Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Ορθοδοξία

Είναι η αλλαγή που προκαλεί το Βάπτισμα στον πιστό "οντολογική"; // Αναγέννηση εξ ύδατος και Πνεύματος // Η Βαπτισματική και Ευχαριστιακή βίωση του Μυστηρίου της Εκκλησίας // Επιτρέπεται ο νηπιοβαπτισμός; // Ποια είναι η έννοια τού: "Πορευθέντες μαθητεύσατε... βαπτίζοντες"; // Οι δύο αναστάσεις

Οι διευθετήσεις τής πρώτης Εκκλησίας για το Βάπτισμα

Το Μυστήριο του Βαπτίσματος

π. Ιωάννη Ρωμανίδη

 

Πηγή: "Εμπειρική Δογματική τής Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας κατά τις προφορικές παραδόσεις τού π. Ι. Ρωμανίδη" Τόμος Β΄.  Τού σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου και αγ. Βλασίου Ιεροθέου.

 

Το Μυστήριο του Βαπτίσματος είναι το «εισαγωγικό Μυστήριο», δια του οποίου ο άνθρωπος εισάγεται στην Εκκλησία. Ο ίδιος ο Χριστός παρήγγειλε στους Μαθητές Του να βαπτίζουν όσους πιστεύουν σε Αυτόν.

«Και προσελθών ο Ιησούς ελάλησεν αυτοίς λέγων: "εδόθη μοι πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γης, πορευθέντες ουν μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αυτούς τηρείν πάντα όσα ενετειλάμην υμίν και ιδού εγώ μεθ' υμών ειμί πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος. Αμήν"» (Ματθαίος κη', 18-20).

Ο Απόστολος Παύλος συνδέει το Μυστήριο του Βαπτίσματος με τον θάνατο και την Ανάσταση του Χριστού, οπότε δια του Βαπτίσματος ο Χριστιανός αποθνήσκει ως προς την αμαρτία και ζει αναστημένη ζωή κατά Χριστόν. 

«Ή αγνοείτε ότι όσοι εβαπτίσθημεν εις Χριστόν Ιησούν, εις τον θάνατον αυτού εβαπτίσθημεν; Συνετάφημεν ουν αυτώ δια του βαπτίσματος εις τον θάνατον, ίνα ώσπερ ηγέρθη Χριστός εκ νεκρών δια της δόξης του Πατρός, ούτω και ημείς εν καινότητι ζωής περιπατήσωμεν. Ει γαρ σύμφυτοι γεγόναμεν τω ομοιώματι του θανάτου αυτού, αλλά και της αναστάσεως εσόμεθα, τούτο γινώσκοντες, ότι ο παλαιός ημών άνθρωπος συνεσταυρώθη ίνα καταργηθεί το στόμα της αμαρτίας, του μηκέτι δουλεύειν ημάς τη αμαρτία· ο γαρ αποθανών δεδικαίωται από της αμαρτίας, ει δε απεθάνομεν συν Χριστώ, πιστεύομεν ότι και συζήσομεν αυτώ, ειδότες ότι Χριστός εγερθείς εκ νεκρών ουκέτι αποθνήσκει, θάνατος αυτού ουκέτι κυριεύει, ό γαρ απέθανε, τη αμαρτία απέθανεν εφάπαξ, ό δε ζει, ζει τω Θεώ. Ούτω και υμείς λογίζεσθε εαυτούς νεκρούς μεν είναι τη αμαρτία, ζέοντας δε τω Θεώ εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών» (Ρωμαίους στ', 3-11).

