Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας Ορθοδοξία

 

Η Ορθοδοξία και ο σύγχρονος κόσμος

ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΕΡΓΑΜΟΥ

ΙΩΑΝΝΟΥ Δ. ΖΗΖΙΟΥΛΑ

 

Το περιεχόμενο του άρθρου αυτού απετέλεσε τον πυρήνα διαλέξεως, που δόθηκε στην Κοζάνη, στα πλαίσια των εορτών, που ωργανώθηκαν εκεί, με την ευκαιρία της συμπληρώσεως τριάντα ετών διακονίας του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Κυρίου Διονυσίου ως ποιμενάρχου της Ιεράς Μητροπόλεως Σερβίων και Κοζάνης. Όπως τονίσθηκε κατά την διάλεξη εκείνη, η προσφορά της δεν αποτελεί μόνον εκπλήρωση προσωπικού χρέους προς το σεπτό πρόσωπο του τιμωμένου Επισκόπου, αλλά και αφορμή επισημάνσεως ωρισμένων καιρίας σημασίας χαρακτηριστικών μιας εποχής της νεωτέρας εκκλησιαστικής ιστορίας. Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Σερβίων και Κοζάνης κ. Διονύσιος δεν υπήρξε μόνον ο αφωσιωμένος και συνετός καλός ποιμήν της επαρχίας του, όπως τον εγνώρισαν και τον έζησαν επί τριάντα χρόνια ο κλήρος και ο λαός της Μητροπόλεώς του. Η παρουσία του στην καθόλου εκκλησιαστική ζωή οριοθετεί μια εποχή της συγχρόνου ιστορίας της Ορθοδοξίας, της οποίας τα χαρακτηριστικά δεν έχουν παύσει να έχουν την σημασία τους.

Ο τιμώμενος ιεράρχης εμφανίσθηκε στο προσκήνιο της εκκλησιαστικής ζωής ως επίσκοπος Ρωγών και βοηθός του αειμνήστου Αρχιεπισκόπου Αθηνών Σπυρίδωνος σε μια εποχή, κατά την οποία η Εκκλησία της Ελλάδος πραγματοποιούσε μια έντονη στροφή προς την παράδοση. Με την εμφάνιση στοχαστών, όπως ο Φώτης Κόντογλου και άλλοι, ετονίζετο πλέον η ανάγκη, όπως η Ορθοδοξία παύση να πορεύεται «με τα φώτα της Δύσεως», και αρχίση να αντλή από τον ίδιο τον εαυτό της, ανακαλύπτοντας και εκτιμώντας την δική της παράδοση. Ο Διονύσιος Ψαριανός ως επίσκοπος Ρωγών και στην συνέχεια ως Μητροπολίτης Σερβίων και Κοζάνης, κατ' εξοχήν παραδοσιακός ιεράρχης, με την επίμονη προσήλωσή του στην λατρεία της Εκκλησίας και την έκδηλη αντίθεσή του σε κάθε μορφή κοινωνικού ακτιβισμού και ατομικού ευσεβισμού στην ζωή της Εκκλησίας, έμοιαζε εκ πρώτης όψεως σαν να ήθελε να φέρη την Εκκλησία αιώνες πίσω. Αλλ' ο παραδοσιακός αυτός ιεράρχης, με την ευρύτατη και πολύπλευρη παιδεία και την γνωριμία με τα γράμματα, την μουσική και τον σύγχρονο στοχασμό, κάτι άλλο επιζητούσε· ήθελε να συλλάβη τον παλμό του σημερινού ανθρώπου και να κάμη την παράδοση ζωντανή. Πίστευε ότι ο άνθρωπος του σήμερα έχει ανάγκη από το χθες, για να υπάρξη. Χωρίς παράδοση ο σημερινός άνθρωπος θα χαθή. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η Ορθοδοξία είναι απλή επιστροφή στο χθες. Ιδού πως τοποθετείται στο θέμα αυτό ο Μητροπολίτης Κοζάνης:

 

Απ' όσα παραπάνω ακούμε να διδάσκουν ο Μέγας Αθανάσιος κι ο Μέγας Βασίλειος, όπου κι οι δυο βεβαιώνουν, καθώς κι όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας, την εμμονή τους εις την παράδοση της πίστεως, κινδυνεύουμε να σχηματίσουμε την γνώμη πως η Ορθοδοξία κι αυτό που λέμε στην Εκκλησία παράδοση δεν είναι παρά μια στασιμότητα, κι ακόμα χειρότερα μια οπισθοδρόμηση. Δεν κάνουμε δηλαδή τίποτ' άλλο παρά, αντί να κοιτάζουμε και να πηγαίνουμε μπροστά, γυρίζουμε και πάμε προς τα πίσω. Εδώ τώρα είναι ένα πάρα πολύ κρίσιμο σημείο στην ζωή της Εκκλησίας, γιατί η Εκκλησία, καθώς και το ακούσατε πολλές φορές να το λέμε, είναι θεσμός παραδόσεως. Συγχρόνως όμως η πίστη και η Εκκλησία είναι ζωή, κι η ζωή βέβαια ποτέ δεν πηγαίνει πίσω, αλλά ασταμάτητα πάντα πηγαίνει μπροστά. Όμως ποτέ δεν περπατάει κανείς σε άγνωστο τόπο χωρίς οδηγό. Αυτό που λέμε «μπροστά», δηλαδή το μέλλον, είναι τωόντι ένας άγνωστος τόπος· για να τον περπατήσουμε με ασφάλεια χρειαζόμαστε οδηγό. Οι Πατέρες λοιπόν της Εκκλησίας, στην ασταμάτητη πνευματική μας πορεία και στον δρόμο της σωτηρίας μας, είναι οδηγοί· όχι για να πιαστούμε απ' αυτούς και να πάμε πίσω, αλλά για να πάρουμε γραμμή και να πάμε μπροστά.

Ακούμε πολλές φορές το σύνθημα· «Πίσω, προς τους Πατέρας της Εκκλησίας», δηλαδή να γυρίσουμε τάχα στην εποχή των αρχαίων Πατέρων. Αλλά είναι αλήθεια πως όλα τα συνθήματα πάντα παραπλανούν, αν και μπορεί κάποτε να εκφράζουν μια αλήθεια και να προβάλλουν κάποιο αίτημα. Το πνευματικό λοιπόν αίτημα του συνθήματος «Πίσω, προς τους Πατέρας» δεν είναι ούτε στην εποχή των αρχαίων Πατέρων να γυρίσουμε ούτε ό,τι είπαν εκείνοι κι ό,τι έκαμαν το ίδιο κι εμείς να επαναλαμβάνουμε. Πρώτα, γιατί η εποχή των Πατέρων είναι πάντα παρούσα, επειδή οι Πατέρες της Εκκλησίας δεν υπήρξαν μια φορά, αλλ' είναι πάντα. Όταν λέμε πως η Εκκλησία είναι Εκκλησία Πατέρων, την εννοούμε και πρώτα και τώρα και πάντα, και στο παρελθόν και στο παρόν και στο μέλλον. Αλλ' ούτε το «Πίσω, προς τους Πατέρας» θα πη να πάμε παληά, για να βρούμε την ορθή πίστη, γιατί η Ορθόδοξη Εκκλησία κατέχει την πίστη των Αποστόλων μέσα στην Πατερική παράδοση. Το «Πίσω, προς τους Πατέρας» θα πη να ξαναβρούμε το φρόνημα των αρχαίων Πατέρων, να προσέξουμε στον τρόπο που σκέπτονται, ότι πρώτα ζουν την πίστη κι ύστερα θεολογούν για να την κάμουν γνώση, ότι η θεολογική τους σοφία στηρίζεται στην πράξη και την πείρα της αγιωσύνης. Η εποχή μας έχει ανατρέψει αυτήν την σειρά και την τάξη· στον καιρό μας, καθώς λέγει κάπου ο Μέγας Βασίλειος, δεν θεολογούμε, αλλά τεχνολογούμε. Το φρόνημα των Πατέρων είναι φρόνημα εκκλησιαστικό, η συνείδησή τους είναι συνείδηση ιερατική, ο βίος τους είναι βίος ασκητικός, το ήθος τους είναι ήθος πνευματικών και ωλοκληρωμένων ανθρώπων. Αυτά είναι που μας λείπουν κι αυτά ζητάει από την Εκκλησία ο σύγχρονος κόσμος, κι όχι απλώς να ξέρουμε σαν καλοί φιλόλογοι και γραμματολόγοι τα γραπτά που μας αφήκαν οι Πατέρες. Αυτά τα γραπτά, αυτά τα κείμενα έχουν τωόντι αξία κι είναι πολύτιμοι θησαυροί, όχι για να τα αντιγράψουμε και να τα λέμε τα ίδια, μά για να τα μελετάμε και να ανακαλύπτουμε σ' αυτά όσα είπαμε παραπάνω, το ρωμαλέο εκκλησιαστικό φρόνημα, την ιερατική συνείδηση, την ασκητικότητα και το ήθος των αρχαίων Πατέρων.

