Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Έρευνα για το κτιστό και το Άκτιστο

 
 
 
Προηγούμενο // Περιεχόμενα // Επόμενο

 

Προφητεύεται στην Αγία Γραφή ο Μωάμεθ;

Τού Θεόδωρου Ι. Ρηγινιώτη

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2ο.

Ο Αναπεσών (ο Σιλό)


Με μπλε θα είναι τα λόγια του Μουσουλμάνου και με μαύρο τού Σχολιαστή


 

Ο Σιλώ

Θα σχολιάσουμε πρώτα την αναφορά του συγγραφέα στον Ιησού Χριστό (όταν φτάσουμε εκεί) και στη συνέχεια την προφητεία του αγίου και δικαίου πατριάρχη Ιακώβ.

Ο προφήτης Γιακούμπ (αλέϊχι σαλάμ) είναι στο κρεβάτι του άρρωστος και ο θάνατος τον πλησιάζει. Έχει συγκεντρώσει τους δώδεκα γιους του στο δωμάτιο του και τις οικογένειες τους και εύχεται στον καθένα ξεχωριστά και προφητεύει ορισμένα πράγματα. Είναι αυτό γνωστό ως «Η διαθήκη του Ιακώβ». Υπάρχουν κάποιες μοναδικές εκφράσεις και λόγια στα εδάφια αυτά που δεν υπάρχουν σε άλλα σημεία της Βίβλου, ενώ στη διαθήκη αυτή αναφέρονται κάποια στοιχεία της ζωής ενός ανθρώπου που είχε περάσει στη ζωή του κάποια θετικά και κάποια αρνητικά. Ο ίδιος ο Γιακούμπ (αλέϊχι σαλάμ) αναφέρεται πώς πήρε αυτός τα δικαιώματα που ανήκαν στον αδερφό του Ισαύ, πως παντρεύτηκε τη Σάρα και τη Λία, πως από «Γιακούμπ» ονομάστηκε «Ισραήλ» κ.α.

Επίσης αναφέρονται και άλλα ζητήματα στα εδάφια αυτά σχετικά με τον Γιακούμπ (αλέϊχι σαλάμ) όπως ότι έδωσε τα δικαιώματα του εγγονού του Μανασσή στον νεότερο εγγονό του Εφραίμ. Αφαιρεί από τον πρωτότοκο γιο του τα δικαιώματα του και τα δίνει στον τέταρτο γιο του τον Ιούδα, επειδή ο πρώτος του γιος είχε διαπράξει πορνεία με την Μπιλχά, την υπηρέτρια του πατέρα του.

Εδώ όμως θα ήθελα να αναφερθώ στην προφητεία του Γιακούμπ (αλέϊχι σαλάμ) για τον προφήτη  Μουχάμμεντ (σαλλαλλάχου αλέϊχι ουά σαλάμ) στο «Γένεση, 49:10”:

“Το σκήπτρο δεν θα αφαιρεθεί απ’ τον Ιούδα ούτε και η εξουσία ανάμεσα απ’ τα πόδια του μέχρι να έρθει ο Σιλό. Σ’ αυτόν όλοι οι λαοί θα υπακούσουν” (Γένεση, 49:10).

Υπάρχουν λοιπόν δύο λέξεις μοναδικές στο κείμενο αυτό. Η μία είναι «Σιλό» και ή άλλη «γικχάθ». Το «Σιλό» αποτελείται (στα εβραϊκά) από τα τέσσερα γράμματα «σιν», «γιοντ», «λάμεντ» και «χι». Υπήρχε στην περιοχή της φυλής Εφραίμ μία πόλη με το όνομα «Σιλό», χωρίς όμως το γράμμα (στα εβραϊκά) «γιοντ» σ’ αυτή. Η προφητεία αυτή λοιπόν του προφήτη Γιακούμπ (αλέϊχι σαλάμ) δεν έχει σχέση με την πόλη αυτή, όπου βρισκόταν η λεγόμενη «Κιβωτός της Διαθήκης» γιατί μέχρι τότε κανένα «σκήπτρο» και κανένας εξουσιαστής – άρχοντας δεν είχε εμφανιστεί στη φυλή του Ιούδα. Η λέξη λοιπόν «Σιλό» στην προφητεία του Γιακούμπ (αλέϊχι σαλάμ) αναφέρεται σε κάποιο πρόσωπο και όχι στην πόλη Σιλό.

Στις περισσότερες μεταφράσεις της Π.Διαθήκης η λέξη «Σιλό» δεν μεταφράζεται, εκτός από τη Συριακή  «Πσίττα» (στα αραβικά «αλ-Μπεσσίτα») όπου η λέξη μεταφράζεται ως: «Αυτός που του ανήκει». Φαίνεται ότι ο μεταφραστής νόμισε ότι η λέξη «Σιλό» προέρχεται από τις λέξεις «ασερ» (αυτός ο οποίος) και «λοχ» (του ανήκει). Τι του ανήκει; Προφανώς εδώ πέρα με το του ανήκει, εννοείται το σκήπτρο, η εξουσία, η υπακοή (είτε μεταφορικά είτε κυριολεκτικά). Έτσι λοιπόν το εδάφιο  στη Συριακή αυτή μετάφραση θα μπορούσε να διαβαστεί ως εξής: “Ο αυτοκρατορικός και προφητικός χαρακτήρας δεν θα αφαιρεθεί από τον Ιούδα μέχρι να έρθει αυτός στον οποίο του ανήκει αυτό” αλλά προφανώς η λέξη αυτή «Σιλό» προέρχεται από το ρήμα «σάλαχ» που σημαίνει «αποστέλνω» κ.τ.λ.

Είναι πιο πιθανό ότι κάποιος παλιός γραφέας ή αντιγραφέας αλλοίωσε καταλάθως την αριστερή πλευρά του (στα εβραϊκά) γράμματος «χετ» και τότε μεταφράστηκε σαν να ήταν το γράμμα «χι», επειδή τα δύο γράμματα (στο εβραϊκό αλφάβητο) είναι σχεδόν ίδια. Εάν αυτό έχει συμβεί (είτε επίτηδες είτε καταλάθως), τότε το «Σιλό» προέρχεται από το ρήμα «σάλαχ» η παθητική μετοχή του οποίου είναι: «σαλούχ» (απεσταλμένος).

Αλλά αν είχε συμβεί αυτή η αλλαγή του γράμματος «χετ» με το «χι» με το γράμμα «γιοντ» να υπάρχει στη λέξη «Σιλό», τότε για να γραφτεί η λέξη «σαλούχ» θα ήταν απαραίτητο το γράμμα «βάου». Η μόνη λοιπόν αλλαγή που (καταλάθως ή επίτηδες) έχει γίνει, είναι μόνο η αλλαγή του τελευταίου γράμματος «χετ» με το «χι», όπου στην περίπτωση αυτή βγαίνει όχι η λέξη «σαλούχ» αλλά το «σαλουάχ» που σημαίνει «απεσταλμένος του Θεού», τίτλος ο οποίος χρησιμοποιήθηκε μόνο για τον προφήτη Μουχάμμεντ (σαλλαλλάχου αλέϊχι ουά σαλάμ) στα αραβικά: «ρασούλαλλάχ».

Οι Χριστιανοί θα ισχυριστούν ότι η προφητεία αυτή αναφέρεται στον Ιησού Χριστό (αλέϊχι σαλάμ) αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια. Θα ήθελα εδώ να δώσω μερικές εξηγήσεις. Με τις αλληγορικές εκφράσεις «το σκήπτρο» και «εξουσία» εννοούνται η πολιτική εξουσία και η προφητεία. Δεν χρειάζεται να εξηγήσουμε λεπτομερώς την ετυμολογία της λέξης «γικχάθ» που σημαίνει «εξουσία, υπακοή» κ.τ.λ.

