Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Γένεση, Πατερικά και Μελέτες

Η πτώση των πρωτοπλάστων από τη θεία κατάπαυση * Πλάσθηκε τέλειος ο Αδάμ; * Η διδασκαλία αγίων Πατέρων και Θεολόγων για το "κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσιν" * Ο άνθρωπος πλάσθηκε ως εικόνα τού Χριστού * Ο θρήνος τού Αδάμ * Το Χριστιανικό Ευαγγέλιο και το ανάθεμα της Σκοπιάς

Η σωτηρία και η ατέλεια τού Αδάμ στην πίστη τής αρχαίας Εκκλησίας

Οι απόψεις περί τελειότητας και αιώνιας απώλειας τού Αδάμ ήταν εφεύρεση Γνωστικών

Ο άγιος Ειρηναίος (Β΄ αιώνας μ.Χ.), μαρτυρεί για τις αιρετικές καταβολές όσων ισχυρίζονται ότι ο Αδάμ ήταν τέλειος και δεν σώθηκε

 
Πηγή: "Έλεγχος και Ανατροπή τής Ψευδωνύμου Γνώσεως", βιβλία 1ο και 3ο, σε μετάφραση αρχιμ. Ειρηναίου Χατζηεφραιμίδη δ. Θ. Θεσσαλονίκη 1991.

 

 

Βασικό δόγμα τής αίρεσης τών Μαρτύρων τού Ιεχωβά και παρομοίων αιρέσεων, είναι ότι ο Αδάμ ως τέλειος που δήθεν ήταν, δεν αξίζει σωτηρίας, γι' αυτό και έχει ήδη αφανισθεί και δεν θα έχει ανάσταση. Μάλιστα σε αυτό το δόγμα τους, ότι δήθεν ήταν τέλειος ο Αδάμ, στηρίζουν και το περί Απολυτρώσεως δόγμα τους, ότι δηλαδή ο Χριστός ήρθε για να πεθάνει ως ο μόνος τέλειος στη θέση τού μόνου τέλειου ανθρώπου που αμάρτησε, τού Αδάμ.

 

1. Σύγχρονες αιρέσεις περί τού Αδάμ, με καταγωγή από τους Γνωστικούς

Έχουμε δείξει σε παλαιότερα άρθρα μας, τη Χριστιανική θέση ότι ο Αδάμ ΔΕΝ ήταν τέλειος αλλά "λίαν καλός", ότι τελικά μετανόησε και σώθηκε και βρίσκεται σήμερα μαζί με τους αγίους τού Υψίστου, περιμένοντας ανάσταση, και ότι το δόγμα ότι δήθεν ο Χριστός έπρεπε να πληρώσει με την τέλεια ζωή Του την ζωή τού τέλειου Αδάμ, ικανοποιώντας μία παράλογη "θεία δικαιοσύνη" είναι μία αντιχριστιανική αίρεση.

Εδώ θα δείξουμε μόνο κάποια ιστορικά ντοκουμέντα από μαρτυρία τού 2ου αιώνα μ.Χ. τού αγίου Ειρηναίου τής Λυών, ότι οι παραπάνω κακοδοξίες, όχι μόνο Χριστιανικές δεν είναι, αλλά ότι κατάγονται από αιρετικούς Γνωστικούς τού Β΄ μετά Χριστόν αιώνα!

Ελπίζουμε οι ακόλουθες μαρτυρίες να βάλουν σε σκέψη και σε σοβαρή έρευνα, ειλικρινείς ανθρώπους που έχουν παρασυρθεί από τις παραπάνω κακοδοξίες, ώστε να γνωρίσουν το αληθινό Χριστιανικό Ευαγγέλιο, όπως το διατήρησε η Εκκλησία ανόθευτο και αναλλοίωτο, εδώ και 2000 χρόνια!

 

2. Το αναλλοίωτο τού Χριστιανικού Ευαγγελίου

Ο άγιος Ειρηναίος, Επίσκοπος τής Λυών (ή Λουγδούνου), έχοντας ζήσει στον Β΄ μ.Χ. αιώνα, και έχοντας γνωρίσει τους διαδόχους τών Αποστόλων, αποτελεί μία αξιόπιστη μαρτυρία τής διαμόρφωσης τών αιρέσεων τής εποχής του, στον Β΄ μ.Χ. αιώνα, αλλά και τής διαχρονικότητας τού Χριστιανικού δόγματος, από τότε ως σήμερα, χωρίς αλλαγές και προσθήκες.

Στο πεντάτομο ιστορικό του έργο: "Έλεγχος και Ανατροπή τής Ψευδωνύμου Γνώσεως", όπου καταπολεμά τις διάφορες αιρέσεις τών Γνωστικών, γράφει όχι μόνο για την αξία τής διαχρονικότητας και τού αναλλοίωτου τής Χριστιανικής διδασκαλίας, αλλά μάς δίνει και ιστορικές μαρτυρίες, για το ξεκίνημα πολλών αιρέσεων, μεταξύ τών οποίων και αυτών που θα εξετάσουμε περί τού Αδάμ.

Πριν μιλήσει για τον Αδάμ, στο ΚΗ΄ κεφάλαιο τού πρώτου του βιβλίου, κάνει πρώτα μια αναφορά στη σύγχυση και τις διαρκείς δογματικές αλλαγές τών αιρέσεων τού Γνωστικισμού τής εποχής του, κάτι που θυμίζει έντονα τις σύγχρονες Προτεσταντικές αιρέσεις. Γράφει ο άγιος Ειρηναίος:

"1. Από αυτούς, που αναφέραμε πρωτύτερα, προήλθαν ήδη πολλές αιρέσεις. Πολλοί από αυτούς -η μάλλον όλοι- θέλουν να είναι διδάσκαλοι και να αποχωρισθούν μεν από την αίρεση, στην οποία βρέθηκαν, αλλά να συνθέσουν άλλη διδασκαλία από κάποια άλλη άποψη και στη συνέχεια ολοένα διαφορετικές διδασκαλίες. Και επιμένουν να διδάσκουν καινούργια πράγματα, εφευρίσκοντας οι ίδιοι την άποψη και διδάσκοντας ό,τι επινόησαν..."

