Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Δογματικά, Παλαιά Διαθήκη και Μελέτες

Περί του σώματος ως σκήνους της ψυχής // Ο Άδης και οι κακοδοξίες γι' αυτόν Μέρος 1ο // Η Κάθοδος του Κυρίου στον Άδη κατά τον Άγιο Επιφάνιο Κύπρου Στη Δημοτική

Μέρος 4ο

Ο Άδης και η κάθοδος του Χριστού σ’ αυτόν

Η προφητεία τού Ιωνά, Αγιογραφικές και Πατερικές μαρτυρίες

Μιχάλης Μαυροφοράκης

 
 
Απομαγνητοφώνηση από εκπομπή της Πειραϊκής Εκκλησίας, της σειράς εκπομπών: "Ορθοδοξία και Αίρεση", του Β΄ Βιβλικού και των συνεργατών του.
 
Ομιλία Νo 41

 

Ομιλία Νο 41. (ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ // ΕΠΟΜΕΝΗ)

(Εκφωνήθηκε για πρώτη φορά: 16-10-1992).

Ακούστε την από την ΟΟΔΕ και σε ηχητικό αρχείο MP3

Η σημερινή εκπομπή έχει τίτλο: «Ο Άδης και η κάθοδος του Χριστού σ’ αυτόν». Το ζήτημα αυτό, έχει άμεση σχέση με όσα έχουμε αναφέρει στις προηγούμενες εκπομπές περί ψυχής και περί Άδου, και μάλιστα κατέχει από παλιά πολύ σημαντική θέση στη δογματική της Χριστιανικής Εκκλησίας.

 

 

1. Σύντομη περίληψη τών προηγούμενων εκπομπών

Υπενθυμίζουμε ότι εξετάζουμε το ζήτημα του Άδου, στα πλαίσια της αναίρεσης της κακοδοξίας, ότι η ψυχή του ανθρώπου είναι ο ίδιος ο άνθρωπος, και επομένως είναι θνητή. Όσοι εσφαλμένα παραδέχονται κάτι τέτοιο, είναι επόμενο να προσπαθούν να αλλοιώσουν και την έννοια του Άδου, που για όλους τους άλλους (και σωστά), ήταν ο τόπος που δεχόταν τις ψυχές των νεκρών, όταν αυτές αποχωρίζονταν τα οικεία τους σώματα. Έτσι, αυτή η μερίδα, που συμπεριλαμβάνει τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, τελείως αυθαίρετα και παράλογα, ισχυρίζονται ότι ο Άδης, είναι «ο κοινός τάφος του ανθρώπινου γένους», δηλαδή μια αόριστη και αφηρημένη έννοια, που στην ουσία στερείται κάθε λογικού περιεχομένου.

 

Με πολλούς τρόπους αποδείξαμε στις προηγούμενες εκπομπές, ότι η ψυχή του ανθρώπου έχει και την έννοια του αόρατου και νοερού και λογικού και προσωπικού και ενσυνείδητου συστατικού της ανθρώπινης φύσης, και ότι αυτή επιβιώνει του βιολογικού θανάτου, δηλαδή αποχωρίζεται από το άλλο συστατικό του ανθρώπου, (το σώμα), και μεταβαίνει σε έναν χώρο που ονομάζεται «Άδης», (τουλάχιστον στους χρόνους της Παλαιάς Διαθήκης). Εκεί συναντούσε τις υπόλοιπες, (ασώματες πλέον) ψυχές των νεκρών. Αυτό συνέβαινε ανεξαιρέτως σε όλες τις ψυχές δικαίων και αμαρτωλών, Ιουδαίων και Εθνικών, όλες δηλαδή χωρίς διάκριση, μετέβαιναν στη σκοτεινή και σιωπηλή φυλακή του Άδη, όπως μαρτυρεί η Παλαιά Διαθήκη στο σύνολό της. Και όλα αυτά τα διαπιστώσαμε αναλυτικά και με λεπτομέρεια, στις προηγούμενες εκπομπές.

 

 

2. Η διδασκαλία τής Αγίας Γραφής και τών αγίων Πατέρων για την κάθοδο τού Κυρίου στον Άδη

Σήμερα, θα προσπαθήσουμε να διεισδύσουμε στο συγκλονιστικό γεγονός, που άλλαξε αυτή την τραγική και αφόρητη πορεία των ψυχών προς τον Άδη. Και όχι μόνον αυτό, αλλά και τον νίκησε, τον κατήργησε, και άλλαξε την ουσία του και το περιεχόμενό του. Το συγκλονιστικό αυτό γεγονός, είναι η Κάθοδος του Χριστού στον Άδη. Γι’ αυτό και κατέχει εξέχουσα θέση στην διδασκαλία της πίστεώς μας, αλλά και στην υμνολογία και στην εικονογραφία της Εκκλησίας.

