Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Ιουδαϊσμός

Γιατί οι Εβραίοι δεν πιστεύουν ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Μεσσίας * Πώς περίμεναν τον Μεσσία οι Ιουδαίοι της εποχής του Χριστού * Διάλογος μεταξύ Εβραίων και Χριστιανών

Ο Ταλμουδικός Ιουδαϊσμός

αντιτίθεται στη Βιβλική πίστη τού Ισραήλ

Ομιλητής Michael A Hoffman

-- Michael A. Hoffman, http://RevisionistHistory.org/

Απομαγνητοφώνηση - Μετάφραση Α. Ν.

 

Πηγή (βίντεο):  https://www.brighteon.com

Τίτλος του βίντεο: Οι παράξενοι θεοί του Ιουδαϊσμού

 

Οι Χριστιανοί οφείλουν να καταλάβουν πως η θρησκεία του Ιουδαϊσμού είναι αντί-Βιβλική. Η αληθινή θρησκεία του Θεού του Ισραήλ είναι ο Χριστιανισμός – ΟΧΙ ο Ιουδαϊσμός!  Ο Ιουδαϊσμός δεν είναι τίποτε άλλο από μια διαστροφή της αρχικής αποκάλυψης του Θεού στο έθνος των Ισραηλιτών. Είναι η καθεαυτού θρησκεία της ακύρωσης της Παλαιάς Διαθήκης (κάτι για το οποίο είχε ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΕΙ Ο ΙΗΣΟΥΣ να προσέχουν, στο Ιωαν.κεφ.8, Ρωμ.κεφ.9, Γαλ.κεφ.3, Αποκ.κεφ.2 και 3, και σε πολλά άλλα σημεία).

 

Το πιο ιερό βιβλίο για τους Ιουδαίους, (το Ταλμούδ), διδάσκει πως ένας Ιουδαίος μπορεί να σκοτώνει μη-Ιουδαίους και να ψεύδεται σε αυτούς, έχοντας ατιμωρησία·  και όμως, όλες αυτές οι πράξεις παραβιάζουν τις Εντολές 6, 7 και 9 του Μωυσή. Ακολουθεί μόλις ένα από τα «δόγματα-αξιώματα» του Προφορικού Νόμου, το οποίο καθιστά «ανενεργό» τον λόγο του Θεού:

Το κύριο αξίωμα του (ΣΑΡΚΙΚΟΥ) Ιουδαϊσμού είναι η Ιουδαϊκή αυτό-λατρεία. Ο Ιουδαϊσμός έχει ως «θεό» του, ΟΧΙ τον Θεό Γιαχβέ του Αβραάμ, του Ισαάκ, και του Ιακώβ, αλλά την λατρεία (των ίδιων) των Ιουδαίων. Διότι το Ταλμούδ διδάσκει πως ο εθνικός είναι μια χαμηλότερη μορφή ανθρώπου (μάλιστα ακόμα «χαμηλότερη και από έντομο», ακόμα χαμηλότερη και από ένα υπανθρώπινο ζώο, συγκριτικά με τους Ιουδαίους).  Όλοι τους πιστεύουν πως έχουν αυτό το «πιο ειδικό» - ή πως εξαιρούνται επειδή θεωρούν πως είναι πιο εξέχοντες, πιστεύοντας τον μύθο πως μόνο εκείνοι είναι ο πραγματικά «εκλεκτός λαός».

*******************

Η παράδοξη θρησκεία του «Ιουδαιο-Χριστιανισμού» είναι ένα οξύμωρο σχήμα που βρίσκεται στα χείλη σχεδόν όλων των Χριστιανών, ακόμη και των συντηρητικών.  Αυτό το ειδεχθές Ιουδαιο-Χριστιανικό επινόημα είναι κάτι σαν την κλωνοποίηση ανθρωπίνων και ζωικών γονιδίων ή σαν κάποια άλλα αλχημικά μείγματα δύο αμοιβαία αντικρουόμενων ουσιών που έχουμε δει να δοκιμάζονται τις τελευταίες δεκαετίες μέσα σε σύγχρονα «καζάνια».

Η σχεδόν παγκόσμια επιδοκιμασία και πέραση αυτού του γελοίου όρου ξεμπροστιάζει με μια ματιά το επίπεδο της αβυσσαλέας ιστορικής άγνοιας που βλέπουμε σήμερα.

Οι Πατέρες της Εκκλησίας δεν ήξεραν καμμία «Ιουδαίο-Χριστιανική» Παράδοση, αφού δεν υπήρχε καν ο «Ιουδαϊσμός» πριν από τον Χριστό. Πριν από Εκείνον, υπήρχε η πίστη των Ισραηλιτών, η οποία σταδιακά διαβρώθηκε και ανατράπηκε από διεφθαρμένες διδασκαλίες, όπως εκείνες που διαδίδονταν από τους Φαρισαίους και τους Σαδδουκαίους. Αυτή η διαφθορά οξύνθηκε σημαντικά και κλιμακώθηκε, όταν ένα μέρος των Ισραηλιτών απέρριψε τον Μεσσία Γιεσούα – δηλαδή τον Ιησού.  Κατόπιν αυτού, οι αρχηγοί τους μετέβησαν εν καιρώ στην Βαβυλώνα, όπου οι διεφθαρμένες και κατακριτέες, προφορικές αποκρυφιστικές παραδόσεις των «πρεσβυτέρων» τους (λέξη που χρησιμοποίησε ο Ιησούς στο Μάρκο κεφ. 7) κατατέθηκαν σε γραπτή μορφή, δημιουργώντας έτσι το συμπίλημα με όνομα «Mishnah» (Μίσναχ), που απαρτίζει το πρώτο τμήμα του «Talmud» (Ταλμούδ).

Σε εκείνη ακριβώς την φάση γεννήθηκε η θρησκεία του Ιουδαϊσμού.  Είναι το Ταλμούδ, όχι η Βίβλος, που είναι το ερμηνευτικό σύστημα του ορθόδοξου Ιουδαϊσμού.  Δεν αναφέρομαι εδώ, ούτε ασχολούμαι, με τον κλάδο των Μεταρρυθμιστών» ή με των εσφαλμένα ονομαζόμενων (υποτίθεται) Συντηρητικών που έχει ο Ιουδαϊσμός. Είναι οι «Ορθόδοξοι Αναμορφωμένοι» ή «Συντηρητικοί» όπως τους περιγράφουν τα Μέσα.

Αυτοί οι υποτιθέμενοι Αναμορφωμένοι και Συντηρητικοί κλάδοι του Ιουδαϊσμού έχουν την ίδια σχέση με τον Ιουδαϊσμό, όπως έχουν οι «Ουνιτάριοι» (αντιτριαδικοί) καθώς και άλλες, φιλελεύθερες εκκλησιαστικές οργανώσεις, με τον Χριστιανισμό:  με άλλα λόγια την αναίρεση των θεμελιωδών προτάσεων των ιδρυτών τους, και ως εκ τούτου, κίβδηλοι.  Εκκλησία που αρνείται την Ανάσταση του Χριστού ΔΕΝ είναι Χριστιανική, ό,τι και να αποκαλεί τον εαυτό της.  Μια Αναμορφωμένη ή Συντηρητική συναγωγή που αρνείται τις υποχρεώσεις του Ταλμούδ ΔΕΝ είναι Ιουδαϊσμός - άσχετα από τους εθνικούς ή πολιτισμικούς δεσμούς ή της νοσταλγίας – είναι απλώς ένα διιστάμενο παράγωγο.  ΔΕΝ είναι «Ιουδαϊσμός».

Η πρώιμη Εκκλησία αναγνώριζε τον Χριστιανισμό ως ιδρυθέντα από Ισραηλίτες, και ως αντιπροσωπεύοντα την μόνη αληθινή θρησκεία της Βίβλου (Α’ Πετρ.2:9).

«υμείς δε γένος εκλεκτόν, βασίλειον ιεράτευμα, έθνος άγιον, λαός εις περιποίησιν, όπως τας αρετάς εξαγγείλητε τού εκ σκότους υμάς καλέσαντος εις το θαυμαστόν αυτού φως·»

ΔΕΝ εθεωρείτο ο Ιουδαϊσμός αποθήκη της πνευματικής αλήθειας ή γνώσεως της Παλαιάς Διαθήκης, ούτε ως «πρεσβύτερα αδέλφια εν τη Πίστη» όπως είχε δηλώσει ο Πάπας Ιωάννης-Παύλος Β’ – αλλά ως μια μετά-Βιβλική, Βαβυλωνιακή λατρεία, εντελώς διάφορη από τον Βιβλικό Χριστιανισμό. Είναι αλήθεια, πως μόνο Χριστιανοί μπορούσαν να είναι οι εβραίοι, και όχι ακόλουθοι του Ιουδαϊσμού, αφού οι ακόλουθοι του Ιουδαϊσμού είναι αντί-Βιβλικοί: έπρεπε να καταπατήσουν την Παλαιά Διαθήκη προκειμένου να απορρίψουν τον Ιησού, διότι… «οι Γραφές μαρτυρούν για Εμένα». Όλοι οι Ισραηλίτες που απορρίπτουν τον Ιησού είναι απατεώνες Ιουδαίοι και αντίχριστοι:

Αποκ.2:9:  «και την βλασφημίαν εκ τών λεγόντων Ιουδαίους είναι εαυτούς, και ουκ εισίν, αλλά συναγωγή τού σατανά», και

Α’ Ιωάν.2:22-23 : «22 τις εστιν ο ψεύστης ει μη ο αρνούμενος ότι Ιησούς ουκ έστιν ο Χριστός; ούτός εστιν ο αντίχριστος, ο αρνούμενος τον πατέρα και τον υιόν. 23 πας ο αρνούμενος τον υιόν ουδέ τον πατέρα έχει».