Πόσο έντονα θυμίζει αυτό τις χιλιάδες σύγχρονες Προτεσταντικές θρησκείες, που όλες τους επικαλούνται την επιστροφή στην αγνή πίστη τών Αποστόλων, αλλά που η κάθε μία τους διαφωνεί με όλες τις άλλες Προτεσταντικές αιρέσεις, και εισάγει δικές της διδασκαλίες, μεταλλάσσοντας διαρκώς το ευαγγέλιο που κηρύττουν!

Όμως ο άγιος Ειρηναίος, αμέσως μετά, αφού καυτηριάζει αυτή τη δογματική τους αστάθεια και ασυνέπεια, συνεχίζει, μπαίνοντας στο θέμα μας, σχετικά με τη σωτηρία τού Αδάμ:

 

3. Η καταγωγή τών περί "απωλείας τού Αδάμ", από τον Γνωστικό Τατιανό

"1. ...Επί παραδείγματι, λέμε ότι από το Σατορνίνο και το Μαρκίωνα προήλθαν οι αποκαλούμενοι Εγκρατείς. Αυτοί κηρύσσουν την αγαμία, αρνούνται την αρχαία δημιουργία του Θεού και εμμέσως κατηγορούν τον θεό που έκανε τον άνδρα και τη γυναίκα για να γεννώνται οι άνθρωποι.

Εισηγούνται την αποχή από τα «έμψυχα», όπως τα λέγουν αυτοί, και φέρονται ως αχάριστοι προς τον θεό που έκανε τα πάντα.

Εναντιώνονται και στη σωτηρία του πρωτοπλάστου.

Τώρα τελευταία, μάλιστα, το επινόησαν αυτό από κάποιον Τατιανό, που πρώτος εισήγαγε αυτήν τη βλασφημία.

Ο Τατιανός ήταν ακροατής του Ιουστίνου και όσο καιρό ήταν μαζί του, δεν έδειξε τίποτε τέτοιο. Αλλά μετά το μαρτύριο εκείνου έφυγε από την Εκκλησία, υπερηφανεύθηκε και αλαζονεύθηκε με την έπαρση του διδασκάλου, ότι τάχα υπερέχει των άλλων, και διεμόρφωσε δικό του θεολογικό σύστημα.

Παρομοίως με τους μαθητάς του Ουαλεντίνου έπλασε το μύθο για κάποιους αόρατους Αιώνες. Όπως ο Μαρκίων και ο Σατορνίνος, χαρακτήρισε το γάμο ως φθορά και πορνεία. Μόνος του δε εναντιώθηκε στη σωτηρία του Αδάμ". ["Έλεγχος και Ανατροπή τής Ψευδωνύμου Γνώσεως", βιβλίο 1ο, κεφάλαιο ΚΗ. Δες και Ευσεβίου Εκκλησιαστική Ιστορία. Δ', 29, 2 (ΒΕΠ 19,309,32ε)].

Εδώ μάς δίνει ο άγιος Ειρηναίος, μία ιστορική μαρτυρία, για το πώς ξεκίνησε αυτή η αίρεση, ότι δήθεν ο Αδάμ δεν σώζεται! Μάς πληροφορεί ότι αυτή η καινοφανής και ΒΛΑΣΦΗΜΗ αίρεση, είναι εφεύρημα τού Τατιανού, ο οποίος ενώ αρχικά ήταν Χριστιανός, και μαθητής τού αγίου Ιουστίνου τού Μάρτυρος, μετά από το μαρτύριο τού αγίου Ιουστίνου, παρασύρθηκε στον Γνωστικισμό!

Ο Τατιανός γεννήθηκε γύρω στα 120 μ.Χ. στην ανατολική Συρία, και μαθήτευσε κοντά στον Ιουστίνο, στη Ρώμη.

Μετά την καταγγελία και τη θανάτωση από τις Ρωμαϊκές αρχές του δασκάλου του Ιουστίνου από τον Κρήσκεντα, φιλόσοφο και σχολάρχη ανταγωνιστικής της δικής του σχολής, ο Τατιανός επειδή φοβήθηκε πως θα είχε την ίδια τύχη με τον δάσκαλό του, αφού απειλήθηκε κι ο ίδιος από τον Κρήσκεντα, λίγο μετά το μαρτύριο του Ιουστίνου, αναχώρησε από την πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, γύρω στο 165 μ.Χ.

Ταξίδεψε στην Ανατολή, σε Συρία, Μεσοποταμία, Κιλικία και Πισιδία, και γύρω στο 170 με 173 μ.Χ., εγκαταστάθηκε σε άγνωστη πόλη της Μεσοποταμίας.

Έχοντας υπ' όψιν αυτά περί τού Τατιανού, καταλήγουμε στο συμπέρασμα, ότι η ΑΣΕΒΗΣ και αιρετική διδασκαλία, ότι δήθεν ο Αδάμ ΔΕΝ ΣΩΖΕΤΑΙ, διατυπώθηκε για πρώτη φορά μετά από το 165 μ.Χ.!

Είναι μάλιστα τόσο καινοφανής η αίρεση αυτή, που ο άγιος Ειρηναίος σαφέστατα την καταγγέλλει, όχι μόνο ως πρωτότυπη, αλλά και ως ΒΛΑΣΦΗΜΗ!

Οι Μάρτυρες τού Ιεχωβά λοιπόν και οι όμοιοί τους, που εναντιώνονται στη σωτηρία τού Αδάμ, πρέπει να γνωρίζουν ότι αυτή η αίρεση, όχι μόνο ΔΕΝ ήταν πίστη τής αρχαίας Εκκλησίας, αλλά είναι ΕΦΕΥΡΗΜΑ τού Τατιανού, ενός αποστάτη από τη Χριστιανική Εκκλησία, που ασπάσθηκε τον Γνωστικισμό, στο δεύτερο μισό τού Β΄ μ.Χ. αιώνα!