 

Ο θρίαμβος του θεανθρώπου Χριστού Ιησού, κατά του Άδου και του θανάτου, άρχιζε ακριβώς από εκεί, όπου οι εχθροί του νόμισαν ότι τον νίκησαν και τον εξαφάνισαν. Τα όργανα του ανθρωποκτόνου Διαβόλου, «ησφαλίσαντο τον  τάφον του Ιησού, σφραγίσαντες τον τάφον μετά της κουστωδίας» (Ματθαίος 27/κζ: 66). Αλλά εκείνη την ώρα, η νίκη που εκέρδισε ο Κύριος επί του σταυρού, επεκτεινόταν ήδη και στον Άδη. Όπως όλοι γνωρίζωμε, η αμαρτία όχι μόνο γεννά, αλλά και τρέφει τον θάνατο. Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, χαρακτηριστικά λέγει: «οικεία τροφή και κατάλληλος θανάτου της αμαρτίας η φύσις. Εντεύθεν ετέχθη, (δηλαδή απ’ αυτήν εγεννήθη ο θάνατος), εντεύθεν ριζώθη, εντεύθεν και τρέφεται». Εάν λοιπόν βρισκόταν κάποιος τελείως αναμάρτητος, ο θάνατος δεν θα μπορούσε να τον κρατήσει δέσμιο. Και τέτοιος ακριβώς, υπήρξε κατά την ανθρώπινη φύση του, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, «ο οποίος αμαρτίαν ουκ εποίησεν, ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού». (Α΄ Πέτρου 2/β: 22).

 

Όταν λοιπόν αδίκως και παράνομα τον δέχθηκε ο θάνατος στο σκοτεινό του βασίλειο, δηλαδή τον Άδη, όχι μόνο δεν μπόρεσε να τον κρατήσει, αλλά και κατακρίθηκε ως άδικος, και το βασίλειό του κατελήθη. Έτσι, στο πρόσωπο του Χριστού, δικαιώθηκε και λυτρώθηκε, ολόκληρο το ανθρώπινο γένος, ο όλος άνθρωπος. Γι’ αυτό άλλωστε και παρενθετικά αναφέρουμε, ότι ο σταυρός του Κυρίου δεν θεωρείται πλέον ως ένα κοινό όργανο εκτελέσεως, αλλά αντίθετα, «το τρόπαιον της κατά της θανάτου τυρρανίδος», όπως λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος, ή ισοδύναμα «το σύμβολο της νίκης κατά του διαβόλου, και το μέσον δια του οποίο ο Χριστός εθριάμβευσε κατά των δαιμόνων. (Κολοσσαείς 2/β: 14,15).

 

Πέθανε λοιπόν ο Κύριος, και η παναγία ψυχή του χωρίστηκε από το πανάχραντο σώμα του, και κατέβηκε στον Άδη. Όσον αφορά το σώμα του Κυρίου, αυτό παρελήφθη από τον Ιωσήφ τον από Αριμαθαίας και από τον Νικόδημο, και ενταφιάσθηκε σε καινό μνημείο, δηλαδή σε καινούργιο τάφο. Σύμφωνα με τους μέχρι τότε γνωστούς φυσικούς νόμους, το σώμα του Κυρίου μετά τον χωρισμό του από την ψυχή, έπρεπε να αρχίσει να αποσυντίθεται και να διαλύεται. Εν τούτοις, έμεινε απολύτως ανέπαφο και άφθαρτο. Συνέβη δηλαδή το πρωτοφανές και αξιθαύμαστο, το σώμα του Κυρίου στον τάφο, να μην ακολουθήσει τους τότε γνωστούς βιολογικούς νόμους της της φθοράς και της αποσύνθεσης, αλλά απεναντίας τους νίκησε, και στη θέση τους, εμφάνισε τον νόμο της αφθαρσίας. Έτσι, άλλαξε ριζικά το περιεχόμενο του θανάτου, όπως περιγράφει ωραιότατα ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, λέγοντας: «Τότε, ύπνος ο των ανθρώπων θάνατος απεδεικνύετο. Διότι όπως ο ύπνος δεν φθείρει και δεν αποσυνθέτει το σώμα, έτσι και ο θάνατος στην περίπτωση του Χριστού. Το ίδιο γεγονός, δηλώνεται και εκδηλώνεται με την αφθαρσία των σκηνωμάτων των αγίων, στο βαθμό που η ευδοκία του Θεού και η Χάρις του επιτρέπουν.

 

Αυτό το γεγονός προβάλλεται ιδιαιτέρως και από την υμνολογία της Εκκλησίας, όπως για παράδειγμα από έναν ύμνο που ψάλλεται το βράδυ της Μεγάλης Παρασκευής, που έχει ως εξής: «ταις μυροφόροις γυναιξί, παρά το μνήμα επιστάς, ο άγγελος εβόα. Τα μύρα της θνητής υπάρχει αρμόδια. Χριστός δε, διαφθοράς εδείχθη αλλότριος».

 

Και πάλι, παρόμοιος ύμνος της ιδίας ημέρας, λέγει: «Δια θανάτου το θνητόν, δια ταφής το φθαρτόν μεταβάλλεις. Αφθαρτίζεις γαρ θεοπρεπέστατα, απαθανατίζον το πρόσλημμα. Η γαρ σαρξ σου, διαφθοράν ουκ είδε Δέσποτα, ουδέ η ψυχή σου εις Άδου ξενοπρεπώς εγκαταλέλειπται».

 

Χαρακτηριστικά όμως τονίζει την σωτηριώδη αυτή αλήθεια, και ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης, λέγοντας: «Δια του θανάτου έστησεν, (δηλαδή εσταμάτησε) της φθοράς την ενέργειαν, και τούτο εστιν η του θανάτου κατάλυσις, το ανενέργητον γενέσθαι την φθοράν». Μετέτρεψε δηλαδή τον θάνατο σε ύπνο, όπως προηγουμένως αναφέραμε.

