Περιεχόμενα

 

Οι Καιροί των Εθνών Αναθεωρημένοι

©  Carl Olof Jonsson, Göteborg, Sweden

 

Παράρτημα 3ο

Χρονολογικοί πίνακες που καλύπτουν τα 70 χρόνια


Οι ακόλουθοι πίνακες έχουν διαμορφωθεί για να διευκολύνουν μιαν εξέταση των επιχειρημάτων που εκτίθενται στο βιβλίο αυτό. Τα Βαβυλωνιακά και τα Περσικά έτη βασιλείας με αφετηρία και κατάληξη το μήνα Νισάν, καθώς  και τα Ιουδαϊκά έτη βασιλείας που άρχιζαν και έληγαν στο μήνα Τισρί, τοποθετούνται παράλληλα προς το Γρηγοριανό ημερολόγιο που εμείς χρησιμοποιούμε. Επίσης, λήφθηκαν με συνέπεια υπόψη τόσο τα Βαβυλωνιακά έτη ενθρόνισης όσο και το Ιουδαϊκό σύστημα χωρίς έτη ενθρόνισης. Κατευθυντήρια αρχή μας υπήρξε το να παίρνουμε τα έτη που αναφέρει η Βίβλος όπως ακριβώς δίνονται, αν δεν υποδηλώνεται βέβαια κάτι διαφορετικό από τα συμφραζόμενα. Μια λεπτομερειακή μελέτη των πινάκων θα δείξει πως οι διαφορετικές βιβλικές χρονολογίες εναρμονίζονται με φυσικό τρόπο η μια με την άλλη, καθώς και με τα Βαβυλωνιακά χρονικά. Λίγα σημεία απαιτούν ειδικά σχόλια:

 

1. Ο θάνατος του Ιωσία στη Μεγιδδώ το Καλοκαίρι του 609 π.Χ. (Β’ ΒΑΣΙΛΕΩΝ 23/κγ: 29)

Υπήρξε αντικείμενο συζήτησης το εάν ο θάνατος του Ιωσία έλαβε χώρα το 609 ή το 608 π.Χ.,[1] ιδιαίτερα επειδή μερικοί χρονολόγοι δεν εφάρμοσαν το σύστημα χωρίς έτη ενθρόνισης σ’ αυτή την περίοδο. Το ερώτημα αυτό έχει τώρα απαντηθεί, εφόσον το νέο χρονικό Β.Μ 22047 (που εκδόθηκε από τον Βάισμαν το 1956) δείχνει πως η μάχη στη Μεγιδδώ πρέπει να έλαβε χώρα το καλοκαίρι του 609, στη διάρκεια της εκστρατείας του Φαραώ-Νεχαώ στον Ευφράτη για να βοηθήσει τον Ασσουρμπαλίτ να επανακυριεύσει τη Χαρράν. Αυτή η ανεπιτυχής προσπάθεια έλαβε χώρα ανάμεσα στους μήνες Ταμμούζ και Ελούλ (γύρω στην περίοδο Ιουλίου – Σεπτεμβρίου) στο δέκατο έβδομο έτος της βασιλείας του Ναβοπολασσάρ (609-608 π.Χ) σύμφωνα με το χρονικό αυτό.[2] Εφόσον ο αυγυπτιακός στρατός χρειαζόταν σχεδόν ένα μήνα για να βαδίσει από τη Μεγιδδώ στον Ευφράτη, η μάχη της Μεγιδδώ και ο θάνατος του Ιωσία έλαβαν χώρα νωρίς το καλοκαίρι του 609 π.Χ.[3] Όπως μπορεί να δει κανείς από τους πίνακες, αυτή η χρονολογία συμφωνεί καλά με τον ιουδαϊκό υπολογισμό ετών βασιλείας με βάση το μήνα Τισρί.

