Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Δογματικά

Οι Οικουμενικές Σύνοδοι // Οι 9 Οικουμενικές Σύνοδοι της Ορθοδοξίας // Ανακοινωθέν Ι. Μ. Πειραιώς για την καθιέρωση τιμής των Ογδόης (Η΄) και Ενάτης (Θ΄) Οικουμενικών Συνόδων // Η 8η Οικουμενική Σύνοδος και η Καταδίκη της Προσθήκης του «Filioque» // Περί της αναγνωρίσεως της εν Κωνσταντινουπόλει εν έτει 1351 μ.Χ. συγκληθείσης Συνόδου ως Ενάτης (Θ΄) Οικουμενικής // Οικουμενικές και άλλες Μεγάλες Σύνοδοι από τον 9ο αιώνα

Οι βασικές προτάσεις βελτιώσεως τών κειμένων από την Ιεραρχία τής Εκκλησίας τής Ελλάδος

κατά την προπαρασκευή τής Αγίας και Μεγάλης Συνόδου τής Ορθοδόξου Εκκλησίας το 2016.

Tου Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου

 

Αναδημοσίευση (τής 11ης Ιουνίου) από: http://www.amen.gr

 

Πριν από τη Σύνοδο τής Ορθόδοξης Εκκλησίας το 2016, έγιναν κάποιες τροποποιήσεις τών αρχικών κειμένων. Στη συνέχεια παρατίθενται από τον σεβ. Ναυπάκτου Ιερόθεο οι βασικές αυτές τροποποιήσεις που έγιναν πριν τη διενέργεια τής Συνόδου, για πληροφόρηση τών Χριστιανών.

 

Οι αποφάσεις τής Ιεραρχίας τής Εκκλησίας τής Ελλάδος

Η Εκκλησία τής Ελλάδος είναι μια από τις δεκατέσσερεις Ορθόδοξες Εκκλησίες. Παρέλαβε την αυτοκεφαλία της με τον Συνοδικό-Πατριαρχικό Τόμο τού 1850 και σε αυτήν προσετέθησαν διάφορες κατά καιρούς επαρχίες, άλλες κατά αφομοίωση (1866, 1882) και άλλες επιτροπικώς (1928).

Όπως είχα καθήκον μελέτησα τα κείμενα που είχαν προετοιμάσει οι αντιπρόσωποι από όλες τις Εκκλησίες και υπεγράφησαν από τους Προκαθημένους. Κατά την μελέτη τών κειμένων από την Διαρκή Ιερά Σύνοδο και την Ιεραρχία τής Εκκλησίας τής Ελλάδος αποφασίσθηκε να γίνουν διάφορες αλλαγές, ήτοι διορθώσεις, προσθήκες μέσα στην προοπτική τής βελτιώσεως τών κειμένων. Αυτό έγινε σε ένα πνεύμα ομοψυχίας, ομοφωνίας στα περισσότερα και ελάχιστες μειοψηφίες σε μερικά από αυτά, και μια πρόταση με ανοικτή ψηφοφορία.

Έτσι προήλθε ένα αποτέλεσμα που ικανοποίησε όλους τους Ιεράρχες, αλλά και εκείνους που έμαθαν για την απόφαση. Στην συνέχεια θα παρουσιάσω τα κεντρικά σημεία τής αποφάσεως.

Το βασικό σημείο είναι ότι ενώ στο κείμενο «Σχέσεις τής Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν Χριστιανικόν κόσμον» σε διάφορες παραγράφους γινόταν λόγος ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία «αναγνωρίζει την ιστορικήν ύπαρξιν άλλων Χριστιανικών Εκκλησιών και Ομολογιών», αυτό αντικαταστάθηκε με την φράση: «γνωρίζει την ιστορικήν ύπαρξιν άλλων Χριστιανικών Ομολογιών και Κοινοτήτων».

