Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Έρευνα για το κτιστό και το Άκτιστο

 
 
 
Προηγούμενο // Περιεχόμενα // Επόμενο

 

Προφητεύεται στην Αγία Γραφή ο Μωάμεθ;

Τού Θεόδωρου Ι. Ρηγινιώτη

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο.

Γ΄. Ο Προφήτης (Α΄)


Με μπλε θα είναι τα λόγια του Μουσουλμάνου και με μαύρο τού Σχολιαστή


Και εδώ, όπως και στα επόμενα κεφάλαια αυτής της εργασίας, θα προβούμε αρχικά σε μερικά διάσπαρτα σχόλια και στη συνέχεια θα σχολιάσουμε ολοκληρωμένα την ερμηνεία της συγκεκριμένης προφητείας.

 

Ο προφήτης σαν τον Μωυσή

Στην Παλαιά Διαθήκη - αυτή η προφητεία που απευθύνθηκε στον Μούσα (αλέϊχι σαλάμ) είπε ότι ο Θεός θα στείλει μεταξύ των "αδελφών" των Ισραηλινών έναν προφήτη όπως το Μωυσή που θα είναι ιδρυτής, ηγέτης, και ένα υπόδειγμα κοινότητας πιστών. Διαβάστε στο Δευτερονόμιο 18:18-20:

“Εγώ θα αναδείξω μέσα από τους αδερφούς τους έναν προφήτη γι’ αυτούς σαν εσένα. Θα βάλω τα λόγια Μου στο στόμα του και θα τους λέει όλα όσα Εγώ θα τον διατάζω”.

Οι Χριστιανοί σίγουρα θα πουν ότι αυτή η προφητεία αναφέρεται για τον Ίσα (Ιησού (αλέϊχι σαλάμ)). Όχι, αναφέρεται για τον προφήτη Μουχάμμεντ (σαλλαλλάχου αλέϊχι ουά σαλάμ), και όχι για τον Ιησού (αλέϊχι σαλάμ), ο οποίος προφήτης Μουχάμμεντ (σαλλαλλάχου αλέϊχι ουά σαλάμ), είναι όπως ο Μωυσής, γεννήθηκε από συνηθισμένους γονείς, παντρεύτηκε, ίδρυσε μια πιστή κοινότητα, καθιέρωσε έναν μεγάλο νόμο και πέθανε με φυσικό θάνατο. Οι αδελφοί των Ισραηλινών (απόγονοι του Αβραάμ μέσω του Ισαάκ)  είναι οι Ισμαηλινοί, (απόγονοι του Αβραάμ μέσω Ισμαήλ). Ο Ιησούς αποκλείεται από αυτήν την προφητεία επειδή είναι ένας Ισραηλινός και όχι Ισμαηλινός (Άραβας) διαφορετικά ο στίχος θα έλεγε, "ένας προφήτης από μεταξύ τους". Ας συγκρίνουμε μερικά χαρακτηριστικά του Μούσα (Μωυσή (αλέϊχι σαλάμ), του Μουχάμμεντ (σαλλαλλάχου αλέϊχι ουά σαλάμ) και του Ιησού (αλέϊχι σαλάμ) που διευκρινίζουν την ταυτότητα εκείνου του προφήτη, "όπως εσένα (Μωυσής)".

Οι κατά τα άλλα αγαπητοί Χριστιανοί λένε ότι αυτή η προφητεία εκπληρώθηκε στον Χριστό (αλέϊχι σαλάμ) επειδή λένε ότι ο Μούσα (αλέϊχι σαλάμ) ήταν ο αρχηγός του λαού Ισραήλ ενώ ο Χριστός ήταν και είναι ο αρχηγός του νέου Ισραήλ (της εκκλησίας). Αυτό δεν αληθεύει επειδή σε τίποτα απολύτως δε μοιάζει ο Χριστός (αλέϊχι σαλάμ) με τον Μούσα (αλέϊχι σαλάμ).

Ο Μούσα (Μωυσής (αλέϊχι σαλάμ)) είχε συνηθισμένη γέννηση. Ο Μουχάμμεντ (σαλλαλλάχου αλέϊχι σαλάμ) είχε συνηθισμένη γέννηση. Ο Ίσα (Ιησούς (αλέϊχι σαλάμ)) είχε θαυματουργική – μη συνηθισμένη γέννηση.

Τι εννοεί ο συγγραφέας «μη συνηθισμένη» γέννηση; Απλώς την προαναγγελία από τον άγγελο (πράγμα που συνέβη και στην περίπτωση του προφήτη Σαμουήλ π.χ.) ή αυτό που υποστηρίζουμε οι χριστιανοί, ότι η Θεοτόκος γέννησε όντας Παρθένος, και μάλιστα ότι παρέμεινε Παρθένος ακόμη και κατά τη γέννηση και μετά τη γέννηση (Αειπάρθενος); Το τελευταίο δεν το αναφέρει η Βίβλος, αλλά το επιβεβαιώνει ομόφωνα η παράδοση, δηλαδή η διδασκαλία των αγίων διδασκάλων του χριστιανισμού. Αλλά και η Βίβλος να το ανέφερε, δε θα είχε σημασία για τους αδελφούς μας μουσουλμάνους, αφού με μέγιστη ευκολία απορρίπτουν όποια αναφορά της Βίβλου έρχεται σε αντίθεση με τις αντιλήψεις τους…

 

Ο Μούσα (αλέϊχι σαλάμ) ήταν παντρεμένος και είχε παιδιά. Ο Μουχάμμεντ (σαλλαλλάχου αλέϊχι σαλάμ) ήταν παντρεμένος και είχε παιδιά. Ο Ίσα (αλέϊχι σαλάμ) ήταν ανύπαντρος, δεν έκανε οικογένεια και δεν είχε παιδιά.

Ο Μούσα (αλέϊχι σαλάμ) ήταν ταυτόχρονα προφήτης και πολιτικός…

Αν και δεν παίζει ρόλο, κατά τη γνώμη μου ούτε ο άγιος και μέγας προφήτης Μωυσής ούτε όμως και ο Μωάμεθ μπορούν να θεωρηθούν πολιτικοί, γιατί και οι δύο ενέργησαν στο όνομα του Θεού και ποτέ δεν απόχτησαν κοσμικούς τίτλους (π.χ. βασιλείς).

 

…και είχε συνηθισμένο θάνατο. Ο Μουχάμμεντ (σαλλαλλάχου αλέϊχι ουά σαλάμ) ήταν ταυτόχρονα προφήτης και πολιτικός και είχε φυσιολογικό θάνατο. Ο Ίσα (αλέϊχι σαλάμ) ήταν μόνο προφήτης, δεν ήρθε για να καταργήσει τους προηγούμενους νόμους και είχε ασυνήθιστο θάνατο.

Αλήθεια; Ποιον θάνατο; Μήπως εννοεί το σταυρικό θάνατο και την ανάστασή Του, που συνοδεύτηκαν και από ένα σωρό θαυμαστά σημεία; Αυτό θα ήταν εξαιρετικά σημαντικό, δεδομένου ότι οι μουσουλμάνοι αρνούνται ότι συνέβησαν αυτός ο θάνατος και αυτή η ανάσταση. Πάντως το Κοράνι (και γενικά η ισλαμική παράδοση) δε νομίζω ότι αναφέρει κάτι άλλο για «ασυνήθιστο θάνατο» του Ιησού.

