Νεοπαγανιστικές απάτες

Απάντηση στις συκοφαντίες τού Νεοπαγανισμού

Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Διωγμοί και Ρωμανία

Η Ευρώπη χρωστά τον Αριστοτέλη στα μοναστήρια του Μεσαίωνα // Η διάσωση των βιβλίων του... Προφυρίου από τους Χριστιανούς // Πατερικά στοιχεία κατά των δήθεν διωγμών // Κάψιμο βιβλίων σε παγανιστικές νεκρικές πυρές // Απώλειες αρχαίων βιβλίων της Δύσης // Κάψιμο βιβλίων από τους ειδωλολάτρες // Παγανιστικές καταστροφές βιβλίων στη Ρώμη // Πώς οι ειδωλολάτρες κατέστρεψαν και τη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας τον 3ο αιώνα μ.Χ. // Μύθος η καταστροφή αρχαίων μνημείων από τους Χριστιανούς

Μία ακόμη διάψευση για την δήθεν καταστροφή της αρχαίας γραμματείας

Κείμενα ειδωλολατρών συγγραφέων πολέμιων του Χριστιανισμού, στις βυζαντινές βιβλιοθήκες

Τού Papyrus 52

 

 

1. Εισαγωγικά

Είναι γνωστό ότι η νεόκοπη εθνικιστική ιδεοληψία που εμφανίστηκε με τη μορφή του νεο-παγανισμού, ενσωμάτωσε στο σύστημα του λασπολογικού μηδενισμού της και την συκοφαντία για δήθεν μεθοδευμένη καταστροφή της αρχαίας γραμματείας από την Εκκλησία.

Όπως ήταν φυσικό, το ψεύδος αυτό δημιούργησε μια αντίδραση από την πλευρά των επιστημονικά σκεπτόμενων ανθρώπων, και φάνηκε τελικά ότι τα ατεκμηρίωτα κείμενα που κυκλοφορούσαν από ιστοσελίδα σε ιστοσελίδα με αντιγραφή και επικόλληση, δεν ήταν τίποτε άλλο παρά συνειδητά αποκυήματα φαντασίας που θυμίζουν τις πρόσφατα αποκαλυφθείσες φάρσες του διαδικτύου. Οι ηγέτες των νεο-παγανιστών χρειάζονταν απλά μερικούς φανατικούς ή απλά αφελείς, σίγουρα όμως ανιστόρητους, ώστε να τα αναπαράγουν χωρίς δεύτερη σκέψη.

Στο συγκεκριμένο άρθρο, θα αποδείξουμε για άλλη μια φορά, με στοιχεία, το μέγεθος της απάτης που επιχείρησαν οι νεο-παγανιστές. Και θα το κάνουμε αυτό με επίκεντρο την Μυριόβιβλο του Πατριάρχη Φωτίου (820-893 μ.Χ., βλέπε και αναλυτική βιογραφία του στο Ορθόδοξο Wiki).

Μυριόβιβλος ή Βιβλιοθήκη, ονομάστηκε ένα εκτενές έργο του Φωτίου, στο οποίο παραθέτει δικά του σχόλια, αποσπάσματα και περιλήψεις από μια μεγάλη συλλογή έργων χριστιανικής και ειδωλολατρικής λογοτεχνίας. Το έργο αυτό που χρονολογείται περίπου στα μέσα του 9ου αιώνα απευθυνόταν στον αδελφό του Φωτίου, Ταράσιο.

