Ψυχή και Πνευματικός Θάνατος. Οι δύο θάνατοι και οι δύο αναστάσεις * Οι δύο θάνατοι και οι δύο αναστάσεις και η μέση κατάσταση τών ψυχών * Πρώτη Ανάσταση τής ψυχής. Πνευματική Ανάσταση δια τού αγίου Βαπτίσματος * Τα ζεύγη: Ψυχή-Σώμα και Σάρκα-Πνεύμα * Οι δύο αναστάσεις * Είναι η αλλαγή που προκαλεί το Βάπτισμα στον πιστό "οντολογική"; * Αναγέννηση εξ ύδατος και Πνεύματος * Το Βάπτισμα ως ένδυση τού Χριστού
Μέρος 3ο Διακρίσεις τής Αγίας Γραφής μεταξύ δύο αναστάσεων και δύο θανάτων Μιχάλης Μαυροφοράκης |
Ομιλία Νο 48. (ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ // ΕΠΟΜΕΝΗ)
(Εκφωνήθηκε για πρώτη φορά: 18-12-1992).
Ακούστε την από την ΟΟΔΕ και σε ηχητικό αρχείο MP3
1. Προβλήματα που δημιουργούν οι κακοδοξίες περί αναγέννησης Αγαπητοί ακροατές, χαίρετε. Στη σημερινή εκπομπή θα αναφερθούμε στο ζήτημα της πνευματικής αναστάσεως της ψυχής μέσα από το πρίσμα των Αγίων Γραφών και σε συνέχεια όσων έχουμε επισημάνει σε προηγούμενες εκπομπές, αλλά και της καθόδου του Χριστού στον Άδη, που έχουμε διεξοδικά εξετάσει στο παρελθόν. Ξεκινήσαμε τη μελέτη μας περί της αναστάσεως ή αναγεννήσεως της ψυχής, που αλλιώς ονομάζεται και «πρώτη ανάσταση», με αφορμή τη σοβαρή κακοδοξία ορισμένων, ότι δήθεν δεν υπάρχει κατ' ουσίαν άυλη και αόρατη και ενσυνείδητη προσωπική ψυχή στον άνθρωπο, αλλά ότι ο όρος χρησιμοποιείται μονοσήμαντα για να περιγράψει απλώς την ανθρώπινη ύπαρξη που γίνεται αντιληπτή δια των αισθήσεων. Άμεση συνέπεια αυτής της κακοδοξίας είναι ότι θεωρούν τον άνθρωπο ως καθαρά υλική υπόσταση, που εξαφανίζεται εντελώς, δηλαδή εκμηδενίζεται με τον βιολογικό θάνατο, και για να ξαναϋπάρξει πρέπει να δημιουργηθεί πάλι εκ του μηδενός. Εκτός από τις πάμπολλες περιπτώσεις όπου αυτή η κακοδοξία εμφανέστατα αντιφάσκει με την Αγία Γραφή αλλά και με τον εαυτό της, προσκρούει και στην ερμηνεία όλων των διπλών σημασιών που προσδιορίζονται από τα θεόπνευστα κείμενα για τις λέξεις: γέννηση, ζωή, θάνατος, νέκρωση, ανάσταση κ.λπ. Δεν μπορούν, για παράδειγμα, όσοι ασπάζονται και κηρύττουν αυτή την πλάνη να εξηγήσουν πώς ο μονοσήμαντος και απλός υλικός άνθρωπος μπορεί να είναι ήδη γεννημένος και εν τούτοις να χρειάζεται νέα γέννηση. Τι είναι εκείνο που θα γεννηθεί κατά τη δεύτερη αυτή γέννηση; Για τους αιρετικούς αυτό είναι ένα άλυτο πρόβλημα. Δεν το συζητούν ούτε το σχολιάζουν. Με όμοιο τρόπο αντιμετωπίζουν το ερώτημα πώς μπορεί ένας άνθρωπος να είναι ζωντανός και όμως να αποκαλείται νεκρός ή, αντίστροφα, να είναι νεκρός βιολογικά και όμως να αποκαλείται ζωντανός. Ή ακόμα, πώς μπορεί ένας άνθρωπος να ανίσταται ή να ζωοποιείται ενώ είναι ήδη εν ζωή.