 

Ο Μούσα (αλέϊχι σαλάμ) και ο λαός του διεξήγαγαν μάχες εναντίον των εχθρών τους. Ο Μουχάμμεντ (σαλλαλλάχου αλέϊχι ουά σαλάμ) διεξήγαγε μάχες με τους πιστούς εναντίον των εχθρών τους. Ο Ίσα (αλέϊχι σαλάμ) δεν ανέλαβε καμία τέτοια δράση.

Προσοχή. Ο Μωάμεθ πολέμησε για να διαδώσει τη θρησκευτική του διδασκαλία διά ξίφους, πράγμα που κατόρθωσε τόσο ίδιος όσο και οι διάδοχοί του, όπως υπερηφανεύεται παρακάτω ο ίδιος ο συγγραφέας μας. Αντίθετα, ο Μωυσής ποτέ δεν διάδωσε την πίστη εκτός Ισραήλ, πολλώ μάλλον διά ξίφους. Ο άγιος προφήτης Μωυσής πολέμησε μόνον από ανάγκη, αντιμετωπίζοντας λαούς που δεν επέτρεπαν στο λαό Ισραήλ τη διέλευση για τη Γη της Επαγγελίας. Τι το κοινό έχει λοιπόν η πολεμική συμπεριφορά του Μωυσή και του Μωάμεθ; Όχι μόνο δεν ήταν ανάλογες ή παρόμοιες, αλλά ήταν εντελώς αντίθετες.

Αυτό μάλιστα (σε συνδυασμό με την ειρηνική στάση του Ιησού και των αγίων χριστιανών μαρτύρων) θα έπρεπε να προβληματίσει τους αδελφούς μας μουσουλμάνους, για το κατά πόσο μπορεί η επιθετική τακτική του Μωάμεθ και των διαδόχων του να απηχεί στ’ αλήθεια το «θέλημα του Θεού». Δυστυχώς όμως δε βλέπω να τους προβληματίζει.

 

Οι αποκαλύψεις που έλαβε ο Μούσα (αλέϊχι σαλάμ) καταγράφηκαν κατά τη διάρκεια της ζωής του. Οι αποκαλύψεις που έλαβε ο Μουχάμμεντ (σαλλαλλάχου αλέϊχι ουά σαλάμ) καταγράφηκαν κατά τη διάρκεια της ζωής του. Οι αποκαλύψεις που έλαβε ο Ίσα (αλέϊχι σαλάμ) καταγράφηκαν μετά τον θάνατο του.

Ασήμαντη ομοιότητα, όπως και περί συζύγου, παιδιών και συνηθισμένου θανάτου – ακόμη και περί συνηθισμένης γέννησης. Ως προς τη γέννηση όμως, έχω να καταθέσω κάτι κοινό στη γέννηση Μωυσή και Ιησού: ο Μωυσής κινδύνευσε να πεθάνει ως νεογέννητο και σώθηκε με το να σταλεί μακριά. Το ίδιο και ο Ιησούς. Μάλιστα, ο Ιησούς εστάλη στην Αίγυπτο, όπου ήταν και ο Μωυσής! Τυχαίο; Όχι, διότι, για να αναλάβει δράση, επέστρεψε στην Παλαιστίνη από την Αίγυπτο!... Έτσι εκπληρώθηκε και η προφητεία (Ωσηέ 11, 1) «Όρθρου απερρίφθησαν, απερρίφθη βασιλεύς Ισραήλ. ότι νήπιος Ισραήλ, και εγώ ηγάπησα αυτόν και εξ Αιγύπτου μετεκάλεσα τα τέκνα αυτού», η οποία –σημειωτέον– σε πρώτη (ιστορική) ανάγνωση αναφέρεται στην έξοδο των Ισραηλιτών, αλλά στην προφητική της διάσταση αναφέρεται στον Ιησού (πρβ. Ματθ. 2, 15). Η συγκεκριμένη προφητεία τι μπορεί να σημαίνει για το Μωάμεθ;

 

Η φύση της διδασκαλίας του Μούσα (αλέϊχι σαλάμ) ήταν πνευματική και νομική. Η φύση της διδασκαλίας του Μουχάμμεντ (σαλλαλλάχου αλέϊχι ουά σαλάμ) ήταν πνευματική και νομική. Η φύση της διδασκαλίας του Ίσα (αλέϊχι σαλάμ) ήταν μόνο πνευματική.

Εδώ θα πρέπει να εξηγήσει ο συγγραφέας ποια πιστεύει ότι ήταν η διδασκαλία του Ιησού. Αυτή που καταγράφεται στα ευαγγέλια ή αυτή που αναφέρεται στο Κοράνι;

 

Ο Μούσα (αλέϊχι σαλάμ) πρώτα απορρίφτηκε από τους δικούς του και έπειτα έγινε αποδεκτός. Ο Μουχάμμεντ (σαλλαλλάχου αλέϊχι ουά σαλάμ) απορρίφτηκε και πολεμήθηκε από τους ομόφυλους του αλλά στη συνέχεια έγινε αποδεκτός. Ο Ίσα (αλέϊχι σαλάμ) απορρίφτηκε σχεδόν από τους περισσότερους Ισραηλίτες.

Αυτό λοιπόν ας μου επιτραπεί να πως ότι είναι κοινό στοιχείο και για τους τρεις. Αλλά, όπως, Θεού θέλοντος, θα εξηγήσουμε παρακάτω, θεωρώ εσφαλμένο να αναζητούμε την αναλογία του αναμενόμενου Προφήτη με το Μωυσή στα βιογραφικά τους στοιχεία.

 

Όπως βλέπουμε λοιπόν ομοιότητες υπάρχουν ανάμεσα στον Μούσα (αλέϊχι σαλάμ) και στον Μουχάμμεντ (σαλλαλλάχου αλέϊχι ουά σαλάμ) και μόνο ο προφήτης Μουχάμμεντ (σαλλαλλάχου αλέϊχι ουά σαλάμ) που είναι απόγονος του Ισμαήλ (αλέϊχι σαλάμ) και Άραβας (οι Άραβες που κατάγονται από τον Ισμαήλ, είναι φυλετικά αδέρφια των Ισραηλιτών που κατάγονται από τον Ισαάκ) μοιάζει σε τόσα πολλά με τον προφήτη Μούσα (αλέϊχι σαλάμ).

Κάποιοι Χριστιανοί σήμερα προσπαθούν να αρνηθούν ότι αυτή η προφητεία εκπληρώνεται στον προφήτη Μουχάμμεντ (σαλλαλλάχου αλέϊχι ουά σαλάμ) και λένε ότι η φράση: “..μέσα από τους αδερφούς τους..” δεν αναφέρεται στα αδέρφια των Εβραίων συνολικά αλλά στις εβραϊκές φυλές μεταξύ τους και ότι ο προφήτης που ο Θεός είπε στον Μούσα (αλέϊχι σαλάμ) ότι θα έστελνε, ήταν κάποιος Εβραίος ή ο ίδιος ο Χριστός (αλέϊχι σαλάμ). Όπως βέβαια έδειξα ομοιότητες υπάρχουν ανάμεσα στον Μούσα και στον Μουχάμμεντ (σαλλαλλάχου αλέϊχι ουά σαλάμ) και όχι ανάμεσα στον Μούσα (αλέϊχι σαλάμ) και στον Ίσα (αλέϊχι σαλάμ) αλλά ακόμα και αν υπάρχουν κάποιες ομοιότητες ανάμεσα τους, μόνο ο Μουχάμμεντ (σαλλαλλάχου αλέϊχι ουά σαλάμ) είναι ένας προφήτης σαν τον Μούσα (αλέϊχι σαλάμ).

