Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Βιβλία και Συναξαριστής

Kεφάλαιο 2ο * Περιεχόμενα * Kεφάλαιο 4ο

Εργασία στον βίο και ειδικότερα στο "κίνημα" τού οσίου μοναχού Χριστοφόρου εκ Καλαβρύτων (1770/80 - 1861),

τού επικαλουμένου "Παπουλάκου"

Κυριάκος Καμπάνης απόφοιτος του Τμήματος Θεολογίας

 

 

3ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Έναρξη κηρυκτικής δράσης και η αποδοχή του κόσμου

3.1 Το παρουσιαστικό και το ύφος του

Ο μοναχός Χριστοφόρος ήταν σχεδόν εβδομηκονταετής, όταν άρχισε να κηρύττει περισσότερο συστηματικά, περί το έτος 1847. Βραχύσωμος με υπόλευκη γενειάδα, αλλά ακόμα στιβαρός και ακμαίος, έφερε ράσο χονδρό, καλογηρικό σκούφο στο κεφάλι του και πάντα βάδιζε με μία μαγκούρα που είχε στην λαβή της σταυρό.

Το γενικότερο σεβάσμιο ύφος και ήθος που είχε, του έδωσε από τον κόσμο το παρωνύμιο Παπουλάκος ή Παπουλάκης37. Η φωνή του ήταν ασθενής, αλλά, όταν δίδασκε τα πλήθη, αποκτούσε θερμή ευγλωττία, απροσδόκητη ένταση και γινόταν ευκρινέστατη. Ο λόγος του ήταν απλοϊκός, ζωηρός και εξαιρετικά πειστικός στους χωρικούς,38 εφόσον ήταν σπλάχνο από τα σπλάχνα τους και μιλούσε κατ' ουσίαν την δική τους «γλώσσα». Τα πλήθη συνέρρεαν και άκουγαν τους λόγους του μετ' άκρας ευλαβείας και κατανύξεως, καθόσον ήταν χαριτωμένοι.

 

3.2 Τα κηρύγματα

Τα κηρύγματά του39 δεν ήταν πομπώδη και τυποποιημένα, αλλά αρκείτο σε απλές ηθικές διδαχές περί τηρήσεως των βασικών παραγγελμάτων της χριστιανικής ζωής και λατρείας. Διαρκούσαν περί τις τρεις με τέσσερις ώρες, κατά τις οποίες οι ακροατές παρέμεναν μετά μεγίστης σιωπής και προσοχής. Ήταν πρώτιστα κηρύγματα αγάπης, συμφιλίωνε αντιμαχόμενες οικογένειες, δίδασκε τους ανθρώπους να μην κατακρίνουν και να συγχωρούν. Με τον τρόπο του, τους δημιουργούσε κατάνυξη και μετάνοια για τα πάθη τους. Κλέφτες, μοιχοί, πόρνοι, βλάσφημοι, ψεύδορκοι κ.ά. ερχόντουσαν σε συναίσθηση. Δίδασκε ότι πρέπει να λέγεται η αλήθεια γενικά, να τηρούνται οι θείες εντολές με ακρίβεια, να διαφυλάσσεται η πίστη, να δίνεται ελεημοσύνη κατά δύναμη, να τηρείται υπακοή στον Βασιλιά και τις κοσμικές αρχές κατά το ευαγγελικό ρητό: «απόδοτε τα του καίσαρος τω καίσαρι, και τα του Θεού τω Θεώ». Μιλούσε περί προσευχής και νηστείας, περί μετανοίας και εξομολογήσεως, για τα κακά που προέρχονται από τα πολιτικά κόμματα, για την αγάπη και την ομόνοια των Χριστιανών. Συνιστούσε την συχνή και σωστή μετοχή των πιστών στην Θεία Κοινωνία. Διέλυε την πίστη που είχαν οι άνθρωποι στα μάγια και σε διάφορες άλλες ανθρώπινες πλεκτάνες, ιδίως των γυναικών, που είχαν συνήθειο να ασχολούνται με αυτά. Χτύπαγε τις πόρτες των προυχόντων και τους έλεγε να σταματήσουν τις αδικίες σε βάρος των φτωχών. Καταδίκαζε δριμύτατα την πολυτέλεια, την τρυφηλή ζωή των πλουσίων, καθώς και την ανηθικότητα εν γένει. Θέλοντας να συμμαζέψει τις γυναίκες από τις προκλήσεις που είχαν αρχίσει δειλά-δειλά να εισέρχονται στο ντύσιμό τους και από την περιττή εξωτερική περιποίηση του σώματός τους, εξαιτίας των ευρωπαϊκών προτύπων, χαρακτήριζε τα περίτεχνα καλλωπισμένα «τσουλούφια», «ήτοι οι περί τους κροτάφους κυρτοί βόστρυχοι», ως «μαξιλαράκια, επάνω εις τα όποια εκάθητο ο διάβολος και εψιθύριζεν εις το αυτί λόγους αμαρτίας». Ιδιαιτέρως, σε ανθρώπους που τον ευλαβούνταν, αποκάλυπτε ότι συνομιλούσε συχνά με την Παναγία και επίσης ότι του είχε συμβεί να εξαφανιστεί, ανεβαίνοντας στους ουρανούς, όπως ο προφήτης Ηλίας.40 Σχεδόν ολόκληρος ο πληθυσμός της Πελοποννήσου άρχισε να τον θεωρεί ως άγιο και θαυματουργό, καθώς διαδίδονταν πολλά θαύματα που επιτελούσε.41