2. Απλές απαντήσεις από την Ορθόδοξη πίστη Σε προηγούμενες εκπομπές ασχοληθήκαμε διεξοδικά με αυτό το ζήτημα και αναφέραμε ότι για τον χριστιανό που πιστεύει ορθόδοξα όλα αυτά τα ερωτήματα όχι μόνο δεν αποτελούν προβλήματα άλυτα, αλλά μάλιστα βρίσκουν πολύ εύκολα την απάντηση, που είναι απλούστατη. Ο άνθρωπος δεν πλάστηκε μόνο από ύλη της γης, δηλαδή μόνο από σώμα, αλλά και από άυλη πνευματική ψυχή, η οποία είναι η βάση της υπόστασης της προσωπικότητας του ανθρώπου. Ο άνθρωπος, όταν πλάστηκε από τον Θεό, ήταν σε κοινωνία μαζί Του δια του Αγίου Πνεύματος και απελάμβανε μια αγιοπνευματική ζωή, που ο φυσικός άνθρωπος δεν τη γνωρίζει. Η πτώση του ανθρώπου στην Εδέμ κατέστρεψε αυτή τη σχέση κοινωνίας με τον Θεό, την πηγή της ζωής, και, ενδυόμενος τους δερμάτινους χιτώνες κατά τη βιβλική αφήγηση, άρχισε να ζει μια ζωή μακριά από την πηγή της ζωής, δηλαδή να ζει έναν θάνατο, μακριά από το φως του Θεού. Το φως που είχε ήταν σκοτάδι. Έτσι, η ζωή του κατάντησε όμοια με αυτή των ζώων: «Άνθρωπος εν τιμή ων ου συνήκε, παρασυνεβλήθη τοις κτήνεσι τοις ανοήτοις, και ωμοιώθη αυτοίς» (Ψαλμ. 48, 13. Ο΄). Ο άνθρωπος λοιπόν, ενώ βρισκόταν σε πολύ υψηλή και ένδοξη θέση, τελικά εξέπεσε και ομοιώθηκε με τα άλογα ζώα. Ενώ λοιπόν ζούσε ψυχή και σώματι την όντως ζωή, με την πτώση του η ολότητά του διασπάστηκε. Η ψυχή του, απομακρυνόμενη από τον Θεό, βυθίστηκε σε βαθύ σκοτάδι, που είναι ο πνευματικός θάνατος, ενώ το σώμα του άρχισε να ζει μια θνητή βιολογική ζωή, όμοια με αυτή των ζώων. Επειδή ο άνθρωπος συνίσταται από ψυχή και σώμα, στην κατάσταση πτώσεως που βρισκόμαστε, συναντούμε ανθρώπους που είναι βιολογικά μεν ζωντανοί και γεννημένοι, πνευματικά όμως η ψυχή τους είναι νεκρή και επομένως χρειάζεται νέα γέννηση ή αλλιώς ανάσταση. Εφόσον λοιπόν ο άνθρωπος είναι διπλός, συνιστάμενος από ψυχή και σώμα, διπλοί είναι και οι όροι που περιγράφουν την κατάστασή του. Οι μεν αφορούν το σώμα, οι δε την ψυχή. Ο άνθρωπος, ενώ βρισκόταν στον Παράδεισο, που είναι η Βασιλεία του Θεού, δεδομένου ότι ψυχή και σώματι ήταν ενωμένος με τον Θεό εν Πνεύματι Αγίω, με την παρακοή και την πτώση βρέθηκε ξενιτεμένος, εκτός Αυτού, σε χώρα μακρινή, μακριά από το σπίτι του Πατέρα του, όπου αναγκάστηκε να ζει παρέα με τους χοίρους και να τρέφεται με την τροφή τους, όπως πολύ παραστατικά και ανάγλυφα μας παρουσιάζει ο Χριστός την κατάστασή μας στην παραβολή του Ασώτου. Δυστυχώς, αυτή την ζωώδη και ζοφώδη πορεία ακολουθεί ο άνθρωπος μακριά από τον Θεό. Μια πορεία διάσπασης και διχασμού. Ενώ στην αρχή ο άνθρωπος συγκεφαλαίωνε την ορατή με την αόρατη δημιουργία, την υλική με την άυλη, την άλογη με την πνευματική, και τις ένωνε σε μία ενιαία ύπαρξη, την ψυχοσωματική του οντότητα, με την πτώση δημιούργησε πολλαπλό ρήγμα και μέσα του και έξω από αυτόν. Το μέρος εκείνο που ήταν ενωμένο με τον Θεό και με το πνευματικό βασίλειο απομακρύνθηκε από την πηγή της ζωής και οδηγήθηκε στο μαρασμό του θανάτου, ενώ το μέρος που ένωνε τον άνθρωπο με την υλική κτίση, ακυβέρνητο πλέον, δουλώθηκε σε αυτήν.
