Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Ψυχοθεραπευτικά

Η Εκκλησία ως θεραπευτική επιστήμη * Η Ορθοδοξία ως Θεραπεία

Γιατί δεν είναι τόσο πολύτιμο αυτό που αισθάνεσαι

Άλλο το πώς ζούμε και άλλο το πώς αισθανόμαστε

π. Στεφάνου Φρήμαν

Μετάφραση Κ.Ν.

 

Πηγή: https://blogs.ancientfaith.com

 

Ζούμε σε μια κουλτούρα έντονων συναισθημάτων. Το πώς «αισθανόμαστε» σχετικά με κάτι, εκλαμβάνεται γενικά ως «τι πιστεύω» γι' αυτό.   Επ’ ουδενί δεν είναι έτσι η περίπτωση.

Οι περισσότεροι άνθρωποι κατέχουν μια συλλογή συναισθημάτων – ή, συναισθήματα που ως επί το πλείστον εξυπηρετούν τον σκοπό της υποστήριξης της ιστορίας που λένε στον εαυτό τους για το ποιοι είναι. «Είμαι ένα άτομο που νοιάζομαι για τα ζώα». Αυτό στην πραγματικότητα δεν διεισδύει μέχρι το επίπεδο που περιγράφει τον χαρακτήρα. Θα ήταν πιο ακριβές να  έλεγε, «Είμαι το είδος του ατόμου που καθορίζεται από μια συλλογή συναισθημάτων».

Διότι τα ίδια τα συναισθήματα – τα συναισθήματά μας – συχνά δεν φθάνουν στο ύψος της πράξης, ούτε συνιστούν τρόπο ζωής.  Ο πραγματικός χαρακτήρας ενός ατόμου μπορεί να διαπιστωθεί πιο καλά όταν τον παρατηρούμε για μερικές εβδομάδες, μελετώντας τις ενέργειές του (όχι ακούγοντας τα λόγια του).  Το πώς αισθανόμαστε και πώς ζούμε, πολλές φορές δεν είναι το ίδιο πράγμα.

Το συναίσθημα είναι μια λειτουργία των παθών, και μάλλον των ρηχών παθών.  Είναι μια διάθεση για ευχαρίστηση. Ένα συναίσθημα που λέει π.χ. «Νομίζω πως η ανθρώπινη δυστυχία είναι φοβερό πράγμα», είναι μάλλον συναίσθημα που αποφεύγει την αντιμετώπιση της φύσεως της δυστυχίας και του πραγματικού βάθους της.  Αν είσαι ένα αξιοπρεπούς μεσαίας τάξεως άτομο, σίγουρα θα έχεις την οικονομική δυνατότητα να αποφεύγεις συναντήσεις με πολλές μορφές δυστυχίας. Μπορείς να φιλτράρεις τους φίλους σου, προκειμένου να βλέπεις και να ακούς αυτά που θεωρείς ευχάριστα και αποδεκτά.

Σε μια κουλτούρα με κινητήρια δύναμη τον καταναλωτισμό, το συναίσθημα είναι μια διάθεση που τρέφεται και χειραγωγείται από εκείνους που αποσκοπούν να μας πουλάνε πράγματα.  Δεν πουλάνε συναίσθημα.  Μάλλον χρησιμοποιούν το συναίσθημα, για να πουλάνε προϊόντα.  Το συναίσθημα είναι πολύ πιο εύπλαστο από τα βαθειά στερεωμένα πιστεύω, ή από ένα αληθινό τρόπο ζωής.  Ο «τρόπος ζωής» των περισσότερων Αμερικανών είναι δυσδιάκριτος – ασχέτως των συναισθημάτων τους.  Μπορείς να επισκεφθείς όλα τα σπίτια μιας γειτονιάς και να μην έχεις την παραμικρή ιδέα για τα συναισθήματα των κατοίκων της – πέραν των τυχόν 1-2 αυτοκόλλητων στους προφυλακτήρες των αυτοκινήτων τους, ή ίσως μια σχάρα υποδοχής δίκαννου μέσα στο φορτηγό τους.  Οι πραγματικοί όμως τρόποι ζωής των πολιτών μας δεν είναι παρά μια πολύ στενή γκάμα συμπεριφορών.