Όπως σημειώνει ο Στέφανος Ευθυμιάδης στην εισαγωγή του ανθολογίου που αφορά τη Μυριόβιβλο, («Βιβλιοθήκη - Όσα της ιστορίας», εκδ. Κανάκη, Αθήνα 2000), «η σχετική καταμέτρηση έδειξε ότι σε έργα χριστιανών συγγραφέων αφιερώνονται 158 κώδικες και σε έργα κοσμικών 122, δηλαδή αναλογία σε ποσοστά 56,4% έναντι 43,6%. Στο γενικό σύνολο εντυπωσιακός είναι ο αριθμός των κοσμικών συγγραφέων που σχολιάζει και ο οποίος ισοσκελίζει τους χριστιανούς. Στη Βιβλιοθήκη 99 (ή 101) είναι οι κοσμικοί συγγραφείς που παρουσιάζονται και 158 οι εκκλησιαστικοί (θεολόγοι, αγιολόγοι και ιστορικοί της Εκκλησίας). Αν όμως η καταμέτρηση γίνει με βάση τις αράδες που η Βιβλιοθήκη αφιερώνει σε κάθε συγγραφέα, οι κοσμικοί συγγραφείς υπερτερούν αισθητά»[1].

Θα δούμε λοιπόν, μέσα από τα κείμενα που επιλέξαμε ότι, αιώνες μετά από την εποχή που οι νέο-παγανιστές ισχυρίζονται την δήθεν καταστροφή της αρχαίας γραμματείας, αντιγράφονταν ακόμα όχι μόνο τα έργα των μεγάλων φιλοσόφων και ρητόρων της αρχαιότητας, αλλά και έργα αντιχριστιανών όπως ο Δαμάσκιος, ο Ζώσιμος, ο Ευνάπιος ή ο Λιβάνιος, όπως και κείμενα φανατικών αιρετικών όπως του αρειανιστή Φιλοστόργιου ή του αιρεσιάρχη Ευνόμιου.

 

2. Μυριόβιβλος, κείμενο #40:

Ιστορία του αιρετικού Φιλοστόργιου, φανατικού οπαδού του Αρειανισμού

Παρά το γεγονός ότι ο Φώτιος βλέπει πως στην ιστορία του ο Φιλοστόργιος «εξιστορεί ... τα αντίθετα από όλους σχεδόν τους εκκλησιαστικούς ιστορικούς», και η ιστορία του είναι «μάλλον εγκώμιο, αφενός, των αιρετικών, απροκάλυπτος ψόγος αφετέρου και ‘’κατηγορώ’’ κατά των ορθοδόξων»[2], όχι μόνο τη μελέτησε αλλά αναγνωρίζει ότι ο Φιλοστόργιος «στο ύφος είναι γλαφυρός χρησιμοποιώντας λέξεις ποιητικές, όχι όμως κατά κόρον ούτε χωρίς χάρη. Και τα ρητορικά του σχήματα λόγω της υπαινικτικότητάς τους αποπνέουν καλαισθησία, συγχρόνως και ευχαρίστηση»[3].

 

3. Μυριόβιβλος, κείμενο #137 & #138:

Έκθεση πίστεως του αιρεσιάρχη Ευνομίου, επίσης, έργο του ιδίου με το οποίο επιχειρεί να απαντήσει στην αναίρεση του Μ. Βασιλείου, και επιπλέον 40 επιστολές του

Ο Ευνόμιος από την Καππαδοκία, ήταν ένας αιρετικός θεολόγος του 4ου αιώνα που νόθευσε την Ορθοδοξία με φιλοσοφικές και αρειανικές δοξασίες. Επειδή ήταν αρχηγός της ομώνυμης αίρεσης, θεωρούμε συγκλονιστικό το γεγονός ότι τα έργα του εξακολούθησαν να αντιγράφονται και έτσι βρίσκονται στα χέρια του Φωτίου κατά τον 9ο αιώνα!

Και μάλιστα, πέντε αιώνες μετά τον θάνατο του Ευνομίου, υπάρχει όχι μόνο η Έκθεση Πίστεως των αιρετικών (που ίσως έλεγε κάποιος ότι διασώθηκε για να είναι γνωστά τα επιχειρήματά τους), αλλά και ένα σύνολο επιστολών του αιρεσιάρχη Ευνομίου.