Δεν έχει κανείς παρά να αρχίσει από την ιστορική Χριστιανική νοοτροπία σχετικά με το σεξ και το σώμα, και να την αντιπαραθέσει με την διδασκαλία του Ιουδαϊσμού στα θέματα αυτά, για να ανακαλύψει ένα τεράστιο και αγεφύρωτο χάσμα, το οποίο στην εποχή μας εμποδίζεται και νοθεύεται, σε μια μανιώδη προσπάθεια να κατευνάσει και να εξευμενίσει την Ιουδαϊκή ισχύ. Ο Άγιος Αυγουστίνος στο έργο του TRACTATIS ADVERSUS JUDAEOS (Λόγοι Κατά Ιουδαίων) δηλώνει πως ο ραββινικός Ιουδαϊσμός είναι το κίβδηλο του αληθινού Ισραήλ. Δηλώνει ο Αυγουστίνος πως ο Ιουδαϊσμός ήταν «ο Ισραήλ κατά την σάρκα» - με άλλα λόγια, ένας σαρκικός Ισραήλ.

 

 

    

Για τους Ταλμουδιστές η ουσία του ανθρωπίνου όντος είναι το σώμα – εξ ου και η λατρεία τους για την δική τους φυλή ως ένα είδος θεού.  Δείτε για παράδειγμα στο βιβλίο “Critical Inquiry” του Daniel Βoyarin: «Αυτό γνωρίζουμε ως το σαρκικό Ισραήλ», Τόμος 18, σσ.474-505, και στο «Eros and the Jews» εκδ.1992 New York Basic Books του David Biale  (εικόνες επάνω): «Η παρθενία είναι άκρως προβληματική στον Ιουδαϊσμό, όπου η λέξη ‘ατιμασμός’ ορίζεται ως ‘αποτυχία στην διάπραξη της σεξουαλικής επαφής’.

Οι ραββίνοι απαγορεύουν την παρθενία: πρβλ. για παράδειγμα τον William Wright, στο “Homilies of Aphraates” – οι ομιλίες του Πέρση σοφού, Αφραάτη – Λονδίνο, εκδ. 1869, Τομος 1, τα Συριακά κείμενα, σελ.355 (εικόνα επάνω): «Πάνω στο θέμα της σεξουαλικότητας και μόνο, είναι αδύνατο να μιλήσω για μία «Ιουδαιο-Χριστιανική» παράδοση - πως ο Χριστός και το Ευαγγέλιό Του προδίδονται από αυτούς που δηλώνουν μια υποτιθέμενη Ιουδαιο-Χριστιανική παράδοση, για την οποία δεν φαίνεται να νοιάζονται ιδιαίτερα οι Πάπες, οι κήρυκες και οι αυθεντίες που ασχολούνται με αυτά.  Πρόκειται για Φαρισαίους (σε όλα εκτός από το όνομα), οι οποίοι ασχολούνται με την καθιερωμένη μοντέρνα απολογητική παρερμηνεία του Ιουδαϊσμού, εξ αιτίας του ‘φόβου των Ιουδαίων’ και της ανάγκης να έχουν την εύνοιά του θεού του κόσμου τούτου.…» 

Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέει (επί λέξει) πως «οι Ιουδαίοι καταφρονούν την ομορφιά της παρθενίας - κάτι που δεν μας εκπλήσσει, αφού στοίβαξαν ατιμία επάνω στον Ίδιο τον Χριστό, ο Οποίος είχε γεννηθεί από Παρθένο.»  (Από την Ομιλία του «Περί Παρθενίας»)  

Δεν  υπάρχει καμμία βασική «αντίθεση» μεταξύ πνεύματος και ύλης στον Ιουδαϊσμό. Όταν ο Ιησούς δήλωσε στο Ιωαν.6:63 πως «η σαρξ ουκ ωφελεί ουδέν», καταπατούσε την προφορική παράδοση των Φαρισαίων, και παραθέτω επ’ αυτού: «Η ραββινική ανθρωπολογία διαφέρει από την εξής άποψη με την Χριστιανική ανθρωπολογία: στο ότι  δεν υπάρχει καμμία βασική αντίθεση μεταξύ σώματος και ψυχής,» από τον Alon Goshen-Gottstein «Το σώμα είναι η εικόνα του Θεού στην ραββινική γραμματεία» - Μπέρκλεϋ Καλιφόρνια 1991.

 

Ο Ιουδαϊσμός εξυμνεί το σώμα σε ένα τόσο ποταπό βαθμό, ώστε να έχει μέχρι και προσευχή για την αφόδευση, την οποία εντέλλεται ο κάθε Ιουδαίος άνδρας να την απαγγέλλει κάθε φορά που «κάνει την ανάγκη του». Την παραθέτω: «Ευλογημένος είσαι Εσύ, ω Κύριε, Βασιλέα της Υφηλίου, που εποίησες τον άνθρωπο με σοφία, και δημιούργησες μέσα του ανοίγματα και κοιλώματα. Αποκεκαλυμμένο και γνωστό είναι, ενώπιον του Θρόνου της Δόξης Σου, πως αν οποιοδήποτε από αυτά διανοιχθεί ή φραχθεί, θα ήταν αδύνατον να ζήσει κανείς ενώπιόν Σου. Ευλογημένος είσαι Εσύ, ο Θεραπευτής κάθε σάρκας, ο Ποιών θαυμάσια πράγματα».  (Εικόνα πάνω, του βιβλίου και της «προσευχής»)

Τα πάντα του Ιουδαϊσμού είναι διαστρέβλωση ή νόθευση της Παλαιάς Διαθήκης, επειδή ο Ιουδαϊσμός βασίζεται πάνω σε μια ανθρώπινη παράδοση που ακυρώνει την Παλαιά Διαθήκη, μέσω μιας σειράς από «αφέσεις» και «παραθυράκια», τα οποία έχουν την αρχή τους στο «Μίσναχ», δηλαδή, την υποχρέωση να καταγράψουν τους αποκρυφιστικούς θρύλους και παραδόσεις των Ισραηλιτών εκείνων που είχαν διαφυλάξει τις μυστικές γνώσεις που είχαν γεννηθεί με την λατρεία του χρυσού μόσχου, του Μολώχ, και παρόμοιων βδελυγμάτων.    

Έχοντας απορρίψει τον Μεσσία τους, και αναλάβει την καταγραφή των αρχικών προφορικών παραδόσεων, οι Ισραηλίτες αυτοί παρέδωσαν εντελώς τους εαυτούς τους σε μια διαστροφή που κάποτε ήταν μόνο ένα επίμονο, «υπόγειο» ρεύμα που μόλυνε τον Ισραήλ, αλλά που μετά από την Σταύρωση του Χριστού αναδύθηκε σαν κύρια ιδεολογία εκείνων που είχαν αρνηθεί να δεχθούν τον Ιησού ως Σωτήρα τους.  Αργότερα, Ταλμουδικοί ραββίνοι σχεδίασαν αυτόν τον Πρώτο Κανόνα του γραπτού Ιουδαϊσμού ως «Mishnah», επειδή ο όρος αυτός υπονοεί την προφορική παράδοση που μαθαίνεται με την συνεχή επανάληψη, προέρχεται δε ο όρος αυτός από την εβραϊκή ρίζα «shny» που σημαίνει «επαναλαμβάνειν». Μέσα στο κείμενο του επίσημου Μίσναχ ονομάστηκε «halakah», που κυριολεκτικά σημαίνει «εξωβιβλικός νόμος».  Και το τονίζω αυτό: πως το ίδιο το Μίσναχ αποκαλεί τον εαυτό του «εξωβιβλικό νόμο» - με άλλα λόγια, ΜΗ-Βιβλικό. Κάτι που από την άποψη της Βίβλου είναι αδύνατον.