Βέβαια, το Βάπτισμα, όπως και όλα τα Μυστήρια της Εκκλησίας. Δεν είναι απλές τυπικές τελετές, αλλά κατ’ εξοχήν Μυστήρια, δια των οποίων ο άνθρωπος μετέχει τής ακτίστου Χάριτος τού Θεού. Αυτό, όμως, προϋποθέτει και προσωπική συμμετοχή εκ μέρους του ανθρώπου. Άλλωστε, ο Θεός ενεργεί και ο άνθρωπος συνεργεί. Έτσι, του Μυστηρίου του Βαπτίσματος προηγείται η κατήχηση, που δεν είναι μια απλή διδασκαλία, αλλά μια πορεία πνευματικής αναγεννήσεως του ανθρώπου. Προ του Βαπτίσματος γινόταν η Κατήχηση, που συνδεόταν με τους εξορκισμούς, δηλαδή την απομάκρυνση του διαβόλου και των δαιμονικών δυνάμεων-ενεργειών από την καρδιά του ανθρώπου. Σε αυτό αναφέρεται ο ζ' Κανόνας της Β΄ Οικουμενικής Συνόδου:

«Και την πρώτην ημέραν ποιούμεν αυτούς Χριστιανούς, την δε δευτέραν κατηχουμένους· είτα την τρίτην εξορκίζομεν αυτούς, μετά του εμφυσάν τρίτον εις το πρόσωπον, και εις τα ώτα, και ούτω κατηχούμεν αυτούς, και ποιούμεν χρονίζειν εις την Εκκλησίαν, και ακροάσθαι των γραφών, και τότε αυτούς βαπτίζομεν». 

Μέσα σε αυτά τα πλαίσια γινόταν η Κατήχηση προ του Βαπτίσματος.

«Όταν βαπτιζόμαστε, εάν διαβάσουμε προσεκτικά τις ακολουθίες προ του Βαπτίσματος, έχουμε την κάθαρση, από την αρχαία Εκκλησία μέχρι προ καιρού δηλαδή. Πριν από τον Βαπτισμό είναι οι εξορκισμοί. Όλη την Μεγάλη Τεσσαρακοστή διαβάζουμε εξορκισμούς στους υποψηφίους για το Βάπτισμα. Δεν διαβάζουμε εξορκισμούς μόνον την ημέρα του Βαπτίσματος. Και διαβάζουμε πολλούς εξορκισμούς και πολλές φορές εξορκισμούς. Γιατί; Διότι όλος ο αγώνας ήταν να απαλλαγεί ο υποψήφιος για το Βάπτισμα από τις ενέργειες του διαβόλου. Αυτή είναι η κυρία μέριμνα της καθάρσεως, δηλαδή.

Τώρα. Όμως, σκεπτόμεθα την κατάσταση πίστεως σε μια περίοδο που ετοιμάζουμε τους υποψηφίους με την ηθική. Να είστε καλά παιδιά, να μην κάνετε αυτό, να μην κάνετε εκείνο κλπ. Και εφόσον περιορίζουν τις κακές τους πράξεις, απέχουν από κακές πράξεις. Οπότε, όταν φθάνουν στο σημείο που απέχουν από κακές πράξεις και συγχρόνως γίνεται η κατήχηση και γεμίσουν την λογική τους με γνώση, Παλαιά Διαθήκη, Καινή Διαθήκη, Σύμβολο της Πίστεως κλπ., δίνει εξετάσεις, περνάει στις εξετάσεις και βαπτίζεται. Και αυτό είναι το βάπτισμα.

Και νομίζουμε τώρα ότι αυτός έχει γίνει ναός του Θεού, επειδή βαπτίσθηκε. Λέμε "εμυρώθης, εβαπτίσθης, απελούσθης". Οπότε είναι βαπτισμένος και ότι οι ευχές λένε ότι είναι ναός του Θεού. Γιατί; Διότι εμυρώθηκε. Ναι, άλλα όλα αυτά λένε οι ακολουθίες, και εμείς δεχόμεθα αυτά που λένε οι ακολουθίες και νομίζουμε σήμερα ότι, επειδή έγινε ηθικός και επειδή κατηχήθηκε και επειδή βαπτίσθηκε και επειδή μυρώθηκε, είναι τώρα ναός του Θεού. Ναι, αλλά στην εποχή των Πατέρων όμως ναός του Θεού είναι εκείνος ο οποίος έχει αέναη μνήμη του Θεού μέσα στον νου του, που σημαίνει ότι κατήχηση ήταν κάτι παραπάνω από απλώς τυπική κατήχηση. Ήταν κάτι επιπλέον. Οπότε, φώτιση δεν είναι κατήχηση. Η φώτιση είναι άσχετη προς την κατήχηση. Κατήχηση είναι κάτι που θα λέγαμε μαθαίνει με το κεφάλι του».

