Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Πατερικά

Ομιλία εις την Θείαν Μεταμόρφωσιν του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού * Η κτίση εκ του μηδενός, η αρχή και το τέλος της * Χρόνος και αιώνες στη φιλοσοφία, και μέτρο σχέσης στη Θεολογία * Αιωνιότητα και Χρόνος στην Ορθόδοξη παράδοση

Ερμηνεία για την εμφάνιση τού Μωυσή και του Ηλία στη Μεταμόρφωση τού Κυρίου

και η διαφορά Χρόνου και Αιώνος

Αγίου Μαξίμου τού Ομολογητού

 

Πηγή: Μαξίμου τού Ομολογητού "Προς Ιωάννην Αρχιεπίσκοπον Κυζίκου" ΜΑ΄. ΕΠΕ 14D. Σελ. 202.  Και PG 91,1164BC.

Κείμενο Μετάφραση

Θεωρία εις τον Μωϋσήν και τον Ηλίαν

Α´. Και πρώτον μεν την περί τού δειν πάντως συνείναι τω Λόγω και Θεώ τον τε νομικόν και τον προφητικόν λόγον δια Μωυσέως και Ηλίου ευσεβεστάτην ελάμβανον έννοιαν, ως εξ αυτού και περί αυτού και όντας και απαγγέλοντας, και περί αυτόν ιδρυμένους. 

Β´. Είτα σοφίαν και χρηστότητα συνούσαν αυτώ δια τών αυτών επαιδεύοντο,

την μεν ότι κατ' αυτήν διαγορευτικός εστι τών ποιητέων ο λόγος, και απαγορευτικός τών ου ποιητέων, ης τύπος υπήρχε Μωυσής (σοφίας γαρ την τής νομοθεσίας είναι πιστεύομεν χάριν),

την δε ότι κατ' αυτήν προτρεπτικός εστι και επιστρεπτικός προς την θείαν ζωήν τών αυτής απολισθησάντων, ης τύπος υπήρχεν Ηλίας, δι' εαυτού όλον το προφητικόν δηλών χάρισμα. Χρηστότητος γαρ θείας ίδιον γνώρισμα, τών πεπλανημένων η μετά φιλανθρωπίας επιστροφή, ης κήρυκας τους προφήτας γινώσκομεν. 

Γ´. Ή γνώσιν και παιδείαν, την μεν ότι καλού τε και κακού τής ειδήσεως τοις ανθρώποις υπάρχει παρεκτικός. Δέδωκα γαρ, φησί, προ προσώπου σου την ζωήν και τον θάνατον, εφ ω την μεν ελείν αιρείσθαι, τον δε φυγείν, και μη ως καλώ περιπεσείν εξ αγνοίας τω χείρονι, όπερ Μωυσής πεπραγώς ανηγόρευται, προτυπών εν εαυτώ τής αληθείας τα σύμβολα·

την δε ότι τών τοις εναντίοις ανέδην χρωμένων κατά τον Ισραήλ, ού παιδευτήν Ηλίας ο μέγας εγένετο, και μιγνύντων αδιακρίτως τα άμικτα, τής αδιαφορίας εστί κολαστικός, και τών παντελώς τω κακώ προστεθειμένων  την άνοιαν και την πώρωσιν εις έννοιαν άγων, ως λόγος, και αίσθησιν. 

Δ´. Ή πράξιν και θεωρίαν, την μεν ως κακίας αναιρετικήν, και κόσμου δι' επιδείξεως αρετών τους δι' αυτής αγομένους παντελώς κατά διάθεσιν τέμνουσαν, ως Μωυσής τής Αιγύπτου τον Ισραήλ, και θείοις νόμοις τού Πνεύματος ευπειθώς παιδεύουσαν άγεσθαι·

την δε ως ύλης και είδους αρπάζουσαν, ως τον Ηλίαν το εκ πυρός άρμα, και Θεώ δια γνώσεως προσάγουσάν τε και συνάπτουσαν υπό σαρκός μηδ' οτιούν βαρουμένους, δια την τού κατ' αυτήν νόμου αθέτησιν, ή επάρσει καθ' οτιούν επί τοις κατορθώμασι φλεγομένους, δια την συνημμένην ταις όντως αρεταίς δρόσον τής πτωχείας τού πνεύματος. 