3. Πώς συντελέσθηκε η εν Χριστώ Πρώτη Ανάσταση Πώς άραγε θα μπορούσε να γλιτώσει ο άνθρωπος από αυτή τη σκλαβιά; Πώς θα μπορούσε να ξαναδεί και να ξαναμπεί στη Βασιλεία του Θεού; Η σωτηρία ήρθε από τον ίδιο τον Θεό, μέσα από την ενανθρώπηση του Υιού Του. Μέχρι τότε η σάρκα γεννούσε σάρκα, νεκρή πνευματικά, διότι ήταν ξεκομμένη από τον νόμο του Θεού, υποταγμένη στον νόμο της άλογης και ζωώδους φύσεως, πνιγμένη στα πάθη. Η εικόνα του Θεού μέσα στον κάθε άνθρωπο είχε τραγικά αμαυρωθεί. Ο Κύριος Ιησούς Χριστός, προσλαμβάνοντας ανθρώπινη φύση, αλλά γεννημένος όχι σύμφωνα με τον σαρκικό νόμο, «ουκ εξ αιμάτων, ουδέ εκ θελήματος σαρκός, ουδέ εκ θελήματος ανδρός, αλλ' εκ Θεού» γεννηθείς (Ιω. 1,13), ευρισκόταν εξ αρχής, από τη στιγμή της συλλήψεώς Του στα πάναγνα σπλάχνα της Παρθένου Μαρίας, σε άρρηκτη ενότητα με το Πανάγιο Πνεύμα. Έτσι προσέλαβε μεν την ανθρώπινη φθαρτή φύση από την Παναγία Μητέρα Του, μονίμως όμως και αρρήκτως ενωμένη με τον Θεό. Έτσι ήταν πνευματικά ζωντανός και όχι νεκρός ψυχικά, όπως όλοι οι άλλοι άνθρωποι. Αφού μας δίδαξε δια της Αγίας Ζωής Του ποια είναι η γνήσια και καθαρή εικόνα του Θεού στο πρόσωπο του ανθρώπου, κατεδέχθη να σταυρωθεί για να ολοκληρώσει το έργο της σωτηρίας. Δια του θανάτου της θνητής Του σαρκός, παρέδωσε στο θάνατο τη θνητότητα, ανοίγοντας τον δρόμο, δια της Αναστάσεώς Του, στην αφθαρσία και αθανασία του ανθρωπίνου σώματος. Δια δε της καθόδου της ενωμένης με τη θεότητα ψυχής Του στο χώρο των πνευματικά νεκρών ψυχών, στο σκοτεινό δεσμωτήριο του Άδου, κατήργησε και τον κληρονομημένο καταναγκαστικό πνευματικό θάνατο και ελευθέρωσε όλες τις ψυχές των δεσμίων που Τον δέχτηκαν, ανιστώντας τις πνευματικά, δηλαδή ενώνοντάς τις σ' Εκείνον που ήταν φως και ζωή. Ο Κύριος λοιπόν, με την Ενανθρώπησή Του και γενικότερα με ολόκληρο το μυστήριο της ενσάρκου Οικονομίας, σώζει τον άνθρωπο συνολικά, δηλαδή και σωματικά και ψυχικά. Δεν τον σώζει μόνο ψυχικά, όπως κακόδοξα υποστηρίζουν κάποιες προτεσταντικές ομάδες, ούτε μόνο σωματικά, όπως εσφαλμένα διδάσκουν οι μάρτυρες του Ιεχωβά. Τον σώζει συνολικά, ως ψυχή και σώμα, διότι ο άνθρωπος δεν είναι μόνο το ένα ή μόνο το άλλο, αλλά και τα δύο μαζί. Και γι’ αυτό άλλωστε και τα δύο προσέλαβε ο Λόγος του Θεού.