 

4. Ο άγιος Ειρηναίος εναντίον τής απωλείας τού Αδάμ

Ο άγιος Ειρηναίος όμως, στο Τρίτο τού βιβλίο κατά τού Γνωστικισμού, προχωράει και στο να αναιρέσει αυτή τη διδασκαλία.

Έχει ενδιαφέρον να δούμε όλη την επιχειρηματολογία του, εναντίον τής Γνωστικής αιρετικής άποψης τού Τατιανού, ότι δήθεν ο Αδάμ δεν σώζεται, γι' αυτό θα την παραθέσουμε ολόκληρη, ως εξής:

"Έλεγχος και Ανατροπή τής Ψευδωνύμου Γνώσεως", 3ο Βιβλίο, Κεφάλαιο ΚΓ:

1. Ήταν, λοιπόν, αναγκαίο, ερχόμενος ο Κύριος για το απολωλός πρόβατο (Ματθ. 18: 11) και ανακεφαλαιώνοντας μία τόσο μεγάλη οικονομία και αναζητώντας το πλάσμα του, να σώσει τον ίδιο τον άνθρωπο που έγινε κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσιν του· (Γέν. 1: 26) δηλαδή, τον Αδάμ που συμπλήρωσε τους λόγω της ανυπακοής χρόνους της καταδίκης του, «ους έθετο ο Πατήρ εν τη ιδία εξουσία» (Πράξεις 1: 7). Διότι όλη η οικονομία της σωτηρίας του ανθρώπου έγινε σύμφωνα με την ευδοκία του Πατρός (Εφεσ. 1: 5), ώστε να μη νικηθεί ο Θεός ούτε να εξασθένηση η ενέργεια του.

Εάν ο άνθρωπος, που έγινε από τον Θεό για να ζήση, έχανε τη ζωή με την επίθεση του όφεως που τον διέστρεψε και δεν επέστρεφε πλέον στη ζωή, αλλά έπεφτε εξ ολοκλήρου στο θάνατο, θα νικιόταν ο Θεός και θα κατανικούσε η πονηρία του όφεως το θέλημα του Θεού. Αλλά επειδή ο Θεός είναι αήττητος και μακρόθυμος και έδειξε, όπως είπαμε πριν (Κεφ. 20: 1-2), ότι είναι μακρόθυμος με τη βοήθεια του ανθρώπου και την αποδοχή όλων με τον δεύτερο άνθρωπο έδεσε τον ισχυρό και διήρπασε τα σκεύη του (Ματθ. 12, 29) και κατήργησε το θάνατο (Β΄ Τιμ. 1: 10), ζωοποιώντας τον άνθρωπο που είχε πεθάνει.

Διότι το πρώτο σκεύος, που απέκτησε ο διάβολος, ήταν ο Αδάμ, τον οποίο και κρατούσε στην εξουσία του. Δηλαδή, αδίκως του προξένησε την αμαρτία και με την πρόφαση της αθανασίας του έφερε ως επακόλουθο το θάνατο. Ενώ υποσχόταν πώς θα γίνουν σαν θεοί (Γέν. 3: 5) (κάτι που ήταν τελείως αδύνατο γι' αυτόν), τους έφερε το θάνατο. Γι' αυτό και δικαίως αιχμαλωτίσθηκε πάλι από τον Θεό αυτός που αιχμαλώτισε τον άνθρωπο. Αλλά ο αιχμαλωτισμένος άνθρωπος λύθηκε από τα δεσμά της καταδίκης.

2. Εάν πρέπει να πούμε την αλήθεια, αυτός είναι ο Αδάμ, ο πρωτόπλαστος εκείνος άνθρωπος, για τον οποίο, καθώς λέγει η Γραφή, είπε ο Κύριος· «Ποιήσωμεν άνθρωπον κατ' εικόνα ημετέραν και καθ' ομοίωσιν» (Γέν. 1: 26). Εμείς όλοι είμαστε από αυτόν. Και επειδή είμαστε από αυτόν, γι' αυτό και κληρονομήσαμε το όνομα του. Και επειδή σώθηκε ο άνθρωπος, έπρεπε να σωθεί και ο πρωτόπλαστος. Είναι πολύ παράλογο να πη κάποιος ότι εκείνος, που τον έβλαψε σοβαρά ο εχθρός του και πρώτος αιχμαλωτίσθηκε, δεν σώθηκε από αυτόν που νίκησε τον εχθρό, ενώ σώθηκαν οι υιοί του που γέννησε στην ίδια αιχμαλωσία. Ούτε, βεβαίως, ο εχθρός θα φανεί πλέον ηττημένος, διότι τα παλιά λάφυρα του μένουν σε αυτόν.

Έστω ότι οι εχθροί νικούσαν κάποιους και έσερναν αιχμαλώτους τους νικημένους και τους κρατούσαν πολύ καιρό στη δουλεία, ώστε να γεννήσουν παιδιά κοντά τους. Αν κάποιος, θλιβόμενος γι' αυτούς που ήσαν δούλοι, νικούσε τους ίδιους τους εχθρούς, δεν θα ενεργούσε σωστά, αν τα παιδιά μεν όσων αιχμαλωτίσθηκαν τα ελευθέρωνε από την κατοχή αυτών που οδήγησαν στην αιχμαλωσία τους πατέρες τους, αλλά αυτούς που αιχμαλωτίσθηκαν πρώτοι τους άφηνε υποταγμένους στους εχθρούς, εφ' όσον αυτούς ήλθε να διάσωση.

Ενώ, δηλαδή, κερδίζουν τα παιδιά την ελευθερία, διότι παίρνεται η εκδίκηση για τους γονείς τους, δεν εγκαταλείπονται, όμως, στη δουλεία και οι πατέρες τους που υπέστησαν αυτήν την αιχμαλωσία. Διότι ούτε αδύναμος ούτε άδικος είναι ο Θεός. Ο οποίος βοήθησε τον άνθρωπο και τον αποκατέστησε στην ελευθερία του.

