Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Έρευνα για το κτιστό και το Άκτιστο

Βιβλία

Διωγμοί

 
Προηγούμενο // Περιεχόμενα // Επόμενο

 

Οι διωγμοί κατά της Εκκλησίας στην Προκωνσταντίνεια εποχή

Τού Αποστόλου Αθ. Γλαβίνα

Καθηγητή Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8ο.

Ο διωγμός τού Αδριανού


Οι οδηγίες του Τραϊανού προς τον Πλίνιο, παρότι ήταν ατομικές, έλαβαν σιγά σιγά γενικό χαρακτήρα και εφαρμόζονταν σε διάφορες περιοχές της αυτοκρατορίας. Για τον Αδριανό (117-138), που διαδέχτηκε τον Τραϊανό, η απαντητική προς τον Πλίνιο επιστολή ήταν ένα κείμενο καταστατικό. Ο πολύς όμως όχλος ούτε γνώριζε το περιεχόμενο της ούτε και έδειχνε διάθεση να πάψει να καταδικάζει σε θάνατο Χριστιανούς με συνοπτικές διαδικασίες που καταργούσαν τα δικαστήρια. Τέτοιες όμως ενέργειες και πράξεις δεν άρεζαν στον ευγενέστατο και φιλάνθρωπο Αδριανό, που ήθελε πάντοτε να ελέγχει την κατάσταση του κράτους, να λαμβάνει άμεση γνώση των θεμάτων και να προβαίνει στη λήψη μέτρων για τη θεραπεία των αναγκών. Έτσι, δε συμφωνούσε καθόλου με τις ταραχώδεις εκδηλώσεις των Εθνικών κατά των Χριστιανών, δεν έδινε πίστη στις κακές φήμες που διαδίδονταν εναντίον τους και ασφαλώς δεν επικροτούσε την ελαστικότητα ορισμένων διοικητών και την υποχωρητικότητα που έδειχναν όταν ανέχονταν τις βιαιότητες του όχλου, που παρά τα διατάγματα του Τραϊανού θανάτωναν Χριστιανούς χωρίς νομική διαδικασία. Ο Τραϊανός παρά τις δυσκολίες κατέβαλε προσπάθειες να συγκρατήσει τον όχλο από τέτοιες πράξεις και να καταστείλει εξεγέρσεις που ήταν δημιουργήματα του θρησκευτικού φανατισμού. Βέβαια, δεν έλειπαν και ευσυνείδητοι διοικητές επαρχιών, οι οποίοι φρόντιζαν για τη σωστή εφαρμογή των διαταγμάτων και δεν εννοούσαν να αφήσουν τον όχλο να αντικαταστήσει τους νόμους και να καταλύσει την έννομη τάξη. Το 124 ο ανθύπατος της Ασίας Σερήν(ν)ιος Γρανιανός έγραψε στον αυτοκράτορα και ζητούσε οδηγίες για το αν έπρεπε να λαμβάνονται υπόψη οι οχλοκρατικές εκδηλώσεις εναντίον των Χριστιανών. Ο Αδριανός απάντησε στην επιστολή αυτή στον διάδοχο του Γρανιανού Μινούκιο Φουνδανό: Μινικίω Φουνδανω.

Επιστολήν εδεξάμην γραφείσαν μοι από Σερηνίον Γρανιανού, λαμπρότατου ανδρός, οντινα συ διεδέξω. Ου δοκεί ουν μοι το πράγμα αζήτητον καταλιπείν, ίνα μήτε οι άνθρωποι ταράττωνται και τοις συκοφάνταις χορηγία κακουργίας παρασχεθή. Αν ουν σαφώς εις ταύτην την αξίωσιν οι επαρχιώται δύνωνται διϊσχυρίζεσθαι κατά των Χριστιανών, ως και πρό βήματος αποκρίνεσθαι, επί τούτο μόνον τραπώσιν, αλλ’ ουκ αξιώσεσιν ουδέ μόναις βοαίς. Πολλώ γαρ μάλλον προσήκεν, ει τις κατηγορείν βούλοιτο, τούτο σε διαγινώσκειν. Ει τις ουν κατηγορεί και δείκνυσί τι παρά τους νόμους πράττοντας, ούτω διόριζε κατά την δύναμιν του αμαρτήματος· ως μα τον Ηρακλέα, ει τις συκοφαντίας χάριν τούτο προτείνοι, διαλάμβανε υπέρ της δεινότητας και φρόντιζε όπως αν εκδικήσειας [Ιουστίνου του φιλοσόφου και μάρτυρος, Απολογία 68. Από τον Ιουστίνο παραθέτει την επιστολή του Αδριανού και ο Ευσέβιος Καισαρείας, εκκλησιαστική Ιστορία, Α΄ 8-9. Ιδές Ρουφίνου, εκκλησιαστική Ιστορία, IV, 9 (ίσως στο κείμενο του Ρουφίνου θα πρέπει να αναζητήσουμε το λατινικό πρωτότυπο της απάντησης του Αδριανού)· Ορωσίου, Ιστορία, VII, 13].