Η Βαβυλωνιακή Ιουδαϊκή παράδοση μέσα στις Ταλμουδικές διατριβές Μπερακοτ 5Α :

 

 και Σαμπάτ 31Α  

διδάσκουν πως το Μίσναχ και το υπόλοιπο Ταλμούδ – η Γκεμάρα κ.ο.κ. – είχαν δοθεί μυστικά από τον Θεό στον Μωυσή στο όρος Σινά, μαζί με τις Δέκα Εντολές.

Το Μίσναχ ολοκληρώθηκε στο τέλος του 2ου αιώνα μ.Χ. – περισσότερο από 100 χρόνια μετά την καταστροφή του δεύτερου Ναού από τους Ρωμαίους το 70 μ.Χ. Οι εξαιρέσεις είναι οι διατριβές Sota (Παλαιστινιακό Σότα) και Avot (Αβότ), τα οποία είναι κατοπινές προσθήκες, εσφαλμένα παρουσιασμένες ως ανήκουσες στο αρχικό Μίσναχ από τους ίδιους τους ραββινικούς σοφούς. Με άλλα λόγια, απάτη προσαυξημένη με απάτη.

Η οποιαδήποτε μελέτη Ταλμουδικής γραμματείας από Χριστιανούς είναι γεμάτη κινδύνους, διότι τα κείμενα είναι ναρκοπέδια εξαπάτησης επίτηδες στημένα για να συγχέουν εκείνους που οι ραββίνοι σοφοί θεωρούν ως «υπάνθρωπους, μη-Ιουδαίους»: να τους συγχέουν, εμποδίζοντάς τους για να μην «πιάνουν» την ουσία της Ταλμουδικής διδασκαλίας.

Μια κοινή Ιουδαϊκή άμυνα εναντίον της Χριστιανικής κριτικής επί των πιο εξόφθαλμα φρικτών εδαφίων του Ταλμούδ, είναι πως το Ταλμούδ είναι βιβλίο που επιδέχεται εξέταση, και πως όταν ο κριτικός «αρπάζεται» από ένα μεμονωμένο σημείο του βιβλίου και θεωρήσει επίσημα έγκυρο το συγκεκριμένο απόσπασμα, τότε σφάλλει ο κριτής, διότι δεν δίνεται καμμία Ταλμουδική συγκατάθεση, σε καμμία από τις πλευρές της εξέτασης, μέσα στο Ταλμούδ. Φυσικά αυτό είναι σκέτη ανοησία, αφού το Μίσναχ και οι Ταλμουδικοί σχολιασμοί-κλειδιά που βρίσκονται μέσα του, συνιστούν δογματικό Ιουδαϊκό νόμο – δηλαδή «halakha» – δια του οποίου κάθε πιστό ορθόδοξο Ιουδαϊκό άτομο σκλαβώνεται, μέχρι και στις πιο μικρές και προσωπικές λεπτομέρειες της καθημερινής ζωής του.   

Το πώς συμπεραίνεται και διακρίνεται ο Ταλμουδικός νόμος συχνά αποτελεί μυστήριο στην μη-Ιουδαϊκή νοοτροπία· αλλά το ότι αποτελεί «halakha» (δογματικό νόμο), είναι αδιαμφισβήτητο. Η εμφανής Ταλμουδική ασάφεια δεν εμποδίζει την νομοπαρασκευή από μια ομόφωνη ραββινική πλειοψηφία - και από αυτό ακριβώς απαρτίζεται ο Ταλμουδικός νόμος. Οι ραββινικές αποφάσεις παίρνονται, για το τι ΕΙΝΑΙ το «halakha» και τι ΔΕΝ είναι, αλλιώς, ο ορθόδοξος Ιουδαϊσμός θα ήταν ένας ορθάνοιχτος, αναρχικός παιδότοπος ελεύθερης σκέψης, αντί για τον πιο αυστηρά πειθαρχούμενο, υπάρχοντα κώδικα ζωής.

Πιστεύοντας κανείς το αντίθετο, γίνεται προφανής η χαμηλή γνώμη που έχουν για τους μη-Ιουδαίους ερευνητές οι ραββίνοι - οι οποίοι πιστεύουν πως εκείνοι θα «καταπιούν» το παραμύθι πως το Ταλμούδ είναι ένα απλό βιβλίο που επιδέχεται εξέταση, μέσα στο οποίο δεν αναφαίνεται καμμία διδασκαλία ή νομοπαρασκευή. Η επιτήδεια πρόθεση πίσω από την σκόπιμη σπορά αυτής της παρερμηνείας βρίσκεται μέσα στο στρατήγημα πως, με την προώθηση της ιδέας πως το Ταλμούδ είναι μια συλλογή από αμφισβητήσεις και διαφωνίες, δεν είναι δυνατόν να κατατεθεί οποιαδήποτε κατηγορία εις βάρος του Ταλμούδ, αφού πάντα μπορεί να παρατεθεί κάποιο άλλο κείμενο που να διαψεύδει το «ενοχλητικό».  Στην πράξη όμως, ο εξεταστής δεν έχει παρά να εξετάσει την ιστορική διδαχή και πρακτική του Ιουδαϊσμού – από την κωδικοποίησή του μετά από την Σταύρωση του Χριστού, ως την άνοδο των φιλελεύθερων αποστατικών Ιουδαϊκών ομάδων κατά τον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό του 18ου αιώνα – για να διαπιστώσει πως ένας κορμός Νόμου κωδικοποιημένος μέσα στο Ταλμούδ ασκούσε βαθύτατο έλεγχο πάνω σε κάθε Ιουδαϊκό άτομο και πως αυτό διαμορφώνει την συμπεριφορά του.

Η παρακολούθηση της διαδρομής αυτού του κορμού Νόμου ξεκινά με την σύνδεσή του στην αντίστοιχη ορθόδοξη Ιουδαϊκή πρακτική που έχει προκύψει από αυτόν. Με αυτό τον τρόπο διακρίνουμε την σύνθεση των φαινομενικά αντίθετων τάσεων που διαμορφώνει την Ταλμουδική διαλεκτική. Για παράδειγμα, ενώ μπορεί να ειπωθεί με ακρίβεια πως ο ορθόδοξος Ιουδαϊσμός συνίσταται στο να βιώνεται η ζωή για τον κόσμο αυτόν μέσω του σώματος, τα μέσα δια των οποίων εφαρμόζεται αυτός ο τρόπος ζωής είναι ψυχωτικά.  Η σεξουαλικότητα στον ορθόδοξο Ιουδαϊσμό ελέγχεται μέσω χιλιάδων κανονισμών, επειδή η ουσία της γραφειοκρατικής νοοτροπίας είναι το Ταλμούδ – γεγονός που αναφαίνεται καθώς η Αμερική και η Βρετανία εγκαταλείπουν την Αγγλο-σαξωνική νομολογία και κοινό νόμο του Χριστιανικού Ισραήλ, ενστερνιζόμενες τον ταλμουδικό νόμο του σοσιαλισμού και κανονισμών του «Μεγάλου Αδελφού». Το αμερικανικό σύστημα νομολογίας έχει εκφυλισθεί - από δικαστήρια που αποφάσιζαν βάσει των νόμων του Θεού, σε δικαστήρια που διαμορφώνουν τον νόμο, μέσω δικαστικής ερμηνείας και νομολογίας (το δεύτερο είναι εντελώς ταλμουδικό, και αντικατοπτρίζει την Ιουδαιοποίηση του έθνους μας). «Η ανάπτυξη του ταλμουδικού νόμου από κάθε του όψη, ήταν ως επί το πλείστον έργο δικαστικής ερμηνείας, αντί μιας επίσημης νομοθεσίας. Ο δικαστής στην ουσία λειτουργούσε ως δημιουργός νόμου, και όχι μόνο ως ερμηνευτής του νόμου.»  Από τον ραββίνο Ben Zion Bokser The Wisdom of the Talmud (Η σοφία του Ταλμούδ – Φιλοσοφική Βιβλιοθήκη Νέας Υόρκης, 1951) (εικόνα του βιβλίου)

Ας εξετάσουμε για μια στιγμή την «Ιουδαίο-εκκλησιαστική» ή «Ιουδαίο-Χριστιανική» ιδέα για το θέμα αυτό – και πρόκειται να παραθέτω εκτενώς από ένα τέτοιο «Ιουδαίο-εκκλησιαστικό» θεολόγο, οπότε, κάντε λίγη υπομονή.

