Ελληνικός Παρατηρητής της Εταιρίας Σκοπιά

Μια συνεργασία της

Ορθόδοξης Ομάδας Δογματικής Έρευνας

Μελέτες και Αγία Γραφή

Γιατί ο Χριστός δεν μετέστρεψε τον Ιούδα; || Ο θάνατος του Ιούδα και ο αγρός του Κεραμέα

Κοινώνησε ο Χριστός τον Ιούδα;

Προγνώριζε το Ηθικό ποιόν του; Τι κρύβεται πίσω από την άρνηση τής Σκοπιάς;

Τού Γεωργίου Τσιμπιρίδη

 

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Αγαπητοί αναγνώστες, εις την μελέτη που ακολουθεί, θα γίνει για πρώτη φορά μία προσπάθεια να εμβαθύνουμε σε δύο διδασκαλίες τής Εταιρίας Σκοπιά, που αφορούν το πρόσωπο τού Ιούδα. Οι Μάρτυρες τού Ιεχωβά αρνούνται ΚΑΙ την μετοχή τού Ιούδα εις την Θεία Κοινωνία (ή κατά την ορολογία τους, την μετοχή του εις τα εμβλήματα τής Αναμνήσεως), αλλά ΚΑΙ το ότι ο Χριστός ήξερε εξ αρχής τής κλήσεως τού Ιούδα εις το Αποστολικό αξίωμα, το ηθικό του ποιον. Θα γίνει λοιπόν, για πρώτη φορά, όπως προείπαμε, μία εις βάθος απόπειρα αναλύσεως τών ανωτέρω διδασκαλιών, για να διαπιστώσουμε τι τελικά είναι αυτό που η Σκοπιά, αρνούμενη τις ανωτέρω αλήθειες, αποκρύπτει από τούς αναγνώστες και ακολούθους της.

Εκ τών προτέρων θέλουμε να διευκρινήσουμε, ότι με την παρούσα μελέτη διατυπώνεται μία νέα πρωτότυπος ερμηνεία, όσον αφορά εις το περιστατικό και τον διάλογο που διημείφθη μεταξύ Χριστού και Ιούδα, κατά την διάρκεια τού Μυστικού Δείπνου. Περιστατικό που τονίζουμε, ότι δεν αποτελεί δόγμα τής Εκκλησίας. Δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα ιστορικό γεγονός το οποίο, εις την παρούσα μελέτη, εξετάζεται υπό άλλο πρίσμα. 

 

ΠΕΡΙ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ ΚΑΙ ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ ΑΥΤΗΣ

Εις το σημείο αυτό αισθανόμεθα την ανάγκη να εκφράσουμε ολίγα τινά περί Αγίας Γραφής και ερμηνείας αυτής. Κατά την μελέτη τής Γραφής και τών ερμηνειών και μεταφράσεως αυτής έχουν διαπιστωθεί, ότι εις αυτήν υπάρχουν δυσερμήνευτα χωρία, σταυροί τών ερμηνευτών. Η Γραφή είναι απλό αλλά και ταυτοχρόνως βαθύ, εύκολο αλλά και συγχρόνως δύσκολο βιβλίο. Ομοιάζει προς την θάλασσα, η οποία έχει επιφάνεια, όπου ευκόλως δύναται κάποιος να κολυμβά, αλλά έχει και βάθος, όπου μόνον δεινοί δύτες δύνανται να καταδύονται. Επιπόλαιοι και αδαείς, όπως είναι οι πλείστοι τών ετεροδόξων, περιερχομένων ανά τας αγυάς και ρύμας «ποιήσαι έναν προσύλητον» (ΜΑΤΘ. ΚΓ:15), αυτοί μόνο νομίζουν ότι η Γραφή είναι εύκολο βιβλίο, και ότι είναι τού παντός να ερμηνεύει αυτήν.

Υπάρχει δε εις την Γραφή χωρίο, το ΓΑΛ. Γ:20, τού οποίου ηριθμήθησαν υπέρ τις 400 ερμηνείες! Ό,τι ο Απόστολος Πέτρος είπε για τις Επιστολές τού Αποστόλου Παύλου, ότι εις αυτές υπάρχουν «δυσνόητα τινά» (Β΄ ΠΕΤΡ. Γ:16), ισχύει γενικώτερον περί τής Αγίας Γραφής. Και οι Πατέρες διαπιστώνουν, ότι η Γραφή έχει δυσερμήνευτα χωρία και είναι άβυσσος ζητημάτων. Δια τούτο και οι Πατέρες, ενώ εις τα δόγματα τής πίστεως είναι σύμφωνοι, εις την ερμηνείαν πολλών χωρίων κατά το μάλλον ή ήττον διαφέρουν. Οι ερμηνείες των είναι ευσεβείς, αλλ’ όχι όλες επιτυχείς. Οι Πατέρες, και ιδίως ο Ιερός Χρυσόστομος, ο πρύτανις τών ερμηνευτών, ηρμήνευσαν ορθώς το μέγιστον μέρος τής Γραφής. Άφησαν δε μέρος ανερμήνευτον, για να έχουν την χαρά τής ερεύνης και τής ανακαλύψεως θείων νοημάτων οι ζηλωτές τού ιερού κειμένου τού Θεού μέχρι τής Δευτέρας Παρουσίας. Η Αγία Γραφή είναι μεταλλείον ανεξάντλητον.

Φρονούμε δε, ότι η δυσχέρεια ως προς την κατανόηση τής Βίβλου είναι και σκόπιμος. Νομίζουμε δηλαδή, ότι σκοπίμως ο Θεός, δια τών ιερών συγγραφέων, διετύπωσε το ιερόν Του κείμενο κατά τοιούτον τρόπο, ώστε να μην είναι ευκόλως κατανοητό εν πάσι και τοις πάσι. Και τούτο για να μην περιφρονείται, αλλά να ταπεινώνει τα ανθρώπινα πνεύματα, τα οποία ρέπουν προς την υπερηφάνεια, και ν’ αναγκάζει τούς καλοπροαιρέτους και αξίους τής αληθείας να επικαλούνται τον θείο φωτισμό προς εύρεσιν αυτής, να ερευνούν, να γυμνάζονται εις την έρευνα και να ωφελούνται πνευματικώς. Επιπλέον δε και να δοξάζονται οι αγράμματοι συγγραφείς τής Αγίας Γραφής, οι γεωργοί, οι βοσκοί και οι αλιείς, διότι αυτοί, δια τών συγγραμμάτων των, περιπλέκουν τούς σοφούς τής γης και τών αιώνων και προκαλούν εις αυτούς ίλιγγο. Περιττόν δε να είπωμεν, ότι η Αγία Γραφή είναι επίσης εν πολλοίς δυσνόητος, διότι περιέχει υψηλά πνευματικά νοήματα, εις τούς σαρκικούς απρόσιτα, προσιτά δε εις τούς πνευματικούς. «Πνευματικοίς πνευματικά ανακρίνοντες», λέγει ο Απόστολος (Α΄ ΚΟΡ. Β:13).

Ίσως δε τινες εκ τών αναγνωστών, μελετώντες κάποιες εργασίες μας, θεωρήσουν, ότι οι νέες ερμηνείες που προσφέρουμε εις δύσκολα σημεία και χωρία τής Γραφής, συνιστούν δήθεν ανευλάβεια προς τούς Πατέρες. Εκ προοιμίου λοιπόν, λέγομεν, ότι ανευλάβεια προς τούς Πατέρες και εκτροπή εκ τής Ορθοδοξίας, θα ήτο η διατύπωση ερμηνείας όχι απλώς νέας, αλλά αντιθέτου προς την πίστιν τών Πατέρων και τα δόγματα τής Εκκλησίας. Τοιαύτη όμως ερμηνεία ουδέποτε διετυπώσαμε, ουδέ διενοήθημεν ποτέ την ελαχιστοτάτη παρέκκλιση εκ τών γραμμών τής Ορθοδοξίας.

Όλες οι ερμηνείες, τις οποίες διατυπώνουμε εις τις μελέτες ημών, εις τις ήδη εκδοθείσες αλλά και με την χάρη τού Θεού εις τις μέλλουσες, ευρίσκονται εντός τού Πατερικού και Ορθοδόξου πνεύματος, και ουδεμία προσβάλλει την πίστη τών Πατέρων. Οι ημέτερες ερμηνείες διαφέρουν Πατερικών ερμηνειών ως προς άλλα πράγματα, όχι ως προς την πίστη. Άλλωστε και Πατερικές ερμηνείες εις δύσκολα χωρία τής Γραφής διαφέρουν μεταξύ των. Αλλιώς ερμηνεύει ούτος ο πατήρ δυσνόητο χωρίο τής Γραφής και αλλιώς έτερος πατήρ. Αλλά και ο αυτός πατήρ το αυτό δυσνόητον χωρίον τής Γραφής, είναι δυνατόν να ερμηνεύει αλλιώς τώρα και αλλιώς ύστερα, αναθεωρών την πρώτην ερμηνεία. Η έρευνα τού Βιβλίου τού Θεού και η προσπάθεια προς καλλιτέραν εξήγησή του εις δυσνόητα χωρία, όχι μόνον δεν προσβάλλει τούς Πατέρες, αλλά και προκαλεί την χαρά και την αγαλλίασή των εν τοις ουρανοίς.

Μετά λοιπόν τις απαραίτητες διευκρινήσεις, με την χάρη τού Θεού, αρχίζουμε την μελέτη μας όσον αφορά τον Ιούδα και το τι διδασκαλίες εξάγονται εκ τής Γραφής όσον αφορά εις το πρόσωπόν του και την στάση τού Χριστού απέναντί του. Παρακαλούμε τούς αναγνώστες, που τυχόν διαβάσουν την συγκεκριμένη μελέτη και ανήκουν εις τον ‘πιστό και φρόνιμο δούλο’, να εμβαθύνουν μετά προσοχής εις την επιχειρηματολογία που αναπτύσσουμε και να έχουν υπ’ όψιν τους, ότι η παρούσα μελέτη ΔΕΝ προέρχεται από κάποιον αποστάτη, εφόσον ποτέ δεν υπήρξαμε ακόλουθοι τού συγκεκριμένουδούλου’.

Βεβαίως δεν φρονούμε, ότι έχουμε το αλάθητο. Ουδέν άτομον έχει το αλάθητο, αλλ’ η Εκκλησία, ήτις είναι ‘στύλος και εδραίωμα τής αληθείας (Α΄ ΤΙΜ: Γ:15). Άλλωστε, δεν είναι υπερηφάνεια, αλλά πίστη, ευγνωμοσύνη προς τον Κύριον το να λέγει τις, ότι ανακαλύπτει τι εκ τής Γραφής, όπως άλλος ανακαλύπτει εκ τής φύσεως. ‘Το Πνεύμα μη σβέννυτε", λέγει ο απόστολος (Α΄ ΘΕΣ. Ε:19). Έχοντας λοιπόν την συνείδηση, ότι με την παρούσα μελέτη προσφέρουμε μία νέαν πρωτότυπον ερμηνεία επί τού συγκεκριμένου περιστατικού τού Μυστικού Δείπνου, παραδίδουμε τούτην εις την κρίση όσων κρίνουν άνευ επιπολαιότητος και εις την αγάπην όσων αγαπούν τον Ιησού Χριστό, τον λόγο του και τούς εκ ζήλου ερευνητάς τού λόγου Του.

Είτι ορθόν εν τη μελέτη ταύτη, αποδοτέον τω Θεώ, όστις έδωκε τον νουν και ‘διανοίγει τον νουν τού συνιέναι τας γραφάς (ΛΟΥΚ. ΚΔ:45). Είτι εσφαλμένον, αποδοτέον τη ανθρωπίνη ατελεία. Το τέλειον απόκειται εις το μέλλον (Α΄ ΚΟΡ. ΙΓ: 9-10). Ευχόμεθα δε και ευελπιστούμε, όπως η ερμηνευτική αυτή προσπάθεια γίνει αφορμή προς καλλιτέραν έρευνα, ερμηνεία και μετάφραση τού ιερού κειμένου τού Θεού.

 

Η ΑΠΟΨΗ ΤΗΣ ΣΚΟΠΙΑΣ ΠΕΡΙ ΙΟΥΔΑ ΚΑΙ ΜΥΣΤΙΚΟΥ ΔΕΙΠΝΟΥ

«Όταν πήρε στα χέρια του το ποτήρι τού οίνου τής Αναμνήσεως, είπε στους ένδεκα πιστούς αποστόλους του: «Πίετε εξ αυτού πάντες· διότι τούτο είναι το αίμα μου το τής καινής διαθήκης, το υπέρ πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών.» (Ματθ. 26:27, 28) (Σκοπιά 15.02.1980, σελ.22)

«Σχετικά με το Πασχάλιο δείπνο, ο Ιησούς είχε διώξει τον προδότη μαθητή, τον Ιούδα τον Ισκαριώτη. Έτσι τα λόγια του Ιησού δεν εφαρμόζοντο σ’ αυτόν τον άπιστο μαθητή όταν είπε στους 11 απομείναντες μαθητές: ‘Δεν θέλω πίει εις το εξής εκ τούτου τού γεννήματος τής αμπέλου έως τής ημέρας εκείνης, όταν πίνω αυτό νέον μεθ’ υμών εν τη βασιλεία τού Πατρός μου.’ (Ματθ. 26:29(Σκοπιά 01.04.1981, σελ.9-10)

Η Σκοπιά, εις τα ανωτέρω κείμενα, πληροφορεί τούς αναγνώστες της, ότι ο Χριστός ετέλεσε την Ανάμνηση με τούς ένδεκα μόνον μαθητές, απώντος δηλαδή τού Ιούδα! Το κυριώτερο Γραφικό χωρίο που προβάλλει η Σκοπιά για να στηρίξει την απουσία τού Ιούδα είναι το εξής:

«...και μετά το ψωμίον τότε εισήλθεν εις εκείνον ο σατανάς. Λέγει ουν αυτώ ο Ιησούς· ό ποιείς, ποίησον τάχιον. 28. Τούτο δε ουδείς έγνω τών ανακειμένων προς τι είπεν αυτώ· 29. τινές γαρ εδόκουν, επεί το γλωσσόκομον είχεν ο Ιούδας, ότι λέγει αυτώ ο Ιησούς, αγόρασον ών χρείαν έχομεν εις την εορτήν, ή τοις πτωχοίς ίνα τι δω. 30. Λαβών ουν το ψωμίον εκείνος ευθέως εξήλθεν· ήν δε νυξ» (ΙΩΑΝ. ΙΓ:27-30)

«Αφού δε πήρε το ψωμί, τότε μπήκε μέσα του ο Σατανάς. Τού λέγει δε ο Ιησούς: ‘Ό,τι σκοπεύεις να κάνεις, κάνε το γρήγορα’. 28. Αλλά αυτό κανείς από τούς συνδαιτυμόνες δεν κατάλαβε γιατί τού το είπε. 29. Μερικοί δε νόμιζαν, επειδή ο Ιούδας κρατούσε το ταμείο, ότι ο Ιησούς τού λέγει, ‘Αγόρασε αυτά, που χρειαζόμαστε για την εορτή’, ή για να δώσει κάτι εις τους πτωχούς. 30. Αφού δε εκείνος πήρε το ψωμί, αμέσως ανεχώρησε. Ήταν δε νύχτα».