Θα τα σχολιάσουμε στη συνέχεια αυτά.

 

Επίσης, όταν ζούσε ο Χριστός (αλέϊχι σαλάμ), ο προφήτης αυτός που θα ήταν σαν τον Μούσα (αλέϊχι σαλάμ) δεν είχε ακόμα φτάσει (όπως ψευδώς ισχυρίζονται οι Χριστιανοί ότι ήταν ο Χριστός). Οι Εβραίοι έστειλαν ιερείς και Λευίτες στον προφήτη Γιάχια (Ιωάννη Βαπτιστή (αλέϊχι σαλάμ)) για να τον ρωτήσουν ποιος πραγματικά είναι. Αυτός είπε: “Δεν είμαι εγώ ο Μεσσίας”. Τότε τον ρώτησαν: “Μήπως είσαι ο Ηλίας”? Απάντησε: “Όχι, δεν είμαι”. Τότε τον ρώτησαν: “Μήπως είσαι ο προφήτης που περιμένουμε”? Εκείνος είπε: “Όχι  (Ιωάννης, 1:20-21).

Διαφωνώ. Ο Ιωάννης είπε ότι δεν είναι αυτός ο Προφήτης, δεν είπε ότι ο Προφήτης δεν είχε φτάσει ακόμη.

 

Ο προφήτης λοιπόν που προφητεύεται ότι θα είναι σαν τον Μούσα (αλέϊχι σαλάμ) ήταν ο προφήτης Μουχάμμεντ (σαλλαλλάχου αλέϊχι σαλάμ).

 

Ποιος είναι ο Προφήτης;

Παρά τη φαινομενική σοβαρότητα της ερμηνείας αυτής, ιδιαίτερα στο επιχείρημα περί των «αδελφών» των Ισραηλιτών, υπάρχουν σοβαρές λεπτομέρειες που αποκλείουν τη συσχέτισή της με το Μωάμεθ. Οι χριστιανοί δεν είπαν τυχαία ότι η προφητεία εκπληρώνεται στον Ιησού, γιατί ο Ιησούς είναι το βασικό θέμα όλων των προφητειών της Π.Δ., καθώς και της Κ.Δ. (όπως θα δούμε σε λίγο), αρχίζοντας από το Γέν. 3, 15.

Πριν αναλύσουμε όμως την ίδια την προφητεία, πρέπει να εξετάσουμε αν ο Μωάμεθ ήταν δυνατόν ούτως ή άλλως να προαναγγέλλεται στην Π.Δ., δηλ. αν είναι όντως ένας προφήτης του αληθινού Θεού. Γιατί, αν δεν είναι, τότε δεν υπάρχει λόγος να γίνεται καν αυτή η συζήτηση.

 

Είναι όντως προφήτης ο Μωάμεθ;

Οι μη μουσουλμάνοι μελετητές της ιστορίας του Ισλάμ θεωρούν γενικά ότι ο Μωάμεθ ήταν ένας ευφυής τυχοδιώκτης, που κατασκεύασε τη διδασκαλία του συρράπτοντας κομμάτια από τον ιουδαϊσμό και το χριστιανισμό και την παρουσίασε ισχυριζόμενος ψευδώς ότι του την υπαγόρευσε ένα πνευματικό ον. Στη βιογραφία του όμως βλέπουμε ένα επεισόδιο, που από χριστιανική άποψη παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον. Το αντιγράφω από τη μελέτη του Γρηγορίου Ζιάκα, ομότιμου καθηγητή Θρησκειολογίας στη Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης, Το Ισλάμ ως Θρησκεία (http://www.ecclesia.gr/greek/HolySynod/commitees/europe/ziakas_islam.html):


Το παραπάνω αιφνίδιο και συνταρακτικό
[πρώτο] όραμα που είδε ο Μωάμεθ, του προξένησε τέτοια φρίκη, ώστε για αρκετόν χρόνο μετά από αυτό έπαυσε να δέχεται περαιτέρω αποκαλύψεις. Η μουσουλμανική παράδοση αναφέρει ότι σημειώθηκε για τρία χρόνια διακοπή (φάτρα) στο κήρυγμά του. Την φρίκη, η οποία κατέλαβε τον Μωάμεθ μετά την συνταρακτική εμπειρία στο σπήλαιο του όρους Χιρά’, περιγράφουν παραστατικότητα οι πρώτοι στίχοι του 73ου και 74ου κορανικού κεφαλαίου. Ο Μωάμεθ επέστρεψε εσπευσμένα από το σπήλαιο στη γυναίκα του Χαντίτζα και φώναξε: «κάλυψέ με με ένα μανδύα (ντιθάρ) και ρίξε στο κεφάλι μου ψυχρό ύδωρ» (σούρα 73, 1 και 74, 1). Στην ισλαμική παράδοση σώζεται ο θρύλος, ότι έντρομη η Χαντίτζα έτρεξε στον σπουδαίο χριστιανό συγγενή της Ουάρακα μπεν Ναουφάλ, ο οποίος είχε χάρισμα προφητείας και  ο οποίος της επιβεβαίωσε την γνησιότητα του οράματος και αποφάνθηκε ότι το όραμα ήταν πράγματι κλήση του Μωάμεθ στο προφητικό αξίωμα, και μάλιστα μέσω του ιδίου αγγέλου που είχε αποκαλυφθεί και στον Μωυσή. Ο θρύλος είναι γνωστός και στην χριστιανική αντιρρητική φιλολογία, όπου όμως ο Ουάρακα φέρεται ως κακόδοξος μοναχός, πρώην Εβραίος, ή  ταυτίζεται με τον νεστοριανό μοναχό Μπαχίρα, δάσκαλο δήθεν και εμπνευστή των πλανών του Μωάμεθ. Τα περιστατικά αυτά δηλώνουν ότι αρχικά ο Μωάμεθ άρχισε να συνειδητοποιεί την αποστολή του μόνο διστάζοντας και ψηλαφώντας. Όπως μαρτυρούν ορισμένα κορανικά χωρία, ο Μωάμεθ περιορίστηκε να ανακοινώσει τις εμπειρίες των οραμάτων του μόνο μέσα στο στενό οικογενειακό περιβάλλον του (πρβλ. Κοράνιο, 26, 214). Φοβόταν μάλιστα μήπως είχε καταληφθεί από κάποιο δαιμόνιο (τζίνν). Στην προϊσλαμική δηλαδή Αραβία επικρατούσε η πίστη ότι οι «μάντεις και οραματιστές» (κάχιν) και ορισμένοι «ποιητές» (σά’ιρ) εμπνέονταν από ένα αγαθό κυρίως, αλλά ενίοτε και κακό πνεύμα ή δαιμόνιο (τζίνν) και προέλεγαν τα μέλλοντα ή στιχουργούσαν για χάρη του λαού. Ο Μωάμεθ όμως ευθύς εξ αρχής δεν ήθελε να έχει καμία σχέση με αυτούς. Η αποκάλυψη του Θεού ήταν εντελώς άλλο πράγμα. Έτσι πέρασε ένα διάστημα αγωνίας και αποθαρρύνσεως. Αίφνης όμως η περίοδος αυτή έληξε και ο προφήτης πήρε μια νέα αποκάλυψη, η οποία τον διαβεβαίωνε ότι «ο Κύριός του δεν τον εγκατέλειψε» (93, 3-5) και τον καλούσε να εγερθεί και να συνεχίσει το κήρυγμά του (74, 1-5):

«Ω συ, ο οποίος κάλυψες τον εαυτό σου με μανδύα (ντιθάρ)

σήκω και προειδοποίησε  (τους ανθρώπους της χώρας σου για την τιμωρία του Θεού)

και μεγάλυνε τον Κύριό σου.