 

4. Μυριόβιβλος, κείμενο #90:

Λόγοι και επιστολές του ειδωλολάτρη ρήτορα Λιβανίου

Ο Λιβάνιος ήταν διάσημος ειδωλολάτρης ρητοροδιδάσκαλος του 4ου αι. μ.Χ. (314-393 μ.Χ.), εργαζόταν με «μισθό από τον [βυζαντινό] αυτοκράτορα, εκτός όμως από τον μισθό του αυτό είχε ένα λαμπρό εισόδημα από την αθρόα προσέλευση μαθητών - ανάμεσά τους και σπουδαίοι αργότερα Χριστιανοί»[4].

Πώς είναι λοιπόν δυνατόν να γράφουν τόσα ψέματά περί μεθοδευμένων καταστροφών οι νεο-παγανιστές, όταν βλέπουμε τα κείμενα του Λιβανίου, ενός από τους μεγαλύτερους συκοφάντες κατά του Χριστιανισμού[5], να αντιγράφονται συνεχώς πέντε αιώνες μετά;!

Μάλιστα, κατά τον Φώτιο, οι Λόγοι του Λιβανίου αποτελούν «κανόνα και στάθμη του Αττικού λόγου» ενώ, προσθέτει, «είναι πολύ αξιόλογος και στις επιστολές»[6]!

 

5. Μυριόβιβλος, κείμενο #98:

Το έργο «Νέα Ιστορία», του φανατικού ειδωλολάτρη Ζώσιμου

Ο Ζώσιμος ήταν ιστορικός του 5ου/6ου αι. μ.Χ., κρατικός υπάλληλος -όπως και ο Λιβάνιος- σε υψηλή θέση υπό τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β΄[7].

Ο Φώτιος γράφει σχετικά: «Διαβάστηκε το ιστορικό σύγγραμμα … του Ζωσίμου … Στο ζήτημα της θρησκείας είναι ασεβής και συχνά και σε πολλά σημεία καταφέρεται κατά των ευσεβών, στο ύφος του όμως είναι απέριττος, σαφής και ακριβής, έτσι που να μην απέχει από το να θεωρηθεί ευχάριστος»[8].

Το ζήτημα λοιπόν δεν είναι μόνο ότι οι χριστιανοί αντέγραφαν κείμενα εχθρών του χριστιανισμού, αλλά μπορούσαν να κρίνουν και τη λογοτεχνική τους αξία χωρίς μισαλλοδοξίες.

 

6. Μυριόβιβλος, κείμενο #94:

Το μυθιστόρημα «Δραματικόν», του ειδωλολάτρη Ιάμβλιχου

Ο Ιάμβλιχος από τη Συρία ήταν μυθιστοριογράφος του 2ου αι. μ.Χ. Εκτός άλλων, έγραψε ένα εκτενές ερωτικό μυθιστόρημα, το «Δραματικόν», με χαρακτηριστικά μυθιστορήματος τρόμου: «αρπαγές, φόνοι και θηριωδίες, μπερδέματα και δυσάρεστες συμπτώσεις, μάγια, φαντάσματα και πράξεις μαγείας»[9]. Επίσης, είναι γεμάτο με θρησκευτικά έθιμα στον ναό της Αφροδίτης, χρησμούς και μάγια, πολυάριθμες αναφορές σε μυστηριακές τελετουργίες της Ανατολής[10].

Ο Φώτιος γράφει: «Διαβάστηκε του Ιαμβλίχου το δραματικό έργο που αφηγείται ιστορίες με θέμα ερωτικό»[11].

Ασφαλώς, σχολιάζει με δυσμενή τρόπο τις συνεχείς ερωτικές περιγραφές του συγγραφέα, ο οποίος κατά τον Φώτιο γράφει «για σκοπούς γαργαλιστικούς» (ο Ιάμβλιχος αναφέρει μέχρι και ότι κάποιο φάντασμα… τράγου ερωτεύεται την ηρωίδακαι τράγου τι φάσμα ερά Σινωνίδος»!][12]. Όμως τελικά, ο Φώτιος, χωρίς καμία μισαλλοδοξία, όχι μόνο το μελέτησε ολόκληρο και μας διέσωσε την πολύτιμη επιτομή που χρησιμοποιείται και σήμερα ως πηγή πληροφοριών για το συγκεκριμένο έργο, αλλά επιπλέον, έστειλε και τις σχετικές πληροφορίες στον αδελφό του Ταράσιο, στον οποίο άλλωστε απευθύνεται ως δώρο, ολόκληρη η Μυριόβιβλος.