Ε´.  Ή πάλιν τα κατά τον γάμον και την αγαμίαν μυστήρια παρά τω Λόγω είναι μανθάνοντες δια Μωυσέως, τού δια τον γάμον τής θείας εραστού γενέσθαι δόξης μη κωλυθέντος, και δια Ηλίου, τού παντελώς γαμικής συναφείας καθαρού διαμείναντος, οία τού Λόγου και Θεού τους λόγω ταύτα ιθύνοντας, κατά τους θειωδώς περί αυτών κειμένους νόμους, εαυτώ μυστικώς εισποιείσθαι κηρύττοντος.

ΣΤ´. Ή ζωής και θανάτου δια τών αυτών κύριον πιστώς όντα τον Λόγον πληροφορούμενοι. 

Ζ´. Ή και το πάντας ζην τω Θεώ και μηδένα παντελώς παρ αυτώ νεκρόν είναι δια τών αυτών μανθάνοντες, πλην τού εαυτόν τη αμαρτία νεκρώσαντος, και τη εκουσίω προς τα πάθη ροπή τού Λόγου εαυτόν αποκόψαντος.

Η´. Ή πάλιν τον Λόγον ως αλήθειαν όντα κατ' αναφοράν είναί τε και υπάρχειν τους τύπους τών μυστηρίων, και εις αυτόν συνάγεσθαι, τής τε νομικής και τής προφητικής πραγματείας ως αρχήν και τέλος, εφωταγωγούντο.

Θ´. Ή τα μετά Θεόν πάντα και εκ Θεού γεγονότα, τουτέστι την φύσιν τών όντων και τον χρόνον, παρά τω Θεώ όντα συνεκφαίνεσθαι αληθώς φαινομένω, κατά το εφικτόν, ως αιτίω  και ποιητή. Ων τού μεν χρόνου τύπος αν είη Μωυσής, ου μόνον ως χρόνου και τού κατ' αυτόν αριθμού διδάσκαλος (ούτος γαρ πρώτος τον κατά την γένεσιν τού κόσμου χρόνον ηρίθμησε), και ως χρονικής γενόμενος λατρείας καθηγητής, αλλά και ως μη συνεισερχόμενος εκείνοις σωματικώς εις την κατάπαυσιν ων προς τής θείας καθηγήσατο ευαγγελίας·

τοιούτον γαρ έχει ο χρόνος, ου φθάνων ή συνερχόμενος κατά την κίνησιν εκείνοις ους προς την θείαν τού μέλλοντος αιώνος ζωήν πέφυκε παραπέμπειν. Ιησούν γαρ έχει τον παντός όντα και χρόνου και αιώνος διάδοχον· καν ει άλλως οι λόγοι τού χρόνου εν τω Θεώ διαμένωσιν, ως δηλοί μυστικώς η τού εν ερήμω δοθέντος νόμου δια Μωυσέως τοις την γης λαβούσι τής κατασχέσεως συνείσοδος.

Αιών γαρ εστιν ο χρόνος, όταν στη τής κινήσεως, τον δε χρόνος εστίν ο αιών, όταν μετρήται κινήσει φερόμενος, ως είναι τον μεν αιώνα, ίνα ως εν όρω περιλαβών είπω, χρόνον εστερημένου κινήσεως, τον δε χρόνον αιώνα κινήσει μετρούμενον.

Τής δε φύσεως Ηλίας, ου μόνον ως τους καθ' εαυτόν αλωβήτους φυλάξας λόγους, και το επ' αυτοίς κατά γνώμην φρόνημα τροπής τής εκ πάθους ελεύθερον, αλλά και ως εν κρίσει παιδεύων, οίόν τις φυσικός νόμος, τους παρά φύσιν τη φύσει χρωμένους. Τοιούτον γαρ και η φύσις, τους αυτήν παραφθείρειν επιχειρούντας τοσούτον καλάζουσα, όσον τού παρά φύσιν ζην επιτηδεύουσι, τω μη όλην αυτής φυσικώς έτι κεκτήσθαι τής φύσεως την δύναμιν, μειωθέντας ήδη τής κατ' αυτήν αρτιότητος και δια τούτο κολαζομένους, ως εαυτοίς αβούλως τε και αφρόνως δια τής προς το μη ον νεύσεως τού είναι παρεχομενους την έλλειψιν. 