4. Εδάφια τής Αγίας Γραφής για την Πνευματική Ανάσταση Ύστερα από αυτή τη συνοπτική αναφορά στη σωτηρία μας δια της Θείας Ενανθρωπίσεως, ας επικεντρώσουμε το ενδιαφέρον μας στην πνευματική Ανάσταση και ανακαίνιση του ανθρώπου, όπως παρουσιάζεται μέσα από τα κείμενα της Καινής Διαθήκης. Θα αρχίσουμε από μία αναφορά που έκανε ο Κύριος και στις δύο Αναστάσεις, μιλώντας προς τους Ιουδαίους. Τη διαβάζουμε από το πέμπτο κεφάλαιο του Κατά Ιωάννην Ευαγγελίου: «Ώσπερ γαρ ο Πατήρ εγείρει τους νεκρούς και ζωοποιεί, ούτως και ο Υιός ους θέλει ζωοποιεί.» (Κατά Ιωάννην 5:21) (Διότι όπως ακριβώς ο Πατήρ ανασταίνει τους νεκρούς και τους ζωοποιεί, έτσι και ο Υιός, όποιους θέλει, ζωοποιεί). Ο λόγος λοιπόν εδώ είναι περί του Υιού του Θεού και περί Αναστάσεως. Ο ίδιος ο Χριστός, μιλώντας για την απεριόριστη δύναμή Του και για την ισότητά Του προς τον Πατέρα –κάτι για το οποίο Τον κατηγορούσαν συνεχώς οι Ιουδαίοι και τελικώς Τον σταύρωσαν– αποδεικνύει αυτή την ισότητα με τον Πατέρα και από το γεγονός της Αναστάσεως. Λέγει ότι όποια ακριβώς εξουσία επί του θανάτου έχει ο Πατήρ, την ίδια ακριβώς έχει και ο Υιός. Και μάλιστα, ως Κύριος και όχι ως υπηρέτης, όπως Τον θέλουν οι μάρτυρες του Ιεχωβά, ανασταίνει και ζωοποιεί όποιους θέλει. Αρχίζει λοιπόν στη συνέχεια να τους μιλεί ο Χριστός για την Ανάσταση των νεκρών, που –όπως ήδη σχολιάσαμε– είναι διπλή, μια και αφορά χωριστά την ψυχή και το σώμα του ανθρώπου. Τους λέγει λοιπόν γι’ αυτή τη διπλή Ανάσταση τα εξής: «Αμήν αμήν λέγω υμίν, ότι ο τον λόγον μου ακούων και πιστεύων τω πέμψαντί με, έχει ζωήν αιώνιον, και εις κρίσιν ουκ έρχεται, αλλά μεταβέβηκεν εκ τού θανάτου εις την ζωήν. Αμήν αμήν λέγω υμίν, ότι έρχεται ώρα, και νυν εστίν, ότε οι νεκροί ακούσουσιν τής φωνής τού Υιού τού Θεού, και οι ακούσαντες ζήσουσιν. Ώσπερ γαρ ο Πατήρ έχει ζωήν εν εαυτώ, ούτως έδωκεν και τω Υιώ ζωήν έχειν εν εαυτώ. Και εξουσίαν έδωκεν αυτώ και κρίσιν ποιείν, ότι Υιός ανθρώπου εστίν. Μη θαυμάζετε τούτο· ότι έρχεται ώρα, εν ή πάντες οι εν τοις μνημείοις ακούσουσιν τής φωνής αυτού· και εκπορεύσονται, οι τα αγαθά ποιήσαντες εις ανάστασιν ζωής, οι δε τα φαύλα πράξαντες εις ανάστασιν κρίσεως.» (Κατά Ιωάννην 5:24–29) Παρόλο που το κείμενο δεν είναι δύσκολο να κατανοηθεί όπως είναι, ας το μεταφέρουμε στα νέα ελληνικά για να το εντυπωθούμε καλύτερα: «Αληθώς, αληθώς σας λέγω, ότι αυτός που ακούει τον λόγο μου, δηλαδή τη διδασκαλία μου, και πιστεύει σ’ Εκείνον που με απέστειλε, δηλαδή στον Θεό, έχει ζωήν αιώνιον και δεν έρχεται σε κρίση, αλλά έχει ήδη περάσει από τον θάνατο στη ζωή. Αληθώς, αληθώς σας λέγω, ότι έρχεται ώρα –και η ώρα αυτή ήλθε ήδη τώρα– οπότε οι νεκροί θα ακούσουν τη φωνή του Υιού του Θεού, και όσοι την ακούσουν, θα ζήσουν. Διότι όπως ο Πατήρ έχει ζωή μέσα Του –δηλαδή που εκπηγάζει από τον Εαυτό Του– έτσι έδωσε και στον Υιό να έχει ζωή μέσα Του και Του έδωσε και εξουσία να ενεργήσει ως Κριτής, διότι ο Μεσσίας είναι Υιός Ανθρώπου. Μην εκπλήττεστε γι’ αυτό, διότι έρχεται ώρα κατά την οποία όλοι οι πεθαμένοι που θα βρίσκονται τότε στα μνήματα, θα ακούσουν τη φωνή Του και θα εξέλθουν. Όσοι έπραξαν τα αγαθά θα αναστηθούν για να απολαύσουν τη μακαρία ζωή. Ενώ όσοι έπραξαν τα κακά, θα αναστηθούν για να καταδικαστούν.»