Αν αποδεχτούμε ως σωστή μετάφραση της λέξης «Σιλό» αυτή που δίνεται από τη Συριακή μετάφραση της Βίβλου, τότε το εδάφιο διαβάζεται ως «αυτός που του ανήκει το σκήπτρο (η προφητεία) και η εξουσία». Ποιος τότε θα μπορούσε να είναι ο Σιλό; Σίγουρα όχι ο προφήτης Μούσα (αλέϊχι σαλάμ) όπως κάποιοι λένε, επειδή ήταν ο πρώτος οργανωτής των 12 φυλών του Ισραήλ και πριν απ’ αυτόν κανένας προφήτης ή βασιλιάς δεν είχε εμφανιστεί στη φυλή του Ιούδα. Σίγουρα όχι ο προφήτης Νταβούντ (Δαβίδ (αλέϊχι σαλάμ)) όπως κάποιοι λένε, γιατί ήταν ο πρώτος βασιλιάς και προφήτης καταγόμενος από τη φυλή του Ιούδα και σίγουρα όχι ο Χριστός (αλέϊχι σαλάμ) γιατί από μόνος του (ο Χριστός) απέρριψε την ιδέα ότι ο Μεσσίας που περίμεναν οι Εβραίοι, ήταν «γιος» του Νταβούντ (αλέϊχι σαλάμ). Δεν άφησε (ο Χριστός) κανέναν γραπτό Νόμο και ποτέ δεν είχε την πρόθεση να αναλάβει οποιαδήποτε μορφή εξουσίας. Ίσα ίσα είχε πει στους Εβραίους ότι έπρεπε να είναι υπάκουοι στον Καίσαρα και να του πληρώνουν τους φόρους, ενώ το Ευαγγέλιο του μεταδόθηκε προφορικά και δεν γράφτηκε από τον ίδιο όσο ζούσε.

 

Οι απλοϊκές αυτές ερμηνείες των λόγων του Χριστού χρειάζονται οπωσδήποτε κάποιο σχολιασμό.

1) Ο Ιησούς φυσικά δεν «απέρριψε την ιδέα ότι ο Μεσσίας ήταν “γιος” του Δαβίδ». Προφανώς ο συγγραφέας αναφέρεται στο Ματθ. 22, 41-46, όπου ο Ιησούς επικαλείται τον ψαλμικό στίχο «Είπεν ο Κύριος τω Κυρίω μου, κάθου εκ δεξιών μου έως αν θω τους εχθρούς σου υποπόδιον των ποδών σου» (Ψλμ. 109, 1) και στη συνέχεια ρωτά τους φαρισαίους: «Αν ο Δαβίδ τον αποκαλεί Κύριο, πώς είναι γιος του;».

Πουθενά δεν λέει ο Ιησούς ότι ο Μεσσίας δεν είναι γιος του Δαβίδ, απλώς θέτει αυτό το θεολογικό ερώτημα στους υποκριτές και στενοκέφαλους φαρισαίους, που διεκδικούσαν αυθεντία στην κατανόηση των Γραφών. Η απάντηση, κατά τους χριστιανούς, είναι ότι ο Δαβίδ αποκαλεί το Μεσσία «Κύριο» («Κύριό του»), ενώ συγχρόνως είναι και γιος του, επειδή ο Μεσσίας είναι Θεάνθρωπος – είναι λοιπόν και Κύριος και γιος του Δαβίδ.

Ο Ιησούς πάντα ανταποκρινόταν στις παρακλήσεις των ανθρώπων που Τον ονόμαζαν «υιό Δαβίδ» (π.χ. Ματθ. 20, 31, και 21, 9) και η προσφώνηση αυτή από μέρους τους σήμαινε ότι Τον παραδέχονταν ως το Μεσσία.

Εξυπακούεται άλλωστε ότι, αν ο Ιησούς έλεγε ότι ο Μεσσίας δεν ήταν «γιος» (=απόγονος) του Δαβίδ, προφανώς θα έλεγε ψέματα (πράγμα άτοπο για τον Ιησού), αφού τόσο οι προφητείες (π.χ. Α΄ Παραλειπομένων 22, 10, Β΄ Βασιλειών 7, 12-16) όσο και η καταγωγή Του (σ’ αυτό υποθέτω ότι θα συμφωνήσουν και οι μουσουλμάνοι) βεβαιώνουν ότι ο Μεσσίας ήταν «γιος» του Δαβίδ.

2) Επίσης, ο Ιησούς πουθενά δεν λέει ότι οι Εβραίοι «πρέπει να είναι υπάκουοι στον καίσαρα και να του πληρώνουν τους φόρους». Στο Ματθ. 22, 15-22 (και παράλλ.), απ’ όπου προφανώς αντλείται η ιδέα αυτή, ο Ιησούς λέει: «Δώστε στον καίσαρα ό,τι ανήκει στον καίσαρα και στο Θεό ό,τι ανήκει στο Θεό». Έτσι καθιστά σαφές ποιο είναι το όριο της εξουσίας και της «περιουσίας» του (εκάστοτε) καίσαρα: η εξουσία και η περιουσία του σταματά εκεί όπου αρχίζει η εξουσία και η περιουσία του Θεού. Αυτό είναι το σημαντικό, ότι καμιά εξουσία δεν πρέπει να μας πείθει να παραβαίνουμε τις εντολές του Θεού ούτε να μας παίρνει την ψυχή μας, που είναι περιουσία του Θεού. Το (υποκριτικό) ερώτημα των φαρισαίων και των ηρωδιανών, αν έπρεπε οι υπόδουλοι Εβραίοι να πληρώνουν φόρους στον καίσαρα ή όχι, ο Ιησούς το αντιπαρήλθε – δεν το απάντησε.

Ο Ιησούς πλήρωσε το δικό Του φόρο προς τον καίσαρα, στέλνοντας τον Πέτρο να ψαρέψει με αγκίστρι και ενημερώνοντάς τον ότι θα βρει ένα νόμισμα μέσα στο πρώτο ψάρι που θα ανεβεί (Ματθ. 17, 22-27). Όμως διευκρίνισε ότι αυτό το έκανε για να μη σκανδαλίσει τους φοροεισπράκτορες, αν και θεωρούσε τον εαυτό Του «υιό του βασιλέως» και συνεπώς απαλλαγμένο δικαιωματικά από κάθε φορολογία (βλ. στο ίδιο).

3) Τέλος, ο Ιησούς είναι βασιλιάς. Αρνήθηκε να αναλάβει πολιτική εξουσία, όμως δεν αρνήθηκε ότι έχει ήδη «οποιασδήποτε μορφής εξουσία». Αντίθετα, μετά την ανάστασή Του ανακοίνωσε στους μαθητές και αποστόλους Του ότι (ως ανθρώπου) «Του δόθηκε κάθε εξουσία στον ουρανό και επί γης» (Ματθ. 28, 18), εξουσία που ήδη είχε ως Θεός και δείγματα της οποίας έδωσε πολλές φορές πριν τη σταυρική θυσία Του (π.χ. Ματθ. 9, 6, Ματθ. 12, 8, Λουκ. 8, 27-28, κ.π.ά.). Ενώπιον δε του Πιλάτου δεν αρνήθηκε ότι είναι βασιλιάς (όχι ότι «θα γίνει»), απλώς διευκρίνισε ότι η βασιλεία Του «δεν είναι εκ του κόσμου τούτου» (βλ. Ιω. 18, 33-37).

Παρακάτω θα πούμε περισσότερα για το βασιλικό αξίωμα του Μεσσία Ιησού.

4) Από όλο αυτό το κομμάτι μπορούμε να διατηρήσουμε ένα στοιχείο: ότι ο συγγραφέας αντιμετωπίζει τις καταγραφές των λόγων του Ιησού στα ευαγγέλια ως αληθινές και απλώς τις ερμηνεύει κατά τις πεποιθήσεις του. Αυτό μας είναι χρήσιμο σε όλη την έκταση του σχολιασμού μας, γιατί πολλές φορές είμαστε υποχρεωμένοι να αναφερόμαστε στον τρόπο που ερμήνευε τις προφητείες ο Ίδιος ο Ιησούς. Παρακαλώ λοιπόν να μη μας πει κανείς μουσουλμάνος ότι ο Ιησούς «δεν είπε» αυτά που γράφουν τα ευαγγέλια ότι είπε, αλλά αντίθετα «είπε» αυτά που αναφέρει ως λόγια Του το Κοράνι, τα οποία καμία σχέση δεν έχουν με αυτά που καταγράφουν οι ευαγγελιστές.