 

Η τοποθέτηση αυτή του Σεβασμιωτάτου στο θέμα της παραδόσεως, η οποία έχει πολλά να μας διδάξη και σήμερα, επέδρασε αποφασιστικά στην ποιμαντική διακονία του, το κήρυγμα, την λατρεία, την εκκλησιαστική μουσική κ.τ.λ. Σε όλα αυτά προσπαθεί να συνδυάση το χθες με το σήμερα και το αύριο. Ως επίσκοπος δεν καταδαπανάτε σε έναν εφήμερον κοινωνικόν ακτιβισμό, που και αυτόν δεν τον παραμελεί, αλλά φρονεί ότι η Εκκλησία είναι αυτό που ο Harnack περιφρονητικά ωνόμαζε, αναφερόμενος στην Ορθοδοξία, «κοινωνία λατρείας».Το επίγραμμα «πές μου πως λατρεύεις να σου πω πως πιστεύεις» προέρχεται από τα λόγια του, και δείχνει την κατεύθυνση, στην οποία κινείται η σκέψη του[1].

Έτσι ο Μητροπολίτης Κοζάνης με το ιωβηλαίο της τριακονταετούς ποιμαντορίας του μας δίδει την ευκαιρία να δούμε την Εκκλησία, όχι ως «Χριστιανισμό», αλλά ως Εκκλησία· όχι ως ιδεολογία, αλλά ως σ ύ ν α ξ η και κοινότητα ευχαριστιακή περί τον επίσκοπό της· όχι μόνον ως χθες, αλλά και ως σήμερα και ως αύριο. Ριζωμένη σταθερά στην παράδοση, η Εκκλησία οφείλει να πορεύεται μέσα στον σύγχρονο κόσμο, χωρίς να αδιαφορή για τα προβλήματα, που ο κόσμος αυτός αντιμετωπίζει, τώρα μάλιστα που η Ελλάδα και, όπως φαίνεται, αργότερα και άλλες Ορθόδοξες χώρες εντάσσονται στην Ευρώπη της Δύσεως. Το ερώτημα με ποια ταυτότητα εισέρχεται η Ορθόδοξη Ελλάδα στην Ευρώπη[2] απασχολεί και τον τιμώμενο ιεράρχη[3] και δεν μπορεί να εύρη την απάντησή του χωρίς μια βαθειά και αντικειμενική γνώση των προβλημάτων του συγχρόνου κόσμου, ο οποίος κυριαρχείται από τον Δυτικό πολιτισμό.

Αναγκαίο συνεπώς, είναι να γνωρίζη καλά η Εκκλησία το ευρύτερο πολιτιστικό περιβάλλον της, όπως οι Πατέρες εγνώριζαν τον πολιτιστικό περιβάλλον της εποχής τους και ετοποθετούντο απένταντί του. Στις γενικές γραμμές αυτού του άρθρου θα καταβληθή προσπάθεια μιας γενικής εποπτείας του συγχρόνου κόσμου, με ιδιαίτερη έμφαση στα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο σύγχρονος άνθρωπος εξ αιτίας του πολιτισμού των χρόνων μας. Η θεώρηση αυτή θα είναι πολύ γενική και χωρίς αξιώσεις βιβλιογραφικής ενημερώσεως, η οποία υπόκειται ως βάσις της συγγραφής αυτού του άρθρου. Στην συνέχεια θα τεθή το ερώτημα, με ποιόν τρόπο μπορεί η Ορθοδοξία, αντλώντας από την πίστη, την θεολογία και την παράδοσή της, να βοηθήση τον άνθρωπο της εποχής μας, ώστε να ξεπεράση τα αδιέξοδα, που του δημιουργεί ο σύγχρονος πολιτισμός. Η Ορθοδοξία μπορεί πραγματικά να αποδειχθή η ελπίδα του συγχρόνου κόσμου, αν ερμηνεύση σωστά την παράδοσή της, γιατί η παράδοση αυτή περιέχει, όπως θα δούμε, πολλά στοιχεία, τα οποία ανταποκρίνονται στα προβλήματα που δημιουργεί ο σύγχρονος πολιτισμός. Έτσι θα αποδειχθή η Ορθοδοξία πολύτιμη όχι μόνο για το χθες, αλλά και για το σήμερα και το αύριο.

Αλλά για να κατανοηθούν τα προβλήματα του συγχρόνου ανθρώπου, χρειάζεται η γνώση των ιστορικών καταβολών του πολιτισμού που κυριαρχεί στις μέρες μας. Τίποτε στην ιστορία δεν συμβαίνει χωρίς να προηγηθούν ιστορικές εξελίξεις που προετοιμάζουν την έλευσή του. Ο σύγχρονος κόσμος έχει και αυτός τις ρίζες του μέσα στην ιστορία. Αυτές θα αναζητήσουμε πρώτα, για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε σωστά τα προβλήματα της εποχής μας και την θέση που πρέπει να λάβη η Ορθοδοξία έναντί τους.

 

Ι. ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΚΑΤΑΒΟΛΕΣ ΤΟΥ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

1. Η Εκκλησία «εν τω κόσμω», αν και όχι «εκ του κόσμου»

Η ιστορία διαιρείται συμβατικά σε περιόδους. Ορόσημα για τον καθορισμό μιας περιόδου αποτελούν γεγονότα η εξελίξεις, που οδηγούν σε κάποια βαθειά αλλαγή θεωρήσεως της ζωής και του κόσμου, αλλαγή, που συνοδεύεται από τομές στην κοινωνική, πολιτική, οικονομική, θρησκευτική και γενικώτερα πολιτιστική ζωή των ανθρώπων σε μια ευρύτερη γεωγραφική περιοχή και για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Η διαίρεση αυτή της ιστορίας γίνεται συνήθως μετά την πάροδο ικανού χρόνου από της εμφανίσεως των αλλαγών αυτών, διότι προϋποθέτει συνειδητοποίηση και εκτίμηση της σπουδαιότητάς των. Μια τέτοια διαίρεση της ιστορίας σε περιόδους δεν εξυπηρετεί απλώς τη συστηματοποίηση και μεθόδευση του ιστορικού υλικού από τους ιστορικούς, αλλά προσφέρει στον άνθρωπο ο οποίος είναι ον ιστορικό, την δυνατότητα κριτικής τοποθετήσεως έναντι των σκέψεων και πράξεών του, αφού με την διαίρεση αυτή συνειδητοποιεί όχι μόνον το παρελθόν, αλλά και το παρόν και το μέλλον  όχι δηλαδή μόνο αυτό που έχει ήδη συμβή, αλλά και εκείνο που θα πρέπει ο ίδιος να πράξη, εν όψει των ιστορικών γεγονότων και συνθηκών. Η συνειδητοποίηση του «κόσμου», με την ιστορική έννοια, στον οποίον ζη ο άνθρωπος, συνδέεται έτσι όχι μόνο με την περιέργεια η την γνώση του αλλά και με την άσκηση της ελευθερίας του.

Οι παρατηρήσεις αυτές ισχύουν και ως προς την ζωή της Εκκλησίας. Η Εκκλησία έχει βέβαια την δική της «ιστορία», αφού η ζωή της κινείται από θεανθρωπίνους παράγοντες, οι οποίοι δεν είναι πάντοτε ορατοί με τις κοινές μεθόδους της ιστοριογραφίας. Εν τούτοις η ζωή της, και συνεπώς και η ιστορία της, επηρεάζονται πολύ από τα γεγονότα της καθαρώς κοσμικής ιστορίας. Οι διωγμοί των πρώτων αιώνων κατά της Εκκλησίας, όπως και η κατάργηση των διωγμών αυτών από τον Μ. Κωνσταντίνο, επέδρασαν αποφασιστικά στην ζωή της Εκκλησίας και την διαμόρφωση των εσωτερικών πραγμάτων της. Η επίδραση άλλωστε και της ιδίας της Εκκλησίας επί της κοσμικής ιστορίας είναι εξ ίσου σημαντική. Εκκλησία και κόσμος αλληλοπεριχωρούνται, έστω και αν δεν συμπίπτουν ούτε στην φύση τους ούτε στην ιστορία τους. Δεν είναι, συνεπώς, δυνατόν η Εκκλησία να αδιαφορή για τον εκάστοτε σύγχρονο κόσμο της, αφού όχι μόνον επηρεάζεται από αυτόν, αλλά και σ' αυτόν καλείται να μεταφέρη το μήνυμα του Ευαγγελίου, και να επιδράση με τον τρόπον αυτόν στον πολιτισμό της. Όπως αποδεικνύει η ιστορία της Ορθοδόξου Εκκλησίας, η επίδραση της Εκκλησίας στον κόσμο κάθε εποχής μπορεί να είναι αποφασιστικής σημασίας. Ο Βυζαντινός πολιτισμός θα παραμένη πάντοτε κλασσικό παράδειγμα μιας τέτοιας αποφασιστικής σημασίας της Εκκλησίας για τον κόσμο μιας ωρισμένης εποχής.

Οι τοποθετήσεις αυτές μας οδηγούν στο ερώτημα: ποια είναι η σχέση της Ορθοδόξου Εκκλησίας με τον κόσμο της εποχής μας; Ποια επίδραση μπορεί να έχη η Ορθοδοξία στον σύγχρονο κόσμο; Πολλοί - εχθροί αλλά και «φίλοι» της Ορθοδοξίας - θα την ήθελαν στο περιθώριο της ιστορίας. Εκεί, άλλωστε, όπως θα δούμε, επεχείρησε να τοποθετήση την Εκκλησία ο σύγχρονος κόσμος. Αλλά η Εκκλησία, από την φύση της, δεν περιθωριοποιείται. Ο λαός της μετέχει οργανικά με την καθημερινή ζωή του στον κόσμο της εποχής του, μεταφέρει εκεί κατά τρόπο υπαρξιακό την ζωή που αντλεί από την Εκκλησία του, και γίνεται έτσι ο χώρος αντιδόσεων μεταξύ Εκκλησίας και κόσμου. Η θεολογία της Εκκλησίας, αλλά και η ηγεσία της, δεν μπορούν να ενεργούν ανεξάρτητα από τις καθημερινές αυτές εμπειρίες του πληρώματος της Εκκλησίας μέσα στον κόσμο της εποχής μας. Είναι απαραίτητο να γνωρίζουν ποια προβλήματα και ποιές επιδράσεις αντιμετωπίζει ο λαός του Θεού στην καθημερινή επαφή του με τον πολιτισμό της εποχής. Έτσι μόνο θα αρθρώσουν λόγον «οικοδομής και παρακλήσεως», και θα κάμουν αισθητή την παρουσία της Εκκλησίας στην ιστορία.