«Σκεφθείτε την περίπτωση του Αβραάμ, εκείνου του αρχαίου πατέρα του Ιουδαϊσμού και του Χριστιανισμού.  Ένας από τους καλλίτερους τρόπους να αρχίσουμε να σκεπτόμαστε για την φύση του Χριστιανισμού, είναι να τον σκεπτόμαστε υπό το φως του Ιουδαϊσμού. Σήμερα συχνά σκεπτόμαστε τον Ιουδαϊσμό και τον Χριστιανισμό σαν δύο διακριτές θρησκείες – σχεδόν σαν τον Βουδισμό και το Ισλάμ. Όμως ο πρώιμος Χριστιανισμός ποτέ δεν έβλεπε έτσι τον εαυτόν του. Οι πολύ πρώιμοι Χριστιανοί έβλεπαν τους εαυτούς τους ως πιστούς Ιουδαίους, που ακολουθούσαν Ιουδαϊκές διδασκαλίες.  Μάλιστα η πρώτη κύρια διαφωνία μέσα στην Χριστιανική Εκκλησία ήταν αν οι μη-Ιουδαίοι – οι «εθνικοί» - θα μπορούσαν καν να αποτελέσουν μέρος του Χριστιανισμού. Ο Χριστιανισμός ενσυνείδητα έβλεπε τον εαυτό του ως ένα συνεχιζόμενο παράγωγο – την εκπλήρωση – του αληθινού Ιουδαϊσμού. Ως εκ τούτου, ο Χριστιανισμός δεν ξεκίνησε τον πρώτο αιώνα, αλλά πολύ πιο πριν, με τον βασιλέα Δαυίδ, τον Μωυσή, τον Αβραάμ, και τελικά, με τον πρώτο άνθρωπο, τον Αδάμ. Τα πάντα στον παλαιότερο Ιουδαϊσμό αναπτύσσονταν σταδιακά, και έδειχναν προς το έργο του Ιησού Χριστού. Ξανά και ξανά, οι πρώιμοι Μαθητές εξηγούσαν πως ο Χριστός ήταν η εκπλήρωση των αρχαίων υποσχέσεων του Ιουδαϊσμού. Οπότε, όταν αρχίζουμε να σκεπτόμαστε για τον Χριστιανισμό, πρέπει να κατανοούμε τις πολύ Ιουδαϊκές ρίζες του. Πρέπει να υποθέσουμε πως ο Χριστιανισμός οφείλει να φαίνεται και να ακούγεται σαν Ιουδαϊσμός, έκτος όταν δηλώνει σαφώς πως αλλάζει κάτι. Πρέπει να θεωρούμε αναμενόμενο πως τις Γραφές, τους θεσμούς, τις βασικές αρχές, τους νόμους, τους διαλογισμούς, την οικογενειακή ζωή κ.ο.κ. ο Ιουδαϊσμός θα τα μετέφερνε στον Χριστιανισμό – εκτός αν ο Χριστός, ο τελικός προφήτης, άλλαζε εξουσιαστικά μια πρακτική.  Για παράδειγμα, μιας και ο Χριστός είναι η πραγματικότητα προς την οποία όλες οι αρχαίες Ιουδαϊκές θυσίες ζώων δεν ήσαν παρά μια εικόνα, μια προεικόνιση, όταν έρθει ο Χριστός, ως η όντως αποτελεσματική θυσία, δεν χρειαζόμαστε πλέον τις αναποτελεσματικές εικόνες. Έτσι, η θυσίες ζώων έχουν σταματήσει πλέον, έχοντας εκπληρωθεί από τον στόχο τους: τον Ίδιον τον Χριστό. Η Ιουδαϊκότητα του Χριστιανισμού είναι, πράγματι, διαπεραστική.» (Από το “Why and What a Brief Introduction to Christianity”, Douglas Jones, The Cannon Press). (Εικόνα)

Λοιπόν, με την λάθος εφαρμογή των λέξεων «εβραίος» και «Ιουδαϊσμός», η μάλλον κλασική δήλωση του Jones για την σύγχρονη, συντηρητική προτεσταντική άποψη περί Ιουδαϊσμού, εκθειάζει ένα παλίμψηστο σύγχυσης. Πρώτο και κυριότερο, με το να χαρακτηρίζει την θρησκεία του «Γιαχβεϊσμού» της Παλαιάς Διαθήκης ως «Ιουδαϊσμό», εγκαθίσταται μια αναπόφευκτη και αμείλικτη σύνδεση μεταξύ εκείνων που απέρριψαν την θρησκεία του Ιησού ως Μεσσία και την θρησκεία της Παλαιάς Διαθήκης του Γιαχβέ. Στον αναγνώστη δίνεται μια ξεκάθαρη εντύπωση πως ο μοντέρνος Ιουδαϊσμός φέρει μέσα του τους σπόρους της θρησκείας της Παλαιάς Διαθήκης – δηλαδή, πως είναι όντως η θρησκεία της Παλαιάς Διαθήκης, αλλά χωρίς τον Χριστό. Τίποτε δεν θα μπορούσε να απέχει τόσο από την αλήθεια. Τίποτε δεν θα μπορούσε να είναι πιο μεγάλη πηγή πλάνης. Το να αποδίδεται στην αρχαία Ισραηλιτική θρησκεία ο όρος «Ιουδαϊσμός» είναι ένα σοβαρότατο λεξιλογικό και ερμηνευτικό σφάλμα. Δίνει στο Πιστεύω και των 12 φυλών του Ισραήλ - καθώς και στον Διαθηκικό Ελοχίμ τους - τον τίτλο μιας διεστραμμένης, ανθρωποποιημένης παράδοσης, η οποία ξεκινά από ένα κομμάτι ενός γόνου του τέταρτου υιού του πατριάρχη Ιακώβ:  την φυλή του Ιούδα. 

Η λέξη “Jew”  (Ιουδαίος) είναι μια διαβρωμένη μορφή της λέξης «Judah” (Ιούδα) και πρόκειται για αναφορά σε δύο από τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ – Ιούδα και Βενιαμίν, και δεν εμφανίζεται καν μέσα στην Βίβλο μέχρι το Δ’ Βασιλειών κεφ.16:6:

«εν τω καιρώ εκείνω επέστρεψε Ραασσών βασιλεύς Συρίας την Αιλάθ τη Συρία και εξέβαλε τους Ιουδαίους εξ Αιλάθ και Ιδουμαίοι ήλθον εις Αιλάθ και κατώκησαν εκεί έως τής ημέρας ταύτης» και μετά πάλι στο κεφ.25:25:  «25 και εγενήθη εν τω εβδόμω μηνί ήλθεν Ισμαήλ υιος Ναθανίου υιού Ελισαμά εκ τού σπέρματος τών βασιλέων και δέκα άνδρες μετ αυτού· και επάταξε τον Γοδολίαν, και απέθανε, και τους Ιουδαίους και τους Χαλδαίους, οι ήσαν μετ αυτού εν Μασσηφάθ»,

και πάλι στο Παραλειπ. Β’ 32:18:

«18 και εβόησε φωνή μεγάλη Ιουδαϊστί επί τον λαόν Ιερουσαλήμ τον επί τού τείχους, τού φοβήσαι αυτούς και κατασπάσαι, όπως προκαταλάβωνται την πόλιν

Η νύξη του Παύλου για την θρησκεία των Ιουδαίων στην Επιστολή του προς Γαλάτας είναι (στο πρωτότυπο Ελληνικό) μια αναφορά στον «Ιουδαϊσμό» – λέξη που επινοήθηκε στην ενδο-Διαθηκική περίοδο από ελληνόφωνους Ιουδαΐτες. Και οι δύο αναφορές του Παύλου σε σχέση με αυτό το θέμα είναι αρνητικές.  Σύμφωνα με τον Παύλο, τα ξεχωριστά χαρακτηριστικά του Ιουδαϊσμού είναι διπλά: δίωξη της εκκλησίας του Γιαχβέ, και υποταγή στις παραδόσεις των ανθρώπων:

«Ηκούσατε γαρ την εμήν αναστροφήν ποτε εν τω Ιουδαϊσμώ, ότι καθ' υπερβολήν εδίωκον την εκκλησίαν τού Θεού και επόρθουν αυτήν, 14 και προέκοπτον εν τω Ιουδαϊσμώ υπέρ πολλούς συνηλικιώτας εν τω γένει μου, περισσοτέρως ζηλωτής υπάρχων τών πατρικών μου παραδόσεων» (Γαλ.1:13-14).