5. Επεξηγήσεις και διακρίσεις στη σύγχυση περί Ανάστασης Όποιοι μελετούν επιπόλαια και πρόχειρα την Αγία Γραφή, χωρίς τη βοήθεια της Εκκλησίας, αλλά κυρίως όσοι την μελετούν με σκοτισμένη τη διάνοια από την πλάνη και με σκοπό να εφεύρουν ερμηνείες που να ταιριάζουν με τα κακόδοξα θεολογικά τους κατασκευάσματα, αντιλαμβάνονται βέβαια ότι ο Χριστός εδώ μιλεί για Ανάσταση, αλλά υποθέτουν πως μιλεί για μία μόνον Ανάσταση, την οποία ταυτίζουν με την Ανάσταση κατά την τελική Κρίση. Αντίθετα, η Εκκλησία, που κατευθύνεται από το Άγιο Πνεύμα, και στη συγγραφή και στην ερμηνεία της Αγίας Γραφής, φανερά διακρίνει στη διδασκαλία αυτή του Ιησού Χριστού τις δύο Αναστάσεις: την Ανάσταση της ψυχής και την τελική Ανάσταση, που θα είναι Ανάσταση των σωμάτων όλων των νεκρών. Ας δούμε όμως λεπτομερέστερα αυτό το σημείο. Καταρχήν, ο Κύριος τους μιλεί στον στίχο 24 για μία Ανάσταση στην οποία δεν συμμετέχει όλο το ανθρώπινο γένος, αλλά μία μικρή μόνο ομάδα. Ποιοι είναι αυτοί; Οι πιστεύσαντες στο κήρυγμα του Χριστού: «Ο τον λόγον μου ακούων και πιστεύων τω πέμψαντί με, έχει ζωήν αιώνιον και μεταβέβηκεν εκ τού θανάτου εις την ζωήν.» Λέγει: «έχει ζωήν αιώνιον» και όχι «θα έχει». Λέγει: «μεταβέβηκεν εκ τού θανάτου εις την ζωήν» και όχι «θα μεταβεί». Πώς μεταβέβηκεν εκ τού θανάτου εις την ζωήν, και μάλιστα την αιώνιον ζωήν; Δηλαδή, οι πιστοί δεν πεθαίνουν αλλά ζουν αιώνια; Σωματικά όχι, αλλά πνευματικά ναι. Διότι, αν και το σώμα τους πεθαίνει, εντούτοις η ψυχή τους είναι σε ενότητα με τον Χριστό και επομένως σε κοινωνία με τον Θεό· άρα ζώσα εις τον αιώνα. Αυτή λοιπόν η μετάβαση του πιστού από τον θάνατο στη ζωή, τι άλλο είναι παρά «ανάστασις εκ νεκρών»; Ανάσταση όμως της ψυχής· πνευματική ανάσταση, στη θέση του πνευματικού θανάτου. Ας δούμε όμως τι λέγει στο σημείο αυτό ο ιερός Αυγουστίνος: «Ο μεταβεβηκώς εκ τού θανάτου εις την ζωήν, αναμφιβόλως ανέστη πάλιν· ήτο νεκρός και έζησεν πάλιν· ήτο απολωλώς και ευρέθη.» Ήδη απ’ εδώ λαμβάνει χώρα ανάσταση, και οι άνθρωποι μεταβαίνουν από τον θάνατο στη ζωή, από τον θάνατο της απιστίας στη ζωή της πίστεως, από τον θάνατο του ψεύδους στη ζωή της αληθείας, από τον θάνατο της αδικίας στη ζωή της δικαιοσύνης. Η πρώτη λοιπόν ανάσταση, στην οποία αναφέρθηκε ο Χριστός, είναι η ανάσταση της ψυχής — η πνευματική ανάσταση του ανθρώπου. Και συντελείται μόνο στους πιστούς, και μάλιστα από αυτήν τη ζωή. Δεν έχουμε χρόνο να αναλύσουμε ολόκληρο το χωρίο, γι’ αυτό και μεταφερόμαστε αμέσως στο τελευταίο τμήμα του. Εκεί ο Χριστός μιλεί για τη δεύτερη ανάσταση, η οποία θα λάβει χώρα στο τέλος. Θα είναι σωματική ανάσταση και θα αφορά όλους τους ανθρώπους που είναι νεκροί βιολογικά, ανεξαιρέτως βαθμού πίστεως και ευσεβείας. «Έρχεται ώρα, εν ή πάντες οι εν τοις μνημείοις ακούσουσι τής φωνής αυτού, (δηλαδή του Υιού του Θεού), και εκπορεύσονται· οι τα αγαθά ποιήσαντες εις ανάστασιν ζωής, οι δε τα φαύλα πράξαντες εις ανάστασιν κρίσεως.» (Ιω. 5, 28–29) Θα έλθει, λέγει, ώρα, και αυτή δεν είναι άλλη από την ώρα της κρίσεως, κατά την εσχάτη σάλπιγγα, κατά την οποία πάντες, δηλαδή όλοι ανεξαιρέτως οι νεκροί που θα ευρίσκονται στα μνήματα, καλοί και κακοί, πονηροί και αγαθοί, θα ακούσουν τη φωνή τού Υιού τού Θεού και θα εξέλθουν — δηλαδή θα αναστηθούν. Για μεν όμως τους αγαθούς, η ανάσταση θα είναι προς ζωήν, αιώνιας μακαριότητας· ενώ, δυστυχώς, για τους πονηρούς και ασεβείς και φαύλους, θα είναι ζωή αιωνίας καταδίκης και κολάσεως, που ισοδυναμεί με την γέεννα τού πυρός — τον δεύτερο θάνατο. Φανερά λοιπόν διαφέρει αυτή η ανάσταση από εκείνη που ο Κύριος είχε αναφέρει νωρίτερα. Η πρώτη ανάσταση συμβαίνει μόνο στους πιστούς· η δεύτερη σε όλους αδιακρίτως, αγαθούς και φαύλους. Η πρώτη ανάσταση είναι προσωπική και μπορεί να λάβει χώρα ήδη από αυτή τη ζωή, ενώ η δεύτερη λαμβάνει χώρα σε κάποιο σημείο στο μέλλον — το ίδιο για όλη την ανθρωπότητα. «Ότι αυτός ο Κύριος εν κελεύσματι, εν φωνή αρχαγγέλου και εν σάλπιγγι Θεού καταβήσεται απ’ ουρανού.» (Α΄ Θεσσαλονικείς 4, 16) Η πρώτη ανάσταση αφορά την ψυχή· διότι, έστω κι αν ο