 

2. Ο Δυτικός πολιτισμός ως κέντρο του συγχρόνου κόσμου

Ο σύγχρονος κόσμος κυριαρχείται από τον Δυτικό πολιτισμό. Υπάρχουν βέβαια και άλλοι πολιτισμοί στην σημερινή ανθρωπότητα, αλλά κανείς δεν καθορίζει τόσο αποφασιστικά την ζωή των ανθρώπων της εποχής μας όσο ο πολιτισμός της Δύσεως. Τα επιτεύγματα του πολιτισμού αυτού στους τομείς των επιστημών, της τεχνολογίας κ.λπ., τον έχουν αναγάγει σε παγκόσμια δύναμη πολιτική και οικονομική, και τον έχουν καταστήσει «πρότυπο», προς το οποίο τείνουν όλοι οι λαοί του κόσμου. Ο πολιτισμός αυτός αποτελεί και το κύριο ιστορικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο κινείται η Ορθοδοξία σήμερα. Αν η Ελλάδα θεωρηθή ως ο πλέον αμιγής Ορθόδοξος χώρος των ημερών μας, είναι φανερό ότι η Ορθοδοξία δεν έχει άλλον αμεσώτερο πολιτισμό να αντιμετωπίση σήμερα, από εκείνον που ονομάζουμε Δυτικό πολιτισμό.

Αλλά τι είναι αυτός ο Δυτικός πολιτισμός; Που έχει τις ρίζες του και ποια είναι τα χαρακτηριστικά του;

Για να κατανοήσουμε τον ιδιαίτερο χαρακτήρα και το περιεχόμενο του Δυτικού πολιτισμού, και συνεπώς και του συγχρόνου κόσμου, πρέπει να αναχθούμε ιστορικά στους πρώτους αιώνες της ιστορίας της Εκκλησίας, τότε που το Ευαγγέλιο μεταδόθηκε στις λατινόφωνες περιοχές της Μεσογείου και στην συνέχεια της Ευρώπης. Αυτό συνέβη κυρίως στην Βόρειο Αφρική, β´ μ.Χ. αιώνα, οπότε έχομε και τα πρώτα χριστιανικά κείμενα στην Λατινική γλώσσα με τα έργα του Τερτυλιανού. Ειδικοί μελετηταί των καταβολών της Δυτικής χριστιανικής σκέψεως (J. Daniélou κ.α.) τοποθετούν εκεί τις πρώτες ρίζες του Δυτικού Χριστιανισμού. Από την εποχή εκείνη διαφαίνονται ήδη τα κύρια χαρακτηριστικά της Δυτικής χριστιανικής σκέψεως, όπως το έντονο ενδιαφέρον για την ηθικη, για το πως δηλαδή ο άνθρωπος με τις πράξεις του αποκτά την σωτηρία· για την  ιστορία, για το πως δηλαδή τα γεγονότα και τα δρώμενα - από τον Θεό και τους ανθρώπους - μέσα στον χρόνο επιδρούν στην σωτηρία· και τέλος για τους θεσμούς, οι οποίοι εξασφαλίζουν τα σταθερά και αντικειμενικά πλαίσια, μέσα στα οποία ο άνθρωπος οικειώνεται την σωτηρία. Τα χαρακτηριστικά αυτά ουδέποτε εγκατέλειψαν την Δυτική Θεολογία, ενώ στην Ανατολή αναπτύχθηκε εντονώτερο ενδιαφέρον για την θεωρία, με ιδιαίτερη έμφαση στις εσχατολογικές πλευρές της σωτηρίας, τόσο στην λειτουργική - μυστηριακή όσο και στην ασκητική εμπειρία.

Αλλά η Δυτική σκέψη δεν έχει τις ρίζες της μόνο σ' αυτά τα χαρακτηριστικά του πρώϊμου λατινόφωνου Χριστιανισμού. Κατά τον πέμπτο μ.Χ. αιώνα, με τον κλονισμό της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, ο Δυτικός κόσμος πέρασε από μια βαθύτατη κρίση ως προς την εμπιστοσύνη του ανθρώπου στους θεσμούς και την ιστορία. Την εποχή αυτή που, κατά την φράση του Ιερωνύμου, ο Ρωμαϊκός κόσμος καταρρέει (Romanus orbis ruit) και οι θεσμοί δεν προσφέρουν ασφάλεια, εμφανίζεται ο ι. Αυγουστίνος, για να δώση μια νέα αποφασιστική στροφή στο Δυτικό πνεύμα: την στροφή του ανθρώπου προς τα βάθη του υποκειμένου, προς τον σκοτεινό και δυσεξερεύνητο κόσμο της ανθρώπινης ψυχής. Ο Αυγουστίνος είναι ο πρώτος στην ιστορία χριστιανός στοχαστής που γράφει «Εξομολογήσεις», δηλαδή ένα είδος ψυχολογικής αυτοαναλύσεως και αυτοβιογραφίας, και γίνεται μ' αυτόν τον τρόπο ο πατέρας ενός μεγάλου ρεύματος που χαρακτηρίζει έκτοτε τον Δυτικό πολιτισμό, και που περιλαμβάνει την άνθηση της ψυχολογίας, και μάλιστα της λεγομένης «ψυχολογίας του βάθους», τον ρομαντισμό, και άλλα μεγάλα πνευματικά κινήματα, χωρίς τα οποία δεν νοείται ο νεώτερος Δυτικός πολιτισμός, όπως είναι ο Διαφωτισμός και ο νεώτερος Υπαρξισμός. Ο Αυγουστίνος έχει τόση αποφασιστική σημασία για την Δύση, ώστε να βρίσκεται στην ρίζα τόσο του Προτεσταντισμού όσο και του Ρωμαιοκαθολικισμού των νεωτέρων χρόνων, συνθέτοντας έτσι όλα τα επί μέρους αντίθετα στοιχεία, τα οποία συγκροτούν το όλον που λέγεται Δυτική σκέψη, Δυτική θεολογία και Δυτικός πολιτισμός.

Η αποφασιστική σημασία του Αυγουστίνου για τον νεώτερο κόσμο μαρτυρείται, όπως θα δούμε αναλυτικά παρακάτω, στην έξαρση του ανθρώπου ως σκεπτομένου ατόμου, η οποία χαρακτηρίζει τον νεώτερο κόσμο μας. Ένας άλλος Λατίνος φιλόσοφος, όχι πολύ αργότερα από τον Αυγουστίνο, ο Βοήθιος, θα ορίση το πρόσωπο ως «ατομική υπόσταση λογικής φύσεως» (natura rationabilis individua substantia) και θα προετοιμάση το έδαφος για τον Καρτέσιο, που πιστός στην γραμμή του Αυγουστίνου θα ορίση και αυτήν την ίδια την ύπαρξη με βάση την ανθρώπινη σκέψη (cogito ergo sum). Από τον Καρτέσιο θα γεννηθή ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός, για να τοποθετήση τον ανθρώπινο λόγο στην θέση του κριτού των πάντων, με όλες τις συνέπειες για τον νεώτερο πολιτισμό, τις οποίες θα επισημάνουμε πιο κάτω. Έτσι ο Δυτικός πολιτισμός θα καλλιεργήση τόσο τις επιστήμες όσο και τις τέχνες και τα γράμματα, με άξονα την συνείδηση του σκεπτομένου ατόμου. Ο Μεσαιωνικός Σχολαστικισμός θα οικοδομήση τα πολύπλοκα συστήματα και τις λεπτές διακρίσεις του επάνω σε έναν Αριστοτελισμό, που θα μεταχειρίζεται την λογική σαν μέθοδο γυμνάσματος της σκεπτικής ενεργείας του ατόμου, αποδεικνύοντας έτσι ότι, παρά την μεγάλη, πράγματι, ποικιλία των φιλοσοφικών συστημάτων της Δύσεως, ο Δυτικός πολιτισμός αποτελεί στην ουσία ένα ενιαίο όλον, που κινείται στον άξονα της εξάρσεως του σκεπτομένου υποκειμένου, όπως τον καθώρισε ο ι. Αυγουστίνος.

Ο Διαφωτισμός, ακολουθώντας με συνέπεια τις αρχές που έθεσε ο Αυγουστίνος και που επεξαργάσθηκε φιλοσοφικά ο Καρτέσιος, απετέλεσε τον άξονα, γύρω από τον οποίο περιστρέφεται ο νεώτερος Δυτικός πολιτισμός, τα θεμέλια του οποίου τέθηκαν τον 18ον αιώνα. Το φαινόμενο του Διαφωτισμού, το οποίο υπήρξε καθοριστικής σημασίας για τον σύγχρονο κόσμο μας, είναι πολύπλοκο, αλλά τα χαρακτηριστικά του, που αποτελούν και χαρακτηριστικά του Δυτικού πολιτισμού, θα συνοψισθούν στα ακόλουθα σημεία.