Καθάρισε τα ιμάτιά σου,

και κρατήσου μακριά από το βδέλυγμα (της ειδωλολατρίας)»
 

Από τη στιγμή αυτή και ύστερα ως το τέλος της ζωής του, ο Μωάμεθ δεν έπαυσε να δέχεται αποκαλύψεις και να τις ανακοινώνει στον λαό του. Οι υπομνηματιστές του Κορανίου δέχονται ότι ο άγγελος ανακοίνωνε κάθε φορά στον προφήτη από πέντε έως δεκαπέντε ή είκοσι το πολύ στίχους, ώστε να μπορεί να τους απομνημονεύσει και να τους κηρύξει στη συνέχεια στον λαό.

Η ιστορία αυτή, αν είναι αληθινή, φανερώνει ότι ο Μωάμεθ, ή τουλάχιστον η σύζυγός του, προσπάθησε να εξακριβώσει αν το βίωμά του προέρχεται ή όχι από το Θεό (και αν είναι ψέματα, αποδεικνύει ότι ο συγγραφέας της ήξερε ότι μια τέτοια εμπειρία χρειάζεται διερεύνηση). Αυτό αυξάνει το σεβασμό μου στο πρόσωπο και τις προθέσεις του Μωάμεθ, δυστυχώς όμως δεν αρκεί για να αποδείξει ως αληθινή την «αποκάλυψη» που έλαβε, η οποία είναι όχι απλά διαφορετική, αλλά εντελώς αντίθετη από τις αποκαλύψεις που έκανε ο Ιησούς στους ανθρώπους. Προφητεία δίνουν και τα δαιμόνια, όπως φαίνεται από την περίπτωση του αγίου Νικήτα του Κιέβου (http://www.phys.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/gerontikon/seraphim_rose_revelation_of_god_into_human_heart.htm και http://www.pigizois.net/index2.htm).

Οι μουσουλμάνοι αδελφοί μας, απλώς και μόνο επειδή το είπε ο Μωάμεθ, αποκηρύσσουν ως ψεύδη τη διδασκαλία του Ιησού και των αγίων μαθητών Του, καθώς και όλων των αγίων διδασκάλων του χριστιανισμού, και εμφανίζουν τον Ιησού να δίνει μια άλλη διδασκαλία, σύμφωνη με τα λόγια του Κορανίου. Με δυο λόγια, ο Μωάμεθ παγιδεύτηκε και πλανήθηκε ακόμη και από το «χριστιανό προφήτη» Ουάρακα, το συγγενή της συζύγου του. Ο Ουάρακα θα έπρεπε κατ’ αρχάς να γνωρίζει ότι στο Μωυσή δε μίλησε ο άγγελος Γαβριήλ, αλλά ο Ίδιος ο Θεός –δηλ. ο «άγγελος του Γιαχβέ», ο Υιός, ο αργότερα ενσαρκωθείς ως Ιησούς. Φυσικά οι μουσουλμάνοι δεν το δέχονται αυτό, παγιδευμένοι στη διδασκαλία του υποτιθέμενου αγγέλου που μίλησε στο Μωάμεθ.

Έρχεται λοιπόν ένα πνευματικό ον, που λέει: «Αυτά που διδάσκουν οι χριστιανοί είναι ψέματα και ύβρεις για το Θεό. Εγώ θα σου πω την αλήθεια», μια «αλήθεια» εντελώς αντίθετη από τα προηγούμενα. Για να καταλάβουμε τη διαφορά, ας δούμε τις προφητείες τριών μεγάλων μαθητών και αποστόλων του Χριστού, του Πέτρου, του Παύλου και του Ιωάννη. Η προφητεία του αγίου αποστόλου Πέτρου καταγράφεται στη Β΄ επιστολή του, εντός της Καινής Διαθήκης, ιδίως στο κεφάλαιο 3, αλλά ολόκληρη η επιστολή είναι καλό να μελετηθεί. Η προφητεία του αγίου αποστόλου Παύλου, την οποία εννοώ, καταγράφεται στη Α΄ προς Θεσσαλονικείς επιστολή του, στο κεφ. 4, στ. 13-18, και συμπληρωματικά στη Β΄ προς Θεσσαλονικείς, κεφ. 2, στ. 1-12. Η δε προφητεία του αγίου αποστόλου και ευαγγελιστή Ιωάννη καταγράφεται σε ολόκληρο το βιβλίο Αποκάλυψις, το τελευταίο κατά σειρά στην Κ.Δ. Και οι τρεις αυτές προφητείες βρίσκονται σε απόλυτη συμφωνία με τις προφητείες του Ίδιου του Ιησού, που καταγράφονται στο κατά Ματθαίον ευαγγέλιο, κεφ. 24 και 25, και έρχονται να συναντήσουν και προφητείες της Π.Δ. για τα έσχατα, όπως του Δανιήλ και του Ιεζεκιήλ (θα μιλήσουμε γι’ αυτές παρακάτω, στα περί του Υιού του ανθρώπου).

Χαρακτηριστικό όλων ανεξαιρέτως αυτών των προφητειών είναι ότι κέντρο και πρωταγωνιστής τους είναι ο Χριστός. Ο Χριστός είναι το κέντρο της ιστορίας, ο σκοπός της σύνταξης ολόκληρης της Βίβλου, ο αναμενόμενος που θα συντρίψει το κεφάλι του όφεως κατά το Γέν. 3, 15. Στην Π.Δ. αναμενόμενος, στην Κ.Δ. ήδη ελθών αλλά και πάλι αναμενόμενος για τη δευτέρα παρουσία Του, όπου θα γίνει η ανάσταση των νεκρών και η τελική κρίση. Κριτής σε αυτή την τελική κρίση θα είναι ο Ίδιος ο Χριστός, όχι ως Θεός, αλλά ως άνθρωπος (ως άνθρωπος είναι ο «Υιός του ανθρώπου» και «ο βασιλεύς» του Ματθ. κεφ. 25), διότι, αν έκρινε ως Θεός, κανείς δεν θα πήγαινε στον παράδεισο. Θα κρίνει ως άνθρωπος, διότι ο Ίδιος είναι το μέτρο, με το οποίο θα κριθούμε – ο βαθμός, στον οποίο προσεγγίσαμε λίγο ή πολύ τη δική Του αγάπη, θα είναι ο βαθμός, στον οποίο θα μετέχουμε πολύ ή λίγο (ή, μη γένοιτο, καθόλου) στην άκτιστη και αιώνια «δόξα» (Φως) του Θεού, που είναι ο παράδεισος (περί «δόξης» ως Φωτός βλ. Έξοδος, 24, 16-17, κ.α.).

Οι μουσουλμάνοι, επαναλαμβάνω, είναι υποχρεωμένοι εκ των πραγμάτων όλα αυτά να τα απορρίψουν, για να μπορέσουν να δεχτούν τη διδασκαλία του δικού τους πνευματικού αρχηγού. Όμως, εκτός από τους ισχυρισμούς του Κορανίου, δεν έχουν πραγματικούς λόγους να τα απορρίψουν – ξεχνούν τα θαύματα και την αγιότητα των χριστιανών αποστόλων και διδασκάλων, που δεν ήταν απατεώνες, γιατί προτίμησαν να υποστούν βασανιστήρια και θάνατο παρά να αποκηρύξουν αυτά τα λόγια. Το βιβλίο Πράξεις των αποστόλων, εντός της Κ.Δ., είναι γεμάτο από αυτά τα θαύματα, καθώς και από τη διαρκή φροντίδα του Θεού (ιδίως του Υιού και του Αγίου Πνεύματος) για τους μαθητές Του και την επικοινωνία και την καθοδήγησή Του προς αυτούς.