Άλλωστε, σε αντίθεση με όσα παραμύθια ισχυρίζονται οι νεο-παγανιστές, παρά το περιεχόμενό του, «στα βυζαντινά χρόνια το μυθιστόρημα [του Ιάμβλιχου] πρέπει ακόμη να διαβαζόταν ολόκληρο»[13].

 

7. Μυριόβιβλος, κείμενο #181:

Το έργο «Ισιδώρου βίος» του ειδωλολάτρη φιλοσόφου Δαμασκίου

Ο Δαμάσκιος από τη Δαμασκό, ήταν ρητοροδιδάσκαλος και φιλόσοφος του 5ου αι. μ.Χ. και διετέλεσε διευθυντής της Ακαδημίας στην Αθήνα[14].

Ήταν βεβαίως ειδωλολάτρης, και ο Φώτιος επισημαίνει: «Η σφοδρότητακαι η εχθρότητα περισσεύει στο λόγο του»[15] και στρέφεται συχνά «κατά της ιερής μας θρησκείας»[16].

Απ’ ότι φαίνεται το έργο παρουσίαζε πολλές φιλολογικές αδυναμίες, πάντως ο Φώτιος αναγνωρίζει μια αδύναμη βέβαια, αλλά υπαρκτή ροπή του λόγου «προς το ποιητικότερο», ενώ «οι μεταφορές διαμορφώνουν την έκφραση του όχι με ακαλαίσθητη ψυχρολογία ή μετατροπή απότομη, αλλά κατά το πλείστον παρέχουν τη γλυκύτητα και τη χάρη τους»[17].

 

8. Μυριόβιβλος, κείμενο #241:

Το έργο «Βίος Απολλώνιου» του Τυανέα, από τον ειδωλολάτρη συγγραφέα Φιλόστρατο

Ο Φλάβιος Φιλόστρατος, ήταν ένας συγγραφέας που έζησε στο δεύτερο μισό του 2ου αιώνα και ένα από τα πιο γνωστά του έργα είναι ο Βίος του Απολλώνιου του Τυανέα, του περιπλανώμενου Πυθαγόρειου θαυματοποιού του πρώτου αιώνα μ.Χ.[18].

Ο Φιλόστρατος «για τη βιογραφία αυτή … χρησιμοποίησε τη μορφή του φανταστικού ταξιδιωτικού μυθιστορήματος: Ύστερα από την περιγραφή της θαυμαστής γέννησης και της πρώτης νιότης του Απολλώνιου αρχίζουν οι περιοδείες του σε όλη την οικουμένη και ύστερα στα παραμυθένια πέρατα του κόσμου: στην ανατολή ως τις Ινδίες, από εκεί μέσω Κρήτης στην Ιταλία, την Ισπανία, τη Σικελία και την Ελλάδα» προσφέροντας ταυτόχρονα ένα σωρό πληροφορίες για το κλίμα και τους ανθρώπους που συνάντησε[19].

Η εκτενέστατη παρουσίαση του έργου από τον Φώτιο δείχνει ότι ο εκθειασμός του ειδωλολάτρη Απολλωνίου από τον Φιλόστρατο, ουδόλως εμπόδισε τον λόγιο ιεράρχη από το να απολαύσει τις εντυπωσιακές διηγήσεις του έργου.