Αφού έγινε γνωστός, το πρόγραμμα της εμφανίσεώς του και της υποδοχής του στα διάφορα μέρη ήταν στερεότυπο. Μετέβαινε πορευόμενος πεζός, ακολουθούμενος υπό πιστών, ορισμένοι από τους οποίους προανήγγελλαν την άφιξή του στις πόλεις και στα χωριά που έμελλε να διέλθει. Οι καμπάνες των ναών χτυπούσαν χαρμόσυνα, οι ιερείς εξέρχονταν προς προϋπάντηση, ενίοτε και οι δημοδιδάσκαλοι μετά των μαθητών τους σε παράταξη. Οι γυναίκες έφερναν τα βρέφη να τα ευλογήσει. Μετά την είσοδό του, αναπαυόταν ή προσευχόταν για λίγο. Κρυφά τον είχαν δει να προσεύχεται μετά δακρύων, μπροστά σε εικόνες της Παναγίας και του Χριστού, εντός ναών, όπου μετέβαινε για να πάρει δύναμη πριν από τα κηρύγματά του. Ακολούθως, ανέβαινε σε κάποιον εξώστη οικίας ή εξέδρας που στηνόταν επί τούτου ή σε κάποιο μεγάλο δέντρο που έβρισκε και ξεκινούσε να κηρύττει κάνοντας το σημείο του σταυρού. Μετά την διδαχή του κατέλυε είτε σε κάποια περικείμενη Μονή είτε στην οικία κάποιου προκρίτου ή άλλου ευλαβούς κατοίκου της περιοχής. Σε πολλές περιοχές στις οποίες κήρυξε οι κάτοικοι έστηναν μικρό μνημείο από λίθους και έστηναν έναν σταυρό σε ανάμνηση της επισκέψεως και της διδαχής του.

Τα αποτελέσματα από τα κηρύγματά του ήταν εντυπωσιακά και του τα αναγνώριζαν ακόμα και οι μετέπειτα διώκτες του. Αναζωπυρώθηκε η ουσιαστική συμμετοχή του κόσμου στην Ορθόδοξη λατρεία. Σε πολλές περιοχές η ζωοκλοπή και η ληστεία είτε εξαφανίστηκαν είτε μειώθηκαν δραστικά. Χαρακτηριστικά ο αστυνομικός σταθμάρχης Κοντοβάζαινας σε αναφορά του προς τον έπαρχο γράφει: «Μετά το πέρασμα του Παπουλάκου και το κήρυγμά του μπορούσε κανείς να αφήσει καταμεσίς του δρόμου αφύλακτο το ζωντανό ή όπου λάχει, χωρίς φόβο να του το κλέψουν».4 Οικογένειες με χρόνια μίση αντεκδίκησης συμφιλιώθηκαν. Ο έπαρχος Οιτύλου στην από 3 Μαΐου 1852 έκθεσή του αναφέρει: «Εγένετο και παραίτιος τινών καλών εις τον τόπον τούτον (Μάνη), συνδιαλλάξας οικογενείας εχθρικώς διακειμένας προς αλλήλας μέχρι αίματος».50 Αυξήθηκαν οι ελεημοσύνες στους πτωχούς και γενικότερα αυξήθηκαν τα πρακτικά έργα αρετής. Αυτά και μόνο ήταν αρκετά για να του αποδοθεί αγιότητα βίου και έργου από τους απλοϊκούς χωρικούς, των οποίων εξήπτε την θεία ευλάβεια. Η κοσμική αμάθειά του και οι ανύπαρκτοι σ' αυτόν δυτικοευρωπαϊκοί τρόποι καλής συμπεριφοράς δεν τον έβλαπταν σε τίποτα.42

 

3.3 Τα θαύματα και οι προφητείες

Η ζωή του φαίνεται να διαπερνά τη δογματική μας αντίληψη για τη μη αποδοχή του καθ’ ημάς υπερφυσικού. Ήταν διορατικός και προορατικός, έβλεπε, δηλαδή, το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον σε μεγάλο οντολογικό βάθος και για αυτό τα λόγια του ήταν αληθινά προφητικά. Ο Θεός συνεργαζόταν μαζί του και επιβεβαίωνε τα λόγια του με θαυμαστούς τρόπους. Ένα μικρό δείγμα από τα πολλά υπερφυσικά γεγονότα που διαδίδονταν κατά την ιεραποστολική του δράση είναι και τα ακόλουθα.