Ο μέγας και άγιος απόστολος Παύλος προειδοποιεί (ή προφητεύει;) στην επιστολή του προς τους Γαλάτες: «αλλά και εάν ημείς ή άγγελος εξ ουρανού ευαγγελίζηται υμίν παρ’ ό ευηγγελισάμεθα υμίν, ανάθεμα έστω» (Γαλάτας, 1, 8), δηλ. «αλλά και αν εμείς οι ίδιοι [έχοντας προφανώς πλανηθεί] ή και άγγελος εξ ουρανού σας διδάσκει διαφορετικά από αυτά που σας διδάξαμε [που προφανώς δε θα είναι άγγελος, αφού θα σας διδάσκει ψέματα], ας είναι ανάθεμα». [Ανάθεμα = αφιέρωμα. Εκκλησιαστικά έχει την έννοια ότι κάποιος εγκαταλείπεται από τους ανθρώπους ως παγιωμένος στο κακό και η σωτηρία του ανατίθεται αποκλειστικά στη μεγαλοψυχία του Θεού].

Εδώ λοιπόν έχουμε έναν «άγγελο εξ ουρανού», που διδάσκει διαφορετικά από τη διδασκαλία των αγίων του Θεού – και αυτός εμπίπτει στο ανάθεμα του αποστόλου. Και από τους αποδέκτες της διδασκαλίας του, πολλοί διδάσκουν έτσι τους ανθρώπους, επισύροντας στον εαυτό τους το ίδιο ανάθεμα. Όποιος δεν είναι πωρωμένος στην καρδιά, ας προβληματιστεί κάπως από αυτό το πράγμα, δεδομένου και ότι οι άγιοι απόστολοι δεν ήταν μισαλλόδοξοι, αλλά γεμάτοι αγάπη για όλο τον κόσμο, ακόμη και για τους εχθρούς τους (βλ. π.χ. Πράξεις των αποστόλων, 7, 59-60. 16, 27-28, Α΄ Κορινθ. 2, 5-8, βλ. και το άρθρο μας: "Αγάπη Ελευθερία και Δουλεία στον Απόστολο Παύλο").

Για ψευδοπροφήτες και ψευδοδιδασκάλους, που ήδη υπήρχαν, και άλλους, που θα εμφανίζονταν στο μέλλον, προειδοποιούν και οι απόστολοι Πέτρος (π.χ. Β΄ Πέτρου κεφ. 2), Ιωάννης (π.χ. Α΄ επιστολή Ιωάννου, 4, 1-6, Β΄ Ιωάννου, στίχ. 7-13), Ιούδας (επιστολή Ιούδα – όχι του Ισκαριώτη και προδότη του Ιησού).

Ο Ιησούς επίσης προφήτεψε τον ερχομό των ψευδοπροφητών. Αν οι συγγραφείς της Κ.Δ. έγραφαν ψέματα, το λογικό θα ήταν να προβλέψουν θριάμβους και αύξηση της δύναμής τους. Αντίθετα, ο Ιησούς φέρεται να προαναγγέλλει βάσανα και διωγμούς, συρρίκνωση των πιστών του αληθινού Θεού και εμφάνιση ψευδοπροφητών, που θα κάνουν ακόμη και θαύματα (σας θυμίζει κάτι, αδελφοί μου μουσουλμάνοι, αυτό;) και «θα πλανήσουν πολλούς», ακόμη και «εκλεκτούς» (Ματθ. κεφ. 24)! Με τέτοιες δηλώσεις δεν πάει μια σπείρα απατεώνων να κατακτήσει τον κόσμο (βλ. και το άρθρο μας: "Η Αδιανόητη Πίστη").

Εδώ πρέπει να διευκρινίσω κάτι, επειδή το έχω συναντήσει ως ισλαμικό επιχείρημα: ο μέγας και άγιος απόστολος Ιωάννης δίνει ένα κριτήριο, για να το χρησιμοποιήσουν οι χριστιανοί στη δοκιμασία των «πνευματικών εμπειριών»: «παν πνεύμα ό ομολογεί Ιησούν Χριστόν εν σαρκί εληλυθότα, εκ του Θεού εστί. και παν πνεύμα ό μη ομολογεί Ιησούν Χριστόν εν σαρκί εληλυθότα, εκ του Θεού ουκ εστίν» («κάθε πνεύμα, που παραδέχεται ότι ο Ιησούς Χριστός ήρθε με σάρκα, προέρχεται από το Θεό, και κάθε πνεύμα, που δεν παραδέχεται ότι ο Ιησούς Χριστός ήρθε με σάρκα, δεν προέρχεται από το Θεό», Α΄ Ιωάννου, 4, 2-3).

Το Κοράνι και, στη συνέχεια, οι μουσουλμάνοι, δεν ομολογούν το Χριστό «εν σαρκί εληλυθότα», γιατί τότε θα έπρεπε να παραδέχονται ότι, πριν γεννηθεί «με σάρκα» (ως άνθρωπος), υπήρχε με άλλη, άσαρκη μορφή, κάπου αλλού, απ’ όπου «ήρθε» («ελήλυθε») εν σαρκί. Αυτό σημαίνει όμως ότι δεν είναι απλά άνθρωπος, αλλά άνθρωπος και κάτι άλλο, το οποίο προϋπήρχε – και πρέπει να διερευνηθεί τι ήταν αυτό το «άλλο». Επομένως, με χριστιανικά κριτήρια, το πνεύμα που μίλησε στο Μωάμεθ μέσω του Κορανίου δεν μπορεί να θεωρηθεί Θεός.

Μετά από όλα αυτά, έχω να πω απερίφραστα, με αγάπη προς τον ίδιο το Μωάμεθ και όλους τους μαθητές και ακολούθους του, ακόμη και εκείνους που βασάνισαν και σκότωσαν αδελφούς μου ορθόδοξους χριστιανούς, ότι ο Μωάμεθ δεν μπορεί να είναι και δεν είναι προφήτης του Θεού του Υψίστου και συνεπώς δεν αναμένω να ανακαλύψω την παρουσία του στην Αγία Γραφή, εκτός από τις προειδοποιήσεις του Ίδιου του Ιησού Χριστού και των αγίων μαθητών Του για τους ψευδοπροφήτες.

Και τώρα που το ξεκαθαρίσαμε αυτό, ας μιλήσουμε για το Δευτερονόμιο, 18, 18-19 (ο στ. 20 δεν αναφέρεται στον Προφήτη, αλλά γενικά στους προφήτες).

 

Οι «αδελφοί των Ισραηλιτών»

Κατά το συγγραφέα μας, η φράση «από τους αδελφούς τους» υπονοεί τους Ισμαηλίτες. Η ερμηνεία αυτή, αν και ευφυής, είναι αρκετά υποκειμενική και είναι αδύνατο να «αποδειχθεί» αν είναι σωστή ή όχι – γι’ αυτό και δεν αρκεί από μόνη της για να στηρίξει τη σύνδεση της προφητείας με το πρόσωπο και τον ερχομό του Μωάμεθ.