 

ΙΙ. ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΤΑ ΑΔΙΕΞΟΔΑ ΤΟΥ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

1. Οι βασικές αρχές του Διαφωτισμού στους διαφόρους τομείς του πολιτισμού

Ο Διαφωτισμός, συνεπής στις ιστορικές καταβολές, που ήδη αναφέραμε, κινήθηκε γύρω από τους εξής βασικούς άξονες:

α) Την απόλυτη κυριαρχία του ανθρώπινου λόγου. Ό,τι δεν συμβιβάζεται με την ανθρώπινη λογική είναι ύποπτο προκαταλήψεως και δεισιδαιμονίας. Το θαύμα, η πίστη στο υπερφυσικό, το υπερκόσμιο, το θείο, τίθενται σε αμφισβήτηση. Και όσοι ακόμη επιθυμούν να πιστεύουν σε κάποια θρησκεία, όπως οι Χριστιανοί, θα πρέπει να βρουν τρόπους να εναρμονίσουν την πίστη τους με τον ανθρώπινο λόγο, να βρουν π.χ. αποδείξεις λογικές περί υπάρξεως του Θεού, της ψυχής κ.τ.λ. Έτσι η χριστιανική θεολογία επιδίδεται σε μια γιγαντιαία προσπάθεια να πείση, ότι η Χριστιανική πίστη δεν αντιτίθενται στον ανθρώπινο λόγο, αναπτύσσοντας τον κλάδο της Απολογητικής, που εξακολουθεί ακόμα και σήμερα να διδάσκεται σε πολλές θεολογικές Σχολές.

β) Την έξαρση του ατομισμού, της σημασίας και της αξίας του ατόμου. Εφ' όσον ο ανθρώπινος λόγος είναι ο απόλυτος κυρίαρχος και εξουσιαστής του πολιτισμού, κάθε σκεπτόμενος άνθρωπος μπορεί μόνος του να βρή την αλήθεια, είναι ο ίδιος κριτής του τι είναι σωστό και αληθινό, και δεν χρειάζεται αυθεντίες, για να του πούν τι πρέπει να σκέπτεται η να πράττη. Έτσι καταργούνται όλες, και προ παντός οι θρησκευτικές και εκκλησιαστικές, κάτι που οδηγεί την Καθολική Εκκλησία στην ακραία αντίδραση να θεσπίση το δόγμα του αλαθήτου του Πάπα, στα τέλη του 19ου αιώνα.

γ) Την αποφασιστική σημασία της ψυχολογίας ως ατομικής εμπειρίας. Η έμφαση που δόθηκε στην συνείδηση και την σκεπτική ικανότητα του υποκειμένου από τον Αυγουστίνο, και στην συνέχεια τον Καρτέσιο, ο οποίος ταυτίζει την ύπαρξη με την σκέψη, καλλιέργησε την τάση της ενδοστρεφείας, της αυτοσυνειδησίας, όπως ονομάστηκε, με σοβαρές συνέπειες τόσο στην επιστήμη όσο και στην κοινωνική, αλλά και σ' αυτήν την θρησκευτική ζωή. Συγκεκριμένα, στην επιστήμη αναπτύχθηκε η ψυχολογία του βάθους, η οποία δεν είναι στην ουσία παρά ανάλυση της ατομικής εμπειρίας, ωσάν ο άνθρωπος να μπορούσε να απομονωθή και ν' αποτελέση αντικείμενο ερεύνης και αναλύσεως (ψυχανάλυση), ανάλογο με άλλα αντικείμενα του επιστητού. Στον τομέα, εξ άλλου, της κοινωνικής ζωής αυτό εσήμαινε ότι η αναζήτηση της ατομικής ευτυχίας αποτελεί περίπου σκοπό των κοινωνιών και των πολιτευμάτων (βλ. Αμερικανικό Σύνταγμα). Όσο δε για τον τομέα της θρησκείας, εκεί πλέον η ψυχολογική εμπειρία του ατόμου κατήντησε να καθορίζη το έργο της θρησκείας, με τέτοιο τρόπο ώστε η Εκκλησία να θεωρήται θεσμός εξυπηρετήσεως των «θρησκευτικών αναγκών» του ατόμου, ο δε ευσεβισμός, που δεν είναι παρά παράγωγο της Δύσεως, και που δεν συνίσταται παρά στην προτεραιότητα της συναισθηματικής και ηθικής ικανοποιήσεως του ατόμου, να διαβρώση και αυτά τα θεμέλια της Ορθοδοξίας, αρχής γενομένης από την Ρωσία της εποχής του Μ. Πέτρου και με προεκτάσεις και σε άλλες Ορθόδοξες περιοχές των χρόνων μας.

 

2. Οι συνέπειες των αρχών του Διαφωτισμού στον πολιτισμό

Οι συνέπειες αυτών των βασικών αρχών του Διαφωτισμού στην περιοχή της Τέχνης και προ παντός της πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής ζωής είναι πολύ αισθητές, ακόμα και στις μέρες μας. Ας τις συνοψίσουμε:

α) Στην περιοχή των επιστημών αναπτύχθηκε η λογική εξειδίκευση και η τεχνική. Κάτω από την επίδραση του Νεύτωνος, ο κόσμος και ο ίδιος ο άνθρωπος προσεγγίζεται μηχανιστικά, δηλαδή θεωρούνται σαν μια μηχανή που δουλεύει σύμφωνα με ωρισμένους λογικούς νόμους, με μια μηχανική αιτιότητα. Όπως π.χ. μια μηχανή, αν της δώσης την ώθηση μιας κινητήριας δύναμης, θα κινηθή και θα παράγη ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα, με βάση ωρισμένους νόμους, έτσι και ο ίδιος ο άνθρωπος θεωρήθηκε σαν ένα σύμπλεγμα οργάνων, καθένα από τα οποία μπορεί ν' απομονωθή, να εξετασθή χωριστά, και να συντεθή σε ένα σύνολο μηχανής που κινείται με εσωτερικούς νόμους και εξωτερικές υλικές κινητήριες δυνάμεις (την τροφή κ.λ.π.). Έτσι η Ιατρική Επιστήμη, ακολουθώντας τις ίδιες μεθόδους της Νευτόνιας μηχανιστικής φυσικής, κατατμήθηκε σε ειδικότητες, έπαυσε να βλέπη τον άνθρωπο ως σύνολο, ενταγμένο σε μια ευρύτερη κοσμική δυναμική, και τον προσεγγίζει σαν μηχανή. Σήμερα βέβαια ακούονται φωνές διαμαρτυρίας εναντίον αυτών των αντιλήψεων της Ιατρικής, όπως και των φυσικών επιστημών· αλλά αυτές οι φωνές, όπως θα δούμε παρά κάτω, απηχούν το τέλος της εποχής του Διαφωτισμού, θα έλεγε κανείς το τέλος του συγχρόνου κόσμου και την αρχή ενός νέου.

β) Εξ ίσου σημαντικές υπήρξαν οι συνέπειες του Διαφωτισμού και στον τομέα της Τέχνης. Εκεί τα πράγματα είναι πιο πολύπλοκα, γιατί η Τέχνη δεν έχει να κάμη τόσο με την λογική όσο με το συναίσθημα. Εν τούτοις και εκεί παρατηρήθηκαν σοβαρές επιδράσεις. Και πρώτα, δημιουργήθηκε μια διχοτόμηση ανάμεσα στις φυσικές Επιστήμες και στην Τέχνη. Δεν είναι τυχαίο, ότι τον 18ο αιώνα η τέχνη στην Ευρώπη παραμελήθηκε προς χάρη της επιστήμης. Οι λεγόμενες «καλές τέχνες» περιωρίσθηκαν στην εξωτερική κομψότητα, την καλαισθησία και την συμμετρία, με σκοπό να προκαλέσουν συναισθήματα ευχαριστήσεως και να συντελέσουν και αυτές στην ευτυχία του ατόμου. Μόνο πρόσφατα, με την εμφάνιση του σουρρεαλισμού στις εικαστικές τέχνες η του θεάτρου του παραλόγου και της νέας ποιήσεως στα γράμματα, άρχισε η Τέχνη να ξεφεύγη από την απολυταρχία του λόγου και την αναζήτηση της ψυχολογικής εμπειρίας. Αλλά αυτά, όπως και εκείνα που είπαμε για τις φυσικές επιστήμες, είναι τα πρώτα ρήγματα στο οικοδόμημα του συγχρόνου κόσμου, η αρχή ενός νέου κόσμου. Ο σύγχρονος κόσμος στην πλειονότητά του δεν κατανοεί, ούτε συγχωρεί, το παράλογο, το εκκεντρικό και το ακαλαίσθητο στην Τέχνη, αυτό που δεν προκαλεί συγκίνηση και ευχαρίστηση. Είναι ακριβώς αυτό που δεν συγχωρούσε και ο Διαφωτισμός από τον 18ο αιώνα και εξής. Η Τέχνη μπορεί και πρέπει να απευθύνεται στο συναίσθημα, αλλά δεν της επιτρέπεται να προσβάλλη τον ορθό λόγο, τα ορθά ήθη και ό,τι είναι λογικά «ορθό».

γ) Αλλά εκεί που ο νεώτερος κόσμος επηρεάσθηκε αποφασιστικά από τον Διαφωτισμό είναι η κοινωνική, πολιτική και οικονομική ζωή.