Σχολιάζοντας τα ανωτέρω χωρία η Σκοπιά λέγει τα εξής έχοντας εμείς υπογραμμίσει ορισμένες βασικές έννοιες:

«Ο Ιησούς λέει τώρα στον Ιούδα: ‘Ό,τι έχεις να κάνεις, κάν’ το πιο γρήγορα’. Κανείς άλλος από τούς αποστόλους δεν καταλαβαίνει τι εννοεί ο Ιησούς. Μερικοί φαντάζονται ότι, εφόσον ο Ιούδας κρατάει το κουτί με τα χρήματα, ο Ιησούς τού λέει, ‘Αγόρασε τα πράγματα που χρειαζόμαστε για τη γιορτή’, ή ότι θα έπρεπε να πάει να δώσει κάτι στους φτωχούς. Αφού φεύγει ο Ιούδας, ο Ιησούς εγκαινιάζει μια εντελώς καινούρια γιορτή ή επέτειο με τους πιστούς του αποστόλους.» (Σκοπιά 01.07.1990, σελ.8).

«Τη νύχτα τής 14ης Νισάν τού 33 Κ.Χ., ο Ιησούς γιόρτασε το Πάσχα με τους 12 αποστόλους του. Εφόσον γνώριζε ότι αυτό θα ήταν το τελευταίο του γεύμα μαζί τους και ότι σύντομα θα πέθαινε στα χέρια τών εχθρών του, ο Ιησούς επωφελήθηκε από την περίσταση για να εξηγήσει πολλά σπουδαία ζητήματα στους πλησιέστερους μαθητές του.—Ιωάννης 13:1–17:26. Τότε ήταν που ο Ιησούς, αφού πρώτα έδιωξε τον Ιούδα τον Ισκαριώτη, εγκαινίασε τη μοναδική ετήσια θρησκευτική γιορτή την οποία έχουν λάβει εντολή να τηρούν οι Χριστιανοί—την Ανάμνηση τού θανάτου του.» (Σκοπιά 01.02.1998, σελ.8)

«Επίσης, μια σύγκριση τών εδαφίων Ιωάννης 13:21-30 με τα εδάφια Ματθαίος 26:20-29 δείχνει ότι ο Ιούδας πρέπει να είχε φύγει από το δωμάτιο πριν ο Ιησούς θεσπίσει το Δείπνο τού Κυρίου. Αυτό είναι λογικό, γιατί ο Ιησούς σίγουρα δεν θα έκανε ‘διαθήκη για μια βασιλεία’ με τον προδότη του. (Λουκάς 22:29, ΜΝΚ) Στο έργο τού Ομπεραμεργκάου όμως, ο Ιούδας είναι παρών στο Δείπνο του Κυρίου» (Ξύπνα 22.04.1990, σελ.16).

«Προτού ακόμη αρχίσει το δείπνο της Ανάμνησης, αποπέμφθηκε ο προδότης Ιούδας ενώ, σύμφωνα με το υπόμνημα, «ήταν νύχτα». (Ιωα 13:30)» (Ενόραση, τόμ.Α΄, σελ.707).

Όπως διαπιστώνουμε από τις ανωτέρω παραπομπές, η Σκοπιά, δίχως την προσκόμιση ενός αποδεικτικού στοιχείου, εξαιρεί τον Ιούδα από την μετοχή εις την Θεία Ευχαριστία. Και το ότι η Σκοπιά αδυνατεί να προσκομίσει έστω ένα αποδεικτικό στοιχείο, φαίνεται από την τελευταία παραπομπή τού Ξύπνα, εις την οποία φαίνεται ξεκάθαρα η αβεβαιότητα τής Οργανώσεως επί τού συγκεκριμένου γεγονότος, αβεβαιότητα που προδίδει η λέξη ‘πρέπει’. ‘Ο Ιούδας πρέπει να είχε φύγει’ διότι ‘ο Ιησούς σίγουρα δεν θα έκανε ‘διαθήκη για μια βασιλεία’ με τον προδότη του’. Θαυμάστε λογική Σκοπιάς. Βέβαια, όσοι ασχολούνται κι ερευνούν τα πιστεύω και τα δόγματα τής Σκοπιάς δεν θα πρέπει να απορούν με την ‘λογική’ τής Σκοπιάς, διότι ΚΑΙ αυτό το πιστεύω υπάγεται εις το περίφημο ‘ευαγγέλιο’ τού Μπρούκλιν, το οποίο ουδεμία σχέση έχει με το Ευαγγέλιο τού Χριστού.

Το συγκεκριμένο δε Ξύπνα, φθάνει εις το αυθαίρετο συμπέρασμα τής απουσίας τού Ιούδα, κάνοντας σύγκριση τών παραλλήλων περικοπών Ματθαίου και Ιωάννου. Αγαπητοί Μάρτυρες τού Ιεχωβά, όσοι τυχαίνει να διαβάζετε αυτή την στιγμή την παρούσα μελέτη, επικεντρώστε λίγο την προσοχή σας εις το τι μάς λέγει αυτή τη στιγμή η Σκοπιά. Μάς λέγει, ότι έκανε σύγκριση τών δύο αντιστοίχων αναφορών Ματθαίου- Ιωάννου και κατέληξε εις το συμπέρασμα τής απουσίας τού Ιούδα εκ τού δείπνου, δίχως να προσκομίζει έστω ένα αποδεικτικό στοιχείο. Εκτός από την αναφορά εις το δικό της δόγμα (‘ο Ιησούς σίγουρα δεν θα έκανε ‘διαθήκη για μια βασιλεία’ με τον προδότη του), το οποίο ίσως θεωρεί και το μοναδικό αποδεικτικό στοιχείο για να στηρίξει την απουσία τού Ιούδα, δεν έχει να δώσει εις τούς αναγνώστες κάτι διαφορετικό. Εμείς, λοιπόν, προέβημεν εις την συγκεκριμένη σύγκριση, τα συμπεράσματα τής οποίας θα τα διαβάσετε κατωτέρω.

 

ΕΝ ΠΑΡΑΛΛΗΛΩ ΕΞΕΤΑΣΗ ΜΑΤΘΑΙΟΥ ΚΑΙ ΙΩΑΝΝΟΥ.

Μήπως το συγκεκριμένο Ξύπνα, αναμένει από τούς ίδιους τούς αναγνώστες, να ‘μαντέψουν’ τον συλλογισμό που έκανε προκειμένου να φθάσει εις το συμπέρασμα τής απουσίας τού Ιούδα; Ε, λοιπόν, ας κάνουμε κι εμείς μία προσπάθεια να ‘μαντέψουμε’ τι ακριβώς συλλογισμό έκανε το Ξύπνα κι έβγαλε το συγκεκριμένο συμπέρασμα. Ο Ματθαίος, λοιπόν, (με δικές μας υπογραμμίσεις) αναφέρει τα εξής:

«Οψίας δε γενομένης ανέκειτο μετά τών δώδεκα. 21. Και εσθιόντων αυτών είπεν· αμήν λέγω υμίν ότι εις εξ υμών παραδώσει με. 22. Και λυπούμενοι σφόδρα ήρξατο λέγειν αυτώ έκαστος αυτών· μήτι εγώ ειμί, Κύριε; 23. Ο δε αποκριθείς είπεν· ο εμβάψας μετ’ εμού εν τω τριβλίω την χείρα, ούτος με παραδώσει. 24. Ο μεν υιός τού ανθρώπου υπάγει καθώς γέγραπται περί αυτού· ουαί δε τω ανθρώπω εκείνω δι’ ού ο υιός τού ανθρώπου παραδίδοται· καλόν ην αυτώ ει ουκ εγεννήθη ο άνθρωπος εκείνος. 25. Αποκριθείς δε Ιούδας ο παραδιδούς αυτόν είπε· μήτι εγώ ειμί ραββί; Λέγει αυτώ· συ είπας. 26. Εσθιόντων δε αυτών λαβών ο Ιησούς τον άρτον και ευχαριστήσας...» (ΜΑΤΘ. ΚΣΤ:20-26).

«Όταν δε βράδυασε, καθόταν εις το τραπέζι μαζί με τούς δώδεκα. 21. Και ενώ έτρωγαν είπε: ‘Αληθινά σάς λέγω, ότι ένας από εσάς θα με παραδώσει’. 22. Λυπήθηκαν δε βαθύτατα και άρχισαν καθένας απ’ αυτούς να τού λέγουν: ‘Μήπως είμαι εγώ Κύριε;’. 23. Εκείνος δε αποκρίθηκε και είπε: ‘Αυτός που βούτηξε μαζί μου στο πιάτο το χέρι, αυτός θα με παραδώσει’». 24. Ο Υιός τού ανθρώπου βαδίζει βεβαίως προς τον θάνατο όπως είναι γραμμένο γι’ αυτόν. Αλλ’ αλλοίμονο εις τον άνθρωπο εκείνο, που θα παραδώσει τον Υιό τού ανθρώπου. Συνέφερε εις αυτόν να μην είχε γεννηθεί. 25. Μίλησε τότε ο Ιούδας, που θα τον παρέδιδε, και είπε: ‘Μήπως είμαι εγώ, διδάσκαλε;’. Τού λέγει: ‘Το είπες εσύ’. 26. Ενώ δε έτρωγαν, ο Ιησούς πήρε τον άρτο, και αφού έκαμε ευχαριστήρια προσευχή...».

Εις δε την παράλληλη με αυτήν αφήγηση ο Ιωάννης λέγει τα εξής:

«Ταύτα ειπών ο Ιησούς εταράχθη τω πνεύματι, και εμαρτύρησε και είπεν· αμήν αμήν λέγω υμίν ότι είς εξ υμών παραδώσει με. 22. Έβλεπον ουν εις αλλήλους οι μαθηταί, απορούμενοι περί τίνος λέγει. 23. Ην δε ανακείμενος είς εκ τών μαθητών εν τω κόλπω τού Ιησού, ον ηγάπα ο Ιησούς· 24. νεύει ουν τούτω Σίμων Πέτρος πυθέσθαι τις αν είη περί ού λέγει. 25. Επιπεσών δε εκείνος επί το στήθος τού Ιησού λέγει αυτώ·. Κύριε, τις εστίν; 26. Απεκρίνεται ο Ιησούς· εκείνος εστίν ώ εγώ εμβάψας το ψωμίον επιδώσω, και εμβάψας το ψωμίον δίδωσιν Ιούδα Σίμωνος Ισκαριώτη. 27. Και μετά το ψωμίον τότε εισήλθεν εις εκείνον ο σατανάς. Λέγει ουν αυτώ ο Ιησούς· ό ποιείς ποίησον τάχιον...30. Λαβών ουν το ψωμίον εκείνος ευθέως εξήλθεν· ήν δε νύξ» (ΙΩΑΝ. ΙΓ:21-27,30)

«Αυτά είπε ο Ιησούς, και ταράχθηκε εις το πνεύμα και μίλησε έντονα και είπε: Αληθινά αληθινά σάς λέγω, ότι ένας από εσάς θα με προδώσει’. 22. Τότε οι μαθητές κοίταζαν ο ένας τον άλλον απορώντας για ποιον ομιλεί. 23. Ένας δε από τούς μαθητές του, τον οποίον ο Ιησούς αγαπούσε ιδιαιτέρως, ήταν γερμένος κοντά εις το στήθος τού Ιησού. 24. Ο δε Σίμων Πέτρος τού κάνει νεύμα για να ρωτήσει, ποιος άραγε είναι αυτός, για τον οποίον ομιλεί. 25. Εκείνος τότε έγειρε επάνω εις το στήθος τού Ιησού, και τού λέγει: ‘Κύριε, ποιος είναι;’. 26. Απεκρίνεται ο Ιησούς: ‘Εκείνος είναι, εις τον οποίον εγώ θα δώσω αυτό το κομμάτι το ψωμί, αφού το βουτήξω εις τον ζωμό’. Και αφού βούτηξε εις τον ζωμό το ψωμί, το δίδει εις τον Ιούδα, τον υιό τού Σίμωνος, τον Ισκαριώτη. 27. Αφού δε πήρε το ψωμί, τότε μπήκε μέσα του ο Σατανάς. Τού λέγει δε ο Ιησούς: ‘Ό,τι σκοπεύεις να κάνεις, κάνε το γρήγορα’... 30. Αφού δε εκείνος πήρε το ψωμί, αμέσως ανεχώρησε. Ήταν δε νύχτα».

Με βάση λοιπόν τα ανωτέρω πιστεύουμε, ότι η Σκοπιά έχει κάνει τον εξής συλλογισμό: Βρίσκει, ότι και εις τα δύο κείμενα αναφέρεται το περιστατικό με το ψωμί και τον ζωμό, τα ταυτίζει ως ένα και το αυτό περιστατικό, οπότε μετά από αυτό ακολουθεί η έξοδος τού Ιούδα εκ τού υπερώου («Λαβών ουν το ψωμίον εκείνος ευθέως εξήλθεν· ΙΩΑΝ. ΙΓ:30) και κατόπιν η τέλεση τής αναμνήσεως («Αποκριθείς δε Ιούδας ο παραδιδούς αυτόν είπε· μήτι εγώ ειμί ραββί; Λέγει αυτώ· συ είπας. Εσθιόντων δε αυτών λαβών ο Ιησούς τον άρτον και ευχαριστήσας...» ΜΑΤΘ. ΚΣΤ:25-26)! Θεωρεί δηλαδή η Σκοπιά ότι ΚΑΙ εις τον Ματθαίο συνέβη το αυτό που συνέβη και εις τον Ιωάννη. Μετά δηλαδή τον διάλογο τού Χριστού με τον Ιούδα, ο τελευταίος απεχώρησε!

 

ΟΙ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΤΩΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΩΝ ΜΑΤΘΑΙΟΥ - ΙΩΑΝΝΟΥ

Ωραίο το σκεπτικό τής Σκοπιάς αλλά μάλλον εσφαλμένο, διότι όπως θα προσέξατε, δια τής υπογραμμίσεως που έχουμε κάνει εις τις παραπομπές και τών δύο Ευαγγελιστών, καθ’ ημάς πρόκειται για ΔΥΟ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ, κι όχι για ένα και το αυτό, όπως θεωρεί η Σκοπιά (αλλά και πολλοί ερμηνευτές). Ακολουθούν οι διαφορές που έχουμε επισημάνει:

1η) Εις μεν το ένα περιστατικό ο Ιούδας βουτάει και αυτός το χέρι του μαζί με τον Χριστό εις τον ζωμό («...ο εμβάψας μετ’ εμού εν τω τριβλίω την χείρα, ούτος με παραδώσει» ΜΑΤΘ. ΚΣΤ: 23), εις δε το έτερο μόνον ο Χριστός βουτάει το ψωμί εις τον ζωμό και το δίδει ο ίδιος εις τον Ιούδα! («εκείνος εστίν ώ εγώ εμβάψας το ψωμίον επιδώσω, και εμβάψας το ψωμίον δίδωσιν Ιούδα Σίμωνος Ισκαριώτη» ΙΩΑΝ. ΙΓ:26).