Αυτό ωστόσο που δεν πρόσεξε ο συγγραφέας είναι η δήλωση του Θεού ότι «θα αναδείξει έναν προφήτη γι’ αυτούς» (τους Ιουδαίους). Όμως ο Μωάμεθ ποτέ δεν απευθύνθηκε στους Ιουδαίους, το κήρυγμά του το απεύθυνε αποκλειστικά και μόνο στο δικό του έθνος, τους Ισμαηλίτες. Ακόμα κι αν υπήρχαν μερικές ιουδαϊκές παροικίες στα μέρη όπου κήρυξε ή πολέμησε ο Μωάμεθ, ακόμη κι αν μερικοί Ιουδαίοι ασπάστηκαν το Ισλάμ, δεν αρκεί για να θεωρήσουμε ότι απεστάλη «για τους Ιουδαίους». Ακόμη και όταν καταδιώχθηκε από τη Μέκκα, δε στράφηκε προς τους Ιουδαίους, αλλά οργανώθηκε και επέστρεψε στους Άραβες. Πώς λοιπόν μπορεί να είναι ο Προφήτης που θα αναδείκνυε ο Θεός για τους Ιουδαίους;

Σημειωτέον, ότι ο Ιησούς όντως ήταν, ως άνθρωπος, ένας από τους «αδελφούς» των Ισραηλιτών, που άκουγαν αυτή την προφητεία από τα χείλη του Μωυσή διαβαίνοντας την έρημο. Δεν ήταν «ένας από αυτούς», αλλά ένας από τους αδελφούς τους, δηλαδή ένας Ισραηλίτης που θα γεννιόταν πολλούς αιώνες αργότερα.

Γιατί όμως ο Θεός δεν είπε «από τα παιδιά σας», αλλά «από τους αδελφούς σας»; Μπορώ να φανταστώ μερικούς σημαντικούς λόγους: ο Ιησούς, ως Θεάνθρωπος και Νέος Αδάμ (γι’ αυτό και μπορεί να θεραπεύει τις αστοχίες του παλαιού Αδάμ, βλ. π.χ. προς Ρωμαίους, 5, 12-21), δεν είναι «παιδί» των ανθρώπων, αλλά αδελφός τους – συγκεκριμένα, «πρωτότοκος εν πολλοίς αδελφοίς» (Ρωμαίους, 8, 29). Σχετική αναφορά από τον Ίδιο τον Ιησού βλ. στο Ματθ. 25, 40. Αυτό τονίζεται ιδιαίτερα στην επιστολή προς Εβραίους, 2, 11-17, όπου μάλιστα γίνεται αναφορά σε διάφορους στίχους της Παλαιάς Διαθήκης, μεταξύ των οποίων ο Ψαλμ. 21, 23 «απαγγελώ το όνομά σου τοις αδελφοίς μου, εν μέσω εκκλησίας υμνήσω σε» (ολόκληρος ο Ψαλμός 21 είναι ένας από τους «μεσσιανικούς»/«χριστολογικούς» Ψαλμούς, δηλαδή αποτελεί προφητική αναφορά στο Χριστό –σύγκρινε τον πρώτο στίχο με το Ματθ. 27, 46, και το στ. 19 με το Ιω. 19, 23-24).

 

«Όπως ο Μωυσής»

Οι ομοιότητες του Μωάμεθ με το Μωυσή που παρουσιάζει ο συγγραφέας, και που μπορεί να διακρίνει αμέσως με γυμνό μάτι κάθε ερμηνευτής, στην πραγματικότητα είναι επιφανειακές και, κατά τούτο, παραπλανητικές. Δεν έχουμε λόγο να πιστέψουμε ότι ο αναμενόμενος Προφήτης θα είναι «όπως ο Μωυσής» στα διάφορα στοιχεία της βιογραφίας του. Προφανώς θα είναι «όπως ο Μωυσής» στο προφητικό του έργο.

Οι ομοιότητες του έργου του Μωάμεθ με το αντίστοιχο του Μωυσή επίσης είναι επιφανειακές και κατά τούτο θα μπορούσε κάλλιστα να είναι κατασκευασμένες. Ο Μωάμεθ δηλαδή μπορεί να εμφάνισε τον εαυτό του επίτηδες ως ένα αντίγραφο του Μωυσή, για να πείσει το λαό για την αλήθεια της διδασκαλίας του.

Στην πραγματικότητα, ακόμη κι αν θεωρήσουμε, κατά σύμβασιν, ότι ο Μωάμεθ είναι προφήτης, δε μπορούμε να τον θεωρήσουμε ανάλογο του Μωυσή. Ο Μωυσής δεν έφερε απλώς «ένα μεγάλο Νόμο», αλλά τον ένα και μοναδικό Νόμο, που καθιέρωσε κάτι εντελώς καινούργιο στην ανθρωπότητα για την κατανόηση του Θεού και τη λατρεία Του (ακόμη και την εποχή  των πατριαρχών –Αβραάμ, Ισαάκ, Ιακώβ, 12 γιων του Ιακώβ– η ιδέα για το Θεό ήταν αόριστη και οι άνθρωποι δεν είχαν παραλάβει το Νόμο). Ο Μωάμεθ όμως, με το κήρυγμά του και τα χειρόγραφα του Κορανίου, απλώς επιβεβαίωσε την περί Θεού ιδέα που είχε παραλάβει και παραδώσει στο λαό ο Μωυσής, τον ίδιο Νόμο που παρέλαβε ο Μωυσής και την ίδια λατρεία. Δεν έφερε «ένα μεγάλο Νόμο», αλλά μια επιβεβαίωση του ίδιου Νόμου – για την ακρίβεια, μια παλινδρόμηση στον ίδιο Νόμο, την ανανέωση του οποίου είχε φέρει ο Χριστός.

Αντίθετα, ο Ιησούς είναι Εκείνος που έφερε το νέο Νόμο, όπως ο Μωυσής είχε φέρει τον παλαιό. Ο νέος αυτός Νόμος είχε προαναγγελθεί από τους προφήτες, όπως ο μεγάλος προφήτης Ιερεμίας, διά του οποίου ο Θεός ανάγγειλε: «Έρχονται μέρες, λέει ο Κύριος, που θα κάνω καινούργια διαθήκη (στο Ο΄: διαθήκην καινήν) με το λαό του Ισραήλ και του Ιούδα» (τα δυο κομμάτια του αρχαίου εβραϊκού βασιλείου). «Δε θα έχει καμία σχέση με τη διαθήκη που είχα κάνει με τους προγόνους τους… Εκείνοι δεν τήρησαν τη διαθήκη μου κι εγώ τους παραμέλησα. Και να ποια θα είναι η νέα διαθήκη που θα κάνω με το λαό του Ισραήλ: θα βάλω το νόμο μου στη συνείδησή τους και θα τον γράψω στις καρδιές τους· θα είμαι Θεός τους και εκείνοι θα είναι λαός μου… Όλοι θα με γνωρίζουν, από τον πιο άσημο ως τον πιο σπουδαίο» κ.τ.λ. (Ιερεμίας, 38, 31-34. Βλ. και σχολιασμό στην προς Εβραίους, κεφ. 8). Γι’ αυτό και ο απόστολος Παύλος, στη συζήτηση αν με το χριστιανισμό καταργείται ο μωσαϊκός Νόμος και με τι αντικαθίσταται, μπορούσε να δηλώσει: «νόμον ουν καταργούμεν διά της πίστεως; μη γένοιτο, αλλά νόμον ιστώμεν» (Ρωμαίους, 3, 31).