Ο προφήτης Μουχάμμεντ (σαλλαλλάχου αλέϊχι ουά σαλάμ) αντίθετα, ήρθε με στρατιωτική δύναμη και με το Κοράνι, για να αναπληρώσει και να τελειοποιήσει τον Μωσαϊκό Νόμο με τις θυσίες και τους ιερείς, φέρνοντας έναν καινούριο Νόμο, τη «Σαρία». Έφερε τη θρησκεία του Ισλάμ κάτω απ’ την οποία ενώθηκαν διάφοροι λαοί, κήρυξε τον αγνό μονοθεϊσμό, έδωσε ένα τέλος στην κυριαρχία των Εβραίων στο Χάϊμπαρ και σε κάποια άλλα μέρη στην αραβική χερσόνησο καταστρέφοντας όλα τους τα φρούρια και τα οχυρά κ.α.

Τι εννοεί ο συγγραφέας ότι ο Μωάμεθ ήρθε «για να αναπληρώσει» το μωσαϊκό Νόμο; Προφανώς είναι επηρεασμένος από τα λόγια του Ιησού στο Ματθ. 5, 17, όπου όμως ο Ιησούς λέει ο Αυτός και όχι κάποιος άλλος ήρθε για να «πληρώσει» (ολοκληρώσει και τελειοποιήσει) το μωσαϊκό Νόμο, όπως θα δούμε αναλυτικότερα παρακάτω, αναφερόμενοι στην προαναγγελία του «Προφήτη» από το Μωυσή.

Ο συγγραφέας θριαμβολογεί ότι ο Μωάμεθ «έδωσε ένα τέλος στην κυριαρχία των Εβραίων στο Χάϊμπαρ και σε κάποια άλλα μέρη στην αραβική χερσόνησο, καταστρέφοντας όλα τους τα φρούρια και τα οχυρά». Προφανώς ο συγγραφέας αναφέρεται σε περιπτώσεις όπως η κατανίκηση των εβραϊκών φυλών Banu Nadir και Banu Qurayza (Κοραϊδίτες), γεγονότα που καθόλου δεν τιμούν ένα πνευματικό αρχηγό, όπως υποτίθεται ότι θα όφειλε να είναι ο Μωάμεθ. Ούτως ή άλλως, η καταστροφή μερικών (ή αρκετών) φρουρίων και η εκδίωξη των Εβραίων από κάποιους τόπους που τους απέμεναν απέχει πολύ από το να αντιστοιχεί στη φράση της προφητείας του Ιακώβ ότι ο αναμενόμενος βασιλιάς θα πάρει το σκήπτρο του Ιούδα, δηλαδή το ίδιο το ιερό και ένδοξο σκήπτρο του αγίου και προφήτη βασιλιά Δαβίδ. Η ερμηνεία αυτή της προφητείας είναι πολύ επιφανειακή και κατώτερη των περιστάσεων.

Παρακάτω θα δούμε ειδικότερα γιατί ο Μωάμεθ δεν έχει καμία σχέση με τη συγκεκριμένη προφητεία, όπως και με καμία από τις προφητείες της Αγίας Γραφής.

Η δεύτερη ερμηνεία του «Σιλό», είναι πολύ σημαντική και αναφέρεται και πάλι στον προφήτη Μουχάμμεντ (σαλλαλλάχου αλέϊχι σαλάμ). Όπως δείχτηκε παραπάνω, με την ερμηνεία αυτή, η λέξη σημαίνει «ειρηνιστής, αξιόπιστος» κ.τ.λ. Η αραμαϊκή μορφή της λέξης είναι το «σίλια», από την ίδια ρίζα «σάλα» ή «σλα». Είναι γνωστό στην ισλαμική ιστορία ότι πριν ο Μουχάμμεντ αλ-Μουσταφά γίνει προφήτης, ήταν ένα πρόσωπο ήσυχο, αξιόπιστο και δίκαιο και γι’ αυτό οι συντοπίτες του, του είχαν δώσει την επωνυμία «αλ-Αμίν» (ο αξιόπιστος), χωρίς να γνωρίζουν τη δεύτερη σημασία της λέξης «Σιλό». Έτσι ο ΑΛΛΑΧ χρησιμοποίησε την άγνοια των ειδωλολατρών Αράβων για να πείσει τους αποστάτες και αχάριστους Εβραίους. Η λέξη «αλ-Αμίν» προέρχεται από το ρήμα «αμάνα» (να είσαι ασφαλής, να σε εμπιστεύονται κ.τ.λ.) και έτσι ταιριάζει απόλυτα με τη δεύτερη ερμηνεία (αξιόπιστος, ειρηνιστής) της λέξης «Σιλό».

Ο προφήτης Μουχάμμεντ (σαλλαλλάχου αλέϊχι ουά σαλάμ) κλήθηκε από τον ΑΛΛΑΧ Σουμπχάνα ουά Ταάλα να κηρύξει το Ισλάμ και να πολεμήσει την ειδωλολατρία  την οποία αντιμετώπισε με επιτυχία, ενώ ήταν ο πιο αξιόπιστος και ειλικρινής άντρας στη Μέκκα. Δεν ήταν ούτε μόνο ένας πολεμιστής, ούτε απλά ένας νομοθέτης αλλά ήταν που μετά που του δόθηκε η προφητεία, που έγινε ο πιο γενναίος. Πολέμησε με το Κοράνι στο ένα χέρι και το ξίφος στο άλλο εναντίον των ειδωλολατρών – παγανιστών της αραβικής χερσονήσου, όχι για προσωπική του δόξα αλλά για χάρη του ΑΛΛΑΧ. Πήρε το «σκήπτρο» (προφητεία) και τον Νόμο από τους Εβραίους, ενίσχυσε το πρώτο (προφητεία) και τελειοποίησε το δεύτερο (τον Νόμο).

Αν δούμε και την τρίτη ερμηνεία του «Σιλό», είπα ότι θα μπορούσε να είναι παράφραση του «σαλούαχ» (σημαίνει «απεσταλμένος του Θεού») και στην περίπτωση αυτή, ταιριάζει και πάλι στον προφήτη Μουχάμμεντ (σαλλαλλάχου αλέϊχι ουά σαλάμ) και στην επωνυμία του «ρασούλουλλάχ» (απεσταλμένος του Θεού) γιατί το εβραϊκό «σαλούαχ Ελοχίμ» είναι το αραβικό «ρασούλαλλάχ», που λέγεται από όλους τους μουσουλμάνους καθημερινά σε όλον τον κόσμο. Και άλλοι προφήτες αποκαλούνται στο Κοράνι «ρασούλ» (απεσταλμένος) αλλά στη Βίβλο κανένας προφήτης δεν αναφέρεται με τη λέξη «σαλούαχ».

Επίσης εδώ να αναφέρω ότι η φυλή του Ιούδα έχει πλέον εξαφανιστεί και ότι όπως είναι ξεκάθαρο στην προφητεία του «Σιλό», η δόξα θα είχε παρθεί από τη φυλή του Ιούδα όταν θα ερχόταν ο Σιλό, ο οποίος θα ήταν ξένος προς τη φυλή του Ιούδα (και άρα δε μπορεί να είναι ο Χριστός, που κατάγεται από τη φυλή αυτή) και όπως δείξαμε και στις τρεις ερμηνείες της λέξης «Σιλό», είναι ο προφήτης Μουχάμμεντ (σαλλαλλάχου αλέϊχι ουά σαλάμ) και όχι ο Χριστός (αλέϊχι σαλάμ). Ο Μουχάμμεντ (σαλλαλλάχου αλέϊχι ουά σαλάμ) είναι η εκπλήρωση της προφητείας του Ιούδα (αλέϊχι σαλάμ) για τον οποίο λέγεται στο Ιερό Κοράνι:

“Μήπως ήσασταν παρόντες όταν ο θάνατος παρουσιάστηκε στον Ιακώβ; Και όταν είπε στα παιδιά του: «Ποιον θα λατρέψετε μετά από μένα (όταν πεθάνω)»; Του απάντησαν: «Θα λατρέψουμε τον Θεό σου και Θεό των πατέρων σου, του Αβραάμ, Ισμαήλ και Ισαάκ, τον Ένα Θεό και σ’ Αυτόν θα υποταχτούμε»”  (Κοράνι, 2:133).