Και παρά το γεγονός ότι συχνά η μορφή του Απολλώνιου λειτούργησε ως ένας αντίπαλος ειδωλολάτρης Ιησούς Χριστός, και «πρόσφερε υλικό για αντιχριστιανούς που αποζητούσαν μια ειδωλολατρική αφήγηση που να την ορθώσουν εναντίον της ευαγγελικής ζωής του Χριστού»[20], το έργο αυτό αντιγράφτηκε στο Βυζάντιο, έφτασε μέχρι τον Φώτιο που το μελέτησε και σημείωσε: «Διαβάσαμε τον βίο του Απολλώνιου από τη γραφίδα του Φιλοστράτου […] έχει έκφραση γλυκειά και ποικίλη και χρησιμοποιεί τις λέξεις που αρμόζουν σ’ αυτόν τον τρόπο έκφρασης [/διήγησης]»[21].

 

9. Μυριόβιβλος, κείμενο #77:

Το έργο «Χρονικής Ιστορίας της μετά Δέξιππον», λόγοι ις΄ του ειδωλολάτρη Ευναπίου

Ο Ευνάπιος από τις Σάρδεις ήταν φιλόσοφος και ρητοροδιδάσκαλος (περίπου 345-420 μ.Χ.) με σπουδές στην Αθήνα. Το έργο που περιγράφει ο Φώτιος, «χαρακτηρίζεται από την τιμή του συγγραφέα για τον αυτοκράτορα Ιουλιανό και από την αρνητική του στάση απέναντι στον χριστιανισμό»[22].

Ο Φώτιος, παρά το γεγονός ότι σημειώνει αυτή την απροκάλυπτη συμπάθεια του Ευναπίου προς την ειδωλολατρία και την απέχθειά του προς τον Χριστιανισμό, γράφει:

«Το ύφος του διακρίνεται από καλλιέπεια […] Ό,τι ενοχλητικό υποχωρεί κατά μεγάλο μέρος μπροστά στην εκφραστικότητα και χάρη του λεξιλογίου του. Σε ό,τι αφορά στη δομή, τη σαφήνεια και τη χρήση των περιόδων είναι σύμφωνος με ό,τι αναλογεί και αρμόζει στο είδος της ιστορίας»[23].

 

10. Επίλογος: Η αλήθεια προκύπτει μόνο από τη μελέτη των πηγών και των ειδικών επιστημόνων

Μετά από τα παραπάνω, και οι πιο φανατικοί θα υποχρεωθούν να συμφωνήσουν με τον διαπρεπή Georg Ostrogorsky που σημειώνει:

«Το Βυζάντιο προσέφερε μια μεγάλη και ιστορική υπηρεσία με το να διατηρήσει με αγάπη τα αρχαία πολιτιστικά αγαθά, να καλλιεργήσει το ρωμαϊκό δίκαιο και την ελληνική παιδεία […] Όπως το ρωμαϊκό δίκαιο παρέμεινε πάντοτε η βάση του νομικού συστήματος και της νομικής συνειδήσεως των Βυζαντινών, έτσι και ο ελληνικός πολιτισμός παρέμεινε πάντοτε το θεμέλιο της πνευματικής τους ζωής. Η ελληνική επιστήμη και φιλοσοφία, η ελληνική ιστοριογραφία και ποίηση αποτελούν το μορφωτικό αγαθό και των πιο ευσεβών Βυζαντινών»[24].

Αυτό άλλωστε μαρτυρά τον 4ο αιώνα και ο Μέγας Βασίλειος, ένας από τους τρεις Ιεράρχες, ο οποίος απευθυνόμενος σε κάποιους νέους, γράφει:

«… καθημερινά φοιτάτε σε σχολές, και μέσω των γραπτών λόγων που έχουν αφήσει, επικοινωνείτε με τους πιο σπουδαίους σοφούς απ’ τους αρχαίους»[25].

Και ποια καλύτερη απόδειξη ν’ αναζητήσει κανείς από τα όσα γράφει και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος όταν διαμαρτύρεται στον ειδωλολάτρη Ιουλιανό και του λέει ότι, θέλησε να αποκλείσει τους Χριστιανούς από τη διδασκαλία των ελληνικών, «σαν ο ελληνικός λόγος να ανήκει στη σφαίρα της θρησκείας και όχι της γλώσσας, και γι’ αυτό, σαν να είμαστε κλέφτες ξένων αγαθών, μας στέρησε τον λόγο μας, όπως θα συνέβαινε αν μας απέκλειε και από τις τέχνες, όσες έχουν εφευρεθεί από τους Έλληνες»[26].