2η) Εις μεν την μία περίπτωση, μετά τον ζωμό ακολουθεί διάλογος τού Χριστού μετά τού Ιούδα, χωρίς να αποκαλύπτει ο Θεάνθρωπος ποιος τελικά είναι ο προδότης, («Αποκριθείς δε Ιούδας ο παραδιδούς αυτόν είπε· μήτι εγώ ειμί ραββί; Λέγει αυτώ· συ είπας» ΜΑΤΘ. ΚΣΤ:25) [«Πάντες οι Ευαγγελισταί (ΜΑΤΘ. ΚΣΤ:21, ΜΑΡΚ. ΙΔ:18, ΛΟΥΚ. ΚΒ:21) συμφωνούν, ότι η σαφής αυτή προαναγγελία τής προδοσίας εγένετο το πρώτον κατά τον Μυστικόν Δείπνον και ότι και εν ταύτη δεν απεκαλύφθη ρητώς το όνομα τού προδότου», Παναγιώτου Τρεμπέλα, Υπόμνημα εις το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, έκδ.1990, σελ.492]. Διότι όπως η ερώτηση τού Ιούδα «μήτι εγώ ειμί ραββί;», κατά μίαν ερμηνεία, ειπώθηκε κατ’ ιδίαν εις τον Ιησού, έτσι και η απάντηση τού Χριστού ‘συ είπας’ ειπώθηκε εις τον Ιούδα κατ’ ιδίαν, χωρίς να ακουσθεί από τούς άλλους μαθητές, κι αυτό διότι κατά πάσαν πιθανότητα εκάθητο εξ αριστερών τού Ιησού και ηδύνατο να ομιλεί εις Αυτόν κατ’ ιδίαν, χωρίς τα τής συνδιαλέξεως να ακούωνται υπό τών άλλων μαθητών (ένθ' ανωτ. σελ. 493), και έτσι δεν προεκλήθη μανιώδης οργή τών άλλων μαθητών κατά τού Ιούδα, και δι’ αυτού τού τρόπου τού εδόθη νέα ευκαιρία μετανοίας. Εις δε την ετέραν περίπτωση, αυτή που περιγράφει ο Ιωάννης, μετά τον ζωμό, ακολουθεί η αποκάλυψη τού ‘παραδιδόντως αυτόν’ δια τής παραδόσεως τού ψωμίου εις τον Ιούδα, με αποτέλεσμα να ακολουθήσει η άμεσος, άνευ τινός διαλόγου Χριστού – Ιούδα, αποχώρησις τού τελευταίου εκ τού υπερώουΚαι μετά το ψωμίον τότε εισήλθεν εις εκείνον ο σατανάς. Λέγει ουν αυτώ ο Ιησούς· ό ποιείς ποίησον τάχιον...Λαβών ουν το ψωμίον εκείνος ευθέως εξήλθεν· ήν δε νύξ» ΙΩΑΝ. ΙΓ:27,30).

Κατά δε την ετέραν ερμηνεία, ως προς το ‘συ είπας’, η απάντηση τού Ιησού, την οποίαν ήκουσαν άπαντες οι Μαθητές, αποτελεί αόριστη και αμφίβολη επιβεβαίωση, που αφήνει το πράγμα συνεσκιασμένο. Θα ήτο ακατανόητο εάν ο Χριστός απαντούσε με απλή και σαφή βεβαίωση. Τέτοια βεβαίωση, που θα εγένετο ενώπιον πάντων τών μαθητών, θα προκαλούσε έκρηξη μανιώδους οργής κατά τού Ιούδα, και ίσως για κάποιον τουλάχιστον χρόνο θα ματαίωνε την σχεδιαζόμενη προδοσία. Δια τής αμφιβόλου βεβαιώσεως ‘συ είπας’, εις μεν τον Ιούδα εδίδοντο νύξεις που τον βεβαιώνουν, ότι η σχεδιαζόμενη προδοσία ήτο γνωστή εις τον Διδάσκαλο, εις δε τούς μαθητές εδημιουργείτο αβεβαιότητα περί τού τι σήμαινε η απάντηση, και έτσι εδίδετο και πάλι εις τον Ιούδα η ευκαιρία να αναχαιτισθεί, χωρίς συγχρόνως και να εκτεθεί. [(Παναγιώτου Τρεμπέλα, Υπόμνημα εις το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, έκδ.1951, σελ. 476). Περισσότερα για τον εβραϊκό ιδιωματισμό τού Χριστού ‘συ είπας’ και ‘συ λέγεις’ δύναται ο αναγνώστης να εύρη εις την μελέτη μας: «Είναι ‘ο Υιός τού Θεού’ Θεός Αληθινός; Ποία η έννοια τής ονομασίας ‘ο Υιός τού Θεού’;» και συγκεκριμένα εις την παράγραφο Ο Χριστός ενώπιον τού Αρχιερέως Ιωσήφ Καϊάφα].

3η) Εις την διήγηση τού Ματθαίου, μετά την ρήση τού Χριστού «εις εξ υμών παραδώσει με», οι Μαθητές «ήρξατο λέγειν αυτώ έκαστος αυτών· μήτι εγώ ειμί, Κύριε;», απευθύνθησαν δηλαδή εις τον Ιησού προκειμένου να τούς φανερώσει τον προδότη (πρβλ. και ΜΑΡΚ. ΙΔ:19), ενώ εις την διήγηση τού Ιωάννου «Έβλεπον ουν εις αλλήλους οι μαθηταί, απορούμενοι περί τίνος λέγει» δηλαδή οι Μαθητές κοίταζαν ο ένας τον άλλον απορώντας για ποιον ομιλεί.

4η) Εις την διήγηση τού Ματθαίου, αλλά και τών υπολοίπων συνοπτικών (ΜΑΡΚ. ΙΔ:21, ΛΟΥΚ. ΚΒ:22), μετά την αποκάλυψη τού Χριστού περί επικείμενης προδοσίας «είς εξ υμών παραδώσει με», ακολουθεί το ουαί τού Χριστού, ποία δηλαδή θα ήτο η κατάληξη τού προδότου, ρήση που απουσιάζει παντελώς από την διήγηση τού Ιωάννου!

Να λοιπόν, αγαπητοί αναγνώστες, τα συμπεράσματα που εξάγονται μετά την σύγκριση τών δύο Ευαγγελιστών που περιγράφουν τα διαδραματισθέντα επί τού Μυστικού Δείπνου. Ο Ιούδας, δηλαδή, δεν απεχώρησε μετά τήν βάπτιση τού ψωμίου εις τον ζωμό, εφόσον δεν τον απεκάλυψε εκείνη την στιγμή ο Χριστός. Ο Ιούδας παρέμεινε εις την τελετή τής Αναμνήσεως που ακολούθησε, μετέλαβε τού σώματος και αίματος τού Χριστού (όπως εμφανώς αναφέρει ΚΑΙ ο Ευαγγελιστής Λουκάς (ΚΒ:21) αλλά ΚΑΙ οι μεγάλοι ερμηνευτές τής Γραφής Ιερός Χρυσόστομος, Οικουμένιος, Ιωάννης Δαμασκηνός, Θεοδώρητος, Θεοφύλακτος Αρχιεπίσκοπος Βουλγαρίας, την μαρτυρία τών οποίων θα παραθέσουμε παρακάτω), και μετά το πέρας τής Αναμνήσεως, επιδοθέντος υπό τού Ιησού εις αυτόν το ψωμίον, ευθέως εξήλθε εκ τού υπερώου να τελέσει τα τής προδοσίας.

Αγαπητοί Μάρτυρες τού Ιεχωβά, αυτή την στιγμή γεννάται ένα ερώτημα: Γιατί η Σκοπιά προτείνει να γίνει σύγκριση ΜΟΝΟ με το Ευαγγέλιο τού Ματθαίου και δεν προτείνει - προτρέπει τούς αναγνώστες της να κάνουν σύγκριση ΚΑΙ με το Ευαγγέλιο τού Λουκά, εις το οποίο είναι ηλίου φαεινώτερον, ότι ο Ιούδας είναι ΠΑΡΩΝ εις την Ανάμνηση; Γιατί η Σκοπιά το αποσιωπά αυτό; Αυτό, λοιπόν, που η Σκοπιά αποσιωπά εις τούς αναγνώστες της, εμείς θα το αναλύσουμε λεπτομερώς και θα αποδείξουμε, μέσα από το ίδιο το κείμενο που υποτίθεται ότι πιστεύει η Οργάνωση, ότι ο Ιούδας ήτο ΠΑΡΩΝ, και αναμένουμε οι Μάρτυρες τού Ιεχωβά να λάβουν θέση και να αντικρούσουν την επιχειρηματολογία μας.

 

ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΕΝΟΤΗΤΟΣ ΛΟΥΚ. ΚΒ:14-28.

Το ότι ο Ιούδας ήτο ΠΑΡΩΝ εις την Θεία Κοινωνία κι ότι ο Χριστός μετέδωσε το ίδιο Του το σώμα και το ίδιο Του το αίμα, ακόμη και εις αυτόν τον μελλοντικό Του προδότη, φαίνεται ξεκάθαρα εις την ενότηα τού κατά ΛΟΥΚ. ΚΒ: 14-21 «Και ότε εγένετο η ώρα, ανέπεσε, και οι δώδεκα απόστολοι συν αυτώ».

Εκ τών προτέρων λοιπόν απαντούμε εις την ένστασιν αυτών που θα βιαστούν να είπουν, ότι η λέξις ‘δώδεκα’ δεν αναγράφεται εις κάποιους κώδικες, άρα δικαίως εμείς εις την Μετάφρασιν Νέου Κόσμου δεν την αναφέρουμε, τα εξής α) Οι Ευαγγελιστές Ματθαίος και Μάρκος μνημονεύουν ξεκάθαρα ότι ‘ανακείμενοι’ εις το δείπνο ήσαν και οι δώδεκα μαθητές (ΜΑΤΘ. ΚΣΤ΄20, ΜΑΡΚ. ΙΔ:17-18) και β) η συνάφεια τού κειμένου δικαιώνει, για ακόμη μία φορά, το Εκκλησιαστικό κείμενο, το κείμενο τής εκκλησιαστικής παραδόσεως, το οποίο δεν έχει την εξαλλοσύνην και αποκρουστικότητα τού λεγομένου κριτικού κειμένου. Η Εκκλησία δεν είναι μόνον ο φύλαξ και εγγυητής τής Πίστεως, αλλά και τής Γραφής. (πρβλ. Α΄ ΤΙΜ. Γ:15 «...εκκλησία Θεού ζώντος, στύλος και εδραίωμα τής αληθείας».)

Ο Χριστός, εις την συγκεκριμένη ενότητα τού Λουκά (ΚΒ: 14-21), αφού κοινωνάει τούς Μαθητές Του (στίχ. 19-20), εις τον στίχ. 21 λέγει τα εξής: «πλην ιδού η χειρ τού παραδιδόντος με μετ’ εμού επί τής τραπέζης», εννοείται ‘εστί’! Τι εννοεί εδώ ο Χριστός αγαπητοί ακόλουθοι τού ‘πιστού και φρονίμου δούλου’; Μήπως ότι είχε φύγει ο Ιούδας και ξέχασε....το χέρι του επί τής τραπέζης ή ότι ήτο ο ίδιος παρών εκεί ακόμη και μετά το πέρας τής Θείας Κοινωνίας; Αγαπητοί αναγνώστες, θέλετε να ακούσετε με ποίον τρόπο προσπαθούν απεγνωσμένα οι Μάρτυρες τού Ιεχωβά να συμμαζέψουν τα ασυμμάζευτα τής Σκοπιάς, όσον αφορά τον παρόντα σκόπελο; Σε διάλογο που διεξήγαμε μαζί τους επικαλέστηκαν το επιχείρημα, ότι επειδή ο Λουκάς δεν υπάγεται εις τον στενό κύκλο τών Δώδεκα Μαθητών τού Ιησού, κι επειδή ήτο απών εκ τού Δείπνου, ενδέχεται η χρονική σειρά τών γεγονότων που περιγράφει να μην είναι η συγκεκριμένη!!! Προσβάλλουν δηλαδή την αξιοπιστία και θεοπνευστία τού συγγραφέως αρκεί να ‘βγει λάδι’ η Σκοπιά!

Όσοι λοιπόν ακόλουθοι τού ‘πιστού και φρονίμου δούλου’ θελήσουν να υπεραμυνθούν τού τελευταίου και να δικαιολογήσουν την παρούσα ρήση τού Λουκά ως ‘εμβόλιμη’, ή ως ‘ετεροχρονισμένη’, ή ως ‘σχήμα πρωθύστερο’, εκ τών προτέρων τούς ενημερώνουμε, ότι θα πρέπει να εύρουν ικανήν επιχειρηματολογία και να εξηγήσουν αυτό το ‘πλην’ με το οποίο αρχίζει το χωρίο, το οποίο εν προκειμένω σημαίνει ‘αλλά’. Εννοούμε δηλαδή, ότι εάν το χωρίο ήτο εμβόλιμο και δεν είχε λογική συνάφεια προς τα προηγούμενα, δεν θα άρχιζε με το ‘πλην’. Αυτό δε το ‘πλην’ δηλώνει, ότι αποδίδει μίαν αντίθεση εννοιών, που υφίσταται μεταξύ αυτού και τού προηγηθέντος χωρίου. Εν προκειμένω δηλαδή είναι ως να λέγει ο Χριστός: «Εγώ δεν διαμελίζω και διανέμω Εαυτόν υπέρ ΠΑΝΤΩΝ υμών; (‘τούτό εστί το σώμα μου το υπέρ διδόμενον...τούτο το ποτήριον η Καινή Διαθήκη εν τω αίματί μου, το υπέρ υμών εκχυνόμενον...’, στίχ.19-20). Αλλά να, υπάρχει κι ένας προδότης μεταξύ υμών, συνδαιτημόνας μου»! (Πρβλ. ο τρώγων μετ’ εμού τον άρτον επήρεν επ’ εμέ την πτέρνα αυτού», ΙΩΑΝ. ΙΓ:18, δηλαδή «ο συνδαιτημόνας μου, σήκωσε εναντίον μου την πτέρνα του, με κλώτσησε»).

Η παρούσα υπό έρευνα περίπτωση, θυμίζει εντόνως την εξής ρήση τού Χριστού, που αναλύουμε εις άλλο σημείο τής μελέτης μας: «Απεκρίθη αυτοίς ο Ιησούς· ουκ εγώ υμάς τούς δώδεκα εξελεξάμην; Και εξ υμών εις διάβολός εστιν. 71. Έλεγε δε τον Ιούδαν Σίμωνος Ισκαριώτην· ούτος γαρ έμελλεν αυτόν παραδιδόναι, είς ων εκ τών δώδεκα.» (ΙΩΑΝ. ΣΤ: 70-71)

«Είπε σ’ αυτούς ο Ιησούς: ‘Εγώ δεν εξέλεξα εσάς τούς δώδεκα; Και όμως από εσάς ένας είναι διάβολος. 71. Εννοούσε δε τον Ιούδα, τον υιό τού Σίμωνος, τον Ισκαριώτη. Διότι αυτός έμελλε να τον παραδώσει, αν και ήταν ένας από τούς δώδεκα».

Ένα από χωρία επίσης που επικαλούνται οι Μάρτυρες τού Ιεχωβά, προκειμένου να δικαιωθούν ως προς την μη συμμετοχή τού Ιούδα εις την Ανάμνηση, είναι και το ΛΟΥΚ. ΚΒ: 28 «Υμείς δε εστε οι διαμεμενηκότες μετ’ εμού εν τοις πειρασμοίς μου», δηλαδή «Εσείς δε είστε εκείνοι που μείνατε μαζί μου στις δοκιμασίες μου». Η Σκοπιά λοιπόν ισχυρίζεται, ότι εις αυτή τη χρονική στιγμή ο Ιούδας έχει εξέλθει: «Ο μονογενής Γιος τού Ιεχωβά ήταν παρών. Το ίδιο και 11. άνθρωποι που είχαν παραμείνει προσκολλημένοι σε εκείνον κατά τις δοκιμασίες του”. (Λουκάς 22:28) Ήταν Πέμπτη βράδυ, 31 Μαρτίου τού 33 Κ.Χ., και η πανσέληνος πιθανότατα κοσμούσε τούς ουρανούς πάνω από την Ιερουσαλήμ. Ο Ιησούς Χριστός και οι απόστολοί του είχαν μόλις ολοκληρώσει τον εορτασμό τού Πάσχα. Ο προδότης Ιούδας Ισκαριώτης είχε αποπεμφθεί, αλλά δεν είχε έρθει ακόμη η ώρα για να φύγουν οι υπόλοιποι. Γιατί; Επειδή ο Ιησούς επρόκειτο να κάνει κάτι που είχε τεράστια σημασία. Τι ήταν αυτό;» (Σκοπιά 15.02.2003, σελ.12),

«Καθώς προχωρούσε η βραδιά, ο Ιησούς είπε στους 11. που απέμειναν: «Εσείς είστε που έχετε παραμείνει προσκολλημένοι σε εμένα κατά τις δοκιμασίες μου· και εγώ κάνω διαθήκη με εσάς, όπως ο Πατέρας μου έχει κάνει διαθήκη με εμένα, για μια βασιλεία, για να τρώτε και να πίνετε στο τραπέζι μου στη βασιλεία μου και να καθήσετε σε θρόνους για να κρίνετε τις δώδεκα φυλές τού Ισραήλ». (Σκοπιά 01.02.2005, σελ.12).