Και πρώτα στην κοινωνική ζωή. Εδώ θα πρέπει να επισημάνουμε τα εξής πολύ σημαντικά στοιχεία του πολιτισμού μας:

α. Στην περιοχή της παιδείας αναπτύχθηκε η αντίληψη ότι όλοι οι άνθρωποι είναι επιδεκτικοί μαθήσεως και όλοι πρέπει να μορφωθούν. Ο Διαφωτισμός, με επί κεφαλής στο σημείο αυτό τον Βολταίρο (1694 -1778), αυτόν τον «διανοητικό δικτάτορα της Ευρώπης», επιδόθηκε σε ένα τιτάνιο αγώνα να εκδώση και διασώση την Εγκυκλοπαίδεια - ένα φιλολογικό είδος άγνωστο μέχρι τότε, που κατόρθωσε να πραγματοποιήση ο σύγχρονός του Diderot (1713 - 1784) - σαν ένα μέσο εκλαϊκαύσεως της γνώσεως, ώστε όλοι να μπορούν να μάθουν το σκοπό και την αλήθεια και έτσι να διαλυθούν οι διάφορες προκαταλήψεις, κυρίως στην θρησκεία. Αυτό είχε τις εξής καταλυτικές κοινωνικές συνέπειες: από το ένα μέρος αύξησε την εκτίμηση και τον σεβασμό της κοινωνίας προς την μόρφωση και την παιδεία, σε βαθμό που όλοι να θέλουν να σπουδάσουν, και που σιγά-σιγά να μη μπορούν να ζήσουν στην κοινωνία μας αν δεν σπουδάσουν (βλέπε την σημερινή κατάσταση της Ανώτατης Παιδείας και τις κοινωνικές συνέπειές της). Από το άλλο μέρος όμως είχεν ως συνέπεια κάτι άλλο, πολύ περίεργο και αντιφατικό: να πληθύνουν οι ημιμαθείς, αυτοί που νομίζουν ότι μπορούν να έχουν γνώμη για όλα, επειδή π.χ. διάβασαν μια εγκυκλοπαίδεια η - πράγμα που δεν διαφέρει και πολύ - πήραν ένα πτυχίο! Έτσι φθάσαμε σε ένα λαϊκισμό στην παιδεία: εκπαίδευση σε όλους και δικαίωμα σε όλους (και σ' αυτούς που εκπαιδεύονται) να έχουν γνώμη για την αλήθεια και την γνώση. Σήμερα δρέπομε στην παιδεία τους καρπούς που έσπειρεν ο Διαφωτισμόν με την εισαγωγή της εγκυκλοπαιδικής μορφώσεως, που δεν είναι παρά συνέπεια της αντιλήψεως ότι ο ανθρώπινος λόγος είναι ο απόλυτος μονάρχης του πολιτισμού.

β. Στην περιοχή της πολιτικής ζωής τα αποτελέσματα υπήρξαν εξ ίσου καταλυτικά. Πρώτα, δεν είναι τυχαίο ότι ολόκληρος ο νεώτερος κόσμος διέπεται και κυριαρχείται στον τομέα της πολιτικής από τις ιδέες της Γαλλικής και της Αμερικανικής Επαναστάσεως. Στις ιδέες αυτές κυριαρχεί η αντίληψη ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν ίδια δικαιώματα  υπό τον όρον πάντοτε ότι υπακούουν στον απόλυτο μονάρχη της λογικής  και ότι όλες οι «ελέω Θεού» η άλλως πως κατεστημένες αυθεντίες θα πρέπει να παραχωρήσουν την θέση τους σε συστήματα πολιτικά, που εκφράζουν την βούληση και την σκέψη κάθε ανθρώπου, η του «λαού» (μια έννοια που προσέλαβε διάφορο περιεχόμενο στα διάφορα πολιτικά συστήματα των χρόνων μας). Ας θυμηθούμε την φράση «εμείς, ο λαός», με την οποία αρχίζει το Αμερικανικό Σύνταγμα. Βασικό, λοιπόν, χαρακτηριστικό του συγχρόνου κόσμου αποτελεί η «δημοκρατική» μορφή των συγχρόνων πολιτευμάτων και οι ιδέες της ισότητος μεταξύ των ανθρώπων, οι ιδέες των λεγομένων ατομικών δικαιωμάτων.

Δεύτερον, αποτελεί γεγονός ιδιαίτερης σημασίας, ότι οι φιλόσοφοι του Διαφωτισμού του 18ου αι. είναι εκείνοι που προωθούν με επιμονή την ιδέα της ενιαίας Ευρώπης. Ο Βαλταίρος, ο Ρουσσώ και άλλοι επιφανείς διαφωτισταί πιστεύουν και διακηρύττουν, ότι όλοι οι Ευρωπαϊκοί λαοί αποτελούν ενότητα πνευματική και ότι πολύ σύντομα θα αποτελέσουν και ενότητα πολιτική. Η εξάλειψη των πολέμων μεταξύ των Ευρωπαϊκών λαών ήταν πεποίθηση των ηγετών του Διαφωτισμού - κάτι που φέρνει στην σκέψη μας τις εξελίξεις των ημερών μας.

Γενικά, μια αισιοδοξία και ευφορία χαρακτηρίζουν τον κόσμο του 18ου αιώνα, πράγμα που συνεχίζεται τον 19ο αιώνα, για να φθάση στην σχεδόν θρησκευτική πίστη ενός Βίκτωρος Ουγκώ και όλων όσοι ζουν στο τέλος του 19ου αιώνα (με εξαίρεση μορφές προφητικές, όπως ο Ντοστογιέβσκη) ότι ο 20ός αιώνας θα είναι ο αιώνας του ανθρωπίνου παραδείσου, η εποχή που θα σημάνη το τέλος της αμάθειας, της κοινωνικής αδικίας, της πείνας και της αρρώστειας, αφού η λογική θα επικρατήση και η επιστήμη θα έχη φθάσει στο ζενίθ των επιτευγμάτων της· (εντεύθεν και η έκφραση: «μα λέγονται αυτά στον 20ό αιώνα»);

Το πόσο δικαιολογημένη υπήρξεν η ευφορία αυτή, μπορούμε εμείς να το γνωρίζουμε ύστερα από πείρα πικρή δύο παγκοσμίων πολέμων, από συσσωρευμένες και συσσωρευόμενες αδικίες και καταπιέσεις των ισχυρών επί των αδυνάτων, από την εμφάνιση των πιο ωμών βασανιστηρίων κατά της ανθρώπινης ζωής και αξιοπρεπείας, που ζήσαμε οι γενεές μας, και τέλος από την εμπλοκή της επιστήμης στον φαύλο κύκλο της εξαλείψεως των ασθενειών με μέσα και τρόπους, που αναπόφευκτα γεννούν νέες αρρώστειες και νέα προβλήματα. Έτσι η αισιοδοξία και η ευφορία που συνώδευαν την ανάπτυξη της όλης πολιτικής και κοινωνικής ζωής αρχίζει πια να δίνη την θέση της σε μια έντονη απελπισία, σε μια κρίση εμπιστοσύνης στην επιβίωση των πολιτικών θεσμών και αυτής της ίδιας της ζωής στον πλανήτη μας. Αλλά η κρίση αυτή συνδέεται και με άλλα χαρακτηριστικά του συγχρόνου κόσμου, τα οποία θα πρέπει με συντομία να επισημάνουμε. Έτσι:

γ. Η ανάπτυξη της αστικής τάξεως, μιας τάξεως, που επιβάλλει πια την θέλησή της προς κάθε κατεύθυνση, προς τα άνω (τους ευγενείς και τους άρχοντες) και προς τα κάτω (τους αγρότες και εργάτες - πριν αστικοποιηθούν και αυτοί -, τους πτωχούς και τους ακτήμονες). Ο αστός είναι αυτός που με την ηθική της ιδιοκτησίας και την οικονομική επιτυχία, που την ανάγει σε θρησκευτικό περίπου ιδεώδες, γίνεται κήρυξ του κοινωνικού «καθωσπρεπισμού», υποθάλπει την υποκρισία στις ανθρώπινες σχέσεις και επιβάλλει τους δικούς του κανόνες συμπεριφοράς προς κάθε κατεύθυνση.

2. Η ανάπτυξη της αστυφιλίας.Το φαινόμενο αυτό που αρχίζει τον 18ο αιώνα και ογκώνεται μέχρι που να πάρει στις μέρες μας διαστάσεις τέρατος, είναι αποτέλεσμα της βιομηχανικής επαναστάσεως και της ανόδου της αστικής τάξεως. Οι σύγχρονοι άνθρωποι συρρέουν στις πόλεις, για να βρουν εκεί όχι μόνο τα μέσα επιβιώσεως (αφού οι πόλεις συγκεντρώνουν τις μεγάλες βιομηχανίες), αλλά και τις απολαύσεις, που ολοένα γίνονται και πιο πολύ δικαιώματα του ατόμου. Η πόλη είναι ο χώρος της ανωνυμίας, προσφέρει λύτρωση από το μάτι του γείτονα, δίνει την δυνατότητα της διπλής ζωής, που τόσο πόθησε ο σύγχρονος άνθρωπος.