 

Αυτό όμως το γεγονός της αφθαρσίας του σώματος του Κυρίου στον τάφο, είχε προφητευθεί και από τον Δαυίδ, και επίσης διακηρύχθηκε και από τους πρωτοκορυφαίους αποστόλους Πέτρο και Παύλο, με τα εξής λόγια: «Ουκ εγκαταλείψεις την ψυχήν μου εις Άδην, ουδέ δώσεις τον όσιόν σου ιδείν διαφθοράν» (Ψαλμός 16/ιστ: 10 και Πράξεις 2/β: 27, 31 και 13/ιγ: 35-37).

 

Παρατηρούμε όμως, ότι αυτή η σημαντική προφητεία που εκπληρώθηκε εξ ολοκλήρου στο πρόσωπο του Χριστού με τον θάνατο και την ανάστασή του, δεν αναφέρεται μόνον στο ένα συστατικό της ανθρωπίνης φύσεώς του, (στο σώμα), αλλά και στο άλλο, (στην ψυχή του), διότι λέγει, για μεν το σώμα του Χριστού, ότι θα παραμείνει ακέραιο, και δεν θα γνωρίσει τη φθορά και την αποσύνθεση, αλλά ταυτόχρονα αναφέρεται και στην ψυχή του, και λέγει ότι αυτή δεν θα εγκαταλειφθεί στον σκοτεινό Άδη. Γι’ αυτό όμως το ζήτημα, θα μιλήσουμε αμέσως τώρα.

 

Όπως και στο πρώτο μέρος της εκπομπής αυτής αναφέραμε, η σωστική αλήθεια περί της καθόδου του Χριστού στον Άδη, αποτελεί βασικό στοιχείο της διδασκαλίας της Χριστιανικής Εκκλησίας, από τις πρώτες κιόλας στιγμές της εμφάνισής της.

 

Αυτό μαρτυρεί και η αναφορά του Αποστόλου Πέτρου στο θέμα αυτό, μετά την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος κατά την Πεντηκοστή, οπότε και εξ ονόματος όλων των μαθητών, ανέφερε στους Ιουδαίους τα εξής: «Ον (δηλαδή τον Χριστόν), ο Θεός ανέστησε, λύσας τας οδύνας του θανάτου, καθότι ουκ ην δυνατόν, κρατήσθαι αυτόν, (δηλαδή τον Χριστό), υπ’ αυτού», (δηλαδή υπό του θανάτου). Δαυίδ γαρ λέγει: (προφητικώς απευθυνόμενος εις αυτόν): προορώμην τον Κύριον ενώπιόν μου διαπαντός, ότι εκ δεξιών μου εστίν, ίνα μη σαλευθώ. Δια τούτο, ηυφράνθη η καρδία μου, και ηγαλλιάσατο η γλώσσα μου, έτι δε και η σαρξ μου κατασκηνώσει επ’ ελπίδι, ότι ουκ εγκαταλείψεις την ψυχήν μου εις Άδην, ουδέ δώσεις τον όσιόν σου ιδείν διαφθοράν». Και συνεχίζει ο απόστολος Πέτρος, τονίζοντάς τους, ότι ο Δαυίδ δεν τα έλεγε αυτά για τον εαυτό του, επειδή και απέθανε, και ετάφη, και ο τάφος του υπήρχε μέχρι τις ημέρες του. Αλλά επειδή ο Δαυίδ ήταν προφήτης, αυτά τα λόγια τα έλεγε για τον Χριστό. Έτσι τους λέγει:  «Προϊδών ελάλησε περί της αναστάσεως του Χριστού, ότι ούτε εγκατελήφθη εις Άδην, ούτε η σαρξ αυτού είδεν διαφθοράν» (Πράξεις 2/β: 24-31).

 

Μια προσεκτική μελέτη των χωρίων αυτών, και ιδιαίτερα της προφητείας του Δαυίδ που εφαρμόζεται άμεσα στον Χριστό, φανερώνει δύο κινδύνους που ξεπεράσθηκαν από τον Χριστό: Έναν που αφορούσε το σώμα του, και έναν που αφορούσε την ψυχή του. «Ουκ εγκαταλείψεις την ψυχήν μου εις Άδην, ουδέ δώσεις τον όσιόν σου, ιδείν διαφθοράν».

 

Ο πρώτος κίνδυνος που αφορούσε την ψυχή του, ήταν η εγκατάλειψή του στον Άδη. Ο δεύτερος κίνδυνος που αφορούσε την σάρκα του, δηλαδή το δεύτερο συστατικό του ήταν η φθορά και η αποσύνθεση στον τάφο. Και οι δύο κίνδυνοι, έβρισκαν μέχρι τότε απόλυτη και σίγουρη εφαρμογή σε όλους τους ανθρώπους ανεξαιρέτως. Αντίθετα, ο προφήτης εκφράζεται με πεποίθηση και βεβαιότητα για τον Χριστό, ότι θα υπερνικήσει και τους δύο, όπως και πράγματι συνέβη. Η ανάσταση του Χριστού, το κενό μνημείο, η εμφανίσεις στους μαθητές και τόσα άλλα, το βεβαιώνουν περίτρανα.