Ναός Θεού δεν είναι αυτός που βαπτίσθηκε απλώς. Αλλά εκείνος που έχει μέσα του ενεργούσα την Χάρη του Θεού. Γι' αυτό προηγείτο η Κατήχηση, μια ολόκληρη πράξη της Εκκλησίας.

«Τι είναι ναός του Θεού; Οχι ο βαπτισμένος. Δεν μας λέει ο Μ. Βασίλειος ότι ναός του Θεού είναι πας βαπτισμένος Χριστιανός. Αυτό λέμε σήμερα. Σήμερα το διδάσκουμε στο Πανεπιστήμιο, οι παπάδες όλοι λένε ότι τώρα που βαπτίστηκε αυτός, είναι ναός του Θεού. Και όλοι όσοι είμαστε βαπτισμένοι έχουμε τον Θεό μέσα μας.

Και εγώ έχω κάνει πολλά τέτοια κηρύγματα, ότι "ναοί Θεού εσμέν", "ναοί Θεού εστέ" κλπ. Τα κάνουμε έτσι, για να κάνουμε εκείνα τα ωραία κηρύγματα ότι δεν μπορούμε να κάνουμε το σώμα μας ό,τι θέλουμε, πρέπει να προσέχουμε, διότι είμαστε ναοί του Θεού και δεν πρέπει να κάνουμε αυτό, και εκείνο, και εκείνο κλπ. Κάνουμε κηρύγματα ότι έχουμε δεδομένο πως επειδή είμαστε βαπτισμένοι είμαστε ναοί του Θεού.

Ναι, αλλά αν δείτε τα πατερικά κείμενα από κοντά, θα δείτε ότι ναός του Θεού είναι αυτός που δέχθηκε την επίσκεψη του Αγίου Πνεύματος. Τότε καταλαβαίνουμε γιατί ο Μέγας Βασίλειος και ο Γρηγόριος ο θεολόγος ανέβαλαν το Βάπτισμα και βαπτίστηκαν αργά. Οι καθηγηταί μας στην Αμερική λένε, ξέρεις, καλό είναι κανείς να αναβάλει το Βάπτισμα, διότι μετά μπορεί να αμαρτάνει και να κάνει ό,τι θέλει. Και όταν βαπτισθεί πλένονται όλες οι αμαρτίες και όταν κουρασθεί πλέον βαπτίζεται και γίνεται καλός Χριστιανός και δεν διατρέχει κανέναν κίνδυνο.

Έχω μια υποψία, μία μικρή υποψία, μάλλον επειδή ήταν δύσκολη η κάθαρση και ότι επειδή έπρεπε να περάσουν κάθαρση, και ότι δεν ήταν απλώς κατήχηση και ηθική, γι' αυτό δεν ήταν για ηθικούς λόγους που δεν εβαπτίζοντο, αλλά ήταν για λόγους που δεν είχαν περάσει από την γυμναστική της καθάρσεως του νοός, να φύγουν όλοι οι λογισμοί, να μείνει ο ένας ο λογισμός, η αέναη μνήμη του Θεού κλπ. Οπότε συνόδευε η κατήχηση και τους εξορκισμούς, συνόδευε και η ασκητική. Οπότε, γινόταν μια άσκηση για να βαπτισθεί κανείς, όχι απλώς ηθική διευθέτηση της ζωής του ανθρώπου. Δεν είναι ηθική διευθέτηση η προετοιμασία για το Βάπτισμα. Είναι άσκηση η προετοιμασία για το Βάπτισμα.

Γι' αυτό και έχουμε αυτόν τον παράξενο παραλληλισμό, τώρα που η ακολουθία της κουράς του Μοναχού ονομάζεται δεύτερο βάπτισμα και γίνεται επανάληψη της αποτάξεως του Σατανά. Στην ακολουθία της κουράς γίνεται ξανά αυτό που υποτίθεται  έχει γίνει στο Βάπτισμα. Αλλά γιατί ξαναγίνεται; Διότι εκεί στο Βάπτισμα έγινε χωρίς κάθαρση. Τώρα στην κουρά γίνεται με κάθαρση. Αυτό που δεν έχει γίνει στο Βάπτισμα, γίνεται στην μοναχική κουρά τώρα».