άνθρωπος πιστεύσει και μεταβεί εκ τού θανάτου εις την ζωήν, εν τούτοις υποκύπτει στον βιολογικό θάνατο του σώματος. Η δεύτερη όμως ανάσταση είναι ανάσταση των σωμάτων· διότι αυτά βρίσκονται στα μνήματα, και αυτά εξέρχονται από τους τάφους για να παρουσιαστούν εμπρός στο βήμα του Μεγάλου Κριτή. Σ’ αυτή λοιπόν την τραγική σύγχυση έχουν πέσει οι αιρετικοί, ταυτίζοντας τις δύο αναστάσεις σε μία, στερούμενοι φυσικά τα οφέλη της πρώτης. Και μπερδεύουν την πρώτη ανάσταση με τη δεύτερη, όπως ακριβώς και οι Εβραίοι της εποχής του Χριστού μπέρδευαν την πρώτη παρουσία με τη δεύτερη. Και όπως εκείνοι αστόχησαν να αναγνωρίσουν τον Χριστό και τον απέρριψαν, έτσι και οι σύγχρονοί τους αιρετικοί αστοχούν να διακρίνουν την πρώτη ανάσταση και χάνουν την ευκαιρία να την γευτούν, παραμένοντας στο σκοτάδι της πλάνης και στην νέκρωση της άγνοιας και του ψεύδους.
6. Η σύγχυση τής Μάρθας για την ανάσταση Ας δούμε όμως και άλλα δύο χωρία, πάλι από το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο, όπου ο Κύριος μίλησε με παρόμοιο τρόπο για την πρώτη ανάσταση — δηλαδή την πνευματική ανάσταση της ψυχής και τη μεταμόρφωσή της από νεκρή σε ζωντανή. Στο πρώτο χωρίο, η Μάρθα, λυπημένη για τον θάνατο του αδελφού της Λαζάρου, λέγει στον Ιησού ότι, αν θέλει, μέχρι και να τον αναστήσει θα μπορούσε. «Λέγει αυτή (προς αυτήν) ο Ιησούς: Αναστήσεται ο αδελφός σου.» (Θα αναστηθεί ο αδελφός σου). (Ιω. 11, 23) Η Μάρθα, εκλαμβάνοντας την απάντηση του Ιησού σαν γενική και αόριστη, ότι δηλαδή ο Ιησούς αναφερόταν στην κοινή ανάσταση των σωμάτων, του αποκρίνεται: «Οίδα ότι αναστήσεται εν τη αναστάσει εν τη εσχάτη ημέρα.» (Ιω. 11, 24) («Γνωρίζω», λέγει, «ότι θα αναστηθεί κατά την κοινή Ανάσταση, η οποία θα γίνει κατά την εσχάτη ημέρα» — δηλαδή κατά την ημέρα της Κρίσεως). Είπεν αυτή ο Ιησούς: «Εγώ ειμι η ανάστασις και η ζωή· ο πιστεύων εις εμέ καν αποθάνη ζήσεται· και πας ο ζων και πιστεύων εις εμέ ου μη αποθάνη εις τον αιώνα. Πιστεύεις τούτο;» (Ιω. 11, 25–26) Παρατηρούμε ότι η Μάρθα γνώριζε και πίστευε στη γενική ανάσταση όλων των νεκρών με τα σώματά τους, που θα γίνει κατά την εσχάτη ημέρα. Ο Χριστός όμως, ως Θεός Κύριος, με απόλυτη εξουσία και αυθεντία, της κάνει μια συγκλονιστική δήλωση για τον εαυτό του: «Εγώ ειμι η ανάστασις και η ζωή». Όχι μόνον εγώ, ως υπηρέτης του Θεού, σας δίνω ζωή, αλλά εγώ είμαι η Ζωή και, κατά συνέπεια, από εμέ πηγάζει και η Ανάσταση. Αυτό το είπε για να διορθώσει την ταπεινή γνώμη που είχε γι’ αυτόν η Μάρθα, όταν του είπε: «νυν οίδα (τώρα γνωρίζω), ότι όσα αν αιτήσης τον Θεόν, δώσει σοι ο Θεός» (Ιω. 11, 22). Δηλαδή: όσα ζητήσεις από τον Θεό, ο Θεός θα σου τα δώσει — υπονοώντας ακόμη και αυτή την Ανάσταση του αδελφού της. Ο Ιησούς, λοιπόν, της διορθώνει τη γνώμη, λέγοντας ότι δεν χρειάζεται να ζητήσει τίποτε από τον Θεό, διότι, ως γνήσιος Υιός του Θεού και Θεός, είναι ο ίδιος η Ανάσταση και η Ζωή. Και ενώ προηγουμένως είχε πει «ο πιστεύων εις τον πέμψαντά με έχει ζωήν αιώνιον» (Ιω. 5, 24), εδώ λέγει: «ο πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνη, ζήσεται» (Ιω. 11, 25). Και συνεχίζει ο Ιησούς, αφού ήδη ανέβασε τον λόγο σε πνευματικά θέματα και ταυτόχρονα εξύψωσε τη γνώμη της Μάρθας γι’ αυτόν, της αποκαλύπτει για την πνευματική ζωή — και όχι πλέον για τη σωματική ανάσταση — τα εξής: «και πας ο ζων και πιστεύων εις εμέ, ου μη αποθάνη εις τον αιώνα» (Ιω. 11, 26). Εδώ φανερά γίνεται λόγος για την ανάσταση της ψυχής και όχι του σώματος. Διότι αφ' ενός ο Χριστός αναφέρεται σε βιολογικά ζωντανούς, και αφ' ετέρου θέτει ως προϋπόθεση της αιωνίου ζωής την πίστη στο πρόσωπό του. Εξάλλου, εάν επρόκειτο για σωματική αθανασία, το «ου μη αποθάνη εις τον αιώνα» θα έπρεπε όλοι οι πιστοί από την εποχή του Χριστού και εξής να ήταν σωματικά ζωντανοί — κάτι που, βέβαια, δεν συμβαίνει. Είναι πρόδηλο λοιπόν ότι ο Κύριος αναφέρεται στην πνευματική ανάσταση των πιστών, που δίνει αιώνια ζωή στις ψυχές που ζουν εν Χριστώ, έστω κι αν το φθαρτό σώμα πεθάνει.