3. Γι' αυτό και στην αρχή που παρήκουσε ο Αδάμ, όπως διηγείται η Γραφή, ο Θεός δεν καταράσθηκε τον ίδιο τον Αδάμ, αλλά τη γη που θα εργάζεται (Γέν. 3: 17). Όπως λέγει κάποιος από τους παλιούς, ο Θεός μετέφερε την κατάρα στη γη, για να μη παραμείνει στον άνθρωπο. Ως καταδίκη, όμως, για την παράβαση έλαβε ο άνθρωπος την κοπιαστική εργασία της καλλιέργειας της γης και να τρώει το ψωμί με τον ιδρώτα του προσώπου του και να επιστρέψει στη γη, από την οποία ελήφθη (Γέν. 3: 18-19).

Παρομοίως δε η γυναίκα έλαβε τα βάρη και τους μόχθους και τους αναστεναγμούς και τις θλίψεις της γέννας και την υποταγή στον άνδρα της (Γέν. 3: 16). Έτσι ούτε καταραμένοι από τον Θεό να χαθούν εξ ολοκλήρου, ούτε παραμένοντας χωρίς επιτίμια να περιφρονήσουν τον Θεό.

Όλη, όμως, η κατάρα καταφέρθηκε εναντίον του όφεως, που τους εξηπάτησε. «Και είπε», λέγει, «ο Θεός τω όφιν ότι εποίησας τούτο, επικατάρατος συ από πάντων των κτηνών και από πάντων των θηρίων της γης» (Γέν. 3: 14). Αυτό το ίδιο λέγει και ο Κύριος στο ευαγγέλιο, απευθυνόμενος σε όσους θα βάλει στα αριστερά του: «Απέλθετε οι κατηραμένοι εις το πυρ το αιώνιον, ό ητοίμασεν ο Πατήρ μου τω διαβάλω και τοις αγγέλοις αυτού» (Ματθ. 25: 41). Θέλει να δείξη ότι το αιώνιο πυρ ετοιμάσθηκε αρχικώς όχι για τον άνθρωπο, αλλά γι' αυτόν που τον εξηπάτησε και τον έκανε να αμαρτήση· τον αρχηγό, δηλαδή, της αποστασίας, τον αίτιο του χωρισμού από τον Θεό, και για τους αγγέλους που αποστάτησαν μαζί του. Δικαίως δε, θα πέσουν σε αυτό το πυρ και όσοι παρομοίως όπως ο διάβολος επιμένουν στα έργα της κακίας, χωρίς να μετανοούν και να επιστρέφουν στον Θεό.

4. Έτσι ακριβώς έπραξε ο Κάιν, όταν τον συμβούλευσε ο Θεός να ησυχάσει. Δεν διήρεσε σωστά την επικοινωνία με τον αδελφό του (Γέν. 4: 7), αλλά με ζήλεια και κακία υποψιάσθηκε ότι μπορεί να τον εξουσιάσει. Όχι μόνο δεν ησύχασε, αλλά και πρόσθεσε αμαρτία στην αμαρτία, φανερώνοντας την πρόθεσή του με την πράξη του. Αυτό, δηλαδή, που σκέφθηκε, αυτό και έκανε: τον φόνευσε (Γέν. 4: 8) και κυριάρχησε.

Υπέταξε ο Θεός τον δίκαιο στον άδικο, ώστε ο Άβελ να αποδειχθεί δίκαιος από όσα έπαθε. Ενώ ο Κάιν, με όσα έκανε, αποκαλύφθηκε ότι είναι άδικος. Και ούτε έτσι καταπραΰνθηκε, ούτε ησύχασε με το ανοσιούργημά του. Αλλά όταν τον ρώτησε ο Θεός που είναι ο αδελφός του, είπε: «Ου γινώσκω· μη φύλαξ του αδελφού μου ειμί εγώ;» (Γέν. 4: 9) -επεκτείνοντας έτσι και πολλαπλασιάζοντας το κακό με την απάντησή του. Αν είναι κακό το ότι φόνευσε τον αδελφό του, είναι πολύ χειρότερο με τόση αυθάδεια και τόσο μεγάλο ψέμα να απαντά στον Θεό που τα γνώριζε όλα, σαν να μπορεί να τον εξαπάτηση. Γι' αυτό και ο ίδιος πήρε την κατάρα, διότι απέσεισε από τον εαυτό του την αμαρτία. Δεν φοβήθηκε τον Θεό, ούτε ταράχθηκε με την αδελφοκτονία.

5. Στον Αδάμ, όμως, δεν συνέβη τίποτε τέτοιο, αλλά όλα έγιναν με αντίθετο τρόπο. Άλλος, δηλαδή, τον παρέσυρε με την πρόφαση της αθανασίας και αμέσως τον κατέλαβε φόβος και κρύφθηκε. Όχι διότι τάχα θα μπορούσε να διαφυγή από τον Θεό, αλλά ταράχθηκε, διότι παρέβη την εντολή του και έγινε ανάξιος να δει και να μιλήσει με τον Θεό. «Φόβος Κυρίου αρχή επιγνώσεως» (Παροιμ: 1: 7).