Λέγεται ότι μία χειμωνιάτικη μέρα τον είχαν δει να περνάει έναν πλημυρισμένο ποταμό, ταξιδεύοντας στην επιφάνεια του νερού, καθήμενος πάνω στο ράσο του43.44 Τεμάχια από αυτό (το ράσο), τα χρησιμοποιούσαν ως φυλακτά για προστασία από διάφορα κακά, αλλά και για ευλογίες στην σοδειά τους οι αγρότες ή στην αλιεία οι ψαράδες. Οι γυναίκες τα χρησιμοποιούσαν αντί για προζύμι στην κατασκευή άρτου, εφόσον ως εκ θαύματος σταυρώνοντας τη ζύμη φούσκωνε χωρίς μαγιά. Βέβαια στο κάθε θαύμα του, υπήρχαν και οι αντίλογοι, για παράδειγμα στο ανωτέρω, μία αθηναϊκή εφημερίδα της εποχής εξηγούσε ότι απλούστατα το φούσκωμα της ζύμης γινόταν από την χημική ενέργεια της εκ του ιδρώτος λιπαρότητας του υφάσματος!45

Περαιτέρω, κατά την διάρκεια των δημοσίων ομιλιών του ή των κατ' ιδίαν συζητήσεών του με τον κόσμο, ανέφερε ορισμένα γεγονότα που θα συνέβαιναν στο μέλλον, άλλοτε με γριφώδη τρόπο και δυσνόητα, άλλοτε ξεκάθαρα, τα οποία εκλαμβάνονταν ως προφητείες.46 Για παράδειγμα, μιλώντας μία φορά στο χωριό Ανδρώνι της Ηλείας, είπε σε κάποιον, που παρά τα βαθειά γηρατειά του πείραζε τις γυναίκες, οι οποίες έτρεχαν να τον ακούσουν: «Καημένε μπάρμπα-Κώστα, σαράντα μέρες σου μένουν και ακόμη με τις γυναίκες παραδέρνεις;». Ύστερα από σαράντα ημέρες ήρθε το τέλος αυτού του ανθρώπου.47 Άλλοτε πάλι, για κάποιον που είχε πεθάνει και ήταν τοκογλύφος, είπε πως το δεξί του χέρι δεν θα λειώσει. Όταν έγινε η εκταφή του, ο λόγος του βγήκε αληθινός.48 Μία άλλη φορά ένα ζευγάρι που συζούσε χωρίς να έχει παντρευτεί, πλησίασε να ακούσει το κήρυγμά του στις Σπέτσες. Ο Παπουλάκος, τότε, σταμάτησε και πρόσταξε να μην πλησιάσουν άλλο οι αστεφάνωτοι, αν δεν πηγαίνανε πρώτα στην Εκκλησία, για να τελέσουν το μυστήριο.49

"Θα έρθει εποχή που ο κόσμος θα γεμίσει από φτερωτά θεριά."

"Θα έρθει καιρός που ολόκληρος ο κόσμος θα συνδεθεί με ένα σχοινί και σιδερένια πουλιά θα διασχίζουν τους αγέρες."

"Θα έρθει καιρός που δεν θα υπάρχουν ικανοί διά να κυβερνήσουν τον τόπο μας.''

"Θα έρθει καιρός που θα βαδίζει ο άνθρωπος μεγάλη απόσταση και δεν θα συναντά άνθρωπο."

"Τα άθεα γράμματα θα καταστρέψουν τον τόπο μας.''

"Θα τρέχει το κάρο δίχως άλογο."

"Το χρήμα θα χαθεί, δεν θα έχει αξία.''

"Θα έρθει καιρός που τα λεφτά δεν θα έχουν καμία αξία.''

"Θα έρθουν δεινά όταν ο άνθρωπος σηκώσει φτερό, γίνει δελφίνι, ντυθεί στα στενά."

"Θ' ανοίξει η Κωνσταντινούπολη, αλλά θα πιαστούν όλα τα έθνη και θα πνιγεί το βουβάλι στο αίμα. Ποιος θα ζήσει να χειροκροτήσει;"

Για το ότι το χωριό του θα ερημωθεί είχε πει ότι θα σπαρθεί με κριθάρι.

"Θα έρθει μέρα που θα ανοίξει μακριά πολύ μακριά μία τρύπα, που θα ρουφήξει τα παιδιά σας, τους άνδρες σας, τους γονείς σας και τα χωριά θα ρημωθούν."