 

Ο κληρονόμος της βασιλείας του Ιούδα

Πριν προχωρήσουμε στη διερεύνηση της συγκεκριμένης προφητείας, θα πρέπει να θέσουμε τα εξής εύλογα ερωτήματα:

1)     Αφού ο συγγραφέας υποβαθμίζει τόσο στη συνείδησή του την αξιοπιστία της Π.Δ., πώς ξέρει ότι η συγκεκριμένη προφητεία είναι αληθινή και προσπαθεί να την ερμηνεύσει;

2)     Πώς είναι δυνατόν ο Θεός να έδωσε προφητείες για το Μωάμεθ στους απογόνους του Ισαάκ και όχι στους απογόνους του Ισμαήλ, αν ο Ισμαήλ ήταν ο εκλεκτός της Διαθήκης, από τον οποίο θα καταγόταν ο «προαναγγελθείς προφήτης»;

3)     Για ποιο λόγο γενικώς να προαναγγελθεί με προφητείες ο ερχομός ενός προφήτη, έστω «του μεγαλύτερου»;

Νομίζω ότι απλώς οι μουσουλμάνοι αισθάνονται την ανάγκη να ανακαλύψουν προφητείες για το Μωάμεθ, για να αντιμετωπίσουν το ισχυρό επιχείρημα των χριστιανών σχετικά με την προφητική προαναγγελία του Χριστού. Ο Χριστός όμως, για μας, είναι Θεός και σωτήρας και ως εκ τούτου είναι λογικό να προαναγγέλλεται. Ο Μωάμεθ, κατά τους μουσουλμάνους, δεν είναι παρά ένας προφήτης και δε βλέπουμε το λόγο να προαναγγελθεί –όπως δεν προαναγγέλλεται ο ερχομός του Μωυσή π.χ. ή του Δαβίδ. Ο Θεός στη Βίβλο προαναγγέλλει το δικό Του ερχομό και τη δική Του ενέργεια για τη σωτηρία της ανθρωπότητας, όχι τον ερχομό ενός απεσταλμένου, που απλά θα λειτουργήσει ως μεταφορέας του θείου θελήματος.

 

Η προφητεία ολοκληρωμένη

Ως χριστιανός, την Παλαιά Διαθήκη τη διαβάζω από τη Μετάφραση των Εβδομήκοντα (Ο΄). Η Ο΄ μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα, διότι:

 

Η Ο΄ είναι η μόνη μορφή της Π.Δ. που χρησιμοποιεί η Εκκλησία, η οποία θεωρεί ότι είναι μια θεόπνευστη μετάφραση. Θεόπνευστη δεν σημαίνει «ανθρωπίνως αλάθητη» (δηλ. μπορεί να περιέχει λάθη σε μερικά φιλολογικά ζητήματα ή σε πληροφορίες επιστημονικού χαρακτήρα, γιατί οι θεόπνευστοι συγγραφείς δεν είναι μαγνητόφωνα), όχι όμως σε ζητήματα με θεολογική σημασία. Αυτή την έννοια της «κατά περιεχόμενο» θεοπνευστίας (και όχι «κατά γράμμα») οι μουσουλμάνοι αδυνατούν να την καταλάβουν, γιατί είναι μια δύσκολη έννοια. Ενώ η κατά γράμμα θεοπνευστία (την οποία αξιώνει για τον εαυτό του το Κοράνι) είναι απλή και λύνει «όλα τα προβλήματα». Όμως η «κατά περιεχόμενο» θεοπνευστία είναι αυτό που ταιριάζει στον αληθινό Θεό: αφήνει ελεύθερο το συγγραφέα, δεν εκτοπίζει το πνεύμα του για να το αντικαταστήσει με το θεϊκό Πνεύμα, απλά του διδάσκει την αλήθεια για το Θεό και τη σωτηρία, την οποία κατόπιν εκείνος καταγράφει με τη βοήθεια της ανθρώπινης συγγραφικής του ικανότητας. Ούτως ή άλλως η αλήθεια αυτή είναι «άρρητα ρήματα» (Β΄ προς Κορινθίους, 12, 4) και η ανθρώπινη αποτύπωσή της είναι πάντα «κατά προσέγγισιν» και περιέχει στοιχεία ανθρωπομορφισμού (δηλ. ό,τι κι αν πούμε, μιλάμε με ανθρώπινες εικόνες, παρόλο που Εκείνος δεν είναι άνθρωπος).

Θεόπνευστοι άγιοι μπορεί να είναι και αγράμματοι. Αυτοί δεν αποχτούν ξαφνικά την ικανότητα να γίνουν συγγραφείς, αλλά συνεχίζουν να μην ξέρουν γράμματα και διδάσκουν μόνο προφορικά, ενώ κάποιοι άλλοι διασώζουν τη διδασκαλία τους, καταγράφοντάς την (αυτό προφανώς δεν ισχύει στην περίπτωση του Ιησού, απλώς ο Ιησούς δεν έγραψε διότι, αν έγραφε, το γραπτό Του θα δέσμευε κατά γράμμα τον αναγνώστη – και η κατά γράμμα δέσμευση δεν ταιριάζει με την ανθρώπινη ελευθερία που σέβεται ο Θεός).

Ας αναφέρω εδώ ότι έχουμε μια παράδοση, σύμφωνα με την οποία ένας από τους 70 μεταφραστές αδυνατούσε να πιστέψει την προφητεία του Ησαΐα για την παρθένο που θα γεννήσει το Μεσσία. Τότε έλαβε αποκάλυψη από το Θεό ότι θα παραμείνει ζωντανός μέχρι να δει αυτή την προφητεία να εκπληρώνεται. Ο άνθρωπος αυτός είναι ο άγιος και δίκαιος Συμεών ο Θεοδόχος, ο οποίος παρευρέθηκε στην υπαπαντή του 40ήμερου βρέφους Ιησού, Τον πήρε στην αγκαλιά του και είπε κάποιες προφητείες γι’ Αυτόν (Λουκ. 2, 25-35). Η μνήμη του τιμάται στις 3 Φεβρουαρίου, μία ημέρα μετά την εορτή της Υπαπαντής.

Η ιστορία αυτή παρακαλώ να ληφθεί υπόψιν από τους μουσουλμάνους αδελφούς μου, που αξιώνουν να πιστέψω τις δικές τους ιστορίες για τη ζωή των αγίων προσώπων της δικής τους θρησκευτικής παράδοσης. Ευχαριστώ.

 

Και τώρα ας προχωρήσουμε στην προφητεία του αγίου και δικαίου πατριάρχη Ιακώβ.

Στην Ο΄ το πλήρες κείμενο της προφητείας (Γέν. 49, 8-10) έχει ως εξής:

 

8 Ιούδα, σε αινέσαισαν οι αδελφοί σου· αι χείρες σου επί νώτου των εχθρών σου· προσκυνήσουσί σοι οι υιοί του πατρός σου.

9 σκύμνος λέοντος Ιούδα· εκ βλαστού, υιέ μου, ανέβης· αναπεσών εκοιμήθης ως λέων και ως σκύμνος· τις εγερεί αυτόν;

10 ουκ εκλείψει άρχων εξ Ιούδα και ηγούμενος εκ των μηρών αυτού, έως εάν έλθη τα αποκείμενα αυτώ, και αυτός προσδοκία εθνών.

 

Νεοελληνική απόδοση:

8 Ιούδα, να σε εξυμνήσουν οι αδελφοί σου· τα χέρια σου επάνω στους εχθρούς σου· θα σε προσκυνήσουν σοι οι υιοί του πατέρα σου.

9 λιονταράκι του λέοντα Ιούδα· από βλαστού ανέβηκες, υιέ μου· έγειρες και κοιμήθηκες σα λιοντάρι και σα λιονταράκι· ποιος θα τον ξυπνήσει;

10 δε θα εξαφανιστεί άρχοντας από [τη γενιά] του Ιούδα και ηγούμενος από τους απογόνους του [«εκ των μηρών του» = από το σπέρμα του], μέχρι να έρθει εκείνος, για τον οποίο προορίζονται, και αυτός [είναι] προσδοκία εθνών.

 

Οι επόμενοι στίχοι του κειμένου περιγράφουν το βασιλιά, που θα είναι όμορφος και ενθουσιώδης.