Εις την Σκοπιά, λοιπόν, για πολλοστή φορά διαβάζουμε, ότι όταν ο Χριστός είπε «Υμείς δε εστε οι διαμεμενηκότες μετ’ εμού εν τοις πειρασμοίς μου» (ΛΟΥΚ. ΚΒ:28) ο Ιούδας είχε αποπεμφθεί. Γεννάται όμως ένα ερώτημα: Γιατί δεν ενημερώνει τούς αναγνώστες, εις ποίον ακριβώς σημείο απεχώρησε ο Ιούδας; Διότι εάν έχει φύγει ο Ιούδας αυτό πρέπει να έχει γίνει μεταξύ τών στίχ.22–27, εφόσον εμφανώς μνημονεύεται εις τον στίχ.21 «πλην ιδού η χειρ τού παραδιδόντος με μετ’ εμού επί τής τραπέζης». Το πλέον δε λογικό σημείο που θα ηδύνατο να υπονοηθεί κάτι τέτοιο, είναι το σημείο μετά τον στίχ.23, εις τον οποίον ολοκληρώνεται η περιγραφή τής απορίας που εξέφρασαν οι Μαθητές, περί τού ποίος ήτο ο μελλοντικός προδότης, και προ τής ενάρξεως τού στίχ.24 «Εγένετο δε φιλονικία εν αυτοίς...» εις τον οποίον φαίνεται ότι ο Ευαγγελιστής ξεκινάει την περιγραφή νέου περιστατικού που διεδραματίσθη εις τον Δείπνο.

Γιατί λοιπόν η Σκοπιά δεν ενημερώνει τούς αναγνώστες, εφόσον πιστεύει ότι ο Ιούδας απεχώρησε εκ τού υπερώου, εις ποίο ακριβώς χρονικό σημείο έλαβε χώρα η αποχώρησή του, κατά την διήγηση τού Ευαγγελιστού Λουκά; Μήπως διότι, εις όποιο χρονικό σημείο και να τοποθετήσει την αποχώρηση τού Ιούδα, αυτή ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΩΣ ΕΓΙΝΕ ΜΕΤΑ τον στίχ.21 και άρα κατά συνέπεια ΜΕΤΑ τον στίχ.20 εις τον οποίον περιγράφεται η κοινωνία μετά τού αίματος τού Ιησού, και το πέρας τής Αναμνήσεως; «Ωσαύτως και το ποτήριον μετά το δειπνήσαι λέγων, τούτο το ποτήριον η Καινή Διαθήκη εν τω αίματί μου, το υπέρ υμών εκχυνόμενον»

Ένας δε ακόμη λόγος που μάς προτρέπει να υποψιαστούμε ΔΟΛΟ εκ μέρους τής Σκοπιάς, όσον αφορά εις την αποσιώπιση τού ακριβούς χρονικού εντοπισμού τής αποχωρήσεως τού Ιούδα, φρονούμε ότι είναι και ο εξής: Εις έρευνα που πραγματοποιήσαμε εις το επίμαχο χωρίο ΛΟΥΚ. ΚΒ:21, εις το οποίο εμφανέστατα δηλώνεται η παρουσία τού Ιούδα, ακόμη και μετά ο πέρας τής Θείας Κοινωνίας, κι άρα τής κατά συνέπειαν μετοχής αυτού εις αυτήν, διεπιστώσαμε, ότι η Σκοπιά από το 1950 2011 ΜΟΝΟΝ ΕΙΣ ΕΝΑ ΕΝΤΥΠΟ ΠΟΙΕΙ ΜΝΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟΥ ΧΩΡΙΟΥ!!!

«How reprehensible and terrible, therefore, was the act of Judas Iscariot who sat and ate at the Lord’s table! He that dips his hand with me in the bowl is the one that will betray me.” “But, look! the hand of my betrayer is with me at the table.” Eating at the same table and yet at that time meditating betrayal! Matt. 26:23, Luke 22:21» (Σκοπιά 15.09.1952, σελ.572)

«Συνεπώς πόσο κατακριτέα και φοβερή ήτο η πράξη τού Ιούδα τού Ισκαριώτου ο οποίος έκατσε και έφαγε εις την τράπεζα τού Κυρίου! ‘Ο εμβάψας μετ’ εμού εν τω τριβλίω την χείρα, ούτος με παραδώσει’. ‘Πλην ιδού η χειρ τού παραδιδόντος με μετ’ εμού επί τής τραπέζης’. Έτρωγε εις την ίδια τραπέζα και όμως ταυτοχρόνως εσκέπτετο την προδοσία! Ματθ.26:23, Λουκ. 22:21»

Κι όπως όλοι ευκόλως διαπιστώνουμε, εις το ΜΟΝΑΔΙΚΟ έντυπο τής Σκοπιάς που απαντά το επίμαχο χωρίο, απλή παράθεση γίνεται και μόνο, χωρίς καν ν’ ακολουθεί κάποιος σχολιασμός ή κάποια ανάλυση. Είναι τυχαία όλα τα ανωτέρω; Δεν υποφώσκει κάποια σκοπιμότης από όλες τις παραπάνω ενέργειες;

Μήπως, αγαπητοί Μάρτυρες, εις το σημείο αυτό να κάναμε και μίαν ακόμη σύγκριση με την αντίστοιχη και παράλληλη περικοπή εκ τού κατά ΜΑΤΘ. ΚΣΤ΄ 20 - 29 όπου τα ίδια ακριβώς περιγράφει και εκείνος; Επιπλέον δε ο Ματθαίος αναφέρει και την στιχομυθία που διημείφθη, προ τής Θείας Κοινωνίας, μεταξύ Χριστού και Ιούδα, χωρίς να αναφέρει τίποτε περί αποχωρήσεώς του προ αυτής. Αντιθέτως, μετά την ερώτησιν τού Ιούδα «μήτι εγώ, ραββί;» και την απάντηση τού Ιησού «συ είπας» (στίχ.25) ο Ευαγγελιστής ευθύς αμέσως εις τον επόμενον ακριβώς στίχ.26 αναφέρει ότι ενώ έτρωγαν, ο Ιησούς έλαβε τον άρτον, τον τεμάχισε, τον έδωσε εις τούς Μαθητάς του και είπε: «λάβετε φάγετε, τούτο εστί το σώμα μου. Και λαβών το ποτήριον και ευχαριστήσας έδωκεν αυτοίς λέγων, πίετε εξ αυτού πάντες, τούτο γαρ εστί το αίμα μου το της καινής διαθήκης το περί πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών».

 

ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΜΕΤΟΧΗΣ ΤΟΥ ΙΟΥΔΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ.

Ας διαβάσουμε όμως και την μαρτυρία τών διαπρεπών Πατέρων και Ερμηνευτών τής Γραφής που προανεφέραμε, αρχίζοντας με αυτή τού πρυτάνεως τών ερμηνευτών τής Αγίας Γραφής Ιωάννου Χρυσοστόμου επί τού συγκεκριμένου θέματος, διότι δυστυχώς και αρκετοί εξ ημών τών Ορθοδόξων έχουν την εσφαλμένη εντύπωση, ότι ο Ιούδας δεν κοινώνησε τού αχράντου σώματος και αίματος τού Θεανθρώπου.

«Εσθιόντων γαρ αυτών και πινόντων, φησί, λαβών άρτον, έκλασε και είπε· Τούτό εστι το σώμά μου το υπέρ υμών κλώμενον εις άφεσιν αμαρτιών. Ίσασιν οι μεμυημένοι τα λεγόμενα. Και πάλιν το ποτήριον, λέγων· Τούτό εστι το αίμά μου, το υπέρ πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών. Και παρήν ο Ιούδας, τού Χριστού ταύτα λέγοντος. Τούτό εστι το σώμα, ό επώλησας Ιούδα, τριάκοντα αργυρίων· τούτό εστι το αίμα, υπέρ ού μικρού τα αναιδή σύμφωνα εποίου προς τούς αγνώμονας Φαρισαίους. Ω τής Χριστού φιλανθρωπίας! Ω τής τού Ιούδα παραπληξίας! Ω τής μανίας! ο μεν γαρ επώλησεν αυτόν τριάκοντα δηναρίων· ο Χριστός δε και μετά τούτο ου παραιτήσατο αυτό το αίμα το πραθέν δούναι εις άφεσιν αμαρτιών τω πεπρακότι, ει γε ηθέλησε. Και γαρ παρήν Ιούδας, και μετείχε τής ιεράς τραπέζης. Ώσπερ γαρ τούς πόδας αυτού μετά τών άλλων ένιψε μαθητών, ούτω και τής ιεράς μετέσχε τραπέζης, ίνα μηδεμίαν απολογίαν έχει πρόφασιν, εάν επιμείμη τη πονηρία. Πάντα γαρ τα παρ’ εαυτού επεδείξατο, και εισήνεγκεν· ο δε έμεινε την πονηράν διατηρών γνώμη». (Ιωάννου Χρυσοστόμου, ομιλία α΄ & β΄ εις την προδοσίαν τού Ιούδα, παρ.ε΄, Patrologia Graeca, τόμ.49, στ.380, 389)

«Ανέμνησεν αυτούς τής ιεράς εκείνης και παναγίας νυκτός, εν ή και τω τυπικώ Πάσχα το τέλος επέθηκε, και τού τύπου το αρχέτυπον έδειξε, και τού σωτηρίου μυστηρίου τας θύρας ανέωξε, και ου μόνον τοις ένδεκα αποστόλοις, αλλά και τω προδότη, τού τιμίου μετέδωκε σώματος τε και αίματος. Διδάσκει δε ως αεί τών τής νυκτός εκείνης αγαθών δυνατόν απολαύειν». (Θεοδωρήτου Κύρρου, Ερμηνεία τής Α΄ Επιστολής προς Κορινθίους, κεφ.ΙΑ, παρ.κγ-κε΄, Patrologia Graeca, τόμ.82, 316D-317A)

Ο δε ερμηνευτής Οικουμένιος ερμηνεύοντας τα χωρία Α΄ ΚΟΡ. ΙΑ:24-25 «λάβετε φάγετε· τούτο εστί το σώμα μου το υπέρ υμών κλώμενον· τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν. 25. Ωσαύτως και το ποτήριον μετά το δειπνήσαι λέγων· τούτο το ποτήριον η καινή διαθήκη εστίν εν τω αίματί μου· τούτο ποιείτε, οσάκις αν πίνητε, εις την εμήν ανάμνησιν·» λέγει τα εξής:

«Ο Κύριος ημών κοινής τραπέζης ου μόνον τούς αγίους μαθητάς, αλλά και αυτόν τον προδότην αυτής ηξίωσε, τον εχθρόν, τον παμπόνηρον, και υμείς απαξιούτε συνδειπνείν πένησιν; Και ότι σταυρούσθαι μέλλων, ταύτην ημίν την μυσταγωγίαν εσχάτην παρέδωκεν, αλλ’ υμείς αυτήν διαφθείρετε». (Οικουμενίου Τρίκκης, εις την Α΄ προς Κοριθίους επιστολή, Patrologia Graeca, τόμ.118, 805BC).

Ο δε Θεοφύλακτος ερμηνεύων και αυτός τα αντίστοιχα χωρία τής Α΄ Κορινθίους λέγει τα εξής;

«Αναμνήσθητε, φησίν, ότι ταύτην εσχάτην υμίν δέδωκε την μυσταγωγίαν, και εν αυτή τη νυχτί ή σφάττεσθαι έμελλε, και τον προδότην είχε συνέστιον· και συ απαξιοίς τον αδελφόν; Και εδιδάχθης μεν ευχαριστείν· και γαρ κακείνος ηυχαρίστησε, τύπον ημίν διδούς· ανάξια δε τής ευχαριστίας ποιείς, υβρίζων την Εκκλησίαν, και πεινώντος άλλου, αυτόν μεθύων. Και ο μεν πάσιν είπεν κοινώς, Λάβετε, φάγετε,’ και ταύτα το σώμα αυτού, ό υπέρ πάντων επίσης έκλασε, διδούς εις θάνατον· συ δε προλαμβάνεις εσθίων, και ουδέ τον κοινόν άρτον εις το μέσον τίθης, ουδέ κλας αυτόν, ίνα δοθή πολλοίς, αλλά σαυτώ κατέχεις». (Θεοφυλάκτου Βουλγαρίας, Εξήγησις εις την Α΄ προς Κορινθίους Επιστολή, Patrologia Graeca, τόμ.124, 705AB)

«Μηδείς τοίνυν έστω Ιούδας, μηδείς πονηρίας γέμων, μηδείς έχω ιόν εν τη διανοία, μη εις κατάκρισιν λάβη. Και γαρ τότε μετά το λαβείν την προσφοράν, επέπεσεν τω Ιούδα ο διάβολος· ου τού σώματος καταφρονών τού Δεσποτικού, αλλά τής αναισχυντίας, επιπηδών τού Ιούδα, ίνα μάθωμεν, ότε τοις αναξίως μετέχουσι τών θείων μυστηρίων, τούτοις μάλιστα επιπηδά και επιβαίνει συνεχώς ο διάβολος, ώσπερ τω Ιούδα τότε. Αι γαρ τιμαί τούς αξίους ωφελούσιν» (Ιωάννου Δαμασκηνού, Εις τα Ιερά Παράλληλα, Patrologia Graeca, τόμ.95, 1145C).