Το κείμενο αυτό οπωσδήποτε δεν είναι τόσο ξηρό όπως η απαντητική επιστολή του Τραϊανού προς τον Πλίνιο. Άλλωστε είναι γνωστό ότι ο Αδριανός ήταν ήρεμος και το βασικό αυτό χαρακτηριστικό του αποτυπώθηκε στο κείμενο του. Πάντως θα πρέπει να τονιστεί ότι η έννοια των δυο κειμένων είναι η ίδια. Ο Γρανιανός ζήτησε από τον αυτοκράτορα οδηγίες σχετικές με τη στάση που έπρεπε να τηρήσει απέναντι στις οχλοκρατικές εκδηλώσεις εναντίον των Χριστιανών και στις ποικίλες κακοήθεις συκοφαντίες. Ο αυτοκράτορας δεν έμεινε ασυγκίνητος και δεν ήθελε να υφίστανται ταλαιπωρίες οι κάτοικοι της αυτοκρατορίας. Η οποιαδήποτε ολιγωρία θα συντελούσε στην κλιμάκωση των ταραχών και θα οδηγούσε στην αποθράσυνση των συκοφαντών. Γι’ αυτό ο Αδριανός απαιτούσε από τους επαρχιώτες να απευθύνουν μόνο ενυπόγραφες κατηγορίες εναντίον των Χριστιανών, τις οποίες θα έπρεπε να είναι έτοιμοι να υποστηρίξουν στα δικαστήρια· αυτή ήταν για τον Αδριανό η μόνη νόμιμη διαδικασία και όχι οι απλές ανυπόγραφες καταγγελίες και οχλοκρατικές εκδηλώσεις. Αυτό εσήμαινε ακόμη ότι τα κρατικά όργανα δε θα πρόβαιναν σε αναζήτηση των Χριστιανών και ο όχλος δε θα παραβίαζε τους νόμους του κράτους. Τις ανώνυμες καταγγελίες και την αυτεπάγγελτη αναζήτηση των Χριστιανών είχε απαγορεύσει πιο μπροστά και ο αυτοκράτορας Τραϊανός, ο πατέρας του Αδριανού. Εάν στο δικαστήριο αποδεικνυόταν η κατηγορία και έτσι ο Χριστιανός ήταν αποδεδειγμένα παραβάτης των νόμων, ο ανθύπατος όφειλε να τον καταδικάσει ανάλογα με το μέγεθος του παραπτώματος. Ο Αδριανός χρησιμοποιεί τη φράση «παρά τους νόμους πράττοντας» για τους Χριστιανούς, που σημαίνει, προφανώς, ότι οι Χριστιανοί απέκρουαν τη θρησκεία του κράτους και πρόσβαλλαν το πρόσωπο του αυτοκράτορα. Την τελευταία πρόταση της επιστολής ως μα τον Ηρακλέα ει τις συκοφαντίας χάριν τούτο προτείνοι, διαλάμβανε υπέρ της δεινότητος και φρόντιζε όπως αν εκδικήσειας θα πρέπει να την ερμηνεύσουμε ότι στρέφεται εναντίον των συκοφαντών, οι οποίοι θα τιμωρούνταν ανάλογα με το μέγεθος και το βάρος της συκοφαντίας τους. Ο Αδριανός είχε ξεκαθαρισμένη γνώμη ότι ο καταγγέλλων έπρεπε να αναλαμβάνει και την ευθύνη για την καταγγελία. Με αυτό τον τρόπο ο Αδριανός έθετε σοβαρό φραγμό στις καταγγελίες, που αν ήταν ανώνυμες και συκοφαντικές θα οδηγούσαν στο θάνατο και αθώους ανθρώπους και μη Χριστιανούς, αφού δε θα ήταν δυνατό να χαλιναγωγηθεί η παραφορά του εθνικού όχλου. Ο φόβος για άδικες καταδίκες είναι εμφανής στο κείμενο της επιστολής. 0 Ευσέβιος Καισαρείας, που παραθέτει το κείμενο της επιστολής του Αδριανού, όπως το έχει ο Ιουστίνος στην Απολογία του, σχολιάζοντας την αναφέρει τα εξής: επίσης ο ίδιος (ο Ιουστίνος) αναφέρει ότι ο Αδριανός δέχτηκε από το λαμπρότατο διοικητή Σερέννιο Γρανιανό επιστολή υπέρ των Χριστιανών, στην οποία γινόταν λόγος ότι δεν ήταν δίκαιο να φονεύονται άκριτα οι Χριστιανοί χωρίς έγκλημα για χάρη μόνο στις οχλοκρατίες και απάντησε στο Μινούκιο Φουνδανό, ανθύπατο της Ασίας, δίνοντας διαταγή να μη καταδικάζουν κανένα χωρίς έγκλημα και εύλογη κατηγορία (Ευσεβίου, εκκλησιαστική Ιστορία, Α΄ 8).