 

Διπλή λοιπόν η νίκη του Χριστού. Αφ’ ενός κατέλυσε το κράτος της φθοράς και εισήγαγε τον άνθρωπο στην εποχή της αφθαρσίας, και αφ’ ετέρου κατέβηκε στον Άδη, και δεν έμεινε εκεί εγκαταλελειμμένος, όπως όλοι οι άλλοι νεκροί μέχρι τότε, αλλά εξήλθε νικητής καταλύοντας το βασίλειο του θανάτου, και χαρίζοντας στον άνθρωπο το δώρο της αθανασίας.

 

Ο ίδιος απόστολος, θεωρεί την εις Άδου κάθοδο του Χριστού ως κάτι το γνωστό στους αναγνώστες της πρώτης του επιστολής, και γι’ αυτό αναφέρεται σε αυτό το γεγονός περιστασιακά, κάνοντας μία σύντομη αναφορά και λέγοντας τα εξής: «Ότι και ο Χριστός, άπαξ περί αμαρτιών έπαθεν, δίκαιος υπέρ αδίκων, ίνα ημάς προσαγάγει τω Θεώ, θανατωθείς μεν σαρκί, ζωοποιηθείς δε πνεύματι. Εν ο και τοις εν φυλακή πνεύμασιν πορευθείς εκήρυξε. Απειθήσασίν ποτε, ότε απεξεδέχετο η του Θεού μακροθυμία, εν ημέραις Νώε, κατασκευαζομένης Κιβωτού» (Α΄ Πέτρου 3/γ: 18-20).

 

Στο χωρίο αυτό, ο απόστολος Πέτρος, λέγοντας ότι «εν ο», δηλαδή «δια του Πνεύματος», και «τοις εν φυλακή πνεύμασιν πορευθείς εκήρυξεν»,  δηλώνει , σαφώς την εις Άδου κάθοδον του Κυρίου, και μάλιστα αναφέρεται στο κήρυγμα προς τις ψυχές των προαποθανόντων, όπως ακριβώς εκήρυξε νωρίτερα κατά την επίγειο οικονομία του στον κόσμο των ζώντων.

 

Είναι χαρακτηριστικό πως όλοι οι ερμηνευταί από τα αρχαία χρόνια, αποδίδουν τη φράση: «τα εν φυλακή πνεύματα», στις ψυχές που ευρίσκοντο φυλακισμένες στον Άδη. Σε όλους αυτούς, αντιτίθενται και πάλι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, οι οποίοι κατασκευάζουν μια παράλογη και αυθαίρετη ερμηνεία, και λέγουν ότι τα εν φυλακή πνεύματα είναι δήθεν «πεπτωκότες άγγελοι», (δηλαδή δαίμονες), που εξέπεσαν κατά τις ημέρες του Νώε. Άραγε, τι σκοπό θα είχε το κήρυγμα του Χριστού στους δαίμονες; Απολύτως κανένα! Αντιθέτως όμως, έχει πολύ μεγάλη σημασία και νόημα, το κήρυγμα του Χριστού να μην περιορισθεί μόνο στους τότε ζωντανούς, αλλά να επεκταθεί και σε όλους τους προαποθανόντες ώστε ολόκληρη η ανθρωπότης, και να γνωρίσει το μυστήριο της Θείας Οικονομίας, να λάβει θέση απέναντι στο ευαγγέλιο της σωτηρίας.

 

Την ίδια σωτηριώδη αλήθεια, της εις Άδου καθόδου του Κυρίου, την περιγράφει και ο Απόστολος Παύλος στην προς Εφεσίους 4/δ: 8,9: (ο Χριστός) «αναβάς εις ύψος, ηχμαλώτευσεν αιχμαλωσίαν. Έδωκε δώματα τοις ανθρώποις. Το δε «ανέβη» τι εστίν, ειμί ότι και κατέβη εις τα κατώτερα μέρη της γης;» Γνωρίζουμε ότι τα «κατώτερα μέρη της γης», είναι μια άλλη ονομασία για τον Άδη. Και στην προς Ρωμαίους επιστολή, λέγει: «Η δε εκ πίστεως δικαιοσύνη, ούτως λέγει: μη είπης εν τη καρδία σου, τις αναβήσεται εις τον ουρανόν, τουτέστιν Χριστόν καταγαγείν, (δηλαδή για να κατεβάσει από τον ουρανό τον Χριστό), ή τις καταβήσεται εις την Άβυσσον, τουτέστιν Χριστόν αναγαγείν;» (Ρωμαίους 10/ι: 6,7).

 

Ήδη γνωρίζουμε, ότι ο Άδης χαρακτηρίζεται στην Παλαιά Διαθήκη και ως «Άβυσσος». Έτσι είναι φανερή και εδώ η αναφορά του Αποστόλου στην κάθοδο του Χριστού στον Άδη.

 

Στην ίδια επιστολή, ο Απόστολος Παύλος, στο 14ο κεφάλαιο, αναφέρει σε σχέση με τους νεκρούς τα εξής: «Εις τούτο γαρ Χριστός απέθεναν και έζησεν, ίνα και νεκρών και ζώντων κυριεύσει» (Ρωμαίους 14/ιδ: 9).