Αυτή η αστυφιλία, και η βιομηχανική επανάσταση που την συνώδευσε, είχεν ως άμεσο αποτέλεσμα την εμφάνιση δύο σημαντικών εξελίξεων στο νεώτερο πολιτισμό μας: α) έγινε αισθητή και διαμορφώθηκε η διαίρεση των συγχρόνων κοινωνιών σε τάξεις. Η εμφάνιση των ιδεών του Μαρξισμού, της αταξικής κοινωνίας, σε μία χώρα κατ' εξοχήν βιομηχανική, όπως η Αγγλία (εκεί έγραφε το «Κεφάλαιό» του ο Κάρλ Μάρξ), δείχνει ότι ήταν σχεδόν αναπόφευκτο στον σύγχρονο κόσμο μας να δημιουργηθή η λεγομένη «πάλη των τάξεων», - δηλαδή η αντίθεση μεταξύ εκείνων που έχουν και εκείνων που δεν έχουν, μέχρις ότου και αυτοί που δεν έχουν αποκτήσουν όσα και ό,τι έχουν οι άλλοι. Οικονομικά συστήματα διάφορα βλέπουν το φως της ημέρας προτείνοντας τρόπους, με τους οποίους όλες οι τάξεις θα αποκτήσουν αυτό που επιθυμούν, άλλα με αιματηρές και άλλα με αναίμακτες επαναστάσεις, με μεθόδους ίσης κατανομής των εισοδημάτων κ.λ.π. Σε όλα αυτά σύντροφος αχώριστος η επιστήμη, που με την ανάπτυξη της τεχνικής (για την οποία θα μιλήσουμε πιο κάτω) ανεβάζει το βιωτικό επίπεδο των ανθρώπων και έτσι εκτοπίζει την πολιτική, προσφέροντας πια αυτή ό,τι η πολιτική επαγγέλεται και δεν το κατορθώνει. Ο σύγχρονος κόσμος γίνεται έτσι δέσμιος της Τεχνολογίας, - της νέας αυτής και παντοδύναμης θεάς, που θα κυβερνήση για πολύ ακόμα τον κόσμο μας.

Αλλά πριν μιλήσουμε για την θεά αυτή, ας επισημάνουμε ένα ακόμα βασικό χαρακτηριστικό, που έφερε μαζί της η βιομηχανική επανάσταση και η αστυφιλία. Πρόκειται για τον ατομισμό και τον ευδαιμονισμό στην κοινωνική ζωή. Στις πόλεις συσσωρευμένοι οι άνθρωποι, σε ένα κλίμα ανωνυμίας, δεν ενδιαφέρονται παρά μόνο για την ευδομονία τους και εκείνη των πιο άμεσα δικών του ο καθένας, της οικογενείας των συγγενών κ.λ.π. Και όταν συναθροίζονται σε τάξεις, σε συνδικάτα, για να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους, οι σύγχρονοι άνθρωποι ενεργούν χωρίς να λαμβάνουν υπ' όψιν τους το γενικώτερο συμφέρον της κοινωνίας. Ο ατομισμός μεταφράζεται έτσι σε «ταξισμό», και η κοινωνία μεταβάλλεται σε κομμάτια, είτε ατόμων μεμονωμένων, είτε ομάδων οργανωμένων, τα οποία δεν ενδιαφέρονται για τίποτε άλλο εκτός του εαυτού των και των στενών συμφερόντων τους.

Μέσα στην ατμόσφαιρα αυτή του ατομισμού (του ατομικού και του ομαδικού), στην πάλη για την εξασφάλιση των «ατομικών δικαιωμάτων» ο σύγχρονος άνθρωπος έχει οδηγηθή σε φαινόμενα εκφυλιστικά, όπως η εγκληματικότητα και το οικολογικό πρόβλημα. Το τελευταίο δεν είναι παρά μια εγκληματικότητα έναντι της φύσεως, η εκμετάλευση των φυσικών πόρων χωρίς σεβασμό προς τα δικαιώματα της φύσεως, η έξαρση δηλαδή του ατομισμού και του ωφελιμισμού στο πιο ακραίο κ' επικίνδυνο σημείο. Βεβαίως, εμείς που μιλάμε σήμερα, έχομε πια την πικρή πείρα της αποτυχίας του ανθρωπίνου λόγου να αποτρέψη τις ολέθριες αυτές συνέπειες του ατομισμού. Αλλά και πάλι είναι αξιοσημείωτο, ότι ο πολιτισμός μας δεν διαθέτει άλλη ελπίδα, άλλο φάρμακο, στο πρόβλημα της οικολογίας, από την λογική και την ηθική: όταν παρατηρούνται φαινόμενα απειλητικά, όπως η εκροή ραδιενέργειας, η μόλυνση από βιοχημικά κατάλοιπα κ.τ.λ., η μόνη διέξοδος που επιχειρείται είναι η έκκληση να λογικευθή ο άνθρωπος στην χρήση της φύσεως. Αλλά πως να λογικευθή, όταν είναι δέσμιος του ευδαιμονισμού, δηλαδή του δικαιώματος του ατόμου για ευτυχία; Για να μειώση την μόλυνση, πρέπει να μειώση την παραγωγή. Και μειώνοντας την παραγωγή μειώνει την υλική ευημερία του και αυξάνει την ανέχεια, την αρρώστεια, όλα αυτά τα οποία αγωνίστηκε τόσο πολύ να εξαλείψη. Πραγματικά ο σύγχρονος κόσμος έχει φθάσει σε αδιέξοδο. Η θα γυρίση στην προ του Διαφωτισμού περίοδο, η θα πεθάνη. Οι λέξεις φαίνονται υπερβολικές, αλλά είναι δυστυχώς πολύ ακριβείς.

Και ερχόμαστε τώρα σ' αυτό που ωνομάσαμε «θεά»  του συγχρόνου κόσμου, την Τεχνολογία. Η Τεχνολογία είναι η αναγωγή της τεχνικής σε «λόγο», σε κυρίαρχο τρόπο σκέψεως, σε στάση ζωής. Η τεχνολογία οφείλει την γέννησή της στην απολυταρχία της λογικής, στην διαπίστωση δηλαδή ότι ο ανθρώπινος νους μπορεί να κυριαρχήση τόσο πολύ στα πράγματα και στην φύση, ώστε να παραγάγη όποιο αποτέλεσμα επιθυμεί. Με την βοήθεια των μαθηματικών μάλιστα μπορεί να παραγάγη και όντα που σκέπτονται, που κάνουν όλο το έργο του σκεπτομένου ανθρώπου (computers). Όλα αυτά όταν τεθούν στην υπηρεσία του ατομικού συμφέροντος, γίνονται όχι απλώς δελεαστικά, αλλά κυριολεκτικά αναντικατάστατα. Η τεχνολογία κρατάει σήμερα το κλειδί σε όλους τους τομείς της ζωής: την επιστήμη, την πολιτική, την οικονομία, την ιατρική κ.λ.π. Κανείς δεν μπορεί να την αγνοήση, χωρίς να τιμωρηθή με αφανισμό.

Έτσι ολοκληρώνεται σε αδρότατες γραμμές η εικόνα του συγχρόνου κόσμου. Ενός κόσμου με καταπληκτική πρόοδο σε όλους τους τομείς, αλλά και με πολύ άγχος και φόβο. Ενός κόσμου που κυριολεκτικά έχει εξαντλήσει τα όριά του και βρίσκεται πια σε αδιέξοδο. Σ' ένα τέτοιο κόσμο καλείται σήμερα να ζήση η Ορθόδοξία και να δώση το μήνυμά της. Τι θα είχε να προσφέρει η Ορθόδοξία στον κόσμο μας;

 

ΙΙΙ. ΧΡΕΟΣ ΚΑΙ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

1. Η κρίση του συγχρόνου κόσμου και τα πρώτα σημεία μιας νέας εποχής

Ας ξεκινήσουμε από μία παρατήρηση, η οποία έχει ιδιαίτερη σημασία για όσους είναι ταγμένοι να εκπροσωπούν την Ορθοδοξία μέσα στον σύγχρονο κόσμο, ως κληρικοί κυρίως και ως θεολόγοι. Η Ορθοδοξία δεν αποτελεί εν' απολίθωμα του παρελθόντος, μουσειακό αντικείμενο, προωρισμένο να προκαλή απλώς τον θαυμασμό ως επίτευγμα μιας άλλης εποχής. Η Ορθοδοξία πρέπει να αρθρώση λόγο σωτήριο για τον σύγχρονο άνθρωπο, λαμβάνοντας υπ' όψιν τα αδιέξοδα, που ο άνθρωπος αυτός αντιμετωπίζει. Τα αδιέξοδα αυτά, στα οποία ακροθιγώς αναφερθήκαμε, αποτελούν την πρόκληση και το πλαίσιο, που προσφέρει ο σύγχρονος κόσμος στην Ορθοδοξία, για να κάμη ζωντανή την παράδοση, που παρέλαβεν η γενεά μας από τους πατέρες της. Με ποιόν τρόπο θα μπορούσε η Ορθοδοξία σήμερα ν' αποτελέση σωστική δύναμη για τα αδιέξοδα του πολιτισμού μας;

Η σημερινή Ορθοδοξία, ως ποιμαίνουσα και ως διδάσκουσα Εκκλησία, έχει αυξημένη ευθύνη έναντι του Θεού και της ιστορίας. Τούτο οφείλεται στο ότι στις ημέρες μας έχουν ήδη ωριμάσει οι προϋποθέσεις, για να ακουσθή η φωνή της σε παγκόσμιο επίπεδο, αρκεί να κατορθώση να συλλάβη τα σημεία των καιρών και να αποδυθή σε μια βαθειά, όσο και πιστή, ερμηνεία της παραδόσεώς της. Τα σημεία των καιρών, τα οποία ευνοούν την προβολή και επίδραση της Ορθοδοξίας στον σύγχρονο κόσμο περιλαμβάνουν τα ακόλουθα.