 

2. Η τρίμηνη βασιλεία του Ιωάχαζ και η διαδοχή του Ιωακείμ

Μετά από το θάνατο του Ιωσία, οι Ιουδαίοι κατέστησαν βασιλιά στην Ιερουσαλήμ τον Ιωάχαζ, γιο του Ιωσία. (Β’ Χρον. λς’ 1) Μετά από μόνο τρεις μήνες βασιλείας, ο Φαραώ-Νεχαώ, επιστρέφοντας από τον Ευφράτη, καθαίρεσε τον Ιωάχαζ και έβαλε στο θρόνο τής Ιερουσαλήμ τον Ιωακείμ. Από τότε και ύστερα, ο Ιούδας ήταν υποτελής στην Αίγυπτο. Εφόσον η αιγυπτιο-ασσυριακή προσπάθεια, να ανακαταληφθεί  η Χαρράν, έληξε το μήνα Ελούλ (Αύγουστο-Σεπτέμβριο), η δε αιγυπτιακή επιστροφή από τη Χαρράν στην Ιερουσαλήμ απαίτησε σχεδόν ένα μήνα, η καθαίρεση του Ιωάχαζ και η ενθρόνιση του Ιωακείμ πρέπει να επιτελέστηκαν τον επόμενο μήνα, τον Τισρί (Σεπτέμβριο –Οκτώβριο). Σύμφωνα, λοιπόν, με το ιουδαϊκό σύστημα μη υπολογισμού έτους ενθρόνισης, το πρώτο έτος του Ιωακείμ θα πρέπει να υπολογίζεται από την 1η του Τισρί του 609 π.Χ. Έτσι, οι τρεις μήνες της βασιλείας του Ιωάχαζ συμπεριλήφθηκαν προφανώς στα τριάντα ένα έτη της βασιλείας του Ιωσία – αντί να υπολογισθούν σαν ξεχωριστό έτος βασιλείας. (Παρόμοιος τρόπος επίσης χρησιμοποιήθηκε και για τους τρεις μήνες βασιλείας του Ιωαχείν, που αποτέλεσαν μέρος του πρώτου έτους της βασιλείας του Σεδεκία).

 

3. Πρώτο έτος του Σεδεκία,  598-597 π.Χ.

Όπως δείξαμε στο ‘Παράρτημα Β’, το Βαβυλωνιακό χρονικό Β.Μ 21946 τοποθετεί την καθαίρεση του Ιωαχείν από το θρόνο, τη δεύτερη μέρα του μήνα Αδάρ, του έβδομου έτους της βασιλείας του Ναβουχοδονόσορα – που αντιστοιχεί στις 16 Μαρτίου του 597, κατά το Ιουλιανό ημερολόγιο. Μετά ο Σεδεκίας διορίστηκε βασιλιάς. Ακολουθώντας το σύστημα χωρίς έτος ενθρόνισης, συμπεραίνουμε πως το πρώτο έτος της βασιλείας του Σεδεκία υπολογίσθηκε από τον Τισρί του 597 π.Χ. Το πρώτο έτος της βασιλείας του Σεδεκία ήταν το ίδιο με το πρώτο έτος της εξορίας του Ιωαχείν – γεγονός που μπορεί να το δει κανείς από μια σύγκριση του Ιεζεκιήλ κδ’ 1,2 με το Β’ Βασιλέων κδ’ 20 και κε’ 1. Αυτό είναι εντελώς φυσικό, εφόσον οι τρεις μήνες της βασιλείας του Ιωαχείν άρχισαν μετά από το μήνα Τισρί, του 598 π.Χ. Κατά συνέπεια το πρώτο έτος της βασιλείας του θα είχε υπολογιστεί από την πρώτη του Τισρί του 598, αν δεν είχε απομακρυνθεί από το θρόνο. Τώρα, οι τρεις μήνες του θα συμπεριλαμβάνονταν στο πρώτο έτος της βασιλείας του Σεδεκία.