 

Εδώ αναφέρονται οι δύο κατηγορίες των ανθρώπων, στις οποίες ταξινομούνται ανάλογα με τη βιολογική τους κατάσταση. Χωρίζονται λοιπόν από τον Απόστολο, σε νεκρούς και ζώντες. Χώρος των νεκρών είναι ο Άδης. Και χώρος των ζώντων η γη. Και στο σημείο αυτό τονίζεται, ότι ο Χριστός επισκέφθηκε και τους δύο χώρους. Όχι μόνο τη γη, αλλά και τον Άδη, έτσι ώστε να είναι Κύριος, όχι μόνο των ζωντανών, αλλά και των νεκρών.

 

Το ίδιο αναφέρει και ο Ευαγγελιστής Ιωάννης στην Αποκάλυψη, όπου μεταφέρει τα λόγια του Κυρίου μας, λέγοντας: «Μη φοβού. Εγώ ειμι ο Πρώτος και ο Έσχατος και ο Ζων. Και εγενόμην νεκρός, και ιδού, ζων ειμί εις τους αιώνας των αιώνων. Και έχω τας κλεις (τα κλειδιά), του θανάτου και του Άδου» (Αποκάλυψις 1/α: 17,18).

 

Τα κλειδιά του θανάτου και του Άδου, τα απέκτησε ως άνθρωπος, όταν κατέβηκε με τη Θεία του ψυχή στο σκοτεινό βασίλειο του θανάτου, στον Άδη, και τον κατέλυσε, παίρνοντας και τα κλειδιά του, όπως ένας ισχυρός βασιλιάς κυριεύει πλήρως μια πόλη και περιέρχονται στην κατοχή του τα κλειδιά και των πλέον απόκρυφων και ασφαλών της σημείων.

 

 

3. Ο προφήτης Ιωνάς για την εις Άδου κάθοδο τού Κυρίου

 

Όμως, εκτός όλων των άλλων, και αυτός ο Ίδιος ο Κύριος, προ της καθόδου του στον Άδη, προεφήτευσε γι’ αυτήν, και την παρέβαλλε με την τριήμερη παραμονή του προφήτου Ιωνά, στην κοιλία του κήτους που τον είχε καταπιεί. Είχε πει σαφώς τα εξής: «Ώσπερ γαρ ην Ιωνάς εν τη κοιλία του κήτους, τρεις ημέρας και τρεις νύκτας, ούτως έσται ο Υιός του Ανθρώπου εν τη καρδία της γης τρεις ημέρας και τρεις νύκτας» (Ματθαίος 12/ιβ: 40).

 

Και πράγματι, ο προφήτης Ιωνάς, την «εν Άδου διατριβήν του Κυρίου προδιέγραψε», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης, στον λόγον του «εις το Άγιο Πάσχα». Ας διαβάσουμε όμως το σχετικό απόσπασμα, από τον «14ο Κατηχητικό Λόγο» του αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύμων, ο οποίος έζησε τον 4ο μετά Χριστόν αιώνα. Θα επιχειρήσουμε να διαβάσουμε ολόκληρο το απόσπασμα, γιατί πιστεύουμε ότι είναι και ευρύτερα ωφέλιμο.

 

Το γενικότερο θέμα που ο άγιος Κύριλλος πραγματεύεται, είναι η ανάσταση του Χριστού, μέσα στα πλαίσια του οποίου αναφέρει τα εξής: (Διαβάζουμε από μετάφραση):

 

Μας φέρουν όμως, (οι αντιρρησίες Ιουδαίοι), και άλλο επιχείρημα. Ότι ο νεκρός νεκρός που ανέστησε τότε όντας στη ζωή ο προφήτης Ηλίας, είχε μόλις πεθάνει. Αποδείξτε μας λοιπόν, (λένε), ότι υπάρχει περίπτωση, να αναστηθεί νεκρός τριήμερος. Και αν είναι δυνατόν ποτέ, άνθρωπος που τον έθαψαν, να αναστηθεί μετά από τρεις ημέρες! Και την απόδειξη που ψάχνουμε να βρούμε για όλα αυτά, μας τη δίνει ο ίδιος ο Κύριος Ιησούς, στα Ευαγγέλια, λέγοντας: «Όπως ο Ιωνάς ήταν στην κοιλιά του κήτους, τρεις ημέρες και τρεις νύχτες, έτσι θα μείνει και ο Υιός του Ανθρώπου, στην καρδιά της γης, τρεις ημέρες και τρεις νύχτες. (Ματθαίος 12/ιβ: 40 και Ιωνάς 2/β: 1).

 

Καθώς δε εξέταζα τη διήγηση του Ιωνά, (συνεχίζει ο άγιος Κύριλλος στις κατηχήσεις του), βρήκα ότι η ζωή του έχει πολλά σημεία όμοια με τη ζωή του Χριστού. Δηλαδή ο Ιησούς, στάλθηκε από τον Πατέρα να κηρύξει μετάνοια, και ο Ιωνάς ανέλαβε μια τέτοια αποστολή. Μόνο που ο Ιωνάς, προσπάθησε να την αποφύγει από σχετική άγνοια. Ενώ ο Κύριος, με τη θέλησή Του ήλθε στη γη, για να μετανοήσουμε και να σωθούμε.