«Ότε εκοινώνησεν το έσχατον δείπνον ο Ιούδας κατά την τελευταίαν νύκτα, τών άλλων απάντων ανακειμένων, αυτός προπηδήσας εξήλθεν. Εκείνον μιμούνται και ούτοι οι προ τής εσχάτης αποδησήσαντες. Εκείνος ει μη εξήλθεν, ουν αν εγένετο προδότης» (Ιωάννου Δαμασκηνού, Εις τα Ιερά Παράλληλα, Patrologia Graeca, τόμ.96, 17D)

 

ΤΙ ΚΡΥΒΕΤΑΙ ΠΙΣΩ ΑΠΌ ΤΗΝ ΑΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΣΚΟΠΙΑΣ;

Εάν λοιπόν ο Ιούδας μετέσχε τελικά τού Σώματος και τού Αίματος τού Θεανθρώπου, για ποίον λόγο η Σκοπιά αρνείται αυτό το γεγονός, διαδίδοντας προφορικώς κι εντύπως το αντίθετο; Τι προσπαθεί να κρύψει από τούς ακολούθους της; Τι δεν θέλει οι πιστοί της να πληροφορηθούν; Καθ’ ημάς, ο λόγος που η Σκοπιά εσκεμμένως αποκρύπτει την μετοχή τού Ιούδα εις την Ανάμνηση τού Ιησού, είναι ο εξής:

Εάν η Σκοπία δεχθεί ότι ο Χριστός κοινώνησε ακόμη και τον Ιούδα, αν και ήξερε, όχι μόνον την στιγμήν τού Μυστικού Δείπνου, αλλά ως Παντογνώστης Θεός που ήτο, εξαρχής τής κλήσεώς του εις το Αποστολικόν αξίωμα (όπως θα αποδείξουμε κατωτέρω), ότι αυτός είναι που θα τον προδώσει, αυτό σημαίνει ότι ο Χριστός, δεν αποκόπτει κανέναν από την Εκκλησίαν Του, κι ότι αναμένει έως εσχάτων, έως τελευταίας κυριολεκτικά αναπνοής, εκάστου ημών την μετάνοιάν του και την σωτηρίαν του! Κι αυτή η στάση τού Χριστού, γενικώς έναντι όλων ημών τών αμαρτωλών, αλλά και ειδικώς έναντι τού Ιούδα, κυριολεκτικά σμπαραλίαζει, κατεδαφίζει την θεωρία και την τακτική που τηρεί η Σκοπιά περί αποκοπής τών μελών της, για να κρατηθεί δήθεν καθαρή η Οργάνωση. Εάν ο Χριστός εκράτη κοντά Του, μέχρις τελευταίας κυριολεκτικά στιγμής τον Ιούδα, έναν κλέπτη, φιλάργυρο και διάβολο όπως τον περιγράφει η Γραφή [«κλέπτης ην, και το γλωσσόκομον είχε και τα βαλλόμενα εβάσταζεν» (ΙΩΑΝ. ΙΒ: 6), «Και εξ υμών εις διάβολός εστιν» (ΙΩΑΝ. ΣΤ:70)], με ποιο δικαίωμα η Σκοπιά ΑΠΟΚΟΠΤΕΙ, ΔΙΩΧΝΕΙ, ανθρώπους που αγαπούν τον Θεόν, με την πρόφαση διαφόρων αμαρτημάτων, επειδή δηλαδή υπέπεσαν εις τινά αμαρτήματα;

 

ΠΟΙΟΣ ΕΝ ΤΕΛΕΙ ΜΙΜΕΙΤΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ;

Εις το σημείο δε αυτό, αγαπητοί αναγνώστες, εγείρεται το εξής ερώτημα: Εν προκειμένω, ποιος μιμείται επ’ ακριβώς την στάση κι αντιμετώπιση που ετήρη ο Χριστός έναντι τών αμαρτωλών; Ποιος τελικά μιμείται επ’ ακριβώς την αντιμετώπιση που είχε ο Ιούδας από τον Χριστό, ο Οποίος, έως και την τελευταία κυριολεκτικά στιγμή, τον εκράτη κοντά Του, εις τον στενό κύκλο τών Δώδεκα μαθητών Του, δίνοντας του τόσες ευκαιρίες προς μετάνοια, ακόμη και κοινωνώντας τον, όπως απεδείξαμε ανωτέρω, το Σώμα και το Αίμα Του αν και ήξερε επ’ ακριβώς το ηθικό ποιον του; Η Εταιρία Σκοπιά, ως εξουσίαν έχουσα (πρβλ. ΜΑΤΘ. Ζ:29, ΜΑΡΚ. Α:22) και λαμβάνουσα θέσιν Κριτού, διώχνει και αποκόπτει τούς πιστούς από την ‘εκκλησία’ με την πρόφαση τής διατελέσεως τινών αμαρτημάτων, ή η Ορθόδοξος Εκκλησία η οποία ως στοργική μητέρα, δεν απομακρύνει τα αμαρτωλά ή (πνευματικά) άρρωστα παιδιά από κοντά της, ουδέ αποκόπτει κάποιο μέλος της ό,τι κι αν έχει πράξει αυτό, ούτε εκδίδει καταδικαστικές αποφάσεις, ένεκα διαπράξεως αμαρτημάτων τινών, λαμβάνουσα θέσιν Κριτού; Εν αντιθέσει, όσο αμαρτωλό κι αν είναι κάποιο παιδί της, αναμένει την μετάνοιάν του, ΕΝΤΟΣ τής οικίας της, ήτοι ΕΝΤΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, το αναμένει να επιστρέψει και ζην αυτό (πρβλ ΙΕΖ. ΛΓ:11 «...ου βούλομαι τον θάνατον τού ασεβούς ως το επιστρέψαι τον ασεβή από τής οδού αυτού και ζην αυτόν»).

Όπως μία μάνα όταν αρρωστήσει ένα παιδί της, δεν το διώχνει από το σπίτι με τον φόβο να μην αρρωστήσουν και τα υπόλοιπα, ούτε τού λέγει να φύγει από το σπίτι και να επιστρέψει όταν επανέλθει η υγεία του, αλλά το κρατάει κοντά της, μέσα εις την αγκαλιά της, προσπαθώντας να το ιατρεύσει ΕΝΤΟΣ ΤΗΣ ΟΙΚΙΑΣ ΤΗΣ! Αυτός είναι ο ρόλος τής Εκκλησίας, αγαπητοί Μάρτυρες τού Ιεχωβά, να παίρνει εκ τού κόσμου (πνευματικά) αρρώστους πλείστων ασθενειών, να τούς ιατρεύει και να τούς μετατρέπει, όχι απλά εις υγιείς, αλλά και εις Αγίους!

 

ΠΡΟΓΝΩΡΙΖΕ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΤΟ ΗΘΙΚΟ ΠΟΙΟΝ ΤΟΥ ΙΟΥΔΑ;

Επειδή τινές εκ τών αγαπητών Μαρτύρων τού Ιεχωβά, ίσως εγείρουν ενστάσεις ως προς την ερμηνεία που διετυπώσαμε περί προγνώσεως τού Χριστού, όσον αφορά εις το ηθικό ποιον τού Ιούδα εξ αρχής τής κλήσεώς του εις το Αποστολικό αξίωμα, με μεγάλη μας χαρά θα τούς υποδείξουμε εις ποία σημεία αναφέρεται ξεκάθαρα αυτό εις την Γραφή, κι αναμένουμε τυχόν ενστάσεις τους.

1) «Αλλ’ εισίν εξ υμών τινες οί ου πιστεύουσιν. Ήδει γαρ εξ αρχής ο Ιησούς τίνες εισίν οι μη πιστεύοντες και τις εστιν ο παραδώσων αυτόν.» (ΙΩΑΝ. ΣΤ: 64)

«Αλλά υπάρχει από εσάς μία μερίδα, οι οποίοι δεν πιστεύουν. Γνώριζε δε ο Ιησούς από την αρχή ποιοι είναι αυτοί που δεν πιστεύουν, και μάλιστα ποιος είναι αυτός που θα τον προδώσει».

Η φράση «Ήδει εξ αρχής» σημαίνει, ότι ο Ιησούς, ποιοι δεν θα πίστευαν, και ποιος θα τον πρόδιδε, αυτά τα πράγματα τα εγνώριζε από την αρχή τής δημοσίας δράσεώς Του, ή μάλλον, αφ’ ότου άρχισαν οι μεν να είναι ακροατές Του, ο δε να είναι μαθητής Του. Ο Ιησούς εγνώριζε από την αρχή, από την στιγμή τής προσελεύσεως εις Αυτόν, ποιοι ακροατές δεν θα πίστευαν, και ποιος μαθητής θα τον πρόδιδε! Αλλά πώς τα γνώριζε, αγαπητοί Μάρτυρες τού Ιεχωβά, αφού ήτο ένας απλός άνθρωπος και τίποτε παραπάνω, συμφώνως προς το ‘ευαγγέλιο’ τού Μπρούκλιν; Τα εγνώριζε ως άνθρωπος ή ως Θεός; Ως άνθρωπος προφήτης που ελάμβανε πληροφορία από την Θεία φύση Του, την οποίαν εσείς απορρίπτετε! Διότι ως Θεός δεν εγνώριζε από την στιγμή που έρχονταν άνθρωποι κοντά Του, αλλά εγνώριζε προαιωνίως! Υπάρχουν πλείστα περιστατικά εις την Καινή Διαθήκη που μαρτυρούν υπερφυσική γνώση τού Ιησού (που παρατίθενται και αναλύονται εις την συνέχεια τής μελέτης μας, εις ειδικόν αυτής κεφάλαιον), κάτι που φανερώνει την Θεία Του φύση, την οποίαν λασσαλέως και παντοιοτρόπως πολεμάει ‘ο πιστός και φρόνιμος δούλος’.

2) «Απεκρίθη αυτοίς ο Ιησούς· ουκ εγώ υμάς τούς δώδεκα εξελεξάμην; Και εξ υμών εις διάβολός εστιν. 71. Έλεγε δε τον Ιούδαν Σίμωνος Ισκαριώτην· ούτος γαρ έμελλεν αυτόν παραδιδόναι, είς ων εκ τών δώδεκα.» (ΙΩΑΝ. ΣΤ: 70-71)

«Είπε σ’ αυτούς ο Ιησούς: ‘Εγώ δεν εξέλεξα εσάς τούς δώδεκα; Και όμως από εσάς ένας είναι διάβολος. 71. Εννοούσε δε τον Ιούδα, τον υιό τού Σίμωνος, τον Ισκαριώτη. Διότι αυτός έμελλε να τον παραδώσει, αν και ήταν ένας από τούς δώδεκα.»

Προηγουμένως ο Πέτρος έκανε ομολογία για τον Ιησού εκ μέρους όλων τών Αποστόλων: «...συ εί ο Χριστός ο Υιός τού Θεού τού ζώντος» (στίχ.69). Ο δε Ιούδας υποκρινόμενος, παρουσιαζόταν ως ομόφωνος τών άλλων Αποστόλων. Αλλά ο Ιησούς, δια τής υπερφυσικής γνώσεως που είχε ως Παντογνώστης που ήτο, αγαπητοί Μάρτυρες τού Ιεχωβά, και που εγνώριζε τι ήτο εις τις καρδιές όλων, ανέσυρε τον πέπλο τής αγνοίας και φανέρωσε, ότι μεταξύ τών Αποστόλων υπήρχε και ένας υποκριτής. Οι άλλοι πίστευαν πραγματικά εις τον Ιησού, ενώ αυτός πίστευε εις το χρήμα. «Εγώ δεν εξέλεξα εσάς τούς δώδεκα;», ρώτησε ο Ιησούς. Είναι σαν να έλεγε: Εγώ, ο Χριστός και ο Υιός τού Θεού τού ζώντος, όπως ομολογήθηκα προηγουμένως δια στόματος τού Πέτρου, δεν έκανα και εις τούς δώδεκα την μεγίστη τιμή να σάς εκλέξω και να σάς κάνω Αποστόλους Μου; «Και όμως από εσάς ένας είναι Διάβολος», είπε εις την συνέχεια ο Ιησούς. Είναι σαν να έλεγε: Εγώ έκανα εις όλους σας την μεγίστη τιμή, αλλά ένας από εσάς δεν είναι εντάξει, είναι ανάξιος τής τιμής που τον αξίωσα, πολύ ανάξιος, διάβολος.

3) «Ου περί πάντων υμών λέγω· εγώ γαρ οίδα ούς εξελεξάμην· αλλ’ ίνα η γραφή πληρωθή, ο τρώγων μετ’ εμού τον άρτον επήρεν επ’ εμέ την πτέρνα αυτού» (ΙΩΑΝ. ΙΓ:18)

«Δεν ομιλώ για όλους σας. Εγώ γνωρίζω αυτούς, τούς οποίους εξέλεξα. Αλλά έτσι εκπληρώθηκε ο Γραφικός λόγος, Αυτός που τρώγει μαζί μου τον άρτο, σήκωσε εναντίον μου την πτέρνα του (με κλώτσησε)»

Όπως διαπιστώνουμε από την μετάφραση, ο σύνδεσμός ‘ίνα’, εις το συγκεκριμένο χωρίο δεν είναι τελικός, αλλά εκβατικός και πρέπει να εξηγείται ‘έτσι’. Ο Ιούδας δηλαδή δεν πρόδωσε τον Χριστό για να εκπληρωθεί η σχετική προφητεία τής Γραφής, όπως εσφαλμένως αποδίδεται εις ορισμένες μεταφράσεις, αλλά επειδή πρόδωσε τον Χριστό, γι’ αυτό η Γραφή προεφήτευσε. Όπως πολύ ορθώς εξηγεί και ο Ευθύμιος Ζιγαβηνός «Ου διότι προώριστο, δια τούτο παρέδωκεν· αλλά διότι παρέδωκε, δια τούτο προώριστο, τού Θεού προειδότος το πάντως αποβησόμενον· έμελλε γαρ όντως αποβήναι τοιούτος, ουκ εκ φύσεως, αλλ’ εκ προαιρέσεως» (Patrologia Graeca, τόμ.129, 661B)

Προηγουμένως ο Χριστός, απευθυνόμενος εις τούς Μαθητές Του, ωμίλησε περί κατανοήσεως και εφαρμογής τών λόγων Του. Τώρα λέγει, ότι αυτούς τούς λόγους δεν είπε για όλους τούς Μαθητές Του. Διότι ήξερε, ότι ένας απ’ αυτούς, ο Ιούδας, ήτο κακοήθης, δεν είχε κατανόηση και εφαρμογή τών λόγων Του, και δεν θα εγίνετο μακάριος. «Εγώ οίδα ούς εξελεξάμην», λέγει ο Χριστός. Εγώ, ο Κύριος, ο Θεός, γνωρίζω αυτούς, τούς οποίους εξέλεξα., γνωρίζω το ποιον τους. Άξιον παρατηρήσεως, ότι δεν λέγει, «Εγώ οίδα υμάς», εγώ σάς γνωρίζω, αλλά λέγει «Εγώ οίδα ούς εξελεξάμην». Με το «εξελεξάμην» αναφέρεται εις την εκλογή τους και θέλει να ειπή, ότι ΕΝ ΓΝΩΣΕΙ ΤΟΥ, αγαπητοί Μάρτυρες τού Ιεχωβά, ΕΞΕΛΕΞΕ ΚΑΙ ΤΟΝ ΙΟΥΔΑ!

«Ο τρώγων μετ’ εμού τον άρτον». Το να τρώγει κανείς άρτο εις την τράπεζα υπεροχικού προσώπου ήτο μεγάλη και εξαιρετική τιμή [Β΄ ΒΑΣ. Θ:7,14 (Β΄ ΣΑΜ. Θ: 7,13 Εβρ.), Δ΄ ΒΑΣ. (Β΄ ΒΑΣ. Εβρ) ΚΕ:29]. Ο Χριστός τον Ιούδα, εκτός τής τιμής να τον κάνει Μαθητή και Απόστολό Του, τον αξίωσε και τής τιμής να τον έχει συνδαιτημόνα Του, ομοτράπεζό Του! Ο Ιούδας ομοτράπεζος τού Θεού! Έτρωγε τον επιούσιο άρτο που δίδει ο Θεός, έφαγε κατά τον Μυστικό Δείπνο και τον Υπερούσιο Άρτο, το Σώμα τού Χριστού. Αλλά υπάρχει και τράπεζα τού Χριστού εις τον ουρανό, εις την βασιλεία Του (ΛΟΥΚ. ΚΒ:30). Η δε χαρά και ευφροσύνη τών μετόχων ΕΚΕΙΝΗΣ τής τραπέζης είναι αφάνταστη. Ο Ιούδας υπήρξε ομοτράπεζος τού Θεού εις την γη, αλλά όχι εις τον ουρανό, όπου η άρρητη και άληκτη χαρά, ευφροσύνη και μακαριότης. Διότι την τιμή που έκανε εις αυτόν ο Χριστός, δεν την εξετίμησε, αλλά την κατεφρόνησε και προέβη εις την προδοσία τού Κυρίου Του.