Οι συγγραφέας μας παραλείπει εντελώς να αναφερθεί στους στ. 8 και 9. Μήπως οι εκδόσεις της Π.Δ. που διάβασε δεν τους αναφέρουν; Πάντως ξέρουμε ότι είναι γνήσιοι, όχι μόνο επειδή η Ο΄ είναι πιο παλιά από κάθε άλλη εκδοχή της Π.Δ. που σώζεται στις μέρες μας, αλλά και γιατί η φυλή του Ιούδα, βασισμένη στο στ. 9, είχε ζωγραφισμένο στην πολεμική σημαία της ένα λιοντάρι (βλ. Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν «Ηλίου», τ. Ι΄, σελ. 624, λ. «Ιούδας»).

 

Ο σκύμνος του λέοντος

Οι στ. 8 και 9 αναφέρονται στον αναμενόμενο βασιλιά του στ. 10, διότι οι προφητείες που περιέχουν δεν εκπληρώθηκαν στον ίδιο τον πατριάρχη Ιούδα. Ο Ιούδας δεν νίκησε κάποιους «εχθρούς του», ούτε και «τον προσκύνησαν οι αδελφοί του» όσο ζούσε. Εννοείται λοιπόν ο μελλοντικός κληρονόμος του – ο οποίος είναι δικός του απόγονος, του Ιούδα και κατ’ επέκτασιν του Ιακώβ, και ο οποίος «αναπεσών εκοιμήθη ως λέων και ως σκύμνος», δηλαδή θα κοιμηθεί, αλλά όπως κοιμάται το λιοντάρι, που ακόμη και στον ύπνο του είναι τρομερό, γιατί θα επιτεθεί σε όποιον κάνει το λάθος να το ξυπνήσει. Αυτός ο «λιονταρίσιος ύπνος» του απογόνου του Ιούδα ερμηνεύεται από εμάς τους χριστιανούς ως ο τριήμερος θάνατος του Ιησού, που έληξε με τη φοβερή ανάστασή Του.

Οι «εχθροί», τους οποίους ο σκύμνος θα κατανικήσει, είναι ο διάβολος και οι άνθρωποι όργανά του, όπως ο Ηρώδης, το Ιουδαϊκό Συμβούλιο που καταδίκασε τον Ιησού, οι Ρωμαίοι διώκτες των χριστιανών, καθώς και οι επόμενοι διώκτες τους (μεταξύ των οποίων και μουσουλμάνοι), ασφαλώς και οι διάφοροι αιρετικοί όλων των εποχών, πολλοί από τους οποίους διέθεταν και πολιτική και στρατιωτική δύναμη (π.χ. αρειανοί, μονοφυσίτες, εικονομάχοι) και έχυσαν το αίμα των χριστιανών. Όλους αυτούς ο Χριστός τους νίκησε με την ειρηνική παράδοσή Του στο θάνατο (που απέφερε την ανάσταση) και όχι με τη θεϊκή παντοδυναμία Του και τη βία.

«Αν η βασιλεία μου ήταν από αυτό τον κόσμο» είπε στον Πιλάτο, «οι υπηρέτες μου θα αγωνίζονταν να μην παραδοθώ στους Ιουδαίους» (Ιω. 18, 36). «Στη δική μας τη βασιλεία, όποιος θέλει να είναι πρώτος, να είναι υπηρέτης των άλλων» είπε στους μαθητές Του (βλ. Ματθ. 20, 25-28). Γι’ αυτό, παρά τη φαινομενική ήττα Του (πράγμα ακατανόητο για τους μουσουλμάνους, που, προσκολλημένοι στα ξεπερασμένα σχήματα της Π.Δ., συνδέουν την ευλογία του Θεού μόνο με τη νίκη στο πεδίο της μάχης), είπε στους μαθητές και αποστόλους Του: «στον κόσμο θα έχετε θλίψη, αλλά έχετε θάρρος, έχω νικήσει τον κόσμο» (Ιω. 16, 33).

Αν οι στίχοι Γέν. 49, 8-9, δεν αναφέρονται σ’ εκείνον, στον οποίο ανήκει η κληρονομιά της βασιλείας του Ιούδα, τότε είναι ξεκάρφωτοι μέσα στο κείμενο, οπότε οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι ο άγιος πατριάρχης παραληρούσε, επομένως δεν τίθεται θέμα προφητείας, ούτε ερμηνείας της. Αν όμως υπάρχει όντως προφητεία, που χρειάζεται ερμηνεία, τότε πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι ο αναμενόμενος είναι σκύμνος του λέοντος Ιούδα και βλαστός από το δέντρο του Ιακώβ. Είναι δηλαδή απόγονος του Ιούδα, που θα λάβει νόμιμα και δικαιωματικά τη βασιλεία, όχι κάποιος «ξένος» που θα την αφαιρέσει από τον Ιούδα και τους κληρονόμους του. Επομένως δε μπορεί να είναι ο Μωάμεθ –και αυτό είναι το τέλος της συζήτησης.

 

Παρόλα αυτά, ας διερευνήσουμε το περιεχόμενο της προφητείας μέχρι το τέλος.

Πληροφοριακά αναφέρω ότι, με αφορμή το στ. 9, η αγία Εκκλησία του Χριστού καθιέρωσε μια εικόνα, που ονομάζεται «Ο Αναπεσών». Εκεί εικονίζεται συμβολικά ο Ιησούς σε εφηβική ηλικία να κοιμάται γερμένος, ακουμπώντας το κεφάλι στο χέρι Του (μερικές φορές έχει ανοιχτά τα μάτια, για να δείξει ότι βρίσκεται σε επιφυλακή, δηλ. ότι ο ύπνος Του είναι «λιονταρίσιος»), ενώ μπροστά Του η Μητέρα Του Τον σκεπάζει στοργικά και πίσω Του ένας άγγελος (σα να είναι όνειρο) κρατάει τα σύμβολα του Πάθους: το σταυρό, τη λόγχη και το καλάμι με το σφουγγάρι, με το οποίο πάνω στο σταυρό Τον πότισαν ξύδι.

(Ας μη σκανδαλίζονται οι μουσουλμάνοι από την αναφορά σε εικόνα. Για τους χριστιανούς δεν ισχύουν οι απαγορεύσεις του μωσαϊκού Νόμου, γι’ αυτό χρησιμοποιούμε εικόνες στη λατρεία του αληθινού Θεού χωρίς να κινδυνεύουμε να εκπέσουμε στην ειδωλολατρία. Τις εικόνες αυτές άλλωστε δεν τις λατρεύουμε, αλλά τις τιμάμε, συμβολίζοντας έτσι την τιμή που αποδίδουμε στα εικονιζόμενα ιερά πρόσωπα. Το ότι ο Θεός εγκρίνει αυτή την πρακτική φαίνεται από το γεγονός ότι πάρα πολύ συχνά χρησιμοποιεί τις εικόνες αυτές ως μέσα για να επιτελέσει θαύματα).

 

Ο βασιλεύς των Ιουδαίων

Η προφητεία του αγίου και δικαίου πατριάρχη Ιακώβ αναφέρεται καθαρά στη βασιλική εξουσία του Ιούδα, δηλ. στη βασιλική εξουσία του λαού Ισραήλ, αυτήν που είχαν οι απόγονοι του Ιούδα άγιοι βασιλείς Δαβίδ και Σολομώντας. Η ερμηνεία «σκήπτρο = προφητεία» δεν βλέπω πώς προκύπτει και νομίζω ότι απλώς την επινόησε ο συγγραφέας (ή παλαιότεροι θεολόγοι του Ισλάμ) για να υπερβεί το πρώτο οφθαλμοφανές εμπόδιο, ότι ο Μωάμεθ δεν ήταν βασιλιάς, πολύ περισσότερο δεν έγινε ποτέ βασιλιάς των Ιουδαίων. Η προφητεία όμως μιλάει για ένα μελλοντικό βασιλιά των Ιουδαίων και ο βασιλιάς Αυτός (καθώς θα δούμε) είναι ο Χριστός.