Η Κατήχηση στην πραγματικότητα απέβλεπε στο να χωρισθεί η νοερά ενέργεια από την λογική ενέργεια.

«Το παράδοξο της Ορθοδόξου ασκητικής είναι ότι ο άνθρωπος ο οποίος ασκείται για να βαπτισθεί ή τώρα που έχουμε τον νηπιοβαπτισμό, που έχει επικρατήσει και έχουμε μια ορισμένη κατάσταση μέσα στην Εκκλησία, εκείνος που ασκείται για να φθάσει στην κατάσταση του φωτισμού, όπως οι Πατέρες καταλαβαίνουν αυτόν τον φωτισμό, πρέπει να ασκηθεί κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να χωρισθεί η νοερά ενέργεια από την λογική ενέργεια. Η λογική ενέργεια ασχολείται με την προσευχή, αλλά δεν μπορεί πάντοτε να ασχολείται με την προσευχή, δεν είναι έτσι;».

Έτσι, αυτό που δεν γίνεται τώρα με την εισαγωγή του νηπιοβαπτισμού, πραγματοποιείται με την κουρά του μοναχού, η οποία χαρακτηρίζεται δεύτερο βάπτισμα. Ουσιαστικά είναι η μετάνοια που ενεργοποιεί την Χάρη του βαπτίσματος και του Χρίσματος.

«Αυτό το πράγμα στην Ορθοδοξία, δηλαδή η επίσκεψη του Αγίου Πνεύματος, λέγεται δεύτερο βάπτισμα, είναι η μοναχική κουρά. Αυτό που δεν γινόταν στο Βάπτισμα, το τελετουργικό Βάπτισμα, υποτίθεται ότι γινόταν στο μοναχικό βάπτισμα, και λέγεται δεύτερο βάπτισμα. Γίνεται επανάληψη στην μοναχική κουρά αυτών που είχαν γίνει στο Βάπτισμα, όταν το παιδί ήταν νήπιο δηλαδή, ενώ δεν έχει εφαρμοσθεί εκεί, έρχεται ο μοναχισμός για να κάνει εκείνο που δεν έγινε στο Βάπτισμα, δηλαδή. Αυτή είναι η μοναχική κουρά.

Τώρα πρέπει κάτι άλλο να βρούμε γιατί στον μοναχισμό δεν γίνεται πάντοτε αυτό, αλλά γίνεται και μία μηχανική τελετή. Οπότε αυτό δεν είναι κάτι που μπορεί να καθορισθεί, τελετουργικά τουλάχιστον». 

Με αυτήν την θεολογική προοπτική καθορίσθηκε και η λειτουργική-λατρευτική πράξη της Εκκλησίας.

«Η πίστη πρέπει να μεταβληθεί σε γνώση, και αυτό γίνεται μετά το Βάπτισμα. Βέβαια, στην Εκκλησία, όπως ξέρουμε προ του Βαπτίσματος γίνονταν τα μαθήματα βάσει της Παλαιάς Διαθήκης, βάσει του ευαγγελίου του Μάρκου, του Ματθαίου και του Λουκά. Μετά το Βάπτισμα η Εκκλησία έκανε ερμηνεία του τετάρτου ευαγγελίου, του Ιωάννου δηλαδή. Γι' αυτόν τον λόγο την Κυριακή του Πάσχα αρχίζουμε: "Εν αρχή ην ο Λόγος, και ο Λόγος ην προς τον Θεόν" (Ιωάννης α: 1) και μέχρι την Πεντηκοστή διαβάζουμε το ευαγγέλιο του Ιωάννου και τότε γινόταν πλέον η Κατήχηση βάσει του ευαγγελίου του Ιωάννου.