Ι´. Ίσως δε και την νοητήν και την αισθητήν κτίσιν έχεσθαι τού Δημιουργού Λόγου τις ειπών δια τού Μωυσέως και Ηλίου, τής αληθείας ου διαμαρτάνει.

Ων τής μεν αισθητής Μωυσής λόγον επέχει, ως υπό γένεσιν και φθοράν γενόμενος, καθώς η περί αυτού ιστορία δηλοί, την γένεσιν και τον θάνατον αυτού καταγγέλλουσα. Τοιούτον γαρ και αισθητή κτίσις, αρχήν εγνωσμένην γενέσεως έχουσα και διαφθοράς ωρισμένον τέλος ελπίζουσα.

Τής δε νοητής Ηλίας, ως ούτε γένεσιν αυτού τής περί αυτού μηνυούσης ιστορίας, καν ει γεγέννηται, ούτε μην την δια θανάτου φθοράν ελπίζεσθαι οριζομένης, καν ει τεθνήξεται. Τοιούτον γαρ και η νοητή κτίσις, ούτε αρχήν γενέσεως ανθρώποις κατάδηλον έχουσα, καν ει γεγένηται και ήρκται και εκ τού μη όντος εις το είναι παρήκται, ούτε τέλος τού είναι δια φθοράς ωρισμένον εκδέχεται. Το γαρ ανώλεθρον φυσικώς έχει λαβούσα παρά Θεού, τού ούτως αυτήν δημιουργήσαι θελήσαντος.

Ερμηνεία για το Μωυσή και τον Ηλία

Α. Και πρώτα σχηματίζουν την ευσεβέστατη έννοια για το ότι πρέπει οπωσδήποτε να συνυπάρχουν μέσα στο Λόγο και Θεό τόσο ο νομικός όσο και ο προφητικός λόγος με την παρουσία του Μωυσή και του Ηλία, επειδή και οι δύο λόγοι προέρχονταν από αυτόν και γι' αυτόν μιλούσαν και γύρω από αυτόν ήταν θεμελιωμένοι.

Β. Έπειτα από την παρουσία αυτών των ίδιων διδάσκονταν πως συνυπάρχουν σ’ αυτόν η σοφία και η καλοσύνη·

η σοφία, γιατί σύμφωνα μ’ αυτή υπαγόρευε ο Λόγος όσα έπρεπε να πραχθούν κι απαγόρευε όσα δεν έπρεπε να πραχθούν, της οποίας τύπος ήταν ο Μωυσής (γιατί πιστεύομε ότι η χάρη της νομοθεσίας είναι της σοφίας)

και η καλοσύνη, γιατί σύμφωνα μ’ αυτήν ο λόγος προτρέπει και κατευθύνει προς τη θεία ζωή όσους ξεγλίστρησαν από αυτά, της οποίας τύπος ήταν ο Ηλίας, που δηλώνει όλο το προφητικό χάρισμα. Γιατί της θείας καλοσύνης γνώρισμα είναι η επιστροφή με φιλανθρωπία εκείνων που έχουν πλανηθεί, που ως κήρυκές της αναγνωρίζομε τους Προφήτες.

Γ. Ή ότι συνυπάρχουν σ’ αυτόν η γνώση και η παιδεία.

Η πρώτη επειδή παρέχει στους ανθρώπους την είδηση του καλού και του κακού· γιατί λέει, «έβαλα μπροστά σου τη ζωή και το θάνατο», για να διαλέξεις τη μία και ν’ αποφύγεις τον άλλο, και να μην πέσεις από άγνοια στο κακό νομίζοντάς το καλό, πράγμα που λέχθηκε ότι το έπραξε ο Μωυσής, αποτελώντας το πρότυπο της αλήθειας.