7. Η Πνευματική Ανάσταση είναι παρούσα Πάλι την πνευματική ανάσταση υπονοεί ο Κύριος σε ένα άλλο σημείο του ιδίου Ευαγγελίου, λέγοντας: «αμήν αμήν λέγω υμίν, εάν τις τον λόγον μου τηρήση, θάνατον ου μη θεωρήση εις τον αιώνα» (Ιω. 8, 51). (Αληθώς, αληθώς σας λέγω, όποιος τηρήσει την διδασκαλία μου, δεν θα δει ποτέ θάνατο). Προφανώς, δεν εννοούσε τον σωματικό θάνατο — τον οποίον, άλλωστε, όλοι οι Χριστιανοί γεύονται, αλλά και ο ίδιος δοκίμασε επάνω στον Σταυρό. Ο θάνατος που δεν θα έβλεπαν ήταν ο θάνατος της ψυχής. Η ψυχή των πιστών ανίσταται εν Χριστώ και παραμένει στη ζωή, όσο είναι ενωμένη με την Ανάσταση και τη Ζωή, δηλαδή τον Χριστό, έστω κι αν το θνητό σώμα πέσει νεκρό. Στην παραβολή του ασώτου Υιού, ο στοργικός πατέρας — που εξεικονίζει τον ουράνιο Πατέρα μας — δέχτηκε με χαρά τον χαμένο του γιο και είπε στον άλλο του γιο, που έμενε μαζί του: «ο αδελφός σου ούτος νεκρός ην και ανέζησε, και απολωλώς ην και ευρέθη» (Λουκ. 15, 32). Τη μεταστροφή και επιστροφή του χαμένου του γιου, που αρχή της είχε τη μετάνοια και την εξομολόγηση, την ονομάζει ο Πατέρας «ανάσταση». Διότι τι άλλο είναι η μετάβαση από τον θάνατο στη ζωή; «Νεκρός ην και ανέζησε». Τι νεκρός; Βιολογικά; Όχι, βέβαια. Αλλά μιλεί εδώ για πνευματική νέκρωση, που γίνεται αντιληπτή από το ότι ο Χριστός μας λέγει πως ο άσωτος, πριν τη μετάνοιά του, ήταν «εκτός εαυτού» (Λουκ. 15, 17) — Την κατάστασή του αυτή, κατά την οποία ήταν μακριά από τον Πατέρα του και το πατρικό του σπίτι — που εξεικονίζει τη Βασιλεία — ο Κύριος την ονομάζει «θάνατο» και «απώλεια», παρόλο που ο άσωτος και βιολογικά ζωντανός ήταν και υπήρχε. Αντίθετα, οι μάρτυρες του Ιεχωβά λένε ότι «απώλεια» σημαίνει εξαφάνιση και εκμηδενισμό. Στις κακοδοξίες τους συμμετέχει και η άγνοια ή και η κακοποίηση της ελληνικής γλώσσας. Όσοι βρίσκονται στην απώλεια, υπάρχουν — αλλά οι ίδιοι είναι χαμένοι, απομεμακρυσμένοι και αποξενωμένοι από τον Θεό, που είναι η πηγή του φωτός, της ζωής και της μακαριότητας. Γι’ αυτό και βιώνουν την κατάστασή τους σαν πηχτό σκοτάδι, θάνατο και κόλαση. Νεκρός, λοιπόν, ήταν και ανέζησε. Ανέζησε, δηλαδή αναστήθηκε πνευματικά. Το ίδιο λέγει και ο Απόστολος Παύλος για τη μετάνοια και επιστροφή των Εβραίων, που, μακράν του αληθινού Θεού, είναι πνευματικά νεκροί. «Ει γαρ η αποβολή αυτών καταλλαγή κόσμου, τις η πρόσληψις ει μη ζωή εκ νεκρών;» (Ρωμ. 11,15). Διότι, εάν, λέγει, η εγκατάλειψη από τον Θεό του έθνους των Ιουδαίων είναι καταλλαγή του κόσμου και συμφιλίωσή του με τον Θεό, τι άραγε είναι η επαναπρόσληψή τους, αν όχι ζωή εκ νεκρών; Μακράν του Θεού, οι Ιουδαίοι είναι νεκροί, ενώ η επαναπρόσληψή τους ονομάζεται από τον Απόστολο «ζωή εκ νεκρών», δηλαδή ανάσταση. Ο Απόστολος Παύλος γράφει σε άλλη επιστολή του για τον θάνατο, ότι έχει τη ρίζα του στην αμαρτία: Το «δε κέντρον τού θανάτου η αμαρτία» (Α΄ Κορ. 15,56). Η αμαρτία είναι εκείνη που εισήγαγε τον θάνατο στον άνθρωπο, τον διπλό θάνατο —του σώματος και της ψυχής— όπως αναφέραμε και προηγουμένως. Και για μεν τους ζώντες, ο πνευματικός θάνατος αναιρείται δια του Αγίου Βαπτίσματος και των υπολοίπων μυστηρίων της Χάριτος, οπότε ο χριστιανός ενώνεται μυστικά με την του κόσμου ζωή, τον Χριστό, και παραμένει ενωμένος μαζί Του, μέσα στο σώμα Του, την Εκκλησία. Το βάπτισμα στον Χριστό αποπλένει τις αμαρτίες του βαπτιζομένου και έτσι του ανοίγει τον δρόμο της αιωνίου ζωής. Ο Ανανίας είπε στον Σαούλ, τον μετέπειτα Παύλο, τον Απόστολο των Εθνών: «Και νυν τι μέλλεις; αναστάς βάπτισαι και απόλουσαι τας αμαρτίας σου, επικαλεσάμενος το όνομα αυτού» (Πράξ. 22,16). Δηλαδή: «Σήκω και βάπτισου και απόλουσε τις αμαρτίες σου, επικαλούμενος το όνομά Του». Παρόμοια και ο Απόστολος Πέτρος, όταν οι Ιουδαίοι κατενύγησαν την καρδίαν και είπαν στους Αποστόλους: «Τι ποιήσωμεν, άνδρες αδελφοί;» τους είπε τα εξής: «Μετανοήσατε, και βαπτισθήτω έκαστος υμών επί τω ονόματι Ιησού Χριστού εις άφεσιν αμαρτιών, και λήμψεσθε την δωρεάν τού Αγίου Πνεύματος» (Πράξ. 2,37-38). Το βάπτισμα, λοιπόν, εξαλείφει τις αμαρτίες των ανθρώπων και τους χαρίζει το Άγιο Πνεύμα, το οποίο τους αναγεννά πνευματικά σε μια καινούρια, ατελεύτητη ζωή.