Ο Αδριανός ήταν ένθερμος θιασώτης των πάτριων ιερών, ο ενθουσιασμός του όμως αυτός δεν τον παρέσυρε να αμαυρώσει τη φήμη του καλού ανθρώπου και του άριστου αυτοκράτορα, αφού δεν υπέκυψε στην αποδοχή της καταδίκης σε θάνατο των Χριστιανών χωρίς νομικές διαδικασίες. Ο εθνικός όχλος είχε πιστέψει ότι ο Αδριανός θα ικανοποιούνταν από παρόμοιες καταδίκες και θα τις δεχόταν με ενθουσιασμό· διαφορετική όμως ήταν η στάση του, όπως φαίνεται από την επιστολή. Και τη στάση του αυτή την καθόρισε με βάση τη γραμμή που είχε χαράξει ο προηγούμενος αυτοκράτορας Τραϊανός, ακολουθώντας απαράλλαχτα τα ίχνη του. Θα έλεγε, λοιπόν, κανείς ότι ένας λόγος του διωγμού του Αδριανού ήταν η επιθυμία του να ασκήσει την ίδια πολιτική απέναντι στους Χριστιανούς που άσκησε ο Τραϊανός. Έπειτα, την εποχή του Αδριανού, όπως μας πληροφορεί ο Ευσέβιος Καισαρείας, οι Εθνικοί συγχέοντες τους Χριστιανούς με τους οπαδούς των ψευδοπροφητών και τους οπαδούς των διαφόρων γνωστικών αιρέσεων, αρχηγοί των οποίων ήταν ο Σατορνίνος και ο Βασιλείδης, τους κατηγορούσαν ως ασεβείς και μιαρούς: Τούτοις δήτα συνέβαινε διακόνοις

χρώμενον τον επιχαιρεσίκακον δαίμονα τους μεν προς αυτών άπατωμένους οικτρώς ούτως εις απώλειαν άνδραποδίζεσθαι, τοις δ’  απίστοις έθνεσι πολλήν παρέχειν κατά τον θείον λόγον δυσφημίας περιουσίαν, της εξ αυτών φήμης εις την του παντός Χριστιανών έθνους διαβολήν καταχεομένης. Ταύτη δι’ ουν επί πλείστον συνέβαινε την περί ημών παρά τοις τότε απίστοις υπόνοιαν δυσσεβή και ατοπωτάτην διαδίδοσθαι, ως δη αθεμίτοις προς μητέρας και αδελφός μίξεσιν ανομίαις τε τροφαίς χρωμένων. Ουκ εις μακρόν γε μην αυτώ ταύτα προυχώρει, της αληθείας αυτής εαυτήν συνιστώσης επί μέγα τε φως κατά τα προϊόντα χρόνον διαλαμπούσης (Ευσεβίου, εκκλησιαστική Ιστορία, Α΄ 7). Οι αθέμιτες μίξεις, που αναφέρει ο Ευσέβιος, ήταν ασφαλώς τα θυέστεια δείπνα και οι οιδιπόδειες μίξεις. Ίσως τον Αδριανό να επηρέασε εναντίον των Χριστιανών και η επανάσταση των Ιουδαίων κατά της Ρώμης το 133. Οι Ρωμαίοι, όπως λέχτηκε και πιο μπροστά, συνέχεαν τη Χριστιανική θρησκεία με την Ιουδαϊκή και για το λόγο ότι είχαν και οι δυο την Παλαιά Διαθήκη ως κοινή πηγή. Στον αγώνα του να καταστείλει την εξέγερση των Εβραίων ο Αδριανός δεν θα άφηνε ανενόχλητους τους Χριστιανούς, παρά το γεγονός ότι οι Χριστιανοί διώχτηκαν και από τους Εβραίους επειδή δεν τους ακολούθησαν στην αποστασία κατά των Ρωμαίων.