Για τον Απόστολο και ομοτράπεζό Του, εκφράζοντας παράπονο ο Χριστός λέγει, «επήρεν επ’ εμέ την πτέρνα αυτού». Έκφραση πολύ χαρακτηριστική. Αγνώμων ο Ιούδας, αχάριστος, σήκωσε την πτέρνα του και λάκτισε, κλώτσησε τον Χριστό, συμπεριφέρθηκε σαν όνος! Οι Ο΄ έχουν «εμεγάλυνεν επ’ εμέ πτερνισμόν» (ΨΑΛΜ. Μ:10). Επειδή το «πτερνίζω» σημαίνει «λακτίζω, κλωτσώ» αλλά και «απατώ» (ΓΕΝ. ΚΖ:35-36 περιστατικό Ιακώβ-Ησαύ, Δ. Δημητάκου, Μέγα Λεξικόν όλης τής Ελληνικής Γλώσσης) η γραφή τών Ο΄ δύναται να σημαίνει και «μού έδωσε ισχυρό λάκτισμα, μεγάλη κλωτσιά», αλλά και «μού φέρθηκε με μεγάλη δολιότητα». Εις τον Ιούδα αρμόζουν και οι δύο αυτές ανάρμοστες συμπεριφορές. ΚΑΙ ισχυρό λάκτισμα έδωσε εις τον Κύριο, ΚΑΙ μεγάλη δολιότητα μετήλθε κατ’ αυτού.

4) Είπε δε τούτο ουχ ότι περί τών πτωχών έμελεν αυτόν, αλλ’ ότι κλέπτης ην, και το γλωσσόκομον είχε και τα βαλλόμενα εβάσταζεν.» (ΙΩΑΝ. ΙΒ: 6)

«Είπε δε τούτο, όχι διότι ενδιαφερόταν για τούς πτωχούς, αλλά διότι ήταν κλέπτης και κρατούσε το ταμείο και έκλεπτε από τις εισφορές».

Η Σκοπιά, ερμηνεύοντας το ανωτέρω χωρίο, προσπαθεί να πείσει τούς αναγνώστες, ότι ο Ιούδας ΕΓΙΝΕ κλέπτης κοντά εις τον Χριστό κι όχι ότι ΗΤΟ ΕΞ ΑΡΧΗΣ, προ δηλαδή τής εκλογής του.

«Ένα ιδιαίτερο πασίγνωστο παράδειγμα κατά το οποίο ο Σατανάς χρησιμοποίησε την απληστία σαν παγίδα είναι το παράδειγμα τού Ιούδα τού Ισκαριώτη. Αυτός όχι μόνο έγινε ένας άπληστος κλέφτης αλλά η απληστία ήταν ένας παράγοντας για να προδώσει ο Ιούδας τον Κύριό του... Ένα χονδροειδές παράδειγμα ανθρώπου πλεονέκτη ήταν ο πιο επονείδιστος προδότης τής ανθρώπινης ιστορίας—ο Ιούδας ο Ισκαριώτης. Όταν εκλέχτηκε από τον Ιησού σαν απόστολος, πρέπει να ήταν πιστός σ’ αυτό το σημείο και όχι πλεονέκτης. Στην πραγματικότητα, ο Ιησούς τού εμπιστεύθηκε το ταμείο τους. Αλλά με τον καιρό ο Ιούδας άρχισε να κλέβει μερικά από τα χρήματα. «Ήτο κλέπτης και είχε το γλωσσόκομον και εβάσταζε τα βαλλόμενα εις αυτό». Ιωάννης 12:6. Προφανώς, ο Ιούδας είχε γίνει συστηματικός κλέφτης, άπληστος. Όταν πλησίαζε το Πάσχα τού 33 μ.Χ., ο Ιούδας, αφού επιπλήχθηκε από τον Ιησού, διαπραγματεύθηκε με τούς δολοφόνους αρχιερείς να προδώσει τον Κύριο για 30 ασημένια νομίσματα. Αργότερα, ο Ιούδας κατάλαβε το ανοσιούργημά του και αυτοκτόνησε. Η θανατηφόρα λαβίδα τής πλεονεξίας είχε άλλο ένα ακόμη θύμα» (Σκοπιά 15.06.1985, σελ.13, 24 η υπογράμμιση δική μας)

Ο ισχυρισμός τής Σκοπιάς αναιρείται ευκόλως, όχι μόνον επειδή ΟΥΤΕ ΑΥΤΗ Η ΙΔΙΑ πιστεύει κατά βάθος αυτό που γράφει, όπως εμφανώς μαρτυρείται από το ‘πρέπει’ («πρέπει να ήταν πιστός»), αλλά διότι το ίδιο το αψευδές στόμα τού Θεανθρώπου διασαφηνίζει και διαβεβαιώνει, όπως ήδη έχουμε προείπει, για το ποίο ήτο εξ αρχής το ηθικό ποιον τού Ιούδα: «Και εξ υμών είς διάβολός εστιν» (ΙΩΑΝ. ΣΤ:70), Ήδει γαρ εξ αρχής ο Ιησούς τις εστιν ο παραδώσων αυτόν» (ΙΩΑΝ. ΣΤ:64). Για το χρήμα, για τα τριάκοντα αργύρια, έμελλε ο Ιούδας σε λίγες ημέρες να παραδώσει τον Χριστό. Για το χρήμα και τώρα, βλέποντας το πανάκριβο μύρο να χρησιμοποιείται για τον Ιησού, στεναχωρείται, ταράσσεται και διαμαρτύρεται υποκριτικώς. Αυτό το μύρο, λέγει, θα μπορούσε να πωληθή αντί τριακοσίων δηναρίων, 250 περίπου χρυσών δραχμών, και το αντίτιμο να δοθεί εις πτωχούς. Δεν σκέπτεται πόσο μεγάλη αξία έχει ο Χριστός, που ανασταίνει νεκρούς, σκέπτεται την αξία τού μύρου. Επίσης δεν νοιάζεται για τούς πτωχούς, νοιάζεται για τον φιλοχρήματο εαυτό του. Ήθελε να πωληθή το μύρο, και το αντίτιμο να τεθεί εις το ταμείο, διότι αυτός κρατούσε το ταμείο, ήτο κλέπτης κι έκανε υπεξαιρέσεις, έκλεπτε από τα χρήματα που εισήρχοντο εις το ταμείο για την συντήρηση τού ακτήμονος Ιησού και τών Αποστόλων Του. Και επειδή από τις ελεημοσύνες που εισήρχοντο εις το ταμείο, εγίνοντο ελεημοσύνες εις πτωχούς, - ελεημοσύνες από ελεημοσύνες! – γι’ αυτό ο Ιούδας προφασίστηκε, ότι το αντίτιμο τού πολυτίμου μύρου θα δινόταν εις πτωχούς.

Ο Χριστός λοιπόν φανέρωσε, ότι ένας από τούς δώδεκα Αποστόλους ήτο κλέπτης και διάβολος, αλλά δεν είπε ποιος συγκεκριμένως ήτο αυτός. Ακόμη και μέχρι τελευταίας κυριολεκτικά στιγμής, δεν τον εξέθεσε κατά τον Μυστικό Δείπνο ενώπιον τών υπολοίπων Αποστόλων, μήπως και οδηγηθεί εις μετάνοια. Έτσι και εδώ ο Χριστός ενήργησε κατ’ αυτόν τον τρόπο από ευσπλαχνία και επιείκεια, για να μην τον εκθέσει ενώπιον τών άλλων Αποστόλων και από αντίδραση και αναισχυντία γίνει χειρότερος, αλλά ο ίδιος να καταλάβει, ότι ο Ιησούς γνώριζε την κακοήθειά του, και ή να μετανοήσει, για να αποδειχθεί άξιος τού χορού τών Αποστόλων, ή να αποχωρήσει, για να είναι το κρίμα του μικρότερο.

Βεβαίως ο Χριστός προγνώριζε, ότι ο Ιούδας ούτε θα μετανοούσε ούτε θα αποχωρούσε. Αλλά έκανε από την πλευρά Του ό,τι έπρεπε, για να είναι ο Ιούδας την ημέρα τής Κρίσεως αναπολόγητος. Επίσης ο Χριστός δεν κατονόμασε τον ανάξιο Απόστολο και για άλλον ένα σοβαρό λόγο. Για να εμβάλει φόβο και αγωνία εις τις ψυχές τών άλλων Αποστόλων, ώστε να προσέχουν μη διολισθήσουν προς το βάραθρο τής αμαρτίας και τής απωλείας.

 

ΑΝΑΙΡΕΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΨΕΩΣ ΟΤΙ Ο ΙΟΥΔΑΣ ΗΤΟ ΚΑΛΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΤΗΣ ΕΚΛΟΓΗΣ ΤΟΥ

Τινές εκ τών αναγνωστών, ίσως εγείρουν την εξής ένσταση ως προς το ηθικό ποιον τού Ιούδα: Κατά τον καιρό τής εκλογής, μήπως δεν ήτο ο Ιούδας κακός χαρακτήρας, όπως είδαμε ανωτέρω ότι ισχυρίζεται και η Σκοπιά; Αυτή η γνώμη, ότι τότε ήτο καλός χαρακτήρας, όπως και οι άλλοι Μαθητές, αλλά κατόπιν διεφθάρη και διεστράφη ψυχικώς, δεν φαίνεται εις ημάς ορθή. Ήτο πρώτα αφιλάργυρος και κοντά εις τον Χριστό έγινε φιλάργυρος; Ήτο πρώτα άδολος και κοντά εις τον Χριστό έγινε δόλιος; Ήτο πρώτα ειλικρινής και κοντά εις τον Χριστό έγινε υποκριτής; Δεν φρονούμε ότι συνέβη έτσι. Ακόμη κι αν υποθέσουμε, ότι κατά τον καιρό τής εκλογής ο Ιούδας ήτο καλός και κατόπιν έγινε κακός, αφού ο Χριστός προγνώριζε την κακή εξέλιξή του, τίθεται το ερώτημα: Γιατί τον εξέλεξε; Πριν απαντήσουμε εις αυτό το ερώτημα, θα αναλύσουμε το προφητικό χωρίο που προσάγεται ως επιχείρημα υπέρ τής εκδοχής, ότι κατά τον χρόνο τής εκλογής ο Ιούδας ήταν καλός χαρακτήρ.

«Και αυτός ο άνθρωπος μετά τού οποίου έζων ειρηνικώς, επί τον οποίον ήλπισα, όστις έτρωγε τον άρτον μου, εσήκωσεν επ’ εμέ πτέρναν» (ΨΑΛΜ. ΜΑ: 9 Εβρ.).

«Και γαρ ο άνθρωπος τής ειρήνης μου, εφ’ όν ήλπισα, ο εσθίων άρτους μου, εμεγάλυνεν επ’ εμέ πτερνισμόν» (ΨΑΛΜ. Μ:10 Ο΄).

Εις αυτό το χωρίο ομιλεί ο Μεσσίας και προφητεύει περί τού Ιούδα, «Ο άνθρωπος τής ειρήνης μου, εφ’ όν ήλπισα». Η προφητεία παρατίθεται και εις τον ΙΩΑΝ. ΙΓ:18. Το επιχείρημα λοιπόν αυτών που ισχυρίζονται, ότι ο Ιούδας ήτο εξ αρχής καλός χαρακτήρας και διεστράφη εις την συνέχεια, έχει ως εξής: Πώς ήτο δυνατόν να είναι ο Ιούδας «άνθρωπος ειρήνης» και να «ήλπισεν» ο Χριστός εις αυτόν, εάν ήτο εξ αρχής κακός; Το επιχείρημα δεν ευσταθεί διότι, ακόμη και αν ο Ιούδας, κατά τον χρόνο τής εκλογής ήτο καλός και εκ τών υστέρων διεστράφη, αφού ο Χριστός προγνώριζε την κακή εξέλιξή του, δεν θα ηδύνατο να ελπίζει εις αυτόν! Καθ’ ημάς, η φράση «άνθρωπος τής ειρήνης μου» σημαίνει «άνθρωπος τής φιλίας μου», άνθρωπος εις τον οποίον εφέρθηκα φιλικώς. Εις το σημείο αυτό υπενθυμίζουμε, ότι την ώρα τής προδοσίας ο Χριστός είπε εις τον Ιούδα «εταίρε», φίλε (ΜΑΤΘ. ΚΣΤ:50). Το δε «εφ’ όν ήλπισα» σημαίνει «εις τον οποίον εστηρίχθην». Ο Χριστός εστηρίχθη εις τον Ιούδα με την έννοια, ότι τού ανέθεσε Αποστολικό έργο συνοδευόμενο μετά θαυμάτων και σημείων, όπως εμφανέστατα δηλώνουν τα εξής: «Τούτους τούς δώδεκα απέστειλεν ο Ιησούς παραγγείλας αυτοίς λέγων... ασθενούντας θεραπεύετε, λεπρούς καθαρίζετε, νεκρούς εγείρετε, δαιμόνια εκβάλλετε. Δωρεάν ελάβετε, δωρεάν δότε» (ΜΑΤΘ. Ι:5, 8).

 

Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΛΕΞΕΩΣ ‘ΕΙΡΗΝΗ’

Επειδή τινές εκ τών αναγνωστών ίσως εγείρουν ένσταση ως προς την απόδοση τής λέξεως «ειρήνη» δια τού «φιλία», εν συντόμω θα διευκρινήσουμε τα εξής. Ορισμένα βιβλία τής Παλαιάς Διαθήκης, καθώς και η Καινή Διαθήκη, εγράφησαν εις την «κοινή» Ελληνική γλώσσα. Τα δε υπόλοιπα βιβλία τής Παλαιάς Διαθήκης μετεφράσθησαν εις αυτήν υπό τών Εβδομήκοντα. Αλλά και εις την Ελληνική Παλαιά και Καινή Διαθήκη υπάρχουν δυσκολίες, διότι οι συγγραφείς και οι μεταφραστές αυτής ήσαν Εβραίοι και συνέγραψαν ή μετέφρασαν ελληνιστί, αλλά ΕΣΚΕΠΤΟΝΤΟ ΕΒΡΑΪΣΤΙ, ο δε εβραϊκός τρόπος τού σκέπτεσθαι επέδρα επί τού λόγου των εις την Ελληνική. Πολλές δε φορές, εβραϊκές λέξεις και φράσεις, απέδιδον εις την Ελληνική γλώσσα ΔΟΥΛΙΚΩΣ. Και έτσι ελληνικές λέξεις εις την Ελληνική Αγία Γραφή έχουν σημασίες, τις οποίες δεν έχουν εκτός Γραφής, εις τον καθαρώς ελληνικό λόγο, έχουν όμως ως αποδόσεις αντιστοίχων εβραϊκών λέξεων.