Ο συναισθηματισμός είναι μια κοσμική πρακτική, με την οποία οι κοσμικοί άνθρωποι πείθουν τον εαυτόν τους πως έχουν σημασία οι ζωές τους.

Κάνοντας κάποια έρευνα για το άρθρο αυτό, συνάντησα μια ενδιαφέρουσα παράθεση από τον Stanley Hauerwas:

«Είχα ένα συνάδελφο στο Πανεπιστήμιο της Νοτρ Νταμ ο οποίος δίδασκε εβραϊκή φιλολογία.  Ήταν εβραίος, και πάντα έλεγε πως όποια θρησκεία δεν σου λέει τι να κάνεις με τα γεννητικά σου όργανα και τα σκεύη μαγειρικής, δεν μπορεί να είναι ενδιαφέρουσα.  Και ήταν όντως έτσι. Στην εκκλησία, σού λέμε τι μπορείς και τι δεν μπορείς να κάνεις με τα γεννητικά σου όργανα: Δεν σου ανήκουν. Δεν είναι ιδιωτικά. Αυτό σημαίνει πως δεν μπορείς να μοιχεύσεις.  Αν το κάνεις, δεν είσαι πιά μέλος «μας».  Φυσικά, και τα μαγειρικά σκεύη είναι εξ ίσου σημαντικά….»

Θα προσέθετα σε αυτό, λέγοντας πως η Εκκλησία έχει πολλά να πει για ολόκληρο το σώμα μας (και για τα μαγειρικά σκεύη).

Η παράθεση αυτή είναι ένα ενδεικτικό δείγμα που εκθέτει την κενότητα του συναισθηματισμού.  Οι κοσμικοποιημένοι Χριστιανοί (καθώς και οι κοσμικοποιημένοι Εβραίοι) έχουν μια εμφανέστατη αίσθηση πως τα σώματά τους είναι δικά τους, και πως η ηθική ζωή τους κυβερνάται από το πώς οι ίδιοι πιστεύουν και αισθάνονται, και όχι από όσα τους λέει ένας θρησκευτικός θεσμός (αφού έτσι τον αποκαλούν).

Μέσα στα χρόνια ενασχόλησης με μεταστραφέντες στην Ορθοδοξία, έχω πετύχει και ανθρώπους που δίσταζαν να γίνουν Ορθόδοξοι, «επειδή είναι τόσο δύσκολο».  Το τι σημαίνει αυτό, γενικά, είναι πως ο Ορθόδοξος Χριστιανισμός ζητά πράγματα πιο πέρα από τα συναισθήματα της εκκοσμίκευσης.  Τα αισθήματα της εκκοσμίκευσης μας αφήνουν να καταλάβουμε πως είμαστε ελεύθεροι να πιστεύουμε ο,τιδήποτε μας αρέσει - φτάνει αυτό που πιστεύουμε να εφαρμόζεται  κατ’ ιδίαν - και να έχει ελάχιστες απαιτήσεις από τους άλλους.  Εν ολίγοις, όλα αυτά λένε πως τα πιστεύω σου είναι μια χαρά, φτάνει να μην είναι κάτι περισσότερο από απλά πιστεύω.

Είχα την εντύπωση πως οι άνθρωποι έβλεπαν την «κανονική» μοναστική διατροφή της νηστείας κλπ., και τους φαινόταν πέραν των δυνάμεών τους.  Η πρώτη μου αντίδραση ήταν να τους επισημάνω πως η ασκητική πρακτική στην Ενορία είναι λιγότερο απαιτητική, και πως το μάξιμουμ τείνουν να το περιγράφουν τα βιβλία (και τα ημερολόγια).  Με τον καιρό, έμαθα πως δεν είναι αυτό ακριβώς το ζήτημα.  Το μεγαλύτερο θέμα είναι πως η Ορθοδοξία (διδασκόμενη σωστά), απαιτεί ένα μη-κοσμικό τρόπο ζωής.  Είναι σκόπιμα άβολος ο τρόπος αυτός. Εγώ θα έλεγα πως θα έπρεπε μάλιστα να μας εκθέτει και δημοσίως από καιρού εις καιρόν.