Η επίγνωση της παραβάσεως έφερε τη μετάνοια. Και σε όσους μετανοούν χαρίζει ο Θεός πλούσιο το έλεός του. Πράγματι, με το περίζωμα έδειξε εμπράκτως τη μετάνοιά του, καλυπτόμενος με τα φύλλα της συκής, ενώ υπήρχαν και πολλά άλλα φύλλα που μπορούσαν λιγότερο να βλάψουν το σώμα του. Έφτιαξε, όμως, ρούχο που άξιζε στην ανυπακοή του και διότι τρομοκρατήθηκε με το φόβο του Θεού. Και περιορίζοντας την ασελγή ορμή της σαρκός, διότι έχασε την έμφυτη και παιδική σκέψι (Δες και κεφ. 22: 4), έφθασε να σκεφθεί χειρότερα, περιβλήθηκε αυτός και η γυναικά του το χαλινό της εγκράτειας, φοβούμενος τον Θεό και αναμένοντας τον ερχομό του· και σαν να έδειχνε κάτι τέτοιο: με την ανυπακοή έχασα τη στολή της αγιότητος που είχα από το Άγιο Πνεύμα· γνωρίζω τώρα πως είμαι άξιος για ένα τέτοιο κάλυμμα, το οποίο δεν παρέχει καμία ευχαρίστηση, αλλά κατατρώγει και ταλαιπωρεί το σώμα.

Και είναι φανερό ότι πάντοτε θα είχε αυτό το ένδυμα, ταπεινώνοντας έτσι τον εαυτό του, εάν ο ελεήμων Κύριος δεν τους έντυνε με δερμάτινους χιτώνες αντί των φύλλων της συκής, γι' αυτό, όμως, και τους ρωτά, για να φθάσει η κατηγορία στη γυναίκα. Και εκείνην πάλι τη ρωτά, για να μεταθέσει την κατηγορία στο φίδι. Πράγματι, είπε αυτό που έγινε: «Ο όφις ηπάτησέ με, και έφαγον» (Γέν. 3: 13).

Το φίδι δεν το ρώτησε, διότι ήξερε ότι αυτό έγινε η αιτία της παραβάσεως. Αλλά την κατάρα πρώτα σε αυτό την έδωσε, ώστε η μετριασμένη επίπληξη να έλθει στον άνθρωπο. Ο Θεός μίσησε αυτόν που εξηπάτησε τον άνθρωπο. Ενώ αυτόν που εξαπατήθηκε, τον ελέησε βαθμιαίως και σιγά-σιγά.

6. Γι' αυτόν το λόγο και τον έδιωξε από τον παράδεισο και τον απομάκρυνε από το ξύλο της ζωής (Γέν. 3: 24). Όχι διότι τον φθονούσε για το ξύλο της ζωής, όπως τολμούν μερικοί να λέγουν, αλλά διότι τον ευσπλαχνιζόταν ώστε να μη παραμένει για πάντα παραβάτης ούτε να είναι αθάνατο το αμάρτημα που τον περιβάλλει και το κακό ατέλειωτο και αθεράπευτο. Περιόρισε δε την παράβασή του, παρεμβάλλοντας το θάνατο και κάνοντας ανήμπορη την αμαρτία, διότι την τερματίζει με τη διάλυση του σώματος μέσα στη γη. Έτσι ο άνθρωπος παύει κάποτε να ζει στην αμαρτία και πεθαίνοντας αρχίζει να ζει για τον Θεό.

7. Γι' αυτόν το λόγο έθεσε έχθρα ανάμεσα στο φίδι και στη γυναίκα και στο σπέρμα αυτής και είπε ότι ο ένας θα πατήσει τον άλλο. Ο ένας, που είναι ισχυρός και θα του δαγκώσει ο εχθρός την πτέρνα, αυτός θα πατήσει την κεφαλή του εχθρού (Γέν. 3: 15). Ο άλλος, όμως, θα πατήσει και θα σκοτώσει τον άνθρωπο και θα εμποδίσει την είσοδο του στη βασιλεία, ωσότου έλθει το σπέρμα (Γαλάτ. 3: 19) που προορίζεται να πατήσει το κεφάλι του.

Αυτό το σπέρμα είναι ο Ιησούς που γεννήθηκε από τη Μαρία. Και γι' αυτό λέγει ο προφήτης: «επί ασπίδα και βασιλίσκον πορεύση και καταπατήσεις λέοντα και δράκοντα» (Ησ. 27: 1), δείχνοντας ότι η αμαρτία, που εξεγειρόταν και επεκτεινόταν εναντίον του ανθρώπου και τον καθιστούσε υπήκοο του θανάτου, θα έχανε τη δύναμή της μαζί με το θάνατο που βασιλεύει στους ανθρώπους. Και θα καταπατούσε αυτός στους εσχάτους καιρούς το λέοντα που όρμησε κατά του ανθρωπίνου γένους, δηλαδή, τον αντίχριστο, θα έδενε δε και θα υπέτασσε το δράκοντα εκείνο, «τον όφιν τον αρχαίον» (Αποκ. 12: 9), κάτω από την εξουσία του ανθρώπου, ο οποίος νικήθηκε, και θα πατούσε όλη τη δύναμή του.

Νικήθηκε, βεβαίως, ο Αδάμ, διότι του αφαιρέθηκε όλη η ζωή. Αλλά γι' αυτό, όταν νικήθηκε πάλι ο εχθρός, έλαβε πίσω τη ζωή ο Αδάμ: «έσχατος εχθρός καταργείται ο θάνατος» (Α' Κορ. 15: 26), ο οποίος πρωτύτερα κυριαρχούσε στον άνθρωπο. Γι' αυτό με την ελευθέρωση του ανθρώπου «γενήσεται το γεγραμμένον κατεπόθη ο θάνατος εις νίκος. Πού σου, θάνατε, το νίκος; πού σου το κέντρον;» (Α' Κορ. 15: 54-55). Αυτό δεν θα μπορούσε δικαίως να λεχθεί, εάν δεν απελευθερωνόταν εκείνος που πρώτα κυριαρχούσε επάνω του ο θάνατος. Διότι η σωτηρία του είναι όλεθρος του θανάτου. Όταν, λοιπόν, ο Κύριος ζωοποίησε τον άνθρωπο, δηλαδή, τον Αδάμ. Τότε καταργήθηκε ο θάνατος.