Η λέξη «ειρήνη» π.χ. εις τον καθαρώς ελληνικό λόγο σημαίνει την ειρήνη, το αντίθετο τού πολέμου, τής έχθρας και τής ταραχής. Αλλά εις την Αγία Γραφή, η λέξη «ειρήνη» έχει πάμπολες σημασίες, όπως και η αντίστοιχος αυτής εβραΐκή λέξη schalom. Έως τώρα έχουν καταγραφεί οι εξής έννοιες ως προ την λέξη «ειρήνη» και μόνο: το αγαθό ή καλό με φυσική και με ηθική έννοια, η αγαθοποιία ή η εκτέλεση τού αγαθού, η τάξη (δηλαδή το αντίθετο τής αταξίας), η χρηστότης, η καλοσύνη, τα καλά έργα, η αρετή, η αγιωσύνη, το ωφέλιμο, η ευλογία, η πρόοδος, η προκοπή, η ευδοκίμηση, η ευημερία, η αφθονία, ο πλούτος, η σωτηρία, η χαρά, η ευτυχία, η δόξα, η τιμή, η λαμπρότης, το μεγαλείο, η μεγαλοσύνη, η μεγαλοπρέπεια, η δύναμη, η φιλικότης ή φιλοφροσύνη. Εις κανένα Ελληνικό λεξικό, αγαπητοί αναγνώστες, δεν θα συναντήσουμε τέτοιες έννοιες περί τής λέξεως «ειρήνη». Γι’ αυτό τα ελληνικά λεξικά δεν είναι επαρκή για να εξηγήσουμε τις λέξεις τής Ελληνικής Αγίας Γραφής. Η Αγία Γραφή έχει δική της γλώσσα! Γι’ αυτό δε και πολλές λέξεις τής Ελληνικής Αγίας Γραφής, κατά μεν την μορφή είναι ελληνικές, κατά δε την ουσία εβραϊκές!

 

ΑΛΛΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΥΠΕΡΦΥΣΙΚΗΣ ΓΝΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΑΠΟΔΕΙΚΝΥΟΥΝ ΤΗΝ ΘΕΟΤΗΤΑ ΤΟΥ

Εκτός από το περιστατικό με τον Ιούδα (τού οποίου το ηθικό ποιον ο Χριστός, ως Θεάνθρωπος, προγνώριζε προ τής εκλογής του), υπάρχουν πλείστα περιστατικά εις την Καινή Διαθήκη που μαρτυρούν υπερφυσική γνώση τού Ιησού, κάτι που φανερώνει την Θεία Του φύση, που λασσαλέως και παντοιοτρόπως μάχεται ο αυθεντικός προφήτης τής γενεάς μας’ και ‘αληθινός εκπρόσωπος τού Ιεχωβά’ (Σκοπιά 01.06.1973, σελ.342). Ενδεικτικώς αναφέρουμε ένα χαρακτηριστικότατο περιστατικό, που μαρτυρεί αυτή την υπερφυσική γνώση τού Ιησού και δεικνύει την Θεότητά Του, και διεδραματίσθη εις την Περαία:

«Τότε ουν είπεν αυτοίς ο Ιησούς παρησσία· Λάζαρος απέθανε, και χαίρω δι’ υμάς, ίνα πιστεύσητε, ότι ουκ ήμην εκεί. Αλλ’ άγωμεν προς αυτόν» (ΙΩΑΝ. ΙΑ:14-15).

«Τότε δε ο Ιησούς είπεν εις αυτούς σαφώς: Ο Λάζαρος πέθανε, και χαίρω για εσάς, διότι θα πιστεύσετε, επειδή δεν ήμουν εκεί (και όμως γνωρίζω ότι πέθανε). Αλλά ας πάμε προς αυτόν.

Επειδή η ερμηνεία που απεδώσαμε εις τον συγκεκριμένο λόγο τού Ιησού, διαφέρει από τις ήδη υπάρχουσες, προβαίνουμε αμέσως εις την ανάλογη επιχειρηματολογία προς υποστήριξιν αυτής.

Εις την φράση: «χαίρω δι’ υμάς, ίνα πιστεύσητε, ότι ουκ ήμην εκεί» το ‘ίνα’ εκλαμβάνεται υπό τών πλείστων ως τελικό γι’ αυτό και δίδεται η εξής έννοια: «χαίρω για εσάς, διότι δεν ήμουν εκεί (να θεραπεύσω τον Λάζαρο), για να πιστεύσετε, να ενισχυθείτε εις την πίστη (όταν θα τον αναστήσω)». Αλλά η ερμηνεία αυτή δεν είναι ορθή. Ο Ιησούς ηδύνατο να θεραπεύσει τον Λάζαρο και χωρίς να μεταβεί εις την Βηθανία, εξ αποστάσεως, όπως θεράπευσε τον δούλο τού εκατοντάρχου (ΜΑΤΘ. Η:8,13). Και εάν μετέβαινε εις την Βηθανία προ τού θανάτου και θεράπευε τον Λάζαρο, θα ήτο και η θεραπεία θαύμα ενισχυτικό τής πίστεως τών Μαθητών. Η δε ανάσταση τού τετραημέρου νεκρού Λαζάρου, θαύμα μεγαλύτερο τών θεραπειών και θαυμαστότερο, ασφαλώς ήτο ενισχυτικό τής πίστεως τών μαθητών εις μεγαλύτερο βαθμό.

Αλλά η αιτία για να πιστεύσουν οι Μαθητές, να ενισχυθούν εις την πίστη, εδώ ο Κύριος δεν εννοεί την ανάσταση τού Λαζάρου, όπως πλείστοι μελετητές εσφαλμένως θεωρούν, εκλαμβάνοντες το ‘ίνα’ ως τελικό, αλλά εννοεί το θαύμα τής υπερφυσικής γνώσεως τού θανάτου τού Λαζάρου από μακρινή απόσταση, όπως ευκόλως αντιλαμβάνεται κανείς εκλαμβάνοντας το ‘ίνα’ ως αιτιολογικό. Από την Περαία, όπου ευρίσκετο ο Ιησούς μαζί με τούς Μαθητές Του, γνώριζε τι συνέβη εις την Ιουδαία! Θαύματα αναστάσεως νεκρών από τον Ιησού οι Μαθητές είχαν δει. Αλλά θαύμα υπερφυσικής γνώσεως γεγονότος, που συνέβη εις μακρινή απόσταση, είχαν διαπιστώσει; Έπειτα από λίγο, όταν θα πήγαιναν εις την Βηθανία και θα έβλεπαν την επαλήθευση τού λόγου τού Χριστού, ότι δηλαδή πραγματικώς ο ‘Λάζαρος απέθανε’, θα διεπίστωναν, ότι ο Ιησούς έχει την δύναμη να γνωρίζει τα συμβαίνοντα εις μακρινήν απόσταση, θα εθαύμαζαν γι’ αυτό και θα ενισχύονταν εις την πίστη.

Εσφαλμένως λοιπόν εις το χωρίο τούτο το ‘ίνα’ εκλαμβάνεται ως τελικό, την δε πρόταση «ότι ουκ ήμην εκεί» συνδέουν όχι προς την ευθύς προηγουμένη πρόταση «ίνα πιστεύσητε», αλλά προς την απωτέρα πρόταση «και χαίρω δι’ υμάς», και εις τον λόγο τού Χριστού «Λάζαρος απέθανε...κλπ» δίδεται η έννοια: Ο Λάζαρος απέθανε, και χαίρω για εσάς, διότι δεν ήμουν εκεί (να θεραπεύσω αυτόν), για να πιστεύσετε (όταν θα αναστήσω αυτόν).

Αλλά εδώ το ‘ίνα’, όπως προείπαμε, δεν είναι τελικό. Η εννοιολογική επίσης σύνδεση τής προτάσεως «ότι ουκ ήμην εκεί» προς την απωτέρα πρόταση «και χαίρω δι’ υμάς» δεν είναι φυσική. Ο Χριστός δεν είπε «και χαίρω δι’ υμάς ότι ουκ ήμην εκεί, ίνα πιστεύσητε», αλλά είπε «και χαίρω δι’ υμάς, ίνα πιστεύσητε, ότι ουκ ήμην εκεί». Εννοιολογικώς η πρώτη πρόταση τού λόγου τούτου τού Χριστού συνδέεται προς την δευτέρα και η δευτέρα προς την τρίτη. Τούτο θα γίνει φανερό, όταν εις το ‘ίνα’ αποδοθεί η ορθή εις την παρούσα περίπτωση σημασία.

Οι σύνδεσμοι ‘ίνα’ και ‘όπως’ δεν έχουν πάντοτε τελική σημασία, αλλά αρκετές φορές και αιτιολογική. Τούτο δυνάμεθα να το στηρίξουμε εις πλειάδα χωρίων τής Γραφής. Αναφέρουμε ενδεικτικώς εκ τής Παλαιάς Διαθήκης, κατά την μετάφραση τών Ο΄, τα εξής: ΓΕΝ. ΚΒ:14, ΔΕΥΤ. ΚΒ:9, ΨΑΛΜ. ΙΣΤ:3-4, ΤΩΒΙΤ ΙΓ:10, ΙΕΖ. Δ:16-17, ΙΒ:19, εκ δε τής Καινής Διαθήκης τα ΙΩΑΝ. ΙΕ:8, ΦΙΛΗΜ. 4-6, ΕΒΡ. Β:9, Α΄ ΠΕΤΡ. Δ:5-6, ΑΠΟΚ. ΙΔ:13, ΙΣΤ:15, ΚΒ:14.

Υπενθυμίζουμε δε ότι το ‘ίνα’ έχει αιτιολογική σημασία και εις ερωτηματικές προτάσεις όπως π.χ. εις την πρόταση «Θεέ μου Θεέ μου, ίνα τι με εγκατέλειπες;» (ΜΑΤΘ. ΚΖ:46).

Άξιον δε παρατηρήσεως, ότι εις την αρχαία Ελληνική γλώσσα το ‘ίνα’ έχει μερικές φορές αιτιολογική έννοια, όπως εις την νέα Ελληνική γλώσσα τοιαύτη έννοια έχει το ‘για να’, το οποίο είναι μετάφραση τού ‘ίνα’. Έτσι π.χ. περί επιμελούς μαθητού ο οποίος αριστεύει, λέγουμε: «Για να μελετά πολύ (=Επειδή μελετά πολύ), αριστεύει εις τις εξετάσεις». Επίσης περί καλού πολίτου λέγουμε: «Για να είναι καλός (=Επειδή είναι καλός), απολαμβάνει τής εκτιμήσεως τής κοινωνίας».

Εις την παρούσα λοιπόν περίπτωση ο Ιησούς ως λόγο (αιτία) πίστεως αναφέρει το θαύμα τής υπερφυσικής Αυτού γνώσεως. Τούτο δε πράττει και εις άλλες περιπτώσεις όπως είναι αυτές που ακολουθούν:

«Και ευθέως επιγνούς ο Ιησούς τω πνεύματι αυτού ότι ούτως αυτοί διαλογίζονται εν εαυτοίς, είπεν αυτοίς· τι ταύτα διαλογίζεσθε εν ταις καρδίαις υμών;» (ΜΑΡΚ. Β:8)

«Ο δε Ιησούς αμέσως γνώρισε με εσωτερική υπερφυσική πληροφορία ότι σκέπτονται μέσα τους έτσι, και τού είπε: «Γιατί σκέπτεσθε μέσα σας αυτά;»

«Απ’ άρτι λέγω υμίν, ίνα όταν γένηται πιστεύσητε ότι εγώ ειμί». (ΙΩΑΝ. ΙΓ:19)

«Σάς λέγω από τώρα, προτού γίνει (η προδοσία), ώστε όταν γίνει, να πιστεύσετε ότι εγώ ειμί».

«Και νυν είρηκα υμίν πριν γενέσθαι, ίνα όταν γένηται πιστεύσητε». (ΙΩΑΝ. ΙΔ:29)

«Σάς τα είπα δε τώρα, πριν γίνουν, ώστε όταν γίνουν, να πιστεύσετε».

«Αλλά ταύτα λελάληκα υμίν ίνα όταν έλθει η ώρα, μνημονεύητε αυτών ότι εγώ είπον υμίν. Ταύτα δε υμίν εξ αρχής ουκ είπον, ότι μεθ’ υμών ήμην» (ΙΩΑΝ. ΙΣΤ:4)

«Σάς είπα δε αυτά, ώστε όταν έλθει η ώρα, να τα ενθυμήσθε ότι σάς τα είπα. Δεν σάς τα είπα δε απ’ την αρχή, διότι ήμουν μαζί σας».

 

ΕΚΜΗΔΕΝΙΣΘΗ Ο ΛΑΖΑΡΟΣ ΜΕ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ;

Εις το σημείο αυτό θα κάνουμε εμβολίμως και μία παρατήρηση, που ναι μεν φαίνεται άσχετη με το υπό έρευνα θέμα, σχετική όμως ως προς τα (αιρετικά) πιστεύω τής Σκοπιάς. Αφού ο Ιησούς ανεκοίνωσε εις τούς Μαθητές Του τον θάνατο τού Λαζάρου, είπε εις αυτούς: «Αλλ’ άγωμεν προς αυτόν». Ας πάμε προς αυτόν. Εάν με τον θάνατο ο Λάζαρος είχε εκμηδενισθεί, όπως κακοδόξως κηρύττει ‘ο πιστός και φρόνιμος δούλος’, θα εκφραζόταν δι’ αυτού τού τρόπου ο Χριστός; Τι νόημα θα είχε τοιαύτη προτροπή; Ας πάμε προς το ΜΗΔΕΝ; Αυτή η ρήση τού Χριστού, εις αυτούς που δεν έχουν το κάλυμμα ή αλλιώς το τυφλοπάνι τής Σκοπιάς επί τού προσώπου αυτών (πρβλ. «κάλυμμα επί την καρδίαν αυτών κείται», Β΄ ΚΟΡ. Γ:15), φανερώνει ότι ο θάνατος νεκρώνει μεν το σώμα, αλλά δεν εκμηδενίζει τον άνθρωπο, διότι ο άνθρωπος έχει πνεύμα, δυνάμει τού οποίου έχει συνείδηση τής υπάρξεώς του και προσωπικότητα, το δε πνεύμα ζει και μετά θάνατον, είναι αθάνατο. Η προτροπή λοιπόν τού Χριστού «Αλλ’ άγωμεν προς αυτόν» σημαίνει, ότι ΚΑΙ μετά θάνατον ο άνθρωπος είναι υπαρκός, όχι μηδέν, όπως κακοδόξως διδάσκει ο αυθεντικός προφήτης τής γενεάς μας’ και ‘αληθινός εκπρόσωπος τού Ιεχωβά’ (Σκοπιά 01.06.1973, σελ.342).

 

ΣΥΝΟΨΙΣ ΤΩΝ ΑΛΗΘΕΙΩΝ ΠΟΥ ΚΡΥΒΟΝΤΑΙ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΣΚΟΠΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΥ ΑΠΟΚΡΥΠΤΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΙΣΤΟΥΣ ΤΗΣ.

Εφόσον λοιπόν, αγαπητοί αναγνώστες, συμφώνως προς τα χωρία που παρεθέσαμε, είναι ηλίου φαεινότερον, ότι ο Χριστός, ένεκα τής υπερφυσικής γνώσεως που κατείχε ως Θεάνθρωπος, μεταξύ τών άλλων, προγνώριζε ΚΑΙ το ηθικό ποιον τού Ιούδα, εξ αρχής τής κλίσεώς του εις το Αποστολικό αξίωμα, για ποιον λόγο η Σκοπιά κηρύσσει το αντίθετο; Για ποιον λόγο η Σκοπιά δεν δέχεται την υπερφυσική γνώση τού Χριστού; Διότι εάν δεχθεί κάτι τέτοιο, τότε αυτομάτως καταρρίπτονται δύο βασικές της διδασκαλίες: 1η Αυτής περί Θεότητος τού Ιησού, και 2η Αυτή περί Παντογνωσίας τού Ιεχωβά!

 

1ος ΛΟΓΟΣ: Ο Χριστός, εφόσον είναι Παντογνώστης, άρα είναι Θεός Αληθινός!