Επίσης, σημαντικό σημείο είναι αυτό που αναφέρεται στην ενότητα τής Εκκλησίας. Ενώ στο κείμενο γινόταν λόγος για το ότι η ενότητα τής Εκκλησίας «είναι αδύνατον να διαταραχθή», εν τούτοις γινόταν στην συνέχεια λόγος για την προσπάθεια να αποκατασταθή η ενότητα μεταξύ τών Χριστιανών, ωσάν να ισχύη η θεωρία τών κλάδων. Στο κείμενο έγιναν μερικές διορθώσεις, ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία πιστεύει ότι «η ενότης αυτής είναι αδύνατον να διαταραχθή» και συμμετέχει «εις την κίνησιν προς αποκατάστασιν τής ενότητος τών λοιπών Χριστιανών» ή «τής απωλεσθείσης ενότητος τών λοιπών Χριστιανών», καθώς επίσης ότι εργάζεται ώστε να έλθη εκείνη η ημέρα κατά την οποίαν «ο Κύριος θα εκπληρώση την ελπίδα τής Ορθοδόξου Εκκλησίας περί επισυναγωγής εις αυτήν πάντων τών εσκορπισμένων και γενήσεται μία ποίμνη εις ποιμήν».

Ακόμη σημαντικό σημείο είναι αυτό στο οποίο γίνεται λόγος για την προοπτική «τών θεολογικών διαλόγων τής Ορθοδόξου Εκκλησίας μετά τών άλλων Χριστιανικών Ομολογιών και Κοινοτήτων», οι οποίοι διάλογοι «προσδιορίζονται πάντοτε επί τη βάσει τών αρχών τής Ορθοδόξου εκκλησιολογίας και τών κανονικών κριτηρίων τής ήδη διαμορφωθείσης εκκλησιαστικής παραδόσεως συμφώνως προς τους ιερούς κανόνας τών Οικουμενικών και τών υπό τούτων αναγνωριζομένων Τοπικών Συνόδων, ως είναι οι Κανόνες 46, 47 και 50 τών Αγίων Αποστόλων, οι 8 και 19 τής Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, ο 7 τής Β΄  Οικουμενικής, ο 95 τής Πενθέκτης, και ο 7 και 8 τής Λαοδικείας».

Επίσης, προσετέθη μια απαραίτητη διευκρίνιση:  «Διευκρινίζεται, ότι, όταν εφαρμόζεται η κατ’ οικονομίαν εισδοχή τών ετεροδόξων δια Λιβέλλου και αγίου Χρίσματος, δεν σημαίνει ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία αναγνωρίζει την εγκυρότητα τού Βαπτίσματος ή και τών λοιπών μυστηρίων αυτών».

Στην παράγραφο που γινόταν λόγος για την καταδίκη κάθε διάσπασης τής ενότητος τής Εκκλησίας από άτομα ή ομάδες και για την διατήρηση τής γνησίας ορθοδόξου πίστεως, η οποία διασφαλίζεται δια τού Συνοδικού συστήματος, προσετέθησαν ο 6ος Κανόνας τής Β΄  Οικουμενικής Συνόδου και οι 14ος και 15ος τής Πρωτοδευτέρας Οικουμενικής Συνόδου.

Σε άλλη παράγραφο που γινόταν λόγος για την αναγκαιότητα τού διαχριστιανικού θεολογικού διαλόγου, χωρίς προκλητικές ενέργειες ομολογιακού ανταγωνισμού, προστέθηκε μέσα σε παρένθεση η Ουνία, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν δέχεται τον υποκριτικό αυτόν τρόπο για την ένωση τών Εκκλησιών, όπως το επαγγέλλεται στην πράξη η Ουνία.

Σημαντική διόρθωση στην παράγραφο ότι οι κατά τόπους Ορθόδοξες Εκκλησίες «καλούνται να συμβάλουν εις την διαθρησκειακήν συνεννόησιν και συνεργασίαν», έγινε με την προσθήκη τής φράσεως «δια την ειρηνικήν συνύπαρξιν και κοινωνικήν συμβίωσιν τών λαών, χωρίς τούτο να συνεπάγεται οιονδήποτε θρησκευτικόν συγκρητισμόν».