"Θα έρθει καιρός που δεν θα σέβεται ο αδελφός την αδελφή, ο πατέρας την κόρη. Θα περπατάει ο κόσμος γυμνός και δεν θα ντρέπονται, θα είναι σαν τα ζώα.''

"Σε λίγο καιρό θα μας πουν να μονιάσουμε με την δυτική «εκκλησία» και ύστερα να αρνηθούμε και την πίστη μας. Αντισταθείτε!"

Αρκετά περισσότερες προφητείες του, βρίσκονται στο ΜΟΥΛΑΤΣΙΩΤΗ Νεκ. αρχιμ., Παπουλάκος. Ο Άγιος της Πελοποννήσου, Έκδοση Ιεράς Μονής Αγίων Αυγουστίνου και Σεραφείμ Σάρωφ Τρίκορφου Φωκίδος, χ.τ., 2006 και στο ΚΑΦΙΩΤΗ Αθ., Ο όσιος Χριστοφόρος ο Παπουλάκος, Αθήναι 1992.

Σε ένα χωριό της Λακωνίας, που είχε παραμείνει μέχρι την νύχτα, χτύπησε την πόρτα κάποιου σπιτιού για να διανυχτερεύσει. Η νοικοκυρά τον δέχτηκε και πριν κοιμηθεί του προσέφερε μία κούπα γάλα, αλλά ο Παπουλάκος αρνήθηκε να το πιει γιατί όπως της αποκάλυψε ήταν κλεμμένο, καθόσον ο σύζυγός της το είχε πάρει από μία κατσίκα φτωχής οικογένειας, γεγονός που αποδείχτηκε αργότερα ότι ήταν αληθινό.50 Στο χωριό Κονιδίτσα, χτύπησε την καμπάνα του ναού καλώντας τους κατοίκους σε μετάνοια. Όλοι οι κάτοικοι πήγανε, εκτός από μία γυναίκα η οποία μάλιστα φώναξε: «δεν πάω στον τρελλόπαπα». Ο Παπουλάκος την άκουσε και της είπε ότι έχει έπαρση, θα χάσει τα λογικά της και θα γυρίζει μέσα στις σπηλιές, όπως και έγινε. Μετά από δύο χρόνια έτυχε να περνάει πάλι από εκεί, την λυπήθηκε, προσευχήθηκε για αυτήν και έγινε πάλι καλά, θεραπεύοντας μαζί με τα λογικά της και την πίστη της.51 Στην ίδια ομιλία του, έδειξε στους κατοίκους ένα σπίτι και τους είπε ότι εκεί σύντομα θα λαλήσουν κουκουβάγιες, δηλαδή θα ερημωθεί, όπως και έγινε.52

Μια ημέρα που κήρυττε στα χωριά της Αχαΐας είπε στους συγκεντρωθέντες να πάνε στην ράχη του Κλώκου, μία περιοχή που υπάρχει ένα ερειπωμένο εκκλησάκι, το οποίο, όπως τους είπε, είχε χτιστεί από τους Δεσποτάδες της Πελοποννήσου, πριν από πολλά χρόνια, εκεί κατοίκησε ένας άγιος άνθρωπος και είναι το πιο σημαντικό της Πελοποννήσου. Πράγματι, το εκκλησάκι αυτό ήταν μοναστήρι, αφιερωμένο στους Αρχαγγέλους, στο οποίο μόνασε ο όσιος Λεόντιος, τέλη του ΙΔ' και αρχές του ΙΕ' αιώνα, που είχε σχέσεις με τους Δεσπότες της Πελοποννήσου Θωμά και Δημήτριο, αδελφούς του αυτοκράτορα Ανδρονίκου. Στο μοναστήρι αυτό είχαν αποθησαυριστεί τεμάχια του ακάνθινου στεφάνου του Κυρίου, της κόκκινης χλαμύδας, του σπόγγου με το οποίο τον πότισαν ξύδι, του τιμίου ξύλου και τούφα από τα μαλλιά της κάρας του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου.53