Το 135 οι Εβραίοι που κατοικούσαν σε διάφορες περιοχές επαναστάτησαν εναντίον της Ρώμης με αποτέλεσμα να τιμωρηθούν αυστηρά. Αλλά και οι Εβραίοι της Παλαιστίνης ξεσηκώθηκαν με αρχηγό τους το Βαρ Κόχβα (Βαρχωχεβά, κατά τον Ευσέβιο Καισαρείας) επειδή ο Αδριανός είχε ιδρύσει στην Ιερουσαλήμ ρωμαϊκή αποικία (την Αιλία Καπιτωλίνα). Ο Βαρ Κόχβα (γιος άστρου) απέδωσε στον εαυτό του το χωρίο των Αριθμών (24,27) ανατελεί αστρον εξ Ιακώβ, αναστήσεται άνθρωπος εξ Ισραήλ, παρουσιάστηκε ως Μεσσίας και ξεσήκωσε τους ομοεθνείς του Ιουδαίους. Οι Χριστιανοί όμως δεν τον ακολούθησαν στην αποστασία του αυτή από τη Ρώμη και γι’ αυτό τους έδιωξε: Ο δι’  αυτός (Ιουστίνος) και του τότε κατά Ιουδαίων πολέμου μνημονεύων ταύτα παρατίθεται· «και γαρ εν τω νυν γενομένω Ιουδαϊκώ πολέμω Βαρχωχεβάς, ο της Ιουδαίων αποστάσεως αρχηγέτης, Χριστιανούς μόνους εις τιμωρίας δεινός, ει μη αρνοίντο Ιησούν τον Χριστόν και βλασφημοίεν, εκέλευεν άγεσθαι» (Ευσεβίου, εκκλησιαστική Ιστορία, Α΄ 8).

Η επανάσταση του Κόχβα καταστάλθηκε και πολλοί Ιουδαίοι έχασαν τη ζωή τους έξω από την Ιερουσαλήμ, στην πόλη Βίθθηρα (Biddir). Από τότε απαγορεύτηκε η είσοδος των Εβραίων στα Ιεροσόλυμα, στους Χριστιανούς όμως δόθηκε άδεια να εγκατασταθούν στην ιερή αυτή πόλη. Οι Χριστιανοί από την εποχή της καταστροφής της Ιερουσαλήμ (το 70) από τον Τίτο είχαν εγκαταλείψει την πόλη και έμεναν μέχρι τώρα στην Πέλλα. Με την επιστροφή τους στην Ιερουσαλήμ επιδόθηκαν στην οργάνωση της Ιεροσολυμιτικής Εκκλησίας, με αρχηγό τον πρώτο εξ Ελλήνων επίσκοπο Ιεροσολύμων Μάρκο, αμιγείς από κάθε Ιουδαϊκό στοιχείο.

Ο διωγμός του Αδριανού δεν άφησε ανέπαφη και την Ελλάδα, την οποία αγαπούσε ιδιαίτερα ο αυτοκράτορας. Ας σημειωθεί ότι σε μια επίσκεψη του είχε μυηθεί στα ελευσίνια μυστήρια. Με αφορμή τους διωγμούς δυο μορφωμένοι και θαρραλέοι Χριστιανοί, ο Επίσκοπος Αθηνών Κοδράτος και ο Αθηναίος φιλόσοφος Αριστείδης, σύνταξαν απολογίες υπέρ των Χριστιανών και τις επέδωσαν στον αυτοκράτορα, όταν αυτός βρισκόταν στην Αθήνα: τούτω (Αδριανώ) Κοδράτος λόγον προσφωνήσας αναδίδωσιν, απολογίαν συντάξας υπέρ της καθ’ ημάς θεοσέβειας, ότι δη τίνες πονηροί άνδρες τους ημετέρους ενοχλείν επειρώντο… Εξ ου κατιδείν εστίν λαμπρά τεκμήρια της τε του ανδρός διανοίας και της αποστολικής ορθοτομίας… Και Αριστείδης δε, πιστός ανήρ της καθ’ ημάς ορμώμενος ευσέβειας, τω Κοδράτω παραπλησίως υπέρ της πίστεως απολογίαν επιφωνήσας Αδριανώ καταλέλοιπε (Ευσεβίου, εκκλησιαστική Ιστορία, Α΄ 3).

 


Προηγούμενο // Περιεχόμενα // Επόμενο

Δημιουργία αρχείου: 27-4-2010.

Τελευταία ενημέρωση: 27-4-2010.

Πάνω