 

Ο Ιωνάς κοιμότανε στο πλοίο και ροχάλιζε, (Ιωνάς 1/α: 5). Ενώ στη θάλασσα είχε ξεσπάσει τρικυμία μεγάλη. Και ο Ιησούς πάλι, ενώ κατά το σχέδιο της Θείας Οικονομίας κοιμόταν, σήκωσε η θάλασσα μεγάλα κύματα, για να γνωρίσουν οι μαθητές, με τη θαυμαστή κατάπαυση των κυμάτων, την δύναμη αυτού που κοιμόταν.

 

Στον Ιωνά έλεγαν: «Συ τι ροχαλίζεις; Σήκω να παρακαλέσεις τον Θεό σου, μήπως και μας σώσει από την καταιγίδα!» (Ιωνάς 1/α: 6). Και εδώ λένε στον Δεσπότη: «Κύριε σώσε μας!» (Ματθαίος 8/η: 25). Εκεί: «παρακάλεσε το Θεό σου», και εδώ: «Σώσε». Και ο Ιωνάς τους είπε: «πάρτε με και ρίξτε με στη θάλασσα και θα κοπάσει η τρικυμία». (Ιωνάς 1/α: 12).

 

Εκείνος δε, επέπληξε τους ανέμους και τη θάλασσα και έγινε γαλήνη μεγάλη (Ματθαίος 8/η: 26). Και ο Ιωνάς ρίχτηκε στην κοιλιά το κήτους, ενώ ο Σωτήρας μας, κατέβηκε εκούσια, εκεί που είναι το νοητό κήτος του θανάτου, δηλαδή στον Άδη. Και κατέβηκε εκούσια, για να ξαναδώσει στη ζωή ο θάνατος, όσους είχε καταπιεί, σύμφωνα με αυτό που βρίσκουμε στη Γραφή: «Εγώ από τα χέρια του Άδη θα τους απαλλάξω, και από τα χέρια του θανάτου θα τους λυτρώσω» (Ωσηέ 13/ιγ: 14)

 

Αφού όμως φθάσαμε σ’ αυτό το σημείο του λόγου, ας εξετάσουμε ποιο από τα δύο είναι δυσκολότερο: Να αναστηθεί άνθρωπος που θάφτηκε στη γη, ή αυτός που κατέβηκε στην κοιλιά του κήτους, να μη σαπίσει, μετά από την τόσο μεγάλη θερμότητα που επικρατεί εκεί; (συμπληρώνουμε και από τα οξέα, κλπ). Ποιος δεν το ξέρει από τους ανθρώπους, ότι έχει τόσο υψηλή θερμοκρασία το εσωτερικό της κοιλιάς ενός ζώου, ώστε και κόκαλα αν καταπιεί θα σαπίσουν. Πώς λοιπόν ο Ιωνάς, όντας στην κοιλιά του κήτους, τρεις ημέρες και τρεις νύχτες δεν σάπισε; Ή, πώς, (αφού είναι στη φύση όλων των ανθρώπων, να μην μπορούν να ζήσουν χωρίς να αναπνέουν αέρα καθαρό, εκείνος έζησε τρεις ημέρες, χωρίς να αναπνέει τέτοιο αέρα;

 

Αλλά την έχουν έτοιμη την απάντηση οι Ιουδαίοι, και λένε: «Συνόδεψε τον Ιωνά η δύναμη του Θεού, καθώς κατέβαινε σπαράσσοντας προς τον Άδη. Δηλαδή, στο δούλο του τον αγαπητό, στέλνοντάς τη δύναμή του ο Κύρος, του παρέχει τη δυνατότητα να ζήσει. Και αυτός ο Ίδιος, δεν μπορεί άραγε να δώσει στον εαυτό Του αυτή τη δύναμη; Εάν είναι πιστευτό το του Ιωνά, τότε είναι πιστευτό και το του Ιησού. Εάν το του Ιησού είναι απίστευτο, τότε και το του Ιωνά είναι απίστευτο. Για μένα βέβαια και τα δύο είναι πιστευτά. Διότι πιστεύω ότι και ο Ιωνάς διαφυλάχθηκε, αφού όλα είναι δυνατά στον Θεό, (Ματθαίος 19/ιθ: 26) αλλά και ότι ο Χριστός αναστήθηκε από τους νεκρούς, (Α΄ Κορινθίους 15/ιε: 20, και αλλού). Και έχω πολλές μαρτυρίες για την ανάσταση, και από τις Άγιες Γραφές, και από όσα έχει μέχρι σήμερα ενεργήσει ο αναστημένος Χριστός. Αυτός που ενώ κατέβηκε μονάχος τον Άδη, ανέβηκε πολλαπλάσιος, συντροφευμένος από πολλούς άλλους. Διότι Εκείνος, καταδέχθηκε να πεθάνει, για να αναστήσει πολλά σώματα πεθαμένων αγίων (Ματθαίος κζ/27: 52).

 

Τρομοκρατήθηκε ο θάνατος βλέποντας έναν νεκρό, που δεν έμοιαζε καθόλου στους άλλους νεκρούς, να έχει κατεβεί στον Άδη, και να μην είναι δεμένος με τα δεσμά, με τα οποία ήταν δεμένοι όσοι βρίσκονταν εκεί.