Κάποτε, σε ένα χωριό της Μάνης, ένας χωρικός πήγε να σπείρει το χωράφι του, έπιασε όμως νεροποντή και πήγε να καλυφθεί σε ένα χάλασμα. Μέσα σε ένα τοίχο βρήκε μία σκονισμένη, παλιά εικόνα και ένα φιαλίδιο. Όταν άνοιξε το φιαλίδιο έβγαλε μία παράξενη ευωδία. Το ξαναέκλεισε και το πήρε μαζί του. Πέρασαν μήνες και ο Παπουλάκος πέρασε από το χωριό του να διδάξει. Πήρε το φιαλίδιο και πήγε στην ομιλία. Όταν τον είδε από μακριά, του είπε να πάει δίπλα του και να του δώσει αυτό που είχε στην τσέπη του. Αυτός του το έδωσε και τότε είπε στον κόσμο ότι αυτό ήταν άγιο μύρο (που χρησιμοποιείται στις βαπτίσεις) και ήταν κλεισμένο για 270 χρόνια χωρίς να χάσει τις ιδιότητές του ή να βρωμίσει.54 Μια φορά, σε άλλο χωριό της Μάνης, πλησίασε στο κήρυγμά του κάποιος μορφωμένος γεμάτος αλαζονεία, έτοιμος να κοροϊδέψει τους ανόητους πιστούς. Ο Παπουλάκος σήκωσε το ραβδί του και του είπε να μην ανοίξει το στόμα του γιατί τα λόγια που ετοιμαζόταν να πει δεν ήταν δικά του, αλλά του διαβόλου. Του είπε, επίσης, ότι, εάν σιωπούσε, ο Θεός θα τον συγχωρούσε. Τότε, εκείνος ο άνθρωπος έπαθε κρίση, έπεσε κάτω και έβγαζε αφρούς από το στόμα του. Ο Παπουλάκος τον λυπήθηκε και, αφού τον πλησίασε, τον σταύρωσε. Ο μορφωμένος άνθρωπος έγινε καλά, ηρέμησε και με ταπεινό φρόνημα, πλέον, άρχισε να καταφιλά το χέρι του κλαίγοντας.55

 

3.4 Ορισμένα σημαντικά πρόσωπα που επηρέασαν τα κηρύγματα του

Ορισμένες σημαντικές συναντήσεις έπαιξαν σπουδαίο ρόλο στην ζωή του Παπουλάκου και άλλαξαν την δράση του. Η πρώτη ήταν με τον ιερομόναχο Ιγνάτιο Λαμπρόπουλο, ηγούμενο της περίφημης Ιεράς Μονής του Μεγάλου Σπηλαίου, και η δεύτερη με τον Κοσμά Φλαμιάτο (για τον οποίο έχουμε ήδη αναφέρει σε προηγούμενο κεφάλαιο τα σχετικά με την δράση του και την Φιλορθόδοξη Εταιρεία). Ο Ιγνάτιος Λαμπρόπουλος γεννήθηκε το 1814 στη Βρωμοσέλα Μεγαλοπόλεως. Παιδί ακόμη (δωδεκαετής) εγκαταστάθηκε στην Ιερά Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου, όπου πιθανότατα έλαβε τη στοιχειώδη μόρφωση. Εκπαιδεύτηκε αργότερα σε ανώτερα σχολεία της Καλαμάτας και της Αίγινας. Σε ηλικία 25 ετών χειροτονήθηκε διάκονος και κατόπιν πρεσβύτερος. Καθοριστικό ρόλο στη μετέπειτα πορεία του έπαιξε η γνωριμία του, γύρω στα 1842, με τον λαϊκό κήρυκα Κοσμά Φλαμιάτο. Ο τελευταίος τον παρότρυνε να επιδοθεί στο ιεραποστολικό έργο, αφού πρώτα μελετήσει εμβριθώς την Αγία Γραφή και τους πατέρες της Εκκλησίας. Με αυτά τα εφόδια ο Ιγνάτιος ξεκίνησε την κηρυκτική του δράση περιοδεύοντας ανά την Πελοπόννησο, γενόμενος ένας από τους πιο γνωστούς πνευματικούς εξομολόγους. Εκτιμάται ότι ο Παπουλάκος είχε στενές επαφές με τον ιερομόναχο Ιγνάτιο, αφού ήταν πνευματικός και ηγούμενος της Μονής όπου εκάρη μοναχός.

Οι επαφές του Παπουλάκου με τους δύο προαναφερθέντες κυρίως, καθώς και με λοιπούς μοναχούς του Μεγάλου Σπηλαίου,56 όπως επίσης και με άλλες σπουδαίες προσωπικότητες συνεχιστές της κολλυβαδικής παράδοσης57 όπως ο Γέροντας Διονύσιος Επιφανιάδης (με τον οποίο αργότερα εγκλείστηκε υπό περιορισμό στην Μονή του Προφήτη Ηλία στην Θήρα την ίδια χρονική περίοδο), ο μοναχός Συμεών, ο μετέπειτα καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Γρηγορίου του Αγίου Όρους, και ο μοναχός Ιερόθεος Μητρόπουλος, ο μετέπειτα Μητροπολίτης Πατρών, υπήρξαν καθοριστικής σημασίας για την εξέλιξη της16 πορείας του. Είχε επαφές μαζί τους, με αποτέλεσμα να ακολουθήσει πιστότερα την πατερική-κολλυβαδική παράδοση και να γαλουχηθεί στις αξιόλογες ιδέες της Φιλορθόδοξης Εταιρείας, κρατώντας όμως πάντα μία «αναρχική» και ανεξάρτητη ηγετική πορεία στον ιεραποστολικό του αγώνα.