α) Όπως ήδη επισημάναμε, ο σύγχρονος κόσμος αρχίζει σήμερα να χάνη την αρχική αισιοδοξία και αυτοπεποίθηση, με την οποία ξεκίνησε τον 18ο αιώνα. Ήδη, με το ξέσπασμα των δύο μεγάλων παγκοσμίων πολέμων στον αιώνα μας, οι προφητικές αμφιβολίες ενός Ντοστογιέφσκι ως προς την επιτυχία του λογοκρατουμένου δυτικού κόσμου άρχισαν να επαληθεύονται. Η ελευθερία του ανθρώπου αποτελεί δύναμη ισχυρότερη από τον λόγο του, και μπορεί να οδηγήση στην ανατροπή όλων των κατασκευών και επιτευγμάτων του. Το κακό δεν ελέγχεται, ούτε περιορίζεται, με την λογική η την ηθική, αλλά μόνο με την ελεύθερη συγκατάθεση του ανθρώπου. Με τους δύο αυτούς μεγάλους πολέμους του αιώνα μας, ο κόσμος που έκτισεν ο Διαφωτισμός, υπέστη τριγμούς, και ο δυτικός άνθρωπος άρχισε να περιπίπτη σε απόγνωση. Ήδη στα χρόνια του μεσοπολέμου, ο μηδενισμός κάνει την εμφάνισή του στην Ευρώπη με σκοπό να καταστρέψη συστηματικά όλες τις αξίες, ιδιαίτερα τις αισθητικές, που ανήγαγε σε ιδανικά και κανόνες ζωής ο κόσμος του 19ου αιώνα. Στην αναρχική αναταραχή, που δημιουργείται, εμφανίζεται στην τέχνη το κίνημα του Σουρρεαλισμού, ένα κίνημα με πολλή γονιμότητα, αρχικά ως εκμετάλευση και ανάλυση του ασυνειδήτου, με σκοπό να ανατραπή η «παραμορφωτική επίδραση της λογικής», και αργότερα ως ανάλυση και αυτών ακόμη των νευρωτικών παρενοχλήσεων. Έτσι η ψυχολογία και ο ατομισμός επιβιώνουν στον σύγχρονο κόσμο με την μορφή ενός ακράτου υποκειμενισμού, επάνω στον οποίο οικοδομεί και η φιλοσοφία του Υπαρξισμού την έννοια του προσώπου και της ελευθερίας.

Στον αντίποδα των εξελίξεων αυτών αναπτύχθηκε στον σύγχρονο κόσμο η «ελπίδα», με την μορφή της αναζητήσεως ενός μέλλοντος, που θα περνάη μέσα από την ανθρώπινη δράση. «Θεολογίες της ελπίδος» και «της απελευθερώσεως» εμπνεόμενες σε μεγάλο βαθμό από την χριστιανική, αλλά και την μαρξιστική εσχατολογία, μετέθεσαν τον προσανατολισμό του συγχρόνου κόσμου στο χώρο της ιστορίας και του ιστορικού γίγνεσθαι. Έτσι επανέρχονται στην επιφάνεια τα τυπικά διλήμματα του Δυτικού Χριστιανισμού μεταξύ του ατομικού ευσεβισμού και του κοινωνικού ακτιβισμού, χωρίς κανένα από τα δύο αυτά σκέλη να μπορή να ικανοποιήση τον σύγχρονο άνθρωπο, ο οποίος αναζητεί αγωνιωδώς την χρυσή τομή μεταξύ των δύο άκρων. Με τις απροσδόκητα ραγδαίες εξελίξεις μάλιστα των τελευταίων μηνών στο χώρο της Ανατολικής Ευρώπης, η ελπίδα αυτής της μορφής για τον σύγχρονο κόσμο έχει ανάγκη ριζικής αναθεωρήσεως και αναπροσαρμογής, ώστε να βρεθή η σωστή ισορροπία μεταξύ «ατόμου»  και «κοινότητος», ιστορίας και εσχατολογίας κ.λ.π., για να μην περιπέση ο άνθρωπος είτε σε νέες μορφές ατομισμού είτε σε νέες μηδενιστικές τάσεις.

β) Έντονος είναι επίσης ο προβληματισμός του συγχρόνου ανθρώπου και ως προς τις προόδους της επιστήμης και της τεχνικής. Η πρόοδος και οι ελπίδες της ιατρικής, παραδείγματος χάριν, στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό στις ανακαλύψεις της βιολογίας, με την βοήθεια της οποίας υπάρχει ελπίδα ότι θα κατανικηθούν πολλές ασθένειες. Αλλά μια τέτοια πρόοδος συνεπάγεται και τρομερές δυνατότητες ελέγχου όχι μόνο του φύλου, αλλά και της προσωπικότητος και του χαρακτήρα του ανθρώπου του ανθρώπου σε επίπεδο γονιδίων. Δεν είναι δύσκολο να φανταστή κανείς τους κινδύνους που περιέχει αυτή η εξέλιξη για την ελευθερία του ανθρώπου. Παρόμοιες παρατηρήσεις ισχύουν και για την τεχνολογία, η οποία αποδεικνύεται πλέον ότι δεν είναι μόνο ένας φίλος, που υπόσχεται την λύση των προβλημάτων μας, αλλά και ένας πιθανός τύραννος, που απειλεί να μας συντρίψη μέχρι θανάτου, όχι μόνον πνευματικού αλλά και φυσικού. Όλα αυτά, συνδυαζόμενα με το οξύτατο οικολογικό πρόβλημα, που απειλεί με καταστροφή την ζωή στον πλανήτη μας, συνθέτουν μια εικόνα ανάμικτη με ελπίδες και φόβους. Η πολιτική, στην οποία εναποθέτει ο σύγχρονος άνθρωπος σχεδόν όλες τις ελπίδες του για προστασία από τους κινδύνους αυτούς, αποδεικνύεται ανίκανη να δώση λύσεις χωρίς την συναίνεση και συγκατάθεση των μελών της κοινωνίας, αν δεν θέλη να καταφύγη σε δικτατορικές μεθόδους. Εμφανίζεται έτσι επιτακτική η ανάγκη παιδείας και ήθους, πράγματα που μόνο ένας βαθύτερος πνευματικός προσανατολισμός μπορεί δώση. Η ώρα της Ορθοδοξίας, του χρέους και των δυνατοτήτων της, έχει σημάνει στον σύγχρονο κόσμο.

 

2. Οι δυνατότητες της Ορθοδοξίας

Η Ορθοδοξία σήμερα παρουσιάζεται ιδιαίτερα σεβαστή μέσα στον σύγχρονο κόσμο. Από την επαφή της με τον μη Ορθόδοξο κόσμο κατέστη φανερή όχι μόνον η ιδιαιτερότητά της, αλλά και η υπεροχή της. Διότι γίνεται διαρκώς και πιο φανερό, ότι η Ορθοδοξία δεν μετέχει ιστορικά στις αμαρτίες του νεωτέρου κόσμου, δεν συνέβαλε στην «πρόοδό» του, αλλά ούτε και στην καταστρεπτικότητα και τα αδιέξοδά του.

Πέρα όμως από αυτήν την «αθωότητα», ας την πούμε, της Ορθοδοξίας, υπάρχει και κάτι άλλο που την καθιστά σήμερα όχι απλώς επίκαιρη, αλλά και την μόνη ίσως ελπίδα για τον σύγχρονο άνθρωπο. Και αυτό θα επιχειρήσουμε τώρα να αναλύσουμε με συντομία.

Στην σημερινή πορεία των εξελίξεων στο χώρο της επιστήμης, της τέχνης κ.λ.π., αναφαίνονται ήδη τα πρώτα σημεία που μας επαναφέρουν στην Πατερική και Βυζαντινή στάση απέναντι στον κόσμο και στην ζωή. Αναφέρομαι κατά πρώτον λόγον στον χώρο των φυσικών επιστημών, γιατί εκεί φαίνεται να ανήκη η πρωτοπορία των νέων αυτών εξελίξεων. Πρόκειται για την μεγάλη επανάσταση που σημείωσε στην επιστήμη η θεωρία του Einstein και οι μεταγενέστερες θεωρίες του Heisenberg (η λεγόμενη Quantum theory), που καταργούν πια οριστικά την μηχανιστική αντίληψη του σύμπαντος και μας οδηγούν σε μια οντολογία σχέσεων. Η αντίθεση μεταξύ υποκειμένου και αντικειμένου είναι πια μύθος, και αρχίζει να γίνεται δεκτό ότι ο ερευνητής μετέχει και επηρεάζει το αντικείμενο πάνω στο οποίο πειραματίζεται. Αυτό καταρρίπτει όχι μόνο την μηχανιστική αντίληψη του κόσμου, αλλά και την ατομιστική θεώρηση των ανθρωπίνων σχέσεων. Δεν υπάρχει πια άτομο μεμονωμένο. Όλα τα όντα είναι σχετικά, δηλαδή στηρίζονται σε κάποια σχέση με άλλα όντα. Ο κόσμος είναι μια σχέση.