Οι προφητείες της Π.Δ. απαρτίζουν ενότητα, η οποία ξεκινάει από την πρώτη παγκόσμια προφητεία, το Γέν. 3, 15. Ο αναμενόμενος βασιλιάς της προφητείας του Ιακώβ είναι ο ίδιος με τον αναμενόμενο βασιλιά των προφητειών: Α΄ Παραλειπομένων 22, 10 (προφητεία του Δαβίδ, που φαινομενικά αναφέρεται στο Σολομώντα, αλλά στην πραγματικότητα μιλάει για το Μεσσία, γιατί ο Θεός λέει γι’ αυτόν ότι η βασιλεία του θα διαρκέσει «έως αιώνος», δηλ. αιώνια), Β΄ Βασιλειών 7, 12-16 («…και η βασιλεία αυτού έως αιώνος ενώπιόν μου και ο θρόνος αυτού έσται ανωρθωμένος εις τον αιώνα», λόγος του Θεού διά του προφήτη Νάθαν προς το Δαβίδ), Ησαΐα 9, 6-7, Δανιήλ 2, 44, και 7, 14, Ψαλμ. 44, 7, και 88, 30-37, κ.ά.

Στο Μιχαία 4, 6-7, υπάρχει το εξής παράδοξο: ο Κύριος προαναγγέλλει καθαρά ότι ο βασιλεύς αυτός είναι «ο Κύριος» αυτοπροσώπως (έχουμε εδώ δύο «Κυρίους», όπως θα πούμε παρακάτω, στο κεφάλαιο περί του Υιού του ανθρώπου). Λίγο πριν, Μιχαία 5, 1, ο Θεός αναγγέλλει ότι η έλευση του «άρχοντα του Ισραήλ», που η εξουσία του θα είναι αιώνια, θα γίνει συγκεκριμένα από τη Βηθλεέμ! Σ’ αυτή την προφητεία βασίστηκε η έλευση των Μάγων στη Βηθλεέμ, όπου βρήκαν το βρέφος Ιησού (βλ. Ματθ. 2, 1-12). Στο κατά Ματθαίον η προφητεία δεν αναφέρεται ίδια κατά γράμμα, γιατί ίσως ο άγιος ευαγγελιστής την έγραψε από μνήμης. Αναφέρεται όμως ολόσωστη κατά το νόημα (οι ιεροί συγγραφείς, αν και θεόπνευστοι, δεν είναι μαγνητόφωνα, όπως θα πούμε επανειλημμένα σχολιάζοντας αυτό το βιβλίο).

Το ότι ο θρόνος αυτού του βασιλιά, του «υιού Δαβίδ» και απογόνου του Ιακώβ, «θα είναι ανορθωμένος εις τον αιώνα» επιβεβαιώνει και ότι ο «οίκος Ιακώβ» ποτέ δε θα χάσει τη βασιλική εξουσία από τον απόγονο ενός άλλου οίκου: μια ακόμη επιβεβαίωση ότι ο αναμενόμενος του Γεν. 49, 8-10 δεν είναι ο Μωάμεθ.

Σ’ αυτές τις προφητείες αναφέρθηκε και ο μέγας και άγιος αρχάγγελος Γαβριήλ, όταν είπε στη Μαριάμ για το γιο της ότι «ο Θεός θα του δώσει το θρόνο του πατέρα του, του Δαβίδ, και θα βασιλεύσει στον οίκο του Ιακώβ εις τους αιώνες και η βασιλεία του δε θα έχει τέλος» (βλ. Λουκ. 1, 26-38). Και ο άγιος άγγελος δεν λέει ψέματα.

Άλλη γνωστή προφητεία για το βασιλικό αξίωμα του Χριστού είναι του προφήτη Ζαχαρία, κεφ. 9, στίχ. 9 και εξής: «Χαίρε σφόδρα, θύγατερ Σιών, κήρυσσε, θύγατερ Ιερουσαλήμ. Ιδού ο βασιλεύς σου έρχεταί σοι, δίκαιος και σώζων αυτός, πραΰς και επιβεβηκώς επί υποζύγιον και πώλον νέον» («έχε μεγάλη χαρά, θυγατέρα Σιών, κραύγαζε, θυγατέρα Ιερουσαλήμ! Να, ο βασιλιάς σου σού έρχεται, δίκαιος και σώζων αυτοπροσώπως, πράος, καβαλικεύοντας νεαρό γαϊδουράκι»). Η προφητεία αυτή εκπληρώθηκε όταν ο Ιησούς μπήκε στην Ιερουσαλήμ καβάλα στο γαϊδουράκι, λίγες μέρες πριν τη σταύρωσή Του (βλ. Ματθ. 21, 5, και Ιω. 12, 25, με συγκεκριμένες αναφορές στην προφητεία). Ο συγγραφέας του βιβλίου μας επιχειρεί να συσχετίσει αυτή την προφητεία με το Μωάμεθ, όμως αυτό είναι αυθαίρετο, αφενός γιατί η προφητεία εκπληρώθηκε στη ζωή του Ιησού και αφετέρου διότι ο Μωάμεθ δεν είναι «ο βασιλεύς της Ιερουσαλήμ». Θα σχολιάσουμε εκτενέστερα το θέμα αυτό, αν χρειάζεται, όταν θα φτάσουμε.

Ο Ίδιος ο Ιησούς χαρακτήρισε τον εαυτό Του βασιλιά, σε λόγους Του όπως η περιγραφή της τελικής κρίσης, την οποία θα πραγματοποιήσει ο Ίδιος και θα αποδώσει στον καθένα την αμοιβή των έργων του (Ματθ. 25, 31-46), και «υιό του βασιλέως» (Ματθ. 22, 1-14), ενώ, κατά τη δίκη Του από τον Πιλάτο, παραδέχτηκε ότι είναι βασιλιάς, απλώς διευκρίνισε ότι η βασιλεία Του «δεν είναι εκ του κόσμου τούτου» (Ιω. 18, 33-37).

Η ιδέα ότι ο Μεσσίας θα είναι βασιλιάς του λαού Του ήταν πασίγνωστη στους πιστούς του αληθινού Θεού κατά την εποχή του Ιησού, σε άμεση αναφορά με τις παραπάνω προφητείες, γι’ αυτό τον Ιησού, όσοι Τον πίστευαν, Τον ονόμαζαν «υιό Δαβίδ» (π.χ. Ματθ. 20, 31, και 21, 9, αλλά και Ιω. 1, 50: «Κύριε, εσύ είσαι ο Υιός του Θεού, ο βασιλιάς του Ισραήλ»), ενώ οι κατήγοροί Του έπεισαν τον Πιλάτο να Τον καταδικάσει προβάλλοντας ακριβώς αυτό το επιχείρημα, ότι «αυτοχαρακτηρίζεται βασιλιάς», επομένως εγείρει αξιώσεις ανεξαρτησίας από τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία (Ιω. 19, 12). Γι’ αυτό ο Πιλάτος τοποθέτησε στην κορυφή του σταυρού την πασίγνωστη επιγραφή «Ιησούς Ναζωραίος, Βασιλεύς των Ιουδαίων» (Ματθ. 27, 37, Μάρκ. 15, 26, Λουκ. 23, 38, Ιω. 19, 19). Γι’ αυτό και δε νομίζω να υπήρξαν ποτέ Εβραίοι, που να συσχέτισαν την προφητεία αυτή με το Μωυσή ή ακόμη και με το Δαβίδ, όπως υπαινίσσεται κάποια στιγμή ο συγγραφέας.

Αλλά και «μάγοι από την ανατολή» (μάλλον ιερείς της περσικής μονοθεϊστικής θρησκείας του Ζωροαστρισμού), που ο Θεός τούς ειδοποίησε για τη γέννηση του Ιησού στέλνοντάς τους το υπέρλαμπρο άστρο κι εκείνοι ήρθαν στη Βηθλεέμ και Τον προσκύνησαν, φτάνοντας ρωτούσαν «πού είναι ο γεννηθείς βασιλιάς των Ιουδαίων», πράγμα που αμέσως κατάλαβαν οι Εβραίοι (οι πιστοί του αληθινού Θεού) ότι αναφέρεται στο Χριστό (βλ. Ματθ. 2, 1-6).