Και όταν βλέπουμε στη βιβλιοθήκη του Φωτίου να υπάρχουν αντίγραφα λογοτεχνικών έργων ακόμα και ερωτικού περιεχομένου όπως του Ιάμβλιχου, τότε δεν μπορούμε παρά να συμφωνήσουμε με το κλασικό έργο «Αντιγραφείς και Φιλόλογοι» των Reynolds & Wilson όπου γράφουν:

«Δεν υπάρχει καμιά βάσιμη μαρτυρία ότι γινόταν λογοκρισία». «Η στάση της Εκκλησίας παρέμεινε ουσιαστικά αμετάβλητη σε όλη τη διάρκεια της βυζαντινής εποχής. Οι κλασικοί συγγραφείς διατήρησαν τη θέση τους στα σχολεία. Διακεκριμένες προσωπικότητες που κατείχαν υψηλά εκκλησιαστικά αξιώματα δεν έπαψαν ποτέ να είναι ανάμεσα στους ικανότερους μελετητές των Ελλήνων κλασικών σε όλες τις εποχές» [27].

Ιδιαίτερη αξία έχει και η μαρτυρία του Ιωάννη του Χρυσοστόμου ειδικά για τα έργα των πολεμίων της Εκκλησίας:

«Όλα λοιπόν τα δικά μαςεπεχείρησαν να τα εξαφανίσουν και τύραννοι και βασιλείς και ακαταμάχητοι στους λόγους σοφιστέςΟι δεινοί ρήτορεςέγιναν καταγέλαστοι μετά την εναντίον μας μάχηδεν μπόρεσαν να μεταπείσουνούτε και ένα μικρό παιδίτόσο γέλωτα προκαλούν τα γραφόμενά τους, ώστε να εξαφανισθούν προ πολλού τα βιβλία τους και πολλά να χαθούν αμέσως μετά τη δημοσιότητά τους. Κι αν έτυχε κάποιο να έχη διασωθή, αυτό μπορεί να το βρη κανείς στα χέρια Χριστιανών τόσο πολύ απέχομε από το να πιστεύομε ότι είναι δυνατό να υποστούμε βλάβη από την επιβουλή εκείνων»[28].

Τα έργα μεγάλων εχθρών του Χριστιανισμού, (π.χ. Δαμάσκιος, Ζώσιμος, Ευνάπιος, Λιβάνιος) που μετά από τόσους αιώνες εξακολουθούσαν να αντιγράφονται ώστε να φτάσουν στα χέρια του Φωτίου, επιβεβαιώνουν περίτρανα τα λεγόμενα του Χρυσοστόμου.

Και φυσικά ούτε λόγος να γίνεται για «καταστροφή» των έργων ονομαστών σοφών της αρχαιότητας:

«Οι αντιλήψεις των Πατέρων του τέταρτου αιώνα δεν ήταν λιγότερο φιλελεύθερες. Ο Μέγας Βασίλειος έγραψε μια σύντομη πραγματεία όπου συμβουλεύει τους νέους ποια είναι η καλύτερη μέθοδος να προσποριστούν οφέλη από τη μελέτη της ελληνικής λογοτεχνίας»[29].

Και πράγματι, ο Μ. Βασίλειος σημειώνει:

«Όλοι σχεδόν όσοι φυσικά φημίζονται για τη σοφία τουςστα συγγράμματα τους γράφουν και διηγούνται εγκωμιαστικά για την Αρετή. Σ’ αυτούς πρέπει να πειθόμαστε και να προσπαθούμε στη ζωή μας τα λόγια τους να τα κάνουμε πράξη»[30]. Και αντλεί από ποικίλα συγγράμματα της αρχαίας γραμματείας παραδείγματα ωφέλιμα για την αγνότητα, την ειλικρίνεια, την πραότητα, την συγχωρητικότητα κ.λπ.