Ο νέος αυτός Νόμος δεν έχει δέκα εντολές, αλλά μία, την οποία ο Ιησούς χαρακτηρίζει «εντολήν καινήν», σε ευθεία αντιστοιχία με τις «παλαιές» δέκα. Αυτό είναι το επιστέγασμα της ανανοηματοδότησης (που είχε ξεκινήσει στην επί του Όρους ομιλία, Ματθ. κεφ. 5, 6, 7) όχι μόνο του μωσαϊκού Νόμου, αλλά σύνολης της σχέσης του ανθρώπου με το Θεό, το συνάνθρωπο, τον εαυτό του και τα άλλα πλάσματα του κόσμου. Θεμελιώδεις διαφορές:

Η νέα αυτή Διαθήκη του Θεού με την ανθρωπότητα είναι η «αιώνιος Διαθήκη», που προαναγγέλθηκε στον Αβραάμ (Γέν. 17, 19-21), η Καινή Διαθήκη. Η Παλαιά Διαθήκη επισφραγιζόταν με το αίμα από τις θυσίες των ζώων, ενώ η Καινή Διαθήκη επισφραγίστηκε με το αίμα από τη σταυρική θυσία του Χριστού. Γι’ αυτό ο Χριστός είναι «ο αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου», όπως Τον χαρακτήρισε ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος (Ιω. 1, 29), ο Οποίος «οδηγήθηκε σαν πρόβατο στη σφαγή» (Ησαΐα, κεφ. 53) – επειδή είναι «το Αρνίον το εσφαγμένον από καταβολής κόσμου» (Αποκάλυψις, 5, 6, κ.α.).

Την αντιστοιχία Μωυσή και Ιησού επιβεβαιώνει ο άγιος και θεόπνευστος απόστολος και ευαγγελιστής Ιωάννης, γράφοντας στο κατά Ιωάννη ευαγγέλιο, 1, 17: «ότι ο νόμος διά Μωυσέως εδόθη, η χάρις και η αλήθεια διά Ιησού Χριστού εγένετο».

Για να γίνει κάπως καλύτερα κατανοητό, ας μου επιτραπεί να παραθέσω τον παρακάτω πίνακα:

Διαθήκη

Παλαιά

Καινή

Διαθέτης

ο Θεός

ο Θεός

Αποδέκτης

Παλαιός Ισραήλ

Νέος Ισραήλ (Εκκλησία => ανθρωπότητα)

Γενάρχες του Ισραήλ

12 πατριάρχες (φυσικοί)

12 απόστολοι (πνευματικοί)

Μεσίτης της Διαθήκης

Μωυσής

Ιησούς Χριστός (ως άνθρωπος)

Νόμος

Δέκα εντολές

Μία εντολή (της αγάπης)

Είσοδος στη Διαθήκη

Περιτομή

Βάπτισμα

Επισφράγιση

Θυσίες ζώων, διαρκώς επαναλαμβανόμενες

Θυσία του Χριστού, άπαξ τελεσθείσα (μία φορά)

Τρόπος λατρείας του Θεού

Θυσίες ζώων

Αναίμακτη θυσία (θεία Μετάληψη)

Προσδοκώμενο

Έλευση Χριστού (Μεσσία)

Επανέλευση Χριστού(Βασιλιά και Κριτή), δευτέρα παρουσία

Εδώ πρέπει να διευκρινίσουμε κάτι, σχετικά με το ρόλο του Ιησού, όπως κατανοείται από τους αγίους διδασκάλους του χριστιανισμού, αρχίζοντας από τους μαθητές Του (με την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος, Πράξεις των αποστόλων, κεφ. 2).

Ο Ιησούς είναι Θεός και άνθρωπος. Ως Θεός είναι ο Υιός (ο Μονογενής, Ιω. 1, 18 – χαρακτηρίζει ο Ίδιος έτσι τον εαυτό Του στο Ιω. 3, 16), το δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδας, πράγμα για το οποίο θα μιλήσουμε παρακάτω. Ως άνθρωπος είναι ο Χριστός, ο Μεσίτης της Καινής Διαθήκης (αντίστοιχα με το Μωυσή, το μεσίτη της Παλαιάς), που είναι συγχρόνως και βασιλιάς, προφήτης και αρχιερέας. Όμως ο διαθέτης της Διαθήκης είναι ο Θεός, ο Θεός του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ, ο Θεός που μίλησε στο Μωυσή μέσα από τη φλεγόμενη βάτο. Και ο Θεός Αυτός, ως διαθέτης της Διαθήκης, δε μπορεί παρά να είναι ένας Θεός που πεθαίνει, δηλαδή ο Ίδιος ο Χριστός.

Οι αδελφοί μας μουσουλμάνοι ασφαλώς θα σκανδαλίζονται με την ιδέα αυτή – όμως ο Θεός μπορεί να πεθάνει, γιατί δεν είναι μόνο Θεός, αλλά από αγάπη προς τους ανθρώπους γίνεται και άνθρωπος. Γι’ αυτό και η έκφραση του θελήματός Του ονομάζεται «Διαθήκη», δηλαδή έκφραση της θέλησης κάποιου που πρόκειται να πεθάνει.

Όπως αναλύει ο απόστολος Παύλος (Εβρ. 9, 16-17), «όπου γαρ διαθήκη, θάνατον ανάγκη φέρεσθαι του διαθεμένου. διαθήκη γαρ επί νεκροίς βεβαία, επεί μήποτε ισχύει ότε ζει ο διαθέμενος». Άρα ο διαθέμενος (=ο διαθέτης, εκείνος που εκφράζει τη διάθεσή του μέσω της διαθήκης, που είναι δική του η διαθήκη) πρέπει να πεθάνει ο ίδιος για να ισχύει η διαθήκη του (αυτό το ξέρουμε και από τις διαθήκες των ανθρώπων). Ποτέ δεν πεθαίνει ο μεσίτης της διαθήκης (ο συμβολαιογράφος π.χ.). Στην Παλαιά Διαθήκη δεν πέθανε ο μεσίτης Μωυσής, αλλά τα ζώα των θυσιών (προς Εβραίους, 9, 11-22), τύπος του μελλοντικά σφαγιαζόμενου Μεσσία (βλ. π.χ. προς Εβραίους, 13, 11-12). Στην Καινή Διαθήκη όμως δεν έχουμε τύπο, αλλά ο Ίδιος ο διαθέτης Θεός πεθαίνει –και φυσικά Αυτός δεν είναι ο Πατήρ, αλλά ο Υιός, γι’ αυτό το αίμα Του είναι «το αίμα της Καινής Διαθήκης» (Ματθ. 26, 28).

 

Η άποψη του Ιησού για τον Προφήτη

Είναι αλήθεια ότι στην Καινή Διαθήκη δίνεται η εντύπωση ότι οι σύγχρονοι του Ιησού Ιουδαίοι διαφοροποιούσαν τον Προφήτη από το Μεσσία (π.χ. Ιω. 1, 20-21). Αυτό όμως πρέπει να το αποδώσουμε σε ελλιπή κατανόηση των προφητειών από πλευράς του λαού. Αυτό δεν είναι παράξενο ούτε αποτελεί σκάνδαλο – και τον Ίδιο το Χριστό ο λαός Τον περίμενε ως πολεμιστή, όπως φαίνεται να Τον παρερμηνεύει και ο ίδιος ο συγγραφέας του παρόντος σε άλλο σημείο. Και οι μουσουλμάνοι ασφαλώς θεωρούν ότι οι Εβραίοι παρερμήνευαν τις προφητείες, αλλιώς δε θα προσπαθούσαν να δώσουν άλλες ερμηνείες από τις παραδοσιακές μεσσιανικές.