Διότι εθεωρείτο πλέον το ευαγγέλιο περί των μυστηρίων της Εκκλησίας και περί του δόγματος, διότι προ του Βαπτίσματος απαγορεύετο να συζητάει κανείς με κατηχουμένους περί των μυστηρίων της Εκκλησίας. Μόνον την Μεγάλη Εβδομάδα άρχιζαν οι κατηχούμενοι να μαθαίνουν κάτι περί των μυστηρίων της Εκκλησίας και μετά η τελειοποίηση της Κατηχήσεως βάσει των μυστηρίων και των δογμάτων γινόταν πλέον μετά το Βάπτισμα.

Λοιπόν, γι' αυτό και έχουμε την κατηχητική ρύθμιση των αναγνωσμάτων της Εκκλησίας, βάσει αυτής της αρχαίας κατατάξεως των βιβλίων της Καινής Διαθήκης και της Παλαιάς Διαθήκης».

Στην αρχαία Εκκλησία, μετά την Κατήχηση, δια της οποίας ο άνθρωπος περνούσε το στάδιο της καθάρσεως, ακολουθούσε το Βάπτισμα. Μέσα από τις προϋποθέσεις αυτές γινόταν η βάπτιση. Όταν, όμως, εισήλθε ο νηπιοβαπτισμός, η Εκκλησία έδινε μεγάλη προσοχή στους Χριστιανούς γονείς και τους Χριστιανούς αναδόχους, οι οποίοι θα κατηχούσαν τον νηπιοβαπτισθέντα, όταν θα μεγάλωνε. Γι' αυτόν τον λόγο ο ανάδοχος απαγγέλλει το Σύμβολο της Πίστεως και λέγει εξ ονόματος του νηπίου το «απεταξάμην».

«Επειδή περνάει κάθαρση, τον βαπτίζουμε; Άλλο το θέμα του νηπιοβαπτισμού. Υποτίθεται εκεί ότι ο ανάδοχος είναι φωτισμένος μαζί με τους γονείς.

Αλλά τώρα έχουμε άλλο πρόβλημα. Πάμε στην Εκκλησία για βάπτιση. Δεν ξέρω τι γίνεται στην Ελλάδα, αλλά στην Αμερική έρχεται η κυρία Φωφώ εξώπλατη, βαμμένη με τα μαλλιά της. Κάθεται ολόκληρη έτσι μια ωραία κυρία, ανάδοχος, ας πούμε, και λέει ο παπάς: "Αποτάσση τω Σατανά;" και απαντάει "Αποτάσσομαι!!" Και μετά φθάνει εκεί "απετάξω". Από το "αποτάσσομαι" μέχρις ότου φθάσει στο "απεταξάμην" θα περιμένει να γίνει κανένα θαύμα; Τώρα, είπε το "αποτάσσομαι" αυτή, και το λέει έτσι με έναν τρόπο που μπορεί και ο παπάς ο ίδιος να πέσει κάτω. "Αποτάσσομαι… Απεταξάμην!!". Ύστερα αυτός είναι ο ανάδοχος, δηλαδή».

Όταν προηγείται η Κατήχηση, με την όλη διαδικασία της καθάρσεως, ο βαπτιζόμενος βιώνει την πρώτη Ανάσταση.

«Δια του Βαπτίσματος μετέχουμε στην πρώτη Ανάσταση και το Βάπτισμα είναι η πρώτη Ανάσταση κατά την πατερική θεολογία. Γίνεται η κάθαρση, μετά είναι η βάπτιση, η μύρωση του ανθρώπου και ο άνθρωπος γίνεται Σώμα Χριστού. Και ότι γίνεται Σώμα Χριστού και μετέχει στο Σώμα του Χριστού που είναι η Εκκλησία, αυτή είναι η πρώτη Ανάσταση. Αυτή είναι η Ανάσταση».

Με αυτές τις Ορθόδοξες προϋποθέσεις και το Χρίσμα που ακολουθούσε, ο άνθρωπος γινόταν ναός του Αγίου Πνεύματος.

Δημιουργία αρχείου: 31-1-2017.

Τελευταία μορφοποίηση: 31-1-2017.

ΕΠΑΝΩ