Και προτείνει:

«Πρέπει να συναναστρεφόμαστε (και να επικοινωνούμε μέσω της μελέτης) με ποιητές και πεζογράφους και ρήτορες κι όλους (γενικά) τους ανθρώπους απ’ τους οποίους είναι πιθανόν να προκύψη κάποια ωφέλεια για τη φροντίδα (και την καλλιέργεια) της ψυχής»[31].

Ποιος λοιπόν θα πιστέψει τους φλύαρους νέο-παγανιστές και όχι τις πηγές και τους ειδικούς που μας βεβαιώνουν πως το Βυζάντιο ήταν «ένα νομικό οικοδόμημα με θεμέλιο τη ρωμαϊκή νομοθεσία, καθώς και ένα μοναδικό σύστημα κοσμικής εγκυκλίου παιδείας που διέσωσε μεγάλο μέρος της κλασικής και της παγανιστικής γνώσης»[32];


Σημειώσεις

[1] Φώτιος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, «Βιβλιοθήκη - Όσα της ιστορίας. Ανθολογία» (μτφρ. Ευθυμιάδης Στέφανος), εκδ. Κανάκη, Αθήνα 2000, σελ. 25.

[2] Φώτιος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, «Βιβλιοθήκη…», ό.π., σελ. 77.

[3] Φώτιος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, «Βιβλιοθήκη…», ό.π.

[4] Kroh Paul, «Λεξικό αρχαίων συγγραφέων Ελλήνων και Λατίνων», University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 300.

[5] Βλ. μεταφρασμένα κείμενά του σοφιστή Λιβανίου στο: Λιβάνιος, «Θρήνος για τον Ιουλιανό. Υπέρ των ελληνικών ναών. Προς αυτούς που τον είπαν κουραστικό» (μτφρ. Αβραμίδης Ιω.-Μητσάκα Στέλλα), έκδ. 5η, εκδ. Θύραθεν, Θεσσαλονίκη 2003. Βεβαίως, να επισημάνουμε ότι όσα γράφει ο εκδότης και μεταφραστής κ. Αβραμίδης στην Εισαγωγή του βιβλίου του, αποτελούν μνημείο αυθαιρεσίας, συκοφαντίας, παραχάραξης αποσπασμάτων και ιστορικής άγνοιας, που μας έκαναν πάρα πολύ κακή εντύπωση και βεβαίως σε δύο άρθρα μας (ΕΔΩ και ΕΔΩ) όχι μόνο απαντήσαμε, αλλά επισημάναμε ότι αν ο κ. Αβραμίδης δεν μπορεί να ελέγξει το μίσος του για τον Χριστιανισμό, τότε ας μην προλογίζει τα βιβλία που μεταφράζει γιατί υπονομεύει ο ίδιος μια σημαντική μεταφραστική προσπάθεια που αξίζει να γίνει.

[6] Φώτιος ο Μέγας, Ιστορικά Α΄ (σειρά Ε.Π.Ε. #134) - «Μυριόβιβλον ή Βιβλιοθήκη» (Κεφάλαια Α΄-ΡΝΘ΄), εκδ. Μερετάκη «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2001, σελ. 327.

[7] Kroh Paul, «Λεξικό αρχαίων συγγραφέων…», .ο.π., σελ. 202.

[8] Φώτιος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, «Βιβλιοθήκη…», ό.π., σελ. 451.

[9] Kroh Paul, «Λεξικό αρχαίων συγγραφέων…», .ο.π., σελ. 245.

[10] Kroh Paul, «Λεξικό αρχαίων συγγραφέων…», ό.π.

[11] Φώτιος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, «Βιβλιοθήκη…», ό.π., σελ. 421.

[12] Φώτιος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, «Βιβλιοθήκη…», ό.π., σελ. 423.

[13] Kroh Paul, «Λεξικό αρχαίων συγγραφέων…», ό.π.

[14] Kroh Paul, «Λεξικό αρχαίων συγγραφέων…», .ο.π., σελ. 127.