Ήταν μια αναφορά στον προφορικό νόμο - ή Ταλμουδικό Μίσναχ - πριν γίνει η γραπτή καταγραφή του. Πώς, τότε, είναι δυνατόν να λεχθεί πως ο Ιουδαϊσμός είναι η ρίζα του Χριστιανισμού, όταν σύμφωνα με τον Παύλο, είναι μια θρησκεία που διώκει τον Χριστιανισμό; Πώς είναι δυνατόν να λεχθεί πως ο Ιουδαϊσμός είναι η ρίζα του Χριστιανισμού, όταν σύμφωνα με τον Παύλο είναι μια θρησκεία παραδόσεων φτιαγμένων από ανθρώπους – και σύμφωνα με τον Ιησού Χριστό, πως οι παραδόσεις των ανθρώπων κατέστησαν «ανενεργό» τον Νόμο του Γιαχβέ; Πώς είναι δυνατόν να λεχθεί πως ο Ιουδαϊσμός είναι η ρίζα του Χριστιανισμού, όταν μέσα στην Παλαιά Διαθήκη δεν υπήρχε «Ιουδαϊσμός»;

Μάταια αναζητεί κανείς αυτό τον όρο. Και όμως, Χριστιανοί «μοντερνιστές» σήμερα τον χρησιμοποιούν σχεδόν αποκλειστικά, για να περιγράψουν την θρησκεία της Παλαιάς Διαθήκης, του Γιαχβέ, και του λαού Του. Από μερικούς Ιουδαίους που είχαν απορρίψει τον Μεσσία τους, τυποποιήθηκε η παράδοση των Πρεσβυτέρων (που είχε καταδικάσει ο Χριστός ως η καθ’ εαυτή ακύρωση του Νόμου του Θεού), η οποία νέα θρησκεία ορθώς και επακριβώς ονομάζεται «Ιουδαϊσμός». Ως θεό της έχει, όχι τον Γιαχβέ, αλλά την ίδια την Ιουδαϊκή φυλή, της οποίας η αυτό-λατρεία βρίσκεται στον πυρήνα του Ταλμούδ. Ως νόμο της έχει, όχι την Τανάκ (δηλαδή την Πεντάτευχο), αλλά το Ταλμούδ – το οποίο είχε δηλώσει ο Χριστός (αναφερόμενος στο αρχικό στάδιο του Ταλμούδ (το Μίσναχ) που υπήρχε σε προφορική μορφή στην εποχή Του) - πως ακύρωνε τον Νόμο του Θεού. Ο Ιουδαϊσμός είναι ένα δηλητηριώδες πλαστογράφημα, μια συναγωγή του Σατανά. Το να γίνει ο οποιοσδήποτε συσχετισμός αυτής της σέκτας με την θρησκεία του Γιαχβέ δεν είναι μόνο παράλογο και ανιστόρητο, αλλά ένα βδέλυγμα.

Αν ο Ιουδαϊσμός είχε απλώς απορρίψει τον Χριστό (σαν διαβρωμένη παραλλαγή της θρησκείας των Ισραηλιτών), ο Ιουδαϊσμός τότε δεν θα είχε διαχρονικά μισήσει, βδελύξει, αποκηρύξει, διασύρει, διώξει, δείρει και δολοφονήσει τους Καραΐτες (μικρή σέκτα που δεν ακολουθεί τον Ιησού, ούτε το Ταλμούδ και τον προφορικό ραββινικό νόμο, αλλά μόνο την Παλαιά Διαθήκη) . Και όμως είναι μισούμενοι και βαρύτατα διωκόμενοι από τους πιστούς του Ιουδαϊσμού. Γιατί; Επειδή ο Ιουδαϊσμός είναι Ταλμουδισμός, και όχι Παλαιά Διαθήκη. Και όσοι ευλαβούνται τις διδασκαλίες της Παλαιάς Διαθήκης έξω από το πρίσμα του Ταλμούδ, είναι οι κληρονομικοί του εχθροί. Έναν κάλπικο δεν μπορεί κανείς να τον αναγνωρίσει ως διάδοχο όπως ένα γνήσιο.  Ο Ιουδαϊσμός – είτε θεωρηθεί αρχαίος είτε όχι – είναι εντελώς ξένος προς την μόνη Βιβλική θρησκεία στον κόσμο σήμερα – τον Χριστιανισμό. Η θρησκεία της Παλαιάς Διαθήκης και του Ισραήλ είναι ο Χριστιανισμός. Δεν έχει καμμία ρίζα μέσα στην θρησκεία του Ιουδαϊσμού, ο οποίος είναι η θρησκεία του Ταλμούδ.

Ο Ιουδαϊσμός δεν είναι απλώς μια διαστροφή -ως ένα βαθμό- της αρχικής αποκάλυψης του Θεού στον εβραϊκό λαό. Είναι η καθ’ εαυτή θρησκεία του Σατανά. Οπότε, «14 ….. τις γαρ μετοχή δικαιοσύνη και ανομία; τις δε κοινωνία φωτί προς σκότος; 15 τις δε συμφώνησις Χριστώ προς Βελίαλ; ή τις μερίς πιστώ μετά απίστου; 16 τις δε συγκατάθεσις ναώ Θεού μετά ειδώλων;»  (Β’ Κορ.6:14-16) Καμμία! Όταν ο κ. Jones δηλώνει πως «ο Χριστιανισμός οφείλει να ιδωθεί και να ακούγεται σαν Ιουδαϊσμός, εκτός όταν δηλώνει σαφώς πως αλλάζει κάτι», αναμφίβολα δημιουργεί - ασυναίσθητα και με τους καλλίτερους σκοπούς – μια σχέση μέσα στα μυαλά των Χριστιανών, μεταξύ των τηρούμενων από τους Ταλμουδικούς ραββίνους σήμερα κανόνων, και την αρχαία θρησκεία του Ισραήλ. Αυτό είναι το μοιραίο ψεγάδι στον νεωτερίστικο Χριστιανισμό· δείχνουν μερική υπακοή – είτε λίγη είτε πολλή - στην ειδεχθή εξαπάτηση πως ο Ιουδαϊσμός έχει Βιβλική ρίζα.

Γίνεται ποτέ να ειπωθεί, πως οι Χριστιανοί που έχουν μεταστραφεί στο Ισλάμ «έχουν Χριστιανική ρίζα»; Είναι πρέπον, να καθίσουμε στα πόδια πρώην Χριστιανών νυν μουσουλμάνων για να αποκτήσουμε βαθειά γνώση για την αρχαία Εκκλησία; Άραγε οι ακόλουθοι του Χριστού που αποστάτησαν για να ακολουθήσουν ξένους θεούς – είτε τον Βούδα, τον Κρίσνα ή τον Αλλάχ – έχουν να μας προσφέρουν κάποιους αντίλαλους Χριστιανικής κληρονομιάς, τους οποίους οφείλουμε να τιμήσουμε ή να μελετήσουμε; Η απάντηση είναι ένα ηχηρό ΟΧΙ. Οι άνθρωποι αυτοί γύρισαν την πλάτη τους στο ιερό κάλεσμά από τον Ίδιο τον Θεό. Το να λαμβάνονται υπόψιν κατ’ οιονδήποτε άλλο τρόπο (παρά μόνο σαν εξέχοντα παραδείγματα αποτυχημένων που αξίζουν περιφρόνησης και προσευχής) αποτελεί συνταγή για συμφορά. Για τον ίδιο λόγο, εξ ίσου καταστροφική είναι η αντίληψη πως υπάρχει κάποιος πυρήνας Βιβλικής κληρονομιάς άξιος της επιδοκιμασίας μας και μελέτης, μέσα στον Ιουδαϊσμό – ο οποίος έχει απόλυτα προδώσει και απορρίψει την διδασκαλία και τον Νόμο του Γιαχβέ της Παλαιάς Διαθήκης, και έχει ενστερνισθεί τους περίεργους θεούς του Ταλμούδ, της Καμπάλα, τους Ταλμουδικούς και Καμπαλιστικούς ραββίνους, καθώς και την ίδια την φυλή των Χαζάρων (Khazars). Η επικράτηση της ιδέας πως ο Ιουδαϊσμός είναι η ρίζα του Χριστιανισμού είναι υπεύθυνη για μεγάλο μέρος της παράλυσης και της ανικανότητας που παρατηρούμε στην εκκλησία σήμερα.

Ο Χριστιανισμός είναι η θρησκεία του Ισραήλ. Ο Ισραήλ δεν έχει καμμία άλλη θρησκεία. Αν το είχε διατυπώσει έτσι ο κ. Jones, θα ήταν ακριβής. Αντ’ αυτού, συσχέτισε τον αρχαίο Ισραήλ με τον Ιουδαϊσμό, δίνοντας έτσι την εντύπωση πως ο Ιουδαϊσμός είναι η επιβίωση του «Γιαχβεϊσμού» της Παλαιάς Διαθήκης, αυξάνοντας έτσι τον οξύμωρο μύθο περί μιας «Ιουδαίο-Χριστιανικής» παράδοσης.