Αξιοσημείωτες σχετικές πληροφορίες μας δίνει ένα παλαιό χειρόγραφο κάποιου Δημήτρη Γιαννόπουλου, που φυλασσόταν σε μία κρύπτη της κατεστραμμένης οικίας του στην Πάτρα, η οποία χρονολογείται από το πρώτο μισό του ΙΘ' αιώνα. Το χειρόγραφο, σύμφωνα με τον πολιτικό μηχανικό Βασίλειο Χριστόπουλο, συγγραφέα του βιβλίου «Κάτοικος Πατρών», που το πρωτοδημοσίευσε, βρέθηκε τυχαία κατά την διάρκεια εργασιών αναπαλαίωσης της οικίας την δεκαετία του 1990 και δεν προκύπτει κάποιος λόγος αμφισβητήσεως του περιεχομένου του. Σύμφωνα με το χειρόγραφο, ο «κάτοικος Πατρών» Δημήτρης Γιαννόπουλος αναφέρει: «Η δυσκολία μου στη γραφή ήταν το παράπονό μου από το 1840, όταν πήγαινα στην κυρά Αναστασία. Στον κύκλο του άγιου δασκάλου (δηλ. του Κοσμά Φλαμιάτου) γνώρισα και άλλους, τον αδελφό Συμεών και τον ίδιο τον Παπουλάκο. Καταγόταν από το Άρμπουνα των Καλαβρύτων και ήταν άνθρωπος λαϊκός - χασάπης στα νιάτα του - αλλά είχε εμπνευστεί από την Χάρη Σου. Πρώτος αυτός είχε δει τους κινδύνους από τον χωρισμό της ελληνικής εκκλησίας και την επιρροή του καθολικισμού από το αγγλογαλλικό κόμμα και από τον αλλόθρησκο βασιλέα μας.

Η παρουσία του με εμψύχωνε. Ένας απλός και αμόρφωτος άνθρωπος με τη δύναμή Σου, Κύριε, απόκτησε σοφία και δύναμη. Κατάλαβα ότι το θέλημά σου είναι πάνω από τις εξουσίες των ανθρώπων. Πολλές φορές ο άγιος Παπουλάκος με τον αγιοκήρυκα Φλαμιάτο και άλλους καλογήρους από το Μέγα Σπήλαιο ερχόσαντε στο μαγαζί μου. Μετά τις 10 το βράδυ έκλεινα τις πόρτες από τον φόβο των χωροφυλάκων και καθόμαστε μέχρι τα μεσάνυχτα. Έβγαζα ψωμί και προσφάι για όλους, ρακί και κρασί, και συζητάγαμε θεολογικά και πολιτικά. Πιο πολύ ακούγαμε τον άγιο να μιλάει για την ορθοδοξία μας. Καθόταν στο κεφάλι του τραπεζιού, σ' ένα μεγάλο και γερό πάγκο που τον είχα μόνο γι' αυτόν. Ακόμα τον φυλάω, και στους δικούς μου ανθρώπους, όταν με ρωτούν, τους τον δείχνω. Κάθονται επάνω του και κάνουν τον σταυρό τους. Καθόταν λοιπόν στον πάγκο του και η φωνή του, βροντερή και θεϊκιά, ήταν σαν να ερχόταν από τον ουρανό. Όταν μιλούσε, ήταν σαν από το αγριεμένο και κόκκινο πρόσωπό του να ακούμε την δική Σου φωνή.

- Αντισταθείτε αδελφοί! Σε λίγο καιρό θα μας ειπούν να μονιάσουμε με την Δυτική Εκκλησία και ύστερα να αρνηθούμε και την πίστη μας! Αντισταθείτε!

Αυτές ήταν οι διδαχές του Παπουλάκου. Έλεγε και άλλα πιο θεολογικά μέσα από τις γραφές, αλλά δεν τα θυμάμαι. Αν σήμερα η ορθοδοξία έζησε και δεν φραγκέψαμε, το χρωστάμε σ' αυτό τον άγιο, που τον κατηγόρησαν αγύρτη και απατεώνα. Με την βοήθειά του στύλωσα την πίστη μου και προόδεψα θρησκευτικά και επαγγελματικά. Σήμερα που τα γράφω και που ασχολούμαι με τα εκκλησιαστικά σαν επίτροπος στον Αϊ-Νικόλα το Βλατεριώτη, βλέπω πόσο λείπουν αυτές οι μορφές από τη θρησκεία μας. Χάθηκε η μαχητική ορθοδοξία, άλλοι εξορίστηκαν στις φυλακές και άλλους τους κλείσαν με τη βία στα μοναστήρια...

Στα τέλη του 1852 ο Παπουλάκος ξεσήκωσε Μάνη και Καλαμάτα και παραλίγο να κάμει επανάσταση. Τότε το κράτος αγρίεψε, οργανώθηκε και κτύπησε τους οπαδούς του. Τους κλείσαν σε φυλακές και μοναστήρια, όμως τον ίδιο δεν τόλμησαν να τον πάνε σε δίκη. Το κίνημα είχε ρίζες και ο λαός τον αγάπαγε...