Η δεύτερη, επειδή όλων εκείνων που έπρατταν χωρίς ντροπή αντίθετα σύμφωνα με τον Ισραήλ, που παιδαγωγός του μέγας στάθηκε ο Ηλίας, και έσμιγαν αδιακρίτως τα άσμιχτα, αυτός ήταν κολαστής της αδιαφορίας όλων αυτών καθώς και εκείνων που είχαν ολοκληρωτικά δοθεί στο κακό δίνοντας ως λόγος στην ανοησία και στην πώρωσή τους νόημα και αίσθηση.

Δ. Ή πράξη και θεωρία·

η μία, επειδή είναι αναιρετική της κακίας και επειδή με επίδειξη των αρετών προκαλεί πλήρη τομή της θέλησης προς τον κόσμο σ’ αυτούς που εκείνη οδηγεί, όπως ο Μωυσής της Αιγύπτου τον Ισραήλ, και την παιδαγωγεί με τους θείους νόμους του Πνεύματος να δέχεται ευπειθώς την κυβέρνησή του.

Η άλλη, επειδή αρπάζει από την ύλη και το είδος, όπως τον Ηλία το πύρινο άρμα και οδηγεί τους ανθρώπους με τη γνώση στον Θεό και τους συνάπτει μαζί του χωρίς να τους βαραίνει καθόλου η σάρκα, επειδή έχουν αθετήσει τους νόμους της ή επειδή δεν τους καίει καθόλου η φλόγα της έπαρσης, χάρη στη δρόσο της πνευματικής πτωχείας που είναι δεμένη με τις αληθινές αρετές.

Ε. Η πάλι μαθαίνουν ότι υπάρχουν μαζί στο Λόγο τα μυστήρια του γάμου και της αγαμίας μέσω του Μωυσή από τη μια που δεν εμπόδισε ο γάμος του να γίνει εραστής της θείας δόξας, και από την άλλη μέσω του Ηλία, που παρέμεινε τελείως έξω από κάθε συνάφεια γάμου, επειδή ο Λόγος και Θεός, εκείνους που ρυθμίζουν τα ζητήματα αυτά με το Λόγο σύμφωνα με τους νόμους που έβαλε ο Θεός, διακηρύττει ότι τους κάνει οικείους του με τρόπο μυστικό.

ΣΤ. Η πληροφορούνται αξιόπιστα με την παρουσία αυτών των ίδιων, ότι ο Λόγος είναι κύριος της ζωής και του θανάτου.

Ζ. Ή μέσω των ίδιων αυτών μαθαίνουν ότι όλοι είναι ζωντανοί μέσα στον Θεό κι απολύτως κανένας δεν είναι κοντά του νεκρός, εκτός από εκείνον που νέκρωσε τον εαυτό του εξαιτίας της αμαρτίας και απέκοψε τον εαυτό του από το Λόγο με την εθελούσια ροπή του προς τα πάθη.

Η. Η ακόμα διαφωτίζονταν ότι κατ’ αναφορά προς το Λόγο, επειδή είναι αλήθεια, είναι και υφίστανται και συγκεντρώνονται σ’ αυτόν οι τύποι των μυστηρίων που περιέχονται τόσο στις νομικές διατάξεις όσο και στις προφητικές εξαγγελίες.

Θ. Ή διδάσκονταν ότι όλα τα έπειτα από τον Θεό και που δημιουργήθηκαν από τον Θεό, δηλαδή η φύση των όντων και ο χρόνος, συνεμφανίζονται ότι υπάρχουν κοντά στον Θεό, που φανερώνεται αληθινά, όσο είναι δυνατό, επειδή είναι αίτιος και δημιουργός, από τα οποία τύπος του χρόνου μπορεί να είναι ο Μωυσής, όχι μόνο επειδή στάθηκε δάσκαλος του χρόνου και του αριθμού του (γιατί αυτός πρώτος μέτρησε το χρόνο της γένεσης του κόσμου) κι έγινε καθηγητής της χρονικής λατρείας, άλλα και επειδή δεν εισήλθε μαζί μ’ εκείνους σωματικά στην κατάπαυση, των οποίων έγινε οδηγός πριν έρθει το θείο ευαγγέλιο.