Το να ανακοινώνει ο σύγχρονος Χριστιανισμός πως ο Αβραάμ είναι ο πατέρας του Ιουδαϊσμού ΚΑΙ του Χριστιανισμού είναι σαν να τον ανακηρύσσει πατέρα των Φαρισαίων καθώς και της παράδοσης των Πρεσβυτέρων – διαψεύδοντας αυτό που είχε δηλώσει ο Ιησούς στους Φαρισαίους:

«Ιησούς δε επορεύθη εις το όρος τών ελαιών· όρθρου δε πάλιν παρεγένετο εις το ιερόν, 2 και πας ο λαός ήρχετο προς αυτόν· και καθίσας εδίδασκεν αυτούς. 3 άγουσι δε οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι γυναίκα επί μοιχεία κατειλημμένην, και στήσαντες αυτήν εν μέσω 4 λέγουσιν αυτώ· διδάσκαλε, αύτη η γυνή κατείληπται επ' αυτοφώρω μοιχευομένη· 5 και εν τω νόμω ημών Μωϋσής ενετείλατο τας τοιαύτας λιθάζειν. 6 συ ουν τι λέγεις; τούτο δε είπον εκπειράζοντες αυτόν, ίνα σχώσι κατηγορίαν κατ' αυτού. ο δε Ιησούς κάτω κύψας τω δακτύλω έγραφεν εις την γην. 7 ως δε επέμενον ερωτώντες αυτόν, ανέκυψε και είπεν αυτοίς· ο αναμάρτητος υμών πρώτος βαλέτω λίθον επ' αυτήν. 8 και πάλιν κάτω κύψας έγραφεν εις την γην. 9 οι δε ακούσαντες εξήρχοντο εις καθ' εις, αρξάμενοι από τών πρεσβυτέρων, και κατελείφθη ο Ιησούς και η γυνή εν μέσω ούσα»  (Ιωαν.8:1-9).

Σύμφωνα με το αγγλικό λεξικό OXFORD, ο Χριστιανισμός ήδη υπήρχε επί 1494 χρόνια πριν καν επινοηθεί ο όρος «Ιουδαϊσμός» στα Αγγλικά. Και όμως οι μοντερνιστές Χριστιανοί έχουν εκχωρήσει αυτό το όνομα στην αρχαία θρησκεία του Γιαχβέ. «Ε, καλά, εντάξει… και τι έγινε;»  ίσως να είναι η αδιάφορη μοντέρνα απάντηση. «Δεν είναι παρά μια λέξη.»  Όμως, όπως δηλώνει ο William Ν. Grιmstad στο σημαντικό βιβλίο του «ΜΙΛΑΜΕ ΓΙΑ ΜΙΣΟΣ» (εικόνα), «πρέπει να φτάσουμε ως τον πυθμένα του γεγονότος, πως το 90% αυτού του επιπόλαια φτιαγμένου πράγματος δεν έχει να κάνει με την μόλυνση των υδάτων ή του αέρα, αλλά με την μόλυνση των λέξεων».

Όντως, η κακή χρήση των λέξεων στην τωρινή μας, ψηφιακή εποχή των Μέσων πληροφόρησης έχει αντίκτυπο πολύ πιο πέρα από την ακαδημαϊκή σφαίρα. Η ακρίβεια είναι κρίσιμης σημασίας, και η παράλειψη επιλογής της ακριβούς λέξης ή όρου για κάτι μπορεί να παραπλανήσει ολόκληρα έθνη – επί γενεές. Η αντικατάσταση του  «Ισραηλιτισμού» από τον «Ιουδαϊσμό» είναι μάλλον από τα πιο θεαματικά παραδείγματα αυτής της επιβλαβούς εν ενεργεία διαδικασίας.

Ας πούμε για χάρη επιχειρήματος πως ο Πρεσβυτεριανός συγγραφέας Douglas Jones είχε γράψει «Σήμερα, θεωρούμε συχνά πως οι Ισραηλίτες και οι Χριστιανοί είναι δύο διακριτές θρησκείες, σχεδόν όπως ο Βουδισμός και το Ισλάμ, όμως ο πρώιμος Χριστιανισμός ποτέ δεν είδε τον εαυτόν του με αυτό τον τρόπο.  Οι πρώιμοι Χριστιανοί θεωρούσαν τον εαυτόν τους ως πιστούς Ισραηλίτες, απλώς ακολουθούντες τις εβραϊκές διδασκαλίες. Μάλιστα η πρώτη κυρίαρχη διαμάχη μέσα στην Χριστιανική θρησκεία ήταν αν οι μη-Ισραηλίτες (οι Εθνικοί) μπορούσαν να αποτελέσουν έστω μέρος του Χριστιανισμού.»  Αν είχε γράψει τα προαναφερόμενα ο Jones, δεν θα υπήρχε λόγος για διαφωνία, αφού τα ονόματα «Ισραηλίτης» και «εβραίος» είναι άμεσα και ιστορικά ακριβείς εκφράσεις για τον λαό και το Παλαιοδιαθηκικό πιστεύω του. Μάλιστα αυτοί οι ακριβείς περιγραφικοί όροι ήσαν σε γενική χρήση από Χριστιανούς συγγραφείς, μελετητές και θεολόγους επί ολόκληρους αιώνες πριν από την ανατολή της μοντέρνας εποχής, και την ανάλογη, τεράστια πίεση πάνω στην Εκκλησία να είναι υποτελής στο δαιμονικό, κάλπικο Ισραήλ – στο σαρκικό Ισραήλ, για να χρησιμοποιήσουμε τον όρο του αγίου Αυγουστίνου – μια θρησκεία με αεί αυξανόμενες, νεκρές τελετές και αποκρυφιστική γνώση, από τον πρώτο μ.Χ. αιώνα και εμπρός. 

Σύμφωνα με τον ραββίνο Jacob Neusner, στο βιβλίο του “Rabbinic Judaism Structure and System” (Ραββινικός Ιουδαϊσμός – Δομή και Σύστημα), έκδ.1995 Minneapolis Press, σελ.VII (εικόνα επάνω):

«Αυτό το βιβλίο παρουσιάζει την δομή και το λειτουργικό σύστημα του ραββινικού Ιουδαϊσμού – το ιδιαίτερο θρησκευτικό σύστημα διατυπωμένο από σοφούς (ή ραββίνους) που ευδοκίμησαν στους πρώτους έξι «κοινούς αιώνες» C.E. (μ.Χ.). Αυτός ο ίδιος Ιουδαϊσμός επίσης ονομάζεται Ταλμουδικός, επειδή η κύρια δήλωσή του διατυπώνεται από το Ταλμούδ της Βαβυλωνίας.» 

Ο ραββίνος Neusner - ο οποίος αποστρέφεται τον Χριστό σε τέτοιο βαθμό ώστε να αρνείται να χρησιμοποιήσει την σύντμηση «A.D. ή Anno Domini» («μ.Χ. – Μετά Χριστόν») για την περίοδο μετά από τα έτη τα οποία εκείνος κατονομάζει (μιάς και τα αρχικά αυτά αναφέρονται στον Ιησού Χριστό), και τα οποία αντικαθιστά με τα αρχικά «C.E.» ή «Κοινή Εποχή», αναφέρεται στον Ραββινικό Ιουδαϊσμό.  Δεν λέει απλώς «Ιουδαϊσμός», αλλά πιστοποιεί αυτόν τον Ιουδαϊσμό ως ραββινικό και Ταλμουδικό, υποδεικνύοντας μάλιστα πως αναδύθηκε στην Βαβυλώνα, κατά τους αιώνες ΜΕΤΑ από την Σταύρωση του Χριστού. Ο ραββίνος Neusner  σημειώνει επί πλέον πως «η ραββινική λογοτεχνία έλαβε μορφή κατά την αναπτυσσόμενη και διαμορφούμενη εποχή του Χριστιανισμού». Τον Χριστιανισμό τον αποκαλεί: «μια πρόκληση που έπρεπε να αντιμετωπισθεί, διότι ο Χριστιανισμός επικαλείτο τις ίδιες επίσημες Γραφές – τις εβραϊκές Γραφές του αρχαίου Ισραήλ - που ετούτος ο Ιουδαϊσμός διατύπωσε με τον δικό του τρόπο». Παρατηρήστε την λεπτομερή επισήμανση που κάνει εδώ, ανάμεσα στις «αρχαίες εβραϊκές Γραφές» και την «ραββινική λογοτεχνία». Αρκετά πατενταρισμένες οι περιγραφές αυτές, δεν είναι το ίδιο πράγμα: η πρώτη είναι η αρχαία ρίζα του Χριστιανισμού, ενώ η δεύτερη διατυπώθηκε ΜΕΤΑ από την Ενσάρκωση και την Σταύρωση του Χριστού, και αποτελεί την θεμελιακή βάση του Ιουδαϊσμού.