Όμως τι να γράψω μπροστά σε όσα πέρασε ο αγιοπατέρας; Τον φυλάκισαν στο καστέλλι του Ρίου και τον βασάνισαν. Ευτυχώς μετά από ένα μήνα τον έστειλαν σε μοναστήρι καλόγηρο. Απαλλάχτηκε από τα βασανιστήρια της φυλακής και όλοι ησυχάσαμε. Τον δάσκαλο Φλαμιάτο τον έκλεισαν και αυτόν στο Ρίο και μετά τον στείλαν καλόγηρο στην Άνδρο, να τον ξεχάσει ο κόσμος, και κει με την ησυχία τους τον ξεκάνανε.

Για πολλά χρόνια τους κατηγορούσαν αγύρτες και ψευτοπροφήτες ότι φάγανε το λεφτά τού κόσμου και πλούτισαν. Για μένα όμως ήσαν αγνοί πατριώτες και καλοί χριστιανοί και είχαν προφητέψει πολλά δεινά που έπεσαν στην Ελλάδα από τους Αγγλογάλλους. Έφτασαν μέχρι να αποκλείσουν με τον στόλο τους Αθήνα και Πειραιά. Ακόμα και την Πάτρα δυσκόλεψαν και πάγωσαν το εμπόριο».58

Έτσι, άρχισαν τα κηρύγματά του να παίρνουν έντονη πολιτική χροιά, εναντίον των εχθρών της πίστεως και των «κακώς κειμένων» της βαυαρικής κρατικής εξουσίας. Δεν έγινε απλά ένας ιδεολόγος αντιεξουσιαστής, το πρόβλημά του με την εξουσία ήταν πνευματικό, καθότι υποδούλωνε ύπουλα σε νέες, αιρετικές αντιλήψεις και ιδέες τον πολύπαθο Ορθόδοξο λαό. Δεν ήθελε να επιβάλει μία άλλη, δική του, πλανεμένη ιδεολογία που επαγγελόταν επίγειους παραδείσους με την μηχανική εφαρμογή οικονομικών, ηθικών και κοινωνικών συστημάτων. Αποζητούσε ελευθερία, τόσο σωματική-νομική όσο και πνευματική, για τους κατοίκους του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, με την διατήρηση της πατροπαραδότου πίστεως. Άρχισε να στέκεται πολύ στο θέμα των «αθέων γραμμάτων», δηλαδή της παιδείας που ερχόταν από την δυτική Ευρώπη. Δίδασκε τον λαό να αγαπάει τα μοναστήρια, τους προμαχώνες της Ορθοδόξου πίστεως, που είχαν υποστεί μεγάλα πλήγματα από την προτεσταντική αντιβασιλεία. Παρότρυνε τους πιστούς να μην φοβηθούν τους διωγμούς, τις φυλακίσεις, τα βασανιστήρια και τον θάνατο ένεκα της πίστεώς τους.59

 

Σημειώσεις


37. Το παρωνύμιο αυτό είχε αποδοθεί και στον μοναχό Ευγένιο, που επονομάσθηκε και Αγιοπατέρας, με αποτέλεσμα να δημιουργείται σύγχυση στις ιστορικές αναφορές των δύο ανδρών. Ο μοναχός Ευγένιος με την ατομιστική και ύπουλη δράση του, στα χρόνια της επιδρομής του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο, γύρω στα 1825, δημιούργησε πολλά προβλήματα στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα. Δολοφονήθηκε εν τέλει από τους Τούρκους στις 14-9-1826. Επίσης, το ίδιο παρωνύμιο είχε αποδοθεί και στον άγιο Ιωακείμ τον Ιθακήσιο, οποίος εορτάζει την ημέρα της κοιμήσεώς του, στις 2 Μαρτίου 1868.

38. ΚΟΤΤΑΔΑΚΗ Αθ., Αυτοί που άνοιξαν το δρόμο, Εκδόσεις ΤΗΝΟΣ, Αθήναι 1976, σ. 41.

39. Πολύτιμες πληροφορίες για τα κηρύγματά του μας δίνει ο σύγχρονός του ιεροκήρυκας αρχιμανδρίτης Ιωσήφ Κωνσταντινίδης σε αναφορά του προς την Ιερά Σύνοδο. Βλέπε σχετικά στου ΠΕΤΤΑ Ν. Ν. αρχιμ., Χριστοφόρος Παπουλάκος, ο σύγχρονος απόστολος της Πίστεως και του Γένους, εκδ. Ορθοδόξου Κυψέλης, Θεσσαλονίκη 2009, σ. 16.

40. Ό.π., σ. 438.