Τέλος, να επισημάνουμε ότι στην Αποκάλυψη (το τελευταίο βιβλίο της Καινής Διαθήκης, στο οποίο καταγράφονται τα οράματα του αγίου αποστόλου και προφήτη Ιωάννη, μαθητή του Χριστού), ο Ιησούς χαρακτηρίζεται «βασιλεύς των βασιλέων και Κύριος των κυρίων» (Αποκάλυψη, 17, 14 και 19, 16), τίτλο που η Παλαιά Διαθήκη αποδίδει μόνο στο Θεό (π.χ. Δευτερονόμιο, 10, 14, Ψαλμ. 135, 3, Β΄ Μακαβαίων 13, 4, Γ΄ Μακαβαίων 5, 35). Και η Αποκάλυψη είναι μια άμεση προφητική όραση, δηλαδή έχει για μας την ίδια αξία, που οι μουσουλμάνοι αποδίδουν στο Κοράνι (μπορούμε δε να βρούμε μέσα σ’ αυτήν πολλές προφητείες που εκπληρώθηκαν).

 

Η «προσδοκία των εθνών»

Στη μορφή της προφητείας που σχολιάζει ο συγγραφέας, ο στ. 10 λέει για τον αναμενόμενο βασιλιά ότι «σ’ αυτόν όλοι οι λαοί θα υπακούσουν». Ακόμη κι έτσι, η προφητεία αποκλείεται να αναφέρεται στο Μωάμεθ, γιατί ο Μωάμεθ πέθανε χωρίς να τον υπακούσουν «όλοι οι λαοί». Για να το δεχτούμε αυτό, θα πρέπει να βρούμε μια αλληγορική, πνευματική ερμηνεία της φράσης, κατά την οποία π.χ. εννοεί ότι κάποτε «όλοι οι λαοί» θα υπακούσουν στη διδασκαλία του Ισλάμ. Η προφητεία όμως υποτίθεται ότι αναφέρεται προσωπικά στον άνθρωπο που θα λάβει την εξουσία του Ιακώβ, επομένως μια αλληγορική ερμηνεία δε φαίνεται βάσιμη (όπως δεν θεωρώ βάσιμη και την ιδέα ότι «όλοι οι λαοί» σημαίνει μόνο τους λαούς της ανατολής, που αναφέρονται στη Βίβλο – η φράση επαναλαμβάνεται από τον άγιο Συμεών το Θεοδόχο στο Λουκ. 2, 31-32, και τότε στον ορίζοντα της Βίβλου υπάρχουν ασυγκρίτως περισσότεροι λαοί απ’ ό,τι την εποχή του Ιακώβ). Εξάλλου, κατά τη γνώμη μου, σύμφωνα με το πνεύμα του Ισλάμ, η υπακοή στο Κοράνι δεν θα πρέπει να θεωρηθεί υπακοή στο Μωάμεθ, αλλά στο Θεό. Δε δίνει εντολές ο Μωάμεθ, ούτε ο Μωυσής, ούτε κανείς προφήτης (αν θεωρήσουμε, κατά σύμβασιν, το Μωάμεθ προφήτη), αλλά ο Θεός – σ’ Αυτόν πρέπει να υπακούνε οι άνθρωποι.

Αντίθετα, ο Χριστός και δίνει εντολές ο Ίδιος, αλλά και είναι Εκείνος στον Οποίο «όλοι οι λαοί θα υπακούσουν». Ο Ιησούς στα κεφάλαια 5 (ιδίως), 6 και 7 του κατά Ματθαίον συγκρίνει φανερά τις εντολές που έδωσε ο Θεός στην Π.Δ. με το δικό Του κήρυγμα: «ακούσατε ότι ειπώθηκε στους αρχαίους… εγώ όμως σας λέω». Το νέο νόημα του Νόμου είναι αυτό που προσδιορίζεται με το «Εγώ σας λέω». Ο Ιησούς δεν αναφέρει σ’ αυτά τα σημεία ότι μεταφέρει εντολές του Θεού – «Αυτός» ερμηνεύει το Νόμο και τα λόγια Του προς τους ανθρώπους είναι ισόκυρα με τα λόγια του Θεού προς το Μωυσή. Ομοίως, στο Ιω. 13, 34, λέει καθαρά «σας δίνω μια νέα εντολή» (την εντολή της αγάπης), «αυτή είναι η δική μου εντολή» (Ιω. 15, 12). Κανείς προφήτης δε θα τολμούσε ποτέ να εκστομίσει μια τέτοια φράση. Μόνο ο Θεός δίνει εντολές.

Τα σημεία αυτά οι μουσουλμάνοι είναι υποχρεωμένοι να τα χαρακτηρίσουν ψεύδη, αλλιώς ο Ιησούς δε μπορεί να είναι απεσταλμένος του αληθινού Θεού, αλλά ένας βλάσφημος. Αλλά οι χριστιανοί γνώριζαν τη διδασκαλία του Ιησού πριν ακόμη γραφτούν τα ευαγγέλια (τα οποία, με πρώτο το κατά Μάρκον, άρχισαν να γράφονται περίπου 20 χρόνια μετά την ανάστασή Του και περιέχουν το κήρυγμα που άρχισε προφορικά να διαδίδεται γι’ Αυτόν αμέσως μετά την ανάσταση και απευθύνθηκε αρχικά σε αυτόπτες και αυτήκοους μάρτυρες της διδασκαλίας Του). Επομένως τα ευαγγέλια δε γράφουν ψέματα (θα αναφερθούμε αναλυτικότερα σ’ αυτό αλλού). Αν λοιπόν ο Ιησούς δεν ήταν βλάσφημος, αλλά αληθινός απεσταλμένος του Θεού, θα πρέπει να προβληματιστούν οι μουσουλμάνοι για την αληθινή ταυτότητα και αποστολή Του.

Εδώ λοιπόν ο Ιησούς δίνει εντολές και, καθώς ο χριστιανισμός εξαπλώθηκε, εκείνοι από όλους τους λαούς που δέχτηκαν το βάπτισμα και εφάρμοσαν τη διδασκαλία Του πράγματι Τον υπάκουσαν. Αυτή είναι μια πρώτη εκπλήρωση της προφητείας, αν φυσικά εκλάβουμε ως σωστή εκδοχή της τη φράση που αναφέρει ο συγγραφέας.

Τελικά όμως, «όλοι οι λαοί» θα υπακούσουν στον Ιησού, όταν θα έρθει «εν δόξη», μαζί με όλους τους αγίους αγγέλους Του, θα καθίσει «επί θρόνου δόξης Αυτού» και θα συγκεντρωθούν ενώπιόν Του «πάντα τα έθνη» για την τελική κρίση, κατά την οποία θα καθοριστεί η θέση του κάθε ανθρώπου στην αιωνιότητα. Η προφητεία αυτή του Ίδιου του Ιησού (Ματθ. 25, 31-46) αναφέρεται στο γεγονός που ονομάζουμε «δευτέρα παρουσία» και θα είναι η τελική πράξη στο σχέδιο του Θεού, η «ημέρα του Κυρίου η μεγάλη και επιφανής» (κατά την Π.Δ.) και η «εσχάτη ημέρα» του παρόντος κόσμου, μετά την οποία θα αρχίσει η «ανέσπερος ημέρα» της αιωνιότητας.

Κατά την αιώνια αυτή ημέρα «εν τω ονόματι Ιησού παν γόνυ κάμψη [=κάθε γόνατο θα λυγίσει] επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων, και πάσα γλώσσα εξομολογήσηται ότι Κύριος Ιησούς Χριστός εις δόξαν Θεού Πατρός» (Παύλος, επιστολή προς Φιλιππησίους, 2, 10-11). Οι μουσουλμάνοι είναι φυσικό να μη συμπαθούν τον άγιο απόστολο Παύλο, που γράφει τα λόγια αυτά, και να προσπαθούν να ακυρώσουν τη θεοπνευστία του με διάφορους τρόπους, διότι η διδασκαλία του Παύλου για το Χριστό, αν γίνει αποδεκτή, δεν αφήνει περιθώρια σε κανένα πιστό του αληθινού Θεού να μην είναι χριστιανός.

Ωστόσο, η Ο΄ αναφέρει ότι ο αναμενόμενος δεν είναι απλά κάποιος, στον οποίο «όλοι οι λαοί θα υπακούσουν», αλλά κάτι πολύ σημαντικότερο: «η προσδοκία των εθνών»!