Ας ρίξουμε μια πιο προσεκτική ματιά σε αυτή την διαμορφωτική ραββινική λογοτεχνία. Είναι διαμορφωτική, επειδή αυτή – και όχι η Παλαιά Διαθήκη – είναι ο θεμέλιος λίθος του Ιουδαϊσμού. Η «παράδοση των Πρεσβύτερων» η οποία καταδικάσθηκε από τον Ιησού στο κεφ.7:1-13 του Κατά Μάρκον Ευαγγελίου…:

«και συνάγονται προς αυτόν οι Φαρισαίοι και τινες τών γραμματέων ελθόντες από Ιεροσολύμων· 2 και ιδόντες τινάς τών μαθητών αυτού κοιναίς χερσί, τούτ έστιν ανίπτοις, εσθίοντας άρτους, εμέμψαντο· 3 οι γαρ Φαρισαίοι και πάντες οι Ιουδαίοι, εάν μη πυγμή νίψωνται τας χείρας, ουκ εσθίουσι, κρατούντες την παράδοσιν τών πρεσβυτέρων· 4 και από αγοράς, εάν μη βαπτίσωνται, ουκ εσθίουσι· και άλλα πολλά εστιν α παρέλαβον κρατείν, βαπτισμούς ποτηρίων και ξεστών και χαλκίων και κλινών· 5 έπειτα επερωτώσιν αυτόν οι Φαρισαίοι και οι γραμματείς· διατί ου περιπατούσιν οι μαθηταί σου κατά την παράδοσιν τών πρεσβυτέρων, αλλ ανίπτοις χερσίν εσθίουσι τον άρτον; 6 ο δε αποκριθείς είπεν αυτοίς ότι καλώς προεφήτευσεν Ησαίας περί υμών τών υποκριτών, ως γέγραπται· ούτος ο λαός τοις χείλεσί με τιμά, η δε καρδία αυτών πόρρω απέχει απ εμού· 7 μάτην δε σέβονταί με, διδάσκοντες διδασκαλίας εντάλματα ανθρώπων. 8 αφέντες γαρ την εντολήν τού Θεού κρατείτε την παράδοσιν τών ανθρώπων, βαπτισμούς ξεστών και ποτηρίων, και άλλα παρόμοια τοιαύτα πολλά ποιείτε. 9 και έλεγεν αυτοίς· καλώς αθετείτε την εντολήν τού Θεού ίνα την παράδοσιν υμών τηρήσητε. 10 Μωϋσής γαρ είπε· τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου· και· ο κακολογών πατέρα ή μητέρα θανάτω τελευτάτω· 11 υμείς δε λέγετε· εάν είπη άνθρωπος τω πατρί ή τη μητρί, κορβάν, ό εστι δώρον, ό εάν εξ εμού ωφεληθής, 12 και ουκέτι αφίετε αυτόν ουδέν ποιήσαι τω πατρί αυτού ή τη μητρί αυτού, 13 ακυρούντες τον λόγον τού Θεού τη παραδόσει υμών ή παρεδώκατε. και παρόμοια τοιαύτα πολλά ποιείτε»

…ήταν μια προφορική γνώση, η οποία διατηρούσε το σκεπτικό πίσω από την ειδωλολατρία και την αποστασία των Ισραηλιτών που λάτρευαν τον χρυσό μόσχο και τάϊζαν τα παιδιά τους στον Μολώχ. Επρόκειτο για ένα υπόγειο ρεύμα αποσύνθεσης που ανέκαθεν απειλούσε να «ανέβει» σε σημείο βρασμού και να θεσμοποιηθεί σαν μια επίσημη και αντίπαλη θρησκεία, με το να αποτυπωθεί γραπτώς. Το σημείο βρασμού της αποσύνθεσης έφθασε, μετά από την απόρριψη του Μεσσία από την φαρισαϊκή Ιουδαϊκή ηγεσία.  Έχοντας απορρίψει τον Βιβλικό Μεσσία, έγιναν ένοχοι της διάπραξης ενός τεράστιου – μάλιστα κοσμικού – εγκλήματος εις βάρος του Νόμου του Θεού, των προφητειών και των Προφητών Του.  Και άρχισαν να καταθέτουν την προφορική «γνώση» τους σε γραπτή μορφή, ξεκινώντας με το βιβλίο με το όνομα «Μίσναχ».

Ο ραββίνος Neusner παραδέχεται πως: «Το Μίσναχ σίγουρα είναι το πρώτο επίσημο έγγραφο του ραββινικού Ιουδαϊσμού· επισήμως, βρίσκεται στο επίκεντρο του συστήματος, μιάς και τα επακολουθούντα, κύρια ραββινικά γραπτά – τα Ταλμούδ – απλώνονται τριγύρω του σαν να ήσαν εξηγητικά του Μίσναχ» (σελ.22 από το βιβλίο του Neusner).  Όχι το Βιβλίο της Γένεσης, όχι η Πεντάτευχος, αλλά το Μίσναχ είναι το πρώτο έγγραφο του Ιουδαϊσμού, το οποίο – σύμφωνα με τα λόγια του Neusner – «βρίσκεται στο επίκεντρο του συστήματος».

Πώς διαστρεβλώθηκε τόσο θεμελιακά η γνώση μας για τον Ιουδαϊσμό; Πώς διαπράχθηκε μια τόσο μεγάλη εξαπάτηση, ώστε να δηλώνεται πως ο Ιουδαϊσμός βασίζεται στην Βίβλο, όταν στην πραγματικότητα ξεκίνησε με το Ταλμούδ, στην Βαβυλώνα, (που σήμερα γνωρίζουμε ως το νότιο τμήμα του Ιράκ);

Η παραποίηση αυτή του Ιουδαϊσμού ανέτειλε από έναν αποκρυφιστικό μύθο, ο οποίος από την Αναγέννηση άρχισε να διεισδύει στην Ρωμαιο-Καθολική εκκλησία, και που αργότερα κατέληξε στην ανάδυση του Προτεσταντισμού κατά την Μεταρρύθμιση.  Η ουσία αυτής της σκόπιμα σπαρμένης παραπληροφόρησης ήταν πως η θρησκεία του Ιουδαϊσμού ήταν η κατ’ εξοχήν Βιβλική θρησκεία, και πως για ένα Χριστιανό, ένα διανοούμενο ή ένα πνευματικό αναζητητή να γνωρίσουν πραγματικά την Παλαιά Διαθήκη, ήταν απαραίτητο ως ένα βαθμό να συμβουλευτούν ένα ραββίνο. Στην σύγχρονη εποχή, μια υστερία που την ξεσήκωσαν με τις ιδέες περί αντισημιτισμού και του λεγόμενου Ολοκαυτώματος, έκανε τους τρομαγμένους και γεμάτους ενοχές εθνικούς και Χριστιανούς να βάλουν φρένο σε σχεδόν κάθε κριτική έρευνα της διατριβής πως ο Ιουδαϊσμός είναι συνώνυμος της Παλαιάς Διαθήκης.

Το να ιδωθεί η διατριβή με σκεπτικισμό έγινε άλλο ένα «έγκλημα σκέψης», ακόμα μια άσκηση του ειδεχθούς αντισημιτισμού, που αναπόφευκτα θα οδηγούσε σε… άλλο ένα Ολοκαύτωμα… Με αυτό το εντυπωσιακά αποδοτικό στρατήγημα εκφοβισμού, νομιμοποιήθηκε η απάτη πως ο Ιουδαϊσμός ήταν Η Βιβλική θρησκεία και του δόθηκε σχεδόν παγκόσμιο κύρος. Όμως, «φοβισμένοι λαγοί δεν κάνουν για καλοί μαθητές», όπως διευκρινίζει ο William Scott Green του Πανεπιστημίου του Ρότσεστερ και σχολιαστής στο βιβλίο του ραββίνου Neusner «Rabbinic Judaism»:

«Είναι κοινότοπο, να κατηγοριοποιείται ο ραββινικός Ιουδαϊσμός ως θρησκεία, της οποίας η πρακτική και η πίστη προήλθαν από την μελέτη και την ερμηνεία της Γραφής. Το μοντέλο απεικονίζει τον ραββινικό Ιουδαϊσμό ως μια εξηγητική εξέλιξη μέσα από την ίδια την Γραφή. Το μοντέλο αυτό καθιστά την ανάγνωση και την ερμηνεία της Βίβλου πεμπτουσία της ραββινικής δραστηριότητας. Ο ραββινικός Ιουδαϊσμός εμφανίζεται ως Βιβλο-κεντρικός: η Βίβλος αναγνωσμένη, η Βίβλος μελετώμενη, η Βίβλος ερμηνευόμενη, η Βίβλος σε εφαρμογή.