41. Ό.π., σ. 430.

42. ΓΡΙΤΣΟΠΟΥΛΟΥ Τ., Παπουλάκος (Χριστοφόρος ο Μοναχός), εν Θ.Η.Ε., τομ. 10, Αθήναι 1966, σ. 15.

43. Σύμφωνα με πληροφορίες, το μεγαλύτερο μέρος από το ράσο του φυλάσσονταν με προσοχή στην βιβλιοθήκη της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών. Κατά την διάρκεια όμως εργασιών συντήρησης των γραφείων μεταφέρθηκε και χάθηκε (ΝΑΣΙΟΠΟΥΛΟΥ Α. Α., Ο Αληθινός Παπουλάκος, Αθήνα 1984). Μικρά τεμάχια μέχρι τις μέρες μας φυλάσσονται προς ευλογία σε διάφορα χωριά όλης της Πελοποννήσου, καθώς επίσης και σε Ιερές Μονές και Ναούς, όπως στην Ιερά Μονή Επάνω Χρέπας Τριπόλεως, στην Ι. Μονή Ντάρδιζας Πάρνηθας, στον Ι. Ναό Αγίου Εφραίμ Σταδίου Τριπόλεως.

44. ΚΑΦΙΩΤΗ Αθ., Ο όσιος Χριστοφόρος ο Παπουλάκος, Αθήναι 1992, σ. 13.

45. ΑΝΝΙΝΟΥ Μπ., Ιστορικά Σημειώματα, Αθήναι 1925, σ. 409.

46. Ορισμένες από τις προφητείες που φέρονται στο όνομά του είναι: "Το κράτος θα συνδέσει όλες τις επαρχίες του με μία κλωστή."

47. ΚΟΤΤΑΔΑΚΗ Αθ., Αυτοί που άνοιξαν το δρόμο, Εκδόσεις ΤΗΝΟΣ, Αθήναι 1976, σ.49.

48. Ό.π., σ.49.

49. Ό.π., σ.49.

50. ΚΑΦΙΩΤΗ Αθ., Ο όσιος Χριστοφόρος ο Παπουλάκος, Αθήναι 1992, σ.13.

51. Ό.π., σ.14.

52. Ο.π., σ.14.

53. Ό.π., σ.88.

54. Ό.π., σ. 54.

55. Ό.π., σ. 14.

56. Επιπλέον, εκτός από τον ανωτέρω ιερομόναχο, στενές σχέσεις διαφαίνεται ότι δημιούργησε και με άλλους μοναχούς εκ της Ιεράς Μονής του Μεγάλου Σπηλαίου και συγκεκριμένα με τους Παρθένιο, Ανανία Κωνσταντόπουλο και Ησαΐα (ΑΝΝΙΝΟΥ Μπ., Ιστορικά Σημειώματα, Αθήναι 1925, σ. 407).

57. Το πνευματικό «κίνημα» των κολλυβάδων ξέσπασε το δεύτερο μισό του ΙΗ' αιώνα στο Άγιο Όρος, ενώ μετά επεκτάθηκε στα νησιά του Αιγαίου και σταδιακά σε όλες τις Ορθόδοξες περιοχές. Ήταν μία προσπάθεια ορθόδοξης νηπτικής αναγέννησης, με βάση τους Πατέρες, ενάντια στις παραφθορές που είχαν υπεισέλθει στην λατρεία και στην θεολογία της Εκκλησίας κατά τους δύσκολους χρόνους της οθωμανικής κατοχής. Ονομάστηκαν κολλυβάδες, ειρωνικά, για μία από τις έριδες που αναπτύχθηκε εναντίον τους, η οποία είχε ως θέμα την τέλεση των μνημοσύνων την ημέρα του Σαββάτου. Οι κολλυβάδες υποστήριζαν την ορθή άποψη, ότι δηλαδή τα μνημόσυνα πρέπει να τελούνται την ημέρα που είναι αφιερωμένη στους κεκοιμημένους, το Σάββατο, και όχι την ημέρα της αναστάσεως, την Κυριακή, όπως είχε επικρατήσει για να μαζεύεται περισσότερος κόσμος. Γενικότερα έδιναν έμφαση στην διδασκαλία των φιλοησυχαστών του ΙΔ' αιώνα, των οποίων μπορούμε να πούμε ότι αποτελούν συνεχιστές.

58. ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΥ Β., Κάτοικος Πατρών, έκδ. Κέδρος, σ. 185 κ.ε.

59. ΜΠΑΣΤΙΑ Κ., Ο Παπουλάκος, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 2005, σ. 95 κ.ε.

 


Kεφάλαιο 2ο * Περιεχόμενα * Kεφάλαιο 4ο


Δημιουργία αρχείου: 13-12-2018.

Τελευταία μορφοποίηση: 20-12-2018.

ΕΠΑΝΩ