Η εκκοσμίκευση μας έχει διδάξει να σκεπτόμαστε σαν εξατομικευμένοι παράγοντες. Και έτσι, όταν προκύπτουν ερωτήματα περί σωστού-λάθους, η εκκοσμίκευση μας καθιστά αποξενωμένους μέσα σε μια θάλασσα συναισθημάτων.  Πολύ συχνά ακούω σχόλια του τύπου «Είναι πολύπλοκο» - που γενικά σημαίνει «Έχω συγκρουόμενα συναισθήματα για το θέμα αυτό.»   Είναι φυσικό για ένα ανθρώπινο ον να έχει συγκρουόμενα  συναισθήματα, καθ’ ό,τι τα συναισθήματα είναι ως επί το πλείστον το αποτέλεσμα των ακατάστατων συναισθημάτων, τα οποία όμως μας καταγοητεύουν.  Λυπόμαστε για κάποιον: αλλά φοβόμαστε και λίγο.  Νοιώθουμε την έλξη να τον βοηθήσουμε: αλλά δεν θέλουμε να δημιουργήσουμε σκηνή.  Ναι, πιστεύουμε πως τα μωρά είναι υπέροχα:   αλλά οι δύσκολες συνθήκες μιας νεαρής μητέρας απαιτούν την συμπόνια μας… Και τα πάθη οργιάζουν, ακάθεκτα.  Κάθε συναίσθημα είναι μεν αληθινό, όμως τα συναισθήματα δεν αποτελούν επ’ ουδενί το σωστό έδαφος για την λήψη αποφάσεων – πόσο μάλλον για την διακυβέρνηση μιας κοινωνίας και για να αποδίδεται δικαιοσύνη.

Ο λόγος πίσω από την επικράτηση της δημόσιας ατίμωσης ως ένα είδος ηθικής πρακτικής είναι ακριβώς επειδή βασιλεύει η συναισθηματικότητα.

Ο ηθικός φιλόσοφος Alasdair MacIntyre (συγγραφέας του βιβλίου Whose Justice, Which Rationality –η Δικαιοσύνη Ποιανού, Ποιος Ορθολογισμός;), περιέγραψε πολύ επιτυχημένα τις αντιφάσεις μέσα στο Αμερικανικό σκέπτεσθαι. Μελετώντας έναν ικανό αριθμό σημαντικών αποφάσεων Ανωτάτου Δικαστηρίου, παρατήρησε πολλές αντιφατικές φιλοσοφικές θέσεις, ακόμα και μέσα σε μια μόνο παράγραφο.  Δεν μπορούμε πια να σκεπτόμαστε:   μόνο «αισθανόμαστε», και τα συναισθήματά μας, μαθαίνουν να «εκφωνούν» ήχους που μιμούνται σκέψεις.  Το αποτέλεσμα είναι ένα πολύπλοκο κομφούζιο.

Η αλήθεια όμως είναι πως η αγάπη δεν είναι πολύπλοκη.  Μερικές φορές μπορεί να είναι ορμητική ή πικρή, κατανοεί την θλίψη και υπομένει τον πόνο.  Η αγάπη δεν διακυμαίνεται ενώπιον των συναισθημάτων.  Το συναίσθημα είναι πολύπλοκο, επειδή πρόκειται για μια μάζα από πάθη, και όχι ένα μεμονωμένο πράγμα.