Όντως, η εικόνα ραββίνων ως αναγνώστες της Βίβλου - οι οποίοι αναπτύσσουν την θρησκεία τους μέσα από την Γραφή - έχει μια ισχυρή διαισθητική αληθοφάνεια, μέσα σε μια κουλτούρα όπου η θρησκεία γίνεται αντιληπτή ως επί το πλείστον με Προτεσταντικούς όρους. Το μοντέλο αυτό «μπλοκάρει» την δυνατότητα να αντιληφθούμε τις ιδιαιτερότητες της ραββινικής κουλτούρας. Το ενδιαφέρον των ραββίνων για την Γραφή δεν είχε κανένα ιδιαίτερο εύρος, και τεράστια τμήματά της – συμπεριλαμβανομένου μεγάλου μέρους της προφητείας και της Δευτερονομικής Ιστορίας – διέλαθαν της ερμηνείας τους… Η Γραφή ούτε καθόριζε την ατζέντα τους, ούτε ήταν το επίκεντρο της ευρέως διαδεδομένης ραββινικής λογοτεχνικής απασχόλησης και φαντασίας. Σημαντικά τμήματα της ραββινικής διδασκαλίας – για παράδειγμα επί βασικών και σημαντικών θεμάτων όπως η τήρηση του Σαββάτου – έχουν λιγοστή Γραφική υποστήριξη. Το σύμπλεγμα των ραββινικά διατεταγμένων πρακτικών – συμπεριλαμβανομένων των περισσοτέρων εντολών για τον χειρισμό της ίδιας της Γραφής – δεν προέρχονται καν από την Γραφή. Η πρώτιστη μέριμνα του ραββινικού Ιουδαϊσμού ήταν η επεξεργασία και η διύλιση του ίδιου του συστήματός του. Η σύνδεση του συστήματος στην Γραφή ήταν δευτερεύουσας σημασίας. Είναι συνεπώς παραπλανητικό το να περιγράφεται ο ραββινικός Ιουδαϊσμός κυρίως ως συνέπεια μιας εξηγητικής διαδικασίας, ή ως οργανικό ξεδίπλωμα της Γραφής· αντιθέτως, ο ραββινικός Ιουδαϊσμός ξεκίνησε ως έργο μιας μικρής, φιλόδοξης και ομοιογενούς ομάδας ψευτο-ιερέων. Κατά τον 3ο αιώνα μ.Χ., οι ραββίνοι διατύπωσαν την εικόνα που είχαν για τον εαυτόν τους, μέσα στην ιδεολογία της προφορικής Τορά, η οποία υποστήριζε πως ένα ευρύτατο σώμα διδασκαλιών και πρακτικών – Halakha (το οποίο ΔΕΝ συμπεριλαμβανόταν μέσα στην Γραφή), είχε δοθεί από τον Θεό, και, μέσω του Μωυσή, ΜΟΝΟ στο ραββινικό καθεστώς.» (Jacob Neusner στο «Rabbinic Judaism», με την συνεισφορά του William Scott Green, σελ.31-34)

O Green ορίζει το 70 μ.Χ. ως αρχή του Ιουδαϊσμού: «Βοηθά να θυμόμαστε πως ο αρχικός καταλύτης του ραββινικού Ιουδαϊσμού δεν ήταν ούτε η ένταξη του εβραϊκού Ευαγγελίου σε Κανόνα, ούτε η προσεκτική ανάγνωση της Γραφής, αλλά ο θάνατος του δεύτερου Ναού». (Rabbinic Judaism, σελ.33)

Το Ταλμούδ, λοιπόν - ξεκινώντας από το Μίσναχ - είναι η κύρια Γραφή της θρησκείας του Ιουδαϊσμού. 

 

Σελ.89-90 του βιβλίου: «Στον Ιουδαϊσμό, η Τορά, ή τα πρώτα πέντε βιβλία της Γραφής, είναι αυτό που λέει το Ταλμούδ πως είναι, διότι το Ταλμούδ χρησιμοποιείται στην εκπαίδευση των Ραββίνων, και όχι η Γραφή… Τώρα ας δούμε μερικές από τις διαφορές…..»

 

Οι ίδιοι οι μεγάλοι, αείμνηστοι Φαρισαϊκοί σοφοί το όρισαν αυτό με θέσπισμα, μέσα στο Ταλμούδ. Μέσα από εδάφια του Ταλμούδ προέρχονται τρεις προτάσεις του ραββίνου Σιμόν Μπεν Γιοχάϊ (Simeon Ben Yohai), ένας από τους πιο σεβαστούς Ταλμουδικούς σοφούς, του οποίου η υποτιθέμενη τοποθεσία ταφής στο Ισραηλινό Κράτος είναι η σκηνή ενός τεράστιου, μαζικού, ετήσιου προσκυνήματος.

Άποψη της αγίας πόλεως Αφέθ και του τάφου του Ραββίνου Μπεν Γιοχάϊ

Ο Δάσκαλος του Ταλμούδ Γιοχάϊ γράφει: 

Α. Αυτός που ασχολείται με την Γραφή, αποκτά αξία που δεν είναι αξία.

Β. Αυτός που ασχολείται με το Μίσναχ, αποκτά αξία, για την οποία οι άνθρωποι λαμβάνουν αμοιβή.

Γ. Αυτός που ασχολείται με το Ταλμούδ - - δεν υπάρχει μεγαλύτερη πηγή αξίας από αυτό.  (εικόνα από το βιβλίο)

Σελ.89 του βιβλίου: «Από το ίδιο το Ταλμούδ, στο εδάφιο Shabbat 15c και το Bava Metzia 33a βρίσκουμε αυτές τις τρεις γνώμες του Ραββίνου Σιμεών Μπεν Γιοχάϊ..»

Όπως συνηθίζεται σήμερα να λένε «Ποιο μέρος του ΟΧΙ δεν κατάλαβες;», ρωτάμε αντίστοιχα, ποιο μέρος της πιο πάνω, άμεμπτης δήλωσης μέσα από το υπέρτατο, «άγιο βιβλίο» του Ιουδαϊσμού δεν το καταλαβαίνουν οι εθνικοί και οι Χριστιανοί;

Η μελέτη της Παλαιάς Διαθήκης (αναφερόμενη ως «Γραφή») κακολογείται πέρα για πέρα, εκτός αν ιδωθεί μέσα από το διαστρεβλωτικό πρίσμα του Ταλμούδ. Αυτό είχε πει ο Ιησούς Χριστός στο Κατά Μάρκον Κεφ.7, για την προφορική παράδοση που έγινε Ταλμούδ όταν της δόθηκε γραπτή μορφή: πως καθιστά την Βίβλο «ανενεργή».  Ο Ιουδαϊσμός είναι η θρησκεία της παράδοσης των Πρεσβυτέρων και ο μηδενισμός της Παλαιάς Διαθήκης – ακριβώς όπως το δήλωσε ο Ιησούς Χριστός.  Και όμως τα τολμηρά λόγια της αλήθειας που είπε, είναι τόσο «πολιτικά λάθος» στην Ιουδαϊκή εποχή μας, ώστε «για τον φόβο των Ιουδαίων», κάθε «κολοτούμπα» πρέπει να καθοδηγείται από αυτούς που σήμερα δηλώνουν οπαδοί του, προκειμένου να μηδενίσουν τα προειδοποιητικά λόγια του Ίδιου του Χριστού περί ακύρωσης, και προκειμένου να συμμορφωθούν στο σιδηρούν δόγμα πως οι πιστοί στον Ιουδαϊσμό είναι «οι άνθρωποι του Βιβλίου». Και όντως είναι. Όμως το «Βιβλίο» εκείνο δεν είναι οι γραφές της Παλαιάς Διαθήκης – είναι μάλλον το Βαβυλωνιακό Ταλμούδ.

Τώρα ίσως ρωτήσει ο αναγνώστης περί των ρολών με τα τυλιγμένα χειρόγραφα της Τορά που τα περιφέρουν μέσα στις συναγωγές με τόσο ακραία ευλάβεια. Ε, και; Κάθε ειδωλολάτρης ευλαβείται την δική του στήλη τοτέμ· η λατρεία όμως ενός νεκρού πράγματος δεν του δίνει ζωή. Τα ακρωτηριασμένα χειρόγραφα Σεφαρδ της Τορά που τα περιφέρουν στις παγανιστικές τελετές των συναγωγών δεν περιέχουν καθόλου φωνήεντα. Τα χειρόγραφα που είναι τυλιγμένα πάνω στα ρολά έχουν συντεθεί εξ ολοκλήρου από σύμφωνα. Οπότε, αυτά τα χειρόγραφα είναι σχεδόν εντελώς δυσανάγνωστα και ουσιαστικά δεν έχουν νόημα. Τα ευλαβούνται οι παγανιστές αυτοί Ιουδαίοι, ως άγια λείψανα ψεύτικων θεών, σε ένα παιχνίδι αντικατάστασης.

Ο Γιαχβέ κατέστρεψε τον Ναό και απέσυρε τα Άγια των Αγίων, όταν σχίσθηκε το καταπέτασμα στα δύο κατά την Σταύρωση του Χριστού.  Δεν είχαν κάπου – Βιβλικά, αυθεντικά – πλέον να στραφούν, παρά μόνο προς τον Ιησού Χριστό. Όμως Τον αρνήθηκαν. Και μέσα στην διαστροφή τους, εφηύραν την θρησκεία του Ιουδαϊσμού και καθιέρωσαν την ειδωλολατρία των … ρολών, ως υποκατάστατο του Ναού και τα Άγια των Αγίων….

 

Δημιουργία αρχείου: 14-8-2019.

Τελευταία μορφοποίηση: 14-8-2019.

ΕΠΑΝΩ