Γιατί τέτοιο πράγμα είναι και ο χρόνος· δεν ξεπερνά ούτε συντονίζει την κίνησή του μαζί μ’ εκείνους, που έχει στη φύση του να παραπέμπει στη θεία ζωή του μελλοντικού χρόνου. Γιατί έχει τον Ιησού που είναι διάδοχος όλου του χρόνου και της αιωνιότητας· κι αν ακόμα διαφορετικά παραμένουν οι λόγοι του χρόνου στον Θεό, όπως δηλώνει μυστικά η συνείσοδος του νόμου που δόθηκε στην έρημο μέσω του Μωυσή σ’ εκείνους που έλαβαν τη χώρα της υπόσχεσης.

Γιατί αιώνας είναι ο χρόνος, όταν σταματήσει να κινείται, και χρόνος είναι ο αιώνας όταν μετρείται καθώς τον παρασύρει η κίνηση, ώστε να είναι, για να το διατυπώσω με έναν ορισμό, ο αιώνας χρόνος που στερείται κίνηση, και ο χρόνος αιώνας που μετρείται με την κίνηση.

Ο Ηλίας πάλι είναι της φύσης μας τύπος, όχι μόνο γιατί φύλαξε αλώβητους τους λόγους που τον προσδιόριζαν και το σύμφωνο με τη γνώμη τους θέλημα ελεύθερο από κάθε μεταβολή που προέρχεται από το πάθος, αλλά και ως αυτός που παιδεύει κατά την κρίση, σαν κάποιος φυσικός νόμος, όποιους χρησιμοποιούν παρά φύση τη φύση. Γιατί τέτοιο πράγμα είναι και η φύση· τιμωρεί σε τόσο βαθμό αυτούς που επιχειρούν να την παραφθείρουν, σε όσο βαθμό ασκούν το παρά φύση, επειδή δεν έχουν ακόμη αποκτήσει φυσικά όλη τη δύναμη της φύσης κι έχουν ήδη υποστεί μείωση της σύμφωνα μ’ αυτήν αρτιότητάς τους, και γι' αυτό τιμωρούνται, επειδή αυτοί οι ίδιοι ανόητα και αστόχαστα προκάλεσαν στον εαυτό τους την έλλειψη με την κλίση του είναι τους προς το μη ον.

Ι. Ίσως βλέποντας κανένας το Μωυσή και τον Ηλία να πει ότι είναι η νοητή και αισθητή κτίση που συγκροτούνται από το Δημιουργό Λόγο, δε θα κάνει λάθος στην αλήθεια.

Από αυτούς στην αισθητή φύση αντιστοιχεί ο Μωυσής, επειδή έζησε κάτω από τη γένεση και τη φθορά, όπως δηλώνει η Ιστορία γι' αυτόν πληροφορώντας μας για τη γέννηση και το θάνατό του. Γιατί τέτοια είναι και η αισθητή κτίση· έχει γνωστή αρχή γένεσης και περιμένει καθορισμένο τέλος του ολέθρου της.

Στη νοητή πάλι φύση αντιστοιχεί ο Ηλίας, επειδή η Ιστορία γι' αυτόν δεν αναφέρει ούτε γένεση, ούτε αν γεννήθηκε καν, ούτε καθορίζει αν τον περίμενε φθορά του με θάνατο, ούτε αν ήταν καν να πεθάνει. Γιατί τέτοια είναι και η νοητή κτίση· ούτε έχει αρχή γέννησης που να είναι καταφάνερη στους ανθρώπους, ούτε αν έχει καν δημιουργηθεί και αρχίσει και από το μη ον πέρασε στο ον, ούτε προσδοκά καθορισμένο τέλος του είναι της με τη φθορά. Γιατί έχει λάβει το φυσικό ανώλεθρο από τον Θεό, που θέλησε να τη δημιουργήσει τέτοια.

Δημιουργία αρχείου: 16-5-2017.

Τελευταία μορφοποίηση: 29-5-2017.

ΕΠΑΝΩ