Για την συμμετοχή τής Ορθοδόξου Εκκλησίας στο Παγκόσμιο Συμβούλιο τών Εκκλησιών (ΠΣΕ) έγινε ευρύτατος λόγος. Η πρόταση τής Διαρκούς Ιεράς Συνόδου ήταν να διαγραφούν οι σχετικές παράγραφοι που αναφέρονται σε αυτό. Κατόπιν εντόνου συζητήσεως έγινε φανερή ψηφοφορία (δια ανατάσεως τής χειρός), από την οποία προέκυψε ότι δεκατρείς (13) Αρχιερείς πρότειναν να διαγραφούν οι παράγραφοι αυτοί, εξήντα δύο (62) να παραμείνουν και δύο (2) είχαν διαφορετικές απόψεις.

Έτσι, η πλειοψηφία τών Ιεραρχών ήταν να παραμείνουν οι παράγραφοι αυτοί στο κείμενο και η Εκκλησία τής Ελλάδος συμμετέχει στις εργασίες τού ΠΣΕ σύμφωνα με τις απαραίτητες προϋποθέσεις. Στην συζήτηση και ψηφοφορία υπεστήριξα ότι θα πρέπει να παραμείνουμε στο ΠΣΕ ως παρατηρητές, αλλά αυτή ήταν η μοναδική πρόταση.

Παρά ταύτα στο κείμενο αυτό η φράση ότι οι Ορθόδοξες Εκκλησίες στο ΠΣΕ συμβάλλουν «δι’ όλων τών εις την διάθεσιν αυτών μέσων εις την μαρτυρίαν τής αληθείας και την προαγωγήν τής ενότητος τών Χριστιανών» διορθώθηκε με την φράση συμβάλλουν «δι’ όλων τών εις την διάθεσιν αυτών μέσων δια την προώθησιν τής ειρηνικής συνυπάρξεως και τής συνεργασίας επί τών μειζόνων κοινωνικοπολιτικών προκλήσεων και προβλημάτων». Αυτό σημαίνει ότι ο λόγος συμμετοχής τής Εκκλησίας μας στο ΠΣΕ είναι μόνον για κοινωνικούς λόγους και όχι για την μαρτυρία τής αληθείας και την προαγωγή τής ενότητος τών Χριστιανών.

Στο κείμενο με τίτλο «Η αποστολή τής Ορθοδόξου Εκκλησίας εν τω συγχρόνω κόσμω», γινόταν λόγος για το ανθρώπινο πρόσωπο και για την κοινωνία τών προσώπων. Παράλληλα όμως διαρκώς γινόταν λόγος και για τον άνθρωπο. Οπότε, χάριν θεολογικών λόγων και ενοποιήσεως τού κειμένου αντικαταστάθηκε η φράση «η αξία τού ανθρωπίνου προσώπου» με την φράση «η αξία τού ανθρώπου».

Στο κείμενο με τίτλο «Το αυτόνομον και ο τρόπος ανακηρύξεως αυτού» προσετέθη μία παράγραφος: «Εκκλησιαστικαί Επαρχίαι δι' ας εξεδόθη Πατριαρχικός Τόμος ή Πράξις, δεν δύνανται ίνα αιτήσωνται την χορήγησιν αυταίς αυτονομίας, διατηρουμένου απαρασαλεύτου τού υφισταμένου εκκλησιαστικού καθεστώτος αυτών».

Σε μια άλλη παράγραφο τού ιδίου κειμένου, στο οποίο γινόταν λόγος για την χορήγηση τής Αυτονομίας σε μια Επαρχία από την Μητέρα Εκκλησία προστέθηκε η φράση «ομοφώνως».

Αυτές ήταν οι βασικές προτάσεις βελτιώσεως τών κειμένων από την Ιεραρχία τής Εκκλησίας τής Ελλάδος.