 

4. Η προφητεία του Ανανία, Ιούλιος - Αύγουστος 594 π.Χ. (Ιερ. 28/κη: 1)

Σύμφωνα με το Βαβυλωνιακό Χρονικό, στο δέκατο έτος του Ναβουχοδονόσορα, ξέσπασε μια ανταρσία στο στράτευμα του, από το μήνα Χισλεύ ως το μήνα Θεβέτ (γύρω στο Νοέμβριο του 595 – Ιανουάριο 594 π.Χ.)[4] Αν αυτή η ανταρσία στάθηκε η  αφορμή για τα σχέδια εξέγερσης που έκαναν οι Ιουδαίοι εξόριστοι – τα οποία, όπως διαφαίνεται στα κεφάλαια κζ’-κθ’ του Ιερεμία, εξαπλώθηκαν μέχρι και τον Ιούδα-αυτά πρέπει να καταστρώθηκαν αμέσως μετά από τη βαβυλωνιακή ανταρσία. Η προφητεία του Ανανία τοποθετείται χρονικά στον πέμπτο μήνα του τέταρτου έτους του Σεδεκία. Κατά συνέπεια, ο πέμπτος μήνας (Αβ) πρέπει να συνέπεσε στον Ιούλιο- Αύγουστο του 594 π.Χ., λίγους μήνες αφότου ο Ναβουχοδονόσωρ συνέτριψε την ανταρσία. Ένα βλέμμα στον πίνακα δείχνει πως ο πέμπτος μήνας του τέταρτου έτους του Σεδεκία πραγματικά έπεσε στον Ιούλιο – Αύγουστο του 594 π.Χ., έτσι υποδηλώνεται πως το χρονολογικό σύστημα που παρουσιάζεται στους πίνακες είναι σωστό.

 

5. Η προφητεία της Ιερουσαλήμ, 589 – 587 π.Χ.

Υπήρξε αντικείμενο συζητήσεων το αν η πολιορκία διάρκεσε δεκαοκτώ μήνες ή δυόμισι περίπου χρόνια.[5] Αν το βασιλικό έτος οριστεί με αφετηρία και λήξη το μήνα Νισάν, η πολιορκία διάρκεσε δεκαοκτώ μήνες (συγκρίνατε Β’ Βασ. κδ’ 20, κε’ 1, Ιερεμ. νβ’ 3,4 και Ιεζεκ. κδ’ 1,2 με Β’ Βασ. κε’ 2-4, Ιερεμ. λθ’ 1-3 και Ιεζεκ. λγ’ 21). Όμως, αυτό συγκρούεται με τη δήλωση του εδαφίου Ιεζεκιήλ λγ’ 21 που αναφέρει πως ‘διασεσωσμένος τις εξ Ιερουσαλήμ ήλθε προς εμέ (τον Ιεζεκιήλ), εν τω δωδεκάτω έτει της αιχμαλωσίας ημών, εν τω δεκάτω μηνί, τη πέμπτη του μηνός, λέγων, Ηλώθη η πόλις’. Αυτό θα σήμαινε πως ο άνθρωπος αυτός, που διασώθηκε, έφθασε στον Ιεζεκιήλ με το μήνυμα πως αλώθηκε η πόλη από τους Βαβυλώνιους περίπου ενάμισι έτος μετά από την καταστροφή της Ιερουσαλήμ. Κάτι τέτοιο είναι απίθανο. Κατά συνέπεια, συχνά προβάλλεται το επιχείρημα πως το εδάφιο Ιεζεκιήλ λγ’ 21 αρχικά ανέγραφε ‘…ενδεκάτω έτει…’ – το οποίο υποστηρίζεται από τη Συριακή Μετάφραση, την Ελληνική Μετάφραση των Ο’ και λίγα Εβραϊκά χειρόγραφα.[6] Αν όμως εφαρμοστεί χρονολογικός υπολογισμός που ορίζει το βασιλικό έτος με αφετηρία και λήξη το μήνα Τισρί, μπορεί να διατηρηθεί η καλά επιβεβαιωμένη ανάγνωση ‘…δωδεκάτω έτει…’, οπότε ο διασωσμένος εκείνος έφθασε στον Ιεζεκιήλ έξι περίπου μήνες μετά από την κυρίευση της Ιερουσαλήμ, πράγμα που φαίνεται πιο φυσικό. Επιπλέον, από αυτόν τον υπολογισμό, δείχνεται πως η πολιορκία διάρκεσε περίπου δυόμισι χρόνια, αντί δεκαοκτώ μήνες.

 

6. Το τριακοστό έβδομο έτος της εξορίας του Ιωαχείν, 562-561 π.Χ.