 

Για ποιο λόγο θυρωροί του Άδη, μόλις τον είδατε, ζαρώσατε από τον φόβο σας;» (Ιώβ 38/λη: 17 κατά τους Εβδομήκοντα). Τι φόβος ασυνήθιστος είναι αυτός που σας κυρίεψε; Έφυγε ο θάνατος, και με τη ντροπή του καταντροπιάστηκε για τη δειλία του. Έτρεχαν κοντά στον Κύριο οι άγιοι προφήτες, και ο Μωυσής ο νομοθέτης, ο Αβραάμ, ο Ισαάκ, ο Ιακώβ, ο Δαυίδ, ο Σαμουήλ και ο Ησαϊας, καθώς και ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, ο οποίος έδωσε κατά την επίγεια ζωή του μαρτυρία σε όλους γι’ αυτόν, και είπε: «Συ είσαι αυτός που πρόκειται να έλθη, ή περιμένουμε κάποιον άλλο ως λυτρωτή μας;» (Ματθαίος 11/ια: 3).

 

Λυτρώθηκαν όλοι οι δίκαιοι που τους είχε καταπιεί ο θάνατος. Διότι έπρεπε αυτός που προφητεύθηκε και κηρύχθηκε βασιλιάς του ουρανού και της γης από τους δικαίους αυτούς προφήτες, αυτός να γίνει και ο λυτρωτής όλων αυτών των καλών και πιστών κηρύκων του. Έπειτα, καθένας από τους δικαίους εκείνους, έλεγε: «Πού είναι θάνατε η νίκη σου; Πού είναι Άδη το κεντρί σου;» (Α΄ Κορινθίους 15/ιε: 55). Μας λύτρωσε λοιπόν αυτός, που νικώντας εσένα, χάρισε τη νίκη τη νίκη και σε όλους εμάς.

 

Ο προφήτης Ιωνάς, όταν προσευχόταν και έλεγε μέσα από την κοιλιά του κήτους: «Ικέτευσα τον Κύριο στη θλίψη μου», (Ιωνάς 2/β: 3 κλπ), μέσα από την κοιλιά του Άδη, λειτουργούσε σαν προτύπωση προφητική του Κυρίου μας και Σωτήρας μας Ιησού Χριστού. Και είναι βέβαιο ότι αυτά τα έλεγε βρισκόμενος μέσα στην κοιλιά του κήτους. Αλλά ενώ βρισκόταν μέσα εκεί, λέγει ότι βρίσκεται μέσα στον Άδη. Ακριβώς γιατί προτύπωνε τον Χριστό, που επρόκειτο να κατεβεί στον Άδη.

 

Ύστερα, μετά από κάποια λόγια, λέει, (εκπροσωπώντας τον Χριστό και προφητεύοντας καθαρότατα): «Βυθίστηκε η κεφαλή μου στις σχισμές των βουνών» (Ιωνάς 2/β: 6 κατά τους Εβδομήκοντα). Και όμως ήταν στην κοιλιά του κήτους. Σε ποια βουνά λοιπόν είσαι χωμένος; «Αλλά γνωρίζω τώρα, (λέγει), ότι αυτό που τώρα ζω, το ζω σαν προφητική προτύπωση, εκείνου που πρόκειται να ταφή στο μνήμα το λαξευτό στην πέτρα. Και όντας στη θάλασσα ο Ιωνάς, λέγει: «Κατέβηκα στην γη» (Ιωνάς 2/β: 7). Το λέει, επειδή με το πάθημά του, προτύπωνε προφητικά τον Χριστό, που κατέβηκε στην καρδιά της γης (Ματθαίος 12/ιβ: 40).

 

Και επειδή προείδε τα σχετικά με τους Ιουδαίους, που προσπάθησαν να μεταπείσουν τους στρατιώτες να πουν ψέματα, (ότι δήθεν έκλεψαν το σώμα Του οι μαθητές), (Ματθαίος 28/κη: 13), λέει: «Αυτοί που προσκυνούν τα μάταια και τα ψευδή, εμπράκτως παραιτήθηκαν από το να ζητούν το έλεος του Θεού. (Ιωνάς 2/β: 9). Διότι ήρθε εκείνος που τους ελεούσε και σταυρώθηκε, δίνοντας το αίμα του το τίμιο για τους Ιουδαίους και τους Εθνικούς, και μετά αναστήθηκε, και εκείνοι είπαν: «πέστε τους ότι έκλεψαν το σώμα». (Ματθαίος 28/κη: 13). Φανερώνοντας με αυτό τον τρόπο, ότι πραγματικά λατρεύουν την ψευτιά και την ατιμία.

 

Για την ανάστασή του όμως, αναφέρει και ο Ησαϊας, λέγοντας: «Εκείνος που ανεβάζει από τη γη και ανασταίνει τον ποιμένα των προβάτων τον μέγα». (Ησαϊας ξγ: 11 και Εβραίους 13/ιγ: 20). Πρόσθεσε «τον μέγα», για να μη θεωρηθεί ισότιμος με τους προηγούμενους ποιμένες.

 

Εδώ σταματούμε την ανάγνωση του αποσπάσματος από τις «Κατηχήσεις» του αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύμων του 4ου αιώνα, που αναφέρεται στην «εις Άδου κάθοδο» του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, και στην προφητική προτύπωση αυτού του γεγονότος, από την παραμονή του προφήτου Ιωνά στην κοιλία του κήτους.