8. Ψεύδονται, λοιπόν, όσοι αντιλέγουν στη σωτηρία του ανθρώπου, αποκλείοντας πάντοτε τον εαυτό τους από τη ζωή. Αυτοί δεν πιστεύουν ότι «ευρέθη το απολωλός πρόβατον» (Ματθ. 18: 11). Εάν, όμως, δεν βρέθηκε, κρατείται ακόμη το ανθρώπινο γένος στην απώλεια. Είναι, λοιπόν, ψεύτης ο Τατιανός, ο οποίος εισήγαγε πρώτος αυτήν την άποψη ή μάλλον την άγνοια και την τύφλωση. Έγινε, πράγματι, ο σύνδεσμος όλων των αιρετικών, όπως δείξαμε. Αυτό, όμως, το βρήκε μόνος του και εισήγαγε κάτι καινούργιο ανεξάρτητα από τους άλλους. Ματαιολογεί και καθιστά απίστους τους ακροατάς του· επιθυμεί να θεωρείται διδάσκαλος και επιχειρεί συνεχώς να χρησιμοποιεί τέτοια λόγια που έλεγε συχνά ο Παύλος: «Εν τω Αδάμ πάντες αποθνήσκομεν» (Α' Κορ. 15: 22). Αγνοεί, όμως, ότι «ου επλεόνασεν η αμαρτία, υπερεπερίσσευσεν η χάρις» (Ρωμ. 5: 20) αφού, λοιπόν, το αποδείξαμε αυτό ολοφάνερα.

Ας ντροπιασθούν όλοι όσοι προέρχονται από αυτόν και ας φιλονικούν για τον Αδάμ, σαν να κερδίζουν κάτι μεγάλο αν εκείνος δεν σώζεται, οπότε και δεν ωφελούν μάλλον σε τίποτε. Όπως και το φίδι δεν ωφέλησε τίποτε αποτρέποντας τον άνθρωπο από την υπακοή στον Θεό, παρά μόνον ότι τον έκανε παραβάτη και τον είχε ως τις απαρχές της αποστασίας του. Τον Θεό, όμως, δεν τον νίκησε.

Έτσι και αυτοί που αντιλέγουν στη σωτηρία του Αδάμ δεν ωφελούν σε τίποτε, παρά μόνον κατά τούτο, ότι οι ίδιοι γίνονται αιρετικοί και αποστάτες από την αλήθεια και αποδεικνύονται συνήγοροι του όφεως και του θανάτου".

Ψεύτες, αιρετικούς και αποστάτες χαρακτηρίζει λοιπόν ο άγιος Ειρηναίος, τούς καινοφανείς ετεροδιδασκάλους τής εποχής του, που για πρώτη φορά εισήγαγαν στην Εκκλησία τη βλασφημία, ότι ο Αδάμ δεν σώζεται, λες και ο Θεός νικήθηκε από τον διάβολο, αδυνατώντας να σώσει το πλάσμα Του, αυτό που πρώτο εισήγαγε στο καθ' ομοίωσιν και στην πορεία για την ουράνια βασιλεία.

 

5. Η δήθεν τελειότητα τού Αδάμ σε Γνωστικούς

Επειδή όμως, η δικαιολογία τών σημερινών αιρετικών, για την πίστη τους ότι ο Αδάμ δεν σώζεται, είναι ότι δήθεν εξέπεσε αν και ήταν τέλειος, και παρά το ότι αυτό το δόγμα το έχουμε αναιρέσει ξεκάθαρα με αγιογραφικά εδάφια σε παλαιότερο άρθρο, ας δούμε ότι και αυτό το αιρετικό δόγμα, δηλαδή τής δήθεν "τελειότητας" τού Αδάμ, ήταν και αυτό, δόγμα άλλων Γνωστικών, τής εποχής τού αγίου Ειρηναίου, και ΟΧΙ τής Χριστιανικής Εκκλησίας! Ένα δόγμα που σήμερα διάφορες αιρέσεις ισχυρίζονται ότι δήθεν είναι Χριστιανικό δόγμα, και ορισμένες μάλιστα (σαν τους Μάρτυρες τού Ιεχωβά), στηρίζουν πάνω σε αυτή τη Γνωστική αίρεση, το ίδιο το σωτηριολογικό τους δόγμα τού Αντιλύτρου.

Ακολουθεί η μαρτυρία τού αγίου Ειρηναίου, για την αίρεση τών Γνωστίκών, ότι δήθεν ο Αδάμ ήταν τέλειος:

Βιβλίο Πρώτο. Κεφάλαιο ΚΘ'

1. Εκτός από αυτούς που προήλθαν από τους Σιμωνιανούς, για τους οποίους μιλήσαμε πρωτύτερα, από το Βαρβήλο ανεφύη το πλήθος των Γνωστικών και παρουσιάσθηκαν σαν μύκητες από τη γη. Θα αναφέρωμε τις βασικές απόψεις τους.

Μερικοί από αυτούς εξέλαβαν ως δεδομένο ότι υπάρχει κάποιος Αιώνας, ο οποίος ποτέ δεν γερνά, ζει σε παρθενικό πνεύμα και τον ονομάζουν Βαρβηλώθ. Λέγουν ότι κάπου υπάρχει κάποιος άρρητος Πατήρ, ο οποίος θέλησε να φανερωθεί στην ίδια τη Βαρβηλώθ. Η Έννοιά του προχώρησε, στάθηκε μπροστά του και ζήτησε την Πρόγνωση. Όταν πρόβαλε και η Πρόγνωση, κατ' απαίτησιν αυτών, πρόβαλε η Αφθαρσία και μετά η Αιώνια Ζωή.