Στα εδάφια Ιερεμίας νβ’ 31, Β’ Βασιλέων κε’ 27, το τριακοστό έβδομο έτος του Ιωαχείν ταυτίζεται με το έτος ενθρόνισης του Ευείλ-Μερωδάχ. Εδώ έχουμε μια θαυμάσια επιβεβαίωση του συμπεράσματος πως οι Ιουδαίοι βασιλείς όριζαν το βασιλικό έτος τους με αφετηρία και λήξη το μήνα Τισρί. Ο Ευείλ-Μερωδάχ ενθρονίστηκε το φθινόπωρο του 562 π.Χ., το δε έτος ενθρόνισης του έληξε το μήνα Νισάν του 561 π.Χ. Η απελευθέρωση του Ιωαχείν έλαβε χώρα το δωδέκατο μήνα του έτους ενθρόνισης του Ευείλ-Μερωδάχ (Ιερ. νβ’ 31), την εικοστή τέταρτη μέρα του μήνα. Αυτό αντιστοιχεί στο μήνα Μάρτιο του έτους 561 π.Χ. Αν στην εξορία του Ιωαχείν εφαρμοσθεί χρονολογισμός ετών οριζομένων με αφετηρία και λήξη το μήνα Νισάν, το τριακοστό έτος του δε μπορεί να υπολογισθεί από το Νισάν του 561 π.Χ., καθόσον ο μήνας αυτός ήρθε μετά από την αποφυλάκιση του. Αν πάλι, το τριακοστό έβδομο της εξορίας του χρονολογηθεί από το μήνα Νισάν του 562 π.Χ., ώστε να υπάρχει συγχρονισμός με το έτος ενθρόνισης του Ευείλ-Μερωδάχ, τότε σαν πρώτο έτος της εξορίας του πρέπει να ορισθεί το έτος από το Νισάν του 598 ως το Νισάν του 597 π.Χ. Εφόσον η εκτόπιση του έλαβε χώρα γύρω στην 1η του Νισάν του 597 π.Χ (Β’ Βασιλ. κδ’ 10-17, Β’ Χρον. λς’ 10 και Β.Μ 21946:11-13), αυτό θα σήμαινε πως το πρώτο έτος της εξορίας του έπεσε σχεδόν ένα χρόνο πριν να εξορισθεί! Αφού, όμως, αυτό είναι αδύνατο, τα έτη της εξορίας του πρέπει να υπολογίζονται με αφετηρία και λήξη το μήνα Τισρί.

 

7. Χρονολογικοί πίνακες όλων των γεγονότων

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Edwin R. Thiele, The Mysterious Numbers of the Hebrew Kings (Chicago: University of Chicago Press,1951), σελ.158-165.

2. D.J.Wiseman, Chronicles of the Chaldean Kings( London: Τrustees of the British Museum), σελ.63 Βλ. επίσης το άρθρο του Hayin Tadmor, Chronology of the last Kings of Juda (Xρονολογία των Τελευταίων Βασιλέων του Ιούδα) στοJournal of Near Eastern Studies (Περιοδικό των Σπουδών της Εγγύς Ανατολής), Τομ. ΧV, 1956, σελ. 228.

3. A. Malamat, The Twilight og Juda: Ιn the Egyptian – Babylonian Maelstrom (Το Λυκόφως του Ιούδα: Στην Αιγπτο – Βαβυλωνική Δίνη) που δημοσιεύθηκε στο παράρτημα της Ventus Testamentum, (Leiden:E.J.Brill, 1975), Toμ.ΧXVVIII, σελ. 125, υποσημείωση 5.

4. Wiseman, σελ. 73.

5. ‘Τhe Nations Shall Know that I Am Jehovah’  - How? Το βιβλίο αυτό, στις σελίδες 285-287 επιχειρηματολογεί υπέρ μιας πολιορκίας δεκαοχτώ μηνών.

6. Οπ. παρ., σελ. 286.
 

Περιεχόμενα

Δημιουργία αρχείου: 15-3-2006.

Τελευταία ενημέρωση: 22-3-2006.

Πάνω