 

Θα ήθελα να διατυπώσω δύο σκέψεις:

Πρώτον, μέσα από αυτές τις προσθήκες και τις αλλαγές διαφαίνεται μια παραδοσιακή εκκλησιολογία, μέσα στις δυνατότητες τις οποίες είχε η Ιεραρχία τής Εκκλησίας μας να κάνη αυτό το έργο. Οι αποφάσεις αυτές κατά βάσιν ήταν ομόφωνες και κανείς δεν μπορεί να ισχυρισθή ότι στην Ιεραρχία οι «συντηρητικοί» Ιεράρχες επιβλήθηκαν επί «τών προοδευτικών» Ιεραρχών!!!

Υπήρξαν βέβαια και προτάσεις να αποσυρθή τελείως το κείμενο «Η Ορθόδοξη Εκκλησία προς τον λοιπόν Χριστιανικόν κόσμον» για περαιτέρω επεξεργασία, αλλά δεν έγινε αποδεκτό από την Ιεραρχία.

 

Δεύτερον, οι αποφάσεις αυτές είναι δεσμευτικές για την Εκκλησία μας, διότι έγιναν αποδεκτές κατά βάσιν ομοφώνως. Αυτό σημαίνει ότι η αντιπροσωπεία μας στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο πρέπει να τις υποστηρίξη για να περάσουν στο κείμενο και δεν έχει δυνατότητα υπαναχώρησης.

 

Συμπέρασμα

Ύστερα από τα ανωτέρω, καταλήγω στο συμπέρασμα ότι η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος, με όσες Εκκλησίες προσέλθουν, θα πρέπει οπωσδήποτε στο Μήνυμά της να αναφέρη ρητώς τις Οικουμενικές και Μεγάλες Συνόδους, και να παύση να διαδίδεται το «παραμύθι» που είναι ανιστόρητο, αθεολόγητο, αντιεκκλησιαστικό, ότι η Σύνοδος αυτή συνεκλήθη ύστερα από 1200 χρόνια, ή ότι είναι η πρώτη Σύνοδος μετά το Σχίσμα.

Με πολύ σεβασμό, παρακαλώ ικετευτικώς τους Προκαθημένους τών Ορθοδόξων Εκκλησιών, που τελικά θα παραστούν, ιδίως τον Παναγιώτατο Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο, ο οποίος κοπίασε για να φθάσουν τα πράγματα έως εδώ, να αναφέρουν ρητώς ότι η Σύνοδος αυτή είναι συνέχεια τών Συνόδων τού Μεγάλου Φωτίου, τού αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά, τού αγίου Μάρκου τού Ευγενικού, τών Μεγάλων Πατριαρχών τής Ανατολής, τών Προκατόχων τους, εκ τών οποίων μερικοί εμαρτύρησαν για την δόξα τού Θεού και τής Εκκλησίας. Διαφορετικά θα υπάρχη ένας επί πλέον λόγος να απαξιωθή στην συνείδηση τού εκκλησιαστικού πληρώματος ως Σύνοδος αντιφωτιανή, αντιπαλαμική, αντιμαρκιανή (Μάρκου Ευγενικού), αντιφιλοκαλική!

Αισθάνομαι ότι κατά την διάρκεια τών Συνεδριάσεων τής Αγίας και Μεγάλης Συνόδου θα υπάρξουν Συνοδικοί που θα αισθανθούν την φωνή τών Προφητών, τών Αποστόλων και τών Πατέρων, τα αίματα τών Μαρτύρων τής πίστεως, τα δάκρυα και τους αγώνες τών ασκητών, τους ιδρώτες τών ιεραποστόλων, την προσευχή τών «τού Χριστού πενήτων», την προσδοκία τού ευσεβούς λαού. Δυστυχείς θα είναι όσοι δεν θα το αισθανθούν αυτό, ούτε θα το καταλάβουν.

Ιούνιος 2016.

Δημιουργία αρχείου: 21-7-2016.

Τελευταία μορφοποίηση: 21-7-2016.

ΕΠΑΝΩ