Εάν δηλαδή, κατά την πρώτη περίπτωση, ο Χριστός είναι Παντογνώστης, όπως αναφέρεται εις την Γραφή και τον ομολογούν και οι ίδιοι οι Μαθητές Του, ΤΟΤΕ ΕΙΝΑΙ ΘΕΟΣ ΑΛΗΘΙΝΟΣ!

«Αυτός δε ο Ιησούς ουκ επίστευεν εαυτόν αυτοίς δια το αυτόν γινώσκειν πάντας· 25. και ότι ου χρείαν είχεν ίνα μαρτυρήση περί τού ανθρώπου· αυτός γαρ εγίνωσκε τι ην εν τω ανθρώπω» (ΙΩΑΝ. Β:24-25)

«Αλλά ο Ιησούς από την πλευρά του δεν εμπιστευόταν τον εαυτό του εις αυτούς, διότι αυτός γνώριζε τούς πάντας. 25. Επίσης γι’ αυτό δεν χρειαζόταν να τού δώσει κανείς πληροφορίες για τον άνθρωπο. Ο ίδιος δηλαδή γνώριζε τι ήταν μέσα εις τον άνθρωπο». Ο Χριστός δηλαδή αφ’ Εαυτού, χωρίς δηλαδή να λαμβάνει γνώση παρ’ άλλου, γνωρίζει τούς «πάντας», μέχρι τού μυχιοτάτου μυστικού τής καρδίας!

Η συγκεκριμένη ομολογία τών Μαθητών που προείπαμε αναφέρεται και εις το κατά ΙΩΑΝ. ΙΣΤ:30 «Νυν οίδαμεν ότι οίδας πάντα και ου χρείαν έχεις ίνα τις σε ερωτά. Εν τούτω πιστεύομεν ότι από Θεού εξήλθες»

«Τώρα είμεθα πεπεισμένοι, ότι γνωρίζεις τα πάντα, και δεν έχεις ανάγκη να σε ρωτά κανείς. Γι’ αυτό πιστεύουμε, ότι προήλθες από τον Θεό»

Καθώς επίσης και εις το κατά ΙΩΑΝ. ΚΑ:17 «Λέγει αυτώ το τρίτον· Σίμων Ιωνά, φιλείς με; Ελυπήθη ο Πέτρος ότι είπεν αυτώ το τρίτον, φιλείς με; Και είπεν αυτώ· Κύριε συ πάντα οίδας, συ γινώσκεις ότι φιλώ σε...»

«Τού λέγει για τρίτη φορά: «Σίμων, υιέ τού Ιωνά, με αγαπάς;». Λυπήθηκε ο Πέτρος, διότι τον ρώτησε για τρίτη φορά, ‘Με αγαπάς;’, και τού απάντησε: ΄Κύριε, εσύ ξέρεις τα πάντα, εσύ ξέρεις ότι σε αγαπώ’...».

«και τα τέκνα αυτής αποκτενώ εν θανάτω, και γνώσονται πάσαι αι εκκλησίαι ότι εγώ ειμί ο ερευνών νεφρούς και καρδίας, και δώσω υμίν εκάστω κατά τα έργα υμών» (ΑΠΟΚ. Β:23).

«και τα τέκνα της θα φονεύσω με θανατικό, και όλες οι εκκλησίες θα μάθουν, ότι εγώ είμαι εκείνος που γνωρίζει τούς νεφρούς και τις καρδιές (τις επιθυμίες, τούς λογισμούς, τις σκέψεις, τα μύχια τής ψυχής τών ανθρώπων) και θα αποδώσω εις τον καθένα σας συμφώνως προς τα έργα σας».

Αγαπητοί Μάρτυρες τού Ιεχωβά, επικεντρώστε λίγο την προσοχή σας εις την σκέψη που ακολουθεί. Κατά την Παλαιά Διαθήκη ‘ο γνωρίζων καρδίας και νεφρούς’ είναι ο Γιαχβέ:

«διότι ο Κύριος εξετάζει πάσας τας καρδίας, και εξεύρει πάντας τούς λογισμούς τών διανοιών» [Α΄ ΧΡΟΝ. (Α΄ ΠΑΡ. Ο΄) ΚΗ:9]

«Και γνωρίζω, Θεέ μου, ότι συ είσαι ο δοκιμάζων την καρδίαν, και αρέσκεσαι εις την ευθύτητα» [Α΄ ΧΡΟΝ. (Α΄ ΠΑΡ. Ο΄) ΚΘ:17]

«Ας τελειώση πλέον η κακία τών ασεβών· και στερέωσον τον δίκαιον, συ ο Θεός ο δίκαιος, ο εξετάζων καρδίας και νεφρούς» (ΨΑΛΜ. Ζ:9 κατά το Εβρ.)

«Εξέτασόν με, Κύριε, και δοκίμασόν με· δοκίμασον τούς νεφρούς μου και την καρδίαν μου» (ΨΑΛΜ. ΚΣΤ (ΚΕ Ο΄) :2)

«Αλλ’, ω Κύριε τών δυνάμεων ο κρίνων δικαίως, ο δοκιμάζων τούς νεφρούς και την καρδίαν, ας ίδω την εκδίκησίν σου επ’ αυτούς! Διότι προς σε εφανέρωσα την δίκην μου» (ΙΕΡ. ΙΑ:20 Εβρ.).

«Εγώ ο Κύριος εξετάζω την καρδίαν, δοκιμάζω τούς νεφρούς, για να δώσω εις έκαστον κατά τας οδούς αυτού, κατά τον καρπό τών έργων αυτού» (ΙΕΡ. ΙΖ:10 Εβρ.).

Κατά την Παλαιά Διαθήκη λοιπόν, ‘ο γνωρίζων καρδίας και νεφρούς’ είναι ο Γιαχβέ! Κατά το παρόν χωρίο τής Αποκαλύψεως όμως (Β:23), είναι ο Χριστός. Άρα Χριστός και Γιαχβέ είναι ο αυτός κατά την φύση ή ουσία. Επαναλαμβάνουμε για να γίνουμε κατανοητοί εις μερικούς Μάρτυρες τού Ιεχωβά: Χριστός και Γιαχβέ είναι ο ΑΥΤΟΣ, ΟΧΙ ως πρόσωπο, αλλά ταυτίζονται ως προς ΤΗΝ ΦΥΣΗ Ή ΟΥΣΙΑ!

 

2ος ΛΟΓΟΣ: Εάν ο Χριστός είναι Παντογνώστης, τότε είναι και ο Γιαχβέ!

Εάν η Σκοπιά αποδεχθεί τον Χριστό ως Παντογνώστη, τότε εκτός από την Θεότητα τού Ιησού, θα πρέπει να αποδεχθεί και τον Ιεχωβά ως Παντογνώστη. Διότι πώς είναι δυνατόν ένα κτίσμα ή δημιούργημα τού Ιεχωβά, όπως είναι ο Χριστός, να είναι Παντογνώστης και να μην είναι ο Δημιουργός Του;;; Κι αν κάποιοι αναγνώστες αναρωτηθούν: «Μα είναι δυνατόν η Γραφή να αναφέρεται εμφανέστατα εις την Παντογνωσία τού Υιού, και η Σκοπιά να μην πιστεύει, όχι μόνον τον Υιό, αλλά ούτε τον Γιαχβέ ως Παντογνώστη;». Την απάντηση αγαπητοί αναγνώστες θα μάς την δώσει ο ίδιος ο ‘δούλος’, από τον οποίον όλα πλέον θα πρέπει να τα αναμένουμε, ακόμη ΚΑΙ αυτό! Η Γραφή, εις πλείστα σημεία, να κάνει λόγο περί Παντογνωσίας Υιού κι ο κατ’ εξοχήν Ψευδοδιδάσκαλος τής γενεάς μας (Σκοπιά 01.06.1973, σελ.342) αναισχύντως να κηρύττει τον Ιεχωβά ως ΜΗ ΠΑΝΤΟΓΝΩΣΤΗ! Απολαύστε λοιπόν τον ανωτέρω Ψευδοδιδάσκαλο επί το ‘θεάρεστον’ έργον του:

 

Ο ‘ΘΕΟΣ’ ΤΗΣ ΣΚΟΠΙΑΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΤΟΓΝΩΣΤΗΣ!!!

«Ο Ιεχωβά δεν γνώριζε σαφώς ότι το πρώτο ζευγάρι θα αμάρτανε. Μολονότι πληγώθηκε από την ανυπακοή τού ανθρώπου κι από τα επακόλουθα παθήματα, γνώριζε ότι αυτή η προσωρινή κατάσταση δεν θα απέτρεπε την εκπλήρωση τού αιωνίου σκοπού του για τη γη και τούς ανθρώπους πάνω σ’ αυτή» (Σκοπιά 01.01.2011, σελ.15).

Συμφώνως δηλαδή προς την πληθώρα τών χωρίων που παρεθέσαμε, ο Υιός, αν και ήτο ένα κτίσμα (συμφώνως πάντα προς τον κατ’ εξοχήν ψευδοδιδάσκαλο τών ημερών μας), ως Παντογνώστης που ήτο, ήξερε ΕΞ ΑΡΧΗΣ, δια τής υπερφυσικής Του γνώσεως, το ηθικό ποιον τού Ιούδα, και το τι μέλλει γενέσθαι και πράξαι, όσον αφορά εις το πρόσωπόν Του. Ο Γιαχβέ όμως, ως Άκτιστος και Προαιώνιος, δεν ήτο εις θέση να γνωρίζει εξ αρχής το τι μέλλει γενέσθαι και πράξαι, όσον αφορά εις το πρόσωπο τού Αδάμ!!! Μην απορείτε αγαπητοί αναγνώστες, εφόσον ΑΥΤΟ είναι το ‘ευαγγέλιο’ τού Μπρούκλιν, που κατά τον Παύλο είναι ανάθεμα (ΓΑΛ. Α:8) και οδηγεί εις την απώλεια. ΑΥΤΗ την τροφή και ΑΥΤΟ το ‘ευαγγέλιο’ κηρύττει και διανέμει ως ‘τροφή εν καιρώ’ ο ‘πιστός και φρόνιμος δούλος (ΜΑΤΘ. ΚΔ:45), το ‘ευαγγέλιο’ τού Μπρούκλιν δηλαδή και ΟΧΙ τού Χριστού που οδηγεί εις την αιώνιο ζωή (πρβλ. Α΄ ΚΟΡ. Θ:12Β΄ ΚΟΡ. Β:12Β΄ ΚΟΡ. Θ:13Ι:14, ΓΑΛ. Α:7Α΄ ΘΕΣ. Γ:2).

 

ΟΙ ΛΟΓΟΙ ΠΟΥ ΕΠΕΛΕΞΕ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΤΟΝ ΙΟΥΔΑ.

Περατώνοντας την μελέτη μας, έφθασε η στιγμή να απαντήσουμε και εις ένα ερώτημα που ίσως βασανίζει τινές εκ τών αναγνωστών τής παρούσης μελέτης, κι ειδικώς όσων ανήκουν εις την Οργάνωση τού αυθεντικού προφήτου τής γενεάς μας’ και ‘αληθινού εκπροσώπου τού Ιεχωβά’ (Σκοπιά 01.06.1973, σελ.342). Αφού ο Χριστός, συμφώνως προς τα ανωτέρω χωρία που εκθέσαμε, προγνώριζε, ότι ο Ιούδας είναι διάβολος, γιατί τον εξέλεξε Απόστολο; Για τρεις λόγους, αγαπητοί αναγνώστες, επέλεξε ο Χριστός τον Ιούδα ως Μαθητή Του:

1ον) Για να δείξει την αγάπη Του και προς αυτόν τον εχθρόν Του, εφαρμόζοντας ο ίδιος την εντολή Του προς εμάς! Ο Χριστός είναι Θεός και ο Θεός είναι αγάπη. Αγάπη και προς τούς εχθρούς. Εκείνος, ο οποίος δίδαξε, ότι πρέπει να αγαπάμε τούς εχθρούς («Αγαπάτε τούς εχθρούς υμών» ΜΑΤΘ. Ε:44, ΛΟΥΚ. ΣΤ:35), δίδει πρώτος το παράδειγμα τής αγάπης προς τούς εχθρούς.

2ον) Για να δείξει πόσο κακό μπορεί να συμβεί εις μίαν ψυχή, εάν δεν προσέχει και αφήνεται να κυριαρχείται από τα πάθη, μάλιστα από το πάθος τής φιλαργυρίας, την ρίζα όλων τών κακών κατά τον Απόστολο Παύλο: «Ρίζα γαρ πάντων τών κακών εστιν η φιλαργυρία» (Α΄ ΤΙΜ. ΣΤ:10). Να φοβούμεθα αδελφοί μου την φιλαργυρία, διότι είναι το σκληρότερο, το σκοτεινότερο και απαισιότερο πάθος. Απ’ όλα τα πάθη η φιλαργυρία πωρώνει και σκοτίζει τον άνθρωπο περισσότερο, τον οδηγεί εις τις πιο άτιμες και εγκληματικές πράξεις, και αφήνει ελάχιστα ή κανένα περιθώριο για μετάνοια. Τρία έτη ο Ιούδας ήτο κοντά εις τον Χριστό. Άκουσε τα ωραιότερα λόγια, είδε τα μεγαλύτερα θαύματα, κήρυττε και έκανε και ο ίδιος θαύματα (ΜΑΤΘ. Ι:5, 8), είδε το αγιότερο παράδειγμα ζωής, και όμως, επειδή δεν πρόσεξε, κατήντησε κλέπτης και προδότης τού Χριστού, και τερμάτισε την πρόσκαιρη ζωή του με αυτοκτονία, για να καταλήξει εις την αιώνιον κόλαση.

3ον) Το κατάντημα ενός Μαθητού και Αποστόλου ας μάς κάνει να τρέμουμε. Ο Χριστός με την εν γνώσει Του επιλογή τού Ιούδα και με την πτώση που τον οδήγησε το πάθος του, θέλει να διδάξει όλους εμάς, ότι αφού Μαθητής και Απόστολος και θαυματουργός εξέπεσε [και μάλιστα τόσο πολύ, ώστε να γίνει προδότης τού ιδίου του τού Κυρίου, για την αξία ενός δούλου (τριάκοντα αργύρια)], να φοβούμεθα να μην εκπέσουμε κι εμείς! Κανείς ας μην έχει καμία εμπιστοσύνη εις τον εαυτό του.

Αδελφοί! Προσοχή μεγάλη εις τούς εαυτούς μας, «μετά φόβου και τρόμου την εαυτών σωτηρίαν κατεργάζεσθε·» (ΦΙΛΙΠ. Β:12)

 

 

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Περατώνοντας με την χάρη τού Θεού την μελέτη μας, αισθανόμεθα να επαναλάβουμε για μίαν ακόμη φορά το εξής: Είτι ορθόν εν τη μελέτη ταύτη, αποδοτέον τω Θεώ, όστις έδωκε τον νουν και ‘διανοίγει τον νουν τού συνιέναι τας γραφάς (ΛΟΥΚ. ΚΔ:45). Είτι εσφαλμένον, αποδοτέον τη ανθρωπίνη ατελεία. Το τέλειον απόκειται εις το μέλλον (Α΄ ΚΟΡ. ΙΓ:9-10). Ευχόμεθα δε και ευελπιστούμε, όπως η ερμηνευτική αυτή προσπάθεια γίνει αφορμή προς καλλιτέραν έρευνα, ερμηνεία και μετάφραση τού ιερού κειμένου τού Θεού.

Δημιουργία αρχείου: 13-1-2014.

Τελευταία ενημέρωση: 14-1-2014.