Ωστόσο ο Ιησούς αναφέρεται στην προφητεία Δευτ. 18, 18-19, όταν λέει:

«έστιν ο κατηγορών υμών Μωυσής, εις ον υμείς ηλπίκατε. ει γαρ επιστεύετε Μωυσεί, επιστεύετε αν εμοί. περί γαρ εμού εκείνος έγραψεν» (κατακρίνεστε από το Μωυσή, στον οποίο στηρίζετε τις ελπίδες σας. Διότι, αν πιστεύατε στο Μωυσή, θα πιστεύατε κι εμένα, διότι ο Μωυσής έγραψε για μένα, Ιω. 5, 45-46).

Αν και ο Μωυσής, ως συγγραφέας της Πεντατεύχου, αναφέρθηκε πολλές φορές προφητικά στο Χριστό, τα παραπάνω λόγια δε μπορεί παρά να αναφέρονται στην προφητεία του Δευτερονόμιου. Εκεί ο Θεός, διά του προφήτη Μωυσή, καλεί το λαό να υπακούει στα λόγια του αναμενόμενου Προφήτη. Εδώ ο Ιησούς λέει ότι, αν οι Εβραίοι πίστευαν τα λόγια του Μωυσή (δηλ. του Θεού διά στόματος του Μωυσή), θα πίστευαν κι Εκείνον, διότι ο Μωυσής έγραψε για Κείνον. Το εύλογο ερώτημα «και τι έγραψε;» δε μπορεί παρά να έχει ως απάντηση: «να με πιστεύετε».

 

Είναι όμως Προφήτης ο Ιησούς;

Κατά τους αγίους διδασκάλους του χριστιανισμού, ο Ιησούς ως άνθρωπος έχει τρία «αξιώματα»: είναι βασιλιάς, αρχιερέας και προφήτης.

Για το βασιλικό αξίωμά Του μιλήσαμε νωρίτερα. Χαρακτηριστικό αυτού του αξιώματος είναι τα θαύματα του Ιησού, που δείχνουν την εξουσία Του στον κόσμο που δημιούργησε ο (Τριαδικός) Θεός. Για το Μεσσία επίσης ο προφήτης Δαβίδ έγραψε: «Συ ιερεύς εις τον αιώνα κατά την τάξιν Μελχισεδέκ» (Ψαλμ. 109, 4, βλ. και ανάλυση από τον απόστολο Παύλο στην επιστολή προς Εβραίους, κεφ. 5). Ο Μελχισεδέκ, βασιλιάς Σαλήμ (=ειρήνης) και «ιερεύς του Θεού του Υψίστου» (Γένεσις, 14, 18-20), που εμφανίστηκε από το πουθενά και πρόσφερε στον προπάτορα Αβραάμ άρτο και οίνο (ψωμί και κρασί – όπως οι χριστιανοί στη θεία Μετάληψη), είναι αρχαία προτύπωση του Χριστού, που είναι και βασιλιάς της ειρήνης και αρχιερέας.

Στην αρχαιότητα, η κορυφαία αποστολή των ιερέων και των αρχιερέων ήταν να προσφέρουν θυσίες στο Θεό (ή στους θεούς). Ο Χριστός είναι ο ύψιστος και τέλειος αρχιερέας, επειδή προσφέρει στο Θεό την ύψιστη και τέλεια θυσία, τη δική Του θυσία πάνω στο σταυρό. Είναι το πιο αθώο θύμα, ένας Θεός θύμα, επομένως η θυσία Του είναι η ύψιστη και τέλεια θυσία. Γι’ αυτό καταργεί τις υπόλοιπες θυσίες και μετά το Χριστό οι πιστοί του αληθινού Θεού δεν τελούν θυσίες, ενώ οι Εβραίοι στην Παλαιά Διαθήκη θυσίαζαν ζώα (ως προτύπωση της θυσίας του Χριστού).

Στο Χριστό βέβαια υπάρχει μια παραδοξότητα: ο Ίδιος είναι ο αρχιερέας που προσφέρει τη θυσία στο Θεό, αλλά είναι και το θύμα που προσφέρεται, και, ως μέλος της Αγίας Τριάδας, είναι και ο Θεός, που δέχεται τη θυσία. Είναι λοιπόν τα πάντα. Τέτοιες παραδοξότητες δεν είναι ασυνήθιστες στο Θεό –γι’ αυτό οι χριστιανοί Τον θεωρούμε ακατανόητο («ακατάληπτο»).

Ο Χριστός όμως είναι και προφήτης, επειδή αποκαλύπτει στους ανθρώπους το θέλημα του Θεού. Είναι ο κατ’ εξοχήν προφήτης. Στην Καινή Διαθήκη φαίνεται ότι δεχόταν να Τον χαρακτηρίζουν «προφήτη» (π.χ. Ιω. 4, 19) και, όταν Τον έδιωξαν οι συμπατριώτες Του, οι κάτοικοι της Ναζαρέτ, χρησιμοποίησε τη φράση «ουδείς προφήτης άξιος εν τη πατρίδι αυτού» (Λουκ. 4, 24), δηλαδή «κανείς προφήτης δεν καταξιώνεται στην πατρίδα του». Όμως, εκείνοι που Τον ήξεραν καλύτερα, οι μαθητές Του, ομολόγησαν ότι δεν ήταν απλώς ένας προφήτης, όπως πίστευε ο λαός, αλλά «ο Χριστός, ο Υιός του Θεού του ζώντος» (Ματθ. 16, 13-20, Μάρκ. 8, 27-30, Λουκ. 9, 18-21).

Όταν λοιπόν το Κοράνι χαρακτηρίζει τον Ιησού προφήτη, λέει μια αλήθεια. Όταν όμως αρνείται ότι είναι ο Υιός του Θεού και ότι σταυρώθηκε και αναστήθηκε, όταν απορρίπτει την Αγία Τριάδα και αποσιωπά ότι ο Ιησούς είναι ο Σωτήρας και Κύριος των ανθρώπων, τότε δεν μπορεί να λέει αλήθεια, γιατί έρχεται σε αντίθεση με όσα μας παρέδωσε ο Θεός μέσω του Μωυσή, των προφητών και του Ίδιου του Ιησού. Ο Μωάμεθ και όλοι οι δάσκαλοι του Ισλάμ έπρεπε να το προσέξουν αυτό, γιατί ένα πνεύμα που παριστάνει το Θεό (ή τον άγγελο του Θεού) μπορεί εύκολα να παραπλανήσει έναν καλοπροαίρετο άνθρωπο, ανακατεύοντας αλήθειες με ψέματα.

Αδελφοί μας μουσουλμάνοι, ξέρω ότι είναι απίστευτα οδυνηρή για τον άνθρωπο και η παραμικρή υποψία ότι κάτι που πίστευε ως αλήθεια μπορεί να είναι πλάνη. Δε μπορώ λοιπόν να σας ζητήσω τίποτε, παρά μόνο τούτο: γνωρίστε τον Ιησού, το μεγάλο Προφήτη, το Χριστό, διαβάζοντας το Ευαγγέλιο και τα άλλα βιβλία των αγίων αποστόλων και μαθητών Του, που βρίσκονται στην Καινή Διαθήκη. Η πρόσκλησή Του να Τον συναντήσουμε είναι διαρκής και απευθύνεται σε όλους τους ανθρώπους, όλων των εθνών και πολιτισμών.


Προηγούμενο // Περιεχόμενα // Επόμενο

Δημιουργία αρχείου: 26-6-2012.

Τελευταία μορφοποίηση: 24-9-2015.

Πάνω