Καυχώμενη γι' αυτά η Βαρβηλώθ και προσβλέποντας στο «μέγεθος», έμεινε έγκυος και χαρούμενη γέννησε το φως, όμοιο με αυτήν. Αυτήν ονομάζουν αρχή και του φωτός και της γενέσεως των πάντων και βλέποντας ο Πατήρ αυτό το φως, το έχρισε κατά την ευδοκία του, για να γίνη τέλειο. Αυτός, λέγουν, είναι ο Χριστός, ο οποίος, πάλι, όπως λένε, ζητά να του δοθεί ως βοηθός ο Νους· και τότε προήλθε ο Νους. Πέρα από αυτά, όμως, ο Πατήρ πρόβαλε τον Λόγο. Συζεύχθηκαν η Έννοια με τον Λόγο, η Αφθαρσία με τον Χριστό, η Αιώνια Ζωή με το θέλημα, ο Νους με την Πρόγνωσι. Και μεγάλυναν αυτοί το μεγάλο φως και τη Βαρβηλώθ.

2. Έπειτα, πάλι, από την Έννοια και τον Λόγο προβλήθηκε, λέγουν, ο Αυτογενής, ως απόδειξη του μεγάλου φωτός και τιμήθηκε πολύ και όλα υποτάχθηκαν σε αυτό. Μαζί του προβλήθηκε η Αλήθεια και συζεύχθηκαν ο Αυτογενής και η Αλήθεια.

Από το φως, που είναι ο Χριστός, και από την αφθαρσία, προβλήθηκαν τέσσερα φώτα για να περιβάλλουν τον Αυτογενή. Και από το θέλημα, πάλι, και την Αιώνια Ζωή προβλήθηκαν τέσσερα, που τα ονομάζουν Χάρη, Θέληση, Σύνεση, Φρόνηση, για να δοθούν στα τέσσερα φώτα.

Η Χάρη μεν ενώθηκε με το μεγάλο και πρώτο φως. Αυτό είναι ο Σωτήρ, τον οποίο αποκαλούν Αρμογένη. Η θέληση ενώθηκε με το δεύτερο φως και προήλθε ο αποκαλούμενος Ραγουήλ· η Σύνεση με το τρίτο και προήλθε ο αποκαλούμενος Δαυίδ· η Πρόθεση με το τέταρτο και προήλθε η αποκαλούμενη Εληλυθώ.

3. Όταν σταθεροποιήθηκαν όλα αυτά, ο Αυτογενής πρόβαλε επί πλέον τον τέλειο και αληθινό άνθρωπο, τον οποίο επίσης αποκαλούν Αδάμαντα, επειδή ούτε ο ίδιος δαμάσθηκε ούτε αυτοί, από τους οποίους ήταν. Αυτός μαζί με το πρώτο φως διώχθηκε από τον Αρμογένη.

Μαζί, όμως, με τον άνθρωπο προβλήθηκε από τον Αυτογενή η τέλεια γνώσι και συζεύχθηκε με αυτόν γι' αυτό και γνώρισε τον υπεράνω όλων.

Επίσης από το παρθενικό πνεύμα του δόθηκε αήττητη δύναμη· και αναπαυμένα όλα σε αυτό ύμνησαν το μεγάλο Αιώνα. Από εδώ, λέγουν, φανερώθηκε η Μητέρα, ο Πατήρ και ο Υιός. Ο άνθρωπος και η Γνώσι γέννησαν το ξύλο, το οποίο, επίσης, αποκαλούν Γνώση.

Από τα παραπάνω, είναι προφανές ότι οι σημερινές αιρέσεις που μιλούν για δήθεν τελειότητα στον Αδάμ, έχουν κρατήσει μόνο αυτό, έχοντας απωλέσει τις άλλες μυθώδεις αιρετικές διδασκαλίες που δίδασκε τότε ο Γνωστικισμός, σε συνάφεια με αυτή την αίρεση. Όμως δεν παύει αυτό να τους κάνει "πνευματικούς απογόνους" τού Γνωστικισμού, αφού έχουν κρατήσει κάποια στοιχεία από τις αντιχριστιανικές αυτές αιρέσεις, τις οποίες πολέμησε η Εκκλησία στους πρώτους αιώνες.

Για όποιον έχει ασχοληθεί με τα βασικά δόγματα τών Γνωστικών, είναι προφανές ότι η αρχική ιδέα τής τελειότητας τού Αδάμ (ή Αδάμαντος κατά τους Γνωστικούς αυτούς), είναι ότι παρέμεινε ΑΔΑΜΑΣΤΟΣ και ΤΕΛΕΙΟΣ, μη υποκύπτοντας στον ΚΑΚΟ ΘΕΟ τής Παλαιάς Διαθήκης τον ΔΗΜΙΟΥΡΓΟ του!

Ο Γνωστικισμός πίστευε σε πολλούς "θεούς", και τον δημιουργό τής ύλης τον θεωρούσε κακό και εκπεσμένο, γι' αυτό και η ανυπακοή τού Αδάμ, ήταν για τον Γνωστικισμό ένδειξη τελειότητας και όχι πτώσεως! Ήταν απόδειξη τού αδαμάντινου (αδάμαστου) χαρακτήρα του, κατά το λογοπαίγνιό τους, αντιστρέφοντας την πραγματικότητα, και ηρωοποιώντας τον αμαρτήσαντα, δικαιώνοντας τον Όφη μάλλον παρά τον Θεό!

Ακόμα και οι Γνωστικοί όμως, με όλα τους τα παραμύθια και τις βλασφημίες, είχαν μια συνεπή συναίσθηση τής έννοιας τής "τελειότητας", σε αντίθεση με τους συγχρόνους αιρετικούς απογόνους τους! Επειδή αντιλαμβάνονταν ότι αν κάποιος είναι τέλειος, ΔΕΝ ΑΜΑΡΤΑΝΕΙ! Αντιλαμβάνονταν την τελειότητα σωστά, ως τελειότητα πνεύματος, και όχι "σωματικά", όπως την αντιλαμβάνονται οι σύγχρονοι αιρετικοί (λες και μπορεί να υπάρξει τέλειο σώμα, αφού πάντα όλο και κάτι καλύτερο θα μπορούσε να προστεθεί σε αυτό!).