Βέβαια, το μήνυμα αυτό δεν φαίνεται να έχει φθάσει ακόμα στους κοινωνιολόγους μας, ούτε πολύ περισσότερο στην κοινή λογική μας. Είχε όμως φθάσει προ πολλού και υπάρχει βαθιά ριζωμένο στην Ορθοδοξία. Και αυτό με τις εξής μορφές:

α) Η Τριαδική Θεολογία της Ορθοδοξίας είναι στην ουσία μια εφαρμογή των απόψεων αυτών στην πίστη μας στον Θεό. Ο Θεός είναι μεν ένας, αλλά δεν είναι μόνος. Ο αρχαίος φιλοσοφικός κόσμος (βλ. Αριστοτέλη, Φίλωνα κ.α.) έβλεπαν τον Θεό ως την πιο μοναχική ύπαρξη, το απόλυτο Ένα. Οι Πατέρες της εκκλησίας, που διεμόρφωσαν το δόγμα της Αγίας Τριάδος, διεφώνησαν ριζικά με την αρχαία ελληνική φιλοσοφία στο θέμα αυτό. Άλλο ένας και άλλο μόνος. Ο Θεός είναι ένας, αλλά η ενότητά του στηρίζεται στην αδιάρρηκτη αγαπητική σχέση που έχουν τα τρία πρόσωπα (Πατήρ, Υιός και Πνεύμα) μεταξύ τους. Ο Θεός της Ορθοδοξίας είναι ο πιο αντιατομικός Θεός, είναι ο πιο «κοινωνικός» Θεός, Θεός σχέσεων.

β) Η Τριαδική αυτή Θεολογία έχει άμεση σχέση με την ανθρωπολογία (την αντίληψη περί ανθρώπου) και κατ' επέκτασιν με την κοινωνιολογία. Η σχέση αυτή εκφράζεται με την αντίληψη που έχει η Ορθοδοξία περί προσώπου. Το πρόσωπο δεν είναι το ίδιο πράγμα με το άτομο. Είναι μάλλον το αντίθετό του. Το άτομο είναι κάτι που νοείται μόνο του, που αναδύεται από την απομόνωση, την διάσπαση και την διάσταση, τον χωρισμό των όντων. Το πρόσωπο αναδύεται μόνο από την σχέση του με άλλα όντα. Δεν μπορείς να πης «Εγώ», αν δεν υπάρχη το «Συ». Όπως ακριβώς δεν μπορείς να πης «Πατήρ»  αν δεν εννοής ταυτόχρονα και τον «Υιό». Πατήρ χωρίς Υιόν δεν είναι Πατήρ. Και «Εγώ» χωρίς «Συ» δεν είναι «Εγώ». Η σχετικότητα της μετά τον Einstein φυσικής μεταφράζεται έτσι σε Θεολογία και Κοινωνιολογία στην Ορθόδοξη αντίληψη περί προσώπου. Η Ορθοδοξία πρέπει να προβάλη σήμερα έντονα τις θέσεις αυτές και αμέσως θα δημιουργηθούν γέφυρες με τον κόσμο που ανατέλλει μέσα στα ερείπια του συγχρόνου κόσμου μας ο οποίος σβήνει μέσα στα αδιέξοδα που δημιούργησε.

γ) Θα ήθελα να επισημάνω ότι όλα αυτά η Ορθοδοξία τα ζη στην πράξη - και δεν είναι θεωρίες - μέσα στην Ευχαριστιακή σύναξη. Από όλες τις μορφές του Χριστιανισμού, μόνο η Ορθοδοξία διατήρησε την Θ. Ευχαριστία στο κέντρο της ζωής της και της έδωσε ρόλο καθοριστικό. Η Ορθόδοξη Θ. Λειτουργία δεν είναι ο χώρος - όπως πολλές φορές κακώς νομίζομε - όπου ο καθένας συναντά τον Θεό μόνος του και ενώνεται μαζί Του με την προσευχή και την Θ. Κοινωνία. Η Θ. Λειτουργία είναι ο χώρος όπου ο καθένας μας γίνεται ιδιαίτερο πρόσωπο, ακριβώς δια μέσου της σχέσεώς του με τους άλλους, και όπου τίποτε δεν νοείται ατομικά, αλλά μόνο προσωπικά, (με την έννοια που δώσαμε στο πρόσωπο πιο πάνω). Γι' αυτό και δεν μπορεί, δεν επιτρέπεται στην Ορθοδοξία να τελεσθή ατομική Θ. Λειτουργία. Η Θ. Ευχαριστία είναι κοινωνία, κοινωνία προσώπων που αντλούν ο καθένας την ταυτότητά του από την σχέση τους με τους άλλους, μια αντανάκλαση της ίδιας της υπάρξεως του Θεού, στον Οποίο, κατά την Ορθόδοξη Θεολογία, ο Θεός είναι Πατήρ διότι έχει Υιόν και Πνεύμα, ο Υιός είναι Υιός διότι έχει Πατέρα κ.ο.κ.

δ) Η Ορθόδοξη Θ. Λειτουργία έχει και μια αντίληψη περί του φυσικού κόσμου που συμπίπτει με όσα η νεώτερη Επιστήμη προσπαθεί σήμερα να πη. Στην Θ. Λειτουργία ο φυσικός και υλικός κόσμος (ο άρτος και ο οίνος, τα χρώματα, οι ήχοι, κ.λ.π.) και όλες οι αισθήσεις (όραση, αφή, όσφρηση - με το θυμίαμα, - ακοή κ.λ.π.) μετέχουν σε μία ενότητα αδιάσπαστη. Δεν υπάρχει αντίθεση μεταξύ υποκειμένου και αντικειμενικής πραγματικότητος, δεν υπάρχει η κατακτητική στάση του ανθρώπινου λόγου απέναντι στον κόσμο που τον περιβάλλει, όπως συμβαίνει στην Τεχνολογία, ο κόσμος δεν κείται έναντι, δεν αντίκειται (αντικείμενον) του ανθρώπου, αλλά προσλαμβάνεται από αυτόν, ενώνεται μαζί του σε ένα σώμα, μεταλαμβάνεται και κοινωνείται. Η Θ. Κοινωνία είναι όχι μόνο ένωσή μας με τον Θεό και με τους άλλους, αλλά και πρόσληψη τροφής, αποδοχή και καταξίωση του φυσικού μας περιβάλλοντος, ενσωμάτωση της ύλης και όχι χρήση της ύλης. Η ιερότητα που συνοδεύει αυτήν την στάση, το Θείο ρίγος που διαπερνά αυτήν την σχέση, είναι ο αντίποδας της Τεχνολογίας και η απάντηση στο οικολογικό μας πρόβλημα. Η Θ. Ευχαριστία είναι και γι' αυτόν τον λόγο ό,τι καλύτερο έχει να προσφέρη η Ορθοδοξία στον σύγχρονο κόσμο.

ε) Η Ορθοδοξία, τέλος, είναι σήμερα εξαιρετικά επίκαιρη, λόγω του ασκητικού πνεύματος που την χαρακτηρίζει. Ο σύγχρονος άνθρωπος δείχνει να έχη υποταγή τόσο πολύ στον ατομισμό, ώστε να έχη απόλυτη ανάγκη από την υπενθύμιση, ότι δεν είναι αυτός ο εξουσιαστής της δημιουργίας, αλλά ο οικονόμος και οιωνεί ο ιερεύς της, αυτός που την προσφέρει στον Δημιουργό Θεό, διακηρύττοντας ότι Του προσφέρει «τα Σα εκ των Σων». Η Ορθόδοξη ασκητική παράδοση, που διεπότισε το φρόνημα των Ορθοδόξων λαών με την σημασία που αποδίδουν στην νηστεία και στην στέρηση, έχει πολλά να διδάξη τον σύγχρονο άνθρωπο, ο οποίος υποδουλώθηκε στο πάθος της πλεονεξίας και του καταναλωτισμού, και απειλείται από την εξάντληση των φυσικών πόρων της ζωής του πλανήτου μας, μία εξάντληση που θα επιφέρη αργά η γρήγορα το τέλος της ζωής σ' αυτόν τον κόσμο, όπως επισημαίνουν πλέον όλοι οι σοβαροί επιστήμονες. Αγιασμός και άσκηση[4] είναι αυτά που φέρει μαζί της στον σύγχρονο κόσμο η Ορθοδοξία, μαζί με την Τριαδική Θεολογία της. Και αυτά έχουν σήμερα αποφασιστική σημασία για τα προβλήματα του συγχρόνου κόσμου.

 

Σημειώσεις


[1]. Για τον λόγο αυτό τον Μητροπολίτη απασχολεί ιδιαίτερα στην επαρχία του η τέλεση των ιερών ακολουθιών, μεταξύ των οποίων ο Εσπερινός του Σαββάτου στον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Νικολάου Κοζάνης, στον οποίον κατά την παράδοση πάντοτε χοροστατεί ο ίδιος, αποτελεί υποδειγματική ιερά ακολουθία.

[2]. Βλ. το  άρθρο μας «Eυρωπαϊκό πνεύμα και ελληνική Ορθοδοξία»  στο περιοδικό Ευθύνη, 1985, τεύχος 163, σ. 329 εξ. (αναδημ. στο περιοδικό Ανάπλασις, 1987).

[3]. † Επισκόπου Διονυσίου Λ. Ψαριανού, «Πατροπαράδοτον σέβας», Χαρηστήριος Ωδή β´), Αθήνα 1988.

[4]. Έτσι ορίζει κάπου το περιεχόμενο της Ορθοδοξίας ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Σερβίων και Κοζάνης κ. Διονύσιος.

 

Πληκτρολόγηση Ν. Ρ.

Τελευταία ενημέρωση: 27-12-2008.

Τελευταία ενημέρωση: 27-12-2008.

ΕΠΑΝΩ