Υπάρχει λοιπόν μια πανάρχαια «προσδοκία των εθνών». Τα έθνη κάτι περιμένουν, κάτι που έχει μεταφερθεί σ’ αυτά ως ανάμνηση από γενιά σε γενιά. Τι είναι; Είναι μια παγκόσμια προφητεία, που δόθηκε στους γενάρχες όλης της ανθρωπότητας και όχι στους προφήτες ενός μόνο συγκεκριμένου λαού. Η προφητεία αυτή είναι το Γέν. 3, 15: θα έρθει Κάποιος, που θα χτυπήσει το κεφάλι του όφεως και ο όφις θα του τραυματίσει τη φτέρνα. Αυτόν περιμένουν οι λαοί – και γι’ Αυτόν, όχι για έναν απλό προφήτη, ναι, είναι λογικό να δίνει ο Θεός προφητείες.

Όλοι οι λαοί Τον περιμένουν. Στις παραδόσεις τους καταγράφεται η προσμονή τους με τη μορφή μύθων και θρύλων. Δεν περιμένουν έναν απλό πνευματικό διδάσκαλο, αλλά ένα σωτήρα, και μάλιστα έναν πάσχοντα σωτήρα (που θα βασανιστεί), διότι ο όφις «θα του τραυματίσει τη φτέρνα». Γι’ αυτό και οι αρχαίες παραδόσεις των λαών είναι γεμάτες από ιστορίες για πάσχοντες ήρωες, θεούς και σωτήρες.

Μια πανοραμική εικόνα αυτής της προσδοκίας αποτυπώνεται σε μελέτες όπως η κλασική μελέτη του καθηγητή του πανεπιστημίου Αθηνών Λεωνίδα Φιλιππίδη Η παγκόσμια προσδοκία θεανθρώπου λυτρωτού, που αποτελεί κεφάλαιο στην ευρύτερη μελέτη του Ιστορία της εποχής της Καινής Διαθήκης, εξ επόψεως παγκοσμίου και πανθρησκειακής, Αθήνα 1958, σελ. 764-886. Δημοσιεύεται και στο διαδίκτυο, στο http://www.ierosolymitissa.org/vivliothiki.htm. Για να γίνει αντιληπτό για τι είδους προσδοκία μιλάμε, ας μου επιτραπεί να δώσω δύο δείγματα από την αρχαία ελληνική παράδοση (Λ. Φιλιππίδη, ό.π., σελ. 15):

 

α. Στον Αισχύλο (Προμηθέας Δεσμώτης): ο Προμηθέας, επειδή επαναστάτησε κατά της επί των πάντων κυριαρχίας του Δία, ήτοι επειδή βαρύτατα αμάρτησε, οφείλει «να τιμωρηθεί», λόγω της ισχύουσας άτεγκτης τάξης, η οποία αξιώνει ανταπόδοση όσων έχουν διαπραχθεί (στίχ. 9-10)· οπότε καταδικάζεται στην τρομερή τιμωρία της προσπασσάλωσής του στον βράχο (12 εξ.). Από αυτή την τραγική του θέση εκφράζει προς στιγμή την ελπίδα, ότι θα συγχωρηθεί από τον Θεό, ο οποίος είναι δίκαιος μεν, αλλά και «μακρόθυμος» (στίχ. 187 ε.). Αλλά έπειτα προλέγει, ότι ο λυτρωτής του θα είναι το παιδί, το οποίο θα γεννηθεί από την παρθένα Ιώ και τον Θεό (στίχ. 772 ε., 834 ε., 848 ε.), θα είναι υιός Θεού και υιός Παρθένου, ήτοι θεάνθρωπος, που θα γεννηθεί υπερφυσικά. Ο παρθενογέννητος αυτός θεάνθρωπος θα καταλύσει το κράτος των παλαιών θεών και θα αφανίσει αυτούς και την δύναμή τους (908 ε., 920 ε.).

Και ο Ερμής προλέγει στον Προμηθέα, ότι δεν πρέπει να περιμένει το τέλος των βασάνων του πριν να φανεί κάποιος Θεός, ο οποίος θα τον διαδεχτεί στο μαρτύριο και ο οποίος εκούσια θα κατέβει στον σκοτεινό Άδη και στα ζοφερά βάθη του Ταρτάρου, γινόμενος έτσι εκούσιο εξιλαστήριο θύμα για τη λύτρωση του δεσμώτη, λόγω της αμαρτίας, ανθρώπου, (που είχε καταδικαστεί) με θεία δίκαιη εντολή:

«Τέρμα στον πόνο αυτή μη καρτερείς,

πριν κάποιος θεός τις συμφορές σου να σηκώσει

και στον ανήλιαγο Άδη αντί για σένα

στους άφεγγους κατέβει του Ταρτάρου βυθούς»

(στίχ. 1026 ε.)

Αρκεί η απλή αντιπαραβολή της μεγαλειώδους αυτής εικόνας και προρρήσεως προς το 53ο κεφάλαιο του Ησαΐα, για να μείνει έκπληκτος κάποιος από το θάμβος της θείας Πρόνοιας, που κυβερνά τα πάντα, η οποία με τόσο θαυμαστό τρόπο προεξαγγέλλει τα θαυμάσια της λύτρωσης του ανθρώπου από τον Θεάνθρωπο Λυτρωτή.

 

β. Η έντονη αυτή στους αρχαίους Έλληνες θεανθρώπινη προσδοκία προβάλλει στην εποχή του Σωκράτη ακόμη πιο ξεκάθαρη και διδάσκεται απ’ αυτόν με πληρέστερη και καταπλήσσουσα διατύπωση.

Κατά τον Σωκράτη, η προσεχής κάθοδος του Θεού στους ανθρώπους υπό μορφή ανθρώπου είναι τόσο αναγκαία, ώστε πρέπει να αναμένεται με ανεπιφύλακτη βεβαιότητα […] [Πλάτωνος, Απολογία Σωκράτους 18 (31Α)].

Αν και αυτός ο προσδοκώμενος θεόπεμπτος, ο οποίος θα εγκαινιάσει στον κόσμο περίοδο αφύπνισης και εγρήγορσης, θα είναι δικαιότατος και μέχρι τον θάνατό του αμετακίνητος στην δικαιοσύνη, όμως θα θεωρηθεί από τους ανθρώπους άδικος και θα υποστεί ταπεινώσεις, εξευτελισμούς και μαρτυρικό θάνατο με ανασκολοπισμό, ήτοι δια καρφώματος πάνω στον σκόλοπα, πάνω σε ψηλό ξύλο. Ιδού επί λέξει το επίσης καταπληκτικό χωρίο του Πλάτωνος, η ανάγνωση του οποίου  υπενθυμίζει τις περί δικαιοσύνης του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και του πάθους Του παραστατικές προφητείες του Ησαΐου, κεφ. 40 ε. (*).

«Ας τον απογυμνώσουμε λοιπόν από όλα τα άλλα, εκτός από τη δικαιοσύνη... έτσι χωρίς να έχει κάμει ποτέ την παραμικρότερη αδικία, ας τον θεωρούν για τον χειρότερο κακούργο, για να περάσει η αρετή του από τις μεγαλύτερες δοκιμασίες... και ας μη παραστρατήσει από τον δρόμο του, ώσπου να πεθάνει, έτσι που να περνά σ’ όλη του τη ζωή για άδικος, ενώ αυτός ήταν ο πιο δίκαιος άνθρωπος... Και έτσι συμπεριφερόμενος ο δίκαιος θα μαστιγωθεί, θα στρεβλωθεί, θα ριχτεί στις φυλακές, θα τυφλωθεί με πυρωμένο σίδερο, και τελευταία, αφού περάσει απ’ όλα τα βασανιστήρια, θα ανασκολοπιστεί» [Πλάτωνος, Πολιτεία Β’ IV-V, 361 (-362Α)].

 

(*) σ.σ.: ιδίως βλ. τέλος κεφ. 52 και όλο το 53.


Προηγούμενο // Περιεχόμενα // Επόμενο

Δημιουργία αρχείου: 12-1-2010.

Τελευταία μορφοποίηση: 24-9-2015.

Πάνω