Ο Αριστοτέλης ήταν από τους πρώιμους φιλοσόφους που περιέγραφε την ηθική ζωή.  Η προσέγγισή του δεν ήταν να αναρωτιέται για την φύση του σωστού και του λάθους. Αντ’ αυτού, τα ερωτήματά του αφορούσαν στον χαρακτήρα ενός καλού ανθρώπου.  Ο αληθινά καλός άνθρωπος θεωρούσε πως είναι μια «μεγάλη ψυχή».  Ένα μεγαλόψυχο άτομο πράττει ορθά λόγω της ορθότητας του χαρακτήρα του.  Έτσι, η ηθικότητα είναι ζήτημα αρετής και η απόκτησή της.  Σε αυτό, ο Αριστοτέλης και η Ορθοδοξία συμφωνούν.

Το άτομο που κυβερνάται από τα πάθη (συναισθήματά) του, εν τέλει δεν θα είναι ένας αξιόπιστος ηθικός παράγοντας, αφού δεν θα έχει την αρετή μιας μεγάλης ψυχής.  Η ψυχή που έχει ανατραφεί μέσα σε συναισθηματισμούς  ισοδυναμεί με καταστροφή του χαρακτήρα της.  Μια κουλτούρα που κυβερνάται από συναισθήματα και όχι από αρετές, δεν μπορεί να κυβερνά ορθά τον εαυτό της, ούτε μπορεί να είναι αξιόπιστη στις αλληλεπιδράσεις της με άλλους.  Αυτή είναι η κουλτούρα μέσα στην οποία ζούμε.  Αυτό εξηγεί και τον λόγο που οι επιλογές που μας προτείνονται είναι απαράλλαχτα κακές.  Σε μια χώρα συναισθημάτων, μια χώρα χωρίς αρετές, υπάρχουν μόνο ηθικοί παράγοντες χωρίς χαρακτήρα, που τίποτε καλό δεν πρόκειται να προσφέρουν.

Αυτές οι παρατηρήσεις δεν είναι ανάλαφρα πράγματα, είναι όμως σίγουρα.  Η Χριστιανική πίστη μάς παρέχει μια σαφή καθοδήγηση για την φύση του καλού και του κακού.  Ακόμα πιο σημαντικά,  μάς προσφέρει τα μέσα για να γίνουμε το είδος του ανθρώπου που πραγματικά μπορεί να πράττει το σωστό. Η απόκτηση της αρετής είναι ο πρωτεύων στόχος της Ορθόδοξης ζωής – το να γίνουμε Χριστοειδείς σε όλα τα πράγματα.  Εκείνος είναι η αληθινή Εικόνα της μεγάλης ψυχής.

Η πίστη μας έχει πολλά να πει, για το τι κάνουμε με τα σώματά μας, και, κατά κάποιο τρόπο, τι κάνουμε με τα μαγειρικά μας σκεύη.  Οι οδηγίες εκείνες δεν είναι κανόνες που δόθηκαν για να μας συντρίψουν.  Είναι εργαλεία, που δόθηκαν για την απόκτηση αρετής.  Η αρετή θέτει ερώτημα ως προς τον χαρακτήρα, όπως, ποιο είδος ανθρώπου κάνει το σωστό πράγμα.   Όσους τους κυβερνά το συναίσθημα, ωθούμενοι από τα πάθη που τρέφονται μέσα στους κόλπους μιας καταναλωτικής κουλτούρας, ποτέ δεν θα γίνουν άνθρωποι της αρετής.

Τα συναισθήματα έχουν κάποιο ενδιαφέρον.  Έρχονται και αυτά και φεύγουν, όπως όλες οι μικρές απολαύσεις της ζωής. Στο τέλος, δεν έχουν και τόση σημασία – παρά μόνο αν τους επιτρέπουμε να έχουν μεγάλη σημασία. Τότε θα έχουν όντως σημασία, επειδή μας καταστρέφουν και μας μεταβάλλουν σε σκλάβους.

Ο Θεός θέλει πιο πολλά από εμάς.

Δημιουργία αρχείου: 31-1-2019.

Τελευταία μορφοποίηση: 31-1-2019.

ΕΠΑΝΩ