8. Τι γίνονται οι αβάπτιστοι; Καλά όμως όσοι γνώρισαν τον Χριστό δια του κηρύγματος και μόλις αναβαπτιστούν, για να εισέλθουν δια της πνευματικής αναστάσεως στη μακαριότητα της Βασιλείας των Ουρανών, ήδη απ' αυτή τη ζωή. Γι' αυτούς ο θάνατος δεν θα είναι θάνατος. Όλοι οι άλλοι όμως που είτε πέθαναν πριν της εν σαρκί οικονομίας του Κυρίου είτε δεν γνώρισαν τον Χριστό δια του κηρύγματος για να βαπτιστούν, τι γίνονται; Όπως είπαμε και σε προηγούμενη εκπομπή, πριν κατεβεί ο Χριστός με την παναγία και ενωμένη με τη θεότητα ψυχή Του στον Άδη, ο Άδης ήταν η σκοτεινή φυλακή όλων των ψυχών των προκεκοιμημένων δικαίων και αδίκων. Με την κάθοδο όμως της ζώσας και ζωοποιού ψυχής του Χριστού εκεί, μετά την Σταύρωση, εκήρυξε στις ψυχές των νεκρών και τους έδωσε τη δυνατότητα, δια της πίστεως, να ενωθούν μαζί Του και να απαλλαγούν από τα δεσμά του Άδου. Αυτή είναι η πρώτη ανάσταση των νεκρών ψυχών και εορτάζεται από την Εκκλησία το Μέγα Σάββατο. Αυτή είναι η γνησία εικόνα της Αναστάσεως, όπου ο Χριστός, κατερχόμενος με δόξα στον Άδη, συντρίβει τις πύλες του, λύει τα δεσμά των δικαίων και τους ανασύρει με ορμή προς το φως και τη ζωή. Χαρακτηριστικά και διδακτικότατα είναι και τα ιδιόμελα που ψάλλει η Εκκλησία την ίδια ημέρα, όπως τα εξής: «Σήμερον ο Άδης στένων βοά· (Βοά στενάζοντας, και λέγει): Συνέφερέ μοι τον εκ Μαρίας γεννηθέντα μη υπεδεξάμην, ελθόν γαρ επ' εμέ, (διότι όταν ήλθε), το κράτος μου έλυσε. Πύλας χαλκάς συνέκρυψε. Ψυχάς ας κατήχων το πριν, Θεός ων, (επειδή είναι Θεός), ανέστησε». Και άλλο όμοιο: «Σήμερον ο Άδης στένων βοά· κατελήθη μου η εξουσία. Εδεξάμην θνητόν ώσπερ ένα των θανόντων», (όπως όλους τους άλλους) «Τούτον δε κατέχειν, όλως ουκ ισχύω. (Αυτόν καθόλου δεν έχω δύναμη να τον κρατήσω). «Απολώ μετά τούτου ων εβασίλευον» (και μαζί με αυτόν θα χάσω όλους εκείνους στους οποίους ευασίλευα) «Εγώ είχον τους νεκρούς απ' αιώνως, αλλά ούτος ιδού πάντας εγείρει». (Εγώ είχα όλους τους νεκρούς μέχρι τώρα, αλλά αυτός να, όλους τους ανασταίνει). Πάλι λοιπόν και εδώ, είναι φανερή η πρώτη ανάσταση των νεκρών. Ας ακούσουμε και την αρχή ενός τρίτου: «Σήμερον ο Άδης στένων βοά· Κατεπόθη μου το κράτος, ο ποιμήν εσταυρώθη, και τον Αδάμ ανέστησεν». (Λέγοντας «Αδάμ» εννοεί όλους τους εκ του Αδάμ). «Ώνπερ ων εβασίλευον, εστέρημαι. Και ους κατέπιον ισχύσας, πάντας εξήμεσα». (Και όσους κατάπια, όλους τους απέβαλα). Έστω και με αυτά τα μικρά δείγματα, παρατηρούμε πώς η Εκκλησία μας παρουσιάζει την πρώτη ανάσταση των νεκρών ψυχών. Όποιος λοιπόν είναι προσκολλημένος σ’ αυτήν, διδάσκεται και στερεώνεται στην πίστη και στην αλήθεια, και δεν γίνεται τροφή των προβατόμορφων λύκων των αιρέσεων. Αντίθετα, απολαμβάνει τη μακαριότητα της εν Χριστώ ζωής και δεν χάνει τον αρραβώνα του Πνεύματος, που έλαβε για αυτήν την νέα ζωή. Είναι φανερό πως όποιος λάβει μέρος σε αυτήν την πρώτη ανάσταση, η ψυχή του είναι ζωντανή και δεν απειλείται πλέον από τον δεύτερο θάνατο: «Μεταβέβηκεν εκ τού θανάτου εις την ζωήν», και «εις κρίσιν ουκ έρχεται» (Ιω. 5,24), όπως ακούσαμε. Αυτό μας το λέγει ρητά και ο Απόστολος Ιωάννης στην Αποκάλυψη, μιλώντας για τους Αγίους, που είτε έχουν πεθάνει βιολογικά και ανήκουν στη θριαμβεύουσα Εκκλησία, είτε βρίσκονται ακόμη εν σαρκί, στο στάδιο των αγώνων για την πίστη, και ανήκουν στη στρατευομένη Εκκλησία. Όλων όμως οι ψυχές ζουν, γιατί είναι σε ένωση με τον Χριστό, που είναι η ζωή και η ανάσταση. Για αυτούς λοιπόν τους πνευματικά αναστημένους λέγει: «Αύτη η ανάστασις η πρώτη· μακάριος και άγιος ο έχων μέρος εν τη αναστάσει τη πρώτη· επί τούτων ο δεύτερος θάνατος (δηλαδή η Γέενα του πυρός, όπως εξηγεί πιο κάτω), ουκ έχει εξουσίαν» (Αποκ. 20,5-6). Δυστυχώς όμως, δεν έχουμε άλλο χρόνο στη διάθεσή μας για να αναπτύξουμε περισσότερο αυτούς τους υπέροχους λόγους της σωτηρίας μας, πολλώ δε μάλλον για να εκθέσουμε με λεπτομέρεια τις χονδροειδείς κακοδοξίες των διαφόρων αιρετικών. Προς το παρόν, επιλέξαμε να εκθέσουμε τους υγιείς και ελπιδοφόρους λόγους της πίστης μας και επιφυλασσόμαστε για περαιτέρω ανάπτυξη του θέματος σε μελλοντική εκπομπή. Σας ευχαριστούμε που μας παρακολουθήσατε. Ευχαριστούμε και τον Συμεών Ζβανά, που είχε την επιμέλεια του ήχου. Χαίρετε, και ο Θεός μαζί μας. Απομαγνητοφώνηση Ν. Μ. με χρήση Τ. Ν. |
Δημιουργία αρχείου: 29-4-2025.
Τελευταία μορφοποίηση: 29-4-2025.