[15] Φώτιος ο Μέγας, Ιστορικά Β΄ (σειρά Ε.Π.Ε. #135) - «Μυριόβιβλον ή Βιβλιοθήκη» (Κεφάλαια ΡΞ΄-ΣΚΒ΄), εκδ. Μερετάκη «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2001, σελ. 125.

[16] Φώτιος ο Μέγας, Ιστορικά Β΄ (σειρά Ε.Π.Ε. #135) - «Μυριόβιβλον ή Βιβλιοθήκη», ό.π., σελ. 123.

[17] Φώτιος ο Μέγας, Ιστορικά Β΄ (σειρά Ε.Π.Ε. #135) - «Μυριόβιβλον ή Βιβλιοθήκη», ό.π., σελ. 125.

[18] Kroh Paul, «Λεξικό αρχαίων συγγραφέων…», .ο.π., σελ. 460.

[19] Kroh Paul, «Λεξικό αρχαίων συγγραφέων…», .ο.π., σελ. 460-461.

[20] Howatson C. M., «Εγχειρίδιο Κλασικών Σπουδών» (τίτλ. πρωτοτ. «The Oxford Companion to Classical Literature»), εκδ. Αφοί Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1996 (c1989), σελ. 769.

[21] Φώτιος ο Μέγας, Ιστορικά Β΄ (σειρά Ε.Π.Ε. #135) - «Μυριόβιβλον ή Βιβλιοθήκη», ό.π., σελ. 529. 559.

[22] Kroh Paul, «Λεξικό αρχαίων συγγραφέων…», .ο.π., σελ. 183.

[23] Φώτιος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, «Βιβλιοθήκη…», ό.π., σελ. 309.

[24]Ostrogorsky Georg, «Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους», τόμ. Α΄, 7η έκδ., Ιστορικές Εκδόσεις Στέφανος Δ. Βασιλόπουλος, Αθήνα 2002, σελ. 90.

[25] Μετάφραση από το: Βασίλειος ο Μέγας, «Προς τους νέους όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων» (μτφρ. Μπιλάλη Βασίλειου), 2η έκδ., Γρηγόρης, Αθήνα 1989 (c1966), σελ. 7.

[26] Στο πρωτότυπο: «… ώσπερ της θρησκείας όντα τον Έλληνα λόγον, αλλ' ου της γλώσσης ώσπερ αν ει και τεχνών είρξεν ημάς, όσαι παρ’ έλλησιν εύρηνται» (PG 35,536Α). Η μετάφραση από το: Bowersock Glen Warren, «Ο ελληνισμός στην ύστερη αρχαιότητα», 2η έκδ., ΜΙΕΤ, Αθήνα 2000, σελ. 34-35.

[27]Reynolds D.L. & Wilson G.N., «Αντιγραφείς και Φιλόλογοι», ΜΙΕΤ, Αθήνα 1981, σελ. 68.

[28] «Λόγος εις τον μακάριον Βαβύλαν», κεφάλαια 1-3 [βλ. το πρωτότυπο στην PG 50,537 κ.ε.]. Η μετάφραση από το: Ιωάννης Χρυσόστομος, έργα #34 (σειρά Ε.Π.Ε.), «Λόγοι Δογματικοί-Πολεμικοί» (βιβλία Ζ΄-Ι΄), Πατερικαί εκδ. Γρηγόριος ο Παλαμάς, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 425.427.

[29]Reynolds D.L. & Wilson G.N., «Αντιγραφείς και Φιλόλογοι», ΜΙΕΤ, Αθήνα 1981, σελ. 67.

[30] Βασίλειος ο Μέγας, «Προς τους νέους…», ό.π., σελ. 57.

[31] Βασίλειος ο Μέγας, «Προς τους νέους…», ό.π., σελ. 17.

[32] Herrin Judith, «Τι είναι το Βυζάντιο», Ωκεανίδα, Αθήνα 2008, σελ. 599.

Δημιουργία αρχείου: 23-3-2011.

Τελευταία ενημέρωση: 23-3-2011.