Πόσο τέλειο είναι για παράδειγμα, ένα ανθρώπινο σώμα, που τα μάτια του βλέπουν μόνο μπροστά, και όχι και από πίσω; και που έχουν και το λεγόμενο "τυφλό σημείο" ακόμα και στο οπτικό πεδίο τους; Που δεν βλέπουν στο υπέρυθρο ή στο υπεριώδες; Που τα χέρια του δεν κάνουν πλήρη περιστροφή και που τα πόδια του πηδούν λιγότερο από άλλων κατώτερων ζώων; Που οσφραίνεται πολύ λιγότερο από έναν σκύλο, και ακούει λιγότερο από μία νυχτερίδα; κλπ.

Ακόμα όμως και αν υπήρχε "σωματική τελειότητα", τι σχέση μπορεί να έχει με το θέμα τής σωτηρίας, αφού για τη σωτηρία σημασία έχει η πνευματική τελειότητα και όχι η κατασκευή τού σώματος;

Αυτό το ήξεραν ακόμα και οι Γνωστικοί! Γι' αυτό και μιλούσαν για "τέλειο Αδάμαντα", χωρίς να μιλούν για σωματική τελειότητα, αλλά για τον "αδάμαστο τέλειο άνθρωπο" που δεν υποτάχθηκε στον κακό (κατ' αυτούς) δημιουργό τής Παλαιάς Διαθήκης. Κι όμως, οι σημερινοί αιρετικοί, αν και έχουν κληρονομήσει την κακοδοξία τού "τελείου Αδάμ" από τους Γνωστικούς, παρ' όλα αυτά αντιφάσκουν με τον εαυτό τους, συγχέοντας το σώμα με την πνευματικότητα!

 

6. Η σταθερότητα τής Χριστιανικής διδασκαλίας

Στα 2000 χρόνια τής Χριστιανικής πίστης, οι αιρέσεις υφίστανται διαρκείς μεταλλάξεις, που τις κάνουν αγνώριστες, αλλά πάντα στο ίδιο πνεύμα πλάνης και σύγχυσης, σε αντίθεση με την Εκκλησία, και τη σταθερότητα τών δογμάτων της, εδώ και 2000 χρόνια, όπως γράφει ο άγιος Ειρηναίος και στη συνέχεια (3ο βιβλίο, κεφάλαιο ΚΔ):

"1. Ξεσκεπάσαμε, λοιπόν, όλους όσοι παρουσιάζουν ανόσιες απόψεις για τον Δημιουργό και Πλάστη μας, που έκανε αυτόν τον κόσμο και υπεράνω του οποίου δεν υπάρχει άλλος Θεός.

Με αυτά τα επιχειρήματα ανατρέψαμε όσους διδάσκουν εσφαλμένα για την υπόσταση του Κυρίου μας και την οικονομία του χάριν του ανθρώπου.

Το κήρυγμα της Εκκλησίας από παντού ομολογείται και εξ ίσου παραμένει σταθερό. Έχει τη μαρτυρία των Προφητών και των Αποστόλων και όλων των μαθητών, όπως αναφέραμε, δηλαδή, στην αρχή, στο μέσον και στο τέλος και σε όλη την οικονομία του Θεού και στο βέβαιο έργο της σωτηρίας του ανθρώπου, η οποία βρίσκεται στην πίστη μας.

Αυτήν την πίστη, που δέχθηκε η Εκκλησία, τη φυλάγουμε· αυτήν που πάντα μένει νέα από το Πνεύμα το Άγιο, ως μία εξαίρετη παρακαταθήκη μέσα σε καλό σκεύος, αλλά και διατηρεί καινούργιο το σκεύος, στο οποίο βρίσκεται. Αυτό το δώρο εμπιστεύθηκε ο Θεός στην Εκκλησία, όπως έδωσε την πνοή της ζωής στο πλάσμα του, ώστε όλα τα μέλη της που θα το λάβουν, να ζήσουν. Και με αυτό έχει ορισθεί στην Εκκλησία η κοινωνία του Χριστού, δηλαδή, το Πνεύμα το Άγιο, ο αρραβών της αφθαρσίας, η στερέωση της πίστεώς μας και η κλίμακα που ανεβαίνουμε στον Θεό.

Διότι λέγει ότι: «Εν τη Εκκλησία έθετο ο Θεός Αποστόλους, Προφήτας, διδασκάλους» (Α' Κορ. 12: 28) και όλη την άλλη ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, στο οποίο δεν συμμετέχουν όλοι όσοι δεν συναθροίζονται στην Εκκλησία. Αυτοί στερούνται της ζωής με τις αιρετικές απόψεις και τα κακά έργα τους.

Όπου είναι η Εκκλησία, εκεί και το Πνεύμα του Θεού και όπου είναι το Πνεύμα του Θεού, εκεί και η Εκκλησία και όλη η χάρις. Το δε Πνεύμα είναι η αλήθεια. Γι' αυτόν το λόγο όσοι δεν παίρνουν το Άγιο πνεύμα, ούτε ανατρέφονται στη ζωή από τους μαστούς της μητέρας, ούτε απολαμβάνουν την πλουσιωτάτη πηγή που προέρχεται από το σώμα του Χριστού. Αλλά σκάβουν για τον εαυτό τους «λάκκους συντετριμμένους» (Ιερεμίας 2: 13) από γήινα ορύγματα και από τη λάσπη πίνουν νερό που προκαλεί την αηδία. Αποφεύγουν την πίστη της Εκκλησίας, για να μη ελεγχθούν, και απορρίπτουν το Πνεύμα, για να μη διδαχθούν."

Επειδή η αλήθεια παραμένει πάντοτε αλήθεια, και δεν επιδέχεται διορθώσεις, αλλαγές και προσθήκες! Και όσο πίσω και αν κοιτάξουμε στην αρχαία Εκκλησία, πάντα την ίδια Ορθοδοξία θα βρίσκουμε!

Ν. Μ.

Δημιουργία αρχείου: 10-12-2018.

Τελευταία μορφοποίηση: 11-12-2018.

ΕΠΑΝΩ