 

Είναι βεβαίως φανερό, ότι όπως ακριβώς ο Ιωνάς αυτά τα τρία μερόνυκτα στο κήτος, όχι μόνο δεν ήταν ανύπαρκτος και εκμηδενισμένος, αλλά με πλήρη συνειδητότητα προσευχόταν με δοξολογίες και δεήσεις και προφητείες στον Θεό, έτσι και ο Κύριος, όταν κατέβηκε στον Άδη, δεν ήταν ανύπαρκτος και χωρίς συνειδητότητα, (άπαγε της βλασφημίας), αλλά αντιθέτως, επετέλεσε το σωτηριώδες και θεϊκό έργο, της λυτρώσεως των απ’ αιώνος νεκρών από τα δεσμά του Άδου και του θανάτου, του οποίου και το κράτος και την εξουσία κατέλυσε.

 

 

4. Ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος για την εις Άδου κάθοδο (110 μ.Χ.)

Πέραν όμως των μαρτυριών της Αγίας Γραφής, περί της καθόδου του Χριστού στον Άδη, τις οποίες μέχρι τώρα αναφέραμε, (και ελπίζουμε να προσθέσουμε και άλλες, αν ο Κύριος επιτρέψει, στην προσεχή εκπομπή), αυτό το τόσο σημαντικό ζήτημα της πίστεώς μας, μαρτυρείται έντονα, και από την προφορική ή γραπτή μαρτυρία της Εκκλησίας, ήδη από τους αποστολικούς χρόνους.

 

Ας αναφερθούμε σήμερα, απλώς ενδεικτικά σε μια τέτοια μαρτυρία, που περιέχεται στην προς Μαγνησιείς επιστολή του αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου. Υπενθυμίζουμε επί τροχάδην, ότι ο άγιος Ιγνάτιος έζησε στα τέλη του 1ου αιώνα, και στις αρχές του 2ου. Ήταν επίσκοπος Αντιοχείας, και καταδικάσθηκε λόγω της πίστης του στον Χριστό, να ριχθεί στα θηρία στη Ρώμη. Τελείωσε τη ζωή του με μαρτυρικό θάνατο, γύρω στο 110 μ.Χ. Ήταν γεμάτος από τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος, γι’ αυτό και ονομάσθηκε και «Θεοφόρος». Και έγραψε αρκετές επιστολές προς τους Χριστιανούς των διαφόρων πόλεων, μεταξύ των οποίων και την προς Μαγνησιείς, από όπου και διαβάζουμε:

 

«Δια τούτο υπομένωμεν, ίνα ευρεθώμεν μαθηταί Ιησού Χριστού, του μόνου διδασκάλου ημών. Πώς ημείς δυνησώμεθα ζήσαι χωρίς αυτού; (Πώς εμείς θα μπορούσαμε να ζήσουμε χωρίς Αυτόν;) ου (του οποίου) και οι προφήται, μαθηταί όντες τω Πνεύματι, (του οποίου και οι προφήτες, όντες πνευματικοί του μαθητές), ως διδάσκαλον αυτόν προσεδώκον, και δια τούτο, ον δικαίως ανέμενον, παρών, ήγειρεν αυτούς εκ νεκρών. (Δηλαδή, οι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, όντες πνευματικοί μαθητές του Χριστού, τον προσδοκούσαν σαν διδάσκαλο. Και γι’ αυτό, αυτόν τον οποίο δικαίως ανέμεναν, όταν παρουσιάσθηκε, τους ήγειρε εκ νεκρών. (Αγίου Ιγνατίου, προς Μαγνησιείς, 9/θ: 2).

 

Αλλά πού οι προφήτες, νεκροί όντες, περίμεναν τον Χριστό; Και πού τους παρουσιάσθηκε και τους ανέστησε; Προφανώς και χωρίς καμία αμφιβολία, τον ανέμεναν στον Άδη. Όταν λοιπόν ο Χριστός εμφανίσθηκε στον Άδη, εζωοποίησε τους απ’ αιώνος νεκρούς που πίστεψαν στο κήρυγμά του, ή ακόμα περισσότερο, αυτούς που τον ανέμεναν ως πνευματικοί του μαθητές, όπως οι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης.

 

Παρατηρούμε λοιπόν, πως εκτός από την Αγία Γραφή, και τα κείμενα των αποστολικών πατέρων της Εκκλησίας που ανάγονται στο 100 περίπου μ.Χ., περιέχουν αυτή τη σημαντική διδασκαλία της πίστεώς μας, δηλαδή της καθόδου της ψυχής του Χριστού στον Άδη, όπου εκήρυξε κι εκεί το Ευαγγέλιο της σωτηρίας, και λύτρωσε τους απ’ αιώνος δεσμίους, ενώ κατέλυσε ταυτόχρονα το κράτος του Άδου και του θανάτου.

 

Ας επανεξετάσουν λοιπόν την πίστη τους, όσοι αγνοούν ή απορρίπτουν αυτή την σωτηριώδη αλήθεια, παρασυρόμενοι από την άγνοια ή τις διδασκαλίες της πλάνης, και ας προσεγγίσουν το χαρμόσυνο και ελπιδοφόρο μήνυμα τής αναστάσεως, που ξεκινά ακριβώς από την κάθοδο του Χριστού στον Άδη.

Απομαγνητοφώνηση Ν. Μ.

Δημιουργία αρχείου: 9-8-2010.

Τελευταία μορφοποίηση: 8-10-2016.

ΕΠΑΝΩ