετέστησεν”. Ώστε και ημών και αυτού εστίν. “εις την βασιλείαν του Υιού της αγάπης αυτού”· ουχ απλώς είπεν “βασιλείαν ουρανών”, αλλά σεμνότερον ειργάσατο τον λόγον, βασιλείαν Υιού (παράβαλλε ΜΚ. 1,1· 9,7· 12,6).

Δημιουργία αρχείου: 30-3-2019.

Τελευταία μορφοποίηση: 1-4-2019.

ΕΠΑΝΩ